Ἵνα δὲ εἰδῆτε ὅτι ἐξουσίαν ἔχει ὁ υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου ἀφιέναι ἐπὶ τῆς γῆς ἁμαρτίας — λέγει τῷ παραλυτικῷ· σοὶ λέγω, ἔγειρε καὶ ἆρον τὸν κράβαττόν σου καὶ ὕπαγε εἰς τὸν οἶκόν σου (Μάρκ. 2, 10-11)
Γιὰ νὰ μάθετε λοιπὸν ὅτι ὁ Υἱὸς τοῦ ᾿Ανθρώπου ἔχει τὴν ἐξουσία νὰ συγχωρεῖ πάνω στὴ γῆ ἁμαρτίες» -λέει στὸν παράλυτο· «Σ’ ἐσένα τὸ λέω, σήκω, πάρε τὸ κρεβάτι σου καὶ πήγαινε στὸ σπίτι σου».
Δύο εξουσίες, μάς λέει ο Χριστός, έχει ο Υιός του ανθρώπου: η μία είναι να συγχωρεί τις ανθρώπινες αμαρτίες και η άλλη να γιατρεύει από την φθορά και τον θάνατο. Με την πρώτη νικά τον πνευματικό θάνατο, με την δεύτερη τον σωματικό, και με τις δύο τον αιώνιο. Διότι αυτά τα τρία είδη θανάτου ήρθε να αντιμετωπίσει ο Χριστός με την ενανθρώπησή Του. Αυτά τα τρία είδη καλούμαστε να αντιμετωπίσουμε κι εμείς με την πνευματική μας προσπάθεια, κάθε στιγμή, ιδιαίτερα όμως στην περίοδο της Μεγάλης Τεσσαρακοστής, οπότε και διαβάζουμε το απόσπασμα από το ευαγγέλιο για το θαύμα της θεραπείας του παραλυτικού της Καπερναούμ.
Οι χριστιανοί δεν συνειδητοποιούμε ότι στην πραγματικότητα θάνατος είναι ο πνευματικός. Ο σωματικός θάνατος, η φθορά, η πορεία μας προς την έξοδο από αυτόν τον κόσμο, από τον χρόνο της παρούσας ζωής, είναι κάτι που δεν εξαρτάται στην πραγματικότητα από εμάς. Μπορούμε με το να ζούμε μια υγιεινή ζωή, να γυμναζόμαστε, να προσέχουμε την διατροφή μας να ανακόψουμε την ταχύτητα της όποιας φθοράς. Δεν μπορούμε όμως να υπολογίσουμε αστάθμητους παράγοντες, όπως η πανδημία, ο πόλεμος, η εσωτερίκευση των γεγονότων της ζωής και η σωματοποίηση της διαχείρισής τους, ατυχήματα, φυσικά φαινόμενα. Επομένως, βαδίζουμε προς τον σωματικό θάνατο και αυτό είναι η μόνη αλήθεια. Όμως ο πνευματικός θάνατος εξαρτάται από εμάς. Αν επιλέξουμε την οδό της σχέσης με τον Θεό ως την κύρια οδό της ζωής μας, δηλαδή τον τρόπο της αγάπης, της συγχώρησης, της αρετής, της ταπείνωσης, της ΕΜΠΙΣΤΟΣΥΝΗΣ σ’ Εκείνον, αν νιώσουμε ότι και μία στιγμή να ζήσουμε ο λογισμός μας θα παλέψει να ξεφύγει από τον Θεό και να θεοποιήσει τον εαυτό μας, τις σκέψεις μας, τα πάθη μας, τις επιθυμίες μας, αν θελήσουμε να μετανοούμε και να ξεκινούμε από την αρχή, τότε ο πνευματικός θάνατος υπερβαίνεται. Κι αυτό επιτυγχάνεται στην Εκκλησία, όπου ο Υιός του ανθρώπου είναι παρών, καθώς είναι η κεφαλή της.
Στο θαύμα της θεραπείας του παραλυτικού της Καπερναούμ το σπίτι στο οποίο ο Χριστός κήρυττε ήταν η πρόγευση της Εκκλησίας. Εκείνος ήταν παρών. Δίπλα Του οι απόστολοι και μαθητές Του. Ανάμεσα στους συμμετέχοντας ήταν και αυτοί που Τον αμφισβητούσαν, οι γραμματείς. Ήταν και όσοι άκουγαν την διδασκαλία Του, αναζητώντας την αλήθεια. Ήταν και οι περίεργοι. Ήταν όμως και οι τέσσερις φίλοι του παραλυτικού, που, από αγάπη για τον φίλο τους, δεν δίστασαν να ανέβουν στην στέγη με τον ασθενή, να ανοίξουν τα κεραμίδια και να τον κατεβάσουν με σκοινιά, δείχνοντας στον Χριστό ότι με την πίστη τους σ’ Αυτόν, ο πνευματικός θάνατος είχε ήδη νικηθεί. Και ο Χριστός, θαυμάζοντας αυτή την πίστη, δίνει λύση και στο ζήτημα του σωματικού θανάτου, γιατρεύοντας τον παραλυτικό.
Ο σωματικός θάνατος δεν φέρνει τον αιώνιο. Ο πνευματικός όμως οδηγεί σ’ αυτόν, διότι ο άνθρωπος που δεν εμπιστεύεται τον Χριστό, που δεν ακολουθεί την οδό που ο Κύριός μας προτείνει, εγκλωβίζεται στην ανεπάρκεια της δικής του εξουσίας, η οποία συγκρούεται με τις εξουσίες των άλλων και την μεγάλη εξουσία: την παντοδυναμία του χρόνου. Και αν δεν υπάρξει η στιγμή που είτε αφ’ εαυτού του είτε με την βοήθεια φίλων και οικείων που τον αγαπούν, ο άνθρωπος δεν πλησιάσει τον Χριστό, με ταπείνωση και εφευρετικότητα και παράδοση της ύπαρξής του σ’ Αυτόν, όπως έκανε ο παραλυτικός διά των φίλων του, τότε ο πνευματικός θάνατος καραδοκεί, για να γίνει αιώνιος. Διότι μετά τον σωματικό θάνατο η πνευματική μας κατάσταση δεν αλλάζει.
Ας εμπιστευθούμε την εξουσία του Υιού του ανθρώπου, που είναι αγαπητική, συγχωρητική και ιαματική και ας νικήσουμε μαζί Του εν τη Εκκλησία τον θάνατο κάθε μορφής. Αυτή είναι η εμπειρία των αγίων και η ελπίδα μας.
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός