Κυριακή 16 Μαΐου 2021

ΤΙΣ ΕΚΛΕΨΕΝ ΗΜΩΝ ΤΗΝ ΕΛΠΙΔΑ;

 

 

«Αἱ Μυροφόραι γυναῖκες τόν τάφον σου καταλαβοῦσαι καί τάς σφραγῖδας τοῦ μνήματος ἰδοῦσαι, μή εὑροῦσαι δέ τό ἄχραντον Σῶμά σου, ὀδυρόμεναι μετά σπουδῆς ἦλθον λέγουσαι: τίς ἔκλεψεν ἡμῶν τήν ἐλπίδα; τίς εἴληφε νεκρόν, γυμνόν ἐσμυρνισμένον, τῆς μητρός μόνον παραμύθιον; ὦ! πῶς ὁ νεκρούς ζωώσας, τεθανάτωται; ὁ τόν Ἄδην σκυλεύσας, πῶς τέθαπται; ἀλλ’ ἀνάστηθι Σωτήρ αὐτεξουσίως, καθώς εἶπας τριήμερος, σώζων τάς ψυχάς ἡμῶν» (Δοξαστικό των Στιχηρών του Εσπερινού της Κυριακής των Μυροφόρων»)

«Οι Μυροφόρες γυναίκες, αφού εισήλθαν στον τάφο σου και είδαν τις σφραγίδες με τις οποίες το μνήμα ήταν σφραγισμένο, δεν βρήκαν όμως το άχραντο Σώμα Σου, με οδυρμούς και βιασύνη ήλθαν να μας πούνε: Ποιος έκλεψε την ελπίδα μας; Ποιος πήρε από τον τάφο  τον νεκρό, τον γυμνό, τον αλειμμένο με σμύρνα, την μόνη παρηγοριά της μητέρας Του; Πώς στ’ αλήθεια θανατώθηκε αυτός που δίνει ζωή στους νεκρούς Πώς θάφτηκε αυτός που σκύλευσε την δύναμη του Άδη; Αναστήσου όμως, Σωτήρ μας, όπως είπες, τριήμερος, σώζοντας τις ψυχές μας».

 

«Ο Ιωσήφ ο από Αριμαθαίας ήταν μέλος του Συνεδρίου των ιερέων και πρεσβυτέρων του λαού Ισραήλ, παράλληλα όμως και μαθητής κρυφός του Ιησού. Αφού έλαβε την άδεια από τον Πιλάτο, αποκαθήλωσε το σώμα του Κυρίου από τον Σταυρό και το ενταφίασε με την βοήθεια του Νικοδήμου, του άλλου κρυφού μαθητή του Κυρίου, σε μνημείο καινούργιο, που είχε παραγγείλει να λαξεύσουν σε έναν βράχο, όχι μακριά από εκεί. Λέγεται πως μετέπειτα συνελήφθη από τους Εβραίους και φυλακίστηκε και ότι ο Κύριος του εμφανίστηκε για να τον οδηγήσει στην πίστη της Αναστάσεως. Όταν ελευθερώθηκε, κήρυξε στον κόσμο το Ευαγγέλιο, φθάνοντας μέχρι την Δύση. Αποβιβαζόμενος στην Μασσαλία τη Γαλλίας, με τον Λάζαρο, την Μάρθα και την Μαρία, συνέχισε την αποστολή του στην Γαλατία και έφθασε και μέχρι την Αγγλία, όπου και εκοιμήθη εν Κυρίω. Η μνήμη του εορτάζεται στις 31 Ιουλίου. Η μνήμη της Μάρθας και της Μαρίας εορτάζεται στις 4 Ιουνίου. Η αγία Μαρία η Μαγδαληνή κήρυξε και αυτή τον Χριστό, αρχικά στην Ρώμη, στον αυτοκράτορα Τιβέριο, ο οποίος τιμώρησε τους πρωτεργάτες της καταδίκης του Χριστού, τους Άννα, Καϊάφα και Πιλάτο, ενώ η Μαρία του έδειξε κρατώντας ένα αυγό το οποίο έγινε κόκκινο θαυματουργικά, το γεγονός της Ανάστασης του Χριστού. Στην συνέχεια, μετέβη  στην Γαλλία, οδηγώντας πολλούς στον Χριστό και επέστρεψε στη Έφεσο της Μικρά Ασίας, όπου και εκοιμήθη εν Κυρίω. Η μνήμη της εορτάζεται στις 22 Ιουλίου. Οι άλλες Μυροφόρες ήταν: η Σαλώμη, κόρη του Ιωσήφ του Μνήστορος από τον πρώτο γάμο και μητέρα των αποστόλων Ιωάννη και Ιακώβου, σύζυγος του Ζεβεδαίου, η Μαρία, σύζυγος του Κλεόπα ή Κλωπά, ενός εκ των εβδομήκοντα μαθητών, η Ιωάννα, γυναίκα του Χουζά, ο οποίος ήταν επίτροπος και οικονόμος της οικίας του βασιλιά Ηρώδη, και η Σωσάννα. Τέλος, η Μαρία η του Ιακώβου, η οποία σύμφωνα με τον συναξαριστή είναι η Παναγία, αλλιώς ‘η άλλη Μαρία’. Η μνήμη όλων εορτάζεται την τρίτη Κυριακή από του Πάσχα» (‘Νέος Συναξαριστής της Ορθοδόξου Εκκλησίας», εκδόσεις ΙΝΔΙΚΤΟΣ)   

Το Πάσχα είναι η γιορτή της  ελπίδας!  Και ελπίδα σημαίνει όχι την προσδοκία για εκπλήρωση κάθε επιθυμίας μας, αλλά την προσδοκία ότι η ζωή μας δεν θα τελειώσει, δεν θα οδηγηθεί στο «μη είναι», στην ανυπαρξία! Θέλουμε η ύπαρξή μας να συνεχίσει να υπάρχει πέρα από τον χρόνο και εν αγάπη. Δεν είναι μόνο ο χρόνος που δεν θέλουμε να τελειώσει. Είναι και η κοινωνία με τον Θεό και τον συνάνθρωπο. Δεν αρκεί η ζωή αν είσαι μόνος σου, καθώς η μοναξιά είναι μικρή κόλαση. Και η αιωνιότητα έχει νόημα στο φως της αγάπης. 

Την τρίτη Κυριακή από το Πάσχα γιορτάζουμε την μνήμη των Μυροφόρων γυναικών, που μαζί με τον Ιωσήφ από την Αριμαθαία και τον Νικόδημο, τον κρυφό μαθητή, συμμετείχαν στο τελευταίο επί γης ταξίδι του Χριστού, στην αποκαθήλωση από τον σταυρό και την ταφή. Μοιράστηκαν με την Παναγία την λύπη του αποχωρισμού. Έκλαψαν ως άνθρωποι για τον θάνατο που δεν άφησε ανέγγιχτο ούτε τον Θεάνθρωπο, την ελπίδα τους. Και βιάστηκαν, μόλις τέλειωσε το Πάσχα των Εβραίων, να πορευτούν προς τον τάφο, κρατώντας ό,τι η αγάπη τους μπορούσε να προσφέρει, τα αρώματα, σε μία πορεία που για τον κόσμο δεν είχε νόημα, όπως δεν έχει νόημα και η ελπίδα στον Χριστό που οι πιστοί τρέφουμε σήμερα, κατά τη γνώμη όσων έχουν παραδοθεί στον μεταθανάτιο μηδενισμό.

 Η ελπίδα όμως κάνει τον άνθρωπο να πορεύεται διαφορετικά από τους κανόνες, τον ορθολογισμό, το παιχνίδι των πιθανοτήτων. Η ελπίδα κάνει την καρδιά να πεταρίζει στην προσευχή. Κάνει την ύπαρξη, χωρίς θόρυβο, μυστικά να αφήνεται στο έλεος του Θεού και στην δωρεά του ανέφικτου.  Κάνει τον άνθρωπο να αφήνεται στο θαύμα. Κι αν ακόμη το θαύμα δεν είναι η ικανοποίηση της επιθυμίας, η ελπίδα μας κάνει να βλέπουμε το άλλο, το αιώνιο θαύμα: την αγάπη του Θεού, όπως αυτή αποτυπώνεται στο πρόσωπο του Αναστάντος Θεανθρώπου. Αυτού που απλώνει τα χέρια και ζητά από εμάς να Τον ακολουθήσουμε στην Γαλιλαία του κόσμου τούτου, την Γαλιλαία των εθνών, της ειδωλολατρίας, αλλά και της ανοιχτής καρδιάς, μακριά από την Ιερουσαλήμ της τυπολατρίας, του θρησκειοποιημένου οίστρου που ψάχνει τις πλάνες και όχι τον Αναστάντα. Γι’ αυτό και δεν μπορεί να ελπίσει στον Θεό της αγάπης, αλλά τον καθιστά ρυθμιστή της συμπεριφοράς και τηρητή κανόνων, για να αυτοδικαιωθεί.

Η Ανάσταση είναι η οδός της ελπίδας. Όποιος την νιώθει στην καρδιά του δεν φοβάται τον θάνατο. Αγαπά τον πλησίον του και κάνει τις όποιες θυσίες χρειάζεται γι’ αυτόν. Δεν θέλει να ζήσει μόνος του στον κόσμο αυτό, για να δικαιωθεί, αλλά συμπορεύεται με τον πλησίον του, ορίζοντας ως ζωή την συνάντηση στην Εκκλησία! Παλεύει με τον εαυτό του, με τα πάθη του, τα λάθη του, τον χαρακτήρα του, όχι για να ακούσει το μπράβο των ανθρώπων, αλλά γιατί όποιος αγαπά δεν μπορεί να μένει σε ό,τι τον χωρίζει από τον Θεό και τον πλησίον, δεν μπορεί να μένει στο «έτσι είμαι εγώ». Και ελπίζει ότι ο Αναστάς Κύριος θα τον βοηθά να βρίσκει την καλή είδηση, το μήνυμα της χαράς, ακόμη και μπροστά στην πέτρα του κάθε μνήματος που φαινομενικά θάβει ην ελπίδα.

Η ελπίδα είναι ο Χριστός. Τον Χριστό κανείς δεν μπορεί να μας τον κλέψει από την καρδιά! Μόνοι μας Τον αφήνουμε όταν αντί να εστιάσουμε στον Ίδιο, αποθηριωνόμαστε στον φόβο ότι μας Τον στερούν και νομίζουμε ότι έχει ανάγκη υπεράσπισης! Ας Τον ζούμε ως την ελπίδα και το νόημά μας και την χαρά μας κανείς δεν θα μπορέσει να μας την πάρει, αφού όπου ο Χριστός, εκεί η χαρά!

 

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός