Παρασκευή 18 Δεκεμβρίου 2015

ΤΟ ΑΣΤΡΟ ΤΟΥ ΙΑΚΩΒ

  Οἱ Ἰσ­ρα­η­λί­τες ὑ­πὸ τὴν ἀ­σφα­λῆ κα­θο­δή­γη­ση τοῦ θε­ο­φώ­τι­στου καὶ ἐ­κλε­κτοῦ τους ἡ­γέ­τη Μω­υ­σῆ, ἔ­χον­τας κα­τα­νι­κή­σει τοὺς Ἀ­μορ­ραί­ους καὶ ἄλ­λους λα­οὺς τῆς Χα­να­άν, ἔ­φτα­σαν μπρο­στὰ στὴ χώ­ρα τῶν Μω­α­βι­τῶν. Τὰ νέ­α γιὰ τὶς σα­ρω­τι­κές τους νί­κες εἶ­χαν δι­α­δο­θεῖ σὰν ἀ­στρα­πή.
 Πα­νι­κό­βλη­τος ὁ Βα­λάκ, βα­σι­λιὰς τῆς Μω­άβ, ἀ­να­ζή­τη­σε τρό­πους νὰ ἀ­πο­σο­βή­σει τὸν κίν­δυ­νο ἀ­πὸ τὴ χώ­ρα του. Ἔ­στει­λε καὶ κά­λε­σε κον­τά του ἀ­πὸ τὸν Εὐ­φρά­τη πο­τα­μὸ τὸν με­γά­λο μάν­τη Βα­λα­ὰμ καὶ μὲ τὴν ὑ­πό­σχε­ση με­γά­λης ἀ­μοι­βῆς τοῦ ζή­τη­σε νὰ κα­τα­ρα­σθεῖ τοὺς Ἰσ­ρα­η­λί­τες.
        Με­τὰ ἀ­πὸ ἕ­να πε­ρι­πε­τει­ῶ­δες τα­ξί­δι, κα­τὰ τὸ ὁ­ποῖ­ο ὁ Θε­ὸς χρη­σι­μο­ποί­η­σε ἀ­κό­μα καὶ τὸ γα­ϊ­δού­ρι τοῦ Βα­λα­ὰμ γιὰ νὰ τὸν νου­θε­τή­σει, ὁ μάν­της ἔ­φτα­σε στὸν βα­σι­λιὰ τῆς Μω­άβ, μὲ ρη­τὴ ἐν­το­λή ἀ­πὸ τὸν Θε­ό, νὰ πεῖ μό­νο ὅ,τι  Αὐ­τὸς θὰ τοῦ ἔ­βα­ζε στὸ στό­μα του.
Ἀ­φοῦ πρό­σφε­ρε θυ­σί­ες στὸ εἴ­δω­λο τοῦ Βά­αλ ποὺ λα­τρευ­ό­ταν ἀ­πὸ τοὺς Μω­α­βί­τες, ἄ­νοι­ξε τὸ στό­μα του καὶ εὐ­λό­γη­σε τὸν λα­ὸ τοῦ Ἰσ­ρα­ήλ, πα­ρὰ τὴν ἐ­πί­μο­νη αἴ­τη­ση τοῦ Βα­λὰκ νὰ τὸν κα­τα­ρα­σθεῖ. Τρεῖς φο­ρὲς σὲ τρί­α δι­α­φο­ρε­τι­κὰ μέ­ρη προ­σφέρ­θη­καν θυ­σί­ες γιὰ τὸν ἴ­διο σκο­πό, μὰ καὶ τὶς τρεῖς ὁ Βα­λα­ὰμ ἀ­νοί­γον­τας τὸ στό­μα του, πα­ρὰ τὴν ὀρ­γὴ τοῦ Βα­λάκ, εὐ­λο­γοῦ­σε, ἀν­τὶ νὰ κα­τα­ρι­έ­ται, τοὺς Ἰσ­ρα­η­λί­τες.

Ἀ­πο­γο­η­τευ­μέ­νος οἰ­κτρὰ ὁ Βα­λάκ, χτυ­πών­τας μὲ φο­βε­ρὸ θυ­μὸ τὰ χέ­ρια του, ἐ­ξα­πέ­στει­λε τὸν μάν­τη στὴ χώ­ρα του, χω­ρὶς νὰ τοῦ δώ­σει τί­πο­τα. Μὰ ὁ Βα­λα­ὰμ πρὶν φύ­γει τοῦ ἔ­δω­σε τὴ χα­ρι­στι­κὴ βο­λὴ μὲ μί­α ἐ­πι­πλέ­ον βα­ρυ­σή­μαν­τη προ­φη­τεί­α:
        «“Ἄ­στρον ἀ­να­τε­λεῖ ἐξ Ἰ­α­κώβ…” Σοῦ ἀ­ναγ­γέλ­λω κά­ποι­ον, ποὺ τώ­ρα βέ­βαι­α δὲν ἦρ­θε ἀ­κό­μα. Τὸν μα­κα­ρί­ζω, ἂν καὶ εἶ­ναι μα­κριά μας. Θὰ ἀ­να­τεί­λει ἄ­στρο ἀ­π’ τοὺς ἀ­πο­γό­νους τοῦ Ἰ­α­κὼβ καὶ θὰ φα­νε­ρω­θεῖ ἄν­θρω­πος ἀ­π’ τὸν λα­ὸ τοῦ Ἰσ­ρα­ήλ, ὁ ὁ­ποῖ­ος θὰ συν­τρί­ψει τοὺς ἀρ­χη­γοὺς τῆς Μω­ὰβ καὶ θὰ λα­φυ­ρα­γω­γή­σει ὅ­λους τοὺς ἀ­πο­γό­νους τοῦ Σὴθ» (Ἀ­ριθμ. 24, 17).
Ἡ Ἐκ­κλη­σί­α, ἀλ­λὰ καὶ οἱ Ἑ­βραῖ­οι θε­ώ­ρη­σαν τὴν προ­φη­τεί­α αὐ­τὴ ὡς ἀ­ναγ­γε­λί­α τῆς ἐ­ναν­θρω­πή­σε­ως τοῦ Χρι­στοῦ, εἴ­δη­ση γιὰ τὸν ἐρ­χο­μὸ τοῦ Μεσ­σί­α.
        Στὸν κα­νό­να τῶν Χρι­στου­γέν­νων ἀ­να­φέ­ρε­ται ἀ­κρι­βῶς τὸ γε­γο­νὸς αὐ­τό. Λέ­γει τὸ β΄ τρο­πά­ριο τῆς δ΄ ᾠ­δῆς («Τοῦ μάν­τε­ως πά­λαι Βα­λα­άμ»), ὅ­τι ὁ δε­σπό­της Χρι­στὸς ἀ­νέ­τει­λε ὡς ἀ­στέ­ρας ἀ­πὸ τὸ γέ­νος τοῦ Ἰ­α­κὼβ καὶ γέ­μι­σε χα­ρὰ τοὺς σο­φοὺς ἐ­κεί­νους πού, ἔ­χον­τας ὑ­π’ ὄ­ψη τους τὰ λό­για τοῦ Βα­λα­άμ, πα­ρα­τη­ροῦ­σαν προ­σε­κτι­κὰ τὰ ἄ­στρα γιὰ τὴν ἐ­πα­λή­θευ­σή τους. Γι’ αὐ­τὸ καὶ ὅ­ταν εἶ­δαν τὸν ἀ­στέ­ρα στὸν οὐ­ρα­νό, τὸ ση­μεῖ­ο ποὺ τοὺς πα­ρέ­πεμ­πε στὸ λαμ­πρὸ ἄ­στρο τοῦ Χρι­στοῦ, στὸν νο­η­τὸ ἥ­λιο τῆς δι­και­ο­σύ­νης, «ἐ­χά­ρη­σαν χα­ρὰν με­γά­λην σφό­δρα» (Ματθ. 2, 10).
Λέ­γει ἐ­πί­σης τὸ τρο­πά­ριο, ὅ­τι ὁ Χρι­στὸς δέ­χτη­κε τοὺς σο­φοὺς αὐ­τοὺς νὰ τὸν προ­σκυ­νή­σουν καὶ νὰ τοῦ προ­σφέ­ρουν τὰ δῶ­ρα τους, «χρυ­σὸν καὶ λί­βα­νον καὶ σμύρ­ναν», για­τὶ αὐ­τοὶ ἀν­τι­προ­σώ­πευ­αν τὰ ἔ­θνη ποὺ θὰ εἰ­σέρ­χον­ταν, ὡς νέ­ος ἐ­κλε­κτὸς λα­ός, στὴ Βα­σι­λεί­α τοῦ Θε­οῦ. Ἦ­ταν ἡ ἀ­παρ­χὴ τῶν ἐ­θνῶν. Ὅ­πως προ­σφέ­ρον­ταν στὸν Θε­ὸ οἱ ἀ­παρ­χὲς τῶν καρ­πῶν, τὰ πρω­το­γεν­νή­μα­τα δηλ. ἀ­πὸ τὰ ἀμ­πέ­λια, τὰ χω­ρά­φια, τὰ πα­τη­τή­ρια καὶ τὰ ἁ­λώ­νια (πρβλ. Ἐξ. 23, 16, Ἀ­ριθμ. 18, 12-13), ἔ­τσι καὶ οἱ τρεῖς σο­φοὶ μά­γοι ἔ­γι­ναν δε­κτοὶ ὡς ἐμ­προσθο­φυ­λα­κὴ τῶν ἀν­θρώ­πων, ποὺ ἀ­πὸ ὅ­λα τὰ ἔ­θνη θὰ ἀ­ποδέ­χον­ταν γιὰ Σω­τή­ρα τους τὸν Χρι­στό.
        Ὁ Βα­λα­άμ, ἂν καὶ λά­τρης τῶν εἰ­δώ­λων, εἶ­χε εὐ­χη­θεῖ νὰ συγ­κα­τα­ριθ­μη­θεῖ με­τὰ τὸν θά­να­τό του με­τα­ξὺ τῶν δι­καί­ων τοῦ Ἰσ­ρα­η­λι­τι­κοῦ λα­οῦ (Ἀ­ριθμ. 23, 10).
        Ἐ­σέ­να καὶ ἐ­μέ­να τί μᾶς ἐμ­πο­δί­ζει νὰ ὁ­μο­λο­γή­σου­με μο­να­δι­κό μας Σω­τή­ρα τὸν Κύ­ριό μας Ι­η­σοῦ Χρι­στὸ καὶ νὰ συγ­κα­τα­λε­χθοῦ­με στὸν νέ­ο ἐ­κλε­κτὸ λα­ό του, ποὺ ἁ­γί­α ἀ­παρ­χή του ἀ­πο­τέ­λε­σαν «οἱ ἀ­κρι­βεῖς γνῶ­στες τῶν λό­γων τοῦ Βα­λα­ὰμ σο­φοὶ ἐ­κεῖ­νοι με­λε­τη­τὲς τῶν ἄ­στρων»;