«Ποτέ μην κάνεις το κακό για ν’ αστειευτείς. Γιατί πολλές φορές συμβαίνει να κάνει κανείς στην αρχή αστεία το κακό, μετά όμως και χωρίς να το θέλει υποδουλώνεται σ’ αυτό» (Αββάς Δωρόθεος)
Γελάμε με το κακό σήμερα ή διασκεδάζουμε με αυτό. Ταινίες και σειρές θρίλερ, με αίμα, βία, θάνατο, παραψυχολογικά φαινόμενα, δαιμονικές υπάρξεις, τέρατα καθιστούν την εικόνα του κακού ελκυστική. Το συνηθίζουμε. Δεν μας ενοχλεί. Το ίδιο συμβαίνει και με τα διαδικτυακά παιχνίδια. Το κακό, επειδή στην οθόνη έχουμε την αίσθηση ότι δεν είναι πραγματικό, δεν μας αγγίζει. Επειδή είναι εικονικό και δεν το ζούμε, δεν πειράζει να το απολαμβάνουμε. Άλλωστε ό,τι είναι ακραίο εξάπτει την περιέργειά μας. Και η βιομηχανία του θεάματος αυξάνει την ακρότητα, την σκληρότητα, την βία, ακριβώς για να προκαλέσει.
Παλαιότερα, αυτό που σχηματικά φαινόταν ως καλό, στο τέλος επικρατούσε. Σήμερα, ακόμη και ο «καλός» ήρωας έχει πολλές σκοτεινές πλευρές μέσα του. Στο όνομα της δικαιοσύνης, όλα επιτρέπονται. Υπάρχει και η άποψη ότι το καλό δεν κάνει εντύπωση. Είναι ό,τι αναμένουμε και θέλουμε. Το κακό όμως μπορούμε να το αναλύσουμε, να το συζητήσουμε, να το φιλοσοφήσουμε, διότι, κατά βάθος, το φοβόμαστε. Πρέπει να δικαιολογήσουμε γιατί ο κόσμος δεν είναι όπως τον θέλουμε. Επομένως, ο μοναδικός τρόπος ερμηνείας του είναι η κυριαρχία του κακού. Μόνο που εμάς δεν μας αγγίζει. Είμαστε αποστασιοποιημένοι. Αγνοούμε, συνειδητά ή μη, ότι ο εφευρέτης του κακού είναι πρόσωπο. Είναι ο άγγελος που έκανε χρήση της ελευθερίας του στην προοπτική της προσωπικής αυτοθέωσης και της άρνησης του Θεού. Και θα υπάρχει μέχρι το τέλος του κόσμου, για να χωριστεί από αγγέλους και ανθρώπους, όπως τα ζιζάνια θα θεριστούν μαζί με τα στάχια.
Στην ασκητική παράδοση της πίστης μας δίδεται και μια άλλη διάσταση του κακού, που ερμηνεύει πολλά. Είναι το κακό που ξεκινά κάποιος για να αστειευτεί. Είναι η ειρωνεία εις βάρος του άλλου, που αποσκοπεί στο να τον μειώσει «για πλάκα», για διασκέδαση. Είναι τα ψεύτικα τεχνάσματα. Είναι οι αρρωστημένες φάρσες. Είναι η χυδαιολογία που υποτιμά την προσωπικότητα του συνανθρώπου. Είναι ένα αίσθημα ότι μπορείς να ερωτοτροπείς με το κακό, διότι το ελέγχεις, ότι μπορείς να το σταματήσεις ανά πάσα στιγμή. Είναι η σύμπραξη με άλλους, για να φανούμε ότι έχουμε κοινωνικότητα. Είναι η μίμηση πράξεων που υπερβαίνουν τα όρια, για να δείξουμε ποιοι είμαστε, εγωκεντρικά και εξουσιαστικά. Ότι μπορούμε. Αυτό συμβαίνει ιδίως στην εφηβεία, όπου αγόρια και κορίτσια θέλουν να μην υστερούν από τις παρέες τους σε επίδειξη εξυπνακισμού, μόνο και μόνο για την ένταξη στην παρέα. Και ας είναι κακή αυτή η παρέα.
Όμως το κακό σε υποδουλώνει. Και γι’ αυτό χρειάζεται η ανάπτυξη ηθικής συνείδησης, η οποία να οριοθετεί την αλήθεια. Να δείχνει ότι δεν υπάρχουμε για να επιδεικνυόμαστε ή να εξουσιάζουμε, αλλά για να αγαπούμε και να μοιραζόμαστε. Να σεβόμαστε και να αγαπούμε. Κι αν δεν έχουμε δύναμη να νικήσουμε το κακό, τουλάχιστον να μην το δικαιολογούμε. Να μην το θεωρούμε ασήμαντο. Να μην υποτασσόμαστε στην εικονική του διάσταση, Να κατανοούμε ότι ο εθισμός είναι εύκολος. Και η υποταγή στον πονηρό αναπόφευκτη.
«Ρύσαι ημάς από του πονηρού». Εγρήγορση και αναζήτηση της χαράς στην αγάπη. Και η ένταξη στην ομάδα μπορεί να γίνει με καλοσύνη. Αν μάθουμε να το θέλουμε.
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός