Τρίτη 4 Οκτωβρίου 2016

Ο ΑΓΙΟΣ ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΚΑΙ ΤΗΝ ΟΡΘΟΔΟΞΗ ΛΑΤΡΕΙΑ


Η μέσα στο Ναό
Κάποτε μου είπε ο : «Ο ορθόδοξος ασκητισμός δεν είναι μόνο για τα μοναστήρια, αλλά και για τον κόσμο.
Είναι μεγάλη ευλογία η προσευχή μέσα στο Ναό, οι και η δοξολογία του Θεού εν πνεύματι αγάπης.
 Να’ ξερες πόσο οι ψυχές βασανίζονται από τα πάθη και πόσο ανακουφίζονται κοντά στην αγάπη του Χριστού! Για μένα θα ήταν πιο ευχάριστο να αποτραβηχτώ στο Άγιο Όρος, στη σκήτη της μετανοίας μου και εκεί στην ερημιά να δοξολογώ το Θεό».
Οι ευχές, οι εκφωνήσεις και το πρόσωπο του Γέροντα
Εκείνο που έχω να συμπληρώσω εδώ, είναι ότι για πρώτη φορά έβλεπα τον πατέρα Πορφύριο, αλλά και τον ζούσα στη Θεία Λειτουργία.
Μου έκανε μεγάλη εντύπωση διότι είχε μία λαμπερή όψη.
Βέβαια, την είχε πάντοτε, ήταν φωτεινός, είχε φωτεινό πρόσωπο, αλλά κατά τη Θεία Λειτουργία είχε κάτι, ας πούμε, το εξαίσιο. Πράγμα, που νόμισα ότι ήταν το φυσικό που έβλεπα, διότι πρώτη φορά τον έβλεπα και τον συναντούσα. Το δεύτερο δε στοιχείο, που με εντυπωσίασε, ήταν στο θέμα των ευχών και των εκφωνήσεων. Ο τρόπος του ήταν τέτοιος, που έδειχνε ότι συνομιλούσε με κάποιον που ήταν απέναντί του, που τον έβλεπε.Ο Γέρων πολύ αγαπούσε τους ύμνους της Εκκλησίας μας
Ο Γέρων Πορφύριος τόνιζε επίσης ότι εκείνο που τον είχε βοηθήσει πάρα πολύ, ήταν η μελέτη και η ενασχόληση, η σχολή – κατά το «σχολάσατε και γνώτε ότι εγώ ειμί Κύριος ο Θεός» -στα υμνογραφικά, κυρίως, κείμενα της Εκκλησίας μας. Πολύ αγαπούσε τους ύμνους της Εκκλησίας μας και του άρεσε να τους διαβάζει, να τους απαγγέλει και να τους ψάλλει.
Οι ύμνοι, αυτοί οι πνευματικοί θησαυροί της Ορθοδοξίας μας, υπομνηματίζουν κατά τον καλύτερο τρόπο την Αγία Γραφή, την Ορθόδοξη παράδοση μας, τα πατερικά κείμενα, τη δογματική της Εκκλησίας και όλη τη θεολογία.
Ο Γέροντας ως Λειτουργός
Αλλά και η λατρευτική ζωή στο ναό του Αγίου Γερασίμου είχε ωραία εξέλιξη. Είχαν τότε στο ναό μια χορωδία κι έπρεπε η φωνή του ιερέα να ανταποκρίνεται στο ψάλσιμο της χορωδίας και να αποφεύγονται ψαλτικά πλημμελήματα. Γι’ αυτό πήγε στο Ωδείο, όπου σημείωσε μεγάλη πρόοδο. Τελείωσε ένα κύκλο σπουδών. Έμαθε και πιάνο. Ως όργανο, όμως, αγαπούσε πιο πολύ το αρμόνιο.
Αργότερα, στο ναο, στη θέση της χορωδίας υπήρχε επίσημος ψάλτης, κάτοχος της βυζαντινής μουσικής, Σπυρίδων Περιστέρης, που έμελλε να καταλάβει αργότερα το πρώτο αναλόγιο των Αθηνών, αφού έγινε πρωτοψάλτης του Μητροπολιτικού Ναού. Η συνεργασία τους ήταν άριστη. Αν καμιά φορά από όσους βρίσκονταν στο αναλόγιο γινόταν κάποιο λάθος, κάποια παρατυπία, ο Γέροντας δε μιλούσε και δε χαλούσε την ατμόσφαιρα της Θείας Λειτουγίας. Μια φορά, που παραχώρησε τη θέση του σε κάποιον επισκέπτη ιερέα, δημιουργήθηκε μεγάλη σύγχυση. Άρχισε να λέει στους ψάλτες: «Όχι αυτό το απολυτίκιο, το άλλο. Ψάξετε να βρείτε το άλλο». Έκείνοι έψαχναν. Δεν το έβρισκαν. Μεγάλο κακό. Αυτή η άσχημη κατάσταση έκανε τον ψάλτη και τους βοηθούς του να εκτιμήσουν την ευγένεια και τη διακριτικότητα του πατρός Πορφυρίου.
Οι Αλεβιζάτοι ήσαν καθηγητές Πανεπιστημίου. Στον κύκλο τους είχαν πολλόυς πανεπιστημιακούς. Όλοι αυτοί εκκλησιάζονταν σον Άγιο Γεράσιμο. Πήγαιναν και καθηγητές της Θεολογικής σχολής, όπως ο μεγάλος θρησκειολόγος Λεωνίδας Φιλιππίδης, που ευλαβείτο υπερβολικά το Γέροντα. Ολόκληρο Πανέπιστήμιο συγκεντρωνόταν στο Ναό της Πολυκλινικής. Η Λειτουργία ήταν πραγματική μυσταγωγία.
Το ευαγγέλιο ο Γέροντας το απέδιδε με μοναδική χάρη και ζωντάνια. Μάλιστα τη Μεγάλη Εβδομάδα, στην ακολουθία των παθών, οι αναγνώσεις των δώδεκα Ευαγγελίων είχαν κάτι, που δεν υπήρχε όμοιό του. Ο π. Πορφύριος, με τη χάρη που είχε, έβλεπε το Χριστό να πάσχει και συγκλονιζόταν. Πολλές φορές από τη μεγάλη συγκίνηση έσπαζε η φωνή του και δυσκολευόταν να συνεχίσει την ανάγνωση. Κάποια φορά δεν άντεξε άλλο και διέκοψε την ανάγνωση. Μετά έπλυνε το πρόσωπο του, που ήταν λουσμένο στα δάκρυα, ζήτησε συγνώμη από το εκκλησίασμα και, καταβάλλοντας μεγάλη προσπάθεια, συνέχισε. Περιττεύει να πούμε τι συγκλονιστική συγκίνηση μεταδιδόταν στους χριστιανούς. Ήταν σαν να βρίσκονταν κι αυτοί στη Γεσθημανή, στο Πραιτώριο, στον Γολγοθά και με κομμένη ανάσα παρακολουθούσαν το θείο δράμα. Κάποια φορά ο Γέροντας είχε μαζί του στην ακολουθία των παθών ένα δικό του ιερέα, πνευματικό του τέκνο, και του είπε να είναι έτοιμος. Αν αναγκαζόταν να διακόψει την ανάγνωση του Ευαγγελίου, να συνέχιζε εκείνος.
Στη νυχτερινή Λειτουργία του Πάσχα, όταν ερχόταν η ώρα να πει τον περίφημο Κατηχητικό Λόγο του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, δημιουργείτο πρωτοφανής συγκίνηση και ιερός ενθουσιασμός. Το λόγο τον απήγγελε από στήθους, αργά, επίσημα, ωραιότατα. Όλους τους λόγους του ιερού Χρυσόστομου τους αγαπούσε, αλλά αυτόν ειδικά τον υπεραγαπούσε. Τον έλεγε λοιπόν, αργά αργά, επιβλητικά, χωρίς να κρατεί φυλλάδα, παρά μόνο την πασχαλινή λαμπάδα. Το αποκορύφωμα του μεγαλείου ήταν στις φράσεις: «Ο άδης φησίν, επικράνθη, συναντήσας σοι κάτω. Επικράνθη, και γαρ κατηργήθη…«, καθώς ο λαός από κάτω επαναλάμβανε το «επικράνθη». Ανεπανάληπτες ιερές συγκινήσεις.
Κάθε εκκλησιαστική ευχή, κάθε ανάγνωση ιερού κειμένου, την ευλαβείτο. Έπρεπε να λεχθούν με τον καλύτερο τρόπο. Σ’ όλη του τη ζωή βοηθούσε αναρίθμητους ιερείς, μοναχούς, ψάλτες, αναγνώστες, να ψάλλουν και να διαβάζουν με τον πιο ωραίο τρόπο, αντάξιο του Θεού.