Σάββατο 30 Απριλίου 2022

ΦΕΡΕ ΤΟΝ ΔΑΚΤΥΛΟΝ ΣΟΥ ΩΔΕ ΚΑΙ ΙΔΕ ΤΑΣ ΧΕΙΡΑΣ ΜΟΥ

 

 


«Εἶτα λέγει τῷ Θωμᾷ· φέρε τὸν δάκτυλόν σου ὧδε καὶ ἴδε τὰς χεῖράς μου, καὶ φέρε τὴν χεῖρά σου καὶ βάλε εἰς τὴν πλευράν μου, καὶ μὴ γίνου ἄπιστος, ἀλλὰ πιστός» (Ιωάν. 20, 27)

«Ἐπειτα λέγει στὸν Θωμᾶ, ,,Φέρε τὸ δάκτυλό σου ἐδῶ καὶ κύτταξε τὰ χέρια μου καὶ φέρε τὸ χέρι σου καὶ βάλε το στὴν πλευρά  μου καὶ μὴ γίνεσαι ἄπιστος ἀλλὰ πιστός’’». 

     Κάθε γεγονός της πίστης μας προϋποθέτει συνέργεια Θεού και ανθρώπου. Η πίστη δεν είναι κατ’  ανάγκην μετανεωτερικό φαινόμενο, δηλαδή η πεποίθηση πως αλήθεια υπάρχει σε ό,τι αποδεχόμαστε εμείς ως αληθινό. Δεν είναι κριτήριο της πίστης το εγώ, ο νους, η προσωπική μας πεποίθηση. Η πίστη υπάρχει ανεξαρτήτως από εμάς. Κι αυτό διότι ο Θεός έγινε άνθρωπος, είτε το πιστεύουμε είτε όχι. Το μαρτυρεί η ύπαρξη της Εκκλησίας. Το μαρτυρούν οι άγιοι και τα αναρίθμητα θαύματα στους αιώνες. Το μαρτυρεί η αγάπη που προσφέρεται στο όνομα του Θεού. Το μαρτυρεί η απόρριψη του κακού από όσους θέλουν να είναι συνειδητά μέλη του σώματος του Χριστού, αλλά και η συνολική καταδίκη του από την Εκκλησία. Όμως, κι εδώ η πίστη συναντά την μετανεωτερικότητα, υπάρχει και ένα σημείο που είναι κομβικής σημασίας: η ανθρώπινη ελευθερία. Είναι έπαρση να πεις πως αληθινό είναι ό,τι εγώ πιστεύω ως αληθινό. Όμως η πίστη, για να έχει νόημα για τον καθέναν μας προϋποθέτει την αποδοχή της εμπειρίας της. Φαίνεται λεπτή η διαφορά. Είναι σημαντική όμως. Τα γεγονότα της πίστης και η παρουσία του Χριστού στον κόσμο δεν χρειάζονται αποδείξεις. Εμείς όμως χρειάζεται να πούμε «Ναι» στον Χριστό, να πούμε «Ναι» στην  ανάστασή Του, για να έχει νόημα η πίστη για τον καθέναν μας.

                Είναι δώρο που δεν μπορούμε εύκολα να κατανοήσουμε την αξία του η ελευθερία μας. Ένας σύγχρονος άγιος, ο άγιος Σωφρόνιος του Έσσεξ (στο βιβλίο «Οψόμεθα τον Θεόν καθώς εστί»), λέει ότι η ελευθερία που μας έδωσε ο Θεός φτάνει μέχρι και την τραγική πλευρά να αρνηθούμε τον Θεό, την ύπαρξη και τις εντολές Του, να φτάνουμε στην αυτοθέωση που αποτελεί την πτώση μας. Επισημαίνει ακόμη ότι η κατά Θεόν ελευθερία συνίσταται στο να μη θέλουμε να εξουσιάζουμε, αλλά και να μην επιθυμούμε να εξουσιαζόμαστε. Τα πάντα να τα εμπιστευόμαστε στον Θεό και αυτή η ελευθερία είναι η πνευματική, η βίωση του δώρου του Θεού στον μέγιστο βαθμό. Η ελευθερία φαίνεται και από το γεγονός ότι παύουμε να φοβόμαστε τον θάνατο. Είναι αυτό που αναφέρει ο απόστολος Παύλος, πως είτε ζούμε είτε πεθαίνουμε «του Κυρίου εσμέν» (Ρωμ. 14,8). Η ελευθερία προϋποθέτει την απόφαση να παραιτηθούμε από τον τρόπο του εγώ μας και να εμπιστευθούμε την πρόνοια και τη αγάπη του Θεού για την ζωή μας, καταβάλλοντας τον κόπο που μας αναλογεί, τόσο σωματικά, όσο και πνευματικά, οδηγώντας την προαίρεση της καρδιάς μας στο θέλημα του Θεού.

                Η ελευθερία λοιπόν οδηγεί στην συνάντηση με τον Θεό. Επειδή ο άνθρωπος δεν λειτουργεί αυτόματα, αλλά χρειάζεται οδό και τρόπο ωρίμασης, για να φτάσει στο μεγάλο «Ναι», υπάρχουν στιγμές και χαρακτήρες που θέλουν να βεβαιωθούν για να δοθούν. Βλέπουμε την Κυριακή του Αντίπασχα, την Κυριακή του Θωμά, πως ο Χριστός δεν το αρνείται. Δεν ζητά από όλους μας να λέμε «Ναι» ανεπιφύλακτα. Δέχεται την αμφιβολία μας. Δέχεται την διάθεσή μας να ψηλαφήσουμε την αλήθεια και μας δίνει την ευκαιρία. Κλειδί η ψηλάφηση. Ο απόστολος Θωμάς δεν έμεινε στο ορθολογικώς αδύνατο της ανάστασης. Δεν έμεινε στην προτεραιότητα της σκέψης. Ζήτησε να δει, να ψηλαφήσει τα τραύματα, να μοιραστεί την εμπειρία των άλλων μαθητών με τις δικές του αισθήσεις. Δεν έγινε ένας διανοητής, αλλά ζήτησε την εμπειρία για να δεχθεί την πίστη. Και ο Χριστός του έδωσε την ευκαιρία αυτή.

Εμείς έχουμε σημάδια αυτής τη εμπειρίας όταν μετέχουμε στο σώμα και το αίμα του Χριστού, που δεν είναι απλώς ψηλάφηση, αλλά κοινωνία μαζί Του, κοινωνία με τον Εσταυρωμένο και Αναστάντα Κύριο. Αν Τον αφήσουμε να ενεργήσει ως αγάπη και πίστη μέσα μας, τότε θα ζήσουμε την χαρά της δικής μας ανάστασης, την είσοδό μας στην δική Του αιωνιότητα και τότε θα γνωρίζουμε πώς καλούμαστε να διαχειριστούμε την ελευθερία μας. Επίσης, έχουμε τις εμπειρίες των αγίων, τις οποίας μπορούμε να πάρουμε ως βάση, από την στιγμή που εντασσόμαστε στην Εκκλησία. Οι άλλοι μαθητές ήταν για τον Θωμά η Εκκλησία και η εμπειρία της ότι ο Χριστός αναστήθηκε. Ο ίδιος ανήκε στην Εκκλησία, καθότι έλειπε μεν από το σπίτι όπου ήσαν συνηγμένοι μαθητές του Χριστού, δεν το είχε όμως απορρίψει, δεν είχε φύγει από την κοινότητα. Αυτό είναι σπουδαίο μήνυμα για όσους ζητούνε να μοιραστούν την εμπειρία του αναστάντος Χριστού. Δεν δίνεται εκτός της Εκκλησίας, αλλά μόνο στην συνάντηση της κοινότητας, των αποστόλων και των αγίων και του καθενός που θέλει να είναι μέλος του σώματος του Χριστού. Βεβαίως το Άγιο Πνεύμα «όπου θέλει πνει» (Ιωάν. 3,8). Αυτό όμως δεν μπορεί να είναι αφορμή για να εγκλωβιστούμε σε έναν στείρο διανοητικισμό, και να προτάσσουμε την δική μας εμμονή πως αλήθεια είναι ό,τι αποδεχόμαστε προσωπικά, χωρίς όμως κοινότητα, χωρίς να μετέχουμε στην Εκκλησία.

Η αναστάσιμη περίοδος είναι μια περίοδος γιορτής, χαράς, άνοιξης, ελπίδας. Είναι περίοδος στην οποία καλούμαστε, μετέχοντας στην Εκκλησία και την ζωή της, να αφεθούμε ελεύθερα στην αγάπη του Χριστού. Να δώσουμε την ελευθερία του εγώ στην συνάντηση με τον Χριστό σε ένα ευλογημένοι «εμείς», σε ένα ευλογημένο «μαζί», στην χαρά της συγχώρεσης, στην χαρά του «Χριστός ανέστη». Και τότε και οι αμφιβολίες μας θα μπορούν να θεραπευθούν, στον χρόνο που ο Χριστός κρίνει, «μεθ’  ημέρας οκτώ», στην πορεία μιας ολόκληρης ζωής, μέσα από τα πρόσωπα και την μαρτυρία των άλλων, μέσα από τα σημάδια της παρουσίας του Χριστού που τετραυμάτισται, αλλά και ανέστη για τον καθέναν μας!

Χριστός ανέστη! 

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός

ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 01/05/22-ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗ Κ'19-31

 

Πρωτότυπο Κείμενο

Οὔσης ὀψίας τῇ ἡμέρᾳ ἐκείνῃ τῇ μιᾷ τῶν σαββάτων, καὶ τῶν θυρῶν κεκλεισμένων ὅπου ἦσαν οἱ μαθηταὶ συνηγμένοι διὰ τὸν φόβον τῶν Ἰουδαίων, ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς καὶ ἔστη εἰς τὸ μέσον, καὶ λέγει αὐτοῖς· εἰρήνη ὑμῖν. Καὶ τοῦτο εἰπὼν ἔδειξεν αὐτοῖς τὰς χεῖρας καὶ τὴν πλευρὰν αὐτοῦ. Ἐχάρησαν οὖν οἱ μαθηταὶ ἰδόντες τὸν Κύριον. Εἶπεν οὖν αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς πάλιν· εἰρήνη ὑμῖν. Καθὼς ἀπέσταλκέ με ὁ πατήρ, κἀγὼ πέμπω ὑμᾶς. Καὶ τοῦτο εἰπὼν ἐνεφύσησε καὶ λέγει αὐτοῖς· λάβετε Πνεῦμα Ἅγιον· ἄν τινων ἀφῆτε τὰς ἁμαρτίας, ἀφίενται αὐτοῖς, ἄν τινων κρατῆτε, κεκράτηνται. Θωμᾶς δὲ εἷς ἐκ τῶν δώδεκα, ὁ λεγόμενος Δίδυμος, οὐκ ἦν μετ’ αὐτῶν ὅτε ἦλθεν ὁ Ἰησοῦς. Ἔλεγον οὖν αὐτῷ οἱ ἄλλοι μαθηταί· ἑωράκαμεν τὸν Κύριον. Ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς· ἐὰν μὴ ἴδω ἐν ταῖς χερσὶν αὐτοῦ τὸν τύπον τῶν ἥλων, καὶ βάλω τὸν δάκτυλόν μου εἰς τὸν τύπον τῶν ἥλων, καὶ βάλω τὴν χεῖρά μου εἰς τὴν πλευρὰν αὐτοῦ, οὐ μὴ πιστεύσω. Καὶ μεθ’ ἡμέρας ὀκτὼ πάλιν ἦσαν ἔσω οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ καὶ Θωμᾶς μετ’ αὐτῶν. Ἔρχεται ὁ Ἰησοῦς τῶν θυρῶν κεκλεισμένων, καὶ ἔστη εἰς τὸ μέσον καὶ εἶπεν· εἰρήνη ὑμῖν. Εἶτα λέγει τῷ Θωμᾷ· φέρε τὸν δάκτυλόν σου ὧδε καὶ ἴδε τὰς χεῖράς μου, καὶ φέρε τὴν χεῖρά σου καὶ βάλε εἰς τὴν πλευράν μου, καὶ μὴ γίνου ἄπιστος, ἀλλὰ πιστός. Καὶ ἀπεκρίθη Θωμᾶς καὶ εἶπεν αὐτῷ· ὁ Κύριός μου καὶ ὁ Θεός μου. Λέγει αὐτῷ ὁ Ἰησοῦς· ὅτι ἑώρακάς με, πεπίστευκας· μακάριοι οἱ μὴ ἰδόντες καὶ πιστεύσαντες. Πολλὰ μὲν οὖν καὶ ἄλλα σημεῖα ἐποίησεν ὁ Ἰησοῦς ἐνώπιον τῶν μαθητῶν αὐτοῦ, ἃ οὐκ ἔστι γεγραμμένα ἐν τῷ βιβλίῳ τούτῳ· ταῦτα δὲ γέγραπται ἵνα πιστεύσητε ὅτι Ἰησοῦς ἐστιν ὁ Χριστὸς ὁ υἱὸς τοῦ Θεοῦ, καὶ ἵνα πιστεύοντες ζωὴν ἔχητε ἐν τῷ ὀνόματι αὐτοῦ.

Νεοελληνική Απόδοση

Την ίδια εκείνη μέρα, την πρώτη μέρα μετά το Σάββατο, όταν βράδιασε κι ενώ οι μαθητές ήταν συγκεντρωμένοι κάπου με κλειστές τις πόρτες, επειδή φοβούνταν τις ιουδαϊκές αρχές, ήρθε ο Ιησούς, στάθηκε στη μέση και τους λέει: «Ειρήνη σ’ εσάς». Κι όταν το είπε αυτό, τους έδειξε τα χέρια και την πλευρά του. Οι μαθητές χάρηκαν που είδαν τον Κύριο. Ο Ιησούς τους είπε πάλι: «Ειρήνη σ’ εσάς! Όπως ο Πατέρας έστειλε εμένα, έτσι στέλνω κι εγώ εσάς». Έπειτα από τα λόγια αυτά, φύσηξε στα πρόσωπά τους και τους λέει: «Λάβετε Πνεύμα Άγιο. Σε όποιους συγχωρήσετε τις αμαρτίες, θα τους είναι συγχωρημένες· σε όποιους τις κρατήσετε ασυγχώρητες, θα κρατηθούν έτσι». Ο Θωμάς όμως, ένας από τους δώδεκα μαθητές, που λεγόταν Δίδυμος, δεν ήταν μαζί τους όταν ήρθε ο Ιησούς. Του έλεγαν λοιπόν οι άλλοι μαθητές: «Είδαμε τον Κύριο με τα μάτια μας». Αυτός όμως τους είπε: «Εγώ αν δεν δω στα χέρια του τα σημάδια από τα καρφιά, κι αν δε βάλω το δάχτυλό μου στα σημάδια από τα καρφιά, και δε βάλω το χέρι μου στη λογχισμένη πλευρά του, δε θα πιστέψω». Οχτώ μέρες αργότερα οι μαθητές ήταν πάλι μέσα στο σπίτι, μαζί τους κι ο Θωμάς. Έρχεται λοιπόν ο Ιησούς, ενώ οι πόρτες ήταν κλειστές, στάθηκε στη μέση και είπε: «Ειρήνη σ’ εσάς». Έπειτα λέει στο Θωμά: «Φέρε εσύ το δάχτυλό σου εδώ και δες τα χέρια μου, φέρε και το χέρι σου και βάλ’ το στην πλευρά μου. Μην αμφιβάλλεις και πίστεψε». Ο Θωμάς τότε του αποκρίθηκε: «Είσαι ο Κύριός μου και ο Θεός μου». Του λέει τότε ο Ιησούς: «Πείστηκες επειδή με είδες με τα μάτια σου· μακάριοι εκείνοι που πιστεύουν χωρίς να μ’ έχουν δει!» Ο Ιησούς έκανε βέβαια και πολλά άλλα θαύματα μπροστά στους μαθητές του, που δεν είναι γραμμένα σ’ αυτό εδώ το βιβλίο. Αυτά όμως γράφτηκαν για να πιστέψετε πως ο Ιησούς είναι ο Χριστός ο Υιός του Θεού, και πιστεύοντας να έχετε δι’ αυτού τη ζωή.

Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 01/05/22-ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ Ε' 12-20

 Απόστολος - Απαρχή


Αρχιμ. Αυγουστίνου Κκαρά

Πρωτότυπο Κείμενο

Ἐν ταῖς ἡμέραις ἐκείναις, διὰ τῶν χειρῶν τῶν ἀποστόλων ἐγίνετο σημεῖα καὶ τέρατα ἐν τῷ λαῷ πολλά· καὶ ἦσαν ὁμοθυμαδὸν ἅπαντες ἐν τῇ στοᾷ Σολομῶντος· τῶν δὲ λοιπῶν οὐδεὶς ἐτόλμα κολλᾶσθαι αὐτοῖς, ἀλλ᾿ ἐμεγάλυνεν αὐτοὺς ὁ λαός· μᾶλλον δὲ προσετίθεντο πιστεύοντες τῷ Κυρίῳ πλήθη ἀνδρῶν τε καὶ γυναικῶν, ὥστε κατὰ τὰς πλατείας ἐκφέρειν τοὺς ἀσθενεῖς καὶ τιθέναι ἐπὶ κλινῶν καὶ κραβάττων, ἵνα ἐρχομένου Πέτρου κἂν ἡ σκιὰ ἐπισκιάσῃ τινὶ αὐτῶν. Συνήρχετο δὲ καὶ τὸ πλῆθος τῶν πέριξ πόλεων εἰς Ἱερουσαλὴμ φέροντες ἀσθενεῖς καὶ ὀχλουμένους ὑπὸ πνευμάτων ἀκαθάρτων, οἵτινες ἐθεραπεύοντο ἅπαντες. Ἀναστὰς δὲ ὁ ἀρχιερεὺς καὶ πάντες οἱ σὺν αὐτῷ, ἡ οὖσα αἵρεσις τῶν Σαδδουκαίων, ἐπλήσθησαν ζήλου καὶ ἐπέβαλον τὰς χεῖρας αὐτῶν ἐπὶ τοὺς ἀποστόλους, καὶ ἔθεντο αὐτοὺς ἐν τηρήσει δημοσίᾳ. Ἄγγελος δὲ Κυρίου διὰ τῆς νυκτὸς ἤνοιξε τὰς θύρας τῆς φυλακῆς, ἐξαγαγών τε αὐτοὺς εἶπε· πορεύεσθε, καὶ σταθέντες λαλεῖτε ἐν τῷ ἱερῷ τῷ λαῷ πάντα τὰ ρήματα τῆς ζωῆς ταύτης.

Νεοελληνική Απόδοση

Εκείνες τις μέρες, μέσω των αποστόλων γίνονταν πολλά εκπληκτικά θαύματα στο λαό. Οι πιστοί συνήθιζαν να συγκεντρώνονται όλοι μαζί στη Στοά του Σολομώντα. Από τους άλλους που ήταν στο ναό κανείς δεν τολμούσε να προσκολληθεί σ’ αυτούς, όμως ο λαός τούς είχε σε μεγάλη υπόληψη. Όλο και περισσότερα πλήθη από άντρες και γυναίκες πίστευαν στον Κύριο και γίνονταν μέλη της εκκλησίας. Ακόμη και στις πλατείες έφερναν τους ασθενείς και τους ξάπλωναν σε κρεβάτια και σε φορεία, για να πέσει πάνω σε κάποιον απ’ αυτούς έστω και η σκιά του Πέτρου όταν αυτός ερχόταν. Κι από τις πόλεις που ήταν γύρω στην Ιερουσαλήμ συνέρρεε το πλήθος, φέρνοντας αρρώστους κι άλλους που τους βασάνιζαν πνεύματα πονηρά· κι όλοι αυτοί γιατρεύονταν. Τότε ο αρχιερέας και όλοι όσοι ήταν μαζί του, δηλαδή αυτοί που ανήκαν στο κόμμα των Σαδδουκαίων, γεμάτοι φθόνο έπιασαν τους αποστόλους και τους έβαλαν στη φυλακή. Αλλά, τη νύχτα, ένας άγγελος Κυρίου άνοιξε τις πόρτες της φυλακής, τους έβγαλε έξω και τους είπε. «Πηγαίνετε στο ναό και κηρύξτε στο λαό το μήνυμα γι’ αυτή την καινούρια ζωή».

ΚΟΙΤΑΞΤΕ,ΑΓΑΠΗΤΕ ΠΩΣ ΤΑ ΑΝΘΡΩΠΙΝΑ ΜΙΜΟΥΝΤΑΙ ΤΗΝ ΘΑΛΑΣΣΑ

 



   ''Κοίταξε, ἀγαπητέ πῶς τὰ ἀνθρώπινα μιμοῦνται τὴν θάλασσα·μήπως ἡ ζωή δὲν εἶναι γεμάτη ἀπὸ ταραχὴ ἐκείνης; Μήπως δὲν βασανιζόμαστε στὴν στεριὰ περισσότερο ἀπὸ τὴ θάλασσα; Μήπως δέν ἐπιτιθέμεθα πιὸ ὸρμητικὰ ἀπὸ τοὺς ἀνέμους ὁ ἕνας ἐναντίον τοῦ ἄλλου; Μήπως τὰ χρήματα δέν μᾶς βάζουν νὰ συγκρουόμαστε μεταξύ μας σὰν καταιγίδες; Μήπως δέν περιφερόμαστε ἐδῶ κι ἐκεῖ σὰν νὰ βρισκόμαστε σἑ θαλασσινὸ σκοτάδι; Αὐτὸς ἐδῶ ἅρπαξε τὸ χωράφι ἐκείνου· ἄλλος ἀφήρεσε τὸ χωράφι ἄλλου· ἄλλος ἐπιθύμησε τὴ γυναίκα τοῦ πλησίον του. Ὁ ἕνας ὁδηγεῖται στὰ δικαστήρια μὲ τὸν γείτονά του γιὰ τὸ νερό· ἄλλος τσακώνεται μὲ τὸν συνιδιοκτήτη του γιὰ τὸν ἀέρα.

  Ἄλλοι διαπληκτίζονται γιὰ μερικὰ μέτρα γῆς, καὶ ἄλλοι ἀλληλοβρίζονται γιὰ τὸ κτίσιμο σπιτιῶν· αὐτὸς ἐπιτίθεται νὰ πάρει αὐτὰ ποὺ δέν ἔδωσε, ἐκεῖνος καταφεύγει στὰ δικαστήρια γιὰ νὰ μὴ δώσει αὐτὰ ποὺ πῆρε. 

  Ἄλλος δείχνει ἀπληστία γιὰ τοὺς τόκους, κὶ ἄλλος ἰσχυρίζεται ὄτι θὰ τοῦ στερήσει καὶ τὸ κεφάλαιο. Αὐτὸς στεναχωρεῖται ἐπειδὴ εἶναι ἄπορος, ἐκεῖνος ἀνησυχεῖ ἐπειδὴ εἶναι εὔπορος. Ἐκεῖνος ποὺ δὲν ἔχει χλευάζεται, καὶ ἐκεῖνος ποὺ ἔχει γίνεται στόχος σκευωριῶν· αὐτὸν ποὺ κυριαρχεῖ τοῦ στήνουν ἐνέδρες, καὶ τὸν εὑρισκόμενο στὴν ἐξουσία τὸν ὑποβλέπουν· αὐτὸς ποὺ ἐξουσιάζει μισεῖται, καὶ ὁ δυνάστης
προετοιμάζεται· οἱ πόλεμοι εἶναι συνεχεῖς καὶ οἱ φόνοι ὁ ἕνας μετὰ τὸν ἄλλο.

   Ἡ ἀπληστία τυραννεῖ, ἡ πλεονεξία καταδυναστεύει, τὸ ψέμα ὑπερηφανεύεται· ἡ ἐμπιστοσύνη πρὸς τοὺς ἄλλους χάθηκε, ἡ ἀλήθεια ἐγκατέλειψε τὴν γῆ· ἡ φιλία περιορίστηκε στὸ τραπέζι, καὶ αὐτοὶ ἔχασαν καὶ τὴ δύναμὴ τους· οἱ προσφωνήσεις εἶναι γεμάτες ὑπόνοια. Γι΄ αὐτό, ἐπειδὴ ὅλοι μας κινούμαστε μεταξὺ κακῶν, ὀ προφήτης  φωνάζει καὶ λέει: Ψαλ. 38,6 πλὴν ματαιότης πᾶς ἄνθρωπος ζῶν.''

Ἀγίου Ἰωάννου Χρυσοστόμου

Ο ΑΓΙΟΣ ΙΑΚΩΒΟΣ Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΑΔΕΛΦΟΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ

 



Τη μνήμη του Αγίου Ιακώβου του Αποστόλου και αδελφού του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου τιμά σήμερα, 30 Απριλίου, η Εκκλησία μας.

 Ο Απόστολος Ιάκωβος ήταν υιός του Ζεβεδαίου και της Σαλώμης και πρεσβύτερος αδελφός του Ευαγγελιστού Ιωάννου. Καταγόταν κι αυτός από την Βησθαϊδά της Γαλιλαίας. Ασχολούνταν με την αλιεία μαζί με τον Ιωάννη, έχοντας και οι δύο μαζί τους και τον πατέρα τους, καθώς και πολλούς εργάτες.
Είχαν δικό τους πλοίο και συνεργάτης τους ήταν και ο Απόστολος Πέτρος. Παρ’ όλα αυτά όταν άκουσαν το κήρυγμα του Ιησού «αφέντες τον πατέρα αυτών Ζεβεδαίον εν τω πλοίω μετά των μισθωτών απήλθον οπίσω αυτού» ( Μαρκ. 1, 20).
Ο Ιάκωβος μαζί με τον Ιωάννη επέδειξαν μεγάλο ζήλο ως Μαθητές του Κυρίου. Γι’ αυτό και εκλήθησαν υιοί βροντής και έγιναν μάρτυρες πολλών μεγάλων γεγονότων, που δεν τα εβίωσαν οι άλλοι Απόστολοι. Έγιναν αποκλειστικοί μάρτυρες της Μεταμορφώσεως του Κυρίου.
Είδαν την θαυμαστή ανάσταση της θυγατέρας του αρχισυνάγωγου Ιάρειου και είχαν την ευλογία να προσκληθούν από τον Ιησού κοντά Του κατά τις ώρες της προσευχής και της αγωνίας Του στο κήπο της Γεσθημανή.
Η οικειότητα αυτή οδήγησε προφανώς τον Ιάκωβο με τον αδελφό του Ιωάννη να ζητήσουν μέσω της μητέρας τους από τον Κύριο πρωτοκαθεδρία στην εγκόσμια βασιλεία Του, παρανοώντας την αποστολή του Μεσσία. Οι δύο Μαθητές εζητούσαν από τον Χριστό δόξα με ανθρώπινα κριτήρια, έχοντας κατά νου ότι η Βασιλεία Του είναι αισθητή.
Ο Χριστός όμως, διορθώνοντας την εσφαλμένη δοξασία τους, υποδεικνύει την πραγματική και αιώνια δόξα, η οποία διέρχεται μέσα από το «ποτήριον», που είναι τα Πάθη και ο Σταυρός. Γι’ αυτό τους λέγει: «Ουκ οίδατε τι αιτείσθε. Δύνασθε πιείν το ποτήριον ο εγώ πίνω, και το βάπτισμα ο εγώ βαπτίζομαι;».
Μετά την Πεντηκοστή ο Απόστολος Ιάκωβος εκήρυξε το Ευαγγέλιο στην ευρύτερη περιοχή της Παλαιστίνης. Μεγάλο πλήθος ανθρώπων μεταστρεφόταν στη νέα πίστη και άλλαζε τρόπο ζωής χάρη στο έργο του Ιακώβου. Αυτό εθορύβησε ιδιαίτερα τους άρχοντες των Ιουδαίων, οι οποίοι, το έτος 44 μ.Χ. τον συνέλαβαν και τον αποκεφάλισαν, ως αμνό, με διαταγή του Ηρώδου του Αγρίππα.
Απολυτίκιο:
Ήχος γ’. Θείας πίστεως.
Γόνος άγιος, βροντής υπάρχων, κατεβρόντησας, τη οικουμένη, την του Σωτήρος Ιάκωβε κένωσιν, και το ποτήριον τούτου εξέπιες, μαρτυρικώς εναθλήσας Απόστολε, όθεν πάντοτε, εξαίτει τοις σε γεραίρουσι, πταισμάτων ιλασμόν και μέγα έλεος.

Παρασκευή 29 Απριλίου 2022

ΣΤΗΝ ΑΝΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΠΙΣΤΕΥΟΥΝ ΜΕΝ ΟΙ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟΙ,ΕΛΑΧΙΣΤΟΙ ΟΜΩΣ ΤΗ ΒΛΕΠΟΥΝ ΚΙΟΛΑΣ ΚΑΘΑΡΑ

 



  Στην ανάσταση του Χριστού πιστεύουν μεν οι περισσότεροι άνθρωποι, ελάχιστοι όμως τη βλέπουν κιόλας καθαρά. Και όσοι βέβαια δεν τη δούν, δεν μπορούν και να προσκυνήσουν τον Χριστό Ιησού ως άγιο και Κύριο. Διότι λέει: «Οὐδείς δύναται εἰπεῖν Κύριον Ἰησοῦν, εἰ μή ἐν Πνεύματι Ἁγίῳ» και αλλού «Πνεῦμα ὁ Θεός, καί τούς προσκυνοῦντας αὐτόν ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ δεῖ προσκυνεῖν». Ούτε λέει η ιερότατη ευχή του κάθε μέρα αυτήν την περίοδο φέρουμε στο στόμα μας: Ανάστασιν Χριστού πιστεύσαντες· αλλά τι λέει; «Ἀνάστασιν Χριστοῦ θεασάμενοι, προσκυνήσωμεν ἅγιον Κύριον Ἰησοῦν, τόν μόνον ἀναμάρτητον».
Πώς λοιπόν το Πνεύμα το Άγιον μας προτρέπει να λέμε τώρα «Ἀνάστασιν Χριστοῦ θεασάμενοι» - σαν να την είδαμε, ενώ στην πραγματικότητα δεν την έχουμε δει – ενώ ο Χριστός μια και μόνη φορά αναστήθηκε πριν από χίλια χρόνια, και μάλιστα ούτε τότε τον είδε κανείς να ανίσταται; Μήπως η ιερά ευχή θέλει να λέμε ψέματα; Κάθε άλλο! Μας παρακινεί να λέμε την αλήθεια, ότι δηλαδή μέσα στον καθένα από εμάς τους πιστούς πραγματοποιείται η ανάσταση του Χριστού· κι αυτό όχι μια φορά, αλλά – θα έλεγα - κάθε ώρα ο ίδιος ο Δεσπότης Χριστός ανίσταται μέσα μας λαμπροφόρος, ακτινοβολώντας το εκτυφλωτικό φως της αφθαρσίας και της θεότητος.
  Διότι η φωτοφόρος παρουσία του Πνεύματος μας φανερώνει σαν αυγή την ανάσταση του Δεσπότου, ή καλύτερα μας αξιώνει να βλέπουμε τον ίδιο τον αναστημένο Χριστό. 
 Γι’αυτό και λέμε: «Θεός Κύριος καί ἐπέφανεν ἡμῖν». Και υποδηλώνοντας τη Δευτέρα του παρουσία προσθέτουμε και τα εξής:
 «Ευλογημένος ο ερχόμενος εν ονόματι Κυρίου». Σ’ όσους λοιπόν φανερωθεί ο αναστημένος Χριστός, αυτοί με πνευματικό οπωσδήποτε τρόπο τον βλέπουν, με τα μάτια της ψυχής. Γιατί όταν έλθει μέσα μας διά της χάριτος του Αγίου Πνεύματος, μας ανασταίνει εκ των νεκρών και μας ζωογονεί και μας αξιώνει να τον βλέπουμε μέσα μας ολοζώντανο αυτόν που είναι αθάνατος και άφθαρτος· κι όχι μόνον αυτό, αλλά και μας δίνει τη χάρη να αντιλαμβανόμαστε ξεκάθαρα ότι μας καθιστά μετόχους της Αναστάσεως και της δόξης του, καθώς η θεία Γραφή το μαρτυρεί στο σύνολό της.
 Άγιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος

ΑΓΙΟ ΕΙΝΑΙ ΤΟΥΤΟ ΤΟ ΦΩΣ ΕΠΕΙΔΗ ΤΟ ΜΑΡΤΥΡΑ Η ΨΥΧΗ ΜΑΣ

 

 

 «Δὲν εἶναι Ἅγιο Φῶς» μᾶς εἶπαν•«παραμύθια γιὰ τοὺς ἀφελεῖς» ἀποφάνθησαν •
«ἀπάτη μὲ σκοπὸ τὸ κέρδος» ὑποστήριξαν.
«Δεῦτε λάβετε φῶς ἐκ τοῦ ἀνεσπέρου φωτός,καὶ δοξάσατε Χριστόν, τὸν ἀναστάντα ἐκ νεκρῶν»
   Μὰ γιατί τότε ὅλη μᾶς ἡ ὕπαρξη σκιρτᾶ στὸ κάλεσμα τοῦ ὕμνου;
Μὰ γιατί συνωστιζόμαστε ἐκεῖ μπροστὰ στὴν πύλη τὴν ὡραία, γιὰ νὰ ἀνάψουμε λαμπάδες;
 Μὰ γιατί χαιρόμαστε σὰν τὰ παιδιά,μὲ τὸ παιχνίδι τοῦ ἀνεβοκατεβάσματος τοῦ κεριοῦ μας, σὲ κάθε «Χριστὸς Ἀνέστη»;
 Μὰ γιατί ἀγωνιοῦμε νὰ μὴ σβήσει ἡ φλόγα κατὰ τὴ μεταφορά της καὶ γιατί ζωγραφίζουμε σταυροὺς φωτιᾶς στὶς εἰσόδους καὶ τὶς πόρτες τῶν σπιτιῶν μας;
 Μὰ γιατί μὲς στὶς πολλές μας ἔγνοιες προσθέτουμε κι αὐτὴ τοῦ καντηλιοῦ,
ποὺ θέλουμε νὰ μείνει ἀναμμένο,ὅσο πιὸτερο μποροῦμε;
   Μὰ επειδή, Ἅγιο εἶναι τοῦτο τὸ Φῶς,ποὺ λαμβάνουμε τὸ βράδυ τῆς Ἀνάστασης,
τὸ Φῶς ἐκεῖνο τοῦ Παναγίου Τάφου,τὸ Φῶς αὐτὸ τῆς Ἁγίας Τραπέζης τῆς ἐνορίας μας•
ὄχι γιατὶ κάμερες τὸ κατέγραψαν,καὶ ὄργανα τὸ μέτρησαν,καὶ πειράματα τὸ ἀπέδειξαν,
ἀλλὰ γιατὶ τὸ μαρτυρᾶ ἡ ψυχή μας•ἐκείνη, ποὺ εἶναι ἱκανὴ νὰ γνωρίζει τὸ ἱερό, τὸ ἅγιο καὶ τὸ θαῦμα.Χριστός Ἀνέστη!

ΦΩΝΑΞΤΕ ΟΤΙ ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΕΣΤΗ,Η ΜΟΝΗ ΑΛΗΘΕΙΑ ΕΠΙ ΤΗΣ ΓΗΣ

 



Ανάσταση Χριστού.
Τέτοιες μέρες ψάχνουμε για λέξεις πομπώδεις, φράσεις περισπούδαστες, για να δημιουργήσουμε εντυπωσιακές ευχές. Αρχαΐζουσες προτάσεις βγαίνουν από τα βιβλία, ύφος στήνεται, και εν τέλει περιγράφουμε την αλήθεια της πίστεως δίχως αλήθεια εκφράσεως.

Τρία πράγμα αρκούν.
Πρώτον, φωνάξτε οτι Χριστός Ανέστη, η μόνη αλήθεια επί της γης. 
Δεύτερον, πείτε ένα ευχαριστώ στα πρόσωπα που είναι σχεδόν δεδομένα στη ζωή μας. 
Τρίτον, πείτε ένα συγγνώμη στα πρόσωπα που δεν είναι σ' αυτή.

Χριστός Ανέστη, να με συγχωρείτε για τις ελλείψεις και σας ευχαριστώ για τις ευεργεσίες σ' εμένα και στα έγχρωμα παιδιά μου.

Η ΖΩΟΔΟΧΟΣ ΠΗΓΗ

 




Την Εορτή της Ζωοδόχου Πηγής τιμά σήμερα, 13 Απριλίου, η Εκκλησία μας.
Με το όνομα Ζωοδόχος Πηγή του Μπαλουκλί ή Παναγία η Μπαλουκλιώτισσα φέρεται ιερό χριστιανικό αγίασμα που βρίσκεται στη Κωνσταντινούπολη έξω από τη δυτική πύλη της Σηλυβρίας, όπου υπήρχαν τα λεγόμενα «παλάτια των πηγών» στα οποία οι Βυζαντινοί Αυτοκράτορες παραθέριζαν την Άνοιξη. Πήρε την ονομασία του από το τουρκικό όνομα Balık (= ψάρι) και περιλαμβάνει το μοναστήρι, την εκκλησία και το αγίασμα.
Για την αποκάλυψη του Αγιάσματος υπάρχουν δυο εκδοχές:
α) Η πρώτη, που εξιστορεί ο Νικηφόρος Κάλλιστος αναφέρει ότι: Ο μετέπειτα Αυτοκράτορας Λέων ο Θράξ ή Λέων ο Μέγας (457 – 474 μ.Χ.), όταν ερχόταν ως απλός στρατιώτης στην Κωνσταντινούπολη, συνάντησε στη Χρυσή Πύλη έναν τυφλό που του ζήτησε νερό.
Ψάχνοντας γιά νερό, μιά φωνή του υπέδειξε την πηγή. Πίνοντας ο τυφλός και ερχόμενο το λασπώδες νερό στα μάτια του θεραπεύτηκε.
Όταν αργότερα έγινε Αυτοκράτορας, του είπε η προφητική φωνή, πως θα έπρεπε να χτίσει δίπλα στην πηγή μια Εκκλησία. Πράγματι ο Λέων έκτισε μια μεγαλοπρεπή εκκλησία προς τιμή της Θεοτόκου στο χώρο εκείνο, τον οποίο και ονόμασε «Πηγή». Ο Κάλλιστος περιγράφει τη μεγάλη αυτή Εκκλησία με πολλές λεπτομέρειες, αν και η περιγραφή ταιριάζει περισσότερο στό οικοδόμημα του Ιουστινιανού. Ιστορικά πάντως είναι εξακριβωμένο, ότι το 536 μ.Χ. στη Σύνοδο της Κωνσταντινουπόλεως, υπό τον Πατριάρχη Μηνά 536 – 552 μ.Χ.), λαμβάνει μέρος και ο Ζήνων, ηγούμενος «του Οίκου της αγίας ενδόξου Παρθένου και Θεοτόκου Μαρίας εν τη Πηγή».
β) Η δεύτερη, που εξιστορεί ο ιστορικός Προκόπιος, τοποθετείται στις αρχές του 6ου αιώνα και αναφέρεται στον Ιουστινιανό. Ο Ιουστινιανός κυνηγούσε σ’ ένα θαυμάσιο τοπίο με πολύ πράσινο, νερά καί δένδρα. Εκεί, σαν σε όραμα, είδε ένα μικρό παρεκκλήσι, πλήθος λαού και έναν ιερέα μπροστά σέ μιά πηγή. «Είναι η πηγή των θαυμάτων» του είπαν. Και έχτισε εκεί μοναστήρι με υλικά που περίσσεψαν από την Αγιά Σοφιά. Ο Ι. Κεδρηνός αναφέρει ότι χτίστηκε το 560 μ.Χ.
Χρονοδιάγραμμα κυριοτέρων γεγονότων και συμβάντων
626 μ.Χ. Επιδρομή των Αβάρων, αλλά οι βυζαντινοί σώζουν το ιερό αγίασμα.
790 μ.Χ. Ο Ψευδο-κωδινός αναφέρει ότι η αυτοκράτειρα Ειρήνη επισκεύασε την εκκλησία, που ειχε πάθει μεγάλη καταστροφή από σεισμό.
869 μ.Χ. Νέα επισκευή, ύστερα από νέο σεισμό, από τον Βασίλειο Α’ τον Μακεδόνα (867 – 886 μ.Χ.) κατα πληροφορία του Νικηφόρου Καλλίστου.
924 μ.Χ. Σε επιδρομή των Βουλγάρων ο Συμεών καίει την εκκλησία, αλλά αναστηλώνεται αμέσως αφού το 927 μ.Χ. έγιναν εκεί οι γάμοι του ηγεμόνος των Ρώσων Πέτρου με τη Μαρία, εγγονή του Ρωμανού Λεκαπηνού.
966 μ.Χ. Έχει διασωθεί η περιγραφή μιας επίσημης τελετής στη γιορτή της Αναλήψεως, στην οποία έλαβε μέρος ο Νικηφόρος Φωκάς (963 – 969 μ.Χ.) με όλη την αυλή. Η πομπή έφτανε με πλοίο και από τη Χρυσή Πύλη συνέχιζε με άλογα. Το συγκεντρωμένο πλήθος ζητωκραύγαζε και προσέφερε λουλούδια και σταυρούς. Όταν εμφανιζόταν ο αυτοκράτωρ ο Πατριάρχης τον ασπαζόταν και στη συνέχεια έμπαιναν μαζί στο ναό, όπου στο χώρο του ιερού είχε στηθεί εξέδρα, απ᾽ όπου ο αυτοκράτωρ παρακολουθούσε τη λειτουργία. Στο τέλος της γιορτής ο αυτοκράτωρ καλούσε τον Πατριάρχη σε επίσημο τραπέζι.
1078 μ.Χ. Η μονή της Πηγής θεωρείται τόπος εξορίας, αφού εκεί απομονώνεται ο Γεώργιος Μονομάχος.
1084 μ.Χ. Ο Αλέξιος Α’ Κομνηνός (1081 – 1118 μ.Χ.) περιόρισε τον φιλόσοφο Ιωάννη Ιταλό στη μονή της Πηγής για να καταπαύση ο αναβρασμός που είχε δημιουργηθεί από τις ιδέες του.
1204 – 1261 μ.Χ. Το ιερό της Πηγής περιέρχεται στους Λατίνους.
1328 μ.Χ. Ο νεαρός Ανδρόνικος Γ’ ο Παλαιολόγος (1328 – 1341 μ.Χ.) χρησιμοποιεί τη μονή ως ορμητήριο πριν καταλάβει την Κωνσταντινούπολη.
1330 μ.Χ. Ο Ανδρόνικος Γ’, που βρίσκεται ετοιμοθάνατος στο Διδυμότειχο, πίνει νερό από το αγίασμα της Πηγής που του έφεραν και γιατρεύεται.
1341 μ.Χ. Ιερέας της Πηγής, ονόματι Γεώργιος, είναι μάρτυρας σε νοταριακή πράξη.
1347 μ.Χ. Η Ελένη, κόρη του Ιωάννου Καντακουζηνού, παρουσιάζεται στο μέλλοντα σύζυγό της Ιωάννη Ε’ Παλαιολόγο (1341 – 1391 μ.Χ.) ντυμένη με την επίσημη ενδυμασία της αυτοκράτειρας, μέσα στον ιερό χώρο της Πηγής. Σύμφωνά με παλαιό έθιμο η μέλλουσα αυτοκράτειρα όταν έφθανε στην Πόλη από τα μέρη της ξηράς έπρεπε να συναντηθεί με τον αυτοκράτορα στην Πηγή.
1422 μ.Χ. Κατα τη διάρκεια της πολιορκίας της Κωνσταντινουπόλεως ο σουλτάνος Μουράτ Β’ εγκαταστάθηκε μέσα στην εκκλησία.
1547 μ.Χ. Ο Pierre Gylles σημειώνει το 1547 μ.Χ. ότι η εκκλησία δεν υπάρχει πια, αλλά οι ασθενείς εξακολουθούν να επισκέπτονται την Πηγή.
1727 μ.Χ. Ο μητροπολίτης Δέρκων Νικόδημος έχτισε ναΐσκο και ανανέωσε τη λατρεία. Οι Αρμένιοι ζητούσαν συμμετοχή στο ιερό της Πηγής, αλλά η μεγάλη παράδοση και τα σουλτανικά φιρμάνια αναγνώριζαν την κυριότητα στο Οικουμενικό Πατριαρχείο.
1825 μ.Χ. Καταστροφή της πηγής από τους γενίτσαρους.
1827 μ.Χ. Ανεύρεση της Ιεράς εικόνας της Θεοτόκου εικονιζόμενη υπέρ της Ζωοδόχου Πηγής.
1833 μ.Χ. Ο πατριάρχης Κωνστάντιος Α’ (1830 – 1834 μ.Χ.), με άδεια του σουλτάνου, έχτισε τη σημερινή εκκλησία, της οποίας τα εγκαίνια έγιναν το 1835 μ.Χ. Σήμερα, εκτός από τη μεγάλη εκκλησία, λατρευτικό κέντρο του μεγάλου κτιριακού συγκροτήματος αποτελεί ο υπόγειος ναός της Ζωοδόχου Πηγής, όπου η δεξαμένη με το αγίασμα και τα ψάρια.
Γράφοντας τον 14ο αι. μ.Χ. για το αγίασμα της Πηγής ο Νικηφόρος Κάλλιστος παραθέτει, από διάφορες πηγές, ένα κατάλογο 63 θαυμάτων, από τα οποία τα 15 φθάνουν ως την εποχή του.
Σήμερα στην αυλή της Ζωοδόχου Πηγής βρίσκονται οι τάφοι των Οικουμενικών Πατριαρχών. Το δε αγίασμα βρίσκεται στον υπόγειο Ναό και αποτελείται από μαρμαρόκτιστη πηγή, το νερό της οποίας θεωρείται αγιασμένο. Απ’ εδώ διαδόθηκε ο τύπος της Παναγίας Ζωοδόχου Πηγής σε όλο τον ορθόδοξο κόσμο. Είναι αξιοσημείωτο ότι ψηφιδωτή παράσταση της εικόνας σώζεται στον εσωνάρθηκα της Μονής της Χώρας.
Σε ανάμνηση των εγκαινίων του Ναού από τον Αυτοκράτορα Λέοντα η Εκκλησία καθιέρωσε την κατ΄ έτος εορτή της Ζωοδόχου Πηγής, την Παρασκευή της Διακαινήσίμου Εβδομάδας.
Ο Ναός αυτός έμεινε γνωστός στην ιστορία ως το αγίασμα του «Μπαλουκλί». «Μπαλούκ» στα τουρκικά σημαίνει ψάρι και η παράδοση μας λέει πως εκεί δίπλα στο αγίασμα, στις 23 Μαΐου 1453 μ.Χ. ένας καλόγερος τηγάνιζε ψάρια, όταν κάποιος του έφερε την είδηση πως πήραν την Πόλη οι Τούρκοι. Ο καλόγερος απάντησε πως μόνο αν τα ψάρια που τηγάνιζε έφευγαν απ΄ το τηγάνι και έπεφταν μέσα στο αγίασμα θα πίστευε ότι έγινε κάτι τέτοιο. Και πραγματικά τα ψάρια ζωντάνεψαν και έπεσαν μέσα στην πηγή του αγιάσματος. Μέχρι σήμερα δε, μέσα στην δεξαμενή της Ζωοδόχου Πηγής διατηρούνται επτά ψάρια και μάλιστα σαν να είναι μισοτηγανισμένα απ΄ την μια πλευρά.
Ἀπολυτίκιον 
Ήχος α'.
Ο ναός σου Θεοτόκε ανεδείχθη παράδεισος, ως ποταμούς αειζώους αναβλύζων ιάματα ώ προσερχόμενοι πιστώς, ως Ζωοδόχου εκ Πηγής, ρώσιν αντλούμεν, και ζωήν την αιώνιον, πρεσβεύεις γαρ συ τω εκ σου τεχθέντι, Σωτήρι Χριστώ, σωθήναι τας ψυχάς ημών.

Πέμπτη 28 Απριλίου 2022

ΝΑ ΜΕΛΕΤΑΤΕ ΤΑ ΠΑΘΗ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ!

 



  ~Εμείς οι μοναχοί είχαμε πάντοτε από τους γεροντάδες μας αυτήν την υπενθύμιση, να μελετούμε τα πάθη του Χριστού. Και ο γέροντάς μας Ιωσήφ, μας έλεγε πάντοτε να έχουμε μπροστά μας τον Εσταυρωμένο Χριστό. 
Όταν πηγαίναμε να του παραπονεθούμε: 
"Γέροντα, κουράστηκα! δεν μπορώ! πολλές δουλειές, πολλές αγρυπνίες, νηστείες, κόπους, ανεβοκατεβάσματα", μάς έλεγε: 
"Τι να σου πω βρε παιδί μου, πήγαινε εκεί στο Δεσπότη Χριστό, κάνε τα παράπονά σου κι αν τα καταφέρεις και δικαιολογηθείς έλα να το πεις και μένα". Και πράγματι, στον Εσταυρωμένο Χριστό δεν μπορεί κανείς να κάνει παράπονα διότι κανείς άνθρωπος δεν πέρασε μεγαλύτερα μαρτύρια από τα μαρτύρια του Χριστού μας. Κανένας άνθρωπος, ποτέ κανένας άνθρωπος δεν θα πονέσει περισσότερο απ' ό,τι πόνεσε ο Χριστός.

~Ο γέροντάς μας, ο πατήρ Ιωσήφ, όταν του λέγαμε παράπονα και διάφορες δικαιολογίες ότι: "ο τάδε μου έκανε έτσι, με κατηγόρησε, με αδίκησε, με παρεπίκρανε, με παραθεώρησε" κλπ. μας έλεγε:
"Δυο λεπτά να σας διαβάσω κάτι". Και μας διάβαζε το συναξάριο της Μεγάλης Παρασκευής! Και μας έλεγε:
"Αυτά υπέμεινε ο Χριστός για μας. Εάν τα δικά σου είναι πιο μεγάλα από του Χριστού, κάνε καλά μαζί Του".
Βέβαια εμείς όταν τα ακούγαμε, σκύβαμε ντροπιασμένοι το κεφάλι κάτω και φεύγαμε διότι δεν είχαμε να ακούσουμε τίποτα περισσότερο...
Όλα αυτά τα έπαθε ο Χριστός για να μας δείξει πόσο μας αγαπά, για να μας καλέσει κοντά του ελεύθερα και αβίαστα, και για να μας συγκινήσει, όπως έλεγε και ο γέροντας Παΐσιος.
π. Αθανάσιος Μητρ. Λεμεσού

ΤΕΤΟΙΕΣ ΨΥΧΟΥΛΕΣ ΘΑ ΜΑΣ ΚΡΙΝΟΥΝ ΤΗΝ ΗΜΕΡΑ ΤΗΣ ΚΡΙΣΕΩΣ

 

Μία συγκλονιστική ιστορία που ο μακαριστός Αρχ. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος αφηγείται για να μας δείξει πως ακόμα και στη διπλανή μας πόρτα μπορεί να βρίσκεται ένας Άγιος για αυτό ποτέ μα ποτέ δεν θα πρέπει να κρίνουμε τους ανθρώπους από την εμφάνιση,

την οικονομική τους κατάσταση, και το μορφωτικό τους επίπεδο, αυτά δεν έχουν καμία σχέση με την πνευματική κατάσταση και τον φωτισμό του Αγίου Πνεύματος που ενδεχομένως να έχουν.

Αυτή τη στιγμή μου έρχεται το παράδειγμα μιας πολύ απλής γυναίκας του λαού που είχα συναντήσει κάποτε στο εξομολογητήριο πριν από πολλά χρόνια.

Δεν τη γνώριζα, ούτε τη γνωρίζω. Ούτε κι αν τη δω στο δρόμο θα τη θυμηθώ. Θα πλησίαζε τα εβδομήντα. Ίσως, να την έχει καλέσει ο Θεός τώρα.

Αφού εξομολογήθηκε, δε θυμάμαι πώς ήρθε το θέμα, τη ρώτησα εάν εργάζεται.

—Όχι, πάτερ μου, σταμάτησα. Δε μπορώ άλλο πια να εργάζομαι.

—Και πώς ζεις; Έχεις κάποια σύνταξη;

—Όχι, ούτε σύνταξη έχω.

Με κοίταξε κάπως καχύποπτα, αγράμματη η καημένη, και μου λέει:

—Πνευματικός είσαι, θα στο πω· αλλά, δε θα το πεις πουθενά! Η ενορία μας έκτισε έναν νέο ναό. Μεγάλο κι ωραίο. Έγιναν πάρα πολλά έργα μέσα σ’ αυτόν κι είχε μείνει μοναχά το τέμπλο. Οι ιερείς είπαν, και μια και δυο και τρεις φορές, ότι τώρα θ’ αρχίσουμε τον έρανο για να φτιάξουμε το τέμπλο ξυλόγλυπτο. Εγώ, από μικρή κοπέλα, όλη μου τη ζωή, εργαζόμουνα «υπηρέτρα»· και, με τα χρήματα που έπαιρνα, έφτιαξα ένα σπίτι. Έμενα σ’ ένα δωματιάκι και τα υπόλοιπα τα νοίκιαζα κι έτσι ζούσα.

Πάω, βρίσκω τον προϊστάμενο του ναού, και του λέω:

—Πάτερ μου, πόσο θέλει για να γίνει το τέμπλο;

Μου λέει:

—Ενάμισι εκατομμύριο δραχμές (λεφτά της εποχής εκείνης, βέβαια).

—Πάτερ μου, άκουσε, του λέω. Έχω ένα σπίτι. Τα πιάνει αυτά τα χρήματα. Αλλά, αναλαμβάνει το Εκκλησιαστικό Συμβούλιο να μου δίνει ενάμισι χιλιάρικο το μήνα που παίρνω από τα ενοίκια για να ζω, όσο ζω;

—Το αναλαμβάνει και με το παραπάνω και περισσότερα.

—Αλλ’ άκουσε: Δε θα το ξέρει κανείς! Μόνο εγώ κι εσύ!

—Δεν μπορεί να γίνει κάτι τέτοιο, διότι, για να το αποφασίσει το Εκκλησιαστικό Συμβούλιο, αναγκαστικά θα πρέπει να το μάθει πρώτα. Πώς θα πάρει μια τέτοια απόφαση; Επομένως, δε μπορώ να το κρατήσω τελείως μυστικό.

—Καλά. Θα πάρεις όμως τους Εκκλησιαστικούς Συμβούλους, έναν-έναν, μπροστά στην Εικόνα του Χριστού, να σου υποσχεθούν ότι δε θα το πουν σε κανέναν. Να μη το μάθει κανείς στην ενορία!

—Εντάξει, αυτό στο υπόσχομαι!

Πράγματι, πουλήθηκε το σπιτάκι κι έγινε το τέμπλο. Κι εγώ ζω μ’ αυτά που μου δίνει το Συμβούλιο. Μού ’παν μερικοί απ’ το Εκκλησιαστικό Συμβούλιο: «Εε, καημένη! Τό ’φτιαξες που τό ’φτιαξες, δεν αφήνεις να βάλουμε και τ’ όνομά σου τώρα;».

«Όχι, όχι!», τους λέω, «γιατί θα χάσω τον “μιστό” μου, άμα θα κάνετε τέτοιο πράγμα!».

Τώρα πάω στην εκκλησία, βλέπω το τέμπλο και κλαίω απ’ τη χαρά μου και λέω:

«Σ’ ευχαριστώ, Χριστέ μου, διότι αξίωσες εμένα, μια φτωχή γυναίκα, μια “υπηρέτρα”, που δεν αξίζω τίποτε, ένα σκουπίδι, να κάνω ένα τέτοιο ωραίο πράγμα στον ναό Σου! Κύριέ μου, εγώ τους κόπους μου τους έδωσα να φτιάξω ένα έργο στον ναό Σου. Δεν έχω τίποτε άλλο!». Και το βλέπω κι αναγαλλιάζεται η ψυχή μου!

Τόσο πολύ με συγκλόνισε το παράδειγμα αυτής της γυναίκας, που είπα:

«Εν ημέρα Κρίσεως, άραγε, πόσους από εμάς τους κληρικούς θα κρίνει η γριούλα αυτή;! Που, πολλές φορές, εμείς βάζουμε φαρδύ-πλατύ τ’ όνομά μας και γράφουμε: “το τέμπλο (ή ο ναός) εγένετο επί τάδε, επί τάδε και επί τάδε” κι από κάτω αρχίζουν οι λίστες των υπόλοιπων δωρητών. Κολακευόμαστε να γίνεται γνωστό ότι δώσαμε αυτό ή εκείνο ή το άλλο. Επαναλαμβάνω· μερικές τέτοιες ψυχούλες, τέτοιες καθαρές ψυχές, “τις οποίες δεν ήταν καν άξιος ο κόσμος να τις έχει” (πρβλ. Εβρ. 11, 38), θα μας κρίνουν την ημέρα της Κρίσεως!».

ΑΡΧΙΜ. ΕΠΙΦΑΝΙΟΣ ΘΕΟΔΩΡΟΠΟΥΛΟΣ

ΝΑ ΠΙΣΤΕΥΕΙΣ ΚΑΙ ΘΑ ΔΕΙΣ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΑ ΘΑΥΜΑΤΑ

 

Μια μέρα είχε έλθει ένα πούλμαν στο μοναστήρι [του Αγίου Παντελεήμονα στην Πεντέλη], με 50 άτομα.

Ο Γέροντας [πατήρ Σίμων Αρβανίτης] μου είπε να τους δώσω να φάνε. Εγώ ετοίμασα την τράπεζα και βλέπω ότι ψωμί δεν είχαμε· είχαμε μόνο ένα καρβέλι. Τι να κάνω; το παίρνω και πηγαίνω στον Γέροντα και είπα:

– Γέροντα, δεν έχουμε ψωμί· μόνο αυτό το καρβέλι υπάρχει.

Και λέει:
– Φέρ’ το εδώ.

Το δίνω, το ευλόγησε και είπε:
– Μη φοβάσαι, και κόψ’ το στο καλάθι· θα φτάσει να φάνε όλοι και θα περισσέψει.

Το παίρνω εγώ και άρχισα να κόβω· έκοβα, έκοβα ψωμί και δεν τελείωνε το καρβέλι! Έφαγε όλο το πούλμαν και περίσσευσαν πολλά κομμάτια ψωμί.

Το είπα αυτό το θαύμα στον Γέροντα και εκείνος μου είπε:
– Εσύ να πιστεύεις και θα δεις και μεγαλύτερα θαύματα.

 Ιερομόναχος Σίμων Αρβανίτης

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΕΝΝΕΑ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΕΝ ΚΥΖΙΚΩ

 



Τη μνήμη των Αγίων Εννέα Μαρτύρων εν Κυζίκω τιμά σήμερα, 28 Απριλίου, η Εκκλησία μας.
Οι Άγιοι εννέα μάρτυρες της Κυζίκου δηλ. ο Θεόγνις, ο Ρούφος, ο Αντίπατρος, ο Θεόστιχος, ο Αρτεμάς, ο Μάγνος, ο Θεόδουλος, ο Θαυμάσιος και ο Φιλήμονας καταγόταν από διάφορους τόπους.
Συνελήφθησαν όμως όλοι μαζί στη Κύζικο την περίοδο των διωγμών. Όταν οδηγήθηκαν μπροστά στον τοπικό άρχοντα επέδειξαν θαυμαστή γενναιότητα και υπερασπίσθηκαν με παρρησία και θάρρος την πίστη τους.
Για το λόγο αυτό και για να καμφθεί το σθένος τους ρίχθηκαν στη φυλακή.
Εκεί χωρίς νερό και ψωμί προσευχόταν και δοξολογούσαν τον Κύριό τους ο οποίος τούς αξίωσε να υποφέρουν για Εκείνον και ο ένας έδινε θάρρος στον άλλον.
Όταν ο άρχοντας από τη φυλακή και τούς ρώτησε για τελευταία φορά αν επιμένουν να πιστεύουν στο Χριστό όλοι «εν ενί στόματι και μία καρδία» του απάντησαν ότι προτιμούν το μαρτύριο από το να αρνηθούν τον Πλάστη και Δημιουργό και Σωτήρα του κόσμου.
Έξαλλος από οργή ο άρχοντας διέταξε αμέσως τον αποκεφαλισμό τους χαρίζοντάς τους την ουράνια δόξα.
Απολυτίκιο:
Ήχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείας πίστεως, τη συμφωνία, εννεάριθμος, Μαρτύρων δήμος, εν Κυζίκω ιερώς ηνδραγάθησε, τον γαρ Υπέρθεον Λόγον κηρύξαντες, υπέρ αυτού ως αμνοί σφαγιάζονται, όθεν άφεσιν, αιτούνται ημίν και έλεος, τοις μέλπουσιν αυτών την θείαν άθλησιν.

Τετάρτη 27 Απριλίου 2022

AΓΙΟΤΗΤΑ,ΠΑΘΟΣ ΚΑΙ ΑΝΑΣΤΑΣΗ

 

+Μοναχός Μωϋσής Αγιορείτης

«Αγιότητα σημαίνει ν’ ακολουθείς τον Χριστό και στη Γεθσημανή και στον Γολγοθά. Ο Χριστός δεν είναι μόνο του Θαβώρ και του Κενού Μνημείου, των θαυμάτων και των δωρεών.

Είναι και της σιγής της ερήμου, και της σιωπής, και των δακρύων.

Αγιότητα ακόμη σημαίνει πλήρη και παντοτινή αποδοχή του όποιου θείου θελήματος.

Αγιότητα είναι αληθινή αγάπη του σταυρού, απ’ όπου πηγάζει η αληθινή ζωή.

Η αγιότητα θέλει υπομονή κι επιμονή, αυταπάρνηση, αυτοθυσία και ανιδιοτέλεια.

Η αγιότητα δεν μεταδίδεται, δεν κερδίζεται με μόνο αναγνώσεις βιβλίων, μακρών συζητήσεων στα σαλόνια, μ’ ευχάριστες, ωραίες, καλές, άκοπες κι αδάπανες σκέψεις.

Καλείσαι ξανά και κύρια να δώσεις αίμα για να λάβεις πνεύμα.

Να παλέψεις και να νικήσεις το άγριο θηρίο της πολυκέφαλης υπερηφάνειας.»

ΖΗΤΑ ΑΠΟ ΤΟΝ ΘΕΟ ΦΩΤΙΣΗ ΚΑΙ ΜΕ ΑΠΛΟΤΗΤΑ ΘΑ ΠΕΡΙΜΕΝΕΙΣ

 Είναι μεγάλη υπόθεση να πάρεις την ευθύνη επάνω σου και να πατάς στα πόδια σου γερά. Λύγισε τα πόδια σου. Ακούμπα τα γόνατά σου στο πάτωμα. Εκεί που είσαι, στο σπίτι σου. Και κάνε προσευχή!

Και ζήτα απ’ τον Θεό Φώτιση. Είναι απλά τα πράγματα. Η πηγή υπάρχει, η δεξαμενή των πολλών δωρεών, χαρίτων, ευεργεσιών και της φώτισης υπάρχει. Είναι ο Θεός. Είναι οι Αγιοι που προσεύχονται για εμάς. Είναι η Παναγία, η Μητέρα του Κυρίου. Είναι οι Αγγελοι. Ζήτα τη βοήθεια όλων αυτών και θα ‘ρθει η φώτιση και στη δική σου ζωή. Μόνο που πρέπει να περιμένεις. Θα ζητάς απ’ τον Θεό. Και με απλότητα θα περιμένεις να σε φωτίζει, να καθαρίζει το μυαλό σου, να το εξαγνίζει και να το ηρεμεί.

Να το χαλάει και να το ξαναχτίζει. Δηλαδή να σου χαλάει κάτι που δεν είναι καλά χτισμένο και να το ξαναχτίζει απ’ την αρχή μ’ έναν νέο τρόπο. Και να σου δίνει πίσω μυαλό και νου ανακαινισμένα. Τα μάτια της ψυχής είναι ο νους. Οταν ο νους δουλεύει καλά, όλη η ψυχή πορεύεται σωστά. Οταν το μάτι στο σώμα βλέπει καλά, τότε και τα πόδια πάνε καλά και περπατάνε. Το μάτι βλέπει. Το σώμα ακολουθεί. Οταν το μάτι όμως θολώσει ή σκοτεινιάσει ή ταραχτεί, τότε και το σώμα δεν μπορεί να πορευτεί σωστά.

Ετσι συμβαίνει και με την ψυχή. Η ψυχή μας έχει ένα εργαλείο με το οποίο καταλαβαίνει τον κόσμο. Αυτό το εργαλείο είναι ο νους μας. Ο νους είναι μια δύναμη της ψυχής, που, όταν γεννιόμαστε, εκπαιδεύεται. Ανάλογα με τον τρόπο που μας μεγαλώνουν οι δικοί μας.

Από τα παιδικά μας χρόνια ακούμε απ’ τους γονείς πολλά πραγματάκια, που απ’ τις πολλές επαναλήψεις (τα ακούμε και τα ξανακούμε) στο τέλος τα πιστεύουμε, τα χωνεύουμε, τα εμπεδώνουμε και τα αφομοιώνουμε. Μερικά απ’ αυτά είναι αληθινά.

Μερικά όμως είναι λάθος και ψέματα. Πρόκειται για ψευδαισθήσεις. Λανθασμένες αντιλήψεις και πεποιθήσεις που πέρασαν στον νου μας. Και τα πίστεψε ο νους μας όλα αυτά.

Τέτοιες λανθασμένες αντιλήψεις μάς έχουν περάσει ήδη απ’ τα παιδικά μας χρόνια για πολλά θέματα. Το έχω δει σε πολλούς ανθρώπους αυτό. Για παράδειγμα, έχουμε πιστέψει ότι είναι δύσκολα τα πράγματα της ζωής κι ότι δεν πρόκειται να τα καταφέρουμε. «Δεν θα τα καταφέρω». Το λένε πολλοί άνθρωποι και το πιστεύουν κιόλας. «Εγώ δεν τα καταφέρνω. Εγώ δεν μπορώ. Εγώ πιστεύω ότι θα αποτύχω. Πιστεύω ότι διαρκώς κινδυνεύω».

Αν όμως δεις τα πράγματα νηφάλια και ψύχραιμα, θα διαπιστώσεις ότι αυτό που πιστεύουν δεν είναι η πραγματικότητα της ζωής, μα ο τρόπος που αυτοί βλέπουν την πραγματικότητα της ζωής. Ο νους. Η διάνοιά τους. Αυτά έχουν το πρόβλημα. Και τους κάνει να βλέπουν τα πράγματα πάντα απαισιόδοξα. Γιατί; Γιατί έτσι έμαθαν και έτσι συνήθισαν. Και αυτό που συνηθίζεις δύσκολα το αλλάζεις, δύσκολα το αφήνεις. Ετσι έχεις μάθει από παιδί. Πώς να ξεσυνηθίσεις τώρα;

«Πάτερ, αποκλείεται εγώ να βρω δουλειά. Δεν μπορώ να τα καταφέρω. Είναι δύσκολη η ζωή. Θα αποτύχω. Είμαι ένας αποτυχημένος». Του βρίσκεις δουλειά και ύστερα από λίγο αρχίζει πάλι. Πάλι στενάχωρες σκέψεις και πάλι δυσαρέσκεια. Το μυαλό του πάλι ταράζεται με κάτι καινούργιο. Και του λες: «Καλά, δεν σου βρήκα δουλειά;» «Ναι, δουλειά βρήκαμε, αλλά τώρα στη δουλειά ένας συνεργάτης μου με δυσκολεύει…» Και τα παράπονα συνεχίζονται. Βρίσκεται λύση και γι’ αυτό.

«Ωραία, ας σε πάνε σε άλλο γραφείο». Πάει σε άλλο γραφείο. Και εκεί όμως ο προβληματικός νους βρίσκει νέο πρόβλημα. «Τώρα μου φταίει ο μισθός!» Μετά φταίει πάλι κάτι άλλο. Και λες: «Τελικά, τι γίνεται;» Μήπως το πρόβλημα δεν είναι έξω, αλλά είναι κάπου μέσα; Κάπου μέσα σου.

ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ΜΕΣΟΓΑΙΑΣ ΝΙΚΟΛΑΟΣ:EYΛΟΓΗΜΕΝΟ Η' ΚΑΤΑΡΑΜΕΝΟ ΤΟ ΓΙΑΤΙ;

 

 

Εὐλογημένα «γιατί»!

Ἐρώτημα τόσο συχνό, τόσο βαθύ, τόσο δυνατό στήν ἐκφορά του, τόσο δύσκολο στήν ἀπάντησή του. Ἐρώτημα τόσο ἀληθινό, τόσο ἀνθρώπινο, τόσο ἀπαιτητικό, πού ὅμως ἀπό τή φύση του δέν ἀντέχει στόν λόγο, δέν ἐκφράζεται μέ τό στόμα, δέν μπαίνει σέ λέξεις, δέν δημοσιοποιεῖται σέ ἀκροατήριο, πολύ δέ περισσότερο, δέν ἐπιδέχεται μονοσήμαντες ἀπαντήσεις ἀπό κάποιους πού δῆθεν γνωρίζουν πρός κάποιους ἄλλους πού σίγουρα πονοῦν. Ἴσως εἶναι τό κατ’ ἐξοχήν θέμα γιά τό ὁποῖο δέν μπορεῖ καί δέν πρέπει νά γίνονται ὁμιλίες. Εἶναι πολύ βαθύ γιά νά ἔλθει στήν ἐπιφάνεια τῆς συνειδητοποίησης. Εἶναι πολύ ἐπώδυνο γιά νά χωρέσει στόν ὁρίζοντα τῶν ἀντοχῶν μας. Εἶναι πολύ προσωπικό γιά νά ἐντοπισθεῖ στό στερέωμα τοῦ δημόσιου λόγου. Ἴσως αὐτό τό ἐρώτημα νά πονάει πιό πολύ καί ἀπό τήν αἰτία πού τό δημιουργεῖ. Γιατί ὅλοι ξέρουμε πώς δέν ἔχει εὔκολη ἀπάντηση. Καί ὅμως εἶναι τόσο ἐπίμονο καί ἀληθινό.

Γιατί σέ μένα, Θεέ μου; Ἠχεῖ στά αὐτιά μου αὐτό τό ἐρώτημα καί ἀντηχεῖ βαθιά στήν καρδιά μου. Εἶναι τό ἐρώτημα κάθε γονιοῦ πού τό παιδί του πάσχει ἤ κάθε ἄνθρωπου πού ἔχει χτυπηθεῖ ἀπό ἀνίατη ἀσθένεια. Πῶς εἶναι δυνατόν αὐτό τό ἐρώτημα νά μεταμορφωθεῖ σέ ὁμιλία, συμβουλή, γνώμη ἤ ἀπάντηση;

Τό ἐρώτημα αὐτό συνεχῶς διατυπώνεται καί ἀπαντᾶται μόνο μέ δάκρυα, ὄχι μέ λέξεις, μέ αἰσθήματα, ὄχι μέ σκέψεις, μέ σιωπή, ὄχι μέ ἀπόψεις, μέ συμπόνια, ὄχι μέ ἀπαντήσεις. Πῶς νά τό κάνουμε; Συχνά τά μάτια μιλοῦν πιό εὔγλωττα ἀπό τό στόμα, ὁ ἀναστεναγμός πιό δυνατά ἀπό τή σκέψη καί ἡ πονεμένη ἀπορία ἐκφράζει περισσότερο τήν ἀλήθεια ἀπό τήν ὅποια ἀπάντηση.

\"\"

Γιατί;

Γιατί ὁ πόνος; γιατί ἡ ἀδικία; γιατί τά παιδάκια; γιατί τόσο πρόωρα; γιατί μέ αὐτόν τόν τρόπο; γιατί τήν ἀπερίγραπτη χαρά τῆς ἀθώας παρουσίας τους νά τή διαδέχεται ὁ ἀβάσταχτος πόνος; γιατί; Καί ἄν εἶναι γιά τό ἄγνωστο καλό μας, γιατί αὐτό τό καλό μας νά εἶναι τόσο πικρό;

Γιατί σέ μένα;

Τί κακό ἔκανα; Ποῦ νά ψάξω νά βρῶ μέσα μου τήν ἄγνωστη σέ μένα αἰτία; Καί ἄν φταίω ἐγώ, δέν μπορῶ κάτι νά κάνω γιά νά ἀναστρέψω τά πράγματα; Καί ποιός ὁ λόγος ἐξ αἰτίας μου νά ὑποφέρει αὐτό τό ἀθῶο πλασματάκι; Αὐτό μοῦ φαίνεται πιό ἀδύνατο νά τό ἀντέξω. Κινδυνεύω νά χάσω καί τή λίγη καί ἀσθενική πίστη μου. Τελικά, ποιό τό ὄφελος αὐτῆς τῆς ἱστορίας;

Γιατί σέ μένα, Θεέ μου;

Δέν εἶμαι παιδί σου; δέν εἶσαι Θεός ἀγάπης; τί σχέση μπορεῖ νά ἔχει ἡ ἀγάπη Σου μέ τό μαρτύριό μου; Πῶς νά μέ προσελκύσουν τά μαστιγώματά Σου; Πῶς συνδυάζεται ἡ καλωσύνη Σου μέ τήν ἀνερμήνευτη λογική τοῦ πόνου, μέ τή θλίψη, μέ τό ἐνδεχόμενο τοῦ σκανδαλισμοῦ;

Ἡ «εὐλογία» τοῦ πόνου. Εὐλογημένα «γιατί»!

Τά καθαγίασε ὁ ἴδιος ὁ Χριστός στόν σταυρό «Θεέ μου, Θεέ μου, ἵνα τί μέ ἐγκατέλιπες;» Θεέ μου, γιατί μοῦ τό ’κανες αὐτό; Τί σοῦ ἔκανα; Δέν εἶμαι ὁ Υἱός σου; Τό ἴδιο ἀκριβῶς ἐρώτημα μέ τό δικό μου τό ὁποῖο ἔμεινε καί αὐτό ἀναπάντητο. Ἔμεινε ἀναπάντητο στά φαινόμενα. Τά γεγονότα ὅμως φανέρωσαν τήν ἀπάντηση.

Τέτοια πολλά «γιατί» βγῆκαν καί ἀπό τό στόμα τοῦ πολυάθλου Ἰώβ ἤ τή γραφίδα τοῦ τραυματισμένου Δαυίδ, δύο ἀνθρώπων πού οἱ τραγικοί θάνατοι τῶν παιδιῶν τους σφράγισαν τό πέρασμά τους ἀπό τήν ἱστορία καί πού μᾶς παρουσιάζονται συχνά ὡς μοναδικά πρότυπα πίστης, ἐγκαρτέρησης καί ὑπομονῆς.

Τό ἐρώτημα αὐτό τό ἀπευθύνουμε στόν Θεό, τό λέμε στόν ἑαυτό μας, τό ἐπαναλαμβάνουμε στούς ἀνθρώπους πού νοιώθουμε ὅτι ἰδιαίτερα μᾶς ἀγαποῦν. Τό λέμε κυρίως γιά νά ἐκφράσουμε τό μέσα μας, τό λέμε ὅμως καί προσδοκώντας τό χάδι μιᾶς ἀπάντησης. Ποιός ὅμως μπορεῖ νά δώσει μία ἀπάντηση; Ἀκόμη κι ἄν τήν ξέρει, ποιός μπορεῖ νά μᾶς τήν πεῖ;

Λέγει ὁ Μέγας Βασίλειος πρός πενθοῦντα πατέρα ὅτι ὁ πόνος κάνει τόν ἄνθρωπο τόσο εὐαίσθητο, ὥστε μοιάζει μέ τό μάτι πού δέν ἀνέχεται οὔτε τό πούπουλο. Καί ἡ πιό τρυφερή κίνηση αὐξάνει τόν πόνο τοῦ πονεμένου. Καί ἡ πιό διακριτική ἀναλογία δέν ἀντέχεται. Ὁ λόγος πού ἐκφέρεται ὡς λογικό ἐπιχείρημα ἐνοχλεῖ ἀβάσταχτα. Μόνο τό δάκρυ, ἡ κοινωνία τῆς ἀπορίας, ἡ σιωπή, ἡ ἐσωτερική προσευχή θά μποροῦσαν νά ἀνακουφίσουν τόν πόνο, νά φωτίσουν τό σκοτάδι ἤ νά γεννήσουν μία μικρή ἐλπίδα.

Ὁ πόνος γεννᾶ ἀλήθεια, συμπόνια, κοινωνία.

Ὁ πόνος δέν ξυπνάει μόνον ἐμᾶς, ἀλλά γεννάει καί τήν ἀγάπη στούς γύρω μας. Προσπαθοῦν νά μποῦν στή θέση μας. Ἀγωνίζονται στόν καιρό τῆς ἀσφάλειάς τους νά μοιραστοῦν τά πιό ἀνεπιθύμητα γι’ αὐτούς δικά μας αἰσθήματα. Καί τό κάνουν. Ὁ πόνος γεννᾶ τήν ὑπομονή μας, ταυτόχρονα ὅμως γεννᾶ καί τόν ἐξ ἀγάπης σύνδεσμο μέ τούς ἀδελφούς μας. Ὁ πόνος γεννᾶ τήν ἀλήθεια. Ἡ συμπόνια τῶν ἄλλων τή φυτεύει στή δική μας καρδιά. Ἐκεῖ διακριτικά κρύβεται καί ἡ ἀπάντηση.

Ἔτσι γεννιέται στήν καρδιά ἡ παρηγοριά, ἡ γλύκα καί ἡ ἀνακούφιση τῆς ὁποίας εἶναι πολύ ἐντονότερες ὡς ἐμπειρίες ἀπό τό βάρος τοῦ πόνου.

Ὁ πόνος μᾶς βγάζει ἀπό τά ἀνθρώπινα μέτρα.

Τελικά αὐτά τά «γιατί» δέν ἔχουν τίς ἀπαντήσεις πού ἡ φτώχια καί ἡ ἀδυναμία μᾶς περιμένει. Στή λογική αὐτή συνήθως παραμένουν ἀναπάντητα. Γι’ αὐτό καί ὁ Χριστός γιά τόν θάνατο δέν εἶπε παρά ἐλάχιστα. Ἁπλά, ὁ Ἴδιος τόν ἐπέλεξε καί πόνεσε ὅσο κανένας ἄλλος. Καί ὅταν ἀναστήθηκε, τό στόμα Τοῦ ἔβγαλε περισσότερη πνοή καί λιγότερα λόγια. Δέν εἶπε τίποτε γιά ζωή καί θάνατο -μόνο προφήτευσε τό μαρτύριο τοῦ Πέτρου. Ὁ πόνος δέν ἀπαντιέται μέ ἐπιχειρήματα. Οὔτε ἡ ἀδικία καί ὁ θάνατος ἀντιμετωπίζονται μέ τή λογική. Τά προβλήματα αὐτά λύνονται μέ τό ἐμφύσημα καί τήν πνοή πού μόνον ὁ Θεός δίνει. Λύνονται μέ τό Ἅγιο Πνεῦμα. Ξεπερνιοῦνται μέ τήν ταπεινή ἀποδοχή τοῦ θελήματος τοῦ Θεοῦ πού εἶναι τόσο ἀληθινό ἀλλά συνήθως καί τόσο ἀκατανόητο.

Στό διάβα της ἡ δοκιμασία συνοδεύεται ἀπό τό σφυροκόπημα τῶν ἀναπάντητων ἐρωτημάτων. Κι ἐμεῖς, γαντζωμένοι στά «μήπως», στά «γιατί», στά «ἄν» συντηροῦμε τίς ἐλπίδες καί ἀντέχουμε τήν ἐπιβίωση σέ αὐτόν τόν κόσμο, προσδοκώντας κάτι σίγουρο ἤ κάτι σταθερό. Αὐτό ὅμως συνήθως δέν ἐντοπίζεται στήν προτεινόμενη ἀπό μᾶς λύση, ἀλλά ἐπικεντρώνεται στήν ἀπροσδόκητη ὑπέρλογη θεϊκή παρηγοριά. Κάθε προσπάθεια ἀντικατάστασής της μέ ἀνθρώπινα ὑποκατάστατα ἀδικεῖ ἐμᾶς τούς ἴδιους. Κάθε περιορισμός στήν ἀσφυκτική θηλιά τῶν ὀρθολογιστικῶν ἀπαντήσεων μᾶς παγιδεύει βαθύτερα στό δράμα μας. Στόν διάλογο μέ τόν πόνο, τήν ἀδικία καί τόν θάνατο εἴμαστε ὑποχρεωμένοι νά βγοῦμε ἀπό τά ἀνθρώπινα μέτρα. Αὐτή εἶναι ὄχι μόνον ἡ ἔξοδος ἀπό τή δοκιμασία ἀλλά καί ἡ εὐεργεσία της.

Ἡ μοναδική εὐκαιρία.

Τελικά, τό μέν ἐρώτημα μποροῦμε νά τό ὑποβάλλουμε, τήν δέ ἀπάντηση πρέπει νά τήν περιμένουμε. Ἤ ὁ Θεός δέν ὑπάρχει ἤ παραχωρεῖ μιὰ δοκιμασία γιά νά μᾶς δώσει μιὰ μοναδική εὐκαιρία. Ἄν δέν γινόταν ἡ Σταύρωση, δέν θά ὑπῆρχε ἡ Ἀνάσταση. Ὁ Χριστός θά ἦταν ἕνας καλός δάσκαλος· ὄχι ὁ Θεός. Ὁ Θεός δίνει τήν εὐκαιρία. Σέ μᾶς μένει νά τή δοῦμε καί νά τήν ἀξιοποιήσουμε. Ἡ δέ χαρά καί τό περιεχόμενο αὐτῆς τῆς εὐκαιρίας εἶναι πολύ μεγαλύτερα ἀπό τήν ἔνταση καί τόν πόνο τῆς δοκιμασίας. Ὁ θάνατος, ὁ πόνος, ἡ ἀδικία ἀποτελοῦν μυστήριο πού ἡ ὅποια ἀπάντηση τό διασαλεύει. Στίς περιπτώσεις αὐτές, ἡ ἀλήθεια δέν ἐκφράζεται ὡς ἄποψη ἤ ἐπιχείρημα, ἀλλά προσφέρεται ὡς ταπείνωση καί κοινός πόνος. Ἡ πορεία στό μεθόριο τῆς ζωῆς καί τοῦ θανάτου, τοῦ σκανδαλισμοῦ καί τῆς δοξολογίας, τοῦ θαύματος καί τῆς ἀδικίας παρουσιάζει στροφές καί κρυμμένες γωνιές, ὅπου διασφαλίζεται ἡ ἀλήθεια τῆς ζωῆς. Ἄν ξεφύγει κανείς τόν πειρασμό νά λυγίσει, τότε ἀντικρίζει τήν ἀλήθεια μέ τέτοια ὄψη, πού ποτέ του δέν εἶχε κἄν φαντασθεῖ. Ὁ πόνος, ἄν κάποιος καταφέρει νά τόν ἀγκαλιάσει, γεννᾶ πρωτόγνωρες εὐαισθησίες καί ξεδιπλώνει πραγματικότητες πού κανείς ἀλλιῶς δέν βλέπει. Ἡ πρόκληση δέν εἶναι νά συμβοῦν γεγονότα καί ἀποκαλύψεις· αὐτά ὑπάρχουν. Ἡ πρόκληση εἶναι νά ἀνοίξει κανείς τά μάτια του γιά νά μπορεῖ νά τά ἀντικρύσει.

Εἶναι ἀναντίλεκτη ἀλήθεια δυστυχῶς, συνήθως μόνο χάνοντας τά πολύ ἐπιθυμητά, γνωρίζουμε καί κερδίζουμε τά πολύ μεγάλα.

Σίγουρα ὁ πόνος καί ἡ ἀδικία δέν μποροῦν νά καταργήσουν τήν ἀγάπη τοῦ Θεοῦ. Ὁ Θεός ὑπάρχει. Καί εἶναι ἀγάπη καί ζωή. Ἡ τέλεια ἀγάπη καί τό πλήρωμα τῆς ζωῆς. Καί τό μεγαλύτερο θαῦμα τῆς ὕπαρξής Του εἶναι ἡ συνύπαρξή Του μέ τόν πόνο, τήν ἀδικία καί τόν θάνατο.

Ἴσως καί ἡ μεγαλύτερη πρόκληση γιά τόν καθένα μας νά εἶναι ἡ συνύπαρξη μέ τόν δικό του προσωπικό πόνο, τό ἐλπιδοφόρο σφιχταγκάλιασμα μέ τά βαθύτερα αὐτά «γιατί», ἡ ταπεινή ἐσωτερική περιχώρηση στήν προσδοκία τοῦ Θεοῦ μέσα ἀπό τίς «ἀδικίες» πού νομίζουμε πώς Αὐτός μᾶς κάνει.

Πρό καιροῦ, μέ πλησίασε κάποια νεαρή κοπέλα πού τό καντηλάκι τῆς ζωῆς της φαίνεται νά τρεμοσβήνει. Μέσα στόν ἀβάσταχτο πόνο της διέκρινα τήν ἐλπίδα. Μέσα ἀπό τά δακρυσμένα μάτια της ἀντίκρισα τή χαρά, τή δύναμη καί τή σοφία.

-Θέλω νά ζήσω, μοῦ εἶπε. Ἀλλά δέν ἦλθα γιά νά μοῦ τό ἐπιβεβαιώσετε. Ἦλθα γιά νά μέ βοηθήσετε νά φύγω ἕτοιμη ἀπό αὐτόν τόν κόσμο.

-Ἐγώ εἶμαι παπάς τῆς ζωῆς καί ὄχι τοῦ θανάτου, τῆς ἀπαντῶ. Γι’ αὐτό καί θέλω νά ζήσεις. Ἐπίτρεψέ μου, ὅμως, νά σέ ρωτήσω κάτι• μέσα στή δοκιμασία σου, ρωτᾶς ποτέ «γιατί σέ μένα, Θεέ μου;»

-Δέν σᾶς καταλαβαίνω, πάτερ, μοῦ λέει. Ἐγώ ρωτῶ «γιατί ὄχι σέ μένα, Θεέ μου; Καί περιμένω ὄχι τόν θάνατό μου· προσδοκῶ τόν φωτισμό μου»!

O ΑΓΙΟΣ ΣΥΜΕΩΝ Ο ΑΔΕΛΦΟΘΕΟΣ ΕΠΙΣΚΟΠΟΣ ΙΕΡΟΣΟΛΥΜΩΝ

 

 


Τη μνήμη του Αγίου Συμεών του Αδελφόθεου Επισκόπου Ιεροσολύμων τιμά σήμερα, 27 Απριλίου, η Εκκλησία μας.
Ο Άγιος Συμεών ήταν ένας από τους τέσσερις γιους του μνήστορος Ιωσήφ και αδελφός του αδελφοθέου Ιακώβου, που έγινε πρώτος επίσκοπος Ιεροσολύμων.
Μετά τη δολοφονία του Ιακώβου, επίσκοπος ανέλαβε ο Συμεών. Σ’ όλη τη διάρκεια της επισκοπικής του θητείας, υπήρξε αντάξιος του αδελφού του. Η ανεξάντλητη αγωνιστικότητα του, η τέλεια αυταπάρνηση του, καθώς και το απαράμιλλο θάρρος του, κατέστησαν τον Συμεών φωτεινό πνευματικό αστέρι, δια του οποίου στηρίχθηκαν και οδηγήθηκαν πολλές ψυχές στη σωτηρία. Το εντυπωσιακότερο, όμως, χαρακτηριστικό του Συμεών ήταν το ακατάβλητο φρόνημα του. Αν και 120 χρονών γέροντας, δεν κάμφθηκε μπροστά στο μαρτύριο.
Υπέστη με νεανική φλόγα το σταυρικό θάνατο το έτος 107 μ.Χ. Και η νεανική ψυχή του γέροντα Συμεών αποδήμησε κοντά στο στεφανοδότη Κύριο. Βέβαια, με το παράδειγμα του άφησε διδαχή στο ποίμνιο του την εντολή του Αποστόλου Παύλου: «Τα άνω φρονείτε, μη τα επί της γης» (Προς Κολασσαεΐς, γ’ 2). Δηλαδή, προς τα πάνω, προς το Θεό, διευθύνετε και προσηλώνετε τις σκέψεις σας, όχι στα γήινα και φθαρτά. Διότι και ο Συμεών, αν και 120 χρονών γέροντας, από τέτοιο φρόνημα εμπνεόμενος αντιμετώπισε παλικαρίσια το μαρτύριο. Στους Παρισινούς Κώδικες βρίσκεται Ακολουθία του Αγίου Συμεών, ποίημα του υμνογράφου Θεοφάνους. (Ορισμένοι Συναξαριστές επαναλαμβάνουν τη μνήμη του και 18 Σεπτεμβρίου).
Απολυτίκιον
Ηχος α’. Χορός Αγγελικός.

Χριστού σε συγγενή, Συμεών Ιεράρχα, και Μάρτυρα στερρόν, ιερώς ευφημούμεν, την πλάνην ολέσαντα, και την πίστιν τηρήσαντα· όθεν σήμερον, την παναγίαν σου μνήμην, εορτάζοντες, αμαρτημάτων την λύσιν, ευχαίς σου λαμβάνομεν.

Τρίτη 26 Απριλίου 2022

ΑΓΙΟΣ ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ:ΞΕΧΥΝΕ ΤΗΝ ΑΓΑΠΗ ΣΟΥ ΠΡΟΣ ΟΛΟΥΣ ΚΑΙ ΘΑ ΝΙΩΘΕΙΣ,ΟΤΙ ΟΛΟΙ Σ' ΑΓΑΠΟΥΝ

 

Μακριά από τη ζήλια. Τον κατατρώγει τον άνθρωπο. Όλα γίνονται στο φθονερό άνθρωπο. Εγώ τα έζησα.

Οι άνθρωποι με είχαν για καλό και ερχόντουσαν πολλοί για να εξομολογηθούν. Και μου τα έλεγαν με ειλικρίνεια.

Μακριά από αυτά τα γυναικίστικα παράπονα. Το Χριστό, μωρέ, το Χριστό να αγαπήσουμε με πάθος, με θείο έρωτα.

Ευτυχισμένος ο μοναχός που έμαθε να αγαπάει όλους μυστικά. Δεν ζητά από τους άλλους αγάπη, ούτε τον νοιάζει να τον αγαπούν. Εσύ αγάπα όλους, και προσεύχου μυστικά μέσα σου. Ξέχυνε την αγάπη σου προς όλους.

Και θα έλθει ώρα που θα αγαπάς αβίαστα. Και θα νιώθεις, ότι όλοι σ’ αγαπούν. Ένα κοσμικό τραγούδι λέει: «Μη μου ζητάς να σ’ αγαπώ. Η αγάπη δεν ζητιέται. Μέσα στα φύλλα της καρδιάς μονάχη της γεννιέται». Πάρ’ το πνευματικά.

Εσύ σκόρπα φυσικά, από την καρδιά σου, την αγάπη του Χριστού.

Μερικοί μοναχοί, ιδίως γυναίκες, λένε:

– Μ’ αγαπάς;

– Γιατί δεν μ’ αγαπάς;

Πω πω! Πόσο μακριά είναι από την αγάπη του Χριστού! Φτώχεια, πνευματική φτώχεια. Μη σε νοιάζει αν σ’ αγαπούν. Εσύ μόνο ξεχείλιζε από αγάπη Χριστού προς όλους. Και τότε μυστικά έρχεται μια μεταβολή, μια αλλαγή σ’ όλο το σύνολο. Αυτό που σου λέω είναι η καλύτερη ιεραποστολή. Εφάρμοσέ το και τηλεφώνησέ μου τα αποτελέσματα».

TO AYTI TOY ΘΕΟΥ ΕΙΝΑΙ ΣΤΟ ΣΤΟΜΑ ΤΟΥ ΙΕΡΕΩΣ

 



Ὅταν λειτουργᾶς, νά ῾χεις ὑπόψη σου ὅτι εἶσαι μεσίτης. Παραλαμβάνεις ἀπὸ τὸν κόσμο πόνο, δάκρυα, ἀσθένειες, παρακλήσεις καὶ τ᾿ ἀναφέρεις ἐπάνω εἰς τὸ θρόνο τῆς θεότητος. Καὶ μεταφέρεις κατόπιν στὸν κόσμο παρηγοριά, θεραπεία, ὅ,τι ἔχει ἀνάγκη ὁ καθένας. Μεγάλο ἀξίωμα σ᾿ ἔχει ἀξιώσει, παιδί μου, ὁ Θεός. Νὰ τὸ καλλιεργήσεις. Τὸ αὐτὶ τοῦ Θεοῦ εἶναι στὸ στόμα τοῦ ἱερέως.
 Μεγάλη δύναμη ἔχει τὸ πετραχήλι. Τὸ πετραχήλι εἶναι ὁ διαλλάκτης τοῦ πεπτωκότος ἀνθρώπου μὲ τὸν Πατέρα, μὲ τὸν Δημιουργό του. Γι᾿ αὐτὸ ὅσο μπορεῖς περισσότερα ὀνόματα νὰ μνημονεύεις. Ὅσο μπορεῖς περισσότερα.

Όσιος Εφραίμ ο Κατουνακιώτης

ΤΑ ΚΟΙΜΗΤΗΡΙΑ ΜΑΣ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ ΚΟΜΜΑΤΙ ΤΟΥ ΟΥΡΑΝΟΥ ΠΑΝΩ ΣΤΗ ΓΗ

 


«Τά τέσσερα τέκνα μου μέ τούς συζύγους τους καί τά δεκαεννιά ἐγγόνια μου, μέ ρωτοῦν:
-Παπποῦ, δέν θά πᾶμε στό κοιμητήριο νά βάλουμε λίγα λουλούδια στή γιαγιά;
 Ἡ πρεσβυτέρα μου ἔφυγε ἀπό τροχαῖο ὅταν τά παιδιά ἦταν ἑνός, τριῶν, πέντε καί ἕξι ἐτῶν. Πηγαίναμε σχεδόν καθημερινά στό κοιμητήριο καί τά ὀρφανά μεγάλωσαν, τοῦ Κυρίου συνεργοῦντος ὄχι μέ ψέμματα ἀλλά μέ τή στέρεη προοπτική τῆς αἰώνιας ζωῆς.

  Ἀπό τότε μέχρι σήμερα ἔχω τελέσει ὡς ἱερωμένος στό κοιμητήριο τοῦ Ἀμαρουσίου πάνω ἀπό δέκα χιλιάδες κηδεῖες (...). Πάνω σέ κάθε τάφο δεσπόζει τό ἔνδοξο σημεῖο τοῦ Τιμίου Σταυροῦ καί τά ἱερά καντηλάκια (...). Τά κοιμητήριά μας εἶναι ἕνα κομμάτι τοῦ οὐρανοῦ πάνω στή γῆ. Τά χριστιανικά κοιμητήρια ἐμπνέουν μυστικά καί ἀθόρυβα νέκρωση τῶν παθῶν καί τήν βεβαία Ἀνάσταση τῶν νεκρῶν καί τήν ἐν Χριστῷ μαζί τους συνάντηση».
π. Σαράντης Σαράντος

OI AΓΙΟΙ ΡΑΦΑΗΛ,ΝΙΚΟΛΑΟΣ ΚΑΙ ΕΙΡΗΝΗ

 


Οι Άγιοι Ραφαήλ, Νικόλαος και Ειρήνη συγκαταλέγονται στη χορεία των Νεοφανών Αγίων και μάλιστα εκείνων που μαρτύρησαν το 1463, δέκα χρόνια μετά την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως. Σχετικά με το βίο τους γνωρίζουμε λίγα πράγματα. Οι πρώτες πληροφορίες για την ύπαρξη των Αγίων ιστορούνται με θαυματουργικό και αποκαλυπτικό τρόπο από το έτος 1959.
Πηγή:www.vstrebenis.gr/

Στις 23 Ιουνίου 1959, κατά την διάρκεια εργασιών αποκατάστασης ενός ναϋδρίου σ’ έναν λόφο κοντά στο χωριό Θερμή της Λέσβου, ο εργάτης Δούκας Τσολάκης ανακάλυψε έναν τάφο με οστά αγνώστων. Άνθρωπος ολιγόπιστος τότε και ανευλαβής παράτησε τα τίμια λείψανα στην ρίζα ενός δένδρου, περιγελώντας τα. Γρήγορα όμως τιμωρήθηκε και μπόρεσε να κινήσει ξανά τα χέρια του μόνον αφού έκανε το σημείο του Σταυρού, για πρώτη φορά μετά είκοσι επτά χρόνια. Είδε κατόπιν τον ίδιο τον άγιο Ραφαήλ κοντά στο ναΰδριο, μετεστράφη από την απιστία του και έγινε διάπυρος κήρυκας της χάριτος του νεοφανούς αυτού αγίου του Θεού. Προηγουμένως, η σύζυγός του Μαρία υπήρξε μάρτυς της εμφάνισης στο υπό κατασκευή ναΰδριο ενός ιερομόναχου με επιβλητικό παράστημα, ο άνδρας της όμως την είχε αποπάρει. Έκτοτε, ο άγιος εμφανίστηκε πολλές φορές στον ύπνο και στο ξύπνιο, στην σύζυγο του ιδιοκτήτη του χωραφιού και σε άλλες ευλαβείς γυναίκες του χωριού, καθώς και σε παιδιά και σε ώριμους άνδρες, χωρίς να υπάρξει προσυνεννόηση μεταξύ των προσώπων αυτών. Σε άλλους ο άγιος εμφανιζόταν χωρίς να μιλά, ως ιερομόναχος, φορώντας άμφια η ράσο. Σε άλλους αποκάλυπτε το όνομά του, λέγοντας: «Λέγομαι Ραφαήλ» και τους ανήγγειλε ότι ήταν πλέον καιρός να τον τιμήσουν μαζί με τους συναθλητές του, να φιλοτεχνήσουν εικόνα του και να εορτάζουν την μνήμη του την Τρίτη της Διακαινησίμου, διότι επρόκειτο να επιτελέσει πολλά θαύματα. Σε άλλους εμφανίστηκε συνοδευόμενος από την Παναγία και την αγία Παρασκευή και διηγιόταν λεπτομερώς το μαρτύριό του, οι δε διηγήσεις συμφωνούσαν απόλυτα μεταξύ τους. Ο τάφος και το λείψανο του Αγίου Νικολάου ανακαλύφθηκαν στις 13 Ιουνίου 1960.
Ο Άγιος Ραφαήλ καταγόταν από τους Μύλους της Ιθάκης και γεννήθηκε το έτος 1410. Το κοσμικό του όνομα ήταν Γεώργιος Λάσκαρης η Λασκαρίδης. Ο πατέρας του ονομαζόταν Διονύσιος και η μητέρα του Μαρία ήταν δε πολύ ευσεβείς άνθρωποι και έδωσαν στον Γεώργιο χριστιανική ανατροφή και μεγάλη μόρφωση. Χάρη στον σύζυγο της αδελφής του φεύγει στα 13 χρόνια του στον Μυστρά για σπουδές στην Δυτική και μετέπειτα Ελληνική φιλοσοφία. Παρακολουθεί και ιατρική που του άρεσε ιδιαίτερα.
Πριν γίνει κληρικός είχε σταδιοδρομήσει στο βυζαντινό στρατό και έφτασε μάλιστα σε μεγάλο βαθμό. Σε ηλικία τριάντα πέντε ετών γνώρισε έναν ασκητικό και σεβάσμιο γέροντα, τον Ιωάννη, ο οποίος τον προσείλκυσε στην εν Χριστώ ζωή. Κάποια Χριστούγεννα ο γέροντας κατέβηκε από τον τόπο της ασκήσεώς του, για να εξομολογήσει και να κοινωνήσει τους στρατιώτες, και κήρυξε το λόγο του Θεού. Τότε ο αξιωματικός Γεώργιος, όταν ο γέροντας κατέβηκε πάλι τα Θεοφάνεια, αποχαιρέτησε τους στρατιώτες και τον ακολούθησε.
Μετά την κουρά του σε μοναχό χειροτονήθηκε πρεσβύτερος, τιμήθηκε δε και με το οφφίκιο του αρχιμανδρίτη και του πρωτοσυγκέλλου. Μαζί με τις άλλες αποκαλύψεις ο Άγιος Ραφαήλ ανέφερε ότι απεστάλη από τον Οικουμενικό Πατριάρχη στην Δύση, στην πόλη της Γαλλίας που ονομάζεται Μορλαί, για να εκπληρώσει την εντολή που του ανατέθηκε. Αυτό έγινε λίγο πριν από την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως.
Εκεί συνδέθηκε φιλικά με τον διάκονο Νικόλαο, ο οποίος έγινε συνεργάτης του και πνευματικό του τέκνο. Η καταγωγή του ήταν από την Θεσσαλονίκη. Ήταν πλουσιόπαιδο ο Νικόλαος, παιδί συμβολαιογράφου που τον έστειλαν οι γονείς του να σπουδάσει σε γαλλικό πανεπιστήμιο Ιατρική. Συγκινημένος από την χριστιανική διδασκαλία ο νεαρός σπουδαστής Νικόλαος, εγκατέλειψε την κοσμική ζωή και τον ακολούθησε. Γύρισε μαζί του στην Ελλάδα και ασπάστηκε το Μοναχικό βίο. Ουδέποτε χωρίστηκαν έκτοτε, εκτός όταν χώριζαν για να διαδώσουν τον λόγο του Θεού.
Ακόμη απεκάλυψε ο άγιος Ραφαήλ ότι κήρυξε το λόγο του Ευαγγελίου στην Αθήνα, στο λόφο που είναι το μνημείο του Φιλοπάππου. Δίδαξε ως εφημέριος και ιεροκήρυκας για λίγο στο ναό του Αγίου Δημητρίου Μυροβλύτη που κατόπιν ονομάστηκε, Λουμπαρδιάρης.
Λίγα χρόνια πριν από την άλωση της Κωνσταντινουπόλεως, περί το έτος 1450, ο Άγιος βρέθηκε μετά από περιπλανήσεις στην περιοχή της Μακεδονίας και μόναζε εκεί. Κοντά στον Άγιο Ραφαήλ βρισκόταν εκείνο το διάστημα ο Άγιος Νικόλαος ως υποτακτικός. Ο Νικόλαος εκάρη μοναχός και στη συνέχεια χειροτονήθηκε διάκονος.
Μόλις έπεσε η Κωνσταντινούπολη στα χέρια των Τούρκων, οι οποίοι εισέβαλαν ορμητικά στη Θράκη, και καταλύθηκε οριστικά η βυζαντινή αυτοκρατορία, ο φόβος για γενικούς διωγμούς κατά των Χριστιανών στάθηκε ως αφορμή να καταφύγει ο Άγιος Ραφαήλ με τη συνοδεία του από το λιμάνι της Αλεξανδρουπόλεως στη Λέσβο, που ήταν το ασφαλέστερο νησί την εποχή εκείνη.
Η επιλογή της Λέσβου δεν είναι καθόλου τυχαία καθώς το νησί αυτό: απολάμβανε ακόμα υψηλών προνομίων από τον Σουλτάνο, είχε ηγεμόνα δίκαιο και σεβάσμιο απέναντι στους Ορθοδόξους και τα μοναστήρια των Ορθοδόξων λειτουργούσαν κανονικά στο Νησί.
Ζήτησαν πληροφορίες για το πού μπορεί να υπάρχει ένα ησυχαστήριο για να μονάσουν και τότε τους υπέδειξαν την Ιερά Μονή των Γενεθλίων της Θεοτόκου που βρισκόταν στον λόφο των Καρυών πάνω από την Λουτρόπολη Θέρμης η οποία με την σειρά της απέχει 14 χιλιόμετρα από την Μυτιλήνη.
Σε μερικές εμφανίσεις του ο Άγιος Ραφαήλ φαίνεται να συνοδεύεται από πολλούς, οι οποίοι διάνυσαν πριν απ’ αυτόν τον ασκητικό βίο στη Μονή των Καρυών, όπως είπε σ’ εκείνους που τα έβλεπαν αυτά. Αποκάλυψε επίσης ότι η μονή αυτή, η οποία ήταν γυναικεία, υπέστη επιδρομή από τους αιμοχαρείς πειρατές κατά το έτος 1235 μ.Χ. Κατά την επιδρομή εκείνη αγωνίστηκε μαζί με τις άλλες μοναχές τον υπέρ του Χριστού καλό αγώνα η καταγόμενη από την Πελοπόννησο ηγουμένη Ολυμπία και η αδελφή της Ευφροσύνη. Η Ολυμπία τελειώθηκε αθλητικώς στις 11 Μαΐου του έτους 1235, εμφανίσθηκε δε μαζί με τον μεγάλο και θαυματουργό Άγιο Ραφαήλ.
Στον χώρο εκείνο λοιπόν, προϋπήρχε ιστορικό μοναστήρι αφιερωμένο στο Γενέσιο της Θεοτόκου. Μαζί με την Παναγία στο Μοναστήρι τιμούσαν και την Αγία Παρασκευή. Ήταν η 14η Μαρτίου του 1454 όταν έφτασαν στην Θέρμη της Μυτιλήνης με το πλοιάριο. Στη Μονή βρήκε δύο πρόσωπα (Ρουβήμ και Ακίνδυνο) ο Άγιος Ραφαήλ. Στην Μυτιλήνη την περίοδο αυτή επικρατούσε μεγάλη αναταραχή. Το ίδιο και στην υπόλοιπη Ελλάδα και Αιγαίο. Οι Τούρκοι καταλάμβαναν ολόκληρη την Ελλάδα σκοτώνοντας και καταστρέφοντας κάθε στοιχείο πολιτισμού. Ηγούμενος της μονής εξελέγη στη συνέχεια ο Άγιος Ραφαήλ.
Υπό την ηγουμενία του Αγίου Ραφαήλ πάντως, πέρασαν με ειρήνη και ομόνοια 9 χρόνια μέχρι την 17 Σεπτεμβρίου 1462, χάρη στους Γενουάτες που είχαν για χρόνια την κυριαρχία του νησιού. Το μοναστήρι αυτό ήταν το πλέον σημαντικό του νησιού και όλα τα υπόλοιπα υπάγονταν σε αυτό. Ο Άγιος Ραφαήλ φιλοξενούσε και πολλά παιδάκια στο Μοναστήρι τα οποία τάιζε και βοηθούσε στα γράμματα. Με τις ιατρικές του γνώσεις ο Ηγούμενος Ραφαήλ και Διάκονος Νικόλαος προσέφεραν σημαντικές ιατρικές υπηρεσίες και λειτουργούσαν στο Μοναστήρι σαν κέντρο προληπτικής ιατρικής.
Αρχές Σεπτεμβρίου, του 1462 αρχίζει η πολιορκία του νησιού που θα οδηγούσε σε μεγάλη καταστροφή. Μετά από 17 ημέρες πολιορκία, στις 17 Σεπτεμβρίου 1462, το νησί πέφτει μόνιμα πλέον στα χέρια των Τούρκων. Οι Τούρκοι αν και κατέστρεψαν όλα τα Μοναστήρια τον Σεπτέμβριο του 1462, που κατέλαβαν το νησί δεν πείραξαν το Μοναστήρι του Αγίου Ραφαήλ για 6 ολόκληρους μήνες.
Είναι πολύ πιθανό το Μοναστήρι να απολάμβανε ιδιαίτερων προνομίων που έδιδε τότε επιλεκτικά ο πρώτος Πατριάρχης της σκλαβωμένης Πόλης με την συναίνεση του Σουλτάνου σε κάποια Μοναστήρια.
Τον Απρίλιο του 1463 έγινε μια τοπική εξέγερση εναντίον των Τούρκων. Την Μεγάλη Παρασκευή επάνω στο Μοναστήρι βρίσκονταν ο Ηγούμενος Ραφαήλ – Διάκονος Νικόλαος – Προεστός Βασίλειος – Δάσκαλος Θεόδωρος – η σύζυγος αυτού με το μωρό ( Μικρός Ραφαήλ) – η μικρή Ειρήνη – και ένα ακόμη κοριτσάκι η ανεψιά του προεστού Ελένη καθώς και άλλοι Μοναχοί που είχαν φύγει στο βουνό. Ο Άγιος στέλνει στο βουνό με οδηγίες τον επιστάτη Ακίνδυνο και τον μοναχό Σταύρο.
Ο Ηγούμενος Ραφαήλ είχε ήδη κρύψει σε ειδική κρύπτη τα Άγια Σκεύη, Εικόνες και Άμφια. Μαζί με αυτά βρισκόταν και η εικόνα της Παναγίας που είχε φέρει μαζί του ο Άγιος Ραφαήλ στην Λέσβο. Αυτή είναι η κρύπτη και η εικόνα που όλοι ζητούσαν την τριετία των αποκαλύψεων αλλά ποτέ δεν βρήκαν. Η Παναγία δήλωσε τότε σε ενύπνια κατοίκων ότι κάποια ημέρα θα βρεθεί η εικόνα της αλλά από άνθρωπο άλλης γενεάς με μεγάλη πίστη.
Ο Άγιος Ραφαήλ λειτούργησε για τελευταία φορά τη Μεγάλη Πέμπτη. Την Μεγάλη Παρασκευή έβρεχε πολύ δυνατά. Ο ουρανός θρηνούσε τον δεύτερο Γολγοθά. Ο Άγιος Ραφαήλ βγαίνει στην πόρτα της Μονής και αντικρίζει τους Τούρκους που πλησιάζουν. Τους φωνάζει ότι το σώμα του μπορούν να το κάνουν ότι θέλουν η ψυχή του όμως ανήκει στον Θεό του. Σε μια στιγμή ο Άγιος σηκώθηκε όρθιος, τράβηξε από το λαιμό του ένα μεγάλο Σταυρό που φορούσε και τους είπε: «Εμείς αυτόν προσκυνούμε και ποτέ δεν θα τον εγκαταλείψουμε». Τότε εκείνοι άρχισαν να τον τραβούν από τα γένια και να τον σέρνουν στη γη.
Όπως απεκάλυψε ο Άγιος: «Οι Τούρκοι μου έκαναν πολλά μαρτύρια. Πρώτα με χτύπησαν με τα ρόπαλα τους και με έριξαν κάτω παράλυτο. Έπειτα με κεντούσαν με τα κοντάρια τους, με τραβούσαν από τα γένια και με έσερναν καταγής. Ύστερα με έδεσαν σε μια καρυδιά και με χτυπούσαν απάνθρωπα επί ένα εικοσιτετράωρο. Όταν με βασάνιζαν, είπα «θα αντέξω τα πάντα για το θέλημα του Κυρίου, μέχρι την τελευταία μου πνοή». Κρεμασμένος έβλεπα που κλωτσούσαν και κτυπούσαν τους άλλους καλόγηρους, αλλά έλεγα: «Εδώ, στον αγώνα μέχρι την τελευταία μου πνοή». Γι’ αυτό είχα και έχω αυτές τις δυνάμεις». Με κατέβαζαν έως κάτω και πάλι με ανέβαζαν επάνω και με ξανακατέβαζαν, σέρνοντάς με στις πέτρες που είχαν βαφεί κόκκινες από το αίμα μου. Έπειτα με κρέμασαν ανάποδα εικοσιτέσσερις ώρες σε αυτήν την καρυδιά. Στο τέλος με πριόνισαν μέσα στο στόμα και με αποκεφάλισαν». Ήμουν τότε πενηντατριών ετών» είπε σε κάποιον, όταν εμφανίσθηκε στο όνειρό του, τον Απρίλιο του 1961. Ο σκελετός που βρήκε ο εργάτης πράγματι δεν είχε σιαγόνα, και μόνο μετά από εμφάνιση του αγίου βρέθηκε αυτή σε μικρή απόσταση.
Λίγο πριν ο επιστάτης Ακίνδυνος και ο Σταύρος είχαν προλάβει να ανέβουν στην σπηλιά του γέροντα ασκητή Ιωσήφ ( μετά από προτροπή του αγίου Ραφαήλ). Τις επόμενες ημέρες ο επιστάτης Ακίνδυνος και ο μοναχός Σταύρος βρήκαν τους νεκρούς, και αμέσως έτρεξαν στον ιερέα του χωριού ονόματι Σάββα και με κλάματα διηγήθηκαν τα όσα συνέβησαν. Τυφλός και ανήμπορος στα 112 χρόνια του κατάφερε με την βοήθεια των δύο άλλων να ανέβει στο Λόφο των Καρυών κρυφά.
«Θεέ μου, δος μου το φως μου να τους ιδώ για τελευταία φορά. Έπλυνα τα μάτια μου με λίγο αγίασμα που μου έδωσε ο Ακίνδυνος. Την ίδια στιγμή βγήκε μια λάμψη και ανέβλεψα. Όμως αυτό που είδα να μην αξιώνεται κανείς να το βλέπει. Το αγίασμα γεμάτο αίματα, τα σώματα των Μαρτύρων μέσα στο αίμα, και ο πολυαγαπημένος μου ηγούμενος Ραφαήλ κρεμασμένος ανάποδα σε μια καρυδιά και σφαγμένος. Τους θάψαμε με κλάματα και έπειτα ο Ακίνδυνος με τον Σταύρο με κατέβασαν πάλι στο χωριό».
Τον άγιο Ραφαήλ σαν ηγούμενο τον έθαψαν μέσα στην καμένη Εκκλησία, ενώ τον άγιο Νικόλαο στο αριστερό προαύλιο. Ο μοναχός Σταύρος προσωρινά μόνο γλίτωσε από την σφαγή. Όπως αποκάλυψε η ίδια η αγία Ειρήνη σε ενύπνιο της 2ας Δεκεμβρίου 1961, ένας από τους καλόγηρους έφυγε και σώθηκε, ο πατήρ Σταύρος. Επειδή δεν μπορούσαν να τον βρουν, βγήκαν αποσπάσματα στα βουνά και τον έψαχναν. Τέλος το έπιασαν, τον κατέβασαν στο ίδιο μέρος όπου σκότωσαν τους αγίους και τον σκότωσαν και εκείνον. Ένας χριστιανός τον έθαψε κοντά στην εκκλησία.
Έμεινε μόνος του πια στο βουνό, ο επιστάτης Ακίνδυνος να περιμένει τον Ηγούμενο Ραφαήλ να έρθει να τον πάρει όπως του είχε υποσχεθεί. Δώδεκα μήνες μετά την σφαγή Τούρκοι πιάνουν και αυτόν και τον αποκεφαλίζουν κλείνοντας το λουτρό αίματος. Μετά τη σφαγή στο Μοναστήρι επάνω από τον τάφο του αγίου έκτισαν ένα χαμηλοτάβανο εκκλησάκι με πορτούλα για να μπαίνουν και να προσκυνούν το λείψανό του.
Τον Άγιο Νικόλαο τον είχαν δέσει σε μια καρυδιά και βλέποντας να πριονίζουν τον αγαπημένο του Ηγούμενο, με τις πρώτες λόγχες που τον κεντούσαν έπαθε συγκοπή. Ο Νικόλαος αποκάλυψε σε πολλούς ανθρώπους το ακριβές σημείο του τάφου του. Μετά από αρχικούς δισταγμούς, φοβούμενοι ότι θα κατέληγαν περίγελως των ολιγόπιστων σε περίπτωση αποτυχίας, οι πιστοί έσκαψαν και βρήκαν στις 13 Ιουνίου 1960, το λείψανο του αγίου Νικολάου.
Μαζί με τους Αγίους συνάθλησε και η μόλις δώδεκα χρόνων Ειρήνη, θυγατέρα του Βασιλείου, προεστού της Θερμής, η οποία και εμφανίζεται μαζί τους. Αυτή μαρτύρησε ως εξής: Οι ασεβείς αλλόθρησκοι της απέκοψαν το ένα χέρι και ακολούθως την έβαλαν σε ένα πιθάρι και κατέκαψαν την αγνή αυτή παρθένο, υπό τα βλέμματα των δύστυχων γονέων της, οι οποίοι και θρηνούσαν γοερά για το φρικτό θάνατο του παιδιού τους. Μετά από εμφανίσεις και αποκαλύψεις, βρέθηκαν όντως τα λείψανα της αγίας Ειρήνης, στο πιθάρι και κοντά στους τάφους των αγίων Ραφαήλ και Νικολάου.
Επίσης μαζί με τους Αγίους μαρτύρησαν ο πατέρας της Αγίας Ειρήνης Βασίλειος, η σύζυγός του Μαρία, το μόλις πέντε ετών παιδί τους Ραφαήλ, η ανιψιά τους Ελένη, ο δάσκαλος Θεόδωρος και ο ιατρός Αλέξανδρος, των οποίων τα οστά βρέθηκαν κοντά στους τάφους των Αγίων, μέσα σε ξεχωριστούς τάφους. Το μαρτύριό τους συνέβη την Τρίτη της Διακαινησίμου, στις 9 Απριλίου του έτους 1463.
Οι αφηγήσεις των ντόπιων μέχρι το 1959 που άρχισε ο κύκλος των αποκαλύψεων, περιγράφουν έκτοτε συχνές εμφανίσεις ενός καλόγερου στο μέρος που έγινε η σφαγή. Ο άγιος Ραφαήλ επέτρεψε επίσης να ανακαλυφθεί μια εικόνα του Χριστού και ένα αγίασμα που επιτέλεσαν πολυάριθμα θαύματα. Οι άγιοι δεν περιορίστηκαν να αποκαλύψουν τα τίμια λείψανά τους και τις συνθήκες του μαρτυρίου τους, αλλά επίσης κατέδειξαν και καταδεικνύουν την παρρησία που έχουν ενώπιον του Θεού με θαύματα, των οποίων ο αριθμός συνεχώς αυξάνει. Μέχρι τις ημέρες μας, ο άγιος Ραφαήλ εμφανίζεται στον ύπνο η στο ξύπνιο πολλών ανθρώπων, ευσεβών η αδιάφορων, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και στην Αμερική και την Αυστραλία. Θεραπεύει ασθενείς που πάσχουν από ανίατα νοσήματα, ξυπνά συνειδήσεις πωρωμένες από την αμαρτία, ανακουφίζει δεινοπαθούντες και πάσχοντες και καταδεικνύει ότι ο Κύριος δοξάζεται εν τοις αγίοις αυτού, σήμερα, όπως και χθες, και αιωνίως.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’.
Τὴ τῶν Μαρτύρων θαυμαστὴ προστασία, τῶν ἐν Θερμῇ ἠμὶν ἀρτίως φανέντων, ἀπὸ ψυχῆς προσπέσωμεν κραυγάζοντες· Ραφαὴλ μακάριε, καὶ Νικόλαε θεῖε, καὶ Εἰρήνη πάνσεμνε, πάσης ρύσασθε βλάβης, καὶ ἀναγκῶν καὶ πάσης ἀπειλῇς, τοὺς τὴ πρεσβεία ὑμῶν καταφεύγοντας.