Ένα από τα χαρακτηριστικά του ελληνικού τρόπου ζωής είναι η κοινότητα, ως συνέχεια της αρχαίας πόλεως-κράτους. Κοινότητα στα χρόνια της Τουρκοκρατίας σήμαινε την συνέλευση των κατοίκων μία φορά τον χρόνο, μετά το Πάσχα, συνήθως στην γιορτή του Αγίου Γεωργίου, για την εκλογή των προεστών, των προκρίτων, οι οποίοι αναλάμβαναν την οικονομική διαχείριση του τόπου, λογοδοτούσαν τόσο στις οθωμανικές αρχές, όσο και στα μέλη της κοινότητας που τους εξέλεγαν, και έπαιρναν αποφάσεις ακόμη και για διαφορές μεταξύ των μελών, λειτουργώντας εν είδει δικαστηρίου. Αξιοσημείωτο θεωρείται ότι η βάση της κοινότητας ήταν η ενορία. Οι ταγοί του τόπου, πολιτικοί και εκκλησιαστικοί, συνεργάζονταν ώστε ο τόπος να προοδεύσει, μολονότι οι συνθήκες της σκλαβιάς ήταν επισφαλείς. Δεν ψήφιζαν στις εκλογές οι γυναίκες. Όμως όλοι οι ενήλικες, αρκεί να είχαν τακτοποιημένες τις φορολογικές τους υποχρεώσεις, να ήταν δηλαδή συνεπείς απέναντι στο κράτος και στην κοινότητα, είχαν δικαίωμα να μετέχουν στα κοινά.
Το κυριότερο όμως ήταν η αγάπη και η αλληλεγγύη, η φιλαδελφία. Οι πρόκριτοι νοιάζονταν για τους κατοίκους. Ήταν έτοιμοι να προσαρμόσουν το φορολογικό σύστημα στις ανάγκες του καθενός, με την έννοια ότι όταν η σοδειά δεν πήγαινε καλά ή όταν συνέβαιναν ασθένειες και δυσπραγίες, τότε οι πιο δυνατοί αναλάμβαναν να καλύψουν τις δυσκολίες των ασθενέστερων, ώστε να αντέξουν όλοι. Και επειδή οι πρόκριτοι απολάμβαναν κύρους, δεν ήταν η οικονομική επιφάνεια το κριτήριο για την εκλογή τους μόνο. Ήταν το αίσθημα δικαιοσύνης που απέπνεαν με την στάση τους. Η αρχοντιά και η αλήθεια. Οι κοινότητες άντεχαν τον φόβο γιατί είχαν ηγέτες.
Αυτό που έχει σημασία είναι πως τα κριτήρια των κατοίκων δεν ήταν τα μικροσυμφέροντά τους, αλλά έβλεπαν παραπέρα. Ένιωθαν πως οι πρόκριτοι έπαιζαν το κεφάλι τους κυριολεκτικώς έναντι της οθωμανικής ηγεσίας και καταλάβαιναν ότι η εσφαλμένη εκλογή ηγέτη θα είχε συνέπειες σε όλη την κοινότητα. Γι’ αυτό και οι πρόκριτοι έβλεπαν το αξίωμά τους ως διακονία του συνόλου. Γι’ αυτό και η κοινότητα είχε ως χαρακτήρα το «εμείς». Γι’ αυτό και οποιαδήποτε κίνηση επανάστασης ήθελε πολλή περίσκεψη. Δεν ήταν όμως συνεργάτες των κατακτητών οι πρόκριτοι, ούτε «ξεπουλημένοι» σ’ αυτούς. Ήταν πατεράδες που νοιάζονταν για τα παιδιά τους.
Το κοινοτικό σύστημα στην Ελλάδα έσβησε οριστικά με τις μεταρρυθμίσεις «Καποδίστριας» και «Καλλικράτης». Στο όνομα της εξοικονόμησης χρημάτων και του εξευρωπαϊσμού μας, οι κοινότητες διαλύθηκαν και οι αρμοδιότητές τους πέρασαν σε μεγάλους δήμους και στις περιφέρειες, με σκοπό αγαθό μεν, στην πραγματικότητα αλλότριο της παράδοσής μας. Έτσι, η όλη συζήτηση για την αυτοδιοίκηση περιορίζεται στην διαχειριστική ικανότητα και επάρκεια των υποψηφίων. «Εγώ μπορώ να διαχειριστώ τα πράγματα καλύτερα». Αυτό είναι το σύνθημα για να ψηφιστεί κάποιος. Με τεράστια ψηφοδέλτια, στα οποία συγκαταριθμούνται άνθρωποι που οι περισσότεροι είναι αμφίβολο αν έχουν τις γνώσεις, την όρεξη και τις ικανότητες να διαχειριστούν τα των τόπων, με προεκλογικές εκστρατείες στις οποίες δεσπόζει η τοξικότητα στα Μέσα Κοινωνικής Δικτύωσης, συχνά από τους ίδιους τους υποψηφίους και τα στελέχη τους, η διαχείριση των πόλεων και του αθροίσματος χωριών που συναπαρτίζουν δήμους παραμένει ζητούμενο χωρίς ευρύτερο όραμα.
Παρόλα αυτά, νεώτεροι και μεγαλύτεροι, δεν θα πάψουμε να ελπίζουμε ότι όσοι εκλέγονται θα σκύψουν με αγάπη και σεβασμό στα προβλήματα του κάθε τόπου. Μακάρι να εμπνέονταν από την εθνική και εκκλησιαστική μας παράδοση. Τουλάχιστον, ας έχουν ανοιχτή σκέψη.
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός