Παρασκευή 1 Μαΐου 2020

ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΜΑΣ ΔΙΨΑΣΜΕΝΑ ΑΓΡΙΟΛΟΥΛΟΥΔΑ


Διψασμένες καρδιές και θερμές προσευχές από παιδιά που θεωρούμε “άγρια ή κακά” αλλά στην ουσία είναι απότιστα λουλούδια.
Τα θεωρούμε τελειωμένα πολλές φορές κοινωνιολογικά αλλά είναι δοξασμένα στα μάτια του Θεού και πάντα καλεσμένα στη Βασιλεία Του, διότι εκείνη την ώρα της προσευχής κραυγάζει το διαμάντι της Θείας Χάριτος που βρίσκεται στον πυρήνα της καρδιάς του ανθρώπου. Βλέπεις καρδιές ερημικές που όμως μέσα τους ανθίζουν τριαντάφυλλα. Παιδιά νέα, αγόρια και κορίτσια να ψάχνουν τον ιερέα να του μιλήσουν, να βρουν την αλήθεια που αναζητάει η ψυχή τους. Υπάρχουν και αυτοί οι νέοι..Αυτά είναι θαύματα.
Να σε σταματάει ένα νέο παιδί και να σου λέει «Θέλω να μιλήσουμε πάτερ, κάτι βαραίνει τη συνείδησή μου και θέλω να σου το πω». Ναι αυτό το παιδί ! της καφετέριας, με το σκουλαρίκι στο αυτί ή το φρύδι. Με το ταττού μιας ξεχασμένης αγάπης και τα ακουστικά με rock και trap στο τέρμα.
Παιδιά που περνάνε έξω από τον Ναό και λένε “Εγώ είμαι χάλια δεν είμαι για να μπω εκεί μέσα”, αλλά μέσα τους ο Χριστός τα έχει αγκαλιά και τα περιμένει.
Βλέπουμε το περιτύλιγμα και χαρακτηρίζουμε τους ανθρώπους, ενώ το μέσα το υφαίνει ο Θεός με την χρυσοκέντητη χάρη της μετανοίας.   
Μιλάς με μια παρέα με νέους σε καφετέρια και νιώθεις το τραπέζι με τους φραπέδες να γίνεται ένα μικρό εκκλησάκι με την παρουσία του Χριστού , διότι μην ξεχνάμε «ὅπου εἰσί δύο ἤ τρεῖς συνηγμένοι εἰς τό ἐμόν ὄνομα, ἐκεῖ εἰμι ἐν μέσῳ αὐτῶν» ( Ματθ 18, 20. Ματθ . 18, 19-20). Και να μπαίνεις μέσα στην Εκκλησία και να μην προλαβαίνεις να βγάλεις τις μαχαιριές ιδιαίτερα από ανθρώπους που είναι «κοντά στον Παπά».
Ένα από τα λάθη που κάνουμε είναι ότι πάμε στην Εκκλησία ίσως να καλύψουμε κάτι και να βάλουμε το περίβλημα του θρησκευτικού ανθρώπου αλλά ξεχνάμε ότι στα σκουπίδια αν ρίξεις κολώνια δεν θα αλλάξει η μυρωδιά αλλά ίσως γίνει χειρότερη. Πάμε στην Εκκλησία να ξεγυμνωθούμε, να αποκαλύψουμε τα χάλια μας και όχι να τα καλύψουμε για να τα κάνουμε χειρότερα.
Να κάνεις συζήτηση θεολογική με τον ροκά νέο που δεν το φανταζόσουνα ούτε στα πιο τρελά σου όνειρα. Και όμως μέσα σε αυτό τον βούρκο μιλάει εσωτερικά το βάπτισμα. Μια προσευχή ίσως μιας γιαγιάς, μιας μάνας γονατισμένης στα εικονίσματα να παρακαλάει όχι για νύφες, γαμπρούς , δουλειές και φράγκα, αλλά για μετάνοια και Βασιλεία των ουρανών. Υποψήφιος Άγιος σε αναζήτηση πνευματικής στέγης! Αυτά είναι θαύματα ...
Βάζουμε ταμπέλες και πολλές φορές δεν δεχόμαστε τη μετάνοια του άλλου. “Μπα πως και ο γιος της τάδε αυτό το παλιόπαιδο έρχεται στην Εκκλησία; Τι θέλει εδώ μέσα”; Πόσες φορές αντιμετωπίζουμε έστω και με λογισμούς τέτοιες ψυχούλες;
Αυτό το καντήλι μέσα στην καρδιά που δεν έχει σβήσει ακόμα και το ανανεώνει κάποια προσευχή. Και τότε αρχίζει να φωτίσει την καρδιά του ανθρώπου , έτσι για να μυρίζει αλήθεια ο κόσμος. Και αρχίζει αυτό το «κακό παιδί» για τον κόσμο να βλέπει τον ξεχασμένο θησαυρό μέσα του και να πηγαίνει στον εξομολόγο να τον γυαλίσει και να λάμψει και πάλι. Αυτές είναι μετάνοιες! Από τους τελειωμένους για τον κόσμο, αλλά από τους ανδρειωμένους για τον Θεό... Σε κάνει να βλέπεις την παρουσία του Θεού ως «φωνή αύρας λεπτής» σε ψυχές διψασμένες.
Θυμάμαι ένα παιδί που πήγε στην Εξομολόγηση και μου είπε ότι δεν είπε τίποτα παρά μόνο έκλαιγε και του απάντησα ότι τα είπανε όλα τα δάκρυα σου. Μίλησαν αυτές οι σταγόνες από την πονεμένη καρδιά που θέλει Εκείνον αλλά δεν ξέρει το πως.
Και από την άλλη να βλέπεις ανθρώπους που έρχονται στην Εκκλησία να ασχολούνται συνέχεια με συνωμοσιολογίες, τι κάνει στη ζωή του ο κάθε ιερέας  και ιεράρχης αλλά στην καρδιά τους οι άνθρωποι αυτοί δεν βυθίστηκαν ποτέ να δούνε τι βρίσκεται εκεί.
Η άγρια ομορφιά των αντιθέσεων, άνθρωποι 30 χρόνια μέσα στον Ναό να μην έχουν καταλάβει τίποτα και να έρχεται μια κοπέλα βαμμένη με κοντή φούστα ή σκισμένο τζιν που κάποιοι θα την αφόριζαν να προσκυνάει τον Χριστό και να αναγνωρίζει μέσα της ότι Αυτός είναι το Α και το Ω, η αρχή και το τέλος, ο εραστής του σύμπαντος κόσμου. Για τον κόσμο θα είναι το κακό κορίτσι, για τον ουρανό όμως θα είναι προσκεκλημένη σαν ένα φωτοστέφανο σε αναμονή για την στέψη της αγιότητας.
Πόσες φορές μπορεί να διώξαμε τέτοιες ψυχούλες ακόμα και από το να βάλουν ένα λουλούδι στον επιτάφιο; 
Μέσα στην Εκκλησία βιώνουμε την σκληρότητα του κόσμου αλλά και την ομορφιά του ουρανού ταυτόχρονα.
Πριν αναρωτηθούμε γιατί δεν έρχονται οι νέοι στην Εκκλησία να ρωτήσουμε τους εαυτούς μας αν ανοίξαμε την αγκαλιά μας σε αυτά τα παιδιά που είναι δικά μας παιδιά, αδέρφια μας και τέκνα του Θεού.
Νομίζουμε ότι όσοι είμαστε “μέσα” στην Εκκλησία είμαστε και οι εκλεκτοί του Θεού. Άρρωστοι είμαστε και κόκκοι της άμμου. Αυτό...
Ο Θεός υπάρχει εκεί που δεν φαίνεται. Κρύβεται και λάμπει μέσα στην μουγκαμάρα της σιωπής. Κάτι σαν τον ήλιο. Ο ήλιος όταν ανατέλλει δεν κάνει φασαρία, δεν μιλάει όπως το κύμα ή ο αέρας. Απλά παρουσιάζεται με τη λάμψη και την θερμότητά του, αυτή η παντοδύναμη παρουσία Του αρκεί.
Έτσι ενεργεί ο Χριστός….έρχεται όταν τον καλούν οι τελειωμένοι και διψασμένοι. Ενώ όταν τον προκαλούν οι εγωϊστές και οι φαρισαίοι απομακρύνεται διότι ο χώρος είναι κλειστός για ΕΚΕΙΝΟΝ.
Πόσο όμορφη είναι η διαφορετικότητα των ανθρώπινων προσωπικοτήτων σαν τις πέτρες σε μια ακρογαλιά. Όλες διαφορετικές , ξεχωριστές και όμορφες και μαζί ενωμένες στολίζουν το τοπίο...
Ένα παιδί κάποτε μου έλεγε για το άγχος που είχε σχετικά με τη συναυλία που θα έδινε με το μουσικό του όργανο. Προετοιμαζόταν πυρετωδώς... Του είπα να προετοιμάζεται και για μία άλλη συναυλία, τη συναυλία του ουρανού που δεν θα σταματήσει ποτέ η παραδεισένια μελωδία της και όταν πας εκεί τα φώτα και η λάμψη δεν θα σταματήσουν ποτέ αλλά θα βασιλεύουν αιώνια. Μια χαρά χωρίς τέλος.
“Βρε πάτερ μου φαντάζομαι τον Ουρανό σαν ένα μεγάλο πάρτι που θα έχει μέσα χαμογελαστούς πρώην πόρνες, ληστές,τελειωμένους και ο Χριστός με ένα χαμόγελο θα τους σερβίρει το καλύτερο νέκταρ του παραδείσου και όλοι θα είναι μέσα στη χαρά”. Μην σας σκανδαλίζει ο χαρακτηρισμός του “περίεργου νέου” αλλά ομολογώ ότι είναι η πιο όμορφη περιγραφή που έχω ακούσει για τον παράδεισο από την καρδιά ενός νέου βασανισμένου παιδιού. Ας θυμηθούμε το κάλεσμα στην παραβολή του Μεγάλου Δείπνου “Λουκά ΙΔ’ 16-24 “τότε ὀργισθεὶς ὁ οἰκοδεσπότης εἶπε τῷ δούλῳ αὐτοῦ· ἔξελθε ταχέως εἰς τὰς πλατείας καὶ ρύμας τῆς πόλεως, καὶ τοὺς πτωχοὺς καὶ ἀναπήρους καὶ χωλοὺς καὶ τυφλοὺς εἰσάγαγε ὧδε. καὶ εἶπεν ὁ δοῦλος· κύριε, γέγονεν ὡς ἐπέταξας, καὶ ἔτι τόπος ἐστί. καὶ εἶπεν ὁ κύριος πρὸς τὸν δοῦλον· ἔξελθε εἰς τὰς ὁδοὺς καὶ φραγμοὺς καὶ ἀνάγκασον εἰσελθεῖν, ἵνα γεμισθῇ ὁ οἶκός μου. λέγω γὰρ ὑμῖν ὅτι οὐδεὶς τῶν ἀνδρῶν ἐκείνων τῶν κεκλημένων γεύσεταί μου τοῦ δεί­πνου. πολλοὶ γάρ εἰσι κλητοί, ὀλίγοι δὲ ἐκλεκτοί.”
Ας ξεκινήσουμε από μια καλή διάθεση αλλαγής, από μια μικρή κίνηση, ένα μικρό βήμα.
Μην ξεχνάμε αγαπητοί μου ότι τον Παράδεισο τον άνοιξε ένας ληστής με ένα μνήσθητι. Ένας τελειωμένος και μια διψασμένη κραυγή άνοιξαν τις ΠΥΛΕΣ ΤΟΥ ΠΑΡΑΔΕΙΣΟΥ. Μην κρίνουμε κανέναν αγαπητοί μου διότι δεν γνωρίζουμε την τελευταία κραυγή του αδερφού μας αλλά και την τελευταία λέξη του Θεού. 
Καλό αγώνα.
π.Σπυρίδων Σκουτής