Σάββατο 2 Σεπτεμβρίου 2017

ΕΦΥΤΕΥΣΕΝ,ΠΕΡΙΕΘΗΚΕ,ΩΡΥΞΕΝ ΩΚΟΔΟΜΗΣΕ ΕΞΕΔΟΤΟ

         Μία από τις πιο συγκλονιστικές παραβολές για τον κόσμο και τον άνθρωπο είναι αυτή των κακών γεωργών.  Λίγο πριν το Πάθος Του ο Χριστός διηγείται στους μαθητές Του και κατ’ επέκτασιν στον καθέναν από εμάς, Ποιος είναι ο Θεός, ποιος ο άνθρωπος και ποιος ο κόσμος. Σκοπός της παραβολής δεν είναι να απεικονίσει μόνο την κακία των Εβραίων, οι οποίοι επρόκειτο να σταυρώσουν τον Κύριο. Ο Χριστός θέλει να καταλάβουμε Ποιος είναι ο Θεός και τι μας ζητά, αλλά και να πάρουμε θέση έναντί Του και έναντι του κόσμου και με βάση αυτή τη θέση να αντλήσουμε νόημα από την ζωή.
        Ο Θεός χαρακτηρίζεται ως «οικοδεσπότης».   Με μία σειρά από ρήματα, που μαρτυρούν λόγο και ενέργεια, αποκαλύπτεται ο τρόπος με τον οποίο μας φανερώνεται. «Εφύτευσεν αμπελώνα και φραγμόν αυτώ περιέθηκε και ώρυξεν εν αυτώ ληνόν και ωκοδόμησε πύργον, και εξέδοτο αυτόν γεωργοίς και απεδήμησεν» (Ματθ. 21, 33). «Φύτεψε ένα αμπέλι, το περιέφραξε, έσκαψε σ’ αυτό πατητήρι, έχτισε πύργο, το παραχώρησε σε γεωργούς και έφυγε για άλλον τόπο».
Ο κόσμος είναι αμπελώνας που φυτεύτηκε από τον άρχοντα, τον οικοδεσπότη, τον νοικοκύρη Θεό. Ο αμπελώνας παράγει σταφύλια, τα οποία τρέφουν και χαροποιούν με το κρασί τον άνθρωπο. Τα σταφύλια έχουν μία ξεχωριστή ομορφιά. Μαρτυρούν αφθονία και ταυτόχρονα λιτότητα. Αφθονία με τη γεμάτη όψη που έχουν πάνω στο κλήμα. Λιτότητα με τις μικρές ρώγες, που γλυκαίνουν και χορταίνουν, αλλά δε χρειάζεται να φάει κανείς πολύ.
 Ο Θεός έβαλε όρια στον κόσμο, περιφράσσοντάς τον. Τα πάντα είναι δικά μας, αλλά υπάρχει και κάτι που δεν μας ανήκει. Αυτό είναι η δυνατότητα να γίνουμε θεοί από μόνοι μας. Η θέωση έρχεται εντός του αμπελώνος. Γιατί ο αμπελώνας δεν είναι μόνο υλικός. Είναι η ίδια η Εκκλησία, δηλαδή ο κόσμος στον οποίο η σχέση με τον Θεό δίνει το νόημα της ζωής. Αν βγούμε από τα όρια του αμπελώνα, τότε απομακρυνόμαστε από την τροφή που ο Θεός μας παρέχει. Και τροφή είναι η ζωή, τόσο του παρόντος, όσο και του αιώνιου κόσμου. Η απομάκρυνση είναι η αμαρτία. Κάθε τι που είναι εκτός των ορίων του αμπελώνος, μας κάνει να αυτοθεωνόμαστε, να θεωρούμαστε αυτάρκεις, αλλά δεν μας επιτρέπει να φυλαχθούμε από την αμαρτία.
  Ο Θεός όμως έσκαψε πατητήρι. Δεν μας στέρησε τη χαρά, αλλά μας έδωσε την ευκαιρία να την βιώσουμε. Ευλόγησε τη ζωή και τους καρπούς της. Τον έρωτα και την αγάπη. Την συνάντηση των τρυγητάδων που φέρνουν τον καρπό του αμπελώνος, για να τον πατήσουν στο πατητήρι, να τον κάνουν μούστο και κρασί. Ο μούστος παράγει προϊόντα που τρέφουν. Αν βράσει, γίνεται ο οίνος της χαράς και της ζωής. Δεν πατά μόνο ένας τα σταφύλια, αλλά πολλοί. Η Εκκλησία μας δίνει την ευκαιρία να χαρούμε μαζί με τους άλλους, στην ένωση και τον χορό της αγάπης, όπως γινόταν παλαιότερα που ο τρύγος και το πάτημα των σταφυλιών ήταν γιορτή!
Ο Θεός όμως έχτισε και πύργο. Άφησε δηλαδή τόπο και για να ετοιμαστεί το κρασί στα υπόγειά του, αλλά και να μπορούν όσοι ζούνε στον αμπελώνα να κατοικούν και να χαίρονται.  Η Εκκλησία μας δίνει  τον πύργο της πρόνοιας του Θεού μέσα στον κόσμο. Και αυτός ο πύργος μας κάνει να παλεύουμε και για τον επιούσιο άρτο και για τον άρτο της ζωής με επίγνωση ότι όλα ανήκουν στον Θεό.
Ο Θεός όμως παραχωρεί τον αμπελώνα και τα πάντα σ’ αυτόν στους γεωργούς, στους ανθρώπους, σε μας δηλαδή.  Ο Ίδιος φεύγει. Μας εμπιστεύεται τον κόσμο και μας δίνει την ελευθερία να παλέψουμε σ’ αυτόν. Να χαρούμε. Να καρπωθούμε τα αγαθά του, αλλά και με αγάπη να μοιραστούμε με τους συνανθρώπους μας ό,τι μας δόθηκε. Ο Θεός στέλνει στον κόσμο εκείνους που μας υπενθυμίζουν ότι υπάρχει πάντοτε ένα μερίδιο που ανήκει σ’ Εκείνον. Αυτό είναι η αγάπη. Η ευγνωμοσύνη. Το ευχαριστώ για όσα μας έδωσε και την ίδια στιγμή η ευλογία της αγάπης που μοιράζεται με τους συνανθρώπους μας, όχι μόνο υλικά, αλλά και παρηγορητικά, πνευματικά,, συγχωρητικά. Από το νόημα να ζούμε με τον Θεό να πάρουν και οι άλλοι. Και μέσω των άλλων ο Θεός παίρνει από εμάς ό,τι του ανήκει. Την δωρεά της ομοίωσής μας προς Εκείνον που είναι η αγάπη.
Κάποιοι από μας μοιάζουμε με τους κακούς γεωργούς. Αψηφούμε τον Θεό  γιατί δεν Τον βλέπουμε με τα σωματικά μας μάτια. Γιατί έχουμε τόση εμπιστοσύνη στον εαυτό μας και το λογικό μας, τα όπλα και τις δυνάμεις μας που νομίζουμε ότι μπορούμε να Τον περιφρονούμε και να θανατώνουμε όσους μας ζητούν το μερίδιο του Θεού. Να αρνούμαστε την αγάπη και να προτάσσουμε την αυτάρκεια. Να αρνούμαστε την ευχαριστία και να προτάσσουμε τα δίκια μας. Να αρνούμαστε την επιστροφή του Θεού και να πιστεύουμε ότι θα ζήσουμε για πάντα ανεξέλεγκτοι.  Και ο Θεός επιμένει. Στέλνει μέχρι και τον Υιό Του, τον Κύριό μας. Κι εμείς επιμένουμε να κρατήσουμε τον κόσμο εγωκεντρικά για μας. Και βγάζουμε τον Χριστό «έξω του αμπελώνος», έξω από τη ζωή μας, για να Τον σκοτώσουμε, να πούμε ότι δεν υπάρχει για μας, ώστε να θεωρούμε ότι τα πάντα μας ανήκουν.
Ο Θεός θα επανέλθει. Την ώρα του θανάτου μας θα γίνει και η κρίση μας. Και τότε ο κόσμος θα δοθεί σε άλλους, που θα ξέρουν ότι η νοικοκυροσύνη, η δημιουργικότητα, η πρόνοια, το σχέδιο του Θεού, η θεία οικονομία έχει ως βάση της την Αγάπη. Μόνο που μαζί με την αγάπη συνυπάρχει η δικαιοσύνη. Διότι κι αυτή αναδεικνύει τη αλήθεια. Και η Αλήθεια είναι ο Θεός.
Ας διαλέξουμε να ζούμε στον κόσμο βλέποντάς τον όπως πραγματικά ο Θεός τον δημιούργησε, ως Εκκλησία. Ας διδαχθούμε από την νοικοκυροσύνη του Θεού και στην δική μας ύπαρξη.  Ας έχουμε σχέδιο στη ζωή μας. Ας φυτεύουμε καθημερινά στις καρδιές μας την αγάπη, ας γνωρίζουμε τα όριά μας, ας χαιρόμαστε την συνάντηση με τους άλλους και ας έχει η ύπαρξή μας τόπο στη αγάπη. Νικώντας την αυτάρκεια και τον εγωκεντρισμό, δίνουμε το μερίδιο  της αγάπης στον Θεό, όχι γιατί Εκείνος υστερεί, αλλά γιατί έτσι καταλαβαίνουμε για ποιον λόγο ζούμε. Και ας μην Τον έχουμε εκτός της ζωής μας, για να μην κριθούμε όπως οι κακοί γεωργοί, οι αχάριστοι της αγάπης, αυτοί που επένδυσαν στο «εγώ- θεό» και διέλυσαν κάθε ίχνος αληθινής ζωής που δεν έγκειται στην εξουσία, αλλά στο μοίρασμα της αγάπης που πλουσιοπάροχα  παρά Θεού γευόμαστε!