π. Ανδρέας Αγαθοκλέους
Συμβαίνει η συνάντηση με άνθρωπο που εκπέμπει άρνηση, να μας προκαλέσει αναστάτωση.
Ο λόγος του δε, γίνεται αιτία σύγχυσης και τέτοιας εσωτερικής φουρτούνας που χρειάζεται χρόνος, θετικές σκέψεις και επίκληση της άνωθεν βοήθειας, για να ηρεμήσουμε.
Γιατί άραγε; Τι φταίει ώστε ένας άνθρωπος να μπορεί να ταράζει την ειρήνη και τη γαλήνη της καρδιάς μας; Είναι εύκολο να αποδώσουμε ευθύνη στους άλλους για τα δικά μας «κακώς έχοντα». Όμως αυτό δεν μας βοηθά ουσιαστικά, μάλλον μας αφήνει αθεράπευτους, μας σκληραίνει απέναντί τους και μας αυτοδικαιώνει – πράγμα που απωθεί την αλλαγή μας.
Η ταραχή που μπορεί να προκαλέσει η παρουσία ή ο λόγος κάποιου, δείχνει το ευάλωτο του εαυτού μας που υποκρύπτει τον εγωισμό και άλλα πάθη.
Η ισορροπημένη εσωτερική κατάσταση είναι καρπός χάριτος του Θεού ως αποτέλεσμα αγώνα πνευματικού. Ο άνθρωπος, δηλαδή, που ασκείται κατά τον τρόπο που προτείνει η Εκκλησία, που προσεύχεται καρδιακά, που συμμετέχει αγαπητικά στη θεία κοινωνία, που διακονεί ανιδιοτελώς τον πλησίον του, βιώνει τη φυσιολογική κατάσταση. Όχι πως δεν ταράσσεται ούτε πως δεν θυμώνει, αλλά γίνονται α-παθώς, χωρίς εμπάθεια. Δεν κατευθύνεται από επιθυμίες παράλογες, δεν ζει χωρίς έλεγχο, δεν «αναπνέει» χωρίς αγάπη.
Η διάφοροι ιοί και τα διάφορα μικρόβια που υπάρχουν γύρω μας επηρεάζουν και αρρωσταίνουν τους ευάλωτους οργανισμούς. Και αυτό φαίνεται με τα συμπτώματα· πυρετός, ρίγος κλπ. Οι δυνατοί οργανισμοί δέχονται τους ιούς και τα μικρόβια, αλλά δεν τους καταβάλλουν.
Είναι φανερό, με το πιο πάνω παράδειγμα, πως η ταραχή που μας προκαλούν με τη συμπεριφορά, το λόγο ή την παρουσία τους κάποιοι άνθρωποι, δείχνει το ευάλωτο της πνευματικής μας κατάστασης.
Όποιος έχει ταπείνωση, θεωρώντας τον εαυτό του πιο κάτω από τους άλλους και τους άλλους καλύτερους απ’ αυτόν, αποδεχόμενος την αδιαφορία ή την απόρριψή τους ως μέσα για την προσωπική του διόρθωση, δεν αναστατώνεται. Εμπιστεύεται την πρόνοια του Κυρίου του, που αθόρυβα και μυστικά επεξεργάζεται την ωριμότητά του μέσω των γεγονότων που επιτρέπει να συμβούν.
Έτσι, χωρίς να υποτιμήσει το πρόσωπο που, πράγματι, μπορεί να συμπεριφέρεται διαφορετικά απ’ ό,τι περιμένουμε, βλέπει τον «τοξικό άνθρωπο» ως μέσον που του αποκαλύπτεται ο εαυτός του που δεν έχει αγάπη, που δεν ταπεινώθηκε με την κατά Χριστόν ταπείνωση, που δεν ανέχεται τη δυσκολία του αδελφού του.
Η συνάντηση μας -τακτικά ή έκτακτα- με «τοξικούς ανθρώπους» μπορεί να εκδηλωθεί ως εξής:
- Να αντιπαλέψουμε μαζί τους συμπεριφερόμενοι όπως εκείνοι – «οφθαλμόν αντί οφθαλμού».
- Περιφρονώντας τους, ενεργοποιώντας τη σκληρότητα της καρδιάς μας.
- Με αγαπητική διάθεση, βλέποντας την ασθένεια που έχουν και άρα τον κρυφό πόνο που περνούν με τη μοναξιά που βιώνουν.
Τα δύο πρώτα μας αποστασιοποιούν. Το τρίτο, η αγάπη, μας ενώνει μεταξύ μας, και άρα μας χαρίζει τη χαρά και την ελευθερία των τέκνων του Θεού.