Κυριακή 31 Μαΐου 2020

ΥΠΑΡΧΕΙ ΜΙΑ ΠΑΡΗΓΟΡΙΑ ΠΟΥ ΒΛΑΣΤΑΙΝΕΙ ΣΤΟΝ ΠΟΝΟ

https://blogger.googleusercontent.com/img/b/R29vZ2xl/AVvXsEjeumgoS9jpwtCytAlW_exdD0L-lxwrY_BomVBFAgM36R5hCqQSP6fLY6au23rwefr6LnSJkhM5e1Y5UC6P3mcFJ_jriZmCJdqNqHOSZcL0qG0NOkH4OEEXId_cTgvi3xHr3o-Zs1mnUJHh/s1600/%25CE%25B3%25CE%25B3%25CE%25B5%25CE%25BB%25CE%25B9%25CE%25B1%25CF%2582+1.jpg

Υπάρχουν δοκιμασίες που με τον Χριστό γίνονται ευλογίες.
Μένουμε κοντά Του, ακόμη και όταν νιώθουμε ότι δεν μας ακούει.
Λέμε την ευχή, «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησον με…»,δίχως αναλύσεις, συναισθηματισμούς και ερμηνείες.
Δεν υπάρχει καλή και κακή προσευχή. Η αξία της προσευχής δεν είναι σε αυτό που λέμε αλλά σε εκείνο που πράττουμε. Αυτή η εσωτερική κίνηση προς τον Θεό έχει την αξία, το άνοιγμα στην παρουσία Του. Ότι θέλω να τον γνωρίσω. 
Κοινωνάμε το σώμα και το αίμα Του, κι ας επιμένει ο νους να τον καλεί απόντα στο προσκλητήριο της δοκιμασίας μας. Είναι εκεί ακόμη κι όταν δεν φαίνεται πουθενά.
Άσε να λέει το μυαλό. Άλλωστε πότε σε συμβούλευσε σωστά; Πάντα σου έπαιζε παιγνίδια μαζί με τις πληγές σου.
Εσύ μείνει μαζί Του ακόμη κι αν θες να φύγεις μακριά Του.
Μίλα του και λέγε Του τα πάντα.
Ότι σε νευριάζει η σιωπή του, ότι δεν αντέχεις την απουσία Του, ότι είναι άδικος και άκαρδος, ότι δεν έχει έλεος, ότι θέλεις πες του.
Μονάχα μην τα κρατάς μέσα σου, να του τα λες. Όταν την νύχτα του μιλάς το πρωί θα είσαι καλύτερα. 
Θα δεις ότι θα έρθει και θα σε γλυκάνει, θα σε μαλακώσει,
θα σου δώσει πίστη, ελπίδα, κουράγιο, χαρά, φως, εμπειρίες της χάριτος Του.
Θα ανοίξει δρόμους θα φωτίσει τα σκοτάδια σου.
Υπάρχει μια παρηγοριά που βλασταίνει από τον πόνο.
Μια βοήθεια που έρχεται μετα από μεγάλες θλίψεις.
Μια γλύκα στην καρδιά μετα από εσωτερικά γδαρσίματα.
Μια ζεστασιά μετα από κρύα βράδια.
Μια χαρά που έρχεται μετα από μια σκληρή δοκιμασία.
Μια ανάσταση που ακολουθεί πάντα τον Σταυρό.

ΤΟ ΔΩΡΟ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ

 Η ίδια η Θεία Λειτουργία, από την αρχή αρχή της, διακηρύσσει τί ακριβώς είναι: Είναι η ευλογημένη Βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, νυν και αεί και εις τους αιώνας των αιώνων. Δηλαδή η ευλογημένη Βασιλεία του Τριαδικού Θεού, τώρα και πάντοτε και εις τους απέραντους αιώνες των αιώνων.

 Ο μόνος τρόπος για να ελευθερωθεί ο άνθρωπος από το παρελθόν, είναι να του δοθεί ένα μέλλον. Κι ο μόνος που μπορεί να δώσει μέλλον είναι ο Τριαδικός Θεός, που δίνει το μέλλον της Βασιλείας Του. Είναι το μεγαλύτερο δώρο που παίρνει ο άνθρωπος από τώρα και θα παίρνει πάντα, φτάνει να το θέλει. Είναι δώρο Θεού.

 Όταν μας δίνουν δώρα, εμείς απλά ευχαριστούμε. Γι’ αυτό και η Θεία Λειτουργία εκτός από Βασιλεία λέγεται και Θεία Ευχαριστία. Η Βασιλεία του Θεού είναι ένα μελλοντικό γεγονός που πρόκειται να έρθει με τη Δευτέρα Παρουσία του Χριστού. Όμως μέσα στη Λειτουργία γίνεται το μέγα θαύμα να το γευόμαστε από τώρα, μέσα στα Μυστήρια της Εκκλησίας.

 Όμως, τι είναι ακριβώς η Θεία Λειτουργία,πώς γίνεται; Για να γίνει η Λειτουργία συνάζονται κατ’ αρχήν οι πιστοί σ’ έναν τόπο, στο ναό του Θεού, στην Εκκλησία. Έτσι από άτομα γίνονται Σύναξη, Ενότητα Πιστών. Ομολογούν δημόσια την ορθόδοξη πίστη τους με το Σύμβολο της Πίστεως, αφού προηγουμένως συγχωρούν ο ένας τον άλλο, με το «αγαπήσωμεν αλλήλους ίνα εν ομονοία
ομολογήσωμεν…».

 Αλληλοσυγχωρούνται γιατί δεν μπορείς να κοινωνάς χωρίς να έχεις συγχωρέσει και χωρίς να έχεις την ίδια πίστη με τους ορθόδοξους αγίους. Και τότε καλούμε, μέσω του ιερέα και των ψαλτών, το Άγιο Πνεύμα να μεταβάλει τον άρτον και τον οίνον που εμείς προσφέραμε, σε Σώμα και Αίμα Χριστού του Θεού.

 Ακολούθως η Θεία Κοινωνία θα μεταδοθεί σε όλους εμάς για να γαληνέψει η ψυχή μας, να συγχωρηθούν οι αμαρτίες μας, να λάβουμε τις δωρεές του Αγίου Πνεύματος, να πάρουμε θέση στη Βασιλεία των Ουρανών που έρχεται και για να έχουμε το θάρρος να παρουσιαστούμε μπροστά στον Θεό χωρίς να κατακριθούμε. Ακόμα, προσφέρουμε τα τίμια δώρα για όλους εκείνους τους κεκοιμημένους μας που έφυγαν απ’ αυτή τη ζωή, εξαιρέτως δε για την Παναγία μας Θεοτόκο Μαρία και όλους τους Αγίους.

 Όμως στη Θεία Λειτουργία δεν φέρνει κανείς μόνο τον εαυτό του. Θυμάται και ονόματα, ονόματα προσώπων που είτε είναι ζωντανοί είτε έχουν φύγει απ’ αυτή τη ζωή. Η Θεία Λειτουργία μας δίνει τη δυνατότητα της μνημόνευσης ονομάτων, τόσο κεκοιμημένων όσο και ζωντανών.

  Όταν ακούγεται το «εξαιρέτως της Παναγίας Αχράντου υπερευλογημένης ενδόξου Δεσποίνης ημών Θεοτόκου», τότε οι ιερείς και ο λαός, μνημονεύουμε τα ονόματα που έφερε ο καθένας μέσα στην ψυχή του. Με αυτό τον τρόπο καταγράφουμε αυτά τα ονόματα στην αιώνια μνήμη του αιώνιου Θεού. Όλα αυτά τα ονόματα, θα τα θυμηθεί στη Δευτέρα Του Παρουσία. Έτσι βοηθάμε και πολλούς που έφυγαν από αυτή τη ζωή, για να έχουν αιώνια ζωή μετά τη Δευτέρα Παρουσία.

 Στη συνέχεια γίνεται η μετάδοση του Σώματος και του Αίματος του Χριστού στους πιστούς. Επειδή μερικές φορές δημιουργούνται απορίες γύρω από αυτό το θέμα, θα ήθελα να τονίσω για ακόμα μια φορά την πραγματικότητα. Όταν κοινωνούμε, λαμβάνουμε το ίδιο το Σώμα και Αίμα του Χριστού κι όχι σύμβολα αυτών.

 Στη Λειτουργία δεν υπάρχει τίποτα το συμβολικό, δεν πρόκειται για μια αναπαράσταση των Παθών και της Αναστάσεως του Χριστού. Η Λειτουργία δεν είναι θείο θέατρο, αλλά πραγματικότητα. Ο Χριστός είναι παρών υποστατικά, δηλαδή με όλη την υπόστασή του και θυσιάζεται πραγματικά δηλαδή σωματικά.

 Και όταν λαμβάνουμε τη Κοινωνία, τρώμε το αληθινό Του Σώμα και πίνουμε το αληθινό του Αίμα. Όταν δε τρώμε και πίνουμε από το Άγιο Ποτήριο, γινόμαστε «σύσσωμοι» του Χριστού, δηλαδή ενωνόμαστε πραγματικά και όχι συμβολικά με το Σώμα και το Αίμα Του, δηλαδή αποκτούμε κι εμείς αιώνια ζωή και έτσι νικούμε το θάνατό μας, μεταλαμβάνοντας Αναστάσιμο Σώμα και Αίμα Χριστού.

 Κατά μία παλαιά και ευλογημένη συνήθεια, που συνεχίζεται και σήμερα στον τόπο μας, ο λαός μας δεν λέει «πάμε στη Θεία Λειτουργία», αλλά «πάμε στην Εκκλησιά». Ασυνείδητα λοιπόν ο λαός μας ταυτίζει τη Θεία Λειτουργία με την Εκκλησία, κι αυτό είναι μια μεγάλη αλήθεια που ανακεφαλαιώνει όλα αυτά που είπαμε πιο πάνω. Στη Θεία Λειτουργία φανερώνεται η Εκκλησία. Πηγαίνοντας δε στην Εκκλησία και μετέχοντας στη Θεία Ευχαριστία, γινόμαστε Σώμα και Αίμα Χριστού, και αφού όλοι όσοι συναζόμαστε εκεί κοινωνούμε του ιδίου Σώματος και Αίματος, γινόμαστε όλοι αδέλφια.

 Για να ελευθερωθούμε από τις πολλές μας μέριμνες και αγωνίες, πρέπει να δώσουμε χρόνο και χώρο στον Θεό που πάντοτε μάς περιμένει όλους. Και αυτός ο χώρος και ο χρόνος, είναι η Θεία Λειτουργία.
 Μητροπολίτη Μόρφου Νεόφυτου

Ο ΑΓΙΟΣ ΕΡΜΕΙΑΣ


Τη μνήμη του Αγίου Ερμεία τιμά σήμερα, , η Εκκλησία μας. Ο Άγιος Μάρτυς Ερμείας, ζούσε στα Κόμανα της Καππαδοκίας την εποχή του αυτοκράτορα των Ρωμαίων Αντωνίνου Πίου.
 Είχε από νεαρή ηλικία ενταχθεί στα στρατεύματα του Καίσαρα και γρήγορα ξεχώρισε για την γενναιότητα, την ανδρεία και το αγωνιστικό του φρόνημα, τα οποία αντλούσε από την πίστη του στον Ιησού Χριστό.
Την περίοδο της βασιλείας του Μάρκου Αυρήλιου (138 – 161 μ.Χ.) ξέσπασε μεγάλος διωγμός κατά των χριστιανών, μεταξύ δε των πρώτων που συνέλαβαν, ήταν και ο Ερμείας, αγνοώντας και τις μεγάλες του υπηρεσίες στην πατρίδα αλλά και τα σεβάσμια γηρατειά του.
Οδηγήθηκε μπροστά στο Δούκα Σεβαστιανό, ο οποίος τον διέταξε να θυσιάσει τα είδωλα.
Ο Άγιος όμως ακλόνητος και ακατάβλητος, αρνήθηκε να προδώσει τον Κύριό του και να θυσιάσει στα μιαρά ειδωλολατρικά ξόανα.
Με τη γλυκύτητα δε πού τον διέκρινε, απάντησε στις προτροπές των τυράννων «Θα ήταν πολύ ανόητο σεβαστέ άρχοντά μου να αφήσω το φως και να προτιμήσω το σκοτάδι, να εγκαταλείψω την αλήθεια και να ασπασθώ το ψέμα, να παραιτηθώ από τη ζωή και να προτιμήσω το θάνατο. Θα ήταν λοιπόν παράλογο στο τέλος της ζωής μου να χάσω αυτά τα πολύτιμα αγαθά».
Τότε εξοργισμένος ο άρχοντας, διέταξε αφού τον βασανίσουν σκληρά, να τον ρίξουν στην πυρά. Με την επέμβαση όμως και τη χάρη του Θεού, ο Άγιος εξήλθε σώος και αβλαβής από όλα τα φρικτά βασανιστήρια. Τελικά αποκεφάλισαν χαρίζοντας του το στέφανο της δόξας το 160 μ.Χ.
Απολυτίκιο:
Ήχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.
Χριστώ στρατευσάμενος, τω Βασιλεί του παντός, γενναίως διέκοψας, τας παρατάξεις εχθρών. Ερμεία πανένδοξε συ γαρ εγκαρτερήσας, πολυτρόποις αικίαις, ήθλησας εν τω γήρα, ως του Λόγου οπλίτης, ω πρέσβευε Αθλοφόρε, σώζεσθαι άπαντας.

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ 318 ΑΓΙΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ


Κυριακή των Αγίων Πατέρων - 20 Μαΐου: Γιατί ονομάζεται έτσι - Τι ...

Τρεις φορές το χρόνο η Εκκλησία εορτάζει μνήμες Πατέρων την έκτη τώρα Κυριακή μετά το Πάσχα, μια Κυριακή μέσα στο μήνα Ιούλιο και μια Κυριακή μέσα στο μήνα Οκτώβριο. Αυτό δείχνει πόσο η Εκκλησία τιμά τους αγίους Πατέρες, αφού και ονομάζεται χαρακτηριστικά Εκκλησία Πατέρων, το ίδιο όπως ονομάζεται Εκκλησία Μαρτύρων.
Οι Πατέρες της Εκκλησίας είναι κληρικοί όλων των βαθμών, Επίσκοποι, Πρεσβύτεροι, Διάκονοι, ακόμα δε και απλοί μοναχοί· όχι απλώς σοφοί και, καθώς λέμε σήμερα, μορφωμένοι και διανοούμενοι, αλλά άνθρωποι πνευματικής πείρας και αγιοσύνης.
Σήμερα στον καθένα, που μπορεί να λέγει και να γράφει πέντε λόγια, που ασχολείται με τα γράμματα και τις τέχνες, εύκολα χαρίζομε τον τίτλο του πνευματικού άνθρωπου. Όμως πνευματικότητα είναι πείρα αγιοσύνης, κι αυτό είναι ένα από τα γνωρίσματα των Πατέρων της Εκκλησίας.
Οι Πατέρες της Εκκλησίας είναι άνθρωποι με ορθόδοξο φρόνημα, με αγιότητα βίου και με πνευματική πείρα.
Αλλά, όταν λέμε πως η Εκκλησία είναι Εκκλησία Πατέρων, εννοούμε πως η ορθόδοξη πίστη μας είναι διδαχή και παράδοση των αγίων Αποστόλων, που φτάνει σε μας με εγγύηση και κύρος διαμέσου τής ερμηνείας των αγίων Πατέρων.
Στο Σύμβολο της πίστεως ομολογούμε πως η μία και αγία και καθολική Εκκλησία είναι αποστολική· είναι δηλαδή η Εκκλησία του Χριστού, σύμφωνα με τη διδαχή και την παράδοση των αγίων Αποστόλων.
Αυτή την αποστολική παράδοση η Εκκλησία την κατέχει διαμέσου των αγίων Πατέρων. Οι Πατέρες είναι οι γέφυρες από τις οποίες περνά και διαιωνίζει στην Εκκλησία η αποστολική παράδοση.
Όταν λέμε λοιπόν την Εκκλησία αποστολική, είναι το ίδιο σαν και να λέγαμε πατερική· οι Πατέρες μέσα στην Εκκλησία εγγυώνται για την αποστολικότητα της πίστεως και για την ορθοδοξία. Ορθοδοξία θα πει πατερική παράδοση.
Το βλέπουμε αυτό στον τρόπο, με τον οποίο διατυπώνονται οι αποφάσεις των οικουμενικών Συνόδων. Η απόφαση της τέταρτης οικουμενικής Συνόδου αρχίζει έτσι «Επόμενοι τοις αγίοις πατράσι…».
Το ίδιο και η απόφαση της έβδομης οικουμενικής Συνόδου· «Επακολουθούντες τη θεηγόρω διδασκαλεία των αγίων Πατέρων ημών και τη παραδόσει της καθολικής Εκκλησίας…». Αυτά θα πουν πως οι Πατέρες, η διδασκαλία τους δηλαδή, είναι το ποτάμι, που ρέει πάντα μέσα στην ίδια κοίτη της εκκλησιαστικής παράδοσης.
Στην ευαγγελική περικοπή, που διαβάζεται αύριο στη θεία Λειτουργία, ο Ιησούς Χριστός προσεύχεται προς τον ουράνιο Πατέρα για τους μαθητές του και για την Εκκλησία.
Οι μαθητές του είναι εκείνοι που του δόθηκαν από τον Πατέρα· τους δίδαξε και τους φύλαξε και δεν χάθηκε απ’ αυτούς παρά μόνο «ο υιός της απω­λείας», εκείνος που από μόνος του προτίμησε και θέλησε να χαθεί.
Ήλθε η ώρα κι ο διδάσκαλος τώρα θα φύγει, ενώ οι μαθητές του θα μείνουν, σηκώνοντας το βάρος μιας τιμής και μιας ευθύνης. Η τιμή τους είναι ότι τους κάλεσε ο Θεός· η ευθύνη τους ότι, μένοντας αυτοί στον κόσμο, πρέπει να ποιμάνουν την Εκκλησία. Και πρώτ’ απ’ όλα να μείνουν ενωμένοι και να κρατήσουν ενωμένους τους πιστούς.
Η Εκκλησία πριν απ’ όλα είναι μία, και δεν μπορεί να είναι ούτε αγία ούτε καθολική ούτε αποστολική, αν δεν είναι μία. Μα η ενότητα της Εκκλησίας δεν φυλάγεται παρά με την ενότητα των ποιμένων της Εκκλησίας κι αυτό πάλι δεν γίνεται παρά με το φόβο και τη δύναμη και το φόβο του Θεού.
Γι’ αυτό προσεύχεται ο Μέγας Αρχιερέας- «Τήρησον αυτούς εν τω ονόματι σου, ους δέδωκάς μοι, ίνα ώσιν εν καθώς ημείς»· αυτούς που μου έδωσες φύλαξέ τους στο όνομά σου, για να είναι ένα, καθώς είμαστε εμείς.
Αυτό το απόσπασμα από την αρχιερατική προσευχή του Κυρίου είναι ένα άρτιο ποιμαντικό κείμενο. Φτάνει να το διαβάσουμε προσεκτικά, για να δούμε σ’ αυτό τί είναι η Εκκλησία, τί είναι οι ποιμένες της Εκκλησίας και ποιό είναι το έργο τους.
Γι’ αυτό και διαλέχτηκε να διαβάζεται στη μνήμη των αγίων Πατέρων, που είναι οι ποιμένες και διδάσκαλοι της Εκκλησίας, διάδοχοι των αγίων Αποστόλων. Η Εκκλησία δεν είναι μια ανθρώπινη οργάνωση· είναι η βασιλεία του Χριστού, η οποία «ουκ εστίν εκ του κόσμου τούτου»· δεν έχει εγκόσμια προέλευση και δεν στηρίζεται σε συνθήκες του κόσμου τούτου η Εκκλησία.
Η Εκκλησία είναι οι Απόστολοι, οι Μάρτυρες, οι Προφήτες, οι Ιεράρχες, οι Όσιοι και οι Δίκαιοι, όλος ο λαός του Θεού, που συγκροτούν το σώμα του Χριστού. Ένας-ένας χωριστά, ως πρόσωπα και μέλη του σώματος, κι όλοι μαζί το σώμα, με κεφαλή τον Ιησού Χριστό!
Πρώτη ιδιότητα και γνώρισμα αυτού του σώματος, για να υπάρχει και να ζει, είναι η ενότητα, η Εκκλησία να είναι μία. Οι αιρέσεις και τα σχίσματα είναι ο μεγάλος εσωτερικός εχθρός της Εκκλησίας, που λυμαίνεται και καταστρέφει την ενότητά της.
Κι αυτό υπήρξε και είναι πάντα το πρώτο και κύριο έργο των Πατέρων και Ποιμένων της Εκκλησίας, ότι κράτησαν δηλαδή και κρατούν ενωμένη την Εκκλησία και αδιαίρετο το σώμα του Χριστού.
Στην προσευχή του, που συνεχίζεται και μετά την αυριανή ευαγγελική περικοπή, πέντε φορές ο Μέγας Αρχιερέας παρακαλεί τον ουράνιο Πατέρα για την ενότητα της Εκκλησίας· «ίνα ώσιν εν καθώς ημείς».
Και πρέπει ακριβώς εδώ να προσέξουμε στο «καθώς ημείς»· πρότυπο δηλαδή της ενότητας της Εκκλησίας είναι η ενότητα και απόλυτη συμφωνία των τριών προσώπων της Αγίας Τριάδας, που είναι ο ένας και αληθινός Θεός.
Κάθε φορά που η Εκκλησία εορτάζει την μνήμη των αγίων Πατέρων τιμά όλους τους Πατέρες και Ποιμένες της, τους αρχαίους και τους νέους, τους επιφανείς και τους αφανείς- τον κάθε μεγάλο, μα και τον κάθε μικρό και ταπεινό ιερέα, που έζησε με το βάρος της ιεροσύνης και με τη βαθειά συναίσθηση της ευθύνης απέναντι των ανθρώπων, που του εμπιστεύτηκε ο Μέγας Αρχιερέας της Εκκλησίας.
Το πιό μεγάλο κακό στην Εκκλησία είναι η αίρεση και το σχίσμα και το πιό μεγάλο κρίμα για τον ποιμένα της Εκκλησίας είναι εξαιτίας του να διχαστούν οι πιστοί, είτε για κακοδιδασκαλία είτε για φιλοδοξία είτε για αμέλεια και απροσεξία στο βίο του είτε για οποιαδήποτε άλλη κακή γνώμη του και πράξη.
Η Εκκλησία τους κακούς ποιμένες τους αναθεματίζει, τους καλούς τους τιμά και τους εορτάζει· είναι οι Ποιμένες και Διδάσκαλοι και Πατέρες. Αμήν.
+Μητροπ. Σερβίων και Κοζάνης Διονυσίου

Σάββατο 30 Μαΐου 2020

ΔΟΞΑ,ΑΓΑΠΗ, ΓΝΩΣΗ

“καὶ νῦν δόξασόν με σύ, πάτερ, παρὰ σεαυτῷ τῇ δόξῃ ᾗ εἶχον πρὸ τοῦ τὸν κόσμον εἶναι παρὰ σοί” (Ἰωάν. 17,5)
Και τώρα που θα φύγω από τον κόσμο αυτό, δόξασέ με και ως άνθρωπο εσύ, Πάτερ, με την δόξα την οποία είχα κοντά σου πριν να δημιουργηθεί ο κόσμος.

Δεν περνά συχνά από τον νου μας ότι ο κόσμος μας δεν υπήρχε πάντοτε. Ότι ο κόσμος μας έχει αρχή. Δεν περνά από τον νου μας και το γεγονός πως ό,τι έχει αρχή, έχει και τέλος. Οι άνθρωποι, καθώς καταλαβαίνουμε τον εαυτό μας, αποκτούμε ένα αίσθημα ότι θα ζούμε για πάντα και ζούμε σαν να μην πρόκειται ποτέ να πεθάνουμε. Όμως ο κόσμος δεν υπήρχε πάντα, ούτε θα υπάρχει για πάντα, τουλάχιστον με τον τρόπο με τον οποίο τον γνωρίζουμε και τον ζούμε. Γιατί αυτό σημαίνει ουσιαστικά η λέξη γνωρίζω: “ζω” και μέσα από την ζωή, την εμπειρία, την σχέση, έρχεται η γνώση. Αλλιώς η γνώση είναι ένα διανοητικό κατασκεύασμα, χρήσιμο, καθότι επιβεβαιωμένο από την εμπειρία των αυθεντιών, αλλά χωρίς ουσιαστική σημασία για την ζωή μας. Και σ᾽ αυτήν την θέαση όμως, όταν μιλούμε για αυθεντίες, ουσιαστικά επιστρέφουμε στην γνώση ως αποτέλεσμα ζωής και σχέσης. Οι αυθεντίες έζησαν και γνώρισαν. Μας κοινοποίησαν την γνώση τους. Αν εμπιστευόμαστε την αυθεντία τους, εμπιστευόμαστε και την γνώση που μας παρέχουν. Αν επαληθεύσουμε μέσω της δικής μας ζωής και εμπειρίας αυτήν την γνώση, τότε η γνώση τους γίνεται και δική μας. Προσθέτουμε, αποδεχόμαστε, απορρίπτουμε, διαλεγόμαστε. Πάντως, καμία γνώση από μόνη της δεν είναι αρκετή να μας βοηθήσει να διαγράψουμε το επικείμενο τέλος, τόσο το προσωπικό όσο και του κόσμου μας. 
Εδώ έγκειται και η μεγάλη διαφορά ανάμεσα στο κτιστό και το άκτιστο και, την ίδια στιγμή η ελπίδα της αλλαγής μας, την οποία κόμισε μαζί Του ο Θεός με την ενανθρώπηση του Υιού Του, διά της οποίας το δεύτερο πρόσωπο της Αγίας Τριάδος προσέλαβε την ανθρώπινη φύση μας. Ο συνάναρχος με τον Πατέρα Υιός και Λόγος του Θεού υπάρχει εξ αρχής μ᾽ Αυτόν, προ του είναι τον κόσμον. Είναι μυστήριο ακατανόητο για την λογική μας. Όμως, διά την πολλήν αγάπην, γίνεται άνθρωπος. Ο Άναρχος λαμβάνει αρχή, με την διαφορά ότι αυτό δεν συμβαίνει με τον φυσικό, τον κτιστό τρόπο ο οποίος εμπεριέχει την φθορά, δηλαδή την ήττα από τον χρόνο, την είσοδο και την έξοδο από τον κόσμο και την ζωή. Και γι᾽ αυτό και η έξοδός Του από τον κόσμο αυτό δεν γίνεται αναγκαστικά, όπως γίνεται σε μας. Γίνεται εκούσια. Γίνεται από αγάπη, για να γίνει όμοιος με μας κατά πάντα, επομένως και κατά την γεύση του θανάτου. Γνωρίζει τα πάντα της φύσεώς μας και μας δείχνει τι αληθινά χρειαζόμαστε για να γίνουμε τέκνα Του και να γνωρίσουμε τον τρόπο με τον οποίο θα υπερβούμε το βιολογικό μας τέλος, άρα και να μην υποταγούμε στην φθορά της κτιστότητας: την αγάπη και την σχέση μαζί Του, επομένως και με τον Πατέρα και το Άγιο Πνεύμα. 
Ο ίδιος ο Χριστός, λίγο πριν την δική Του έξοδο από τον κόσμο, μιλά για την κατάσταση αυτή χρησιμοποιώντας την λέξη “δόξα”. Η δόξα του Υιού είναι αιώνιος. Είναι το “ομοούσιον” με τον Πατέρα. Είναι το “συνάναρχον” και το “συναΐδιον”. Δόξα όμως είναι και η διαφορετικότητα, η ετερότητα, η οποία όμως δεν έχει νόημα εκτός της αγάπης, εκτός της σχέσης με τον Πατέρα, εκτός δηλαδή της κοινωνίας των Προσώπων. Αυτή η δόξα προστίθεται και στην ανθρώπινη φύση, κατά την ένωσή της με την θεϊκή και αίρει τις συνέπειες του θανάτου διά της Αναστάσεως. Με την εις ουρανούς ανάληψη η δόξα της φύσης μας καθίσταται πλέον πλήρης, αχώριστη, αδιάστατη στο πρόσωπο του Θεανθρώπου,  και γίνεται δωρεά αιωνιότητας και αφθαρσίας για τον κάθε άνθρωπο ο οποίος θα αποφασίσει και θα παλέψει να ζήσει την κοινωνία με τον Πατέρα διά του Υιού εν Αγίω Πνεύματι στην Εκκλησία.
Η Θεογνωσία γίνεται πλέον εμπειρία και ζωή. Προϋπόθεση είναι η μετοχή στην Εκκλησία. Και μέσα από αυτήν ο θάνατος και η φθορά δεν έχουν κράτος στον άνθρωπο. Διότι ο αναστημένος Θεάνθρωπος δίδει ως δωρεά την ανάσταση και την ζωή στον καθέναν που ενώνεται μαζί Του στην εκκλησιαστική εμπειρία: στο βάπτισμα, στο χρίσμα, στην Θεία Ευχαριστία, αλλά και σε κάθε μυστήριο το οποίο αποκαλύπτει την  αγάπη και την καθιστά βίωμα. Όχι συναισθηματικό μόνο ή αντίδοτο της μοναξιάς μας, αλλά κίνηση κοινωνίας με τον Θεό και με τον πλησίον στο όνομα του Θεού. Κίνηση η οποία οδηγεί στον Χριστό και βλέπει τον Χριστό στο πρόσωπο του αδελφού μας. Κίνηση που δεν μένει στην ελεημοσύνη της τροφής αλλά περνά στην ελεημοσύνη του μοιράσματος της ύπαρξης. Κίνηση που δεν γίνεται αυτάρκης με την κλειστή αγάπη του άνδρα προς τη γυναίκα, του γονέα προς το παιδί και αντίστροφα, αλλά που οδηγεί στην ανοιχτή αγάπη του να είμαστε όλοι “φίλοι” του Αναστημένου Θεού, όπως ο Ίδιος το θέλησε. 
Τα σχήματα του κόσμου τούτου που έχουν να κάνουν με την αναπαραγωγή και την σάρκα παράγουσι. Ο Χριστός μάς καλεί σε μια ενότητα η οποία υπερβαίνει συγγένειες και γεννά ένα άλλο “ανήκειν”: αυτό του να είμαστε μέλη του σώματός Του, της Εκκλησίας. Έτσι, το βήμα γίνεται πορεία πέρα από το τώρα και τις ανάγκες του. Ζούμε στο σήμερα έχοντας μέσα μας το αιώνιο. Και κάθε προσήλωση στο σήμερα είναι διάλειμμα, κάποτε αναγκαστικό, διότι πρέπει να παιδευθούμε στην αγάπη, να αντέξουμε τις συνέπειες της αμαρτίας που είναι η διάσπαση και ο χωρισμός, να υπερασπιστούμε τα οικεία και τους οικείους, όχι όμως να εξαντλήσουμε την πορεία προς την Αλήθεια, στην οποία κληθήκαμε να βαδίσουμε και να ζήσουμε.
Η δόξα ετοιμάστηκε και για μας προ καταβολής κόσμου. Είναι στο χέρι μας, εφόσον όλα τα εμπόδια της φθοράς ξεπεράστηκαν, να την ζητήσουμε και να την ζήσουμε, υπερβαίνοντας το αίσθημα ότι όλα εξηγούνται με τα κοσμικά επιτεύγματα, ότι μπορούμε δήθεν να ζήσουμε χωρίς Θεό. Πιστεύουμε σε έναν Θεό ο Οποίος μας τα έδωσε όλα. Η ελευθερία μας ας απαντήσει στο κάλεσμά Του.

ΕΚΚΛΗΣΙΑ:ΘΡΗΣΚΕΙΑ ΑΓΑΠΗΣ Η' ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΜΕ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ ΠΟΥ ΑΓΑΠΑ;


 


«Καί ἐξ ὑμῶν αὐτῶν ἀναστήσονται ἄνδρες λαλοῦντες διεστραμμένα τοῦ ἀποσπᾶν τούς μαθητάς ὀπίσω αὐτῶν» (Πράξ. 20, 30)
«Ακόμα κι από ανάμεσά σας θα βγουν πρόσωπα που θα διδάσκουν πλάνες για να παρασύρουν τους πιστούς με το μέρος τους»

            Η θρησκεία, όπως και κάθε σύστημα το οποίο στηρίζεται στο δίπολο λόγου και πράξης, έχει ως ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά της, τις διαμάχες μεταξύ των ανθρώπων άλλοτε για θέματα πίστης και άλλοτε για θέματα διαχείρισης της καθημερινότητας. Στη περίοδο από το Πάσχα μέχρι την Πεντηκοστή η Εκκλησία μας έχει ορίσει να διαβάζεται το βιβλίο των Πράξεων τω Αποστόλων, στο οποίο καθόλου δεν έχουν αποκρυβεί τέτοιες διαμάχες, οι οποίες ξεκίνησαν από την πρώτη Εκκλησία και συνεχίζονται και θα συνεχίζονται. Από την μια η διαμάχη περί της αληθείας, τι από όσα λέγονται και γράφονται είναι αυθεντικό και τι οδηγεί σε κίνδυνο εσφαλμένης πίστης, δηλαδή σε αδυναμία αναγνώρισης του προσώπου του Χριστού και κατά συνέπεια του ίδιου του τριαδικού Θεού ως του Θεού που σώζει. Δεν είναι η διαμάχη ιδεολογική.
Η παράδοση της Εκκλησίας μας μάς επισημαίνει ότι όποιος δεν πιστεύει ορθώς και κατ’ ακρίβειαν διαμορφώνει την ζωή του με τέτοιον τρόπο, ώστε ακόμη κι αν νομίζει ότι πιστεύει στον αληθινό Θεό, εντούτοις παραμορφώνει τόσο την αλήθεια αυτού που πιστεύει, όσο και την ζωή του, με αποτέλεσμα να θέτει εν αμφιβόλω την σωτηρία του. Διότι ουσιαστικά βρίσκεται εκτός Εκκλησίας. Δεν μπορεί δηλαδή να αναγνωρίσει όχι μόνο τον Θεό, αλλά ούτε και να ζήσει κατά Θεόν, καθώς έχει διεστραμμένη αντίληψη περί Αυτού. Θεοποιεί το λογικό του, θεοποιεί τις αισθήσεις του, θεοποιεί την ατομική του ικανότητα να ξέρει και την ίδια στιγμή όλο αυτό γεννά απουσία αγάπης προς το σύμπαντα κόσμο. Μένει στους δικούς του. Σε όσους δηλαδή συνακολουθούν ή ενστερνίζονται τις ιδέες του. Πώς θα αναγνωρίσει τον Θεό, όταν έχει άλλη εικόνα και πίστη γι’ Αυτόν; Στην αιωνιότητα, όπου δεν χωρούνε διπλές αναγνώσεις, όποιος δεν έχει μάθει και ζήσει Ποιος είναι ο Θεός θα πορεύεται στα τυφλά. Όσοι δεν έχουν γνωρίσει τον αληθινό Θεό, λόγω του ότι γεννήθηκαν σε άλλα θρησκευτικά περιβάλλοντα, έχουν το ελαφρυντικό της άγνοιας και θα κριθούν διαφορετικά. Όσοι όμως γνώρισαν, αλλά διέστρεψαν, άλλαξαν με τέτοιο τρόπο την αλήθεια, αυτοί δεν μπορούν να ελπίζουν στο έλεος του Θεού, διότι δεν θα έχουν καμία δικαιολογία.
Το κριτήριο είναι η Εκκλησία και η μετοχή μας σ’  αυτήν. Ακόμη και η καθημερινότητα διέπεται από τους ιερούς κανόνες. Κι αυτοί όμως πηγάζουν από την ορθή πίστη. Διατυπώθηκαν για να αντιμετωπίσουν ποιμαντικά προβλήματα, δηλαδή στάσεις ζωής οι οποίες διασπούσαν την αγάπη και γεννούσαν στον άνθρωπο διλήμματα για το τι όντως θέλει ο Θεός ηθικά, κοινωνικά, εκκλησιαστικά. Όμως πηγή των κανόνων είναι η πίστη. Μπορεί να χρειάζεται να είμαστε ως προς την ερμηνεία τους προσανατολισμένοι όχι μόνο στην ακρίβεια, αλλά και στην οικονομία, διότι πάντοτε η επιείκεια και οι δεύτερες ευκαιρίες στην καθημερινότητά μας είναι σημεία αγάπης, ωστόσο οι κανόνες είναι κανόνες. Η εκκλησία διαφυλάττει τη αυθεντικότητα της πίστης και της λειτουργίας των ιερών κανόνων. Ακόμη κι αν η ποιμαίνουσα Εκκλησία δεν πορεύεται με τρόπο που να ανταποκρίνεται στις απαιτήσεις των καιρών, εντούτοις η παραμονή της στην αυθεντικότητα της πίστης στο σύνολό της είναι το εχέγγυο ότι όποιος βρίσκεται εντός της σώζεται. Τα υπόλοιπα επαφίενται στις πρωτοβουλίες των ανθρώπων να βρούνε λύσεις και να αφυπνίσουν.
Ο απόστολος Παύλος, μιλώντας στην σύναξη των πρεσβυτέρων της Εφέσου, λίγο πριν ολοκληρώσει την τρίχρονη παραμονή του εκεί, επισημαίνει μία μεγάλη αλήθεια:  Ότι «από σας τους ίδιους βγαίνουν πρόσωπα που διδάσκουν πλάνες». Οι εχθροί της αλήθειας δεν βρίσκονται μόνο εκτός Εκκλησίας. Εκείνοι είναι γνωστοί και αντιληπτοί. Οι δυσκολότεροι εχθροί είναι όσοι θεωρούν τους εαυτούς τους μέλη του σώματος του Χριστού και διδάσκουν πλάνες. Όσοι δηλαδή εμπιστεύονται τον νου τους και μόνο. Όσοι αποσκοπούν στο να συγκεντρώσουν οπαδούς. Αυτοί έφτασαν στο σημείο να αμφισβητούν την αυθεντικότητα της μαρτυρίας και του κηρύγματος του ίδιου του αποστόλου Παύλου. Αυτοί θα συνέχιζαν την αμφισβήτηση κι όταν ο Παύλος θα έφευγε. Ο διάβολος πειράζει περισσότερο τους ανθρώπους εντός της Εκκλησίας που νομίζουν ότι επειδή έχουν νου και γνώσεις και μπορούν να ερμηνεύουν, είναι πιο πάνω από την Εκκλησία, οι θέσεις τους είναι οι θέσεις της Εκκλησίας και δεν δέχονται άλλες γνώμες και τοποθετήσεις. Αν η Εκκλησία δεν συμφωνεί μαζί τους, τόσο το χειρότερο για την Εκκλησία. Είναι έτοιμοι να την διασπάσουν ή να αποχωρήσουν από αυτήν και να ιδρύσουν δική τους. Η απουσία ταπείνωσης είναι το μεγάλο πρόβλημα, ιδίως σε όσους ανεβαίνουν ψηλά.     
Ποια είναι η απάντηση σε αυτή την μεγάλη πρόκληση; Ο Παύλος δίνει την απάντηση. Είναι η μνημόνευση της αυθεντικής διδασκαλίας, αλλά και η προσευχή, εντός του σώματος του Χριστού. Όποιος φεύγει από την Εκκλησία, χάνει την αλήθεια για πάντα, διότι απολυτοποιεί την δική του αλήθεια. Όποιος μένει, υπομένει, θυμάται, διδάσκει, παλεύει, κυρίως όμως προσεύχεται, αυτός, αργά ή γρήγορα, θα δει την αλήθεια να θριαμβεύει. Η ιστορία της Εκκλησίας είναι γεμάτη από τέτοια παραδείγματα, με πιο πρόσφατο αυτό της Εικονομαχίας, η οποία κράτησε περίπου 100 χρόνια. Όσοι έμειναν στην Εκκλησία, ακόμη κι αν πρόσκαιρα φάνηκε ότι ηττήθηκαν ως προς την αλήθεια, είδαν την πίστη να αποκαθίσταται στην αυθεντικότητά της.  
Γι’ αυτό και η Εκκλησία, μετά την Ανάληψη του Χριστού και πριν την Πεντηκοστή, φέρνει ενώπιόν μας τους Αγίους Πατέρες της Πρώτης Οικουμενικής Συνόδου, οι οποίοι μίλησαν για το πρόσωπο του Χριστού, ξεκαθαρίζοντας τι πιστεύουμε γι’ Αυτόν. Η Εκκλησία δεν είναι αγάπη, δεν είναι ηθική, δεν είναι φιλανθρωπία. Η Εκκλησία είναι ο Χριστός που διδάσκει και δίνει αγάπη, ήθος, φιλανθρωπία και σώζει διά της Αναστάσεως. Οι καιροί μας έχουν διαγράψει τον Χριστό από το λεξιλόγιό τους και έχουν καταστήσει την Εκκλησία, συχνότατα και με δική μας ευθύνη, θρησκεία της αγάπης, αλλά χωρίς κοινωνία με τον Χριστό. Δεν μπορεί όμως η αγάπη να είναι αυθεντική χωρίς Χριστό. Δεν αρκεί η επίκληση της αγάπης για να την ζήσουμε. Δεν είμαστε θεοί οι άνθρωποι και παντοδύναμοι. Ο Χριστός είναι αυτός που μας δίνει την περίσσεια στον κόπο μας, αλλά χωρίς Αυτόν δεν μπορούμε τίποτα να καταφέρουμε.
Ας αφυπνιστούμε εν τη Εκκλησία. Τον Χριστό καλούμαστε να αναζητήσουμε και να ζήσουμε! Κι όλα τα άλλα έρχονται. Τον Χριστό καθώς εστί!

ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 31/05/2020- ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗ ΙΖ' 1-13



Αγίων Πατέρων Α’ Οικουμενικής
Πρωτότυπο Κείμενο 
Τῷ καιρῷ ἐκείνω, ἐπάρας ὁ Ἰησοῦς τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ εἰς τὸν οὐρανὸν, εἶπε· πάτερ, ἐλήλυθεν ἡ ὥρα· δόξασόν σου τὸν υἱόν, ἵνα καὶ ὁ υἱός σου δοξάσῃ σε, καθὼς ἔδωκας αὐτῷ ἐξουσίαν πάσης σαρκός, ἵνα πᾶν ὃ δέδωκας αὐτῷ δώσῃ αὐτοῖς ζωὴν αἰώνιον. Αὕτη δέ ἐστιν ἡ αἰώνιος ζωή, ἵνα γινώσκωσί σε τὸν μόνον ἀληθινὸν Θεὸν καὶ ὃν ἀπέστειλας Ἰησοῦν Χριστόν. Ἐγώ σε ἐδόξασα ἐπὶ τῆς γῆς, τὸ ἔργον ἐτελείωσα ὃ δέδωκάς μοι ἵνα ποιήσω· καὶ νῦν δόξασόν με σύ, πάτερ, παρὰ σεαυτῷ τῇ δόξῃ ᾗ εἶχον πρὸ τοῦ τὸν κόσμον εἶναι παρὰ σοί. Ἐφανέρωσά σου τὸ ὄνομα τοῖς ἀνθρώποις οὓς δέδωκάς μοι ἐκ τοῦ κόσμου. Σοὶ ἦσαν καὶ ἐμοὶ αὐτοὺς δέδωκας, καὶ τὸν λόγον σου τετηρήκασι. Νῦν ἔγνωκαν ὅτι πάντα ὅσα δέδωκάς μοι παρὰ σοῦ ἐστιν· ὅτι τὰ ρήματα ἃ δέδωκάς μοι δέδωκα αὐτοῖς, καὶ αὐτοὶ ἔλαβον, καὶ ἔγνωσαν ἀληθῶς ὅτι παρὰ σοῦ ἐξῆλθον, καὶ ἐπίστευσαν ὅτι σύ με ἀπέστειλας. Ἐγὼ περὶ αὐτῶν ἐρωτῶ· οὐ περὶ τοῦ κόσμου ἐρωτῶ, ἀλλὰ περὶ ὧν δέδωκάς μοι, ὅτι σοί εἰσι, καὶ τὰ ἐμὰ πάντα σά ἐστι καὶ τὰ σὰ ἐμά, καὶ δεδόξασμαι ἐν αὐτοῖς. Καὶ οὐκέτι εἰμὶ ἐν τῷ κόσμῳ, καὶ οὗτοι ἐν τῷ κόσμῳ εἰσί, καὶ ἐγὼ πρὸς σὲ ἔρχομαι. Πάτερ ἅγιε, τήρησον αὐτοὺς ἐν τῷ ὀνόματί σου ᾧ δέδωκάς μοι, ἵνα ὦσιν ἓν καθὼς ἡμεῖς. Ὅτε ἤμην μετ’ αὐτῶν ἐν τῷ κόσμῳ, ἐγὼ ἐτήρουν αὐτοὺς ἐν τῷ ὀνόματί σου· οὓς δέδωκάς μοι ἐφύλαξα, καὶ οὐδεὶς ἐξ αὐτῶν ἀπώλετο εἰ μὴ ὁ υἱὸς τῆς ἀπωλείας, ἵνα ἡ γραφὴ πληρωθῇ. Νῦν δὲ πρὸς σὲ ἔρχομαι, καὶ ταῦτα λαλῶ ἐν τῷ κόσμῳ ἵνα ἔχωσι τὴν χαρὰν τὴν ἐμὴν πεπληρωμένην ἐν αὐτοῖς.
Νεοελληνική Απόδοση 
Εκείνο τον καιρό, ο Ιησούς αφού σήκωσε τα μάτια του στον ουρανό, είπε: «Πατέρα, έφτασε η ώρα· φανέρωσε τη δόξα του Υιού σου, ώστε κι ο Υιός σου να φανερώσει τη δική σου δόξα. Εσύ του έδωσες εξουσία πάνω σε όλους τους ανθρώπους· έτσι κι αυτός θα δώσει την αιώνια ζωή σε όλους αυτούς που του εμπιστεύτηκες. Και να ποια είναι η αιώνια ζωή: Ν’ αναγνωρίζουν οι άνθρωποι εσένα ως τον μόνο αληθινό Θεό, καθώς κι εκείνον που έστειλες, τον Ιησού Χριστό. Εγώ φανέρωσα τη δόξα σου πάνω στη γη, αφού ολοκλήρωσα το έργο που μου ανέθεσες να κάνω. Τώρα λοιπόν εσύ, Πατέρα, δόξασέ με κοντά σ’ εσένα με τη δόξα που είχα κοντά σου προτού να γίνει ο κόσμος. Εγώ σε έκανα γνωστό στους ανθρώπους που τους πήρες μέσα από τον κόσμο και μου τους εμπιστεύτηκες. Ανήκαν σ’ εσένα, κι εσύ τους έδωσες σ’ εμένα, κι έχουν δεχτεί τον λόγο σου. Αυτοί τώρα ξέρουν πως όλα όσα μου έδωσες προέρχονται από σένα· γιατί τις διδαχές που μου έδωσες, εγώ τις έδωσα σ’ αυτούς, κι αυτοί τις δέχτηκαν και αναγνώρισαν πως πραγματικά από σένα προέρχομαι, και πίστεψαν πως εσύ με έστειλες στον κόσμο. Εγώ γι’ αυτούς παρακαλώ. Δεν παρακαλώ για τον κόσμο, αλλά γι’ αυτούς που μου έδωσες, γιατί ανήκουν σ’ εσένα. Κι όλα όσα είναι δικά μου είναι και δικά σου, και τα δικά σου είναι και δικά μου, και δι’ αυτών θα φανερωθεί η δόξα μου. Τώρα δεν είμαι πια μέσα στον κόσμο ενώ αυτοί μένουν μέσα στον κόσμο, κι εγώ έρχομαι σ’ εσένα. Άγιε Πατέρα , διατήρησέ τους στην πίστη με τη δύναμη του ονόματός σου που μου χάρισες, για να μείνουν ενωμένοι όπως εμείς. Όταν ήμουν μαζί τους στον κόσμο, εγώ τους διατηρούσα στην πίστη με τη δύναμη του ονόματός σου. Αυτούς που μου έδωσες τους φύλαξα, και κανένας απ’ αυτούς δεν χάθηκε παρά μόνο ο άνθρωπος της απώλειας, για να εκπληρωθούν τα λόγια της Γραφής. Τώρα όμως εγώ έρχομαι σ’ εσένα, και τα λέω αυτά όσο είμαι ακόμα στον κόσμο, ώστε να έχουν τη δική μου τη χαρά μέσα τους σ’ όλη την πληρότητά της».

Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 31/05/2020 ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ Κ'16-18, 28-36



Απόστολος Παύλος
Πρωτότυπο Κείμενο
Ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις, ἔκρινε γὰρ ὁ Παῦλος παραπλεῦσαι τὴν Ἔφεσον, ὅπως μὴ γένηται αὐτῷ χρονοτριβῆσαι ἐν τῇ Ἀσίᾳ· ἔσπευδε γάρ, εἰ δυνατὸν ἦν αὐτῷ, τὴν ἡμέραν τῆς πεντηκοστῆς γενέσθαι εἰς Ἱεροσόλυμα. Ἀπὸ δὲ τῆς Μιλήτου πέμψας εἰς Ἔφεσον μετεκαλέσατο τοὺς πρεσβυτέρους τῆς ἐκκλησίας. Ὡς δὲ παρεγένοντο πρὸς αὐτόν, εἶπεν αὐτοῖς· ὑμεῖς ἐπίστασθε,ἀπὸ πρώτης ἡμέρας ἀφ᾿ ἧς ἐπέβην εἰς τὴν Ἀσίαν, πῶς μεθ᾿ ὑμῶν τὸν πάντα χρόνον ἐγενόμην. Προσέχετε οὖν ἑαυτοῖς καὶ παντὶ τῷ ποιμνίῳ ἐν ᾧ ὑμᾶς τὸ Πνεῦμα τὸ Ἅγιον ἔθετο ἐπισκόπους, ποιμαίνειν τὴν ἐκκλησίαν τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ, ἣν περιεποιήσατο διὰ τοῦ ἰδίου αἵματος. Ἐγὼ γὰρ οἶδα τοῦτο, ὅτι εἰσελεύσονται μετὰ τὴν ἄφιξίν μου λύκοι βαρεῖς εἰς ὑμᾶς μὴ φειδόμενοι τοῦ ποιμνίου· καὶ ἐξ ὑμῶν αὐτῶν ἀναστήσονται ἄνδρες λαλοῦντες διεστραμμένα τοῦ ἀποσπᾶν τοὺς μαθητὰς ὀπίσω αὐτῶν. Διὸ γρηγορεῖτε, μνημονεύοντες ὅτι τριετίαν νύκτα καὶ ἡμέραν οὐκ ἐπαυσάμην μετὰ δακρύων νουθετῶν ἕνα ἕκαστον. Καὶ τὰ νῦν παρατίθεμαι ὑμᾶς, ἀδελφοί, τῷ Θεῷ καὶ τῷ λόγῳ τῆς χάριτος αὐτοῦ τῷ δυναμένῳ ἐποικοδομῆσαι καὶ δοῦναι ὑμῖν κληρονομίαν ἐν τοῖς ἡγιασμένοις πᾶσιν. Ἀργυρίου ἢ χρυσίου ἢ ἱματισμοῦ οὐδενὸς ἐπεθύμησα· αὐτοὶ γινώσκετε ὅτι ταῖς χρείαις μου καὶ τοῖς οὖσι μετ᾿ ἐμοῦ ὑπηρέτησαν αἱ χεῖρες αὗται. Πάντα ὑπέδειξα ὑμῖν ὅτι οὕτω κοπιῶντας δεῖ ἀντιλαμβάνεσθαι τῶν ἀσθενούντων, μνημονεύειν τε τῶν λόγων τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ, ὅτι αὐτὸς εἶπε· μακάριόν ἐστι μᾶλλον διδόναι ἢ λαμβάνειν. Καὶ ταῦτα εἰπών, θεὶς τὰ γόνατα αὐτοῦ σὺν πᾶσιν αὐτοῖς προσηύξατο.
Νεοελληνική Απόδοση 
Εκείνες τις ημέρες, ο Παύλος αποφάσισε να παρακάμψει την Έφεσο, για να μην χρονοτριβήσει στην επαρχία της Ασίας· βιαζόταν να είναι στα Ιεροσόλυμα, αν του ήταν δυνατό, την ημέρα της Πεντηκοστής. Από τη Μίλητο ο Παύλος έστειλε στην Έφεσο και κάλεσε τους πρεσβυτέρους της εκκλησίας. Όταν ήρθαν και τον συνάντησαν τους είπε: «Εσείς οι ίδιοι ξέρετε πως συμπεριφέρθηκα απέναντί σας όλον τον καιρό, από την πρώτη μέρα που πάτησα το πόδι μου στην επαρχία της Ασίας. Προσέχετε, λοιπόν, τον εαυτό σας και όλο το ποίμνιο, στο οποίο το Πνεύμα το Άγιο σας έθεσε επισκόπους για να ποιμαίνετε την εκκλησία του Κυρίου και Θεού, που την έκανε δική του με το αίμα του. Εγώ το ξέρω ότι μετά την αναχώρησή μου θα εισβάλουν σ’ εσάς λύκοι άγριοι, που δε θα λυπηθούν το ποίμνιο. Ακόμα και από ανάμεσά σας θα βγουν πρόσωπα που θα διδάσκουν πλάνες για να παρασύρουν τους πιστούς με το μέρος τους. Γι’ αυτό να αγρυπνείτε, και να θυμάστε ότι τρία χρόνια συνέχεια δεν έπαψα νύχτα και μέρα να νουθετώ με δάκρυα τον καθένα σας. Τώρα, αδελφοί, σας εμπιστεύομαι στο Θεό και στο κήρυγμα που σας αποκάλυψε η χάρη του. Αυτός μπορεί να σας κάνει ώριμους στην πίστη και να σας δώσει την επουράνια ζωή μαζί με όλους όσοι είναι δικοί του. Ασήμι ή χρυσάφι ή ιματισμό από κανέναν δε ζήτησα. Εσείς οι ίδιοι ξέρετε ότι για τις ανάγκες τις δικές μου και των συνοδών μου δούλεψαν αυτά εδώ τα χέρια. Με κάθε τρόπο σας έδωσα το παράδειγμα, ότι πρέπει να εργάζεστε έτσι σκληρά, για να μπορείτε να βοηθάτε αυτούς που έχουν ανάγκη. Να θυμάστε τα λόγια του Κυρίου μας Ιησού, που είπε: «καλύτερο είναι να δίνεις παρά να παίρνεις». Αφού είπε αυτά τα λόγια, γονάτισε αυτός κι όλοι εκείνοι και προσευχήθηκε.

ΠΟΙΟ ΠΑΡΑΔΟΞΟ ΕΙΝΑΙ Ο ΘΑΝΑΤΟΣ Η' Η ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ;

Αρχιμ. Παύλος Παπαδόπουλος
Ο έρχεται στην γη. Γίνεται άνθρωπος.
Διδάσκει. Θαυματουργεί. Προδίδεται. Οδηγείται στον Σταυρό.

Η όντως Ζωή εκούσια πεθαίνει. Ο Θεός θανατώνεται.
Μετά από τρεις ημέρες ανασταίνεται.
Τί είναι πιο παράδοξο; Η ή ο θάνατος του Θεού;
Θα λέγαμε ο . Διότι ο Θεός είναι η Ζωή. Δεν μπορεί να πεθάνει, δεν μπορεί να θανατωθεί. Και όμως, για χάριν του ανθρώπου το κάνει.
Πεθαίνει ο Θεός για να ζήσει ο άνθρωπος.
Πεθαίνει η Ζωή για να δώσει ζωή δια του θανάτου.
Φοβερό και παράδοξο θέαμα να βλέπεις τον Θεό γεμάτο πληγές, νεκρό, άπνου να μπαίνει στον τάφο.
Η Πνοή χωρίς πνοή, η Ζωή χωρίς ζωή, ο Θεός νικημένος από ένα μάτσο ανθρώπους που πόθησαν με μανία την δόξα και την εξουσία.
Και όμως “Άδου μεν ταφείς, τα βασίλεια συντρίβεις, θάνατον θανάτω δε θανατοίς, και φθοράς λυτρούσαι τους γηγενείς”. Ο Θεάνθρωπος νεκρός ζωοποιεί τον Άδη.
Γι’αυτό και όταν λέμε ότι ο Θεός πέθανε στο Σταυρό είναι σαν να λέμε Ανέστη ο άνθρωπος…Χριστός Ανέστη!

Ο ΟΣΙΟΣ ΙΣΑΑΚΙΟΣ Ο ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ ΚΑΙ ΗΓΟΥΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ ΔΑΛΜΑΤΩΝ




Τη μνήμη του τιμά σήμερα, 30 Μαΐου, η Εκκλησία μας. Ο Όσιος Ισαάκιος καταγόταν από την Συρία και έζησε στα χρόνια του βασιλιά Ουάλη (364 μ. Χ.), που ήταν υποστηρικτής των Αρειανών.
Κάποτε οι Οστρογότθοι, παρά την απαγόρευση της κυβέρνησης, κατασκήνωσαν στη Θράκη και απειλούσαν την Κωνσταντινούπολη. Τότε ο Ουάλης αναγκάσθηκε να βαδίσει εναντίον τους. Ο Ισαάκιος, που ήταν ηγούμενος στη Μονή Δαλμάτων, βγήκε και συνάντησε τον πολέμιο των ορθοδόξων Ουάλη, και αφού έπιασε από τα χαλινάρια το άλογο του, του είπε: «Άπόδος ταις ποίμναις τους αρίστους νομέας και λήψη την νίκην άπονητί ει δε τούτων μηδέν δεδρακώς παρατάξαιο, μαθήσει τη πείρα ότι σκληρόν το προς κέντρα λακτίζειν ούτε γαρ έπανήξεις και προσαπολέσεις την στρατιάν» (Πράξεις των Αποστόλων, κστ’ 14).
Δηλαδή, δώσε στά ποίμνια τους άριστους ποιμένες και χωρίς κόπους θα πάρεις τη νίκη. Αν, όμως, δεν αποδεχθείς αυτά που σου λέω και δε συμφωνήσεις μαζί τους, θα μάθεις από την πείρα ότι είναι σκληρό πράγμα να κλωτσάς στα καρφιά. Διότι ούτε εσύ πρόκειται να γυρίσεις από τον πόλεμο, και σύντομα θα χάσεις και το στράτευμα.
Ο Ουάλης όχι μόνο δεν πείσθηκε από τα λόγια του ηγουμένου, αλλά αφού τον ειρωνεύθηκε, τον έριξε μέσα σε ένα κρημνώδες φαράγγι. Ο Ισαάκιος από θαύμα δεν έπαθε απολύτως τίποτα. Ο δε Ουάλης έπαθε αυτά που προφήτευσε ο Άγιος ηγούμενος.
Στις 9 Αυγούστου του 378 μ.Χ., διεξήχθη γύρω από την Αδριανούπολη σφοδρή μάχη, κατά την οποία ο αυτοκρατορικός στρατός κατατροπώθηκε, αφού φονεύθηκαν πολλοί από τους άριστους στρατηγούς του. Ο Ουάλης, καταφεύγοντας εντός αχυρώνος, για να σωθεί, κάηκε ζωντανός, μαζί με τον αρχιστράτηγό του.
Ως ηγούμενος παρευρέθηκε στη Β’ Οικουμενική Σύνοδο, που συνήλθε στην Κωνσταντινούπολη το 381 μ.Χ., συντελώντας τα μέγιστα στην επιτυχία αυτής.
Προαισθανόμενος το τέλος του, αφού διόρισε διάδοχό του τον Όσιο Δαλμάτιο (τιμάται 3 Αυγούστου), κοιμήθηκε με ειρήνη σε βαθύ γήρας το 396 μ.Χ.
Η μνήμη του Οσίου Ισαάκιου επαναλαμβάνεται και στις 3 Αυγούστου.
Απολυτίκιο:
Ήχος γ’. Θείας πίστεως.
Τύπος πέφηνας, τής εγκρατείας, καί εδραίωμα, τής Εκκλησίας, Ισαάκιε Πατέρων αγλάϊσμα εν αρεταίς γάρ φαιδρύνας τόν βίον σου, Ορθοδοξίας τόν λόγον ετράνωσας. Πάτερ Όσιε, Χριστόν τόν Θεόν ικέτευε, δωρήσασθαο ημίν τό μέγα έλεος.

Παρασκευή 29 Μαΐου 2020

ΑΜΑΡΤΙΑ ΕΙΝΑΙ Η ΠΡΟΔΟΣΙΑ ΤΟΥ ΟΥΡΑΝΟΥ ΜΕΣΑ ΣΤΗΝ ΨΥΧΗ ΜΑΣ


Ο Θεός φανερώνει την μεγάλη του αγάπη για τον άνθρωπο στο πρόσωπο του Χριστού. Γίνεται άνθρωπος για να γίνουμε εμείς Θεοί. Έρχεται στην γη για να μπορούμε εμείς να πάμε στον ουρανό. Κοιτάει την γη μας για να κοιτάξουμε εμείς τον ουρανό που κουβαλάμε μέσα μας. 
Αυτό ακριβώς μας θυμίζει η σημερινή εορτή της Αναλήψεως. Ότι μέσα μας υπάρχει κάτι πέρα απο γη και χώμα. Γεννηθήκαμε για την αιωνιότητα κι ο θάνατος δεν μας ταιριάζει. 
«Αμαρτία είναι η προδοσία του ουρανού μέσα στην ψυχή μας». Και έχει δίκιο ο πατήρ Αλέξανδρος Σμέμαν, γιατί στην καθημερινότητα του βίου μας, ξεχνάμε που ανήκουμε και ποιος είναι ο προορισμός μας. 
Η εορτή της Αναλήψεως του Χριστού έρχεται να μας το θυμίσει. Να δείξει δηλαδή που μπορούμε να φτάσουμε ποια είναι η αληθινή αξία μας. 
Γιατί η αξία του ανθρώπου δεν κρίνεται στο παρελθόν του ούτε καν στο παρόν του, αλλά σε αυτό που μπορεί να γίνει στο μέλλον.
Μην ξεχνάμε ποτέ ότι η μεγαλύτερη προδοσία δεν είναι αυτή που έκαναν οι άλλοι σε εμάς αλλά εκείνη που εμείς κάνουμε στον εαυτό μας, όταν "θυσιάζουμε αυτό που μπορούμε να γίνουμε γι’ αυτό που είμαστε".

ΤΑ ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΛΟΓΙΑ ΤΟΥ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥ ΠΑΛΑΙΟΛΟΓΟΥ "ΑΣ ΠΕΘΑΝΟΥΜΕ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΙΣΤΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΚΑΙ ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΑΤΡΙΔΑ ΜΑΣ


Φώτης Κόντογλου
Ὁ βασιλιᾶς πρόσταξε νὰ κάνουνε λιτανεία καὶ βγάλανε τὶς εἰκόνες καὶ μπροστὰ πηγαίνανε οἱ δεσποτάδες, οἱ παπάδες κ οἱ καλογέροι κι ἀπὸ πίσω ὅσος κόσμος δὲν ἤτανε στὶς πόστες, κι᾿ ὅλοι λέγανε «Κύριε ἐλέησον!»
Τὴ Δευτέρα τὸ βράδυ συναχτήκανε οἱ πολεμάρχοι, οἱ στρατιῶτες κι᾿ ὅλος ὁ λαὸς καὶ τοὺς μίλησε ὁ βασιλιὰς νὰ μὴ χάσουνε τὴν ἐλπίδα τους στὸ Θεὸ καὶ στὴν Παναγιά.
Τὰ λόγια του μᾶς τὰ κράτησε ὁ φίλος του ὁ Φραντζῆς, κ᾿ εἶνε σὰν συναξάρι:
«Ὑμεῖς, εὐγενέστατοι ἄρχοντες κ᾿ ἐκλαμπρότατοι Δήμαρχοι καὶ γενναιότατοι συστρατιῶται καὶ πᾶς ὁ πιστὸς καὶ τίμιος λαός.
Εἰξεύρετε, ὅτι ἐφθασεν ἡ ὥρα καὶ ὁ ἐχθρὸς τῆς πίστεως ἡμῶν θέλει στενοχωρήσει ἡμᾶς μετὰ πάσης τέχνης καὶ μηχανῆς, (… Ἔχω παραλείψει ἀνάμεσα …) ὅπως, εἰ δυνατόν, ὡς ὄφις ἐκχύσῃ τὸ φαρμάκιον καὶ ὡς λέων ἀνήμερος καταπίῃ ἡμᾶς.
Διὰ τοῦτο σᾶς παρακαλῶ, στῆτε ἀνδρείως.
Ἰδού, σᾶς παραδίδω τὴν ἐκλαμπροτάτην καὶ περίφημον ταύτην Πόλιν, τὴν πατρίδα ἡμῶν καὶ βασιλεύουσαν τῶν πόλεων!
Αὐτὸς ὁ ἀλιτήριος Ἀμηρᾶς πεντήκοντα καὶ ἑπτὰ ἡμέρας ἄγει σήμερον ἀφοῦ, ἐλθών, μᾶς ἠπείλησε.
Τώρα δέ, ἀδελφοί, μὴ δειλιάσετε. Ἡμεῖς γὰρ πᾶσαν ἐλπίδα εἰς τὴν ἄμαχον δόξαν ἀνεθέμεθα, ἐκεῖνοι δὲ εἰς τὰ ὅπλα.
Διό, συστρατιῶται, γίνεσθε ἕτοιμοι καὶ μεγαλόψυχοι διὰ τοὺς οἰκτιρμοὺς τοῦ Θεοῦ. Μιμήθητε τούς ποτε τῶν Καρχηδονίων ἐλέφαντας, οἵτινες τοσοῦτον πλῆθος ἵππων Ρωμαίων διὰ μόνης της θέας καὶ τῆς φωνῆς αὐτῶν ἐξεδίωξαν.
Ἐὰν δὲ τὰ ἄλογα ζῶα ἐδίωξαν τοὺς ἐχθρούς, πόσον μᾶλλον ἡμεῖς, οἱ ὁποῖοι εἴμεθα κύριοι τῶν ἀλόγων ζώων καὶ ἀγωνιζόμεθα πρὸς χείρονας καὶ αὐτῶν τῶν ἄλογων ζώων.
Αἱ ρομφαῖαί σας καὶ τὰ τόξα σας καὶ τὰ ἀκόντια ἂς ριφθῶσι κατ᾿ αὐτῶν, οὐχὶ ὡς κατ᾿ ἀνθρώπων, ἀλλ᾿ ὡς κατ᾿ ἀγρίων χοίρων, διὰ νὰ γνωρίσωσιν οἱ ἀσεβεῖς ὅτι μάχονται πρὸς τοὺς κυρίους καὶ αὐθέντας αὐτῶν, πρὸς τοὺς ἀπογόνους τῶν Ἑλλήνων καὶ τῶν Ρωμαίων.»
Πολὺ μεγάλο παράπονο ἔχουν τὰ λόγια, ποὺ λέγει γιὰ τὴν Παναγιὰ καὶ γιὰ τὴν Πόλη, τὴν ἀγαπημένη της πολιτεία.
Θαρρεῖς πῶς μοιρολογᾷ τὴν κόρη του: «Τὸ καταφύγιον τῶν Χριστιανῶν· ἡ ἐλπὶς καὶ ἡ χαρὰ πάντων τῶν Ἑλλήνων· τὸ καύχημα πάντων ὅσοι ζῶσιν ὑπὸ τὴν ἡλίου Ἀνατολήν.
Ζητεῖ δὲ (ὁ Ἀμηρᾶς) πῶς νὰ εὕρῃ καιρὸν νὰ ἀφανίσῃ ὡς ρόδον τοῦ ἀγροῦ τὴν ποτὲ περιφανῆ καὶ ἀνθίζουσαν ταύτην τῶν πόλεων βασιλεύουσαν.»
Ὕστερα γυρίζει καὶ λέγει στοὺς Βενετσάνους, ποὺ στεκόντανε στὰ δεξιά του: «Ἐνετοὶ εὐγενεῖς, ἀδελφοὶ ἠγαπημένοι ἐν Χριστῷ, ἄνδρες ἰσχυροί!
Τὴν σήμερον παρακαλῶ νὰ ὑπερασπισθῆτε μεθ᾿ ὅλης τῆς ψυχῆς σας τὴν πόλιν ταύτην, γνωρίζοντες, ὅτι δευτέραν πατρίδα καὶ μητέρα ἔχετε αἰωνίως.»
Στὸ τέλος γυρίζει καὶ λέγει σ ὅλο τὸ λαό: «Καιρὸν δὲν ἔχω νὰ σᾶς εἴπω περισσότερα. Ἰδοὺ τὸ τεταπεινωμένον μου τοῦτο σκῆπτρον εἰς τὰς χεῖρας πάντων ὑμῶν ἀνατίθημι. Φυλάξατέ το μετ᾿ εὐνοίας! Πολὺ δὲ παρακαλῶ ὑμᾶς νὰ δείξητε τὴν πρέπουσαν εὐπείθειαν…»
Ὁ βασιλιὰς ἔκλαιγε, ἔκλαιγε κι᾿ ὁ λαὸς καὶ φώναξε: «Ἂς πεθάνουμε γιὰ τὴν πίστη τοῦ Χριστοῦ καὶ γιὰ τὴν πατρίδα μας!»
Ἀγκαλιαζόντανε καὶ συγχωρνιόντανε…

ΟΠΑΔΟΣ Η΄ ΦΙΛΟΣ

Οπαδός ή φίλος ;
Το μαχαίρι είναι ένα πολύτιμο εργαλείο, πολύ χρήσιμο στη ζωή μας.
Κόβουμε με αυτό το ψωμί για να το μοιραστούμε, κόβουμε το σάπιο, το χαλασμένο και το πετάμε κ.ά. Μπορεί όμως το μαχαίρι αυτό, το ίδιο με το οποίο κόβουμε το ψωμί για να το μοιραστούμε, να γίνει εργαλείο φονικό και να τραυματίσουμε κάποιον ή και ακόμα να τον σκοτώσουμε. Έτσι και η πίστη στον Χριστό. Μπορεί να μας ευεργετήσει σε πολλά, να συναντήσουμε, τον Χριστό, τον συνάνθρωπο, να τον αγαπήσομε, να ζήσομε σε μια κοινωνία αγάπης με όλους τους ανθρώπους. Μπορεί όμως αυτή η "πίστη" να μας οδηγήσει σε οπαδισμό, σε φονταμελισμό, σε ακρότητες, σε βιαιότητες και α γίνει ένα καταστροφικό εργαλείο. Ο σταυρός διαβάζεται από δύο όψεις. Άν τον βάλεις όρθιο είναι η φανέρωση της αγάπης, αν τον βάλεις ανάποδα γίνεται σπαθί, όργανο δολοφονικό. Πολλοί νομίζομε ότι με τη πίστη είμαστε πολύ κοντά στο Χριστό, με την πίστη όμως μπορεί να βρισκόμαστε και πολύ μακριά. Αν είμαι φίλος του Χριστού αγωνίζομαι να αγαπήσω διά του Χριστού όλο το κόσμο. Άν είμαι οπαδός του Χριστού αγωνίζομαι διά του Χριστού να ξεχωρίσω από τον υπόλοιπο κόσμο.

Ο Χριστός κάλεσε τους μαθητές του φίλους και όχι οπαδούς "εσείς είστε φίλοι μου, αν κάνετε αυτά που σας είπα" (Ιω.15,14) Φίλος του Χριστού είμαι όταν αγωνίζομαι να τηρήσω τις εντολές του "Εγώ σας λέγω να αγαπάτε τους εχθρούς σας, ευλογείτε αυτούς που σας καταριούνται, ευεργετείτε όσους σας μισούν και προσεύχεσθε για εκείνους που σας συκοφαντούν και σας καταδιώκουν άδικα" (Ματθ. 5,44) και πάλι "Σας δίνω μια νέα εντολή, να αγαπάτε με όλη σας τη δύναμη ο ένας τον άλλον. όπως εγώ σας αγάπησα με πλήρη και τέλεια αγάπη, έτσι και εσείς με την ίδια αγάπη πρέπει να συνδέεσθε μεταξύ σας. Με τη βίωση αυτής της αγάπης θα πεισθούν όλοι ότι είστε μαθητές μου" (Ιω. 13,34). Τον μαθητή του Χριστού, τον χριστιανό δηλαδή, τον φανερώνει ο αγώνας της μίμησης της αγάπης του Χριστού και όχι ο οπαδισμός, Ο Θεός μας έδωσε την ελευθερία να είμαστε φίλοι του, οπαδοί του ή εχθροί του. Πάντως ο οπαδός είναι χειρότερος από τον εχθρό του Χριστού, αφού ο ίδιος ο Χριστός λέει στην αποκάλυψη: "Επειδή είσαι χλιαρός και δεν είσαι ούτε ζεστός ούτε ψυχρός, πρόκειται να σε κάνω εμετό" (Αποκ. 3,16) Ο καθένας μπορεί να αποδέχεται ή να απορρίπτει τον Χριστό. Η δική μου πορεία δεν εξαρτάται ποτέ από την στάση του άλλου, αλλά από την δική μου στάση αγάπης απέναντι στους άλλους.

Ο ΠΙΣΤΟΣ ΦΙΛΟΣ


πραγματικός είναι εκείνος ο οποίος, στον καιρό του πειρασμού, υποφέρει μαζί με τον συνάνθρωπό του τις θλίψεις, τις δυσκολίες…

τις δοκιμασίες και τις συμφορές που ήρθαν σε εκείνον, σαν να είναι δικές του, χωρίς να θορυβηθεί ή να ταραχτεί.
Ο πιστός φίλος είναι ισχυρό καταφύγιο (Σειράχ 6:14), επειδή και στην ευημερία του φίλου είναι καλός σύμβουλος και συνεργάτης ομόψυχος, και στη δυστυχία του είναι ειλικρινής βοηθός και συμπαραστάτης γεμάτος συμπόνια.
Μονο όσοι τηρούν με ακρίβεια τις εντολές και έχουν μυηθεί αληθινά στις βουλές του Θεού δεν εγκαταλείπουν τους φίλους τους, όταν ο Θεός επιτρέπει να περνούν αυτοί πειρασμό. Αντίθετα, οι καταφρονητές των εντολών και αμύητοι στις θείες βουλές, όταν ο φίλος τους ευημερεί, απολαμβάνουν μαζί του, όταν όμως περνά δοκιμασία και δυστυχεί, τον εγκαταλείπουν, καμιά φορά μάλιστα πηγαίνουν και με το μέρος των εχθρών του.

ΠΗΡΑΝ ΤΗΝ ΠΟΛΗ



: Η γνώση της ιστορίας είναι στο έπακρο διδακτική, συνάμα όμως προκαλεί και οδύνη. Είναι διδακτική, επειδή μας υποδεικνύει τις συνθήκες κάτω από τις οποίες οι πρόγονοί μας μεγαλούργησαν. Προκαλεί οδύνη, επειδή υποδεικνύει τις αδυναμίες των προγόνων μας, εξ αιτίας των οποίων επήλθαν επάνω τους συμφορές.

Συνήθως αρεσκόμαστε να προβάλλουμε τις χρυσές, όπως τις αποκαλούμε, σελίδες της ιστορίας, επιχειρώντας παράλληλα να καλύψουμε με πέπλο λήθης τις αποκαλούμενες μελανές. Βέβαια κατά τις τελευταίες δεκαετίες εκδηλώνεται διαστροφική τάση σε κύκλο μισελλήνων, Ελλήνων την καταγωγή, οι οποίοι επιχειρούν να προβάλουν ως μελανές ακόμη και χρυσές σελίδες! Υποταγμένοι στο δυτικό «πνεύμα» αναμασούν δουλόφρονα θέσεις μισελληνικών κύκλων της Δύσης.
Η 29η Μαΐου είναι ημέρα μνήμης της άλωσης της βασιλεύουσας των πόλεων, της . Με την άλωση διαλύθηκε η χιλιόχρονη ανατολική ρωμαϊκή αυτοκρατορία ή Ρωμανία, η γνωστή ανά την υφήλιο με τον ψευδεπίγραφο τίτλο Βυζάντιο (330 -1453 μ.Χ.). Πολύς ο λόγος, ακόμη και από Έλληνες ιστορικούς και κοινωνικούς αναλυτές, για το τί ακριβώς ήταν η αυτοκρατορία αυτή. Εντείνεται στη χώρα μας η διασπορά της άποψης ότι δεν υπήρξε ελληνική, αλλά πολυεθνική. Κάποιοι, στο έπακρον υποταγμένοι στις δυτικές αντιλήψεις, κατάντησαν να αρνηθούν πλήρως την ελληνικότητά της! Μεταξύ αυτών ο σημαιοφόρος θεωρούμενος του ελληνικού διαφωτισμού Κοραής, που υποστήριξε ότι οι βυζαντινοί υπήρξαν κατακτητές των προγόνων μας! Και κατρακύλησε ο ίδιος σε μεγαλύτερη κατάντια υποστηρίζοντας ότι οι Έλληνες υπήρξαν υπόδουλοι διαρκώς από την κατάκτηση της Νότιας Ελλάδας από τον βασιλιά της Μακεδονίας Φίλιππο Β΄, υπηρετώντας έτσι κατά τον καλύτερο τρόπο την πλαστογράφηση της ιστορίας από τη γερμανική σχολή ιστορίας, η οποία λυσσομανά ακόμη να δικαιωθεί! Τυφλωμένοι από τα «φώτα» της Εσπερίας δεν αντιλαμβάνονται ότι οι κύκλοι της Δύσης αντιφάσκουν στο έπακρο, καθώς από την άλλη προβάλλουν την εμπαθή, λόγω φιλοδοξίας, στάση του Καρόλου, του επονομασθέντος μεγάλου, ότι οι αποκαλούμενοι Ρωμαίοι της Ανατολής ήσαν Γραικοί, δηλαδή Έλληνες. Βέβαια φρόντισαν οι δυτικοί, προαιώνιοι εμπαθείς εχθροί μας να φορτώσουν τον όρο Γραικός, πέρα από το εθνικό περιεχόμενο, και με πλήθος απαξιωτικών εννοιών, όπως ασυνεπής, κατεργάρης, πανούργος!
Η αυτοκρατορία ήταν όντως κατά τους πρώτους αιώνες πολυεθνική. Σύντομα όμως και συγκεκριμένα μετά την απώλεια εδαφών από τους προελαύνοντες Άραβες (αρχή του 7ου αιώνα μ.Χ.) απέκτησε εθνική ομοιογένεια, καθώς η Μικρά Ασία είχε ήδη, ως επί το πλείστον, εξελληνιστεί. Το μαρτυρούν αυτό οι μεγάλοι Πατέρες της Εκκλησίας του 4ου μ.Χ. αιώνα. Από αυτούς οι Τρεις Ιεράρχες είναι, τύποις βέβαια πλέον, οι προστάτες της ανύπαρκτης παιδείας μας. Μαρτυρία έξοχη περί της ελληνικής συνειδήσεως των κατοίκων της αυτοκρατορίας έχουμε σε απαντητική επιστολή του αυτοκράτορα Ιωάννη Βατάτζη, αγίου της Εκκλησίας, προς τον Πάπα της Ρώμης λόγο καιρό μετά την πρώτη άλωση της Κωνσταντινούπολης. Και όμως οι εθνομηδενιστές έχουν το απύθμενο θράσος να υποστηρίζουν ότι το νεοελληνικό έθνος είναι τεχνητό, δημιούργημα της ιδεολογίας των ξένων «προστατών» μας!
Η Ρωμανία έπεσεν, η Ρωμανία επάρθεν, θρηνεί ο Πόντιος λαϊκός ποιητής. Το τραγουδούμε κάθε φορά κατά την ημέρα μνήμης, χωρίς όμως τη διάθεση να εγκύψουμε στα αίτια της παρακμής και της επακόλουθης άλωσης. Γιατί πάντοτε η παρακμή προηγείται του τέλους.
Οι Οθωμανοί, που διαδέχθηκαν στο προσκήνιο τους μετριοπαθέστερους Σελτζούκους Τούρκους προήλασαν με εντυπωσιακή άνεση. Και δεν ήσαν ούτε πολυπληθέστεροι ούτε αρτιότερα οργανωμένοι και εξοπλισμένοι από τους Άραβες, οι οποίοι αποκρούστηκαν στις ανατολικές εσχατιές της Μικράς Ασίας. Γιατί δεν επανελήφθη το έπος των Ακριτών; Μια πρόχειρη εξήγηση είναι ότι η αυτοκρατορία μας, ναι η δική μας, δεχόταν διαρκώς πισώπλατα τα μαχαιρώματα της Δύσης, αλλά και των Σλάβων της Βαλκανικής. Αυτό βέβαια είναι ιστορικά αληθές, όμως άλλη είναι η κύρια αιτία της αδυναμίας προς απόκρουση των εχθρών της: Η διαφθορά. Έχοντας την τάση να προβάλλουμε μόνο τις χρυσές σελίδες της ιστορίας, αποφεύγουμε την εξόχως διδακτική προβολή και των αντιστοίχων μελανών. Η διαφθορά εξαπλώθηκε με ραγδαίο ρυθμό στην καμπή της πρώτης χιλιετίας. Η αμφισβήτηση της κεντρικής εξουσίας από τοπάρχες, επίδοξους φεουδάρχες κατά τα δυτικά πρότυπα, οδήγησε σε πολλές εμφύλιες συγκρούσεις.
Ο Βασίλειος Β΄ δεν θα επέτρεπε στον Σαμουήλ, που διεκδικούν κατ’ αποκλειστικότητα οι Βούλγαροι και συνδιεκδικούν οι «Μακεδόνες», να αλωνίζει στην κυρίως Ελλάδα, αν δεν είχαν εκδηλωθεί κινήματα στη Μικρά Ασία. Σύντομα μετά τον θάνατο αυτού, του πολεμιστή αυτοκράτορα, οι τοπάρχες επέβαλαν είδος φεουδαρχίας και οι αυτοκράτορες επέβαλλαν ολοένα και περισσότερους φόρους για να έχουν προσόδους για κατασπατάληση! Οι λίγοι ικανοί αυτοκράτορες στάθηκαν ανήμποροι να επαναφέρουν την αίγλη στην αυτοκρατορία, ιδιαίτερα μετά την εκχώρηση προνομίων στους άπληστους και ανερχόμενους δυναμικά στη θάλασσα Βενετούς και Γενουάτες. Η άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Φράγκους και Βενετούς σήμανε την αρχή του τέλους, καθώς και μετά την εκδίωξη των κατακτητών από μεγάλο μέρος των κατακτηθέντων εδαφών, η αυτοκρατορία παρέμεινε χωρίς πόρους. Οι ισχυροί της Μικράς Ασίας υποτάχθηκαν στον κατακτητή, για να διασώσουν την περιουσία τους, κτηματική και άλλη. Οι ίδιοι ή οι άμεσοι απόγονοί τους εξισλαμίσθηκαν. Τους ακολούθησαν, μιμούμενοι το παράδειγμά τους, οι άκληροι δουλοπάροικοι πλέον κατά τα δυτικά πρότυπα.
Γι’ αυτό και δεν επαναλήφθηκε το έπος των Ακριτών.
Πολλοί κατηγορούν τους ανθενωτικούς, επειδή ο θρησκευτικός φανατισμός τους δεν επέτρεψε τη συνδιαλλαγή με τον Πάπα και έτσι χάθηκε πολύτιμη βοήθεια, που θα απέτρεπε την άλωση. Μύθοι επί μύθων συντηρούνται από τους δυτικόπληκτους Νεοέλληνες. Κατ’ αρχήν η ψευδής ένωση είχε συντελεστεί στη σύνοδο της Φλωρεντίας (1439) και επισημοποιήθηκε με το συλλείτουργο στην Κωνσταντινούπολη (12.12.1452). Ο Πάπας δεν είχε πλέον τη δύναμη να επιβάλει την άποψή του και οι ηγεμόνες δεν είχαν διάθεση για νέες «σταυροφορίες». Η Κωνσταντινούπολη έπεσε λόγω του πλήθους των κριμάτων αρχόντων και λαού, όπως δραματικά περιγράφει σε ομιλία του ο μοναχός Ιωσήφ Βρυέννιος, λίγες δεκαετίες προγενέστερα. Εγωισμός, φιλοχρηματία, ασέλγεια, καταπάτηση του δικαίου του ασθενούς, αδιαφορία για τα κοινά και για την άμυνα της Πόλης ήσαν οι αιτίες της τελικής πτώσης.
Θα ήταν καλύτερα να είχαν παραμείνει οι Φράγκοι κατακτητές; Την απάντηση έδωσε σε διδαχή του ο άγιος Κοσμάς ο Αιτωλός τονίζοντας ότι το βασίλειο το παρέδωσε ο Θεός στους Τούρκους, επειδή άλλο έθνος θα μας έβλαφτε στην πίστη! Αυτό το βλέπουμε να συμβαίνει στις ημέρες μας, καθώς έχουμε καταστεί προτεκτοράτο της Δύσης. Το θλιβερό είναι ότι δεν αντιλαμβανόμαστε πως το ισλάμ εξαπλώνεται όχι μόνο στη Βαλκανική αλλά έως στις εσχατιές της βόρειας Ευρώπης. Η Ευρώπη ολόκληρη βιώνει θλιβερή παρακμή, λόγω διαφθοράς, χωρίς να την αντιλαμβάνεται. Την παρακμή ακολουθεί η άλωση.

Η ΑΓΙΑ ΘΕΟΔΟΣΙΑ Η ΠΑΡΘΕΝΟΣ

Τη μνήμη της Αγίας Θεοδοσίας της Παρθένου τιμά σήμερα, , η Εκκλησία μας. Η Αγία Θεοδοσία καταγόταν από την Τύρο της Φοινίκης και δεν είχε μόνο παρθενικό σώμα, αλλά και παρθενική ψυχή.

Από ηλικία 18 χρονών, έλαμπε για το ζήλο και τη θερμή της πίστη, ανάμεσα στις νεαρές ειδωλολάτρισσες γυναίκες. Αυτό καταγγέλθηκε στον άρχοντα Ουρβανό, που με κάθε δελεαστικό τρόπο προσπάθησε να την πείσει να αρνηθεί το Χριστό. Όμως η παρθένος Θεοδοσία έμεινε αμετακίνητη στο Ιερό της πιστεύω.

Ο Ουρβανός, βλέποντας την αδάμαστη επιμονή της, εξοργίστηκε και με θηριώδη τρόπο έσπασε τα κόκκαλά της και πριόνισε τις σάρκες της. Έπειτα, την πλησίασε και της πρότεινε να αλλαξοπιστήσει, έστω και την τελευταία στιγμή, και αυτός θα θεράπευε αμέσως τις πληγές της. Η Θεοδοσία μισοπεθαμένη απάντησε: «Είμαι χριστιανή». Τότε ο τύραννος διέταξε και την έριξαν στη θάλασσα, οπού και παρέδωσε το πνεύμα της.
Ἀπολυτίκιον
Ηχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.

Ως δόσιν θεόσδοτον, την παρθενίαν την σην, αγώσιν αθλήσεως, Θεοδοσία σεμνή, τω Λόγω προσήγαγες· όθεν προς αθανάτους, μεταστάσα νυμφώνας, πρέσβευε Αθληφόρε, τω Δεσπότη των όλων, ρυσθήναι εκ πολυτρόπων, ημάς συμπτώσεων.

Πέμπτη 28 Μαΐου 2020

ΜΕ ΕΥΧΑΡΙΣΤΙΑ ΝΑ ΥΠΟΜΕΝΟΥΜΕ ΤΟ ΘΕΛΗΜΑ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ

Αγίου Διαδόχου Επίσκοπος Φωτικής
Όπως το κερί αν δεν ζεσταθεί και μαλαχθεί πολύ δεν μπορεί να δεχτεί την σφραγίδα που βάζουμε πάνω του, έτσι και ο άνθρωπος αν δεν δοκιμαστεί με κόπους και ασθένειες δεν μπορεί να λάβει τη σφραγίδα της αρετής του .

Γι’ αυτό ο Κύριος λέει στο θείο Παύλο: «Σου αρκεί η χάρη μου, γιατί η δύναμη μου ολοκληρώνεται στην ασθένεια».
Και ο ίδιος ο Απόστολος καυχιέται με τα εξής λόγια: «Με πολλή ευχαρίστηση λοιπόν θα καυχηθώ περισσότερο για τις ασθένειες μου, για να κατοικήσει μέσα μου η δύναμη του Χριστού». Αλλά και το βιβλίο των παροιμιών γράφει «Όποιον αγαπά ο Κύριος τον παιδαγωγεί, μαστιγώνει όποιον παραδέχεται παιδί Του».
Ο Απόστολος λέγοντας «ασθένειες» εννοεί τις επιθέσεις των εχθρών του σταυρού, που συνεχώς συνέβαιναν και σ’ αυτόν και σε όλους τους τότε αγίους, για να μην υπερηφανεύονται, όπως λέει ο ίδιος, εξαιτίας των υπερβολικών αποκαλύψεων, αλλά μάλλον να μένουν με την ταπείνωση στην κατάσταση της τελειότητας, και με τους συχνούς εξευτελισμούς να διατηρούν τη δωρεά του Θεού με οσιότητα.
Εμείς όμως τώρα όταν λέμε «ασθένειες», εννοούμε τους πονηρούς λογισμούς και τις σωματικές αρρώστιες. Τότε, επειδή τα σώματα των Αγίων που αγωνίζονταν κατά της αμαρτίας παραδίδονταν σε θανατηφόρες πληγές και διάφορες άλλες κακοπάθειες, ήταν πολύ ανώτερα από τα πάθη που μπήκαν λόγω της αμαρτίας στην ανθρώπινη φύση.
Τώρα όμως, επειδή πληθύνεται με τη χάρη του Κυρίου η ειρήνη των εκκλησιών, πρέπει να δοκιμάζονται οι αγωνιστές της ευσέβειας, στο σώμα με συνεχείς αρρώστιες και στην ψυχή με πονηρούς λογισμούς και μάλιστα εκείνοι στους οποίους η πνευματική γνώση ενεργεί με κάθε αίσθηση και εσωτερική πληροφορία, για να αποφεύγουν κάθε κενοδοξία και κάθε υπερήφανη σκέψη και να μπορέσουν – καθώς είπα – να δεχτούν μέσα στις καρδιές τους με μεγάλη ταπείνωση τη σφραγίδα της Θείας ωραιότητας, σύμφωνα μ’ εκείνο που λέει ο Δαβίδ: «Τυπώθηκε επάνω μας Κύριε το φως του προσώπου Σου».
Πρέπει λοιπόν με ευχαριστία να υπομένομε το και αυτό θα μας λογαριαστεί ως ένα δεύτερο μαρτύριο, τόσο οι συνεχείς αρρώστιες, όσο και η μάχη εναντίον των δαιμονικών λογισμών. Γιατί ο διάβολος που έλεγε τότε στους αγίους Μάρτυρες μέσω των άνομων εκείνων αρχόντων να αρνηθούν το Χριστό και να επιθυμήσουν τη δόξα του βίου, στέκεται και τώρα και λέει τα ίδια στους δούλους του Θεού ακατάπαυστα.
Αυτός που έκανε να υποφέρουν τα σώματα των Αγίων και κακοποιούσε υπερβολικά τους τιμημένους δασκάλους του Ευαγγελίου μέσω εκείνων που υπηρετούσαν τα διαβολικά εκείνα φρονήματα, ο ίδιος φέρνει και τώρα στους ομολογητές της ευσέβειας τα διάφορα παθήματα, με πολλές ύβρεις και εξευτελισμούς, όταν μάλιστα αυτοί βοηθούν για τη δόξα του Κύριου με πολλή δύναμη τους φτωχούς που κακοπαθούν. Και γι’ αυτό, είναι ανάγκη με βεβαιότητα και υπομονή να εργαζόμαστε το μαρτύριο της συνειδήσεως μας ενώπιον του Θεού, όπως λέει ο Δαβίδ: «Περίμενα με πολλή υπομονή τον Κύριο, και μου έδειξε προσοχή».

Η ΣΥΓΝΩΜΗ ΔΕΝ ΕΧΕΙ

Όπως θέλουμε να μας αγαπά ο Θεός, να μας συγχωρεί, να παραβλέπει τα σφάλματά μας, να μας παρακολουθεί, να μας προστατεύει η πρόνοιά Του, έτσι κι εμείς να προσφέρουμε αυτά τα ίδια στον αδελφό μας.

Η συγγνώμη δεν έχει κόπο, δεν έχει δυσκολία. Τι χρειάζεται; Χρειάζεται ταπείνωση.
Δίνοντας την συγγνώμη στον άλλο, θα πάρουμε την συγχώρηση των αναριθμήτων αμαρτημάτων μας και θα έχουμε όλο το δικαίωμα να πούμε στον Θεό:
«Κύριε, ό,τι μου έκαναν οι άνθρωποι τους συγχώρησα, τους έδωσα ολόκαρδα την συγγνώμη μου και την αγάπη μου κατά το Ευαγγέλιό Σου, κατά το Λόγο Σου. Τώρα ζητώ κι εγώ να εκφράσεις την αγάπη Σου επάνω μου και να συγχωρήσεις τα δικά μου αμαρτήματα».

ΟΤΑΝ ΚΟΙΤΑΣ ΑΠΟ ΨΗΛΑ



                Υπάρχουν γιορτές στην παράδοση της πίστης μας που περνούν γρήγορα. Για παράδειγμα, η Ανάληψη του Χριστού για τους πολλούς είναι η επιστροφή του Χριστού στον ουρανό, το ότι μας αφήνει πλέον μόνους μας να διαχειριστούμε τα όσα μας έδωσε, το Ευαγγέλιο, την ζωή της Εκκλησίας, την πίστη. Και κοιτώντας ψηλά αναρωτιόμαστε συχνά γιατί δεν ξανακατεβαίνει για να ρυθμίσει τις ζωές μας, γιατί μας δίνει την εντύπωση και ότι μας έχει ξεχάσει, αλλά και ότι και ο Ίδιος αναμένει την Δευτέρα Παρουσία Του για να δώσει οριστική λύση στο πρόβλημα του θανάτου, στο πρόβλημα του κακού, στην ανθρώπινη αλλά και του κόσμου δυστυχία. Η Ανάληψη συνδέεται με την επιστροφή στο «Πάτερ ημών»  και το «Δι’ ευχών»  ως προσευχή, με το τέλος του «Χριστός Ανέστη», αλλά και σε μια, κατά βάθος, μελαγχολία, ότι η χαρά της Ανάστασης περατώθηκε και επιστρέφουμε στην πραγματικότητα στην οποία δεσπόζει η μοναξιά.
                Ας δοκιμάσουμε όμως να μην κοιτούμε προς τα ψηλά, αλλά, όπως λέει το τραγούδι, «όταν κοιτάς από ψηλά». Ας μη λησμονούμε ότι ο Χριστός ανέλαβε την φύση μας και την ανέβασε ψηλά, φέροντάς την ενωμένη με την θεϊκή του και βάζοντας τον άνθρωπο δίπλα στον Θεό. Όταν λοιπόν κατανοήσουμε ότι η προοπτική μας δεν πρέπει να είναι το να κοιτάμε ψηλά, αλλά από ψηλά, τότε και η γιορτή θα λάβει το αληθινό της περιεχόμενο, αλλά και η πορεία μας στον κόσμο θα γίνει αλλιώτικη!
Κοιτώ από ψηλά δεν σημαίνει κοιτώ με υπερηφάνεια και  αλαζονεία. Σημαίνει ότι δεν εξαντλώ τον εαυτό μου στα όσα μπορώ να δω στρέφοντας το βλέμμα γύρω από τον εαυτό μου, αλλά βλέπω με μάτια και νου απλωμένα. Βλέπω παραπέρα προς όλες τις κατευθύνσεις. Κάνω τον άλλο αδελφό μου. Νοιάζομαι με την προσευχή και την αγάπη να δω τι τον αναπαύει. Δεν περιορίζομαι σε όσους με αγαπούν, αλλά ανοίγομαι σε όλους. Δεν κλείνομαι σε μια ταυτότητα που μου λέει ότι το παν δεν είναι ο εαυτός μου, αλλά ο εαυτός μου που προσφέρεται.  Κοιτάζω από ψηλά σημαίνει είμαι έτοιμος να τρέξω για να μοιραστώ αυτό ή Αυτόν που μου δίνει νόημα. Σημαίνει ότι δεν νικιέμαι από την μικρότητα ενός ήθους που χωρίζει, αλλά προχωρώ στον τρόπο που ενώνει. Με γενναιοδωρία και αρχοντιά. Με ετοιμότητα για συγχώρεση. Διότι Αυτός είναι ο Θεός στον οποίο πιστεύουμε. Ο ίλεως. Ο συγχωρητικός. Ο πρόθυμος. Ο υπομονετικός. Και μαζί Του κι εγώ.
Κοιτώ από ψηλά σημαίνει ότι βλέπω τα σημαντικά και όχι τα ασήμαντα. Ακόμη κι ό,τι μας πληγώνει, καταλαβαίνουμε ότι πορεύεται στο πρόσκαιρο και αυτό θα το καταπιεί. Η μοναδικότητα όμως του προσώπου μας μένει. Η αξία της αγάπης μένει. Η απόφαση να παλέψουμε εναντίον του κακού μας κάνει να αλλάζουμε και μαζί μας να αλλάζουν κι άλλοι. Και το σημαντικότερο όλων είναι η συντροφιά του Χριστού στην ζωή μας. Ψηλά είναι Εκείνος. Και κοιτώντας από ψηλά, κοιτάμε μαζί Του. Κι Εκείνος, κι όταν ζαλιζόμαστε από τις λύπες, τους πειρασμούς, κάποτε και τον κακό και φοβικό εαυτό μας,  γίνεται το στήριγμα και μας συγκρατεί από την πτώση.
Ας δοκιμάσουμε στην καθημερινότητα, στις σχέσεις μας με τους άλλους, στις όποιες έγνοιές μας να κοιτάξουμε ταπεινά από ψηλά. Για να ανεβούμε!

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός