Υιός του Θεού, Υιός του Ανθρώπου… ο Θεός που κατήλθε κι έγινε άνθρωπος, ώστε να μπορέσει ο άνθρωπος να εξαγιαστεί, να μπορέσει να γίνει κοινωνός “θείας φύσεως” (Β’ Πέτρου 1, 4), ή, σύμφωνα με την έκφραση των διδασκάλων της Εκκλησίας, να “θεωθεί”. Ακριβώς εδώ, σ’ αυτή την εξαιρετική αποκάλυψη της αυθεντικής φύσεως και κλήσεως του ανθρώπου, βρίσκεται η πηγή αυτής της ευγνωμοσύνης και τρυφεράδας που περιβάλλει τη Θεοτόκο, ως σύνδεσμό μας με τον Χριστό, και μέσω Αυτού με τον Θεό. Πουθενά δε αλλού δεν αντικατοπτρίζεται αυτό καλύτερα απ’ ό,τι στη γέννηση της Θεοτόκου. Σε κανένα όμως σημείο της αγίας Γραφής δεν αναφέρεται τίποτε γι’ αυτό το γεγονός. Γιατί όμως θα έπρεπε να αναφέρεται; Υπάρχει κάτι το αξιόλογο, κάτι το ιδιαίτερα μοναδικό στη συνηθισμένη γέννηση ενός παιδιού, σε μια γέννα όπως όλες οι άλλες; Αν όμως η Εκκλησία άρχισε να μνημονεύει το γεγονός με μια ιδιαίτερη εορτή, αυτό δεν έγινε επειδή η γέννα καθαυτή ήταν κάτι το μοναδικό ή θαυματουργικό ή ασυνήθιστο γεγονός. Το αντίθετο, μάλιστα.
Το ότι είναι τόσο συνηθισμένο γεγονός αποκαλύπτει μια φρεσκάδα και μια λάμψη όσον αφορά το καθετί που αποκαλούμε “ρουτίνα” και συνηθισμένο, και δίνει νέο βάθος στις “ασήμαντες” λεπτομέρειες της ζωής του ανθρώπου. Τί παρατηρούμε στην εικόνα της εορτής, όταν την αντικρύζουμε με τα πνευματικά μας μάτια; Πάνω σ’ ένα κρεβάτι είναι ξαπλωμένη μια γυναίκα, η Άννα, σύμφωνα με την εκκλησιαστική παράδοση, που μόλις έχει γεννήσει μια κόρη. Δίπλα της είναι ο πατέρας του παιδιού, ο Ιωακείμ, σύμφωνα πάλι με την ίδια παράδοση. Λίγες γυναίκες στέκονται εκεί κοντά, που πλένουν το νεογέννητο για πρώτη φορά. Το πιο συνηθισμένο, δηλαδή, και απαρατήρητο γεγονός. Ή δεν είναι έτσι; Μήπως η Εκκλησία θέλει, μέσα απ’ αυτή την εικόνα, να μας πει πως η κάθε γέννα, η είσοδος κάθε νέου ανθρώπου στον κόσμο και στη ζωή, δεν είναι παρά ένα μέγιστο θαύμα, ένα θαύμα που διαρρηγνύει κάθε ρουτίνα, επειδή σημαδεύει την αρχή κάποιου γεγονότος δίχως τέλος, την αρχή μιας μοναδικής και ανεπανάληπτης ζωής, την αρχή ενός νέου προσώπου; Με κάθε γέννα ο κόσμος δημιουργείται, κατά μία έννοια, εξ αρχής, και προσφέρεται ως δώρο σ’ αυτόν το νέο άνθρωπο για να είναι η ζωή του, ο δρόμος του, η δημιουργία του.
Κατ’ αρχάς, αυτή η γιορτή δεν είναι παρά ένας γενικός εορτασμός της γεννήσεως του ανθρώπου, και, όπως λέει το Ευαγγέλιο, δεν θυμόμαστε πλέον την αγωνία “διά την χαράν ότι εγεννήθη άνθρωπος εις τον κόσμον” (Ιωάν. 16,21). Δεύτερον, τώρα γνωρίζουμε αυτόν του οποίου την ιδιαίτερη γέννηση και τον ερχομό εορτάζουμε: την Παναγία. Γνωρίζουμε τη μοναδικότητα, την ομορφιά, τη χάρη ακριβώς αυτού του παιδιού, τον προορισμό του, τη σημασία του για μας και για ολόκληρο τον κόσμο. Και τρίτον, γιορτάζουμε όλους όσοι προετοίμασαν τον δρόμο της Παναγίας, που συνέβαλαν στο να κληρονομήσει τη χάρη και την ομορφιά. Σήμερα πολλοί άνθρωποι μιλούν για κληρονομικότητα, αλλά μόνο με μια αρνητική, υποδουλωτική και αιτιοκρατική έννοια. Η Εκκλησία πιστεύει σε μια θετική και πνευματική κληρονομικότητα. Πόση πίστη, πόση καλωσύνη, πόσες γενιές ανθρώπων που αγωνίστηκαν να ζήσουν την αγιότητα, δεν χρειάστηκαν πριν το δένδρο της ιστορίας μπορέσει να βγάλει ένα τέτοιο υπέροχο και ευωδιαστό λουλούδι -την Παρθένο Παναγία! Γι’ αυτό η εορτή της Γεννήσεώς της είναι ένας εορτασμός της ανθρώπινης ιστορίας, εορτασμός της πίστεως στον άνθρωπο, ένας εορτασμός του ανθρώπου. Δυστυχώς όμως, η κληρονομιά του κακού είναι πολύ πιο ορατή και γνωστή σήμερα. Υπάρχει τόσο κακό γύρω μας, ώστε αυτή η πίστη στον άνθρωπο, στην ελευθερία του, στη δυνατότητά του να παραδίδει στις μελλοντικές γενιές μια φωτεινή κληρονομιά καλοσύνης έχει σχεδόν εξατμιστεί κι έχει αντικατασταθεί από τον κυνισμό και την υποψία… Αυτός ο εχθρικός κυνισμός και η αποθαρρυντική υποψία είναι ακριβώς ό,τι μας κάνει ν’ απομακρυνόμαστε από την Εκκλησία, τη στιγμή που αυτή γιορτάζει, με τέτοια χαρά και πίστη, τη γέννηση ενός κοριτσιού, στο οποίο συγκεντρώνεται όλη η καλωσύνη, η πνευματική ομορφιά, η αρμονία και η τελειότητα, που είναι στοιχεία της γνήσιας ανθρώπινης φύσεως. Μέσα απ’ αυτό το νεογέννητο κορίτσι, ο Χριστός – το δώρο του Θεού, η συνάντηση μαζί Του – έρχεται ν’ αγκαλιάσει τον κόσμο. Εορτάζοντας έτσι τη γέννηση της Παναγίας, βρισκόμαστε ήδη στον δρόμο προς τη Βηθλεέμ, κινούμενοι προς το χαρμόσυνο μυστήριο της Παναγίας ως Θεοτόκου.