Η σχέση μας με τον Θεό δεν καθορίζεται από το φόβο ή την απειλή. Δεν πάω στον Χριστό για να μην πάω στην κόλαση ή για να κερδίσω τον παράδεισο. Όπως δεν αγαπώ τον πατέρα ή την μητέρα μου, για να μου γράψουν το σπίτι τους.
Ο Χριστός είναι ο δρόμος μου, είναι το φως και η ζωή μου. Ο έρωτας και η αγάπη της ύπαρξης μου. Αυτόν ζητώ και όχι τα δώρα Του.
Κάνω άσκηση και προσπαθώ να βάλω στην ζωή μου τις εντολές Του, την αγάπη, την κατανόηση, την ταπείνωση και συγνώμη κ.α όχι γιατί πρέπει, μα γιατί έτσι νιώθω ότι μεγαλώνω, ωριμάζω, πλαταίνω, αυξάνω, κοινωνώ και σώζομαι. Γίνομαι ολόκληρος όπως με «ονειρεύτηκε» ο Θεός.
Αποφεύγω την αμαρτία όχι γιατί θα με τιμωρήσει ο Θεός, αυτό δεν θα γίνει έτσι κι αλλιώς, μα διότι δεν θέλω να χαλάσω την σχέση μαζί του, δεν αντέχω να ζω δίχως την γλύκα της παρουσίας Του.
Δεν είναι ότι φοβάμαι αλλά ότι με πονάει η Απουσία Του. Όταν τα κάνω θάλασσα κι Εκείνος κρύβεται για να με μάθει να κολυμπάω, εγώ ματώνω και μου λειπει πολύ. Όπως ο Άγιος Σιλουανός που είχε γευτεί την παρουσία του Χριστού και μετα έκλαιγε και έλεγε, «δεν μπορώ Χριστέ μου να ζήσω δίχως να σε βλέπω και να σε ζω, έλα, έλα ξανά».
Ένα πράγμα δεν πρέπει να ξεχάσουμε βαδίζοντας προς τον Χριστό, ότι δεν θα κριθούμε από τα λάθη ή αμαρτίες μας, δεν θα κριθούμε από το φόβο που νιώσαμε για τον Θεό αλλά από το πόσο βαθιά τον αγαπήσαμε.