Μπροστά σε μικρότερες ή μεγαλύτερες κρίσεις στην ζωή μας διαπιστώνουμε την ικανότητά μας ή μη ως προς την διαχείριση των συναισθημάτων μας. Στους καιρούς μας τα συναισθήματα δεν έχουν πάντοτε έναν σαφή προσδιορισμό. Δεν είναι βέβαιο ότι μπορούμε να διαχωρίσουμε εντός μας την χαρά από την ευχαρίστηση, την λύπη από την απελπισία, τον θυμό από την απογοήτευση, τον έρωτα που αγκαλιάζει όλο τον άνθρωπο, από την σεξουαλική επιθυμία που, συχνά, μάς περιορίζει στο σαρκικό μας μέρος. Παράλληλα, δεν συνειδητοποιούμε την "συγκινησιακή πειρατεία" (όρος του Goleman), που μας κάνει να χάνουμε τον έλεγχο του εαυτού μας, να γινόμαστε αιχμάλωτοι των παθών μας, έστω και για σύντομο χρονικό διάστημα, με αποτέλεσμα να πορευόμαστε αυτοκαταστροφικά. Διότι την στιγμή που έχουμε νικηθεί από τα συναισθήματά μας, ο νους μας δεν λειτουργεί, δεν βλέπουμε τις συνέπειες των πράξεών μας, κάνουμε πράγματα που γρήγορα θα μετανιώσουμε, κάποτε όμως έχουμε πληγώσει τους άλλους και, κατ' επέκτασιν, και τον εαυτό μας σε βαθμό που δύσκολα διορθώνεται. Από την άλλη, υπάρχουν χαρακτήρες οι οποίοι λειτουργούν στα όρια του ανέραστου, του ψυχρού, του αδιάφορου, του ασυγκίνητου και οι οποίοι δεν μπορούν να έχουν καμία ενσυναίσθηση. Πώς να μπεις στην θέση του άλλου, όταν δεν λειτουργεί η δική σου συναισθηματική νοημοσύνη;
Οι άνθρωποι πλαστήκαμε να έχουμε συναισθήματα. Είναι χαρακτηριστική η πλατωνική αναφορά στον ηνίοχο, τον "ηγεμόνα νου" δηλαδή, ο οποίος καλείται να ελέγξει τόσο το συναίσθημα όσο και τις επιθυμίες που γίνονται πάθη, να γεννήσει δηλαδή "μέτρον άριστον" στην ύπαρξή μας, σ' αυτό που είναι η ψυχή μας. Επομένως, ο άνθρωπος μπορεί να εκπαιδευτεί, ώστε να λειτουργεί ισορροπημένα.
Χρειάζεται όμως να υπάρχουν δύο παράγοντες σπουδαίοι: ο πρώτος είναι το αξιακό περιβάλλον, το οποίο να βοηθήσει τον άνθρωπο να διαχωρίσει τι είναι σωστό και τι όχι, σε συνάρτηση με την συνείδηση, την "φωνή του Θεού" εντός μας. Δεν είναι μόνο θέμα ηθικής ο διαχωρισμός του σωστού και του λανθασμένου. Είναι και θέμα διαχείρισης των συναισθημάτων μας. Κανένα συναίσθημα αφ' εαυτού του δεν είναι κακό. Η διαχείρισή τους όμως από τον άνθρωπο τα καθιστά γόνιμα ή καταστροφικά. Ο δεύτερος παράγοντας έχει να κάνει με τον τρόπο που ο άνθρωπος βλέπει τον εαυτό του στα πλαίσια της κοινότητας. Αν τον νοιάζει η κοινότητα, αν θέλει να διακριθεί σ' αυτήν σύμφωνα με τους όρους της, αν θέλει να χαράξουν νέους όρους, δηλαδή να λειτουργήσει ηγετικά, αν δεν τον ενδιαφέρει καθόλου η κοινότητα αλλά μόνο ο εαυτός του, αν τον ενδιαφέρει να εκδικηθεί την κοινότητα διότι δεν είναι όπως την θέλει. Όλα αυτά οδηγούν είτε στην καλή διαχείριση των συναισθημάτων, που κάνουν τον άνθρωπο να αντέχει, ή στην αρνητική τους, που τον οδηγούν στην κατάποση από αυτά και σε μια δύσκολα προβλέψιμη πορεία.
Η πίστη στον Θεό είναι από μόνη της αξιακό περιβάλλον, όπως επίσης και εμπεριέχει την κοινοτική-εκκλησιαστική διάσταση. Προϋποθέτει όμως την συμμετοχή του ανθρώπου, σε μία εποχή στην οποία η νέα ηθική απολυτοποιεί τις επιθυμίες, το δικαίωμα, την απαίτηση ο κόσμος να είναι όπως το "εγώ" ζητά, χωρίς αυτό να υφίσταται καμία συνέπεια αν η ηθική του δεν είναι σύμφωνη με το καθορισμένο. Έτσι, κάθε συναίσθημα έχει δικαιολογία, ενώ η αδυναμία διαχείρισής του επιτρέπεται μόνο όταν δεν θίγει την politically correct νοοτροπία. Πώς όμως να γίνουμε καλύτεροι, πώς να αντέξουμε τις δοκιμασίες, πώς να ελπίσουμε; Χρειάζεται αναπροσανατολισμός.
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός