Πέμπτη 21 Μαΐου 2020

ΤΑ ΣΤΑΦΥΛΙΑ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ


Γύρω στο 330μ.Χ. εγκαταστάθηκε στη Σκήτη ο Άγιος Μακάριος ο Αιγύπτιος. Κοντά στον Άγιο μακάριο μαζεύτηκαν σιγά-σιγά χιλιάδες μοναχοί, οι οποίοι δέχονταν τις συμβουλές και τους λόγους του.

Αλλά και πολλοί λαικοί από όλη τη Αίγυπτο έρχονταν στον Άγιο του Θεού,για να δεχθούν τους καρπούς της του.Η φήμη του είχε απλωθεί σ’ όλη τη πολιτεία.
Μια μέρα κάποιοι προσκυνητές ήρθαν στο καλογερικό χωριό για να δούν τον Αββά Μακάριο.Μάλιστα του έφεραν σπο την πόλη ένα καλάθι γεμάτο .Κάθισαν αρκετή ώρα κοντά του,άκουσαν τις πολύτιμες συμβουλές του και ωφελημένοι ψυχικά ξεκίνησαν για την πόλη.
-Αυτά είναι γι΄σένα,Αββά,του είπαν φεύγοντας.
Τα σταφύλια ξέρουμε πως σου αρέσουν πολύ.Κράτησέ τα σε παρακαλούμε.
Ο Αββάς Μακάριος ευχαρίστησε τους προσκυνητές και τους ξεπροβόδισε με χαμόγελο.Καταμεσής στο φτωχικό καλυβάκι ήταν ένα καλάθι γεμάτο όμορφα μυρωδικά σταφύλια.Δώρο σπάνιο,αφού ο τόπος δεν είχε τίποτε απ’ αυτά.Σίγουρα θα είναι πολύ γλυκά,σκέφτηκε ο Αββάς.Και έκαμε να δοκιμάσει.Μα σαν έσκυψε,απ’το παραθυράκι της καλυβούλας αντίκρυσε τους άλλους ασκητές και αισθάνθηκς ένοχος.
-Δεν είναι σωστό να τα κρατήσω εγώ,Οι άλλοι πατέρες δεν έχουν δοκιμάσει καθόλου σταφύλια.Θα τα πάω δτον Αββά Πέτρο,είναι γέροντας και θα του αρέσουν πολύ.
Τα παίρνει λοιπόν και μια και δυό τα πηγαίνει στον Αββά Πέτρο,που ήταν πράγματι ο γεροντότερος στη σκήτη.
-Ε,Αββά.Μου έφεραν αυτά τα σταφύλια και σκέφτηκα πως σου αρέσουν πολύ.Θα’θελα να κάνεις αγάπη και να τα κρατήσεις,είπε καλοσυνάτα ο Αββάς Μακάριος.
-Ευχαριστώ,Αββά,ο Θεός να σ’ευλογεί,αποκρίθηκε ο γέροντας.
Κι ο Αββάς Μακάριος πήρε τον δρόμο για το καλυβάκι του.Ο Αββάς Πέτρος πήρε τα σταφύλια και έκαμε να δοκιμάσει.
-Μα για στάσου,σκέφτηκε,οι άλλοι Αββάδες δεν έχουν δοκιμάσει καθόλου.Ξέρω πως τα σταφύλια αρέσουν πολύ στον Αββά ισίδωρο.Χωρίς να το πολυσκεφτεί πήρε το καλάθι και του το πήγε.
-Γέροντα,μου έφεραν αυτά τα σταφύλια.Κάνε αγάπη και κράτησέ τα.Ξέρω πως σου αρέσουν πολύ,είπε ο Αββάς Πέτρος προσφέροντας το δώρο του στον Αββά ισίδωρο.
-Ο θεός να σ’ευλογεί,αποκρίθηκε εκείνος και τα κράυησε.
Μα ούτε και ο τρίτος Αββάς κράτησε τα λαχταριστά σταφύλια.
-Δεν είναι σωστό να τα κρατήσω,είπε ο Αββάς ισίδωρος και τα πήγε στον επόμενο.Και κείνος σε άλλον.Μέχρι το τέλος της ημέρας το καλάθι με τα σταφύλια είχε περάσει απ’όλα τα φτωχικά καλυβάκια και κανείς δεν το είχε κρατήσει,γιατί σκεφτόταν πως κάποιος άλλος το είχε περισσότερο ανάγκη.
Όταν έφτασαν τα σταφύλια και στην τελευταία καλυβούλα,ο μοναχός που έμενε εκεί σκέφτηκε.
-Αυτά τα σταφύλια είναι αμαρτία να τα κρατήσω εγώ.Αρέσουν πολύ στον Αββά Μακάριο.
Και πήρε τον για το καλύβι του.
-Αββά,συμάθα με,μα ξέρω πως αυτά τα σταφύλια σου αρέσουν,κάνε αγάπη να τα κρατήσεις.
Τότε ο Αββάς Μακάριος βλέποντας το καλάθι απείραχτο με όλα τα σταφύλια,έτσι όπως το είχε πάρει από την αρχή της ημέρας,δόξασε τον Θεό,αφού η Σκήτη είχε τέτοιους μοναχούς,που διακρίνονταν για την αγάπη και την ευσπλαγχνία τους.
Εκείνη τη στιγμή κάποιοι μοναχοί από πολύ μακριά ήρθαν να πέρουν την ευχή του Γέροντα.Και κείνος με χαρούμενο πρόσωπο τους είπε:
-Φάτε ,παιδιά μου,από τα σταφύλια της αγάπης.
Είναι τα πιο γλυκά σταφύλια του κόσμου.
Και τους διηγήθηκε όλη την ιστορία.