Ἡ νύχτα τῶν Χριστουγέννων εἶναι μιά νύχτα φωτεινή. Ὄχι τόσο
γιατί ὁ ἀστέρας πού ὁδήγησε τούς Μάγους στόν Χριστό μαρμαίρει στόν
οὐρανό καί οἱ φαντασμαγορικοί ἀστερισμοί καταυγάζουν τό στερέωμα ἤ
ἀκόμα, γιατί οἱ οἰκίες καί οἱ πόλεις μας, φορώντας τά γιορτινά τους,
εἶναι ὑπερβαλλόντως φωταγωγημένες.
Ἡ νύχτα τῶν Χριστουγέννων εἶναι φωτεινή γιατί μᾶς ὁδηγεῖ στό σκιόφως τοῦ πιό μυστικοῦ καί κατανυκτικοῦ ἑαυτοῦ μας…
Στό Ἅγιον Ὄρος καί στά ἱερά σκηνώματά του, πού ξεπερνοῦν τά χίλια,
ἀνάμεσά τους μονές, σκῆτες, κελλιά καί ἡσυχαστήρια, ἡ ἀγρυπνία τῶν
Χριστουγέννων ἀρχίζει νωρίς τό βράδυ, ἀφοῦ πρῶτα, μία ὥρα μετά τή δύση
τοῦ ἡλίου, κατά τό ἁγιορείτικο Τυπικό, κτυπήσουν οἱ μεγάλες καμπάνες, σέ
τρεῖς στάσεις, ἐφόσον πρόκειται γιά δεσποτική ἑορτή.
Καί εἶναι αὐτή μία ἄλλη μυσταγωγία, εἰδικά γιά ὅσους Ἁγιορεῖτες
πατέρες, ὅπως ὁ γράφων, μονάζουν σέ Σκήτη, νά ἀκοῦς αὐτή τήν ἐξαίσια
συγχορδία τῆς κωδωνοκρουσίας, τῆς ὁποίας οἱ ἦχοι ἀντηχοῦν μέσα στούς
λόγγους καί τίς χαράδρες, πάνω ἀπό τά προβούνια τοῦ Ἄθωνα, πού συνήθως
εἶναι χιονισμένα, νά ἀντανακλῶνται πάνω στίς στέγες τῶν ταπεινῶν
καλυβῶν, τίς καλυμμένες μέ σχιστόπλακες, σάν ἄλλο δέρμα φιδιοῦ…
Ἡ ἀγρυπνία ἀρχίζει μέ τή Λιτή, ὅπου ψάλλονται σέ μέλος ἀργό μερικά
ἀπό τά θεολογικώτερα τροπάρια τῆς ἑορτῆς, ποιήματα τοῦ ἁγίου Ἰωάννου τοῦ
Δαμασκηνοῦ, σέ ἦχο πρῶτο
Ὁ οὐρανός καί ἡ γῆ, σήμερον ἐφραινέσθωσαν. Ἄγγελοι καί ἄνθρωποι,
πνευματικῶς πανηγυρίσωμεν· ὅτι Θεός ἐν σαρκί ἐπέφανε, τοῖς ἐν σκότει καί
σκιᾷ καθημένοις… Σήμερον ὁρᾶται σαρκί, ὁ φύσει ἀόρατος, διά τόν
ἄνθρωπον.
Πράγματι! Τόσο οἱ θεολογικότατοι ὕμνοι τῶν Χριστουγέννων ὅσο καί οἱ
ἱερές ἀπεικονίσεις τῆς ἑορτῆς, αἰσθητοποιοῦν τήν παρουσία τοῦ
γεννηθέντος Χριστοῦ στίς ψυχές τῶν ἀγρυπνούντων.
Ἡ ἀτμόσφαιρα πού δημιουργεῖται στό ναό, ἀπό τήν «ἐν πνεύματι καί
ἀληθείᾳ» θεία λατρεία, ἀποβαίνει ἀληθινή μυσταγωγία τῶν πιό ὑψηλῶν
θεολογικῶν καί πνευματικῶν ἐμπειριῶν.
Νομίζει κανείς, ὅτι Ἄγγελοι ἐπεδήμησαν ἐξ οὐρανοῦ καί συμψάλλουν
ἐναρμόνια μελωδήματα μέ τούς ἀποδήμους τοῦ κόσμου ὀρεσιτρόφους μοναχούς.
Μέσα στόν χῶρο τοῦ ἁγιορείτικου ναοῦ, τό πνευματικό μεγαλεῖο, τό
μυστικό βάθος καί τό αἰσθητικό κάλλος τῆς ὀρθόδοξης τέχνης συνεργοῦν
ὥστε οἱ προσευχόμενοι νά ζοῦν τό μυστήριο τῶν Χριστουγέννων μέ τίς
αἰσθήσεις τους, πού μεταμορφώνονται κι αὐτές γιά νά γίνουν μέσα
ἐπικοινωνίας μέ τό ἄρρητο καί ὑπερφυσικό.
Τελευταία ἀνάμεσα στίς μεστές δογματικοῦ καί θεολογικοῦ περιεχομένου
Ὠδές καί ὡς ἀποκορύφωμα στή λειτουργική κατάνυξη τοῦ Ὄρθρου τῆς ἑορτῆς,
ψάλλεται ἡ γλυκύτατη Ἐνάτη Ὠδή τῆς Θεοτόκου:
Μεγάλυνον ψυχή μου, τήν τιμιωτέρα καί ἐνδοξοτέρα τῶν ἄνω
στρατευμάτων. Μυστήριον ξένον, ὁρῶ καί παράδοξον! οὐρανόν τό Σπήλαιον·
θρόνον Χερουβικόν, τήν Παρθένον· τήν φάτνην χωρίον· ἐν ᾧ ἀνεκλίθη ὁ
ἀχώρητος, Χριστός ὁ Θεός· ὅν ἀνυμνοῦντες μεγαλύνομεν.
Ἡ Ἐνάτη Ὠδή τῶν Χριστουγέννων! Πρόκειται γιά ἕνα ξέσπασμα πνευματικῆς
χαρᾶς, ἄρρητης, ἀνέκφραστης μέ λόγια χαρᾶς. Ὡς ὀρθόδοξοι καί μάλιστα ὡς
Ἕλληνες θά πρέπει νά καυχώμαστε ἐν Κυρίῳ γι᾿ αὐτό τό ἔργο τοῦ ἁγίου
Κοσμᾶ τοῦ Ποιητοῦ, τονισμένο σέ πρῶτο ἦχο.
Ἄς μήν προτείνουμε ἀνάμεσα στά ἔργα τῆς παγκόσμιας μουσικῆς
κληρονομιᾶς μόνο τήν Ἐνάτη Συμφωνία τοῦ Μπετόβεν γιά τόν πράγματι
μεγαλειώδη ἔντεχνο νατουραλισμό της… «… οἱ τοῖς ἄστροις λατρεύοντες ὑπό
ἀστέρος ἐδιδάσκοντο, Σέ προσκυνεῖν, τόν Ἥλιον τῆς Δικαιοσύνης…».
Αὐτοί πού λάτρευαν τά ἄστρα, διδάχθηκαν ἀπό τόν ἀστέρα τῶν
Χριστουγέννων, νά προσκυνοῦν ἀντί γι᾿ αὐτά, τόν Ἥλιο τῆς Δικαιοσύνης
Χριστό! Αὐτά ψάλλουμε στό Ἀπολυτίκιο τῆς ἑορτῆς τῶν Χριστουγέννων.
Γιά τόν μεγάλο ρῶσο λογοτέχνη Ντοστογιέφσκυ, δέν ὑπάρχει καμμιά
ἀπόλυτα ὡραία μορφή στόν κόσμο παρά ὁ Χριστός. Γιά τόν ἴδιο συγγραφέα, ἡ
ἐνσάρκωση τοῦ Λόγου τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ ἐπιφάνεια τοῦ κάλλους.
Αἰῶνες πρίν, καί μέσα ἀπό τή δική του ἐνόραση καί ἐμπειρία, ὁ ἅγιος
Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος εἶχε ὀνομάσει τά Χριστούγεννα «μητρόπολη ὅλων τῶν
ἑορτῶν».
Γιατί πράγματι, εἶναι ἡ ἀρχή καί πηγή ὅλων ὅσα γράφηκαν στό κεφάλαιο τῆς σωτηρίας τοῦ ἀνθρώπου.
Αὐτή ἡ φανέρωση τοῦ Θεοῦ στόν κόσμο μας, ἡ εἴσοδός Του μέσα στή δική
μας ἀνθρώπινη πραγματικότητα καί ἱστορία, μέσα στό εἶναι μας καί τή ζωή
μας, εἶναι πράγματι «τό πιό καινούργιο ἀπ᾿ ὅλα τά καινούργια, τό μόνο
πού εἶναι καινούργιο ἀπ᾿ ὅλα ὅσα βρίσκονται κάτω ἀπό τόν ἥλιο».
Μέσα στήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ὁ ἥλιος δέ δύει ποτέ. Πρόκειται γιά
μιά ἀτελεύτητη καί ἀδιάκοπη ἡμέρα· τήν φωτεινή μεσημβρία τῆς θείας
Σαρκώσεως, ὅπου σπᾶνε τά σύνορα τῶν ἐποχῶν καί τῶν ρεόντων χρονικῶν
σχημάτων τοῦ κόσμου αὐτοῦ, ἀφοῦ στό πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ ἡ Ἱστορία βρῆκε
τό τέλος της, δηλαδή τόν σκοπό της, πού εἶναι ἡ θέωση τοῦ ἀνθρώπου.
Αγιορείτου μοναχού Παταπίου Καυσοκαλυβίτου