~ Ένας ευλαβής χριστιανός άφησε τον κόσμο, πήρε το μικρό του γυιό κι επήγε στην έρημο.
Πέρασαν χρόνια. Ο πατέρας, που είχε προοδεύσει πολύ στην αρετή, έφερε με την προσευχή του στα λογικά του κάποιο δαιμονισμένο.
Τότε ο γυιός πήγε σ’ ένα μεγάλο Γέροντα και του παραπονέθηκε:
Ο πατέρας μου, Αββά, πρόκοψε πιο πολύ από μένα και διώχνει δαιμόνια.
– Δεν είναι μόνο αυτό σημάδι προκοπής, αποκρίθηκε ο Γέροντας. Δεν είναι του ανθρώπου, αλλά του Θεού η δύναμις που κάνει θαύματα, καθώς κι’ η πίστη του αρρώστου ή των συγγενών του. Πολλοί που δεν κατάλαβαν αυτό, έπεσαν σε υπερηφάνεια και ζημιώθηκε η ψυχή τους. Η πιο μεγάλη προκοπή για τον άνθρωπο είναι η ταπεινοσύνη της καρδιάς. Όποιος αξιωθή να την αποκτήση, δεν έχει φόβο να παρασυρθή ποτέ από το κακό και την αμαρτία.
*****
Ένας Ερημίτης έζησε τριάντα ολόκληρα χρόνια στην έρημο, τρώγοντας μόνο τους καρπούς μιας φοινικιάς που είχε φυτρώσει έξω από την καλύβα του. Ύστερα όμως του έσπειρε ζιζάνια στο νου ο διάβολος κι άρχισε να συλλογίζεται πως άδικα άδικα σπατάλησε εκεί χρόνια.
Τι κέρδισα τάχα; έλεγε στον εαυτό του. Ούτε αποκαλύψεις είδα, ούτε κανένα θαύμα έκανα όπως οι παλιοί Ασκηταί. Ας γυρίσω στον κόσμο, ίσως εκεί προκόψω περισσότερο.
Το είχε σχεδόν αποφασίσει κι’ ετοιμαζόταν, όταν ο Θεός, που τον λυπήθηκε για τους τόσους κόπους του, έστειλε τον Άγγελό του να τον εμποδίση.
– Τι μεγαλύτερο θαύμα θέλεις, του είπε ο Άγγελος, από την υπομονή και τη μεγαλοψυχία που σου έδωσε ο θεός, να μείνης τόσα χρόνια ολομόναχος σ’ αυτό τον άγριο τόπο, τρώγοντας μόνο τους καρπούς τούτου του δένδρου; Κάνε λίγο ακόμη υπομονή και ζήτησε από τον Θεό περισσότερη ταπείνωσι.
Έτσι έμεινε στον τόπο του ο Ερημίτης, ευχαριστώντας τον Θεό που τον στήριξε με τον Άγγελό Του.