Γεροντικοῦ διδάγματα
Ὅσο πιό πολύ πλησιάζει τόν Θεό ὁ ἄνθρωπος, τόσο πιό ἐλεεινό νιώθει τόν ἑαυτό του, ἔλεγε ὁ Ἀββᾶς Ματόης.
Ἄλλη φορά πάλι ἔλεγε στούς ἀδερφούς:
-Ὅταν
ἤμουν πιό νέος, περνοῦσε πότε-πότε ἀπό τό μυαλό μου ἡ σκέψη πώς ἔκανα
κάτι τό ἀξιόλογο. Τώρα πού γέρασα, βλέπω πώς δέν ἔχω κάνει τίποτα πού ν’
ἀξίζει.
Πῆγε
κάποτε νά δεῖ τόν Ἀββᾶ Ματόη ὁ Ἀββᾶς Ἰάκωβος καί τοῦ εἶπε πώς σκόπευε
νά ἐπισκεφθεῖ καί νά συνομιλήσει μέ ὅλους τούς πατέρες σ’ ἐκείνη τήν
ἔρημο.
-Χαιρέτισέ μου τόν Ἀββᾶ Ἰωάννη, τοῦ παρήγγειλε ὁ Γέροντας.
Σάν ἔφτασε στόν Ἀββᾶ Ἰωάννη ὁ Ἀββᾶς Ἰάκωβος, τοῦ ἔδωσε τούς χαιρετισμούς τοῦ Ἀββᾶ Ματόη.
-Ὁ Ματόης, εἶπε ἐκεῖνος εὐχαριστημένος, εἶναι πραγματικά ἄδολος Ἰσραηλίτης.
Ὕστερα
ἀπό ἀρκετό καιρό ξαναπέρασε ἀπό τόν Ἀββᾶ Ματόη ὁ Ἀββᾶς Ἰάκωβος καί τοῦ
εἶπε τά λόγια πού εἶχε πεῖ γι’ αὐτόν ὁ Ἀββᾶς Ἰωάννης.
-Δέν μοῦ ἀξίζει τέτοιος ἔπαινος, ἀποκρίθηκε ταπεινά ἐκεῖνος. Ἀλλά μάθε τοῦτο, ἀδερφέ: Ὅταν ὁ ἄνθρωπος τιμᾶ τόν πλησίον του πιό πολύ ἀπό τόν ἑαυτό του, ἔχει φτάσει σέ μεγάλα μέτρα ἀρετῆς.
Συμβουλεύοντας κάποτε ἕναν ἀδερφό ὁ Ἀββᾶς Ματόης, τοῦ ἔλεγε:
-Δύο
πράγματα ζήτησε ἀπό τόν Θεό, τέκνο μου, μέ θερμή προσευχή: νά σοῦ
χαρίσει τό σωτήριο πένθος, γιά νά θυμᾶσαι διαρκῶς τίς ἁμαρτίες σου καί
νά βάλει ταπείνωση στήν καρδιά σου, γιά νά νιώθεις τόν ἑαυτό σου
χειρότερο ἀπ’ ὅλους τούς ἀνθρώπους καί νά μήν κατακρίνεις ποτέ ἄλλον.
Ἀπόφευγε τήν καταραμένη παρρησία καί περιόρισε ὅσο μπορεῖς τή γλῶσσα σου. Μή φιλονικεῖς στίς συζητήσεις.
Ἄν ὁ συνομιλητής σου λέει πράγματα σωστά, συμφώνησε μαζί του. Ἄν ὄχι, μήν ἀντιλογήσεις· πές του μόνο, «σύ ξέρεις, ἀδερφέ».
Αὐτά ὅλα εἶναι γνωρίσματα τῆς ταπεινοφροσύνης.