Παρασκευή 3 Απριλίου 2020

ΧΑΙΡΕ ΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ ΤΥΠΟΝ ΕΚΛΑΜΠΟΥΣΑ, ΧΑΙΡΕ ΤΩΝ ΑΓΓΕΛΩΝ ΤΟΝ ΒΙΟΝ ΕΜΦΑΙΝΟΥΣΑ



Οι άνθρωποι αναζητούμε τρόπο να νικήσουμε τον θάνατο. Ξέρουμε όμως ότι αυτό είναι  ανέφικτο. Έτσι, προσπαθούμε να τον αναστείλουμε και γι’  αυτό χρησιμοποιούμε τα μέσα των χαρισμάτων μας, ιδίως αυτό που ονομάζουμε επιστήμη, όπως επίσης και προσπαθούμε να ειρηνεύουμε τόσο εντός μας όσο και στις σχέσεις μας με τους άλλους, ώστε να μην κινδυνεύουμε από την βία και τον πόλεμο. Το ίδιο γίνεται και με συνήθειες, όπως η διατροφή μας, αλλά και η σωματική άσκηση.  Γι’  αυτό και στις μέρες που διερχόμαστε, ημέρες φόβου και αγωνίας, αυτό που μας χαρακτηρίζει είναι μία υστερία ενασχόλησης με τον θάνατο για να τον απομακρύνουμε όσο πιο πολύ γίνεται από την ζωή μας. Επιβάλλεται αυτό. Δεν πλασθήκαμε για τον θάνατο. Δεν πλασθήκαμε για να γινόμαστε υπαίτιοι για τον θάνατο όλων. Έτσι καλούμαστε να υπακούουμε στο μέτρο του εφικτού στις οδηγίες που λαμβάνουμε. Να μην παριστάνουμε τους άτρωτους ούτε τους υπερήφανους. Η ζωή πρέπει να διαφυλαχθεί.
            Αυτό όμως δεν συνεπάγεται την άρνησή μας να την φιλοσοφήσουμε, να προβληματιστούμε. Η κύρια κριτική εναντίον της πίστης είναι πως λειτουργεί ανορθολογικά. Με βάση το μυστήριο και το υπέρλογο (για τους αντίθεους αυτό είναι παράλογο), καλεί τους ανθρώπους σε έναν τρόπο μετοχής στην κοινωνία με τον Θεό και τον πλησίον που είναι τρόπος φθαρτότητας, τρόπος που οδηγεί στον κίνδυνο του θανάτου. Όσοι γνωρίζουν τι σημαίνει πίστη βεβαίως, ακόμη κι αν δεν συμφωνούν και δεν ακολουθούν, δεν είναι δύσκολο να καταλάβουν ότι η πίστη δεν πορεύεται με όρους φθοράς και θανάτου, αλλά μας δόθηκε ως οδός ανάστασης και αφθαρσίας. Και το καθαυτό μυστήριο της πίστης, η αποκάλυψη, ενανθρώπηση και κοινωνία με τον Υιό και Λόγο του Θεού, γι’  αυτό έγινε και γι’  αυτό η πίστη υπάρχει:  για να συμπορευόμαστε υπερβαίνοντας το κατανοητό, στην συνάντηση με το α-κατανόητο, όχι το παράλογο, αλλά το υπέρλογο. Η δύναμη της πίστης είναι αυθεντική. Δεν μπορεί να εξηγηθεί από ένα σημείο και μετά από την δύναμη του νου, χωρίς να την απορρίπτει. Απλά δείχνει τα όρια. Η δύναμη της πίστης έχει να κάνει με την παρουσία του Χριστού στην ζωή και στην καρδιά μας. Αυτή δεν είναι ένα έθιμο ούτε μια γιορτή συνήθειας. Είναι μια συνάντηση εντός της καρδιάς, που δεν εξηγείται, αλλά γίνεται δύναμη που καθιστά τον άνθρωπο έτοιμο να σηκώσει σταυρούς, ακόμη και της απουσίας Θεού και συνανθρώπου. Μόνο που για τον Θεό δεν είναι αλήθεια η απουσία. Η ανοιχτή ή η κλειστή καρδιά είναι το κλειδί.
           Αυτήν την οδό μας την δείχνει η Υπεραγία Θεοτόκος. Στην ακολουθία του Ακαθίστου ύμνου ο υμνογράφος αναφωνεί: «χαίρε αναστάσεως τύπον εκλάμπουσα, χαίρε των αγγέλων τον βίον εμφαίνουσα». «Χαίρε εσύ που μας δείχνεις  λάμποντας η ίδια τον τύπο της αναστάσιμης ζωής, χαίρε εσύ που φανερώνεις τον τρόπο ζωής των αγγέλων». Είναι λαμπρή η εικόνα της αναστάσιμης ζωής. Βιώνεται από αυτή την πραγματικότητα. Η πίστη μας υποδεικνύει ότι η μεταθανάτια κατάσταση της ύπαρξης παίρνει λάμψη από την κοινωνία με το φως του προσώπου του Χριστού. Η λάμψη είναι μία συνεχής φώτιση. Ο φωτισμένος αγαπά. Χαίρεται. Ξέρει ότι δεν έχει τέλος. Βιώνει την κοινωνία με τον Χριστό. Νιώθει κάθε τι που τον χωρίζει από τον Θεό να μην έχει καμία δύναμη. Αφήνει κατά μέρος κάθε λογισμό. Κάθε ριζωμένο πάθος. Κάθε αίσθημα αυτονομίας. Δεν χάνει την προσωπικότητά του. Δεν χάνει τον κόπο του. Αλλά αφήνει τα πάντα να καθαγιάζονται από τον Χριστό. Και αυτός είναι ο τρόπος των αγγέλων. Πνευματικός. Χωρίς σωματικές ανάγκες. Χωρίς αγωνία και φόβο για την επιβίωση. Χωρίς αμφισβήτηση. Χωρίς υπερηφάνεια. Με ταπείνωση και καταδεκτικότητα αγαπητική. Με υπακοή και ετοιμότητα να σταλεί όπου κληθεί. Κι εδώ είναι το κλειδί. Ο αγγελικός βίος δεν βιώνεται στην προτεραιότητα της ηθικής ή της συμπεριφοράς, αλλά στην ετοιμότητα ανταπόκρισης στην κλήση! Καλεί ο Θεός και ο άγγελος σπεύδει. Καλεί και ο άνθρωπος που θέλει να είναι παρά τω Θεώ και ο άγγελος ακούει και μεταφέρει. Είναι διαθέσιμος ο ταπεινός!
          Αυτή η οδός βιώνεται από το εδώ του κόσμου. Δεν είναι μόνο σημείο αιωνιότητας. Η Παναγία έζησε την αναστάσιμη κοινωνία του φωτός, της χαράς, της απομάκρυνσης κάθε λογισμού, της αυτονομίας, του καθαγιασμού τόσο κατά τον ευαγγελισμό και την κυοφορία, όσο και κατά την γέννηση, την ανατροφή, την ακολούθηση του Υιού και θεού της μέχρι τέλους, αλλά και στην ανάσταση και στην πορεία της Εκκλησίας. Και η κοίμησή της έγινε ανάσταση για την ίδια, όχι διά της ιδίας δυνάμεως, αλλά διά της μεταστάσεως του σώματος και της επανενώσεώς του με την ψυχή, για να είναι η πρώτη που γεύεται και μας δείχνει την λάμψη της αναστάσιμης και αναστημένης ζωής! Και όπως σ’  αυτήν την ζωή έζησε τον αγγελικό βίο, χωρίς αγωνία και φόβο για επιβίωση, με την παρθενία του σώματος και της καρδιάς, χωρίς αμφισβήτηση για τον Θεό, χωρίς υπερηφάνεια, αλλά έτοιμη για ένα συνεχές ΝΑΙ στην όποια κλήση του Θεού, αλλά και των ανθρώπων. Γιατί όντας άνθρωπος, ακούει και τους ανθρώπους, όλους μας δηλαδή!
       Πιστεύοντας στον Θεό ξέρουμε πώς είναι αληθινά η ζωή: αναστάσιμη και έτοιμη για ένα συνεχές ΝΑΙ στην κλήση και του Θεού και του πλησίον. Είναι η αγάπη το κλειδί του ΝΑΙ. Η αγάπη η οποία κάνει ό,τι περνά από το χέρι μας, αλλά με γνώμονα την επιστροφή στον Θεό. Γιατί ο αναστημένος και αγγελικός βίος δεν είναι ικανοποίηση θελημάτων που μας χωρίζουν από τον Θεό, αλλά δρόμος που οδηγεί σ’   Αυτόν. Μπορεί να μην γίνεται αντιληπτός από όσους δεν βάζουν την πίστη ως προτεραιότητα ή την έχουν απορρίψει. Με διάκριση και αγάπη όμως είναι η οδός της κλήσης μας.
          Δεν δεχόμαστε την υστερία που γίνεται μίσος για τους συνανθρώπους μας που μπορεί να έχουν διαφορετική αντίληψη από εμάς. Καταλαβαίνουμε και τους εαυτούς μας και τους άλλους που νιώθουμε κάποτε αδύναμοι μπροστά στην φθορά και τον θάνατο. Δεν θέλουμε τον θάνατο, γνωρίζουμε όμως πως δεν είναι το τέρμα. Και επικαλούμενοι το πρότυπο της Παναγίας και ζητώντας την ως βοηθό στην ζωή μας ησυχάζουμε εντός μας. Νιώθουμε πως με την πίστη η χαρά της αιωνιότητας ξεκινά από εδώ. Με το ΟΧΙ στην κυριαρχία των παθών και της επιβίωσης χωρίς αγάπη. Με το ΝΑΙ στην κλήση του Θεού, όπως αυτή αποτυπώνεται στο Ευαγγέλιο και τη ζωή της Εκκλησίας, Κυρίως όμως με μια καρδιά πρόθυμη, ταπεινή και αληθινή, που κάνει το πρόσωπο του χριστιανού, και στις δοκιμασίες να λάμπει!