Ο Απόστολος του Θεού βεβαιώνει πώς όσοι ακολουθούν τον Χριστό δεν έλαβαν το πνεύμα του κόσμου τούτου, αλλά το Πνεύμα το εκ του Θεού, πού εκχέεται από τον Θεό Πατέρα, ως άρωμα ανθέων ηδύπνοο, ως ευωδία ευωχίας, καθιστώντας την ρωμαλέα, φωτεινή, ειρηνική, ευγνώμονα και χαρίεσσα.
Οι άνθρωποι είναι εκ φύσεως πράοι και ευγενικοί. Γράφει ο Τερτυλλιανός: «Η ψυχή του ανθρώπου είναι από τη φύση της χριστιανική», αλλά όμως γίνεται ευερέθιστη και οργίζεται από το πνεύμα του κόσμου τούτου. Το πνεύμα του κόσμου φτιάχνει λύκους από πρόβατα, ενώ το Πνεύμα του Θεού, αντιθέτως, φτιάχνει πρόβατα από λύκους.
Ο Απόστολος προσθέτει ακόμη ότι λάβαμε το Πνεύμα του Θεού, ίνα είδωμεν τα υπό του Θεού χαρισθέντα ημών (Α’ Κορινθ. 2,12)• ώστε να διακρίνουμε τί εντός μας είναι από τον Θεό και τί δεν είναι άπ’ Αυτόν και να αισθανθούμε την γλυκύτητα πού άπ’ Αυτόν προέρχεται και την πικρή γεύση εκείνου πού δεν προέρχεται από τον Θεό, αλλά απ’ το πνεύμα του κόσμου τούτου.
Όσο ο άνθρωπος παραμένει έξω από την φύση του, ή και χαμηλότερα από την φύση του, αντιλαμβάνεται την πικρία ως γλυκύτητα και την γλυκύτητα ως πικρία. Αλλ’ όταν επιστρέφει διά του Αγίου Πνεύματος στην αληθινή φύση του, τότε διακρίνει την γλύκα ως γλυκύτητα και την πίκρα ως πικρία.
Ποιος μπορεί να επιστρέφει τον άνθρωπο στον Θεό; Ποιος μπορεί να τον θεραπεύσει από την δηλητηριώδη και εφάμαρτη πικρία; Ποιος μπορεί να τον διδάξει να διακρίνει διά της εμπειρίας την γλυκύτητα από την πικρία;
Ουδείς άλλος, παρεκτός το Πνεύμα το εκ του Θεού.