Κυριακή 5 Απριλίου 2020

ΝΑΙ Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΕΙΝΑΙ Η ΠΛΗΡΟΤΗΤΑ ΤΟΥ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΥ!


Κήρυγμα με τον π. Anthony Bloom
Εις το όνομα του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος.
Περνώντας κάθε μία εβδομάδα, αισθανόμαστε ότι ερχόμαστε όλο και πιο κοντά στην ένδοξη Ανάσταση του Χριστού. Και μας φαίνεται ότι κινούμαστε γρήγορα από Κυριακή σε Κυριακή, προς τη μέρα που όλοι οι φόβοι, όλοι οι τρόμοι θα έχουν εξαφανιστεί.
Και όμως ξεχνάμε τόσα εύκολα ότι πριν φτάσουμε τη μέρα της Αναστάσεως πρέπει μαζί με τον Χριστό, μαζί με τους Αποστόλους Του, να διαβούμε το δρόμο προς τη Σταύρωση.
Έτσι ανεβαίνουμε προς την Ιερουσαλήμ και ο Υιός του Ανθρώπου θα παραδοθεί στα χέρια των ανθρώπων και θα τον σταυρώσουν και την Τρίτη ημέρα θα αναστηθεί.
Το μόνο που προσέχουμε είναι ότι θα αναστηθεί, αλλά σκεφτόμαστε ποτέ τον τρόπο με τον οποίο οι μαθητές του πήγαν στην Ιερουσαλήμ, γνωρίζονται πως η Σταύρωση πλησιάζει;
Προχωρούσαν με φόβο, δεν ήταν ακόμη ώριμοι, ώστε να είναι εκείνοι που θα δώσουν τις ζωές τους για να διαδοθεί το μήνυμα. Προχωρούσαν με φόβο.
Όταν ο Χριστός τους είπε ότι θα πάνε τώρα στην Ιερουσαλήμ, θα επιστρέψουν στην πόλη, που τότε αναζητούσε τον Χριστό, κάτι που θα έβαζε σε κίνδυνο τη ζωή Του, Του είπαν, «ας μην πάμε».
Και μόνο ένας μαθητής, ο Θωμάς, είπε « Όχι, ας πάμε μαζί Του και ας πεθάνουμε μαζί Του».
Αυτός οι μαθητές είναι εκείνος που εμείς, νομίζω ανοήτως, τον ονομάζουμε «άπιστο». Αυτός που δεν είχε προετοιμαστεί να δώσει την εμπιστοσύνη του στο Θεό, την πίστη του, τη ζωή του, το αίμα του, χωρίς βεβαιότητα, αλλά ανεπιφύλακτα είχε δώσει την καρδιά του στον Χριστός.
Πόσο θαυμάσιο να είσαι ένας τέτοιος άνθρωπος!
Αλλά οι άλλοι μαθητές δε θα εγκαταλείψουν τον Χριστό. Η πορεία προς την Ιερουσαλήμ.
Και έχουμε σήμερα ένα άλλο παράδειγμα ενός ανθρώπου που πέρασε μια τραγωδία πριν συναντήσει τον Χριστό. Είναι η Οσία Μαρία η Αιγυπτία. Ήταν αμαρτωλή. Ήταν μια πόρνη. Ήταν άπιστη στο Θεό στην ψυχή της και στο σώμα της. Δεν είχε κανένα σεβασμό γι’ αυτό το σώμα που ο Θεός είχε δημιουργήσει και γι’ αυτή την ψυχή.
Και όμως, ήρθε τραγικά αντιμέτωπη με το γεγονός ότι δεν υπήρχε κανένας δρόμος για εκείνη να εισέλθει στο Ναό του Θεού, εκτός αν απέρριπτε το κακό και επέλεγε την αγνότητα, τη μετάνοια, ένα νέο τρόπο ζωής.
Ας αναλογιστούμε και τους δύο μαθητές, οι οποίοι σχεδόν εκλιπαρούσαν τον Χριστό να μη γυρίσουν στην Ιερουσαλήμ, γιατί η Ιερουσαλήμ ήταν μια πόλη, όπου όλοι οι προφήτες είχαν πεθάνει και δεν ήθελαν να πεθάνει ο Χριστός και φοβόντουσαν για τους εαυτούς τους.
Ας ρωτήσουμε τους εαυτούς μας πόσο τους μοιάζουμε και ας ρωτήσουμε τους εαυτούς μας κυρίως σήμερα πόσο ομοιάζουμε ή όχι στην Οσία Μαρία την Αιγυπτία. Τη Μαρία η οποία είχε ζήσει τη ζωή της σύμφωνα με όλα τα θέλω και τις επιθυμίες της, ακολουθώντας όλους τους πειρασμούς του σώματος και της ψυχής της.
Και μια μέρα συνειδητοποίησε ότι, όπως ήταν δε μπορούσε να εισέλθει στο Ναό του Θεού.

Πόσο εύκολα εμείς εισερχόμαστε στον άγιο ναό, ξεχνώντας τόσο εύκολα ότι ο Ναός στον οποίο εισερχόμαστε είναι ένας μικρός τόπος ενός κόσμου, ο οποίος έχει επιλέξει να είναι ξένος προς το Θεό, που έχει απορρίψει το Θεό, έχει χάσει την εμπιστοσύνη του σ’ Εκείνον.
Και ότι οι λίγοι πιστοί έχουν δημιουργήσει για το Θεό έναν τόπο καταφυγής. Ναι, η Εκκλησία είναι η πληρότητα του Παραδείσου. Και την ίδια ώρα ένας τραγικός τόπος καταφυγίου, το μόνο μέρος, στο οποίο ο Θεός έχει δικαίωμα να υπάρχει, επειδή εκεί είναι επιθυμητός.
Και όταν ερχόμαστε εδώ, εισερχόμαστε στη Θεία Βασιλεία. Πρέπει να εισερχόμαστε εδώ με μια αίσθηση δέους, όχι να μπαίνουμε σα να μπαίνουμε απλά σε ένα χώρο, αλλά να εισερχόμαστε σε ένα χώρο, ο οποίος είναι ήδη η Θεία Βασιλεία.
Εάν είχαμε αυτή η διάθεση, όταν ερχόμασταν στην πόρτα της Εκκλησίας, θα ήμασταν λίγο σαν την Οσία Μαρία την Αιγυπτία. Θα σταματάγαμε και θα λέγαμε: «Πως μπορώ να μέσα;»
Και αν το κάναμε αυτό με όλη μας την καρδία, με συντριβή, με μια αίσθηση φόβου του γεγονότος ότι είμαστε τόσο απομακρυσμένοι από τον Θεό, τόσο ξένοι, τόσο άπιστοι σ’ Εκείνον, τότε οι πόρτες θα άνοιγαν και θα βλέπαμε ότι δεν είμαστε απλά σε ένα μεγάλο χώρο, περιτριγυρισμένο από τοίχους, αλλά είμαστε σε ένα χώρο, όπου είναι ο Παράδεισος του Θεού που έχει έρθει σε εμάς.
Γι ‘ αυτό το λόγο ας μάθουμε από αυτήν την εμπειρία τι σημαίνει να βαδίζεις βήμα βήμα προς την Ανάσταση, γιατί για να φτάσουμε στην Ανάσταση πρέπει να περάσουμε μέσα από το Γολγοθά, πρέπει να περάσουμε μέσα από την τραγικότητα της Μεγάλης Εβδομάδας και εμείς οι ίδιοι να συμμετέχουμε στα γεγονότα με τον Χριστό και τους μαθητές και τα πλήθη γύρω, με το φόβο και τον τρόμο των γεγονότων και επίσης να τα βιώσουμε σα κάψιμο στη φωτιά, που θα κάψει μέσα μας καθετί που είναι ανάξιο του Θεού και θα μας καθαρίσει.
Και ίσως μια μέρα όταν αυτή η φωτιά κάψει καθετί που είναι ανάξιο του Θεού, ο καθένας από εμάς ίσως γίνει εικόνα της Καιόμενης Βάτου, μια φλόγα με θεϊκή φωτιά και δε θα αφανιστούμε, γιατί μόνο ότι θα έχει επιζήσει από τη φλόγα του Θεού, θα έχει μείνει μέσα μας.