Κυριακή 30 Ιουλίου 2017

ΤΟ ΚΑΚΟ ΠΟΥ ΠΕΡΙΕΧΕΙ Η ΑΜΑΡΤΙΑ





Ο Θεός είναι το άκρο αγαθό, που πρέπει ν᾿ αγαπάμε, ενώ η αμαρτία το άκρο κακό, που πρέπει να σιχαινόμαστε και να μισούμε.
Ο Θεός είναι εν᾿ απέραντο πέλαγος τελειότητος, ενώ η αμαρτία είναι μια απύθμενη άβυσσος κακίας.

Ο Θεός είναι αγαθό άπειρα καλύτερο απ᾿ όλα τ᾿ αγαθά, ενώ η αμαρτία είναι κακό άπειρα χειρότερο απ᾿ όλα τα κακά.
Η αμαρτία είναι η μεγαλύτερη τερατωδία και της τωρινής και της μέλλουσας ζωής.
Ο Θεός δεν γνωρίζει κακό πιο φοβερό και πιο ενάντιο στη μεγαλειότητα και την αγαθότητά Του, από την αμαρτία.
Ο άδης, αν έφευγε απ᾿ αυτόν η αμαρτία, δεν θα ήταν άδης πιά αλλά παράδεισος. Κι αν η αμαρτία έμπαινε στον παράδεισο, δεν θα ήταν πιά παράδεισος αλλ᾿ άδης.
Τόσο πικρό και δραστικό είναι το φαρμάκι της αμαρτίας!
Απ᾿ αυτά που είπαμε μέχρι τώρα, καταλαβαίνουμε πόσο αποστρέφεται ο Θεός την αμαρτία, που είναι εχθρός της αγαθοσύνης Του. Κι εμείς, αγαπώντας αυτό το τέρας, που λέγεται αμαρτία, γινόμαστε μισητοί στο Θεό, όπως είναι μισητή σ᾿ Αυτόν και η αμαρτία· «εν ίσω γαρ μισητά Θεώ και ο ασεβών και ασέβεια αυτού»1.
Ας γνωρίσουμε λοιπόν την αθλιότητά μας και ας ταπεινωθούμε βαθιά.
Ας ευχαριστήσουμε τον εύσπλαχνο Θεό, που μας δίνει το χέρι Του και μας βοηθάει ν᾿ αγωνιστούμε.
Ας ενεργοποιήσουμε, τέλος, και τη δική μας θέληση, γιατί αν αυτή δεν ενωθεί με την ευσπλαχνία του Θεού, δεν είναι δυνατό ν᾿ απαλλαγούμε από την αμαρτία.
Πρέπει να χρησιμοποιούμε πάντα δυναμικά τη θέλησή μας, παρακαλώντας το Θεό να τη γιγαντώνει με τη χάρη Του, για ν᾿ αντιστεκόμαστε αποτελεσματικά στο κακό.
Η αμαρτία, επειδή είναι «παρά φύσιν κίνησις», όπως ορίζει ο άγιος Μάξιμος, στερεί τον ταλαίπωρο αμαρτωλό απ᾿ όλα τα υπερφυσικά χαρίσματα και αγαθά. Νεκρώνει την πίστη, την ελπίδα και την αγάπη του ανθρώπου στο Θεό.
Στερεί την ψυχή από τη χάρη της δικαιώσεως και της υιοθεσίας, το μεγαλύτερο δώρο που της έδωσε ο Θεός. Γυμνώνει την ψυχή απ᾿ όλους τους μισθούς των προηγουμένων καλών της έργων. Αφαιρεί από τον άνθρωπο το χάρισμα που του έδωσε ο Θεός, να είναι φίλος Του και παιδί Του. Καί το σπουδαιότερο, εμποδίζει τον άνθρωπο να γίνει κληρονόμος τως βασιλείας των ουρανών.
Η αμαρτία όμως, αφού αδειάσει την ψυχή απ᾿ όλα τα παραπάνω υπερφυσικά αγαθά, τη γυμνώνει κι από τα φυσικά αγαθά. Της παίρνει δηλαδή την οξύτητα του νού, το φωτισμό και τη διάκριση του λογικού, την ευαισθησία της καρδιάς, την ειρήνη των λογισμών και της συνειδήσεως, την καθαρότητα όλων της των δυνάμεων. Αλλά κι αυτό ακόμα το σώμα αδυνατίζει και τις αισθήσεις του μολύνει. Με δυό λόγια, η αμαρτία μεταβάλλει το ζωντανό ναό του Θεού2 σε σπήλαιο δαιμόνων και «κατοικητήριον δρακόντων»3.
Καί μόνο αυτό; Επειδή, κατά το Μέγα Αθανάσιο4, «η αμαρτία και το κακόν ου γέγονε παρά Θεού, ουδέ εν Θεώ, ούτε εξ αρχής γέγονεν, ούτε ουσία τις εστίν αυτού» – είναι δηλαδή η αμαρτία κάτι ουσιαστικά ανύπαρκτο, ένα μηδέν – γι᾿ αυτό εκμηδενίζει κι εκείνον που την κάνει. Ο άνθρωπος που δουλεύει στην αμαρτία, ζεί μια ζωή ταραγμένη, όμοια μ᾿ εκείνη του Κάιν, που αφού σκότωσε τον αδελφότου, έτρεμε ολόκληρος από φόβο. Τού φαινόταν μάλιστα πως έτρεμαν και τα βουνά και σάλευε η γη. Μ᾿ ένα λόγο, η ζωή που ζεί ο άνθρωπος μετά την αμαρτία, δεν πρέπει να λέγεται ζωή αλλά θάνατος, ή καλύτερα προοίμιο και αρραβώνας της μελλοντικής κολάσεως.
Ο ιερός Χρυσόστομος, ερμηνεύοντας τη Γένεση, λέει κάπου, ότι ο πόρνος ή ο μοιχός ή όποιος έκανε παρόμοια αμαρτία, ακόμα κι αν όλους κατορθώσει να τους ξεγελάσει, δεν περνάει με ηρεμία τη μέρατου. Φοβάται τις υποψίες, τρέμει τις σκιές, έχει μέσα στην ψυχή του συνεχή χειμώνα. Ο ύπνος του δεν είναι γλυκός. Το φαγητό του δεν το ευχαριστιέται. Είναι γεμάτος φόβους, από τους οποίους δεν μπορεί ν᾿απαλλαγεί με κανένα τρόπο.
Ύστερα απ᾿ ολ᾿ αυτά, ένας χριστιανός, φωτισμένος από τη λογική και την πίστη, δεν μπορεί παρά να μισήσει την αμαρτία.
Λοιπόν, αδελφοί μου, ας ντραπούμε για ο,τι κακό κάναμε ως τώρα, και ας αποφασίσουμε να μεταχειριζόμαστε πιά μόνο για το καλό το σώμα μας, που μας πλάνεψε και μας έριξε. Ας ζητήσουμε, τέλος,από το Θεό να μας χαρίσει δάκρυα και πνεύμα αληθινής μετάνοιας.
Ας συλλογιστούμε όμως και το κακό που θα μας προξενήσει η αμαρτία στο μέλλον, δηλαδή την αιώνια κόλαση. Αν δεν αντέχουμε ούτε για μια στιγμή να μας αγγίξει λίγη φωτιά, που όταν συγκριθεί με τις φλόγες του άδη είναι σαν φωτιά ζωγραφιστή, πως θ᾿ αντέξουμε να κατακαιγόμαστε μέσα στις αιώνιες φλόγες; Ο Προφήτης Ησαίας, στοχαζόμενος τ᾿ ανέκφραστα βάσανα της άσβεστης φωτιάς της κολάσεως, αναφώνησε με μεγάλο φόβο και θαυμασμό:
«Τις αναγγελεί υμίν, ότι πυρ καίεται; τις αναγγελεί υμίν τον τόπον τον αιώνιον;»5.
Ας συλλογιστούμε, πόσο φοβερό πράγμα είναι να στερηθεί κανείς για πάντα ένα Θεό αγάπης και ελέους, που φροντίζει να κάνει αιώνια ευτυχισμένη μια ψυχή.
Ας αποφασίσουμε λοιπόν ν᾿ αντισαθούμε με γενναιότητα στους πειρασμούς, που μας φέρνει ο διάβολος για να μας ρίξει στην αμαρτία.
Κι αν χρειαστεί όχι μια, αλλά χίλιες ζωές να θυσιάσουμε, φτάνει να μην υποκύψουμε.
Ας παρακαλέσουμε το Θεό να μας δυναμώσει με τη χάρη Του τόσο, ώστε να χύσουμε το αίμα μας καλύτερα, παρά να Τον πικράνουμε με νέες αμαρτίες.
Σταχυολόγηση και διασκευή κειμένου από τα “Πνευματικά Γυμνάσματα” του οσίου Νικοδήμου του Αγιορείτου