του πατρός Δημητρίου Μπόκου
Από τους καλλιτέχνες που έγιναν πολύ της μόδας στην εποχή μας, είναι και ο παλιός (1789-1854) Βρεττανός ζωγράφος Τζον Μάρτιν.
Χαρακτηριστικό του γνώρισμα είναι η ιδιαίτερη ενασχόληση στους πίνακές του με το θέμα του τέλους του κόσμου. Αναδείχθηκε «ο μάστορας του οράματος της Αποκάλυψης», μοναδικός σπεσιαλίστας του θέματος.
«Ανάμεσα στο 1812, όταν ξεκίνησε να φαντάζεται αυτό το τέλος, και τον θάνατό του, το 1854, υπήρξε ο καλύτερος αφηγητής της τελευταίας στιγμής της ανθρωπότητας. Πριν από αυτόν πολλοί καλλιτέχνες προσπάθησαν να το φανταστούν. Ο Μιχαήλ Άγγελος, ας πούμε, στην Καπέλα Σιξτίνα. Όμως ο Τζον Μάρτιν υπήρξε μοναδικός και μάλιστα, ξεπερνώντας όλους όσοι έχουν ασχοληθεί με κόμικς ή ταινίες με θέμα την Αποκάλυψη, σήμερα φιγουράρει σε κάθε βρεττανικό σπίτι που μπορεί να αντέξει οικονομικά έναν πίνακά του…
Παιδί καλβινιστών γονέων, ο Μάρτιν άκουγε από τη μάνα του, ότι θα τσουρουφλιστεί στην κόλαση, αν δεν ζούσε χριστιανικά. Κι εκείνος με τον καιρό έγινε ένα με τον φόβο, οραματιζόμενος σπαρακτικά την Αποκάλυψη. Μετέφερε στον καμβά το τέλος της Πομπηίας, την Ημέρα της Κρίσεως, περιέγραψε την καταστροφή στα Σόδομα και τα Γόμορα, παθιασμένος οπαδός μιας θρησκείας που ξέρει μόνο να τιμωρεί» (ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ, 11-9-2011).
Διατηρούμε τις επιφυλάξεις μας για την ψυχολογική ανάλυση που γίνεται στον Μάρτιν από τους σύγχρονους σχολιαστές του και τα κίνητρα που του αποδίδονται, ωστόσο προκαλεί απορία η άποψή τους, πως η (Χριστιανική προφανώς) θρησκεία «ξέρει μόνο να τιμωρεί». Πίσω της δηλαδή κρύβεται ένας Θεός τιμωρός. Που η μόνη του δουλειά (αφού αυτό ξέρει μόνο να κάνει) είναι να παρακολουθεί άγρυπνα κάθε παράβαση, να καταγράφει προσεκτικά κάθε στραβοτιμονιά του ανθρώπου, και να επιβάλλει (χαιρέκακα; σαδιστικά; γιατί όχι;) την αντίστοιχη τιμωρία.
Πώς διαμορφώθηκε μια τέτοια εικόνα για έναν τρομοκράτη Θεό; Από πού ξεφύτρωσε αυτό το μεγάλο αφεντικό, όπως θα ’λεγε και ο Σάρτρ, τη στιγμή που εμείς αναζητούμε στο πρόσωπό του τον πατέρα;
Η άποψη που αναφέρθηκε δείχνει μια τραγική άγνοια για τον Θεό. Μια βαθειά παρεξήγηση της πραγματικής του φύσης. Μια απόλυτη παρερμηνεία της εικόνας του. Και προκύπτει απ’ την απουσία ουσιαστικής σχέσης μαζί του. Αυτόν που δεν γνωρίζεις, τον παρερμηνεύεις. Διαστρεβλώνεις την εικόνα του και λες πράγματα γι’ αυτόν που δεν ισχύουν. Είναι μια απατηλή, ψεύτικη, επιφανειακή γνώση, ή μάλλον μια παχυλή άγνοια, που κρατάει δέσμιο τον άνθρωπο σε ηθελημένη ή μη, καταστροφική πάντως, προκατάληψη.
Γι’ αυτό και ο Χριστός μας προκαλεί να τον γνωρίσουμε λέγοντας: «Γνωρίστε με, ερευνήστε με καλά. Θα δείτε ότι είμαι η αλήθεια, κι αυτή η αλήθεια θα σας ελευθερώσει από κάθε δουλεία» (πρβλ. Ματθ. 11, 29. Ιω. 14, 6. 8, 32).
Και δεν μένει μόνο στα λόγια, αλλά προχωράει σε έργα. Έρχεται κοντά μας, γίνεται όμοιος με μας, πονάει, υποφέρει μαζί μας, παίρνει πάνω του όλα τα βάρη μας, σταυρώνεται και πεθαίνει, πληρώνοντας αυτός αντί για μας τα πάντα, και τέλος ανασταίνεται, για να ανοίξει τον δρόμο προς τη λύτρωση αποκλειστικά και πάλι για μας. Επισημαίνει δε πως μεγαλύτερη αγάπη απ’ αυτήν δεν υπάρχει (Ιω. 15, 13).
Δεν παραλείπει ποτέ επίσης να τονίζει τη διαφωνία του προς κάθε άποψη που, εντελώς πλανερά και λανθασμένα, τον θέλει τιμωρό.
Έτσι, ενώ ανέβαινε στα Ιεροσόλυμα για να σταυρωθεί, δεν έγινε δεκτός σε κάποιο χωριό Σαμαρειτών και οι μαθητές του Ιάκωβος και Ιωάννης είπαν: «Θέλεις να πούμε, να πέσει φωτιά απ’ τον ουρανό και να τους κάψει, όπως έγινε με τον προφήτη Ηλία;» Ο Χριστός όμως στράφηκε και τους επέπληξε: «Δεν ξέρετε ακόμη ποίου πνεύματος είστε σεις. Ο Υιός του Ανθρώπου δεν ήλθε να απολέσει ψυχές ανθρώπων, αλλά να σώσει» (Λουκ. 9, 51-56).
Είναι ο Θεός που ξέρει να σταυρώνεται, όχι να τιμωρεί.
Εμείς τώρα, οι κατ’ εικόνα Θεού άνθρωποι, τί κάνουμε; Ακτινοβολούμε με τη ζωή μας αυτήν την εικόνα, της τόσης αγάπης του Θεού προς τον κόσμο; Η μήπως, σαν σπασμένος καθρέφτης, παρουσιάζουμε μιαν άλλη εικόνα του Θεού, στρεβλή, παραπλανητική και αυθαίρετη;