Πού πήγε εκείνη η «καλημέρα», που πριν λίγα χρόνια την άκουγες απ’ τον πρώτο τυχόντα που θα συναντούσες εκτός σπιτιού;
Πού
πήγε εκείνη η τσίχλα, που σε κέρναγε ο περιπτεράς, όταν του έκανες
σεφτέ; Το κουλούρι, που σου έδινε ο φούρναρης, γιατί σήμερα του έγιναν
πολύ αφράτα!
Πού πήγε το χάδι των λέξεων στα αυτιά μας, η ομορφιά του λόγου κι η ευφορία της ψυχής μας;
Πόσο
καιρό έχεις να αισθανθείς όμορφα με τα λόγια κάποιου ανθρώπου; Ν’
ακούσεις ένα «παρακαλώ», ένα «ευχαριστώ» ή έστω έναν πληθυντικό
ευγενείας που ν’ αποτελεί δείγμα σεβασμού κι ευγένειας;
Πού πήγαν οι ωραίοι άνθρωποι, βρε παιδάκι μου; Ψάχνω, ψάχνω και μέσα στην οχλαγωγή τους μετράω με τη σέσουλα.