Κυριακή 31 Οκτωβρίου 2021

ΑΓΙΟΣ ΙΟΥΣΤΙΝΟΣ ΠΟΠΟΒΙΤΣ:ΠΟΤΕ ΑΡΧΙΖΕΙ Ο ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΣ ΚΑΙ ΠΟΤΕ Η ΚΟΛΑΣΗ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ

 

Η αθανασία του ανθρώπου ξεκινά από την σύλληψή του μέσα στην κοιλία της μητέρας του. Και πότε αρχίζει ο παράδεισος και η κόλαση του ανθρώπου;

Από την ελεύθερη επιλογή για το θεϊκό αγαθό ή για το δαιμονικό κακό, για τον Θεό ή για τον διάβολο. Και ό παράδεισος μα και η κόλαση του ανθρώπου αρχίζουν εδώ από την γη για να συνεχιστούν αιώνια στην άλλη ζωή.

Τί είναι ο παράδεισος; Είναι η αίσθηση της παρουσίας του Θεού. Άμα ο άνθρωπος αισθάνεται εντός του τον Θεό, είναι ήδη στον παράδεισο, γιατί όπου είναι ο Θεός εκεί είναι και η Βασιλεία του Θεού, εκεί και ο παράδεισος.

Από τότε πού ο Θεός Λόγος κατέβηκε στην γη και έγινε άνθρωπος, ο παράδεισος έγινε η αμεσότερη πραγματικότητα για την γη και τον άνθρωπο. Επειδή, όπου είναι ο Χριστός εκεί και ο παράδεισος.

ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ Ο ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ:ΤΙΠΟΤΑ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΠΙΟ ΦΑΝΕΡΟ Η' ΠΙΟ ΙΣΧΥΡΟ ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΛΗΘΕΙΑ

 

Τίποτα δεν είναι πιο φανερό ή πιο ισχυρό από την αληθεια, όπως και δεν είναι τίποτα πιο ανίσχυρο από το ψέμα.

Η αλήθεια στέκεται γυμνή σ’ όσους θέλουν να την εξετάσουν, δεν κρύβεται, ούτε υπολογίζει κινδύνους, ούτε τρέμει από απειλές.

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΣΤΑΧΥΟΣ ΚΑΙ ΟΙ ΣΥΝ ΑΥΤΩ ΜΑΡΤΥΡΗΣΑΝΤΕΣ

 


Τη μνήμη του Αγίου Στάχυ και των συν Αυτώ Μαρτυρησάντων τιμά σήμερα, 31 Οκτωβρίου, η Εκκλησία μας. Οι Άγιοι Στάχυς, Απελλής, Αμπλίας, Ουρβανός, Νάρκισσος και Αριστόβουλος άνηκαν στους εβδομήκοντα Αποστόλους του Κυρίου και όλοι τους υπήρξαν «Χριστού ευωδία τώ Θεώ εν τοίς σωζομένοις» (Β’ προς Κορινθίους, Β’ 15). Δηλαδή ευωδιά Χριστού, ευχάριστη στο Θεό, και ευωδία μεταξύ των σωζόμενων πυύ άκουγαν απ’ αυτούς το σωτήριο μήνυμα του Ευαγγελίου.
 Ο Άγιος Στάχυς έγινε πρώτος επίσκοπος Βυζαντίου, και αφού διάνυσε 16 χρόνια στο αποστολικό κήρυγμα, ειρηνικά αναπαύθηκε εν Κυρίω.
Ο Άγιος Απελλής έγινε επίσκοπος Ηράκλειας και πολλούς έφερε στη χριστιανική πίστη.
Ο Άγιος Αμπλίας έγινε επίσκοπος Οδυσσουπόλεως και ο Ουρβανός, επίσκοπος Μακεδονίας. Επειδή και οι δύο γκρέμιζαν τα είδωλα, θανατώθηκαν μαρτυρικά.
Ο Άγιος Νάρκισσος χειροτονήθηκε επίσκοπος Αθηνών. Η αλήθεια, όμως, του Ευαγγελίου, την οποία δίδασκε με ζήλο, εξήγειρε τους ειδωλολάτρες, με αποτέλεσμα να τον βασανίσουν και να παραδώσει την ψυχή του μαρτυρικά.
Ο Άγιος Αριστόβουλος, και αυτός υπήρξε επίσκοπος και πέθανε ειρηνικά, κηρύττοντας μέχρι τέλους της ζωής του το Χριστό.
Απολυτίκιο:
Ήχος πλ. α’. Τον συνάναρχον Λόγον.
Την κιθάραν του Πνεύματος την έξάχορδον, την μελωδήσασαν κόσμω τας υπέρ νουν δωρεάς, ως έκφάντορας Χριστού άνευφημήσωμεν, Στάχυν Άμπλίαν Άπελλήν συν Ναρκίσσω, Ούρβανόν, και Άριστόβουλον άμα’ ως γαρ Απόστολοι θείοι, χάριν αίτούνται ταις ψυχαίς ημών.

Σάββατο 30 Οκτωβρίου 2021

ΜΕ ΤΙ ΕΠΙΘΥΜΟΥΜΕ ΝΑ ΧΟΡΤΑΣΟΥΜΕ;

 


 «Πτωχὸς δέ τις ἦν ὀνόματι Λάζαρος, ὃς ἐβέβλητο πρὸς τὸν πυλῶνα αὐτοῦ ἡλκωμένος καὶ ἐπιθυμῶν χορτασθῆναι ἀπὸ τῶν ψιχίων τῶν πιπτόντων ἀπὸ τῆς τραπέζης τοῦ πλουσίου· ἀλλὰ καὶ οἱ κύνες ἐρχόμενοι ἀπέλειχον τὰ ἕλκη αὐτοῦ» (Λουκ. 16, 20,21)

«Κάποιος φτωχός ποὺ τὸν ἔλεγαν Λάζαρο, ἦταν πεσμένος κοντά στήν πόρτα τοῦ σπιτιοῦ τοῦ πλουσίου, γεμάτος πληγές, καὶ προσπαθοῦσε νὰ χορτάσει ἀπὸ τὰ ψίχουλα ποὺ ἔπεφταν ἀπὸ τὸ τραπέζι τοῦ πλουσίου. ῎Ερχονταν καὶ τὰ σκυλιά καὶ τοῦ ἔγλειφαν τὶς πληγές»

    Οι άνθρωποι πεινούμε στην ζωή. Όλοι μας έχουμε ανάγκη την τροφή για να επιβιώσουμε, όπως επίσης και για να έχουμε ενέργεια ώστε να σκεφτούμε και να πράξουμε ανάλογα με τα χαρίσματα, τις επιθυμίες και τις δυνατότητές μας. Υπάρχουν όμως και άλλες μορφές πείνας, οι οποίες συμπληρώνουν αυτή της επιβίωσης. Είναι η πείνα για ευχαρίστηση. Η πείνα για δόξα και αναγνώριση. Η πείνα για πρόοδο. Η πείνα για δικαιοσύνη. Η πείνα για αγάπη. Η πείνα για τον Θεό. Ο τρόπος που χορταίνουμε την όποια πείνα μας δείχνει τι είδους άνθρωποι είμαστε ποια είναι ή ποια γίνεται η ταυτότητά μας. Και είναι βεβαίως ατομικό δικαίωμα του καθενός να διαλέξει ποιος χορτασμός είναι ο σημαντικότερος, αυτός που μας καθορίζει και μας ταυτοτοποιεί, αν ο χορτασμός της πείνας γίνεται αυτοπροσδιοριστικά ή ετεροπροσδιοριστικά, αν συναντούμε ή θέλουμε να συναντήσουμε και άλλους με την ίδια ή παρόμοια πείνα ή έχουμε κλείσει τον εαυτό μας στα δικά του τείχη, θέλοντας να καλύψουμε τις δικές μας ανάγκες.

            Διότι η πείνα είναι ανάγκη που έβαλε ο Θεός μέσα μας. Μπορεί στην πνευματική μας ζωή να ζητούμε την υπέρβαση των αναγκών μας, ώστε να μπορούμε να αφήνουμε τον εαυτό μας στα χέρια του Θεού. Να δηλώνουμε ότι η ανάγκη δεσμεύει τον άνθρωπο, τον καθιστά λιγότερο ελεύθερο να νοηματοδοτήσει την ζωή του. Στην πράξη όμως δεν είναι η ανάγκη ή οι ανάγκες που έχουμε οι άνθρωποι που μας δεσμεύουν, αλλά ποια ανάγκη για μας γίνεται προτεραιότητα, ποια πείνα θέλοντας να καλύψουμε για να είμαστε ευτυχισμένοι. Διότι όταν χορταίνουμε την πείνα που μας κάνει όχι να μην ξαναπεινάσουμε ποτέ, αλλά που μας δείχνει ότι μέσα από αυτήν γνωρίζουμε τι μας δίνει αληθινή πληρότητα, μπορούμε να προχωρήσουμε στην ζωή μας έχοντας βρει τον προορισμό μας. Και γίνεται η ελευθερία ζητούμενο από άλλες ανάγκες, οι οποίες όμως μας κρατούν καθηλωμένους σε ό,τι τελικά δεν προηγείται για μας.

            Αν δούμε την παράδοση των αγίων μας, θα διαπιστώσουμε ότι οι άγιοι επιλέγουν όχι την άρνηση των ανθρώπινων αναγκών αλλά τον χορτασμό της πρώτης και μεγάλης πείνας:  αυτής για συνάντηση με τον Θεό που δίνει ανάσταση και αιωνιότητα μέσα από την αγάπη και καθιστά την κοινωνία μας με τους συνανθρώπους μας αυθεντική, ακόμη και μέσα στις δυσκολίες τόσο τις δικές μας όσο και τις δικές τους. Οι άγιοι προσπαθούν με την νηστεία όχι να σβήσουν την ανάγκη του σώματος για τροφή, αλλά την υποδούλωση του ανθρώπου στις επιθυμίες της κοιλίας και της σαρκός. Οι άγιοι κάνουν αγώνα να ελέγξουν τον λογισμό τους, όχι για να σβήσουν την ανάγκη της ύπαρξης να σκέφτεται, να κρίνει, να γνωρίζει, αλλά για να μην υποδουλωθούν στην δική τους γνώμη, το δικό τους θέλημα, αφήνοντας κατά μέρος τις εντολές του Θεού που είναι η αγάπη και η εμπιστοσύνη προς Εκείνον και τον πλησίον. Οι άγιοι παλεύουν να βρούνε τις ρίζες των παθών τους και να τα μεταμορφώσουν διά της ταπεινώσεως, όχι γιατί  η ύπαρξη δεν έχει «εγώ» και «εαυτό», αλλά γιατί τα πάθη την καθιστούν να έχει μόνο «εγώ» και μόνο «εαυτό». Οι άγιοι νιώθουν την ανάγκη να είναι μέλη του σώματος του Χριστού, διότι δεν είναι ακοινώνητοι, αλλά καλύπτουν αυτήν την ανάγκη με την μετοχή στην θεία ευχαριστία, με την συνάντηση και την έμπρακτη αγάπη προς  τον πλησίον, με έναν αγώνα υπέρβασης της προτεραιότητας του εαυτού και ένταξης στην συλλογικότητα της Εκκλησίας. Δεν αρνούνται την κοινωνία των ανθρώπων, ούτε παύουν να βλέπουν ποιοι είμαστε οι χριστιανοί μέσα στον κόσμο, ούτε παύουν να έχουν άποψη για τον κόσμο, μισώντας τον κόσμο, διότι ο Θεός στον κόσμο σε συγκεκριμένο χρόνο και τόπο μας όρισε να ζούμε, αλλά μας αφήνει να διαλέξουμε τον τρόπο.

            Στην παραβολή του πλούσιου και του Λαζάρου ο Χριστός μας δείχνει ότι ο Λάζαρος είχε χορτάσει την πείνα του για Θεό και του απέμεινε η πείνα για επιβίωση. Σ’  αυτήν ο μόνος που μπορούσε να βοηθήσει ήταν ο πλούσιος. Εκείνος όμως είχε χορτάσει όλες τις άλλες πείνες, αλλά είχε λησμονήσει την πείνα για τον Θεό και τον ανήμπορο πλησίον. Κι αν σ’ αυτήν την ζωή ο Θεός δεν επέβαλε την δικαιοσύνη ο καθένας άνθρωπος να έχει τουλάχιστον το ελάχιστον, ο τρόπος με τον οποίο χορτάσθηκε η πείνα καθόρισε την αιωνιότητα, εκεί όπου ο τρόπος με τον οποίο διάλεξε να ζει ο καθένας στον παρόντα χρόνο, του καθόρισε την ταυτότητα για πάντα. Και δεν υπάρχει αλλαγή στην αιωνιότητα όχι γιατί ο Θεός δεν αφήνει την αλλαγή, αλλά διότι ο άνθρωπος μένει προσκολλημένος στις ανάγκες που έχει αποφασίσει να καλύψει στο εδώ. Ας μην ξεχνούμε ότι ο πλούσιος δεν ζήτησε από τον Αβραάμ να αλλάξει τρόπο ύπαρξης, αλλά λίγο νερό για την δίψα του, για την υλική ανάγκη δηλαδή. Κι όταν ακόμη ζητά από τον Αβραάμ να αναστηθεί ο Λάζαρος για να πείσει τους αδερφούς του να αλλάξουν προτεραιότητες, εξακολουθεί να αγνοεί ότι δεν αλλάζει με θαύματα ο άνθρωπος, αλλά με τον λόγο του Θεού, όχι με θέαμα, αλλά με εσωτερική αναζήτηση, καθώς και με την μετοχή στο σώμα του Χριστού.

 π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός

ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 31/10/21 ΚΑΤΑ ΛΟΥΚΑ ΙΣΤ' 19-31

 

Πρεσβυτέρου Ανδρέα Παπαμιχαήλ

Πρωτότυπο Κείμενο

Εἶπεν ὁ Κύριος· Ἄνθρωπός τις ἦν πλούσιος, καὶ ἐνεδιδύσκετο πορφύραν καὶ βύσσον εὐφραινόμενος καθ᾿ ἡμέραν λαμπρῶς. Πτωχὸς δέ τις ἦν ὀνόματι Λάζαρος, ὃς ἐβέβλητο πρὸς τὸν πυλῶνα αὐτοῦ ἡλκωμένος καὶ ἐπιθυμῶν χορτασθῆναι ἀπὸ τῶν ψιχίων τῶν πιπτόντων ἀπὸ τῆς τραπέζης τοῦ πλουσίου· ἀλλὰ καὶ οἱ κύνες ἐρχόμενοι ἀπέλειχον τὰ ἕλκη αὐτοῦ. Ἐγένετο δὲ ἀποθανεῖν τὸν πτωχὸν καὶ ἀπενεχθῆναι αὐτὸν ὑπὸ τῶν ἀγγέλων εἰς τὸν κόλπον Ἀβραάμ· ἀπέθανε δὲ καὶ ὁ πλούσιος καὶ ἐτάφη. Καὶ ἐν τῷ ᾅδῃ ἐπάρας τοὺς ὀφθαλμοὺς αὐτοῦ, ὑπάρχων ἐν βασάνοις, ὁρᾷ τὸν Ἀβραὰμ ἀπὸ μακρόθεν καὶ Λάζαρον ἐν τοῖς κόλποις αὐτοῦ. Καὶ αὐτὸς φωνήσας εἶπε· πάτερ Ἀβραάμ, ἐλέησόν με καὶ πέμψον Λάζαρον ἵνα βάψῃ τὸ ἄκρον τοῦ δακτύλου αὐτοῦ ὕδατος καὶ καταψύξῃ τὴν γλῶσσάν μου, ὅτι ὀδυνῶμαι ἐν τῇ φλογὶ ταύτῃ. Εἶπε δὲ Ἀβραάμ· τέκνον, μνήσθητι ὅτι ἀπέλαβες σὺ τὰ ἀγαθά σου ἐν τῇ ζωῇ σου, καὶ Λάζαρος ὁμοίως τὰ κακά· νῦν δὲ ὧδε παρακαλεῖται, σὺ δὲ ὀδυνᾶσαι· καὶ ἐπὶ πᾶσι τούτοις μεταξὺ ἡμῶν καὶ ὑμῶν χάσμα μέγα ἐστήρικται, ὅπως οἱ θέλοντες διαβῆναι ἔνθεν πρὸς ὑμᾶς μὴ δύνωνται, μηδὲ οἱ ἐκεῖθεν πρὸς ἡμᾶς διαπερῶσιν. Εἶπε δέ· ἐρωτῶ οὖν σε, πάτερ, ἵνα πέμψῃς αὐτὸν εἰς τὸν οἶκον τοῦ πατρός μου· ἔχω γὰρ πέντε ἀδελφούς· ὅπως διαμαρτύρηται αὐτοῖς, ἵνα μὴ καὶ αὐτοὶ ἔλθωσιν εἰς τὸν τόπον τοῦτον τῆς βασάνου. Λέγει αὐτῷ Ἀβραάμ· ἔχουσι Μωυσέα καὶ τοὺς προφήτας· ἀκουσάτωσαν αὐτῶν. Ὁ δὲ εἶπεν· οὐχί, πάτερ Ἀβραάμ, ἀλλ᾿ ἐάν τις ἀπὸ νεκρῶν πορευθῇ πρὸς αὐτούς, μετανοήσουσιν. Εἶπε δὲ αὐτῷ· εἰ Μωυσέως καὶ τῶν προφητῶν οὐκ ἀκούουσιν, οὐδὲ ἐάν τις ἐκ νεκρῶν ἀναστῇ πεισθήσονται.

Νεοελληνική Απόδοση

Είπε ο Κύριος: Κάποιος άνθρωπος ήταν πλούσιος, φορούσε πολυτελή ρούχα και το τραπέζι του κάθε μέρα ήταν λαμπρό. Κάποιος φτωχός όμως, που τον έλεγαν Λάζαρο, ήταν πεσμένος κοντά στην πόρτα του σπιτιού του πλουσίου, γεμάτος πληγές, και προσπαθούσε να χορτάσει από τα ψίχουλα που έπεφταν από το τραπέζι του πλουσίου. Έρχονταν και τα σκυλιά και του έγλειφαν τις πληγές. Κάποτε πέθανε ο φτωχός, και οι άγγελοι τον πήγαν κοντά στον Αβραάμ. Πέθανε κι ο πλούσιος και τον έθαψαν. Στον άδη που ήταν και βασανιζόταν, σήκωσε τα μάτια του και είδε από μακριά τον Αβραάμ και κοντά του τον Λάζαρο. Τότε φώναξε ο πλούσιος και είπε: «πατέρα μου Αβραάμ, σπλαχνίσου με και στείλε το Λάζαρο να βρέξει με νερό την άκρη του δάχτυλού του και να μου δροσίσει τη γλώσσα, γιατί υποφέρω μέσα σ’ αυτή τη φωτιά». Ο Αβραάμ όμως του απάντησε: «παιδί μου, θυμήσου ότι εσύ απόλαυσες την ευτυχία στη ζωή σου, όπως κι ο Λάζαρος τη δυστυχία. Τώρα λοιπόν αυτός χαίρεται εδώ, κι εσύ υποφέρεις. Κι εκτός απ’ όλα αυτά, υπάρχει ανάμεσά μας μεγάλο χάσμα, ώστε αυτοί που θέλουν να διαβούν από ‘δώ σ’ εσάς να μην μπορούν∙ ούτε οι από εκεί να περάσουν σ’ εμάς». Είπε πάλι ο πλούσιος: «τότε σε παρακαλώ, πατέρα, στείλε τον στο σπίτι του πατέρα μου, να προειδοποιήσει τους πέντε αδερφούς μου, ώστε να μην έρθουν κι εκείνοι σ’ αυτόν εδώ τον τόπο των βασάνων. Ο Αβραάμ του λέει: «έχουν τα λόγια του Μωυσή και των προφητών· ας υπακούσουν σ’ αυτά». «Όχι, πατέρα μου Αβραάμ», του λέει εκείνος, «δεν αρκεί∙ αλλά αν κάποιος από τους νεκρούς πάει σ’ αυτούς, θα μετανοήσουν». Του λέει τότε ο Αβραάμ: «αν δεν υπακούνε στα λόγια του Μωυσή και των προφητών, ακόμη κι αν αναστηθεί κάποιος από τους νεκρούς, δεν πρόκειται να πεισθούν».

Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 31/10/21 ΠΡΟΣ ΚΟΡΙΝΘΙΟΥΣ ΙΑ' 31-ΙΒ'9

 Ο Απόστολος Παύλος: Ο αληθινά Μεγάλος

Πρεσβυτέρου Φιλίππου Φιλίππου

Πρωτότυπο Κείμενο

Ἀδελφοί, ὁ Θεὸς καὶ πατὴρ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ οἶδεν, ὁ ὢν εὐλογητὸς εἰς τοὺς αἰῶνας, ὅτι οὐ ψεύδομαι. Ἐν Δαμασκῷ ὁ ἐθνάρχης Ἀρέτα τοῦ βασιλέως ἐφρούρει τὴν Δαμασκηνῶν πόλιν πιάσαι με θέλων, καὶ διὰ θυρίδος ἐν σαργάνῃ ἐχαλάσθην διὰ τοῦ τείχους καὶ ἐξέφυγον τὰς χεῖρας αὐτοῦ. Καυχάσθαι δὴ οὐ συμφέρει μοι· ἐλεύσομαι γὰρ εἰς ὀπτασίας καὶ ἀποκαλύψεις Κυρίου. Οἶδα ἄνθρωπον ἐν Χριστῷ πρὸ ἐτῶν δεκατεσσάρων· εἴτε ἐν σώματι οὐκ οἶδα, εἴτε ἐκτὸς τοῦ σώματος οὐκ οἶδα, ὁ Θεὸς οἶδεν· ἁρπαγέντα τὸν τοιοῦτον ἕως τρίτου οὐρανοῦ. Καὶ οἶδα τὸν τοιοῦτον ἄνθρωπον· εἴτε ἐν σώματι εἴτε ἐκτὸς τοῦ σώματος οὐκ οἶδα, ὁ Θεὸς οἶδεν· ὅτι ἡρπάγη εἰς τὸν παράδεισον καὶ ἤκουσεν ἄρρητα ρήματα, ἃ οὐκ ἐξὸν ἀνθρώπῳ λαλῆσαι. Ὑπὲρ τοῦ τοιούτου καυχήσομαι, ὑπὲρ δὲ ἐμαυτοῦ οὐ καυχήσομαι εἰ μὴ ἐν ταῖς ἀσθενείαις μου. Ἐὰν γὰρ θελήσω καυχήσασθαι, οὐκ ἔσομαι ἄφρων· ἀλήθειαν γὰρ ἐρῶ· φείδομαι δὲ μή τις εἰς ἐμὲ λογίσηται ὑπὲρ ὃ βλέπει με ἢ ἀκούει τι ἐξ ἐμοῦ. Καὶ τῇ ὑπερβολῇ τῶν ἀποκαλύψεων ἵνα μὴ ὑπεραίρωμαι, ἐδόθη μοι σκόλοψ τῇ σαρκί, ἄγγελος σατᾶν, ἵνα με κολαφίζῃ ἵνα μὴ ὑπεραίρωμαι. Ὑπὲρ τούτου τρὶς τὸν Κύριον παρεκάλεσα ἵνα ἀποστῇ ἀπ᾿ ἐμοῦ· καὶ εἴρηκέ μοι· ἀρκεῖ σοι ἡ χάρις μου· ἡ γὰρ δύναμίς μου ἐν ἀσθενείᾳ τελειοῦται. Ἥδιστα οὖν μᾶλλον καυχήσομαι ἐν ταῖς ἀσθενείαις μου, ἵνα ἐπισκηνώσῃ ἐπ᾿ ἐμὲ ἡ δύναμις τοῦ Χριστοῦ.

Νεοελληνική Απόδοση

Αδελφοί, o Θεός και Πατέρας του Κυρίου μας Ιησού Χριστού –ας είναι ευλογημένο το όνομά του στους αιώνες– ξέρει ότι δε λέω ψέματα. Στη Δαμασκό, ο διοικητής-εκπρόσωπος του βασιλιά Αρέτα έβαλε φρουρούς σε όλη την πόλη για να με συλλάβει. Μέσα όμως από ένα άνοιγμα του τείχους με κατέβασαν με καλάθι και ξέφυγα από τα χέρια του. Δε με συμφέρει βέβαια να καυχηθώ· θα το κάνω όμως, γιατί πρόκειται για οράματα κι αποκαλύψεις που μου χάρισε ο Κύριος. Ξέρω έναν άνθρωπο πιστό, ο οποίος πριν από δεκατέσσερα χρόνια ανυψώθηκε μέχρι και τον τρίτο ουρανό –δεν ξέρω αν ήταν με το σώμα του ή χωρίς το σώμα, αυτό ο Θεός το ξέρει. Ξέρω ότι αυτός ο άνθρωπος –ή ήταν με το σώμα ή χωρίς το σώμα δεν το ξέρω, ο Θεός το ξέρει– μεταφέρθηκε ξαφνικά στον παράδεισο κι άκουσε λόγια που δεν μπορεί ούτε επιτρέπεται να τα πει άνθρωπος. Γι’ αυτόν τον άνθρωπο θα καυχηθώ· για τον εαυτό μου όμως δε θα καυχηθώ, παρά μόνο για τις ταλαιπωρίες μου. Άμα θελήσω, λοιπόν, να καυχηθώ, δε θα φανώ ανόητος, γιατί θα πω την αλήθεια. Το αποφεύγω όμως, μήπως εξαιτίας του μεγαλείου των αποκαλύψεων, με θεωρήσει κανείς παραπάνω απ’ αυτό που βλέπει ή ακούει από μένα. Για να μην υπερηφανεύομαι όμως, ο Θεός μού έδωσε ένα αγκάθι στο σώμα μου, έναν υπηρέτη τού σατανά να με ταλαιπωρεί, ώστε να μην υπερηφανεύομαι. Γι’ αυτό το αγκάθι τρεις φορές παρακάλεσα τον Κύριο να το διώξει από πάνω μου. Η απάντησή του ήταν: «Σου αρκεί η χάρη μου, γιατί η δύναμή μου φανερώνεται στην πληρότητά της μέσα σ’ αυτή την αδυναμία σου». Με περισσότερη ευχαρίστηση, λοιπόν, θα καυχηθώ για τις ταλαιπωρίες μου, για να κατοικήσει μέσα μου η δύναμη του Χριστού.

ΑΓΙΟΣ ΠΑΪΣΙΟΣ:ΠΟΤΕ ΕΥΩΔΙΑΖΟΥΝ ΤΑ ΛΕΙΨΑΝΑ

 Προς προσκύνηση τα Άγια Λείψανα του Αγίου Ευδοκίμου του Βατοπαιδινού -  Ορθοδοξία News Agency

[Μοναχή]: Γέροντα, η αγία κάρα του Αγίου Αρσενίου ευωδίαζε ιδιαίτερα στην μνήμη του [άγιος Αρσένιος ο Καππαδόκης, η κάρα του βρίσκεται στο Ιερό Ησυχαστήριο «Ευαγγελιστής Ιωάννης ο Θεολόγος», στη Σουρωτή Θεσσαλονίκης].

[Όσιος Παΐσιος] – Γιατί να μην ευωδιάζη; Να μην κεράση ο Άγιος τον κόσμο στην γιορτή του;

Γιατί, Γέροντα, τα άγια Λείψανα δεν ευωδιάζουν πάντοτε;
– Είναι διάφορες περιπτώσεις. Άλλοτε μπορεί αυτός που προσκυνάει να είναι πολύ αμαρτωλός και να ευωδιάζουν τα άγια Λείψανα, για να βοηθηθή ο άνθρωπος, να πάρη την καλή στροφή, να μετανοήση. Άλλοτε μπορεί να είναι ενάρετος και να μην ευωδιάσουν, για να μην πέση στην υπερηφάνεια. Άλλοτε σε έναν ενάρετο ευωδιάζουν τα Λείψανα ενός Αγίου, σαν να του δίνη ο Άγιος ένα κέρασμα!

Γέροντα, μερικοί αμφιβάλλουν για την ευωδία των ιερών Λειψάνων.
Η λογική φταίει. Τα Λείψανα των Αγίων έχουν Χάρη Θεού. Χειμώνα καιρό ο τόπος κοντά στην «Παναγούδα» [το όνομα του κελλιού του οσίου Παϊσίου] ευωδιάζει. Και στα Κατουνάκια που ήμουν, κοντά στον «Άγιο Βασίλειο», ευωδίαζε ο τόπος σε ένα σημείο. Δεν υπάρχει πια Κελλί εκεί· μόνον κάτι πέτρες. Πόσα άγια Λείψανα θα βρίσκωνται και σ’ εκείνο το μέρος! Και ποιος ξέρει πότε ο Θεός θα τα παρουσιάση!

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΖΗΝΟΒΙΟΣ ΚΑΙ ΖΗΝΟΒΙΑ

 

 


Τη μνήμη των Αγίων Ζηνοβίου και Ζηνοβίας, των αδελφών τιμά σήμερα, 30 Οκτωβρίου, η Εκκλησία μας. Οι Άγιοι Ζηνόβιος και Ζηνοβία έζησαν και μαρτύρησαν την εποχή του Διοκλητιανού. Τα δύο αδέρφια κατάγονταν από τις Αίγες της Κιλικίας και προέρχονταν από οικογένεια πλούσια και ευσεβή.
 Ο Ζηνόβιος ήταν ιατρός και εξασκούσε την επιστήμη του αφιλοκερδώς. Τα δύο αδέρφια ασκούσαν μεγάλο φιλανθρωπικό έργο και αυτό προκάλεσε την οργή των ειδωλολατρών και συγκεκριμένα του ηγεμόνα Λυσία, ο οποίος διέταξε τη σύλληψη του Ζηνόβιου.
Κατά τη διάρκεια της φυλάκισης του προσήλθε οικειοθελώς στις αρχές και η αδερφή του η Ζηνοβία με την επιθυμία να συμμαρτυρήσει με τον αδελφό της. Και οι δύο θανατώθηκαν με αποκεφαλισμό κατόπιν βασανιστηρίων το 285 μ.Χ.
Σημείωση: Κατ, άλλη εκδοχή ο Ζηνόβιος μαρτύρησε επί Διοκλητιανού.  Γεννήθηκε από γονείς ευσεβείς τον Ζηνόδοτο και τη Θέκλα, και πως, όταν μεγάλωσε έγινε επίσκοπος Αιγών, επιτελώντας πολλά θαύματα.
Απολυτίκιο:
Ήχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.
Ως θείοι αυτάδελφοι ομονοούντες καλώς, Ζηνόβιε ένδοξε και Ζηνοβία σεμνή, συμφώνως αθλήσατε όθεν και των στεφανών των αφθάρτων τυχόντες, δόξης ακαταλύτου ηξιώθητε, άμα εκλάμποντες τοις εν κόσμω χάριν ιάσεων.

Παρασκευή 29 Οκτωβρίου 2021

Η ΚΑΜΠΑΝΑ

 

kamp.istor

Τα ’μαθες, παππού; Από ’δώ κι εμπρός τα μαγαζιά θ’ ανοίγουν και τις Κυριακές.

–Τι λες, παιδάκι μου, στύλωσε με απορία και έκπληξη τα γεροντικά, θολωμένα απ’ τα χρόνια μάτια του πάνω στον εγγονό του ο μπαρμπα-Δημητρός.

–Ναι, παππού, είναι απόφαση του Υπουργού.
–Άλλο και τούτο. Και γιατί, μαθές, αυτό; Πως του ’ρθε να βγάλει τέτοια απόφαση;
–Είναι νόμος του κράτους, παππού. Κάποιες Κυριακές το χρόνο τα καταστήματα μπορούν να παραμένουν ανοιχτά, να πηγαίνει ο κόσμος να ψωνίζει.
–Δηλαδή, θες να πεις, θα χτυπά η καμπάνα το πρωί, και ο κόσμος θα βγαίνει για την αγορά;
–Ε, κάπως έτσι…

Κούνησε το κεφάλι του λυπημένος ο γέροντας. Χαμήλωσε κουρασμένο το βλέμμα του, έμεινε για λίγο σκεφτικός, κι έπειτα, χωρίς να το σηκώσει πάλι, μονολόγησε:
–Δεν πάμε καλά. Το λέω εγώ. Θα μας χάσει ο Θεός!
Και βύθισε πιότερο το κεφάλι στο στέρνο του.
–Παππού, θυμάσαι – τον έβγαλε απ’ τον μελαγχολικό του βυθισμό ο εγγονός – θυμάσαι που ερχόμασταν μέρες Πάσχα στο χωριό, όταν ήμουν στο Δημοτικό, κι έτρεχα με τα άλλα παιδιά ποιός θα χτυπήσει την καμπάνα Μ. Παρασκευή, όλη τη μέρα πένθιμα, και μετά, την Ανάσταση…; Τι γινόταν τότε!… Ε, θυμάσαι;
–Αχ, καλό μου παιδί, εσύ μόνο αυτό θυμάσαι! Φυσικό είναι. Στην πόλη μεγάλωσες, δε νογάς τι θα πει ο ήχος της καμπάνας. Για μας στο χωριό τα χρόνια εκείνα ξέρεις τι ήταν η καμπάνα; Όλη η ζωή μας με την καμπάνα κυλούσε. Θες χαρά, θες γάμος, θες πανηγύρι, θες θλίψη και πένθος, κίνδυνος, φωτιά, μάζωξη του χωριού στην πλατεία, όλα με την καμπάνα σημαίνουνταν. Με την καμπάνα της εκκλησιάς. Καταλαβαίνεις τι θα πει αυτό; Η εκκλησιά ήταν η μάνα μας, και η καμπάνα η φωνή της. Έτσι τη νιώθαμε, γιόκα μου. Μιλούσε ο ήχος της. Με πιάνεις; Μιλούσε… Να, τώρα δα, μου ʼρθε στη σκέψη και ο Παναής…
–Ποιός είπες, παππού;

–Ξέρεις τι θαύμα έγινε με δαύτον τον άνθρωπο, παλληκάρι μου, με την καμπάνα; Σαν τώρα θυμάμαι τα λόγια του, που μας διηγιόταν στην πλατεία του χωριού…
Ο Παναής, που λες, ήταν φοβερός άνθρωπος. Αγρίμι σωστό. Αλειτούργητος και αλιβάνιστος. Τσομπάνης πάνω στο βουνό, με τις στάνες του καταγίνουνταν ολοχρονίς. Το πόδι του είχε χρόνια ολόκληρα να το πατήσει στην εκκλησιά.

«Δεν πατάω εγώ στο μαγαζί του παπά», έλεγε.

Δεν ξέρω, κάτι, φαίνεται, παλιά, μια παραξήγηση, κι ούτε απ’ έξω απ’ την εκκλησιά δεν ήθελε να περάσει, ένα σταυρό να κάνει ο βλογημένος! Αλειτούργητος χρόνια και ακοινώνητος, παιδί μου. Είχε αγριέψει το πρόσωπό του. Κι απ’ την κοινωνία μέσα ξεχωρίστηκε, σαν – τι να πω; – σαν αφορεσμένος εκεί πα στο βουνό, αλάργα, στις στάνες…
Αυτόν, που λες, τον Παναή, μια μέρα τον είδαμε στην εκκλησιά. Κοιταχτήκαμε αναμεταξύ μας. Τι έπαθε ο Παναής; Το κεφάλι χαμηλά, αξύριστο, άλουστο το πρόσωπό του, κι ούτε που το σήκωνε μια στάλα. Κάθισε σ’ όλη τη Λειτουργία και μετά έφυγε σαν κυνηγημένος. Και την άλλη φορά πάλι, και πάλι. Πρώτος στην εκκλησιά ο Παναής. Ημέρεψε το πρόσωπό του. Για καιρό όμως δε μιλούσε. Μιλιά, σου λέω. Έπειτα από καιρό μας βρήκε στην πλατεία. Τον φωνάξαμε για καφέ κι εκεί μας τα ’πε όλα.
–Τι είπε, παππού;
–Σαν τώρα θυμούμαι τα λόγια του:
«Τι ’ναι αυτό που μου γίνηκε, ωρέ παιδιά; Δεν μπορώ να το γροικήσω. Μπορείτε σεις να μου το ξηγήσετε;

Ήμαν, μαθές, πάνω κει κι έβοσκα τα πρόβατα. Απόβραδο, και θα τα ’μπαζα σε λίγο στη στάνη. Έκατσα μια στιγμή στο χορτάρι, έτσι φρέσκο που ’ταν, Απρίλης μήνας βλέπεις. Φύσαε στρωτό μαϊστράλι. Πεθαμένους ανάσταινε, τέτοια φυσηματιά. Έτσι με ’σύχασε αυτό το απόγι και δεν έλεα να σηκωθώ απ’ εκεί.

Και τότε ήταν… Ήρθε στ’ αυτιά μου η καμπάνα. Η καμπάνα του αϊ-Γιώργη, εδώ, της εκκλησιάς. Μπας και πρώτη φορά τη γροικούσα; Κάθε μέρα δε χτύπαγε; Ε, σας λέω, πρώτη φορά τη γροίκησα. Δηλαδή, πως να σ’ το πω, βάρεσε μέσα μου ο χτύπος, κατάλαβες; Τινάχτηκα πάνου. Για μένα βαράει η καμπάνα, είπα. Για μένα! Το ’νιωθα αυτό το πράμα, κατάλαβες; Κι αμέσως, σαν – τι να πω; – σα λιβάνι να μου ’ρθε. Έπαθα, σου λέω! Μ’ έπιασαν τα δάκρυα. Για μένα βαράει η καμπάνα, έλεγα, για μένα! Να, αυτό έπαθα. Μπορείς τώρα συ να το ξηγήσεις;».

Αυτά είπε ο Παναής. Και τότε, που λες, γιόκα μου, σηκώθηκε ο γεροντότερος και στάθηκε αναμεσό μας κι έδωσε ερμηνεία: «Αυτό, χωριανοί, δεν είναι τυχαίο πράμα. Παναή, αυτή δεν ήταν η φωνή της καμπάνας. Ήταν η φωνή του Θεού! Κατάλαβες; Με τη φωνή της καμπάνας σου μίλησε ο Θεός. Σου ’δωσε νόημα ο Θεός να σε μπάσει στην εκκλησιά. Πως συ σφυράς και μπάζεις τα πρόβατα στη στάνη; Έτσι και ο Θεός. Και το ’πιασες, Παναή, το νόημα. Το ’πιασες! Και δεν είσαι τώρα ο αλειτούργητος και ο ακοινώνητος. Κατάλαβες, αυτό ήταν».
–Αυτό ήταν, γιόκα μου. Η καμπάνα! Και τώρα μου λες, θα σημαίνει την Κυριακή το πρωί, και ο κόσμος θα βγαίνει στην αγορά για ψώνια. Αχ, και θα μας χάσει ο Θεός, παλληκάρι μου. Τι να πω, δεν ξέρω…

ΑΓΙΟΣ ΣΩΦΡΟΝΙΟΣ ΤΟΥ ΕΣΣΕΞ:ΜΕΙΝΕΤΕ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΚΑΙ ΣΤΟΝ ΑΓΩΝΑ ΝΑ ΠΕΡΑΣΕΤΕ ΤΗ ΜΕΡΑ ΣΑΣ ΧΩΡΙΣ ΑΜΑΡΤΙΑ

 

 «Καταξίωσον, Κύριε, εν τη ημέρα ταύτη αναμαρτήτους φυλαχθήναι υμάς». Πολλές φορές επανέλαβα αυτή την προσευχή της Εκκλησίας. Η επί γης αναμάρτητη ζωή μας ανοίγει τις πύλες του Ουρανού!

Δεν είναι ο πλούτος των γνώσεων που σώζει τον άνθρωπο. Είναι η αναμάρτητη ζωή που μας προετοιμάζει για τη ζωή με τον Θεό στον μέλλοντα αιώνα. Η Χάρη του Αγίου Πνεύματος μας διδάσκει τις αιώνιες αλήθειες κατά το μέτρο που ζούμε σύμφωνα με τις εντολές: «Αγαπήσεις τον Θεό σου, τον Δημιουργό σου, με όλο το είναι σου και αγαπήσεις τον πλησίον σου ως σεαυτόν». Ναι, κρατείτε πάντοτε αυτές τις εντολές!

Πώς να περάσουμε μια μέρα χωρίς αμαρτία, δηλαδή αγία; Να το καθημερινό πρόβλημά μας. Πώς να μεταμορφώσουμε το είναι μας, το φρόνημα, τα αισθήματα, τις ίδιες τις φυσικές αντιδράσεις μας, ώστε να μην αμαρτήσουμε ενάντια στον Ουράνιο Πατέρα μας, στον Χριστό, στο Άγιο Πνεύμα, στην ανθρώπινη υπόσταση, στον αδελφό μας και σε κάθε πράγμα σ’ αυτή τη ζωή;

Μείνετε στην προσευχή, μείνετε στον αγώνα, να περάσετε τη μέρα σας χωρίς αμαρτία. Όλα τα υπόλοιπα θα δοθούν από τον Ίδιο τον Θεό!

H ΚΑΛΛΙΕΡΓΕΙΑ ΤΗΣ ΚΑΡΔΙΑΣ

 Η καλλιέργεια της καρδιάς... - ΒΗΜΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ

To xωράφι δεν καλλιεργείται κοιτάζοντάς το , ούτε με μαγικά. Θέλει κόπο, ιδρώτα, πόνο, δυσκολία, επιθυμία και αποφασιστικότητα.

Το ίδιο είναι και η ανθρώπινη καρδιά. Δεν αλλάζουμε κάνοντας μόνο κάποιες εξωτερικά τυπικές θρησκευτικές πράξεις. Η καλλιέργεια της καρδιάς θέλει μάχες με τον εαυτό και τα πάθη και κραυγή προς τον Χριστό για να έρθουνε οι αλλαγές. Μακάριοι οι άνθρωποι που αγωνίζονται να αλλάξουν και να μεταμορφώσουν την καρδιά τους ώστε να αλλάξουν υπαρξιακό προσανατολισμό.

Στη διάρκεια της ζωής μας περνάμε όλα τα στάδια που περιγράφει ο Κύριος στην παραβολή του Σπορέως. Πολλές φορές δεν θέλουμε να ακούσουμε , άλλες στιγμές πετρώνει η καρδιά μας, άλλες φορές ακόμα έρχονται μέριμνες που δεν αντέχουμε και μας κλέβουν τη ζωή. Το θέμα είναι να παλέψουμε να καλλιεργήσουμε και να διατηρήσουμε την καρδιά μας γή αγαθή και για να γίνει αυτό θέλει πάλη και αγώνα.

Σε ποιά κατάσταση θα μας βρει ο θάνατος και η μεγάλη συνάντηση με τον Χριστό; Τί χωράφι θα προσφέρουμε για να προστεθεί στην έκταση του παραδείσου; Έκταση με πέτρες,  αγκάθια και σκληρό έδαφος ή γη αγαθή ανθισμένη με αρετές;

 Η ομορφιά της ζωής έγκειται στο γεγονός ότι θα γίνει τελικά αυτό που θέλουμε, όπως το θέλουμε και μάλιστα με Θεία βοήθεια. Αυτό που θα κάνουμε και θα αποφασίσουμε θα το πράξουμε με τον τρόπο του Χριστού ή του κόσμου τούτου;  Έχουμε αυτεξούσιο και ελευθερία, αλλά αυτό δίνει βάρος ευθύνης στις επιλογές μας , γι’αυτό και η κρίση θα είναι η αποκάλυψη του αποτελέσματος των επιλογών μας.  Έχουμε αδυναμίες,  τουλάχιστον όμως  ας τις αναγνωρίσουμε ως πρόβλημα και όχι να τις προβάλουμε ως άλλοθι. Ο αγωνιστής δεν κοιτάει να κρυφτεί σε δικαιολογίες και άλλοθι, αλλά αντιμετωπίζει τα προβλήματα με σθένος , αγάπη, θυσία και αγωνιστικότητα.

Επαγρύπνηση και πάλη σε όλα τα μέτωπα, όχι μόνο γιατί θέλουμε νίκες εναντίον κάποιου εχθρού αλλά και για να μην χάσουμε την κοινωνία με το πρόσωπο Εκείνου.

π.Σπυρίδων Σκουτής

 

Η ΕΥΚΑΙΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΕΗΜΟΣΥΝΗΣ

 

Ο Θεός δε χρειάζεται τίποτε. Ευφραίνεται, όμως, όταν δει κάποιον να αναπαύει την εικόνα του και να την τιμά για την αγάπη του.

Όταν έλθει κάποιος και σου ζητήσει αυτό που έχεις, μην πεις μέσα στην καρδία σου ότι θα το κρατήσω αυτό για μένα, για να με αναπαύει, και ότι ο Θεός θα ικανοποιήσει την ανάγκη του αδελφού με άλλο τρόπο.
Γιατί αυτά τα λόγια τα λένε οι άδικοι που δεν γνωρίζουν το Θεό.

Ο δίκαιος και ενάρετος άνθρωπος την τιμή που του έκανε ο ενδεής αδελφός του δεν την μεταβιβάζει σε άλλον, ούτε την ευκαιρία της ελεημοσύνης θα επιτρέψει στον εαυτό του να την χάσει. Ο φτωχός και ενδεής άνθρωπος λαμβάνει τα αναγκαία από τον Θεό, διότι κανέναν δεν εγκαταλείπει ο Κύριος. Συ όμως, που θέλησες να αναπαύσεις τον εαυτό σου μάλλον παρά το φτωχό αδελφό σου, αποποιήθηκες την τιμή που σου έκαμε ο Θεός και απομάκρυνες τη χάρη του από σένα.

Όταν λοιπόν δώσεις ελεημοσύνη, να ευφραίνεσαι και να πεις: Δόξα σοι ο Θεός, που με αξίωσες να βρω κάποιον να αναπαύσω. Όταν όμως δεν έχεις τι να δώσεις, μάλλον να χαρείς και να πεις ευχαριστώντας το Θεό: Σε ευχαριστώ, Θεέ μου, που μού ‘δωσες αυτή τη χάρη και την τιμή να γίνω φτωχός για το όνομά σου, και που με αξίωσες να γευθώ τη θλίψη της σωματικής αδυναμίας και της φτώχειας, που όρισες στο στενό δρόμο των εντολών σου, όπως τη γεύθηκαν οι άγιοί σου, που περπάτησαν αυτό το δρόμο.

H ΑΓΙΑ ΑΝΑΣΤΑΣΙΑ Η ΡΩΜΑΙΑ

 


Τη μνήμη της Οσίας Αναστασίας της Ρωμαίας τιμά σήμερα, 29 Οκτωβρίου, η Εκκλησία μας. Η Οσία Αναστασία έζησε στα χρόνια του Δεκίου (κατ’ άλλους του Διοκλητιανού) και Bαλλεριανού και καταγόταν από τη Ρώμη. Όταν πέθαναν οι πλούσιοι γονείς της, διαμοίρασε την περιουσία που κληρονόμησε στους φτωχούς και αποσύρθηκε σε μοναστήρι.
Όταν τη συνέλαβε ο ηγεμόνας Πρόβος (περί το 256 μ.Χ.), υπενθύμισε στην Αναστασία την ανθηρή νεότητα της, για την οποία θα έπρεπε να αρνηθεί το Χριστό.
Τότε, δυναμική υπήρξε η απάντηση της Αναστασίας: «Εγώ, είπε, μία ωραιότητα και νεότητα γνωρίζω, εκείνη που δίνει ο Χριστός στις πιστές και γενναίες ψυχές, που προτιμούν γι’ Αυτόν το θάνατο αντί άλλων εγκόσμιων αγαθών, όταν αυτά προτείνονται για την προδοσία του Θεού τους. Πλούτη είχα άφθονα.
Δεν τα θέλησα. Αλλά το Χριστό μου τον θέλω και απ’ Αυτόν καμία δύναμη δε θα μπορέσει να με χωρίσει. Αν αμφιβάλλεις, δοκίμασε».
Εξαγριωμένος από την απάντηση ο Πρόβος, τη μαστίγωσε στο πρόσωπο και την άπλωσε σε αναμμένα κάρβουνα. Έπειτα, την κρέμασε και της έσκισε το σώμα. Μετά έκοψε τους μαστούς της, ξερίζωσε τα νύχια της και τελικά την αποκεφάλισε. Έτσι, η Αναστασία πήρε τον αμαράντινο στέφανο του μαρτυρίου.
Απολυτίκιο:
Ήχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε
Ασκήσει εκλάμψασα ώσπερ παρθένος σεμνή αθλήσεως αίμασι την της αγνείας στολήν ενθέως εφοίνιξας όθεν, Αναστασία, ως οσία και μάρτυς, χάριτας ιαμάτων αποστράπτεις εν κόσμω πρεσβεύουσα τω Σωτήρι υπέρ των ψυχών ημών.

ΜΑΘΡΑΚΙ:Ο ΜΟΝΑΔΙΚΟΣ ΜΑΘΗΤΗΣ ΠΟΥ ΠΑΡΕΛΑΣΕ ΣΤΟ ΑΚΡΙΤΙΚΟ ΝΗΣΙ

 

Ο Τάσος μιλάει τρεις ξένες γλώσσες – Η οικογένεια του, ορμώμενη από τη Θεσσαλονίκη, ήταν για πολλά χρόνια στην Αμερική, και μετά στη Γερμανία – Σήμερα ο μικρός Τάσος στέλνει το δικό του μήνυμα σε όλους τους απανταχού Έλληνες στο κόσμο

Ιδιαίτερα συγκινητική στιγμή σήμερα, ανήμερα της εθνικής επετείου της 28ης Οκτωβρίου, 21 χρόνια μετά την τελευταία παρέλαση στο Μαθράκι, ο 9χρονος Τάσος, ο μοναδικός μαθητής του ακριτικού νησιού, παρέλασε κρατώντας την γαλανόλευκη σημαία, μπροστά στους περίπου 35 μόνιμους κατοίκους, που έχουν γίνει δεύτερη οικογένειά του.

Ο μικρός Τάσος ήρθε με τη μητέρα του στο νησί το καλοκαίρι και έμελλε να δώσει ζωή στον τόπο. Έναν τόπο απαράμιλλης ομορφιάς, που όμως οι περισσότεροι κάτοικοί του τον εγκατέλειψαν λόγω μετανάστευσης και σήμερα αριθμούν περίπου 30 μόνιμοι κάτοικοι και αυτοί μεγάλης ηλικίας. Αφορμή για τη μετεγκατάσταση του μικρού Τάσου και της μητέρας του στο νησί στάθηκαν κάποιες φωτογραφίες του νησιού στο διαδίκτυο.

ΕΟΡΤΑΖΕΙ Η ΣΗΜΑΙΑ ΜΑΣ!

 

Τὸ σχολεῖο σήμερα ἐγέμισε σημαιοῦλες. Ἡ αὐλή, ἡ εἴσοδος, οἱ αἴθουσες, ὅλα εἶναι σημαιοστολισμένα. Παντοῦ βλέπεις σημαῖες τῆς ξηρᾶς καὶ σημαῖες τῆς θάλασσας. Εἶναι ἡ ἑορτὴ τῆς Σημαίας.

Ὁ δάσκαλος ἔχει τὰ παιδιὰ παρατεταγμένα στὸ προαύλιο τοῦ σχολείου. Ὁ σημαιοφόρος κρατεῖ τὴ σημαία καὶ ἐκεῖνα ἀκίνητα τὴ χαιρετοῦν.

Αὐτὴ κυματίζει. Ἐπάνω της λάμπει ὁ ἅγιος σταυρός. Ἕνας μαθητής, μὲ ὡραία φωνή, λέγει τὸ ποίημα τῆς Σημαίας.

Πάντα κι ὅπου σ’ ἀντικρύζω μὲ λαχτάρα σταματῶ

καὶ περήφανα δακρύζω, ταπεινὰ σὲ χαιρετῶ.

Σὲ θωρῶ κι ἀναθαρρεύω καὶ τὰ χέρια μου κτυπῶ.

Σὰν ἁγία σὲ λατρεύω, σὰν μητέρα σ’ ἀγαπῶ!

Ιωάννης Πολέμης

Ὕστερα μιλεῖ γιὰ τὴ Σημαία ὁ δάσκαλος. Μιλεῖ γιὰ τὸ γαλάζιο καὶ τὸ ἄσπρο της χρῶμα. Λέγει πὼς κυματίζει στὰ καράβια μας δοξασμένη ἀπὸ θάλασσα σὲ θάλασσα.

– Ὅταν τὴ βλέπετε, παιδιά μου, εἶναι σὰν νὰ βλέπετε τὴν Ἑλλάδα μας. Ὅπου τὴν ἀντικρύζετε, νὰ τὴ χαιρετᾶτε μὲ εὐλάβεια. Ὅταν μεγαλώσετε καὶ γίνετε στρατιῶτες, καὶ τὴ ζωή σας νὰ θυσιάζετε γι’ αὐτή.

Μὲ αὐτὰ τὰ ὡραῖα λόγια ἐτελείωσε τὴν ὁμιλία του ὁ δάσκαλος τὴν ἡμέρα, ποὺ ἦταν ἡ ἑορτὴ τῆς Σημαίας μας.

ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΓΙΑ ΤΟ ΕΠΟΣ ΤΟΥ '40 ΑΠΟ ΤΟ ΔΗΜΟΤΙΚΟ ΤΩΝ ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΗΡΙΩΝ ΤΗΣ Ι. Μ. ΠΕΙΡΑΙΩΣ

 

ekdilosi epos 15

Στην ανακαινισμένη μεγάλη αίθουσα Εκδηλώσεων των Εκπαιδευτηρίων της Ιεράς Μητροπόλεως Πειραιώς και τηρουμένων όλων των μέτρων που προβλέπονται από τις αρμόδιες υγειονομικές υπηρεσίες, πραγματοποιήθηκε σήμερα Τετάρτη 27 Οκτωβρίου 2021 η εορτή για την Εθνική επέτειο της 28ης Οκτωβρίου του 1940.

Τα παιδιά δημιούργησαν μια μοναδική ατμόσφαιρα, ικανή να ταξιδέψει τους γονείς που παρακολούθησαν την εκδήλωση στο έπος του ’40.

Τον Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Πειραιώς κ.Σεραφείμ εκπροσώπησε ο Πρωτοσύγκελλος της Ιεράς Μητροπόλεως Πανοσιολογιώτατος Αρχιμανδρίτης π.Νήφων Καπογιάννης. Την εκδήλωση χαιρέτισε ο Διευθυντής του Δημοτικού Σχολείου και μουσικός κ.Γιάννης Γρηγοράκης παρουσία των Διευθυντών των υπολοίπων βαθμίδων των Εκπαιδευτηρίων μας, της κας Μαρίας Τυράσκη (Παιδικού Σταθμού – Νηπιαγωγείου), της κας Κυριακής Κούβαρη (Γυμνασίου και Γενικής Διευθύντριας των Εκπαιδευτηρίων) και κας Μυρσίνης Σφαιρίδου (Λυκείου).

Η γιορτή, στο ξεκίνημα της οποίας έγινε η επίδοση των Αριστείων της χρονιάς που προηγήθηκε, πραγματοποιήθηκε από τους μαθητές των τμημάτων της Ε΄ και της ΣΤ΄ Δημοτικού.

Κατά τον σύντομο χαιρετισμό του ο εκπρόσωπος του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Πειραιώς κ.Σεραφείμ, Πανοσιολογιώτατος Αρχιμανδρίτης π.Νήφων Καπογιάννης Πρωτοσύγκελλος της Ιεράς Μητροπόλεως, μεταφέροντας τις ευχές και την Ευλογία του Σεβασμιωτάτου, αναφέρθηκε κυρίως στο θαύμα της εποποιίας του ‘40.

«Οι Έλληνες που έκαναν το έπος του ‘40 είχαν πραγματικά κυβερνήτη του Ελληνικού λαού, του Ελληνικού Κράτους τον Κύριό μας, τον Ιησού Χριστό, τον αληθινό Θεό και Σωτήρα», είπε αρχικά ο π.Νήφων, ενώ αναφερόμενος στις ιστορικές πηγές τόνισε πως «παντού φαίνεται ότι τα συστατικά της επιτυχίας ήταν η πίστη στον Θεό και η αδούλωτη καρδιά του Έλληνα η οποία παρέμενε αδούλωτη εδώ και 3.000 χρόνια με διαρκείς αγώνες».

«Εκεί αποδίδονται και τα θαύματα τα πολλά όπου οι στρατιώτες μας από την μεγάλη τους πίστη στον Θεό έβλεπαν την Παναγία να προπορεύεται στα αλβανικά βουνά, έβλεπαν την Αγία Βαρβάρα να σημαδεύει στο πυροβολικό, τον Άγιο Γεώργιο να κατευθύνει τους στρατιώτες, τους Αρχαγγέλους και άλλους πολλούς Αγίους να κατευθύνουν τις μάχες», είπε σε άλλο σημείο ο π.Νήφων, συμπληρώνοντας πως «τελικά αυτή η πίστη δίνει τη νίκη, αυτή η πίστη στον Θεό φέρνει την χαρά στις καρδιές των ανθρώπων».

«Υπάρχει ελπίδα», «υπάρχετε εσείς οι γονείς που αγαπάτε την Εκκλησία, που εμπιστεύεστε την Εκκλησία και που εμπιστεύεστε τα παιδιά σας σε αυτό εδώ το σχολείο. Υπάρχουν οι δάσκαλοι, οι καθηγητές οι οποίοι δίνουν την ψυχή τους πραγματικά όχι μόνο να διατηρήσουν ένα υψηλό εκπαιδευτικό επίπεδο σ' αυτό το σχολείο, αλλά ουσιαστικά να μορφώσουν Χριστό και Ελλάδα μέσα στις καρδιές των παιδιών», είπε ολοκληρώνοντας τον χαιρετισμό του ο π.Νήφων Καπογιάννης, ευχόμενος «τα παιδιά μας να έχουν πάντα καλή πρόοδο τόσο στα μαθήματά τους, όσο και στην εν Χριστώ πνευματική τους ζωή. Εύχομαι να ζήσουν πάντοτε σε όλη τους τη ζωή ειρηνικά, να μην χρειαστεί ποτέ να μπουν σε διαδικασίες να υπερασπιστούν με το αίμα τους την πατρίδα μας, αλλά και αν αυτό χρειαστεί είμαι βέβαιος ότι θα το κάνουν, γιατί σήμερα με αυτή την μεγαλειώδη γιορτή απέδειξαν ότι μέσα στις φλέβες τους κυλά αίμα ηρωικό», είπε καταλήγοντας.

Τις εντυπώσεις έκλεψε για ακόμη μια φορά η χορωδία των Εκπαιδευτηρίων μας υπό την διεύθυνση του κ.Γιάννη Γρηγοράκη, ενώ τα παιδιά ανανέωσαν το ραντεβού τους για αύριο στην παρέλαση η οποία θα πραγματοποιηθεί στο κέντρο της πόλεως του Πειραιά και στην οποία θα παρελάσουν με καμάρι και υπερηφάνεια όλες οι βαθμίδες των εκπαιδευτηρίων μας (Παιδικός Σταθμός – Νηπιαγωγείο, Δημοτικό Σχολείο, Γυμνάσιο και Λύκειο)

Τον πανηγυρικό της ημέρας εκφώνησε ο Διευθυντής του Δημοτικού Σχολείου κ.Γιάννης Γρηγοράκης ο οποίος – μεταξύ άλλων – τόνισε πως «οι αγωνιστές του 1940 απαιτούν από εμάς κάτι απλό: να σκύψουμε στην θυσία τους αντλώντας κάθε προβληματισμό και ερέθισμα που θα αποβεί χρήσιμο στη ζωή μας. Απαιτούν να μην επαναπαυτούμε στις δόξες του παρελθόντος». «Το μήνυμα του ‘’ΟΧΙ’’ καθίσταται αναγκαίο χρέος για όλους, εθνική επιταγή. Η κληρονομιά και ο αγώνας των προγόνων μας οφείλει να διατηρείται ως κόρη οφθαλμού από εμάς, αφού είμαστε οι φορείς μιας ιερής παράδοσης και κληρονόμοι ενός μοναδικού μεγαλείου».

Η εκδήλωση έκλεισε με τον Εθνικό μας Ύμνο.

ekdilosi epos 1

ekdilosi epos 1

ekdilosi epos 1

ekdilosi epos 1

ekdilosi epos 1

ekdilosi epos 1

ekdilosi epos 1

ekdilosi epos 1

ekdilosi epos 1

ekdilosi epos 1

ekdilosi epos 1

ekdilosi epos 1


ekdilosi epos 1

ekdilosi epos 1

28 ΟΚΤΩΒΡΙΟΥ:ΟΙ ΕΜΦΑΝΙΣΕΙΣ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ

 


 Καιρός να αναβαπτιστούμε με τα νάματα της πίστεως και της φιλοπατρίας του 1940.Ο άγων ήταν ιερός. Οι Έλληνες πολεμούσαν υπέρ Πί­στεως και Πατρίδος. Εγνώριζαν, ότι αν πατούσαν τον τόπο μας οι Φράγκοι, οι παπικοί θα μας νόθευαν την πίστι και θα μόλυναν την Ορθοδοξία.
Η παρουσία της στο Μέτωπο διαπιστώθηκε σε πολλές περιπτώσεις. Αναφέρομε μία, η οποία είχε γίνει κοντά μας στο αριστερό μέρος του Μετώπου, εκεί που ήτα­νε το άλλο τμήμα του Μετώπου, των ευζώνων. Συνέβη στον υπολοχαγό Νικόλαον Κάντζαρον. Στα χρόνια της Κατοχής είχα την ευκαιρία, να τον γνωρίσω στα Γιάννενα. Εκεί μου το διηγήθηκε και ο ίδιος.
Επειδή όμως δεν διέσωζα τις λεπτομέρειες, τον παρα­κάλεσα να μου τα γράψη. Παραθέτω την απάντησί του και την αναφορά που είχε κάμει τότε στο Διοικητή του. Ιδού το πλήρες κείμενο της απαντητικής επιστολής του και η αναφορά του:
Εν Ιωαννίνοις τη 3.2.1968
***
Πανοσιολογιώτατε,
Ο αδελφός μου Σωτήριος δι’ επιστολής του μοι διεβίβασε την υμετέραν παράκλησιν, όπως σας γράψω περί του υπ’ εμού οράματος της Θεοτόκου κατά τον Ελληνοϊταλικόν πόλεμον 1940-41…
Ετύγχανον Διμοιρίτης της Γ’ Διμοιρίας (2ου Λόχου, Ι Τάγματος, 40ου Συντάγματος Ευζώνων), ότε εις την περιοχήν Α’, του χωρίου Γκολέμι εν Β. Ηπείρω (Αλβανία) κατά μίαν προσωρινήν ανάπαυλαν του Τάγματος εν εφεδρεία, καθ’ ην δεν εδικαιολογείτο παραίσθησις ή ολιγοψυχία, συ­νέβη το όραμα. Θεωρώ λοιπόν επιβεβλημένον μου καθήκον να σας ε­νημερώσω περί του γεγονότος εκείνου.
Τούτο περιγράφεται εν τη υποβληθείση αναφορά μου, της οποίας ακριβές αντίγραφον σας εγκλείω.
Επειδή ως Χριστιανός δεν επιθυμώ θόρυβον περί το ό­νομά μου, παρακαλείσθε θερμότατα, όπως μείνω άγνωστος, πράγμα όπερ έχω και ως αρχήν.
Μετά σεβασμού
Νικόλαος Γκάτζαρος
Οδός Λόρδου Βύρωνος 9, Ιωάννινα
Αριθ. Δ.Υ.
Εν Τ.Τ. 712 τη 3η Μαρτίου 1941
Ο Ανθυπασπιστής Γκάτζαρος Νικόλαος
Προς
Το 1/40 Τάγμα Ευζώνων Ενταύθα
«Περί εμφανίσεως της Παναγίας και των δοθεισών μοι υπ’ Αυτής εντολών».
«Λαμβάνω την τιμήν να αναφέρω υμίν, ότι χθες Κυρια­κήν, 2 Μαρτίου έ.έ. και περί ώραν 8ην μ.μ. μετέβην εις τι παρακείμενον του καταυλισμού 2ου Λόχου Τάγματος Υμών μικρόν ύψωμα απέχον περί τα 300μέτρα, χάριν περιπά­του, αισθανθείς την ανάγκην κινήσεως. Μία μυστηριώδης δύναμις ωσάν να με ώθη προς τα εκεί. Ο αήρ έχει ήδη παύ­σει να φυσά και ο ουρανός ήτο αστερόης. Κατά την επι­στροφήν μου εις την σκηνήν, δεν έχω αριθμήση 10 βήμα­τα, ότε αιφνιδίως ενεφανίσθη εμπρός μου και μου ανέκοψε τον δρόμον μία γυνή μαυροφόρα έχουσα σεμνήν, την εμφάνισίν της. Το πρόσωπόν της διεκρίνετο χαρακτηριστικώς εις το βραδυνό ημίφως. Εις το θέαμα τούτο καταληφθείς εξ απροόπτου, κατ’ αρχάς εξεπλάγην, κατόπιν όμως αυτοστιγ­μεί συνήλθον εκ του τρόμου, επειδή εγνώριζον, ότι πολλάκις η Παναγία ενεφανίσθη είτε ως όραμα, είτε καθ’ ύπνον κατά τας πολεμικάς επιχειρήσεις του Στράτου μας.
Εγώ όλως μηχανικώς έλαβον θέσιν ημιγονυπετή, ίνα ασπασθώ την δεξιάν Της. Εκ της συγκινήσεως οι οφθαλ­μοί μου εδάκρυζον, οι πόδες και τα χείλη μου έτρεμον επί πολλήν ώραν. Ήκουσα να ομιλή: «Είμαι η Παναγία. Μη φοβείσαι παιδί μου, είπε! Εγώ ενεφανίσθην να σου είπω τρεις λόγους, τους οποίους να μη λησμονήσης:
1) Ο παρών πόλεμος εκηρύχθη απροκαλύπτως και αναιτίως υπό της Ιταλίας εναντίον της Ελλάδος. Θελήματί μου η Ελλάς θα εξέλθη τούτου νικηφόρως.
2) Ο πόλεμος ούτος εκηρύχθη εναντίον της Ελλάδος, ί­να γνωρίση ο κόσμος, ότι αφορμή τούτου είναι η απομάκρυνσίς του εκ της Χριστιανικής θρησκείας, καθ’ ην ύβρι­ζεν, εβλασφήμει τα θεία της και έρρεπε προς τον εκφυλισμόν και την ακολασίαν και ούτως συμμορφωθή, ίνα μάθη ότι υπάρχει και προΐσταται ο Θεός. Τρανώτατα δε τεκμήρια της υπάρξεως ταύτης είναι τα συχνά θαύματα των Αγίων της Εκκλησίας του Χριστού.
3) Έπρεπε να μάθη ο κόσμος, ότι ο δίκαιος πάντοτε υπε­ρισχύει της βίας.
Ανάφερε, λοιπόν, ταύτα και εγγράφως εις τον Διοικη­τήν σου, ίνα μη πτοηθή προ ουδενός κωλύματος, καθότι υπό την προστασίαν Μου ο Ελληνικός Στρατός θα νικήση!».
Μεθ’ ο εν τη εξαφανίσει Της οι οφθαλμοί μου εθαμβώθησαν.
Εν τέλει συνήλθον εν μέρει και κατηυθύνθην αμέσως εις την σκηνήν υμών, όπου έξωθι ταύτης ανέφερον υμίν το συμβάν προφορικώς.

Η ΠΡΟΣΦΟΡΑ ΤΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΣΤΟ ΕΠΟΣ ΤΟΥ 1940

 epos

Του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Μάνης κ. Χρυσοστόμου Γ´


Ἡ 28η Ὀκτωβρίου 1940, στὸ Ἐθνικὸ Μηναῖο, δὲν εἶναι μία ἁπλή, συνήθης ἡμερομηνία. Εἶναι ἡμεροχρονολογία ὁρόσημο. Γιατὶ εἶναι ἡ ἀρχὴ ἑνὸς ἄνισου καὶ ἄδικου πολέμου κατὰ τῆς Ἑλλάδος.

Ὁ Γολιὰθ παλεύει μὲ τὸν Δαβίδ. Ὁ Νέστωρ μὲ τὸν Λυαῖο. Ἀλλ᾿ ἡ μικρὴ Ἑλλάδα νικᾶ καὶ θριαμβεύει καὶ μεγαλουργεῖ.

Φθάνει ὥστε νὰ διακηρύξουν γι᾿ αὐτὴν ὅτι: «Ἕως τώρα ἐλέγαμε ὅτι οἱ Ἕλληνες πολεμοῦν σὰν ἥρωες. Τώρα θὰ λέγομεν ὅτι οἱ ἥρωες πολεμοῦν σὰν Ἕλληνες».

Θαῦμα ἦταν ἡ ἐποποιΐα τοῦ ΄40. Θαῦμα μὲ τὴν βοήθεια τῆς προστάτιδος τοῦ Ἔθνους, τῆς Παναγίας, τῆς «Ὑπερμάχου Στρατηγοῦ», γι᾿ αὐτὸ καὶ σήμερα τὴν ἑορτάζουμε, τὴν εὐχαριστοῦμε καὶ τὴν εὐγνωμονοῦμε. Τὴν Ἁγία Σκέπη.

Ἀνοίγοντας τὸ Ἐθνικὸ αὐτὸ Μηναῖο θὰ σταθοῦμε στὸ κεφάλαιο: Ἡ προσφορὰ τῆς ἐκκλησίας στὸ ἔπος τοῦ ΄40.

Τυγχάνει ἀναμφισβήτητο γεγονὸς ὅτι ὁ ἑλληνικὸς στρατὸς ἔδειξε ἀκατάβλητο ἡρωϊσμό. Ἀλλὰ ἀπὸ ποία πηγὴ ἀντλοῦσε ἡρωϊσμὸ καὶ ἐπετέλεσε τὸ θαῦμα αὐτὸ τοῦ 1940; Ἡ πηγὴ ἦταν ἡ πίστη στὸ Θεό. Αὐτὴ ἡ δυνατὴ πίστη ἔδωσε τὴν πνευματικὴ ἰσχὺ σ᾿ ὅλο τὸ μέτωπο.

Ἀκριβῶς ἐδῶ προβάλλει ἡ ἀνεκτίμητη προσφορὰ τῆς μάνας Ἐκκλησίας. Ἀπὸ τὸν τότε Ἀρχιεπίσκοπο Χρύσανθο, τὴν μεγάλη ἐκκλησιαστικὴ καὶ ἐθνικὴ φυσιογνωμία, μέχρι τὸν ἡρωϊκὸ ἱερέα πάνω στὰ βουνὰ στὴ δίνη τῶν πολεμικῶν ἐπιχειρήσεων.

Διεκήρυττε, ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Χρύσανθος, στὸ Διάγγελμά του πρὸς τὸν Ἑλληνικὸ λαό, στὶς 28 Ὀκτωβρίου τοῦ 1940:

Τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά.

Ἡ Α. Μ. ὁ Βασιλεὺς καὶ ὁ πρόεδρος τῆς Ἐθνικῆς ἡμῶν Κυβερνήσεως, καλοῦν ἡμᾶς πάντας ἵνα ἀποδυθῶμεν εἰς Ἅγιον ὑπὲρ Πίστεως καὶ Πατρίδος ἀμυντικὸν ἀγῶνα.

Ἡ Ἐκκλησία εὐλογεῖ τὰ ὅπλα τὰ ἱερὰ καὶ πέποιθεν ὅτι τὰ τέκνα τῆς Πατρίδος εὐπειθῆ εἰς τὸ κάλεσμα Αὐτῆς καὶ τοῦ Θεοῦ θὰ σπεύσουν ἐν μίᾳ ψυχῇ καὶ καρδίᾳ νὰ ἀγωνισθοῦν ὑπὲρ βωμῶν καὶ ἑστιῶν καὶ τῆς Ἐλευθερίας καὶ τιμῆς καὶ θὰ συνεχίσουν οὕτω τὴν ἀπ᾿ αἰώνων πολλῶν ἀδιάκοπτον σειρὰν τῶν τιμίων καὶ ἐνδόξων ἀγώνων καὶ θὰ προτιμήσουν τὸν ὡραῖον θάνατον ἀπὸ τὴν ἄσχημον ζωὴν τῆς δουλείας.

Καὶ μὴ φοβούμεθα ἀπὸ τῶν ἀποκτεινόντων τὸ σῶμα, τὴν δὲ ψυχὴν μὴ δυναμένων ἀποκτεῖναι, ἂς φοβούμεθα δὲ μᾶλλον τὸν δυνάμενον καὶ ψυχὴν καὶ σῶμα ἀπολέσαι. Ἐπιρρίψωμεν ἐπὶ Κύριον τὴν μέριμναν ἡμῶν καὶ αὐτὸς θὰ εἶναι βοηθὸς καὶ ἀντιλήπτωρ ἐν τῇ ἀμύνῃ κατὰ τὴς ἀδίκου ἐπιθέσεως τῶν ἐχθρῶν.

Οὗτοι ἐν ἄρμασι καὶ οὗτοι ἐν ἵπποις, ἡμεῖς δὲ ἐν ὀνόματι Κυρίου τοῦ Θεοῦ καὶ ἐν τῆ γενναιότητι καὶ ἀνδρείᾳ μεγαλυνθησόμεθα. Ἡ Χάρις τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ καὶ ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ καὶ Πατρὸς ἐπὶ πάντων ἡμῶν.

Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Ἀθηνῶν καὶ πάσης Ἑλλάδος

ΧΡΥΣΑΝΘΟΣ

Προσέτι ἡ Ἱερὰ Ἀρχιεπισκοπὴ Ἀθηνῶν ἐξαπέλυσε πρὸς τὸν Ἱερὸ Κλῆρο τὴν κάτωθι Ἐγκύκλιο:

«Ὡς γνωστὸν τὸ Ἔθνος ἐκηρύχθη ἐν ἐπιστρατεύσει... Εἰς τὴν πρόσκλησιν ταύτην δὲν πρέπει νὰ ὑστερήσῃ ὁ Ἱερὸς Κλῆρος, ὁ ὁποῖος εἰς πᾶσαν ἐθνικὴν περιπέτειαν πρωτηγωνίστησεν...

Ὅθεν... παρακαλοῦμεν πάντας ὑμᾶς, ὅπως μὴ ἀπομακρύνησθε τῶν ἐνοριῶν καὶ τῶν Ἱερῶν Ναῶν ὑμῶν, παρέχοντες πάντοτε πρόθυμον τὴν ὑμετέραν συνδρομὴν καὶ βοήθειαν εἰς τοὺς εὐσεβεῖς ἡμῶν ἐνορίτας, ἐνθαρρύνοντες καὶ παρηγοροῦντες αὐτοὺς καὶ προφρόνως συντρέχοντες εἰς τὰς ἀνάγκας αὐτῶν, ὅπου ζητηθῇ ἡ ὑμετέρα ἀρωγὴ καὶ ἀντίληψις, προσκαρερῆτε δὲ τῇ προσευχῇ καὶ τῇ δεήσει, τακτικῶς καὶ ἀνελλιπῶς ἐν πάσῃ εὐλαβείᾳ καὶ ἐν φόβῳ Θεοῦ ἐπιτελοῦντες καθ᾿ ἑκάστην πρωτίστως μὲν ἁπάσας τὰς ἐνδιατάκτους Ἀκολουθίας Ἑσπερινοῦ, Ὄρθρου καὶ Λειτουργίας, ἰδίᾳ δὲ καὶ καθ᾿ ἑκάστην ἑσπέραν τελῆτε τὴν Ἀκολουθίαν τῆς Παρακλήσεως «Ὑπὲρ εἰρήνης καὶ καταστάσεως τοῦ σύμπαντος κόσμου, εὐσταθείας τῶν Ἁγίων τοῦ Θεοῦ Ἐκκλησιῶν, Ὑπέρ... εὐοδώσεως καὶ ἐνισχύσεως τοῦ φιλοχρίστου κατὰ γῆν, θάλασσαν καὶ ἀέρα Στρατοῦ ἡμῶν, διαφυλάξεως, σκέπης, βοηθείας καὶ ἀντιλήψεως τοῦ εὐσεβοῦς ἡμῶν Ἔθνους...».

Εἰδικότερα, οἱ Ἀρχιερεῖς εἴτε μὲ τὸν θαρρετὸ λόγο τους, εἴτε μὲ τὶς Ἐγκυκλίους τους πρωτίστως μὲ τὴν παρουσία τους ἐνεθάρρυναν τὸν Ἑλληνικὸ στρατό, νὰ μὴν περιπέσει σὲ ἡττοπάθεια, συνέδραμον ποικιλοτρόπως σὲ πολλὰ ἐπίπεδα ὥστε νὰ ἀντιμετωπισθεῖ τὸ ἄδικον τοῦ πολέμου καὶ νὰ προστατευθεῖ ἡ ἀκεραιότητα καὶ ἡ τιμὴ τῆς πατρίδος.

Ὁ εἰδικὸς Τόμος ὑπὸ τὸν τίτλον «Μνῆμες καὶ Μαρτυρίες ἀπὸ τὸ ΄40 καὶ τὴν Κατοχή, ἡ προσφορὰ τῆς Ἐκκλησίας τὸ 1940-1944», ἔκδοση τοῦ Κλάδου Ἐκδόσεων Ἐπικοινωνιακῆς καὶ Μορφωτικῆς Ὑπηρεσίας τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος, Ἀθήνα 2000 ἀναγράφει πολλὰ στοιχεῖα γιὰ τὴν ὅλη δράση τῶν Ἑλλήνων Ἀρχιερέων, τὸν ἀγῶνα στὸ Μέτωπο καὶ τὶς θυσίες τους.

Ἐπίσης οἱ ἱερεῖς, οἱ διάκονοι, οἱ μοναχοὶ ἦταν παντοῦ. Οἱ στρατιωτικὲς μονάδες ξεκίνησαν γιὰ τὴν Πίνδο, τὸ Καλπάκι καὶ τὶς ἄλλες βουνοκορφὲς μαζὶ μὲ τοὺς ἱερεῖς τους.

Οἱ ἀξιωματικοὶ καὶ οἱ στρατιῶτες τοὺς ἔβλεπαν νύκτα καὶ μέρα ὡς πνευματικοὺς πατέρες καὶ ἀρχηγούς τους. Ἀκόμη καὶ στὰ χαρακώματα ἐπήγαιναν οἱ κληρικοί μας γιὰ νὰ τονώσουν πνευματικὰ τὸν Ἕλληνα πολεμιστή.

Καθ᾿ ὅλην τὴν διάρκεια ποὺ κράτησε ὁ ἀγώνας οἱ Ἕλληνες ἱερεῖς, γενναῖοι καὶ ἀτρόμητοι, ὡπλισμένοι μὲ τὸν «θώρακα τῆς πίστεως» δὲν ἐλογάριασαν στερήσεις, πεῖνα, κρύο, βροχές, χιόνια, κρυοπαγήματα, βομβαρδισμοὺς καὶ πολυβολισμούς.

Μὲ πολὺ ζῆλο καὶ ἀκατάβλητη δραστηριότητα γύριζαν τὶς μεγάλες καὶ τὶς μικρὲς μονάδες τοῦ στρατοῦ καὶ ἐπιτελοῦσαν τὸ ὑπέροχον ἔργον τῆς ψυχικῆς τόνωσης. Ἦταν ἐκεῖ. Δίπλα στὸν Ἕλληνα πολεμιστὴ στρατιώτη.

Χιλιάδες ἐθνικοθρησκευτικὰ κηρύγματα ἔγιναν ἀπὸ τοὺς ἱερεῖς τὸ ἑξάμηνον τοῦ ἀγῶνα. Ἕνα πλῆθος λειτουργίες ἐτελέσθησαν. Τόσοι καὶ τόσοι πολεμιστὲς ἐξωμολογήθησαν καὶ κοινώνησαν.

Ἀμέτρητα χριστιανικὰ ἔντυπα καὶ βιβλία, ἀλλὰ καὶ εἰκόνες τῆς Ὑπερμάχου Στρατηγοῦ τῆς Παναγίας, ἐμοιράσθησαν στοὺς ἀξιωματικοὺς καὶ τοὺς στρατιώτας. Τραυματιζόντουσαν οἱ στρατιῶτες· καὶ πάλιν ἐκεῖ παρὰ τὸ πλευρόν τους ὁ ἱερεύς. Ἐφονεύετο ἄλλος· μὲ κίνδυνον τῆς ζωῆς του καὶ μὲ δάκρυα στὰ μάτια ὁ ἱερεὺς ἔψαλλε τὴν νεκρώσιμη ἀκολουθία· ἔλεγε τό: «Αἰωνία ἡ μνήμη».

Ἀλλὰ καὶ στὰ μετόπισθεν ἡ παρουσία τῆς Ἐκκλησίας ὑπῆρξε ἐξόχως εὐεργετική. Εὐεργετικὴ μὲ τὴν κάθε εἴδους προσφορὰ στὸ λαό, στοὺς ἡλικιωμένους, στὶς γυναῖκες, στὰ παιδιά.

Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Χρύσανθος διοργάνωσε ἀμέσως μὲ τὴν κήρυξη τοῦ πολέμου τὴν «Πρόνοια Στρατευομένων τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀθηνῶν».

Κινητοποίησε περὶ τοὺς 2000 συνεργάτες-ἐθελοντές, οἱ ὁποῖοι πρόσφεραν ὑπὸ τὴν πνευματικὴ καθοδήγηση τοῦ Ἀρχιεπισκόπου καὶ τὴν συνεργασία του ἀνεκτίμητες ὑπηρεσίες στὶς οἰκογένειες τῶν στρατευθέντων καὶ στὴν ὅλη ἑλληνικὴ κοινωνία, ἡ ὁποία ἤθελε στήριγμα καὶ ἐνίσχυση στὴν χρονικὴ αὐτὴ περίοδο.

Τὸ σημαντικὸ αὐτὸ ἔργο εἶχε τρεῖς τομεῖς.

α). Τὴν ἠθικὴ ἐνίσχυση τῶν ἀξιωματικῶν καὶ στρατιωτῶν στὸ μέτωπο μὲ ἐπιστολές, βιβλία, φυλλάδια, εἰκόνες, ἄλλα χρήσιμα προσωπικὰ ἀντικείμενα.

β). Τὴν μέριμνα γιὰ τοὺς τραυματίες καὶ

γ). τὴν συμπαράσταση στὶς οἰκογένειες ποὺ ἔμεναν στὰ μετόπισθεν, μὲ βοήθεια ἰατρική, νομική, οἰκονομικὴ καὶ ἀκόμη προστασία τῶν ὀρφανῶν παιδιῶν. Ποιὸς θὰ ἔδειχνε στοργὴ γι᾿ αὐτὰ τὰ παιδιὰ ποὺ ξαφνικὰ ὀρφάνευαν;

Συγκεκριμένα, τριακόσιοι ἐθελοντὲς ἰατροὶ ἦσαν καθημερινῶς στὴ διάθεση τοῦ Ἀρχιεπισκόπου γιὰ τὴν ἰατρικὴ μέριμνα τῶν οἰκογενειῶν τῶν στρατευσίμων.

Πενήντα νομικοὶ μὲ ὑπεύθυνο τὸν καθηγητὴ τῆς Νομικῆς Σχολῆς τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν Γ. Ράμμο παρεῖχαν τὴν νομικὴ κάλυψη. Καθημερινῶς ὁ ἴδιος ὁ Ἀρχιεπίσκοπος ἐνημερωνόταν γιὰ τὴν ὅλη πορεία τῆς δράσεως αὐτῆς ἀπὸ τὸν κεντρικὸ ὑπεύθυνο ἀρχιμ. Ἱερώνυμο Κοτσώνη (μετέπειτα Ἀρχιεπίσκοπο), ἐνῶ δὲν παρέλειπε τὶς ἐπισκέψεις του στὰ στρατιωτικὰ νοσοκομεῖα ποὺ ἦταν γεμᾶτα ἀπὸ τραυματίες τοῦ πολέμου.

Ἀκόμα καὶ εἰδικὴ προσευχὴ συνέταξε ὁ ἴδιος ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Χρύσανθος γιὰ νὰ τὴν λέγουν τὰ παιδιά, οἱ μαθητές, κατὰ τὴν διάρκεια τοῦ πολέμου.

Ἀξίζει νὰ τὴν παραθέσουμε:

«Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ποὺ ἀγαπᾶς τόσο πολὺ ὅλα τὰ παιδιὰ τοῦ κόσμου, Σὲ παρακαλοῦμε ἄκουσε τὴν προσευχή μας: Δέξου τὶς εὐχαριστίες μας, γιατὶ γεννηθήκαμε ἀπὸ Χριστιανοὺς γονεῖς καὶ εἴμαστε Ἕλληνες καὶ γιατὶ ἔστειλες κοντά μας, ἐκτὸς ἀπ᾿ τοὺς γονεῖς μας, ἀνθρώπους ποὺ μᾶς ἀγαποῦν καὶ μᾶς φροντίζουν.

Σὲ εὐχαριστοῦμε γιὰ τὶς ὀμορφιὲς ποὺ ἔχει ἡ φύση, τὸ λαμπρὸ ἥλιο, τὸν καθαρὸ ἀέρα, τὰ ὡραῖα λουλούδια. Σὲ εὐχαριστοῦμε γιὰ τὴν τροφὴ ποὺ τρῶμε, τὰ ροῦχα ποὺ φορᾶμε, τὰ γράμματα ποὺ μαθαίνουμε.

Σὲ εὐχαριστοῦμε γιὰ τὴ δύναμη καὶ τὴ βοήθεια ποὺ δίνεις στὸ Στρατό μας καὶ Σὲ παρακαλοῦμε νὰ εἶσαι πάντα μαζί του καὶ νὰ τὸν προστατεύεις.

Σὲ παρακαλοῦμε, συγχώρεσέ μας, ἂν Σὲ κάνουμε καμία φορὰ νὰ λυπᾶσαι γιατὶ δὲν εἴμαστε τόσο καλοί, ὅσο Ἐσὺ θὰ ἐπιθυμοῦσες, καὶ βοήθησέ μας νὰ κάνουμε μὲ χαρὰ τὸ θέλημα τὸ δικό Σου.

Σὲ παρακαλοῦμε, στὶς ἡμέρες αὐτὲς τοῦ πολέμου, φύλαξε ἀπὸ κάθε κακὸ τοὺς γονεῖς μας, τοὺς δασκάλους μας, τοὺς συμμαθητές μας, τὸ μέρος ποὺ μένουμε καὶ ὁλόκληρη τὴν Ἑλλάδα μας. Βοήθησε, Κύριε, τὴν πατρίδα μας νὰ τελειώσει τὸν ἀγῶνα μας μὲ ΝΙΚΗ, καὶ χάρισε σὲ ὁλόκληρο τὸν κόσμο Σου τὴν εἰρήνη, τὴ δικαιοσύνη, τὴν ἀγάπη. ΑΜΗΝ».   

Ἕνας ἄλλος τομέας, ἐξόχως σημαντικὸς γιὰ τὴν ἐποχὴ ἦταν τὸ θεῖον κήρυγμα. Ἦταν σπουδαιότατο τὸ ἔργο αὐτὸ γιατὶ ὁ λαὸς ἤθελε ψυχικὴ ἐνίσχυση, βάλσαμο παρηγορίας, πνευματικὴ καθοδήγηση.

Ἔτσι ἀπὸ ἀξιολόγους ἱεροκήρυκες τῆς Ἐκκλησίας μας ὁ θεῖος λόγος ἀλλὰ συνάμα καὶ ὁ πατριωτικὸς λόγος ἐνδυνάμωσε τὴν πίστη στὸ Θεό, τὴν ἀγάπη πρὸς τὴν πατρίδα καὶ τὸ ἰδανικὸ τῆς ἐλευθερίας προσφέροντας ὑπομονή, ἐλπίδα, ὅραμα νίκης.

Σπουδαία ὑπῆρξε ἀκόμη καὶ ἡ προσφορὰ στὴν ἐποποιΐα τοῦ ΄40 ὅλων τῶν Ἱερῶν Μονῶν τῆς πατρίδος μας καὶ ἰδιαίτερα τοῦ Ἁγ. Ὄρους. Ἡ ἀδιάκοπη προσευχή, οἱ καθημερινὲς Θεῖες Λειτουργίες, οἱ Παρακλήσεις πρὸς τὴν Παναγία ἀλλὰ καὶ ὑλικὴ καὶ ποικίλη ἄλλη στήριξη ἦταν ὅλα αὐτὰ μαζί, σπουδαιότατα εὐεργετήματα καὶ δωρήματα στὸν ἀγῶνα.

Κοντολογίς, θὰ λέγαμε:

Ἡ παρουσία τοῦ τιμημένου ράσου καὶ ὁ ἦχος τῆς καμπάνας μὲ τὸ τρίχινο σκοινὶ στάθηκαν ὁ ἠθικὸς ἐμψυχωτὴς γιὰ τὴν νίκη τῶν δικαίων τοῦ Ἔθνους.

Στὴ συνέχεια, παραθέτουμε μερικὰ μόνον χαρακτηριστικὰ ἱστορικὰ στοιχεῖα καὶ περιστατικά, τὰ ὁποῖα ἀποδεικνύουν τὸν θεῖο παράγοντα τὴν πίστη, ποὺ προσέφερε ἡ Ἐκκλησία, πέρα ἀπὸ κάθε ὀρθολογιστικὴ ἰδεολογία.

Ὁ στρατιώτης τότε Εὐστάθιος Χ. Μπάστας (θεολόγος-συγγραφέας) θυμᾶται μὲ συγκίνηση μιὰ Θεία Λειτουργία πάνω σὲ ξέφωτο, στὴν Τρεμπεσίνα, σὲ ὑψόμετρο κάπου χίλια ἑκατὸ μέτρα...

«Σὲ κάποια Κυριακὴ τοῦ Μαρτίου 1941, μὲ καθαρὸ οὐρανό, ἄρχισε κατανυκτικώτατη ἡ Θεία Λειτουργία. Λειτουργὸς ὁ ἱερεὺς τοῦ 31ου Συντάγματος τῆς Μεραρχίας, μετέπειτα ἀπὸ Κοζάνης Μητροπολίτης Πατρῶν Κωνσταντῖνος (Πλατῆς)...

Κατὰ τὴν φρικτὴν ὥρα τοῦ καθαγιασμοῦ τῶν τιμίων δώρων, σὲ μικρὸ ὕψος ἀπὸ τὰ κεφάλια τοῦ ἐκκλησιάσματος, φάνηκαν ν᾿ ἀργοπετᾶνε πέντε βαρειὰ βομβαρδιστικὰ ἀεροπλάνα τοῦ ἐχθροῦ.

Μιὰ βόμβα νἄριχναν, καθὼς ἦταν συγκεντρωμένοι οἱ Ἕλληνες, θὰ γίνονταν ὅλοι τους κομμάτια... Τὸ ἐκκλησίασμα ὅμως, ὅπως τὸ εἶχε συνηθίσει ὁ στρατιωτικὸς ἱερέας του, ἐγονάτισε... Ἡ ἀπόφασις ἦταν, ἂν ἦταν θέλημά Του, νὰ πετάξουν ἀπὸ τὸ ἐπίγειο στὸ ἐπουράνιο θυσιαστήριο.

Ἡ ἱερουργία συνεχίσθηκε... τὰ ἀεροπλάνα συνέχισαν τὸν δρόμο τους... Μολονότι τὰ καταφύγια ἦταν κοντά... ἡ πίστη καὶ ἡ εὐλάβεια κράτησε γονατιστοὺς ἀξιωματικοὺς καὶ στρατιῶτες στὴν ὥρα τοῦ μεγάλου κινδύνου» (Μνῆμες καὶ Μαρτυρίες... ὅπ. παρ. σελ. 157).

Ἕνα ἄλλο περιστατικό:

«...Παραμονὴ Θεοφανείων ἔλαβε διαταγὴ τὸ Σύνταγμά μας νὰ βαδίσει πρὸς τὴν πρώτη γραμμή. Κρίσιμες ὧρες γιὰ ὅλους.

Μόλις ἡ μέρα γλυκοχάραζε, δόθηκε τὸ σύνθημα τῆς ἐκκινήσεως. Ὁ ἱερεὺς εἶχε φθάσει πρῶτος στὸν κεντρικὸ φαρδὺ δρόμο, ἀπ᾿ ὅπου θὰ περνοῦσε ὁλόκληρο τὸ Σύνταγμα. Ἐκεῖ περίμενε μὲ τὸν σταυρὸ καὶ τὸν ἁγιασμό.

-Παππούλη, τὴν εὐχή σου, τοῦ ἔλεγαν κι ἀπομακρύνονταν.

Ὅλες οἱ γύρω πλαγιὲς ἀντιλαλοῦσαν ἀπὸ ἕνα μυριόστομο, «Σῶσον Κύριε τὸν λαόν σου». Καὶ πολλοὶ τὸ ἄλλαζαν καὶ ἔλεγαν: «Σῶσον Κύριε τὸν στρατόν σου!».

Ὁ Διοικητὴς παρεκάλεσε τὸν ἱερέα νὰ βρίσκεται πάντοτε ἀνάμεσα στοὺς μαχομένους, γιατὶ καὶ μόνη ἡ παρουσία του ἐνέπνεε ἀνδρεία καὶ ἡρωϊσμὸ στὸ στρατό... Προχωροῦσαν ἀνάμεσα στὶς ἐκρήξεις τῶν ὀβίδων...

...Ὁ ἱερεὺς ἔπειτα ἀπὸ πολλὲς περιπλανήσεις ἔφθασε στὸ Γκοσμάρι κι ἀμέσως ἄρχισε τὸ μεγάλο του ἔργο. Ἡ ὑποδοχὴ ποὺ τοῦ ἔκαναν οἱ στρατιῶτες στὴν πρώτη γραμμὴ ἦταν συγκινητική. Ἀκόμα κι οἱ πιὸ ἀποθαρρυμένοι μεταβάλλονταν σὲ ἥρωες ἔπειτα ἀπὸ τὰ λίγα λόγια ποὺ τοὺς ἔλεγε.

Τὸ ἀντίσκηνο τοῦ κάθε στρατιώτη εἶχε μεταβληθῆ σ᾿ ἕνα φτωχὸ κι ἀπέριττο παρεκκλήσιο, μὲ τὶς εἰκόνες ποὺ εἶχε. Σὲ μερικά, ἕνα μικρὸ καντῆλι, ἀπὸ κουτὶ κονσέρβας, ἔκαιγε μὲ τὸ λίγο λῖπος, μπροστὰ στὶς εἰκόνες τοῦ Χριστοῦ καὶ τῆς Παναγίας...». (Κων. Ρουμπέσης, Νοσηλευόμενος τραυματίας (βλ. Ἡρώων γῆ, Ἀθῆναι 1950).

Ὁ Ἀρχιμανδρίτης (Ὑπολοχαγὸς) Τιμόθεος Χαλόφτης (μετέπειτα Ἐπίσκοπος Ροδοστόλου), Μεγαρεύς τῶ γένει, γράφει στὶς 2 Ἀπριλίου 1941, πρὸς τὸν τραυματία ἀδελφό του Παναγιώτη.

«...Εἶμαι εὐτυχὴς διότι τώρα τὸν τελευταῖον καιρὸν μοῦ δίδεται ἡ εὐκαιρία νὰ βλέπω ὅλους τοὺς στρατιώτας μου, τῶν λόχων τῆς πρώτης γραμμῆς, καὶ νὰ δροσίζω τὸν πόνο τους καὶ νὰ σταλάζω στὶς ψυχές τους τὸ βάλσαμο, ποὺ μόνον ἡ Ἐκκλησία μπορεῖ νὰ χαρίζη. Στὴν Ἐθνική μας Ἑορτή, εἶναι ἀδύνατον νὰ φαντασθῆς τί ἔγινε. Ὁ ἐνθουσιασμὸς ἦταν κάτι ἀπερίγραπτο. Μόλις ἐτελείωσα τὴν Δοξολογία καὶ τοὺς ὁμίλησα, τέτοια ἦταν ἡ χαρά τους ὥστε μὲ παρεκάλεσαν νὰ μείνω μαζί τους ὅλη τὴν νύχτα ἐκείνη... Οἱ Ἰταλοὶ τἄκουγαν καὶ πῆγαν νὰ σκάσουν ἀπὸ τὸ κακό τους. Ὁ Θεὸς ἂς μᾶς εὐλογῆ ἔτσι μέχρι τέλους» (Μνῆμες καὶ Μαρτυρίες... ὅπ. παρ. σελ. 158).

Ὁ Ἀρχιμ. Τῖτος Ματθαιάκης (Ἔφεδρος Λοχαγὸς) μετέπειτα Μητροπολίτης Παραμυθίας. Ὑπηρέτησε στὸ 2ο Στρατιωτικὸ Νοσοκομεῖο Ἀθηνῶν μὲ τὰ παραρτήματα τοῦ Εὐαγγελισμοῦ καὶ Ἀρεταίειου, στὰ 1ο, 2ο, 4ο, 7ο, 8ο καὶ 9ο Στρατιωτικὰ Νοσοκομεῖα, στὸ Γενικὸ Ἔμπεδον Ἀθηνῶν, ὡς καὶ στὸ 5ο Στρατιωτικὸ Νοσοκομεῖο Θεσσαλονίκης, τὸ ὁποῖο ἀνῆκε στὴν ζώνη τῶν πρόσω καὶ γι΄ αὐτὸν ἀναφέρεται τὸ ἑξῆς ἀπὸ Ἀπόσπασμα Ἡμερησίας Διαταγῆς Ἀξιωματικῶν τῆς 7ης Ἰανουαρίου 1941:

Α´ ΑΝΩΤΕΡΑ ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΗ ΔΙΟΙΚΗΣΙΣ

2ον ΣΤΡΑΤΙΩΤΙΚΟΝ ΝΟΣΟΚΟΜΕΙΟΝ ΑΘΗΝΩΝ.

..Ὡσαύτως ποιοῦμαι μνείαν τοῦ Ἐφέδρου Στρατιωτικοῦ Ἱερέως Λοχαγοῦ Ματθαιάκη Τίτου τοῦ Νοσοκομείου, ὅστις μὴ φειδώμενος κόπων καὶ μόχθων, ὡς πραγματικὸς πατὴρ περιέρχεται ἀπὸ κλίνης εἰς κλίνην τοὺς ἀσθενεῖς καὶ τραυματίας παρηγορῶν καὶ ἐμψυχώνων αὐτοὺς νυκτός τε καὶ ἡμέρας καὶ προσπαθῶν πάντοτε, ὅπως ἐνσταλλάξῃ εἰς τὴν ψυχὴν αὐτῶν τὸ θάρρος καὶ τὴν καρτερίαν. Διὰ τὴν ἀκρίβειαν, ὁ Γραμματεύς, Βαλταδῶρος Φιλάρετος, Ἀρχίατρος. (Μνῆμες καὶ Μαρτυρίες... ὅπ. παρ. σελ. 159).

Ἐν κατακλεῖδι, σημειώνουμε καὶ τὴν μαρτυρία τοῦ καθηγητοῦ τῆς Μεσαιωνικῆς καὶ Νεωτέρας Ἱστορίας, τοῦ Πανεπιστημίου Ἀθηνῶν ἀειμνήστου Ἀπ. Δασκαλάκη (Γυθειάτου), ὁ ὁποῖος γράφει τὰ κάτωθι:

«...Ὄνειρα, ὀπτασίαι, θαύματα, ἄξια νὰ συγκινήσουν καὶ τὴν πλέον ψυχρὰν λογικοφάνεια, ἱκανὰ νὰ γοητεύσουν καὶ τὴν πλέον γόνιμον ποιητικὴν φαντασίαν, κυκλοφοροῦν ἀπὸ στόματος εἰς στόμα, μεταδίδονται ἀστραπιαίως ἀπὸ τῆς μιᾶς ἄκρας τοῦ μετώπου εἰς τὴν ἄλλην καὶ φθάνουν μὲ τὴν ἰδίαν γοργότητα εἰς τὰ μετόπισθεν.

Κάθε μάχη ἔχει καὶ τὰ ἰδικά της θεῖα σημεῖα, κάθε κατάληψις ὑψώματος ὕστερον ἀπὸ φοβερὸν ἀγῶνα ἔχει καὶ τὰς ἰδικάς της ὀπτασίας τῆς ἐξ οὐρανῶν βοηθείας, κάθε νίκη τὰ ἰδικά της θαύματα.

Ἕνας ἡρωϊκὸς ἀρχιμανδρίτης ἱεροκήρυξ μεγάλης στρατιωτικῆς μονάδος, ὁ ὁποῖος -ἄξιος συνεχιστὴς τοῦ Παπαφλέσσα, τοῦ Γερμανοῦ καὶ τοῦ Ρωγῶν Ἰωσὴφ- περιφέρεται εἰς τὴν πρώτην γραμμὴν μὲ τὸν σταυρὸν καὶ τὴν εἰκόνα τῆς Παναγίας εἰς τὰς χεῖρας, μοῦ ἐπεδείκνυε μίαν ἡμέρα ἕνα σημειωματάριον εἰς τὸ ὁποῖον ἔχει καταγράψει μὲ ἡμερομηνίας, καθορισμοὺς ὑψωμάτων, ἀπαριθμήσεις μαχῶν καὶ μαρτυρίας στρατιωτικῶν, πλῆθος παρομοίων σκηνῶν καὶ ἐπεισοδίων τῆς πίστεως τῶν μαχομένων, διὰ τὴν κατὰ τὴν κρίσιμον στιγμὴν θαυματουργὸν ἐπέμβασιν τοῦ Θείου πρὸς τὴν ἐπιτυχίαν τῆς νίκης.

Ἂν μήτι ἄλλο, ἡ εὐσεβὴς αὐτὴ καταγραφὴ τοῦ κληρικοῦ-πολεμιστοῦ θὰ χρησιμεύση εἰς τὸν ἱστορικὸν διὰ τὴν πληρεστέραν κατανόησιν τοῦ πνεύματος, τὸ ὁποῖον διέπει τὸν ἑλληνικὸν ἀγῶνα, ὡς εἶδος πανηγυρικῆς ἐπιβραβεύσεως τῶν ἱερωτέρων παραδόσεων, μὲ τὰς ὁποίας ἔζησεν, ἐσώθη, ἐθριάμβευσε καὶ ἐδοξάσθη ἀνέκαθεν ὁ Ἑλληνισμός».

Εἶναι ἱστορικὴ ἀλήθεια. Ἡ Ἐκκλησία μας ὑπῆρξε καὶ πάλιν εὐεργέτις τοῦ Ἔθνους. Εἶναι ἡ μεγάλη μάνα τοῦ Γένους. Προστατεύει, μεριμνᾶ, προσφέρει, πονᾶ, δακρύζει ἀλλὰ καὶ δίνει κουράγιο καὶ ἐλπίδα. Μὰ προπαντὸς ξυπνᾶ νεκρωμένες συνειδήσεις. Γι᾿ αὐτὸ καὶ δὲν ἐπιτρέπει τὴν ἀγνωμοσύνη, τὴν ἀπαξίωση, τὴν λήθη, τὴν διαστρέβλωση τῆς ἱστορίας, τὴν ἀπόρριψη τῶν ὑψηλῶν ἠθικῶν ἰδανικῶν.

Τὸ μόνο ποὺ μᾶς ζητᾶ ἡ Ἐκκλησία εἶναι: Γρηγοροῦσα συνείδηση.

H ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ ΤΟΥ 1940

 

0028-036-Zakljuchitelnyj-tsikl-sostavljajut-dve-pesy (1)

Στον καιρό που η Πατρίδα μας πολεμούσε κατά του Άξονα (1940) ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος Χρύσανθος είχε συντάξει την ακόλουθη προσευχή, για να τη μάθουν απ’ έξω και να τή λένε οι μικροί μαθητές της πατρίδας μας στον καιρό του ελληνοϊταλικού πολέμου.

(σημ. μπορούμε να μάθουμε μια αντίστοιχη και στα δικά μας παιδιά… οι προσευχές των μικρών παιδιών μπορούν να κάνουν θαύματα, σύμφωνα με τον άγιο Παΐσιο…

.
ΠΡΟΣΕΥΧΗ

.

Κύριε Ιησού Χριστέ, που αγαπάς τόσο πολύ όλα τά παιδιά τον κόσμου, Σε παρακάνουμε άκουσε την προσευχή μας:
Δέξου τις ευχαριστίες μας, γιατί γεννηθήκαμε από Χριστιανούς γονείς και είμαστε Έλληνες και γιατί έστειλες κοντά μας, εκτός απ’ τους γονείς μας, ανθρώπους πού μας αγαπούν και μας φροντίζουν.

Σε ευχαριστούμε γιά τις ομορφιές πού έχει η φύση, το λαμπρό ήλιο, τόν καθαρό αέρα, τά ώραία λουλούδια. Σε ευχαριστούμε γιά τήν τροφή πού τρώμε, τά ρούχα πού φοράμε, τά γράμματα πού μαθαίνουμε. Σέ ευχαριστούμε γιά τή δύναμη και τή βοήθεια πού δίνεις στό Στρατό μας και Σέ παρακαλούμε νά είσαι πάντα μαζί τον και νά τόν προστατεύεις.

Σέ παρακαλούμε, συγχώρεσε μας, αν Σέ κάνουμε καμιά φορά να λυπάσαι γιατί δεν είμαστε τόσο καλοί, όσο Εσύ θά επιθυμούσες, και βοήθησε μας νά κάνουμε μέ χαρά τό θέλημα τό δικό Σου.

Σέ παρακαλούμε, στις ημέρες αυτές του πολέμου, φύλαξε από κάθε κακό τους γονείς μας, τους δασκάλους μας, τους συμμαθητές μας, τό μέρος πού μένουμε και ολόκληρη τήν Ελλάδα μας. βοήθησε, Κύριε, τήν πατρίδα μας νά τελειώσει τόν αγώνα μας με ΝΙΚΗ, και χάρισε σε ολόκληρο τόν κόσμο Σου τήν ειρήνη, τή δικαιοσύνη, τήν αγάπη. ΑΜΗΝ.

Η ΑΓΙΑ ΣΚΕΠΗ ΤΗΣ ΘΕΟΤΟΚΟΥ

 



Την ανάμνησης του Θαύματος της Αγίας Σκέπης της Θεοτόκου τιμά σήμερα, , η Εκκλησία μας. Σήμερα κατά την διάρκεια της Θείας Λειτουργίας θα διαβαστεί το παρακάτω απόσπασμα:
«Τη αυτή ημέρα την ανάμνησιν ποιούμεθα της Αγίας Σκέπης της Υπεραγίας Δεσποίνης ημών Θεοτόκου και Αειπαρθένου Μαρίας ήτοι του Ιερού Αυτής Μαφορίου, του εν τω σορώ του Ιερού Ναού των Βλαχερνών, ότε ο Όσιος Ανδρέας ο διά Χριστόν σαλός κατείδεν εφηπλωμένην Αυτήν άνωθεν και πάντας τους ευσεβείς περισκέπουσαν.»
Λόγω λοιπόν, των πολλών Θαυμάτων από την Παναγία, που ανέφεραν οι Έλληνες στρατιώτες στον Ελληνοϊταλικό πόλεμο το 1940, η Ιερά Σύνοδος της Εκκλησίας της Ελλάδος με απόφασή της το 1952, καθιέρωσε να εορτάζεται η Αγία Σκέπη της Θεοτόκου αντί για την 1η Οκτωβρίου, στις 28 Οκτωβρίου.
Η εορτή της Αγίας Σκέπης της Θεοτόκου η οποία τελούταν από παλαιοτάτων χρόνων την 1η Οκτωβρίου, ήταν ανάμνηση του θαύματος το οποίο είδε ο Όσιος Ανδρέας. Κατά τη διάρκεια μιας αγρυπνίας στο παρεκκλήσι της «Αγίας Σορού» του ναού των Βλαχερνών στην Κωνσταντινούπολη, ο Όσιος Ανδρέας είδε την Θεοτόκο να προχωράει από τις βασιλικές πύλες προς το θυσιαστήριο ανάμεσα σε λευκοφόρους Αγίους, από τους οποίους ξεχώριζαν ο Άγιος Ιωάννης ο Πρόδρομος και ο Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος. Όταν έφτασε στο θυσιαστήριο γονάτισε και προσευχόταν για πολλή ώρα, κλαίγοντας και παρακάλωντας τον Υιό Της για την σωτηρία του κόσμου.
Όταν ολοκλήρωσε την δέησή Της, έβγαλε από το κεφάλι της το αστραφτερό μαφόριο, που φορούσε και με μία κίνηση το άπλωσε σαν σκεπή επάνω από το εκκλησίασμα. Έτσι απλωμένο το έβλεπε για αρκετή ώρα ο Όσιος Ανδρέας μαζί με τον Επιφάνιο, που τον συνόδευε. Όσο φαινόταν εκεί η Θεοτόκος, φαινόταν και η Ιερή Εσθήτα να σκορπίζει τη Χάρη της. Όταν Εκείνη άρχισε να ανεβαίνει προς τον ουρανό, άρχισε και η Αγία Σκέπη να μαζεύεται και σιγά – σιγά να χάνεται. Το Ιερό αυτό μαφόριο που φυλασσόταν εκεί συμβόλιζε την Χάρη και την προστασία που παρέχει η Παναγία στους πιστούς.
Απολυτίκιο:
Της Σκέπης σου Παρθένε, αvuμνούμεν τας χαρίτας, ην ως φωτοφόρον νεφέλην, εφαπλοίς υπέρ έννοιαν, και σκέπεις τον λαόν σου νοερώς, εκ πάσης των εχθρών επιβουλης. Σε γαρ σκέπην και προστάτιν και βοηθόν, κεκτήμεθα βοώντες σοι. Δόξα τοις μεγαλείοις σου Αγνή, δόξα τη θεία Σκέπη σου, δόξα τη προς ημάς σου, προμηθεία Άχραντε.

Τετάρτη 27 Οκτωβρίου 2021

ΟΣΙΟΣ ΕΦΡΑΙΜ:ΟΤΑΝ Ο ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΝΙΚΗΣΕΙ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΤΟΥ,ΕΙΝΑΙ Ο ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟΣ ΜΕΓΑΛΟΜΑΡΤΥΡΑΣ ΚΑΙ ΤΡΟΠΑΙΟΦΟΡΟΣ

 

Άνθρωπος ο οποίος επαινεί τον πλησίον του και κατακρίνει τον εαυτό του, φθάνει σε μέτρα αγιότητος.

Αν ζητάς εσύ από τον άλλονε, επειδή σε λύπησε, να σου βάλει μετάνοια, δεν είσαι καλά, δεν είσαι εντάξει, δεν βαδίζεις στον δρόμο της καλογερικής.

 ***

Τα πατερικά βιβλία λένε ότι ο aββάς Νισθερώ απέκτησε φήμη άγιου ανδρός.

Και πήγε άλλος και του λέει: «Τι αρετή έκανες, πάτερ, κι έφθασες σ’ αυτά τα μέτρα;».

Λέει: «Αφότου μπήκα στο μοναστήρι, είπα, εγώ και το γαϊδούρι ένα είμαστε. Όσο μιλάει το γαϊδούρι, όταν το δέρνεις, τόσο θα μιλήσω κι εγώ».

Αυτό ήταν το θεμέλιο, ότι και να τον δείρουνε, «ευλόγησον». Τώρα εμείς φθάσαμε στο σημείο, δεν σηκώνουμε λόγο.

***

 Ο άνθρωπος, εφόσον ζει, πρέπει πάντοτε να αγωνίζεται.

Και ο πρώτος αγώνας είναι να νικήσει τον εαυτό του.

Ο πρώτος και ο κυριότερος εχθρός του ανθρώπου δεν είναι ο διάβολος, όχι.

Είναι ο ίδιος ο άνθρωπος εις τον εαυτό του επίβουλος.

Και τούτο διότι δεν ακούει τον άλλον, ακούει τι τον λέει ο λογισμός του.

Ενώ έχουμε τόσους αγίους Πατέρες να τους μιμηθούμε διαβάζοντας τα συγγράμματα τους, εντούτοις όμως το εγώ μας μας κυριεύει πολλές φορές.

Όταν ο άνθρωπος νικήσει τον εαυτό του, είναι ο μεγαλύτερος μεγαλομάρτυρας και τροπαιοφόρος και νικηφόρος ενώπιον του Θεού!

ΤΩΡΑ ΠΟΥ ΔΕΝ ΜΕ ΒΛΕΠΟΥΝ

 

         «Μην καταφρονείς τις εντολές του Θεού ακόμη κι ό
ταν δεν σε βλέπει άνθρωπος, ακόμη κι αν κανείς δεν απαιτεί τίποτα από σένα»
(Αββάς Δωρόθεος).

Οι πειρασμοί στην ζωή μας θεριεύουν όταν οι άλλοι δεν μας βλέπουν. Στην μοναχικότητά μας ξεκινούν είτε οι μεγάλες ιδέες είτε οι μεγάλες πτώσεις. Όταν είμαστε μόνοι μας το μοναδικό κριτήριο για να ελέγξουμε αυτό που σκεφτόμαστε, αυτό που επιθυμούμε, αυτό που μπορούμε να κάνουμε, είναι ο εαυτός μας, η συνείδησή μας, η κοσμοθεωρία μας. Οι αποφάσεις μας διαμορφώνουν την ταυτότητά μας. Όταν μάλιστα όχι μόνο αποδεχόμαστε ό,τι μας κάνει ηθικά ευάλωτους, ό,τι θα γεννήσει έλεγχο για το αν έπρεπε ή δεν έπρεπε να πράξουμε, αλλά φτάνουμε στο σημείο να περηφανευόμαστε, να αισθανόμαστε δικαίωμά μας το ότι εκπληρώσαμε την επιθυμία ή εφαρμόσαμε την ιδέα μας λόγοις και έργοις, τότε η ταυτότητά μας  ξεπερνά το προσωρινό, το στιγμιαίο, και το λάθος γίνεται επιλογή που μας χαρακτηρίζει.

«Τώρα που δεν με βλέπουν». Μπροστά στην οθόνη, πίσω από την πλάτη του άλλου, μακριά από το βλέμμα του Θεού, του γονιού, του παιδαγωγού, του συντρόφου, του προϊσταμένου, του συνεργάτη κρινόμαστε ποιοι είμαστε. Όταν η αυθεντία για μας είναι παρούσα, εκεί δείχνουμε συνήθως το καλό μας πρόσωπο. Είτε από φόβο είτε επειδή αισθανόμαστε μια ηθική δέσμευση είτε για λόγους καλή συμπεριφοράς ή τήρησης των κανόνων προσποιούμαστε. Και αφήνουμε στην άκρη τον κρυπτό της καρδίας μας άνθρωπο. Το «μπράβο» και ο «έπαινος» των ανθρώπων γίνονται κίνητρα. Να λάβουμε τον μισθό της ετικέτας: «καλό παιδί», «καλός εργαζόμενος», «καλός σύζυγος», «καλός γονέας», «καλός άνθρωπος». Και βέβαια πώς θα ήταν η κοινωνία αν οι πολλοί δεν ήταν έτσι; Μια κόλαση.

Το βάθος της ψυχής μας όμως ποιο είναι; Η ώρα που μπορούμε να διαλέξουμε αυτό που πραγματικά μας εκφράζει, η ώρα της γνώμης μας, η ώρα του παράδεισου χωρίς Θεό. Εκείνη την στιγμή κρίνεται το πόσο αγαπούμε, το πόσο συμφωνούμε με ό,τι καλούμαστε να εφαρμόσουμε. Διότι εκείνη την στιγμή κανείς δεν ζητά από μας τίποτα. Μόνο ο πυρήνας του εντός μας ανθρώπου, η καρδιά μας καλείται να αποφασίσει. Θα υποκύψει στο συχνά εύκολο και ευχάριστο ή θα διαλέξει τον δρόμο της συνέπειας, της ευθύνης να ζούμε όπως λέμε ότι πιστεύουμε, χωρίς μυστικά κρυμμένα, χωρίς κριτήριο άλλο πάρεξ την αγάπη.

Ζούμε σε μια εποχή στην οποία το φαίνεσθαι θριαμβεύει και τα λόγια μας απέχουν πόρρω από την αλήθεια της ζωής μας. Συνηθίζουμε να δείχνουμε τον εαυτό μας «τώρα που μας βλέπουν». Και το μαθαίνουμε και στα παιδιά μας. Ένα κρυφτό από την αλήθεια για να μην διακινδυνεύσουν την απόρριψη, να μην στενοχωρήσουν τους άλλους, να μην χρειαστεί να υπερασπιστούν αυτό που θα ήθελαν  να είναι.  Το αντίθετο, που προϋποθέτει θάρρος, απόφαση για διάλογο και εντιμότητα, ακόμη κι αν έχει συνέπειες, μας δυσκολεύει. Το να παραδεχτούμε τι δεν καταφέρνουμε όταν δεν μας βλέπουν, γίνεται τουλάχιστον ταπείνωση που προστατεύει από την έπαρση. Γίνεται επιείκεια και συγκατάβαση και στους άλλους που πάσχουν ανάλογα. Το να κηρύττουμε και να μην πράττουμε, το να κατακρίνουμε ενώ είμαστε κούφιοι μέσα μας, μας κάνει ηθοποιούς, συνήθως κακούς. Διότι σήμερα όλα μαθαίνονται.

Η αλήθεια ελευθερώνει. Αν δεν θέλουμε να ζήσουμε ήττες, παλεύουμε «τώρα που δεν μας βλέπουν». Και βοηθά ο Θεός.

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός

ΤΟ ΟΝΟΜΑ ΜΑΣ; ΧΡΙΣΤΙΑΝΟΣ!

 

Η Εκκλησία μας καλεί να θυμόμαστε και κυρίως να ζούμε αδιάκοπα αυτό που σημαίνει το όνομά μας: το γενικό του χριστιανού και το συγκεκριμένο που πήραμε κατά τη βάπτισή μας. Διότι το αληθινό όνομα πρωτίστως κάθε πιστού είναι το ‘χριστιανός᾽. ῞Ολοι γνωρίζουμε ότι η απάντηση των αγίων μαρτύρων της πίστεώς μας κατά την περίοδο των διωγμών, όταν τους ρωτούσαν για το όνομά τους, ήταν: «χριστιανός είναι το όνομά μου».

῎Ηξεραν οι άγιοι ότι η ένταξή τους στο σώμα του Χριστού και η χριστιανικότητά τους έκτοτε ήταν ο,τι ανώτερο και ιερότερο υπήρχε στη ζωή τους, αυτό που πράγματι χάραζε και χαρακτήριζε την ύπαρξή τους. Το κέντρο βάρους τους ήταν ο Χριστός και όχι οτιδήποτε επίγειο, όσο σπουδαίο και μεγάλο κι αν φάνταζε αυτό. Γι᾽ αυτό και κατέθεταν και την ίδια τη ζωή τους. Κι έπειτα και το βαπτιστικό μας όνομα: είναι το όνομα του αγίου μας, το οποίο και αυτό παραπέμπει στον ίδιο τον Κύριο, του ‘Οποίου άλλωστε μιμητής υπήρξε ο άγιος και γι᾽ αυτό και άγιασε.

Είτε λοιπόν με το όνομα χριστιανός είτε με το όνομα του αγίου μας θυμόμαστε ότι είμαστε μέλη Χριστού, εικόνες δικές Του, ναοί του αγίου Του Πνεύματος. Κι αυτό δεν είναι φαντασία, αλλά η αληθινή πραγματικότητα. ῞Οπως ο δαιμονισμένος της περιοχής των Γαδαρηνών που λέει το Ευαγγέλιο ζούσε δυστυχώς την ξενική κατοχή χωρίς όνομα δικό του, το ίδιο κι εμείς εκ του αντιθέτου: ζούμε την «κατοχή» μας από το ῞Αγιο Πνεύμα, τον Θεό μας, ο ‘Οποίος όμως μας ελευθερώνει («ου το Πνεύμα Κυρίου εκεί και ελευθερία») και μας κάνει να νιώθουμε παιδιά του Θεού, με διαρκή μέσα μας την κραυγή: «᾽Αββά, ο Πατήρ»! Να νιώθω παιδί του Θεού και να Τον προσφωνώ ‘Πατέρα᾽ είναι αυτό που μου προσφέρει το όνομά μου. Το χριστιανικό ασφαλώς όνομά μου και όχι οποιοδήποτε περίεργο, παράδοξο, υποκοριστικό τέτοιο που λειτουργεί εντελώς κατά αποπροσανατολιστικό τρόπο. Και προσφωνώντας τον Θεό Πατέρα ως μέλος Χριστού είναι αυτονόητο ότι καλούμαι να ζω κι εγώ όπως και ο Χριστός: με υπακοή στο θέλημα του Θεού, με ταπείνωση, με αγάπη. Άλλωστε αυτό σημαίνει χριστιανός: «μίμημα Χριστού κατά το δυνατόν ανθρώπω» (αγ. Ιωάννης της Κλίμακος).