Του ανέφερε, λοιπόν, κάποτε αυτός ο υπάλληλος ότι θα πάει ένα ταξίδι στην Πάτμο. Και ο νέος είπε: «Θα έρθω και εγώ, γιατί δεν έτυχε να έχω πάει εκεί».
Πήγαν στη Πάτμο. Ο υπάλληλος ήταν πιστός και είχε μια γνωριμία με τον πατέρα Αμφιλόχιο Μακρή. Πολλοί από σας θα τον έχετε ακούσει. Του είπε, λοιπόν, ότι θα περνούσε να δει τον πατέρα Αμφιλόχιο για να εξομολογηθεί. Τότε, ο άλλος νεαρός, το αφεντικό του θα λέγαμε, του είπε πως θέλει και εκείνος να πάει μαζί του.
Όταν πήγε ο νέος να εξομολογηθεί, αποφάσισε και αυτός να μπει. Όχι γιατί είχε πραγματικά μετανοήσει. Δεν ξέρω πώς του ήρθε. Φυσικά κάτι λάλησε μέσα του. Όπως ο ίδιος μου έλεγε: «Σαν μια ατραξιόν του ταξιδιού. Ε, μέσα στα τόσα τα οποία είδαμε στο ταξίδι, ας πω ότι γνώρισα αυτόν τον γέροντα, τον ιερομόναχο τον φημισμένο, τον Αμφιλόχιο της Πάτμου».
Μπήκε μέσα να εξομολογηθεί και ο γέροντας, όταν ο νέος του είπε μερικά από τα αμαρτήματά του, εντόπισε το ενδιαφέρον του στην κατεξοχήν αμαρτία, την οποία έκανε. Νέος 25 – 26 ετών με χρήματα, ωραίος, λεβεντόκορμος, καταλαβαίνετε τι ακριβώς συνέβαινε.
Του λέει, λοιπόν, ο γέροντας: «Παιδί μου, δώσε μια υπόσχεση στον Χριστό ότι θα απομακρυνθείς από την αμαρτία. Δεν είναι τόσο δύσκολο όσο φαίνεται εκ πρώτης όψεως. Με τη Χάρη του Θεού θα το πετύχεις».
Δεν ξέρω πώς ήρθε στα χείλη μου και του είπα ένα «ναι». Αλλά την ώρα κατά την οποία έλεγα αυτό το «ναι», μέσα μου κάτι έλεγε: «Για δυο μέρες, πέντε μπορεί. Για δέκα, ίσως. Αλλά μη φανταστείς ότι είναι δυνατό να ζήσεις, για δεκαπέντε μέρες σε εγκράτεια. Μη φαντασθείς ποτέ ότι γίνεται αυτό».
Τότε που μου το ανέφερε ο νέος είχαν περάσει δέκα χρόνια, και μου έλεγε: «Τι μαγικό ραβδί ακούμπησε πάνω μου και με μετέβαλε εμένα, το θηλυμανή ίππο, σε άνθρωπο εγκρατείας; Από την ημέρα εκείνη άλλαξε άρδην η ζωή μου». Είχε γίνει ένας ασκητής μέσα στο ίδιο του το σπίτι. Ένα σπίτι πλούσιο και αριστοκρατικό.