Τρίτη 30 Ιουνίου 2020

ΜΗΝ ΕΠΑΝΑΦΕΡΕΙΣ ΑΥΤΑ ΠΟΥ ΠΡΕΠΕΙ ΝΑ ΑΦΗΣΕΙΣ


αρχιμ. Παύλος Παπαδόπουλος
Ποια είναι άραγε η ευθύνη του καθενός μας για την ταραχή της ζωής μας για την οποία παραπονιόμαστε;
Χρειάζεται να παρατηρήσουμε ότι πολλές φορές εμείς οι ίδιοι δραματοποιούμε την κατάσταση την οποία βιώνουμε. Μεγαλοποιούμε τα δυσάρεστα γεγονότα. Εστιάζουμε στο σκοτάδι. Καλλιεργούμε την απαισιοδοξία. Εμμένουμε στο δράμα.
Σίγουρα μπορεί κάτι δυσάρεστο να συμβαίνει στην ζωή μας, όμως πολλές φορές εμείς είμαστε οι υπεύθυνοι για τις διαστάσεις που παίρνει στη ζωή μας.
Και το πιο φοβερό είναι ότι αυτό το δυσάρεστο μπορεί να μην το βιώνουμε σήμερα, αλλά να είναι κάτι που έγινε στο παρελθόν μας. Κι όμως εμείς επιμένουμε στο να το επαναφέρουμε μαζοχιστικά στο παρόν μας. Και υποφέρουμε. Και καταθλιβόμαστε.
Και ενώ γκρινιάζουμε για αυτά που νιώθουμε, από την άλλη εμείς οι ίδιοι τα καλλιεργούμε και τα μεγεθύνουμε. Είναι αυτή η ανισορροπία μας που μας κάνει να θέλουμε ειρήνη φτιάχνοντας όπλα, που μας κάνει να λέμε «σ’αγαπώ» σταυρώνοντας τον άλλον, που μας κάνει ενώ ποθούμε ουρανό να εστιάζουμε στην λάσπη.
Οι λογισμοί μας αλλάζουν πολλές φορές την πραγματικότητα. Και δυστυχώς πέφτουμε θύματα των δικών μας λογισμών. Συνήθως σκεφτόμαστε το κακό. Απαισιοδοξούμε. Εύκολα κάνουμε πίσω. Γιατί; Όχι διότι τα πράγματα είναι τόσο τραγικά, αλλά διότι οι λογισμοί μας πλέον τα έχουνε κάνει τόσο τραγικά που φαντάζουν όλα αξεπέραστα και ακατόρθωτα, σκοτεινά και αδιέξοδα.
Γι’αυτό χρειάζεται να θεραπεύσουμε τους λογισμούς μας. Οι κακοί λογισμοί δείχνουν την απιστία μας. Η πίστη γεννά ελπίδα και η ελπίδα μας κάνει να προσπαθούμε για το  καλύτερο αφήνοντας το παρελθόν, βάζοντας στην άκρη την δειλία και τους φόβους μας.
Όπως δεν είναι σωστό να ζεις μέσα σε ουτοπίες και φαντασιώσεις, έτσι δεν είναι ωφέλιμο να ζεις μέσα στον φόβο και την απαισιοδοξία. Το μόνο που κατορθώνεις είναι να κάνεις φίλους σου την γκρίνια, την μιζέρια και την μοναξιά.
Ό,τι κι αν έγινε στο παρελθόν κι σε λύπησε, άστο πίσω σου, μην το φέρνεις συνέχεια μπροστά σου. Άστο πίσω σου ώστε να μπορέσεις να δεις μπροστά.
Ό,τι κι αν ποθείς για το μέλλον σου και φοβάσαι, να θυμάσαι, ότι εάν δεν το τολμήσεις δεν θα μάθεις ποτέ σου εάν θα μπορούσες να τα καταφέρεις. Άσε στην άκρη το φόβο της αποτυχίας, διότι αυτός ο φόβος θα σου στερήσει την ευκαιρία ίσως που έχεις να πετύχεις.
Μην τα αναλύεις λοιπόν πολύ τα πράγματα, τα γεγονότα, τις καταστάσεις, τα λάθη σου, την αμαρτία σου. Δεν καταφέρνει τίποτα καλό με την υπερανάλυση. Κάνε την προσευχή σου και βάζε κάθε ημέρα νέα αρχή στην ζωή σου. Άσε την αυτολύπηση και την αυτοτιμωρία. Δεν διορθώνονται έτσι τα πράγματα.
Μην ζεις ούτε στο παρελθόν σου, ούτε στο μέλλον που σκέφτεσαι. Να ζεις το τώρα. Να το ζεις με ευγνωμοσύνη, με χαρά, με διάκριση, με ταπείνωση, με απλότητα, με ελπίδα, με πίστη και αγάπη.

ΜΕΡΙΜΝΕΣ

«Μὴ φροντίσεις μὲ ἀγωνία για τὰ δικὰ σου θέματα, ἀλλὰ ἄφησε τα στό Θεό. Γιατί, ἂν φροντίσεις ἐσύ, φροντίζεις σὰν ἄνθρωπος· ἂν ὅμως προνοήσει ὁ Θεός, προνοεῖ σὰν Θεός. Μὴ φροντίσεις γι’ αὐτά, ἀδιαφορώντας γιά τὰ σπουδαιότερα (γιά τά πνευματικά), γιατὶ ὁ Θεὸς δέν θὰ δείξει μεγάλο ἐνδιαφέρον γι’ αὐτά (γιά τά βιωτικά). Γιά νά προνοεῖ λοιπὸν σὲ μεγάλο βαθμὸ ὁ Θεὸς γι’ αὐτά, ἐμπιστεύσου ὅλα αὐτὰ στό Θεό. Γιατί, ἂν σὺ ὁ ἴδιος ἀσχοληθεῖς μὲ αὐτὰ ἀφήνοντας τὰ πνευματικά, δέν θὰ δείξει μεγάλο ἐνδιαφέρον γι’ αὐτὰ ὁ Θεός.
Λοιπόν, γιά νά πᾶνε καλὰ τὰ θέματά σου καὶ νά ἀπαλλαγεῖς ἀπὸ κάθε ἀγωνιώδη φροντίδα, φρόντισε γιά τὰ πνευματικὰ καὶ περιφρόνησε τὰ βιοτικά· γιατὶ ἔτσι καὶ τή γῆ θὰ ἐπιτύχεις μαζὶ μὲ τὸν οὐρανὸ καὶ τὰ μελλοντικὰ ἀγαθὰ θὰ κερδίσης»

Η ΣΥΝΑΞΗ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΔΩΔΕΚΑ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ

Τη Σύναξη των τιμά αύριο, 30 Ιουνίου, η Εκκλησία μας. Οι Απόστολοι του Χριστού θα ξεχωρίζουν μέσα στην Ιστορία της Εκκλησίας, σαν οι υπέρλαμπροι αστέρες πρώτου μεγέθους της πνευματικής ζωής.
Την , η Εκκλησία γιορτάζει τους δώδεκα Αποστόλους που αρχικά εξέλεξε ο Κύριος, πλην του Ιούδα Ισκαριώτη.
Αυτοί είναι: Σίμωνας (Πέτρος), Ανδρέας, Ιάκωβος, Ιωάννης, Φίλιππος, Θωμάς, Βαρθολομαίος (Ναθαναήλ), Ματθαίος, Ιάκωβος του Αλφαίου, Σίμωνας ο Ζηλωτής, Ιούδας ο αδελφός του Ιακώβου του μικρού και ο Ματθίας, που εξελέγη μέσα στο υπερώο τις παραμονές της Πεντηκοστής, σε αντικατάσταση του Ιούδα του Ισκαριώτη.
Τη ζωή του καθενός των Αποστόλων αυτών, σκιαγραφούμε στις ιδιαίτερες γιορτές τους. Εδώ γίνεται υπενθύμιση της ενότητας που είχαν μεταξύ τους, αλλά και της ηθικής τους, που τόσο συνέβαλε στην πνευματική εν Χριστώ αναγέννηση του κόσμου.
Έχουμε, λοιπόν, χρέος και εμείς οι αγωνιζόμενοι χριστιανοί, να κινούμαστε στα ίχνη τους και με θερμό ζήλο για τη διάδοση του σωτηριώδους μηνύματος του Ευαγγελίου, που διέπνεε κι αυτούς, να γίνουμε μιμητές του έργου τους.

Το ιερό καί τιμητικότατο αυτό όνομα, Απόστολοι, δόθηκε από τον ίδιο τον Κύριο στους Μαθητές Του, όταν διανυκτέρευσε στο ορός προσευχόμενος’ τότε, «προσεφώνησε τους μαθητάς αυτού, καί έκλεξάμενος άπ’ αυτών δώδεκα, ους καί Αποστόλους ώνόμασεν…» (Λουκ. στ’, 12-13).
Κατά την εκλογή των Μαθητών Του, ό Κύριος έσταμάτησε στον αριθμό δώδεκα, γιατί όπως οι δώδεκα υιοί του Ιακώβ, οί δώδεκα Πατριάρχες, θεωρούνται σι αρχηγοί των δώδεκα φυλών του Ισραήλ, δηλαδή όλου του Ιουδαϊσμού, έτσι καί οί Δώδεκα αυτοί πρώτοι Μαθητές του Κυρίου, έγιναν οι πνευματικοί αρχηγοί του νέου Ισραήλ, δηλαδή του Χριστιανισμού.
Άλλα καί διότι τα δωδέκα κουδουνάκια στο κάτω μέρος του χιτώνα του Άρχιερέως Ααρών πού κουδούνιζαν, όταν βημάτιζε στη Σκηνή, τους δώδεκα Αποστόλους εδήλωναν, πού ήχησαν (κουδούνισαν) καί έκήρυξαν σε ολόκληρη την οικουμένη το Ευαγγέλιο της άπολυτρώσεως. Γι’ αυτό καί ό Ώσηέ προφήτευσε ότι δώδεκα δρύες θα ακολουθήσουν τον Θεό πού θα φανεί στη γη.
Πρώτος Απόστολος είναι ό Πέτρος, ό κορυφαίος των Αποστόλων, ό όποιος προηγουμένως ονομαζόταν Σίμων. Ήταν έγγαμος ψαράς, αγράμματος, αδελφός του Ανδρέα του Πρωτοκλήτου, από τη Βηθσαϊδα της Γαλιλαΐας, υιός του Ίωνα. Αυτόν τον Απόστολο μακάρισε ό Κύριος καί τον ονόμασε Πέτρο, ενώ την πίστη του απεκάλεσε πέτρα πάνω στην όποια απεφάσισε να οικοδομήσει την Εκκλησία Του. «Μακάριος ει, Σΐμων Βαριωνα… συ ει Πέτρος, καί έπι ταύτη τη πέτρα οικοδομήσω μου την εκκλησίαν, καί πύλαι άδου ου κατισχύσουσιν αυτής» (Ματ. ιστ’, 17, 18). Έκήρυξε το Ευαγγέλιο πρώτα στην Ιουδαία καί Αντιόχεια ακολούθως στη Μικρά Ασία καί κατέληξε στη Ρώμη.
Δεύτερος είναι ό Ανδρέας, ό Πρωτόκλητος, ο αδελφός του Πέτρου. Υπήρξε ενωρίτερα μαθητής του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου, αλλά τον εγκατέλειψε για να ακολουθήσει τον Χριστό. Προσέλκυσε καί τον αδελφό του λέγοντας: «Εύρήκαμεν τον Μεσσίαν». Θεωρείται ιδρυτής της Εκκλησίας της Κων/πόλεως. Έκήρυξε το Ευαγγέλιο σε όλα τα παραθαλάσσια μέρη της Μαύρης θάλασσας, Βιθυνίας καί Βυζαντίου. Αργότερα μέσω Θράκης καί Μακεδονίας κατήλθε μέχρι την Αχαΐα.
Τρίτος Απόστολος είναι ό Ιάκωβος, ό του Ζεβεδαίου, αδελφός του Ιωάννου του Θεολόγου καί Ευαγγελιστού. Είναι ό τρίτος της τριάδος Απόστολος, τον όποιον ό Κύριος ελάμβανε μαζί με τον Πέτρο καί Ιωάννη ιδιαιτέρως στίς προσευχές, αλλά καί στη Μεταμόρφωση Του. Έκήρυξε το Ευαγγέλιο σ’ ολόκληρη την Ιουδαία.
Τέταρτος είναι ό Ιωάννης ό Ευαγγελιστής καί Θεολόγος, αδελφός του Ιακώβου. Είναι ό Απόστολος πού αγαπήθηκε από τον Χριστό «σφόδρα» καί ό έπιπεσών έπι το στήθος Αυτού. Ό Ιωάννης έχει λάβει τα περισσότερα επίθετα: Απόστολος, Ευαγγελιστής, Θεολόγος, Μαθητής της αγάπης, Ήγαπημένος μαθητής, Επιστήθιος, Παρθένος, Βοανεργές – υιός της Βροντής. Έκήρυξε το Ευαγγέλιο στη Μικρά Ασία. Εξορίστηκε στην Πάτμο, όπου πλήθη απίστων προσήλθαν στο Χριστιανισμό.
Πέμπτος Απόστολος του Χριστού είναι ο Φίλιππος ό από Βηθσαϊδα της Γαλιλαίος, συμπατριώτης του Ανδρέου καί Πέτρου. Είναι αυτός πού είπε στο Ναθαναήλ «όν έγραψε Μωσής καί Προφήται εύρήκαμεν,Ίησούν τον υίόν του Ιωσήφ τον από Ναζαρέτ» (Ίω. α’, 46). Έκήρυξε το Ευαγγέλιο στη Μικρά Ασία (Λυδία καί Μυσία) καί στην Ίεράπολη μαζί με τον Βαρθολομαίο (Ναθαναήλ) καί την αδελφή του Μαριάμνη.
Εκτος Είναι ό Βαρθολομαίος ή Ναθαναήλ. Όταν ό φίλος του Φίλιππος του είπε για τον Χριστό τ’ άνωτέρω καί πλησίασε, ό Χριστός τον προϋπάντησε λέγοντας: «Ιδε αληθώς Ισραηλίτης, εν ώ δόλος ουκ εστί» (Ίω. α’, 48). Έκήρυξε το Ευαγγέλιο στους Ινδούς, οι όποιοι ονομάζονταν Ευδαίμονες καί τους παρέδωσε το κατά Ματθαίον Εύαγγέλιον.
Εβδομος Απόστολος είναι ό Θωμάς πού λεγόταν καί Δίδυμος. Είναι ό Μαθητής πού για την απιστία του είπε ό Κύριος: «Μη γίνου άπιστος, αλλά πιστός» (Ίω. κ’, 27) καί αυτός ψηλαφώντας Τον είπε: «Ό Κύριος μου καί ό Θεός μου» (κ’, 28). Έκήρυξε το Ευαγγέλιο του Χρίστου στους Πάρθους, Μήδους, Πέρσες καί Ινδούς.
Ογδοος είναι ό Ματθαίος, ό Τελώνης, αδελφός του Ιακώβου του Άλφαίου. Είναι αυτός που ακολούθησε τον Χριστό αφού εγκατέλειψε «την ύπηρεσίαν του». Μετά το μεγάλο δείπνο πού προσέφερε στον Χριστό έγινε Απόστολος καί Ευαγγελιστής. Το Ευαγγέλιο του το έγραψε στην Αραμαική γλώσσα οκτώ χρόνια μετά την Πεντηκοστή, αργότερα όμως μεταφράστηκε στα Ελληνικά. Έκήρυξε το Ευαγγέλιο στους Πάρθους καί Μήδους στους οποίους ίδρυσε Εκκλησία, μετά από πολλά θαύματα πού έκανε σ’ αυτούς.
Ενατος είναι ό Ιάκωβος ό υιός του Άλφαίου, αδελφός του Λευί δηλ. του Ματθαίου. Λέγεται καί Ιάκωβος ό μικρός, προς διάκριση από τον Ιάκωβο το μεγάλο, τον αδελφό του Ιωάννου, αλλά καί προς διάκριση από τον Ιάκωβο τον Άδελφόθεο. Ό τόπος στον όποιο έκήρυξε ό Απόστολος Ιάκωβος δεν είναι εξακριβωμένος. Αναγράφεται ότι έκήρυξε στα έθνη καί ονομάστηκε σπέρμα θειο.
Δέκατος Απόστολος είναι ό Σίμων ό Κανανίτης δηλ. ό Ζηλωτής, από την Κανά της Γαλιλαίας. Ό Σίμων ανήκε στο κόμμα των Ζηλωτών (πού στα Αραμαικά ό ζηλωτής λέγεται Κanana καί με Ελληνική κατάληξη Κανανίτης = Ζηλωτής) καί διατήρησε την ονομασία του αυτή καί ως Απόστολος, (όπως καί ό Ματθαίος ό Τελώνης). Έκήρυξε το Ευαγγέλιο του Χριστού στη Μαυριτανία καί γενικά στην Αφρική.
Ενδέκατος είναι ό Ιούδας Ιακώβου, τον οποίο ό Ματθαίος ονομάζει Λεββαϊο ή Θαδδαΐο.
Ό Ιούδας, δηλαδή αυτός διακρινόμενος από τον Ιούδα τον Ισκαριώτη, τον προδότη, είναι αδελφός του Ιακώβου του Αδελφό-θεού καί επομένως υιός του Ιωσήφ του μνήστορος. Αρα είναι «αδελφός» του Κυρίου. Λεββαΐος σημαίνει θαρραλέος καί Θαδ-δαϊος (στα Αραμαικά) σημαίνει μεγάθυμος, μεγαλόψυχος. Είναι συγγραφεύς της Καθολικής επιστολής Ιούδα. Έκήρυξε το Ευαγγέλιο στη Μεσοποταμία καί έφώτισε τα ευρισκόμενα στη χώρα αυτή έθνη.
Δωδέκατος Απόστολος τον Χριστού είναι ό Ματθίας, στη θέση του προδότη Ιούδα.
Μετά την Ανάληψη του Κυρίου, οί Απόστολοι, αφού έπιλέξανε δύο, τους καταλληλότερους από τους έβδομήκοντα Αποστόλους, έβαλαν κλήρο «καί προσευξάμενοι… επεσεν ό κλήρος έπι Ματθίαν καί συγκατεψηφίσθη μετά των ένδεκα Αποστόλων» (Πράξ. α’, 24.26).
Απολυτίκιο:
Ήχος γ’. Την ωραιότητα.
Ως δωδεκάπυρσος, λυχνία έλαμψαν, οι Δωδεκάριθμοι, Χριστού Απόστολοι, Πέτρος και Παύλος συν Λουκά, Ανδρέας και Ιωάννης, Βαρθολομαίος Φίλιππος, συν Ματθαίω και Σίμωνι, Μάρκος και Ιάκωβος, και Θωμάς ο μακάριος, και ηύγασαν τους πίστει βοώντας χαίρετε Λόγου οι αυτόπται.

Δευτέρα 29 Ιουνίου 2020

ΤΡΙΑ ΠΑΡΑΘΥΡΑ ΕΙΝΑΙ ΑΝΟΙΓΜΕΝΑ ΣΤΟΝ ΟΥΡΑΝΟ


Τρία παράθυρα είναι ανοιγμένα στον για τον πνευματικό : μέσω του πρώτου ο νους βλέπει με την πίστη, μέσω του δεύτερου η καρδιά βλέπει με την ελπίδα, μέσω του τρίτου η ψυχή βλέπει με την αγάπη.

Όποιος βλέπει τον ουρανό μόνο μέσω ενός παραθύρου, βλέπει το ένα τρίτο του ουρανού. Όποιος βλέπει μέσω και των τριών παραθύρων, βλέπει ολόκληρο τον ουρανό.
Η Αγία Βαρβάρα διέσχισε τρία παράθυρα στον πύργο, στον οποίο φυλακίστηκε από τον πατέρα της, και μ’ αυτό ήθελε να δείξει την πίστη της στην Αγία Τριάδα.
Για να δούμε τη θεϊκή Τριάδα σε ενότητα, πρέπει πρώτα να γνωρίσουμε τον εαυτό μας ως Τριάδα σε ενότητα. Εφόσον μόνο η αγάπη της Τριάδας μπορεί να δει την Τριάδα.
 Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς

ΠΟΤΕ ΝΑ ΜΗΝ ΚΡΙΝΕΙΣ ΤΟΝ ΑΛΛΟ! ΔΕΝ ΞΕΡΕΙΣ ΤΙ "ΜΑΧΗ" ΔΙΝΕΙ

Πριν κρίνεις κάποιον άνθρωπέ μου, κάνε μία στάση στα άδυτα της του. Πέρασε από τα σοκάκια της καρδιάς του. Βάδισε στο παρελθόν του. Φτάσε μέχρι το παρόν του. Και ακολούθησε βήμα με βήμα την διαδρομή του.
Πριν σκορπίσεις το σου σκέψου με πόσα θεριά παλεύει και πόσες μάχες έχει αντέξει. Πόσους ανήμερους φόβους προσπαθεί να ημερέψει. Πόσες αγωνίζεται να γαληνέψει. Πόσα και ποια άγρια τέρατα του καρατρώνε τα σωθικά. Αναλογίσου πόσα όρνεα απομυζούν τη δική του σάρκα και οστά.
Πως καταφέρνει να στέκεται παλικαρίσια μετά από κάθε λάβωμα. Μάθε πως αντιστέκεται στην δειλία και την αχαριστία. Πως αντιμετωπίζει την κακία και τη . Πόσες φορές έχει γίνει λιώμα μπροστά στο ψέμα και την υποκρισία. Και πως κρέμεται από μία κλωστή μα μένει σταθερός σε κάθε αρχή και αξία.
Μην κατακρίνεις κανένα από την εικόνα αν δεν έχεις επίγνωση της δικής του ουσίας. Αν δεν γνωρίζεις ποιες εμπειρίες του έχουν διαμορφώσει τον χαρακτήρα. Ποια βιώματα και ποιες αναμνήσεις έχουν χαράξει τη δική του πορεία. Και ποια δύσκολη καθημερινότητα του στιγματίζει την προσωπικότητα.
Πριν κατηγορήσεις κάποιον μπες στην δική του αρένα και διάνυσε την δική του πορεία.Μπες στην ύπαρξή του και άδειασέ την. Βίωσε τις δικές του άσχημες εμπειρίες. Αφέσου στα σκοτεινά μονοπάτια των σκέψεών του. Άσε τα σκοτάδια που παλεύει να σε κυριεύσουν. Τους τρόμους που τον καθηλώνουν να σε αναστατώσουν. Τα βάσανά του να σε σημαδέψουν. Κοίτα πως μαζεύει κάθε φορά τα θρύψαλα της ψυχής του. Πως ενώνει ένα-ένα τα κομμάτια της ύπαρξής του. Πως βρίσκει τη δύναμη να φτάνει στο τέρμα και να ξεκινά από την αφετηρία.
Πως κρύβει τη μοναξιά του κάτω από την πολυκοσμία και με ποιο τρόπο αντιμετωπίζει στην εγκατάλειψη και τη προδοσία. Άπλωσε το χέρι σου και ψηλάφισε τις πληγές του. Νιώσε το αίμα τους ζεστό στα δάχτυλά σου. Άφησε τα καυτά του δάκρυα να κυλήσουν στο δικό σου πρόσωπο. Σκούπισέ τα με την συγχώρεσή σου. Νιώσε τον πόνο του να ξεσκίζει τα σωθικά σου. Τα συναισθήματά του να σε συνταράσσουν. Τα αισθήματά του να σε συγκλονίζουν. Και μην προτρέχεις σε αβάσιμα συμπεράσματα από το ομοίωμα αν δεν έχεις κοιτάξει κατάματα τη δική του αλήθεια.
Γιατί άνθρωπέ μου μαγκιά δεν είναι να κατηγορείς, να κρίνεις και να κατακρίνεις. Αλλά να έχεις την δύναμη και το θάρρος να να το κάνεις κοιτώντας τον άλλο στα μάτια. Να μη χαμηλώσεις το βλέμμα σε κάθε κατηγορία που θα του καταλογίσεις. Να μην ντραπείς σε κάθε χαρακτηρισμό που θα προφέρεις. Να μην αποστρέφεις την ματιά σου σε κάθε καταλογισμό ευθύνης που θα του αποδώσεις. Και πάνω από όλα να είσαι σίγουρος ότι είσαι πιο άξιος, πιο ικανός και καλύτερος από αυτόν.

ΠΕΤΡΟΥ ΚΑΙ ΠΑΥΛΟΥ:ΟΙ ΠΡΩΤΟΚΟΡΥΦΑΙΟΙ ΑΠΟΣΤΟΛΟΙ

Ο Πέτρος καταγόταν από τη Βηθσαϊδά της Γαλιλαίας και ήταν γιος του Ιωνά, αδελφός του Αποστόλου Ανδρέα του Πρωτόκλητου. Ο Πέτρος και ο Ανδρέας ήταν ψαράδες στη λίμνη Γεννησαρέτ. Είχε νυμφευθεί στην Καπερναούμ, όπου έμενε οικογενειακά μαζί με την πεθερά του. Όπως μας πληροφορεί το Ευαγγέλιο, όταν ο Ιησούς έφθασε στη λίμνη της Γεννησαρέτ συνάντησε τους δυο αδελφούς Πέτρο και Ανδρέα οι οποίοι έριχναν τα δίχτυα τους. Αμέσως μετά την κλήση τους, άφησαν τα δίχτυα και τις οικογένειές τους και τον ακολούθησαν. Ψαράς στο επάγγελμα, ήταν τύπος αυθόρμητος, ορμητικός, και τη ζωή του κοντά στο Χριστό τη μαθαίνουμε από τα τέσσερα Ευαγγέλια, ενώ την αποστολική του δράση, από τις πράξεις των Αποστόλων. Έγραψε και δύο Καθολικές Επιστολές, μέσα στις οποίες να τι προτρέπει τους χριστιανούς: «Νήψατε, γρηγορήσατε, ο αντίδικος υμών διάβολος ως λέων ωρυόμενος περιπατεί ζητών τίνα καταπίη» (Α΄ Πέτρου, ε΄ 8). Δηλαδή εγκρατευθείτε, γίνετε άγρυπνοι και προσεκτικοί. Διότι ο αντίπαλος και κατήγορός σας ο διάβολος, σαν λιοντάρι που βρυχάται, περιπατεί με μανία και ζητάει ποιον να τραβήξει μακριά από την πίστη και να τον καταπιεί. Μετά την Ανάληψη του Κυρίου, ο Πέτρος, δίδαξε το Ευαγγέλιο στην Ιουδαία, στην Αντιόχεια, στον Πόντο, στην Γαλατία, στην Καππαδοκία, στην Ασία και τη Βιθυνία. Κατά την παράδοση (που σημαίνει ότι δεν είναι απόλυτα ιστορικά διασταυρωμένο) έφτασε μέχρι την Ρώμη, όπου επί Νέρωνος (54-68μ.Χ.) υπέστη μαρτυρικό θάνατο, αφού τον σταύρωσαν χιαστί, με το κεφάλι προς τα κάτω περί το έτος 64 μ.Χ.

Ο δε Παύλος γεννήθηκε στην Ταρσό της Κιλικίας σε ένα χωρίο που ονομάζεται Γίσχαλα και στην αρχή ήταν σκληρός διώκτης του Χριστιανισμού. Το 36 μ.Χ. περίπου, όταν κάποτε μετέβαινε στη Δαμασκό για να διώξει και εκεί χριστιανούς, έγινε θαύμα στο οποίο φανερώθηκε ο Χριστός, ο οποίος τον πρόσταξε να πάει στον Ανανία ο οποίος τον κατήχησε και τον βάπτισε. Έτσι, έγινε ο μεγαλύτερος κήρυκας του Ευαγγελίου, θυσιάζοντας μάλιστα και την ζωή του γι’ αυτό. Ονομάστηκε ο πρώτος μετά τον Ένα και Απόστολος των Εθνών, λόγω των τεσσάρων μεγάλων αποστολικών περιοδειών του. Είναι ο ιδρυτής της Εκκλησίας της Ελλάδος. Συνέγραψε 14 επιστολές προς τις Εκκλησίες τις οποίες εκείνος ίδρυσε. Τη ζωή του με τις περιπέτειές του θα τα δει κανείς, αν μελετήσει τις Πράξεις των Αποστόλων, αλλά και τις 14 Επιστολές του στην Καινή Διαθήκη. Ο Απόστολος Παύλος θέλει κάθε χριστιανός, όπως και ο ίδιος, να αισθάνεται και να λέει: «ζω δε ουκέτι εγώ, ζη δε εν εμοί Χριστός» (Προς Γαλάτας β΄ 20). Δηλαδή, δε ζω πλέον εγώ, ο παλαιός άνθρωπος, αλλά ζει μέσα μου ο Χριστός. Και ακόμα, «τα πάντα και εν πάσι Χριστός» (Προς Κολασσαείς γ΄ 11). Να διευθύνει, δηλαδή, όλες τις εκδηλώσεις τις ανθρώπινης ζωής μας ο Χριστός. Ο Απόστολος Παύλος υπέστη μαρτυρικό θάνατο (χωρίς να είναι απόλυτα ιστορικά διασταυρωμένο) δι’ αποκεφαλισμού στη Ρώμη μεταξύ των ετών 64 - 67 μ.Χ.

Απολυτίκιον 
Ἦχος δ’.
Οἱ τῶν Ἀποστόλων πρωτόθρονοι, καὶ τῆς Οἰκουμένης διδάσκαλοι, τῷ Δεσπότῃ τῶν ὅλων πρεσβεύσατε, εἰρήνην τῆ οἰκουμένῃ δωρήσασθαι, καὶ ταῖς ψυχαῖς ἡμῶν τὸ μέγα ἔλεος.

Κυριακή 28 Ιουνίου 2020

Η ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ


Διήγημα: Οι γιορτές στο Τετράδιο | πόλη Κ
Δεν ξέρω εάν θα μπορέσεις να αφουγκραστείς την ανησυχία μου….Μπορείς να φανταστείς πως είναι μια Εκκλησία-ενορία την Κυριακή με λίγους πιστούς;
Δεν είναι ο κορονοιός….Δεν είναι η υποχρέωση της παρουσίας σε κάποιο μνημόσυνο….Δεν είναι η κούραση της εβδομάδας…
Νομίζω ο καθένας γνωρίζει βαθιά μέσα του την απάντηση…..
Θα σου κάνω το προβληματισμό μου εικόνα(βλ. παραβολή Δείπνου):
Για σκέψου υπάρχει μια οικογένεια(γιατί αυτό είναι η ενορία όσο και εάν μας ξενίζει…)η εβδομάδα κυλάει με το κάθε μέλος να είναι στον κόσμο του,τους γονείς δουλεύοντας να συναντώνται στον ύπνο,τα παιδιά με δραστηριότητες
και φροντιστήρια να μεγαλώνουν όχι ωριμάζοντας αλλά χάνοντας τα της παιδικής ηλικίας…...
Οπότε έρχεται το τραπέζι της Κυριακής που συναντιέται όλη η οικογένεια μαζί.
Oi παλαιοί κουβαλούσανπαρακαταθήκη πολύτιμη την Ιερή στιγμή του φαγητο.Δεν είναι το ότι θα φας aλλά ότι θα χορτάσεις με την παρουσία, τα χαμόγελα,τα πειράγματα του ανθρώπου σου….
Όσοι έχουν γευτεί τέτοια ‘’τράπεζα’’μπορούν να καταλάβουν τι εννοώ..
Για φαντάσου λοιπόν να είναι στρωμένο το τραπέζι,να είναι όλα έτοιμα,μα οι καρέκλες να είναι άδειες,γιατί απλά οι άνθρωποι σουβρήκαν κάτι καλύτερο να κάνουν….
Οικουμενικό Πατριαρχείο: Παρέμβαση για τη Θεία Κοινωνία | Κοινωνία ...
Έτσι νοιώθει και ένας ποιμένας όταν αντιλαμβάνεται ότι λείπουν από κοντά του
κάποια προβατάκια…Έχει την έγνοια τους,τα νοιάζεται.....
Βλέπεις τα μάτια του ποιμένα(όχι του δημόσιου υπάλληλου)στα στασίδια θωρούν ψυχούλες και όχι πελάτες…..

Υ.Γ Σχόλιο φωτογραφιών:
Υπάρχει η μία τράπεζα και η ''άλλη'' Τράπεζα.....
 π.Ιωάννης Παπαδημητρίου

EYΡΕΣΗ ΤΩΝ ΤΙΜΙΩΝ ΛΕΙΨΑΝΩΝ ΤΩΝ ΑΓΙΩΝ ΑΝΑΡΓΥΡΩΝ ΚΥΡΟΥ ΚΑΙ ΙΩΑΝΝΟΥ

Την εύρεση των Ιερών Λειψάνων των τιμά σήμερα, 28 Ιουνίου, η Εκκλησία μας. Αγωνίσθηκαν και οι δύο στα χρόνια του Διοκλητιανού (292 μ.Χ.). Ο Κύρος καταγόταν από την Αλεξάνδρεια και ο Ιωάννης από την Έδεσσα. Άριστα καταρτισμένοι στην ιατρική επιστήμη, προσέφεραν τις υπηρεσίες τους αφιλοκερδώς στους φτωχότερους συνανθρώπους τους.
Και όχι μόνο δεν έπαιρναν χρήματα από κανένα, αλλά και οι ίδιοι έδιναν τα δικά τους, μέχρι που έμειναν φτωχοί. Γι’ αυτό και επονομάστηκαν Ανάργυροι. Μαζί με την ιατρική βοήθεια που προσέφεραν στους πάσχοντες, μετέδιδαν σ’ αυτούς και τη σωτήρια αλήθεια του Ευαγγελίου.
Τα λόγια τους έδωσαν φως του Χριστού σε πολλούς ειδωλολάτρες.
Άλλα η δράση τους καταγγέλθηκε στις αρχές, με αποτέλεσμα να τους αποκεφαλίσουν και άξια να πάρουν το στεφάνι του μαρτυρίου.
Τότε οι χριστιανοί τους έθαψαν κρυφά, και όταν αυτοκράτορας ήταν ο Αρκάδιος και Αρχιεπίσκοπος Αλεξανδρείας ο Θεόφιλος (400 μ.Χ.), τα άγια λείψανα τους βρέθηκαν και με πανηγυρικό τρόπο έγινε η ανακομιδή τους. Πολλοί, μάλιστα, ασθενείς που άγγιξαν αυτά, θεραπεύθηκαν.
Έτσι, επιβεβαιώνεται ότι οι «δίκαιοι εις τον αιώνα ζώσι, και εν Κυρίω ο μισθός αυτών» (Σοφία Σολομώντος, ε’ 15). Οι δίκαιοι δηλαδή, ζουν αιώνια, και η ανταμοιβή που αρμόζει σ’ αυτούς βρίσκεται στα χέρια του Κυρίου.
Απολυτίκιο:
Ήχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείας χάριτος, τη ενεργεία, αναβλύζοντα, θαυμάτων ρείθρα, αναργύρως τα σεπτά υμών λείψανα, εκ των λαγόνων της γης κόσμω έλαμψαν, Κύρε θεόφρον, Ιωάννη τε ένδοξε, όθεν άπαντες, την τούτων τιμώντες εύρεσιν, αιτούμεν δι’ υμών το μέγα έλεος.

Σάββατο 27 Ιουνίου 2020

ΟΙ ΑΝΑΓΚΕΣ ΤΗΣ ΖΩΗΣ ΚΑΙ Η ΠΙΣΤΗ

Αποτέλεσμα εικόνας για duminica a treia dupa rusalii
 Σε ποιον κόσμο ζητά η πίστη να ζούμε; Ο άνθρωπος, αγαπητοί μου αδελφοί, μεγαλώνει και ζει σε μία κοινωνία η οποία τον καλεί να επιβιώνει, να δημιουργεί, να έχει αυτάρκεια και ποιότητα στη ζωή του, να απολαμβάνει την ικανοποίηση των επιθυμιών του, να αντιστέκεται στον θάνατο, στην ταπείνωση από τους άλλους, για να μπορεί να αισθάνεται αξιοπρεπής. Όλα αυτά προϋποθέτουν εργασία, στόχο ζωής, συνάντηση με τους άλλους ανθρώπους, συνύπαρξη στα πλαίσια της συνεργασίας και της αλληλεξάρτησης, ενίοτε και ρήξεις, όταν ο άνθρωπος θεωρεί ότι τα δικά του θέλω πρέπει να εκπληρωθούν υπερνικώντας τα θέλω των άλλων. Όλα αυτά συνδυάζονται με ένα άγχος, με μία μέριμνα, η οποία γίνεται αγωνία, άλλοτε τρόπος δημιουργίας, άλλοτε απογοήτευση και φόβος. Μέσα σ’ αυτές τις συντεταγμένες τι ζητά άραγε η πίστη;

 Ο Χριστός, στην επί του όρους ομιλία, θέτει τις πνευματικές συντεταγμένες στη ζωή του ανθρώπου που πιστεύει, στο πώς καλείται να ζήσει στον κόσμο της μέριμνας, του άγχους, της αγωνίας, του φόβου. 
«Μη μεριμνάτε τη ψυχή υμών τι φάγητε και τι πίητε, μηδέ τω σώματι υμών τι ενδύσησθε . ουχί η ψυχή πλείον εστί της τροφής και το σώμα του ενδύματος;» (Ματθ. 6, 25).
«Μη μεριμνάτε για τη ζωή σας, τι θα φάτε και τι θα πιείτε ούτε για το σώμα σας, τι θα ντυθείτε. Η ψυχή δεν είναι σπουδαιότερη από την τροφή; Και το σώμα δεν είναι σπουδαιότερο από το ντύσιμο;».

 Οι λόγοι αυτοί , οι οποίοι πάντοτε παραμένουν επίκαιροι, ίσως στις μέρες μας πιο επίκαιροι από ποτέ, δείχνουν ότι η επιβίωση και η ευτυχία στη ζωή δεν μπορούν να έρθουν μέσα από το άγχος, τη μέριμνα, τον φόβο, αλλά μέσα από την εμπιστοσύνη στο Θεό και το θέλημά Του. Την εμπιστοσύνη στην αγάπη του Θεού, ο Οποίος προνοεί για κάθε ύπαρξη του κόσμου αυτού, τον οποίον άλλωστε ο Ίδιος και δημιούργησε και συντηρεί. Αυτές οι συντεταγμένες μπορεί να φαντάζουν αδιανόητες για τον ορθολογιστή άνθρωπο, αυτόν που εμπιστεύεται τον δικό του τρόπο θέασης του κόσμου, τον εαυτό του, τις δυνάμεις του, την δική του απόφαση να επιβιώσει. Αυτόν που απολυτοποιεί, με ένα αίσθημα εξουσίας, το θέλημά του και που δεν μπορεί να αφήσει στον ουρανό την φροντίδα για τη γη. Όμως αυτές οι συντεταγμένες αποτελούν την μοναδική γνήσια απάντηση που η πίστη θέτει στο ζήτημα της μέριμνας.

Η ψυχή είναι σπουδαιότερη από την τροφή. Ο Χριστός μετατοπίζει την προτεραιότητα της ύπαρξης από την τροφή και ό,τι αυτή καλύπτει, την επιβίωση, την απόλαυση, την αυτάρκεια, στην ψυχή, στο πνευματικό σημείο της ύπαρξης. Η ψυχή είναι δωρεά του Θεού. Είναι ο αγαπών άνθρωπος, ο ελεύθερος από τις μέριμνες άνθρωπος, αυτός ο οποίος βρίσκει νόημα ζωής στην κοινωνία με τον Θεό. Αυτός που δεν αγωνιά για την υλική τροφή, διότι γνωρίζει ότι αυτή υπάρχει για την παράταση της ζωής και την αναστολή του θανάτου, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν θα εργαστεί, δεν θα παλέψει να την έχει, χωρίς αυτό να σημαίνει ότι δεν θα βοηθήσει όσους δεν μπορούν να την έχουν. Ο άνθρωπος ο οποίος δεν προσκολλάται στην τροφή και τα υλικά αγαθά, δεν έχει άγχος και μέριμνα ή τα υπερνικά. Διότι βλέπει την αλήθεια του κόσμου, ότι δηλαδή ο Θεός που αγαπά τα πετεινά του ουρανού και τα συντηρεί, δεν θα τον εγκαταλείψει.

Αυτός που θεωρεί ότι η ψυχή είναι σπουδαιότερη από την τροφή και εμπιστεύεται τον Θεό, ζει την πρόνοια του Θεού πίσω από κάθε περιστατικό, αλλά και κάθε περίσταση της ζωής του, εκεί όπου ο ίδιος δεν έχει κάνει λάθος επιλογές ή δεν έχει νικηθεί από τα πάθη του εκούσια. Αλλά και όταν ακόμη διαπράττει λάθη, και πάλι έρχεται εις εαυτόν και αφήνει τον Θεό να χαράξει νέες προοπτικές. Οι άγιοι μάς λένε πόσο σπουδαίο είναι σε κάθε δυσκολία της ζωής, σε κάθε άγχος για επιβίωση, να αντιτάσσουμε την εμπιστοσύνη στην πρόνοια του Θεού, χωρίς εννοείται να γινόμαστε αργοί, οκνηροί. Είναι άλλο να εργάζεται κάποιος και άλλο να γίνεται η τροφή, η ύλη, η επιβίωση η μοναδική του μέριμνα, να κυριεύουν την καρδιά του.

Το σώμα είναι σπουδαιότερο από το ντύσιμο. Το ντύσιμο εξασφαλίζει την επιβίωση του ανθρώπου από τις κλιματολογικές συνθήκες, αλλά και την αποδοχή του ανθρώπου σε κοινωνικό επίπεδο. Ο ντυμένος άνθρωπος μπορεί να συνάψει σχέσεις, διότι οι άλλοι δεν τον αποστρέφονται, ούτε τον περιφρονούν, ούτε τον φοβούνται. Ο άνθρωπος, βεβαίως, μετατρέπει τα ενδύματα σε στολίδια της ύπαρξής του, με αποτέλεσμα να θεοποιεί την εμφάνισή του. Να αυτοχαρακτηρίζεται και να χαρακτηρίζει τους άλλους αναλόγως με το τι φορούνε και βεβαίως η μέριμνα εγκαθίσταται στην ύπαρξη του ανθρώπου για το φαίνεσθαί του. Η ενδυμασία γίνεται επίδειξη του εσωτερικού κόσμου μας και στόχος της εργασίας μας. Όμως και εδώ ο Χριστός ζητά από εμάς να εμπιστευθούμε τον Θεό. Κανείς από εμάς δεν μπορεί να αλλάξει ουσιαστικά την όψη του, να προσθέσει ύψος στο ανάστημά του. Η όψη μας, το σώμα μας, υπάρχει για να δίνεται στο Θεό και τον συνάνθρωπο, να γίνεται η ορατή, η αισθητή έκφραση της ψυχής μας και ως σύνολη ύπαρξη να λειτουργεί γι’ αυτό που είναι ο άνθρωπος: πρόσωπο που κοινωνεί.

Αυτός που θεωρεί ότι το σώμα είναι σπουδαιότερο από το ντύσιμο, ότι η ύπαρξη που μπορεί να συναντήσει τον Θεό και τον συνάνθρωπο έχει αξία, ενώ το φαίνεσθαι καθ’ αυτό δεν δίνει νόημα στον άνθρωπο, ζει την πρόνοια του Θεού, όπως τα κρίνα του αγρού. Δοξολογεί τον Θεό για τη ζωή που του έδωσε και βλέπει την αξία του κάλλους όχι στην επίδειξη της ενδυμασίας ή σε κάθε μορφή του φαίνεσθαι, αλλά στη δυνατότητα της αγάπης και της κοινωνίας, όπως αυτές εκφράζονται και σωματικά. Με το χαμόγελο. Με την τρυφερότητα. Με το κοίταγμα του άλλου. Με την προσφορά ελεημοσύνης δια των χειρών. Με το αγκάλιασμα όλων, ακόμη και των εχθρών.

Έτσι ο τελικός λόγος του Χριστού αποκτά μίαν άλλη διάσταση. «Ζητείτε πρώτον την βασιλείαν του Θεού και την δικαιοσύνην αυτού και ταύτα πάντα προστεθήσεται υμίν» (Ματθ. 6,33). « Γι’ αυτό πρώτα απ’ όλα να επιζητείτε τη βασιλεία του Θεού και την επικράτηση του θελήματός Του και όλα αυτά θα ακολουθήσουν». Η βασιλεία του Θεού είναι η αγάπη και η ελευθερία. Και η δικαιοσύνη, το θέλημά Του, έχει να κάνει με το μοίρασμα κάθε αγαθού, με τη νίκη της αγάπης και όχι του φαίνεσθαι, με την υπέρβαση του θανάτου και όχι απλώς με την αναστολή του. Και ο θάνατος νικιέται δια της πίστεως και της κοινωνίας με τον Θεό της αγάπης και με την κοινωνία προς πάντας.

Ζούμε σε μία εποχή μέριμνας. Αγωνίας. Φόβου. Προσανατολίσαμε τη ζωή μας στην τροφή, τα αγαθά, το φαίνεσθαι. Αγνοήσαμε τις προτεραιότητες της ψυχής και του σώματος, όπως οι πνευματικές συντεταγμένες της πίστης μάς υποδεικνύουν. Υποκαταστήσαμε την πρόνοια του Θεού με τα υλικά αγαθά και την όψη μας, με αποτέλεσμα οι εξουσίες του κόσμου τούτου να μας έχουν κυριεύσει. Και η αγωνία μας έγκειται στην επιβίωση και την αυτάρκειά μας, όχι στην κοινωνία με τον Θεό και τον πλησίον. Η αλλαγή μπορεί να έρθει στην καρδιά του καθενός, ακόμη κι αν ο κόσμος θα παραμείνει στην θεοποίηση των δικών του δυνάμεων. Και όποιος αλλάζει εντός του, αφήνοντας την πρόνοια του Θεού την αγάπη Του να ανοίξουν δρόμους, σε τίποτε δεν θα υστερήσει. Σ’ αυτόν τον κόσμο ζητά η πίστη να ζούμε. Αμήν!

ΚΑΥΧΩΜΕΘΑ ΕΠ' ΕΛΠΙΔΙ, ΚΑΥΧΩΜΕΘΑ ΕΝ ΤΑΙΣ ΘΛΙΨΕΣΙ



«Καυχώμεθα ἐπ’ ἐλπίδι τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ, οὐ μόνον δέ, ἀλλά καί καυχώμεθα ἐν ταῖς θλίψεσιν»
(Ρωμ. 5, 2-3)
«Καυχόμαστε για την ελπίδα της συμμετοχής μας στην δόξα του Θεού, μα δεν σταματά εκεί η καύχησή μας, διότι καυχόμαστε ακόμα και στις δοκιμασίες μας»
            Ο άνθρωπος χαίρεται με την ανταμοιβή και τον έπαινο στην ζωή του. Αισθάνεται ότι δικαιώνεται για τα έργα του, για τις επιτυχίες του, για την υπομονή του. Αισθάνεται ότι τόσο ο Θεός όσο και οι συνάνθρωποί του βλέπουν τις προσπάθειές του και τον επιδοκιμάζουν. Ο έπαινος γίνεται συχνά αφορμή αυτοδικαίωσης και αυτοθαυμασμού. Άλλοτε όμως ο άνθρωπος παίρνει κουράγιο από τον έπαινο των συνανθρώπων του για να συνεχίσει τις προσπάθειές του, ιδίως όταν αυτές έχουν να κάνουν με το κοινωνικό σύνολο. Στην πολιτική ο έπαινος έρχεται με την ψήφο στις εκλογές. Στην Εκκλησία με το στεφάνι της αγιότητας. Στην οικογένεια με την καλή κουβέντα και την προτροπή που ο γονέας απευθύνει στο παιδί του. Υπάρχει και ο εκ του αντιθέτου έπαινος. Η κάλυψη των αμαρτιών, των λαθών, των σφαλμάτων του άλλου, ο μη καταλογισμός τους, που δεν συνεπάγεται την αμνήστευση ή την αδιαφορία γι’ αυτά, αλλά δηλώνει την υπέρβασή της, την συγχώρεση, αλλά και τη πεποίθηση ότι ο άνθρωπος έχει ανάγκη την στήριξη με την μη εξουθένωσή του.
            Ο έπαινος γεννά κάποτε την καύχηση, γι’ αυτό και πρέπει να δίδεται με φειδώ. Υπάρχει η υγιής καύχηση. Είναι η πίστη σε πρόσωπα τα οποία μας είναι γνωστά και χαιρόμαστε γι’ αυτά, διότι μέσα από την δική τους ευλογημένη πορεία παίρνουμε δύναμη και κουράγιο να συνεχίσουμε την δική μας ζωή. Την ίδια στιγμή, υπάρχουν και γεγονότα στην ζωή μας που αποτελούν στίγματα μαρτυρίου. Μας ταλαιπωρούν. Την ίδια στιγμή όμως μας φέρνουν και κοντά στον Χριστό, κοντά στον αληθινό προορισμό μας. Γι᾽αυτό και δεν πρέπει να γκρινιάζουμε, να μεμψιμοιρούμε, να τα απορρίπτουμε στην ζωή μας. Διότι μέσα από τις θλίψεις και τις δοκιμασίες που κατά άνθρωπον αυτά προκαλούν, ταπεινωνόμαστε, γνωρίζουμε τα μέτρα μας, την φθαρτότητά μας, νιώθουμε ως πού φτάνουν οι δυνάμεις μας, αλλά και που είμαστε τελικά ανίσχυροι, ώστε να μην αφηνόμαστε στη καύχηση για τα όποια κατορθώματά μας.
            Ο απόστολος Παύλος, γράφοντας στους Ρωμαίους, επισημαίνει ότι για δύο γεγονότα μπορούμε να καυχόμαστε άφοβα στην ζωή μας. Το ένα είναι ότι ελπίζουμε πως θα συμμετάσχουμε στην δόξα του Θεού, δηλαδή στην επικράτηση του θελήματος καί της βασιλείας Του στον κόσμο. Αυτό σημαίνει ότι μπορούμε να χαιρόμαστε διότι θα παρέλθει το σχήμα του κόσμου τούτου, τόσο σε ό,τι αφορά στην υλική του πλευρά, όσο και σε ό,τι αφορά στην αμαρτία της ανθρώπινης αυτοθέωσης, που γεννά πολιτισμό, δύναμη, εξουσία, αλλά είναι περατή και δεν μπορεί να βλάψει αυτόν που αγαπά τον Θεό και τον πλησίον, αν χρειαστεί και περισσότερο από τον εαυτό του. Ελπίζουμε ότι θα μετάσχουμε στην δόξα του Θεού, δηλαδή στην ανακαίνιση του κόσμου, στην ανάσταση των νεκρών, στην ζωή του μέλλοντος αιώνος, στην αγιότητα και την χαρά να κοινωνούμε με τον Χριστό για πάντα, χωρίς όρια, χωρίς λύπες, χωρίς θάνατο. Κι αυτή η ελπίδα νικά την περατότητα και την φθορά μας. Μας συνοδεύει μέχρι το τέλος και μας ανοίγει την οδό της αιωνιότητας. Είναι η ελπίδα που όσοι μηδενίζουν την ανθρώπινη ύπαρξη μπροστά στον θάνατο δεν έχουν και υποφέρουν. Μπορεί να υποκαθιστούν με την φιληδονία, τους επαίνους του κόσμου, την αυτάρκεια αυτής της ζωής ή την επίτευξη όποιων στόχων θέτουν για να είναι ευτυχισμένοι, αλλά στο τέλος τους περιμένει η απόλυτη μοναξιά και το σκοτάδι του να μην πιστεύουν στην συνέχεια και την ανάσταση.  Κι αυτή η απουσία ελπίδας εξηγεί τα μεγαθήρια με τα οποία ο άνθρωπος προσπαθεί να αποδείξει την παντοδυναμία του, είτε είναι κτήρια, είτε μηχανές, είτε εφευρέσεις, είτε επιστήμες, είτε μεγάλα λόγια, αλλά δεν μπορεί να νικήσει την λύπη διότι όλα έχουν ένα τέλος.
            Το δεύτερο γεγονός είναι οι θλίψεις και οι δοκιμασίες μας. Αυτές μας φέρνουν πιο κοντά στον Θεό, διότι νιώθουμε ότι χωρίς Εκείνον τίποτα δεν μπορούμε να πετύχουμε, ενώ εμπιστευόμενοι το θέλημά Του και όχι το δικό μας βρίσκουμε ανάπαυση στην ζωή μας. Για να εμπιστευθείς καλείσαι να αγαπήσεις Αυτόν που γνωρίζεις ότι σε αγαπά. Ακόμη κι αν η αγάπη συνοδεύεται από οδύνες, εντούτοις γεννά την σωτηρία της ταπείνωσης, της υπομονής, της ελπίδας. Κι εδώ είναι ένας άλλος πολιτισμός. Όχι του εγώ, αλλά του ερωτευμένου που αφήνεται στο «Σοι, Κύριε»!
            Ελπίδα δεν είναι μόνο η προσδοκία. Ελπίδα γεννιέται όταν ο άνθρωπος αισθάνεται ότι οι δυνάμεις του δεν επαρκούν. Ότι όχι μόνο δεν είναι παντοδύναμος, αλλά υπάρχει Κάποιος που τον αγαπά, που προνοεί γι’ αυτόν και που ακόμα και στα δύσκολα δεν θα τον εγκαταλείψει. Θα δώσει σημάδια ευλογίας και ζωής. Η πίστη μας, χωρίς να μας διαγράφει από την ζωή του κόσμου και του χρόνου, μας ανανοηματοδοτεί στην πορεία της ελπίδας. Δεν χρειαζόμαστε επαίνους. Δεν καυχιόμαστε για ό,τι πετύχουμε, αλλά γι’ Αυτόν που μας αγαπά. Και την ίδια στιγμή, αφήνουμε να ανατραπεί το ζητούμενο περί ευτυχίας: δεν είναι η ικανοποίηση του θελήματός μας που μας σώζει, αλλά του θελήματος του Θεού: της αγάπης, της υπομονής, της θυσίας. Θέλει άσκηση και βοήθεια αυτός ο δρόμος. Θέλει γνώση που μόνο η ζωή της Εκκλησίας μπορεί  να παράσχει. Διότι στην Εκκλησία ο Χριστός. Και όπου ο Χριστός, εκεί και η ελπίδα!

ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 28/06/2020-ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΣΤ' 22-33




Iisous Xristos I Zoi Ton Anthropon
Πρωτότυπο Κείμενο
Εἶπεν ὁ Κύριος· Ὁ λύχνος τοῦ σώματός ἐστιν ὁ ὀφθαλμός· ἐὰν οὖν ὁ ὀφθαλμός σου ἁπλοῦς ᾖ, ὅλον τὸ σῶμά σου φωτεινόν ἔσται· ἐὰν δὲ ὁ ὀφθαλμός σου πονηρὸς ᾖ, ὅλον τὸ σῶμά σου σκοτεινὸν ἔσται. εἰ οὖν τὸ φῶς τὸ ἐν σοὶ σκότος ἐστί, τὸ σκότος πόσον; Οὐδεὶς δύναται δυσὶ κυρίοις δουλεύειν· ἢ γὰρ τὸν ἕνα μισήσει καὶ τὸν ἕτερον ἀγαπήσει, ἢ ἑνὸς ἀνθέξεται καὶ τοῦ ἑτέρου καταφρονήσει. Οὐ δύνασθε Θεῷ δουλεύειν καὶ μαμωνᾷ. Διὰ τοῦτο λέγω ὑμῖν, μὴ μεριμνᾶτε τῇ ψυχῇ ὑμῶν τί φάγητε καὶ τί πίητε, μηδὲ τῷ σώματι ὑμῶν τί ἐνδύσησθε· οὐχὶ ἡ ψυχὴ πλεῖόν ἐστι τῆς τροφῆς καὶ τὸ σῶμα τοῦ ἐνδύματος; Ἐμβλέψατε εἰς τὰ πετεινὰ τοῦ οὐρανοῦ, ὅτι οὐ σπείρουσιν οὐδὲ θερίζουσιν οὐδὲ συνάγουσιν εἰς ἀποθήκας, καὶ ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος τρέφει αὐτά· οὐχ ὑμεῖς μᾶλλον διαφέρετε αὐτῶν; Τίς δὲ ἐξ ὑμῶν μεριμνῶν δύναται προσθεῖναι ἐπὶ τὴν ἡλικίαν αὐτοῦ πῆχυν ἕνα; Καὶ περὶ ἐνδύματος τί μεριμνᾶτε; καταμάθετε τὰ κρίνα τοῦ ἀγροῦ πῶς αὐξάνει· οὐ κοπιᾷ οὐδὲ νήθει· λέγω δὲ ὑμῖν ὅτι οὐδὲ Σολομὼν ἐν πάσῃ τῇ δόξῃ αὐτοῦ περιεβάλετο ὡς ἓν τούτων. Εἰ δὲ τὸν χόρτον τοῦ ἀγροῦ, σήμερον ὄντα καὶ αὔριον εἰς κλίβανον βαλλόμενον, ὁ Θεὸς οὕτως ἀμφιέννυσιν, οὐ πολλῷ μᾶλλον ὑμᾶς, ὀλιγόπιστοι; Μὴ οὖν μεριμνήσητε λέγοντες, τί φάγωμεν ἢ τί πίωμεν ἢ τί περιβαλώμεθα; Πάντα γὰρ ταῦτα τὰ ἔθνη ἐπιζητεῖ· οἶδε γὰρ ὁ πατὴρ ὑμῶν ὁ οὐράνιος ὅτι χρῄζετε τούτων ἁπάντων. Ζητεῖτε δὲ πρῶτον τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ καὶ τὴν δικαιοσύνην αὐτοῦ, καὶ ταῦτα πάντα προστεθήσεται ὑμῖν. 
Νεοελληνική Απόδοση
Είπε ο Κύριος, «Το λυχνάρι του σώματος είναι τα μάτια. Αν λοιπόν τα μάτια σου είναι γερά, όλο το σώμα σου θα είναι στο φως. Αν όμως τα μάτια σου είναι χαλασμένα, όλο το σώμα σου θα είναι στο σκοτάδι. Κι αν το φως που έχεις, μεταβληθεί σε σκοτάδι, σκέψου πόσο θα ‘ναι το σκοτάδι!» «Κανείς δεν μπορεί να είναι δούλος σε δύο κυρίους· γιατί ή θα μισήσει τον ένα και θα αγαπήσει τον άλλο, ή θα στηριχτεί στον ένα και θα περιφρονήσει τον άλλο. Δεν μπορείτε να είστε δούλοι και στο Θεό και στο χρήμα». «Γι’ αυτό, λοιπόν, σας λέω: Μη μεριμνάτε για τη ζωή σας, τι θα φάτε και τι θα πιείτε ούτε για το σώμα σας, τι θα ντυθείτε. Η ζωή δεν είναι σπουδαιότερη από την τροφή; Και το σώμα δεν είναι σπουδαιότερο από το ντύσιμο; Κοιτάξτε τα πουλιά που δε σπέρνουν ούτε θερίζουν ούτε συνάζουν αγαθά σε αποθήκες, κι όμως ο ουράνιος Πατέρας σας τα τρέφει· εσείς δεν αξίζετε πολύ περισσότερο απ’ αυτά; Κι έπειτα, ποιος από σας μπορεί με το άγχος του να προσθέσει έναν πήχυ στο ανάστημά του; Και γιατί τόσο άγχος για το ντύσιμό σας; Ας σας διδάξουν τα αγριόκρινα πως μεγαλώνουν: δεν κοπιάζουν ούτε γνέθουν· κι όμως σας βεβαιώνω πως ούτε ο Σολομών σ’ όλη του τη μεγαλοπρέπεια δεν ντυνόταν όπως ένα από αυτά. Αν όμως ο Θεός ντύνει έτσι το αγριόχορτο, που σήμερα υπάρχει κι αύριο θα το ρίξουν στη φωτιά, δε θα φροντίσει πολύ περισσότερο για σας, ολιγόπιστοι; Μην έχετε, λοιπόν, άγχος και μην αρχίσετε να λέτε: «τι θα φάμε;» ή: «τι θα πιούμε;» ή: «τι θα ντυθούμε;» γιατί για όλα αυτά αγωνιούν όσοι δεν εμπιστεύονται το Θεό· ο ουράνιος όμως Πατέρας σας ξέρει καλά ότι έχετε ανάγκη απ’ όλα αυτά. Γι’ αυτό πρώτα απ’ όλα να επιζητείτε τη βασιλεία του Θεού και την επικράτηση του θελήματός του, κι όλα αυτά θα ακολουθήσουν.

Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 28/06/2020-ΠΡΟΣ ΡΩΜΑΙΟΥΣ Ε'1-10



Απόστολος Παύλος
Πρωτότυπο Κείμενο
Ἀδελφοί, δικαιωθέντες ἐκ πίστεως εἰρήνην ἔχομεν πρὸς τὸν Θεὸν διὰ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, δι᾿ οὗ καὶ τὴν προσαγωγὴν ἐσχήκαμεν τῇ πίστει εἰς τὴν χάριν ταύτην ἐν ᾗ ἑστήκαμεν, καὶ καυχώμεθα ἐπ᾿ ἐλπίδι τῆς δόξης τοῦ Θεοῦ. Οὐ μόνον δέ, ἀλλὰ καὶ καυχώμεθα ἐν ταῖς θλίψεσιν, εἰδότες ὅτι ἡ θλῖψις ὑπομονὴν κατεργάζεται, ἡ δὲ ὑπομονὴ δοκιμήν, ἡ δὲ δοκιμὴ ἐλπίδα, ἡ δὲ ἐλπὶς οὐ καταισχύνει, ὅτι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ἐκκέχυται ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν διὰ Πνεύματος Ἁγίου τοῦ δοθέντος ἡμῖν. Ἔτι γὰρ Χριστὸς ὄντων ἡμῶν ἀσθενῶν κατὰ καιρὸν ὑπὲρ ἀσεβῶν ἀπέθανε. Μόλις γὰρ ὑπὲρ δικαίου τις ἀποθανεῖται· ὑπὲρ γὰρ τοῦ ἀγαθοῦ τάχα τις καὶ τολμᾷ ἀποθανεῖν. Συνίστησι δὲ τὴν ἑαυτοῦ ἀγάπην εἰς ἡμᾶς ὁ Θεός, ὅτι ἔτι ἁμαρτωλῶν ὄντων ἡμῶν Χριστὸς ὑπὲρ ἡμῶν ἀπέθανε. Πολλῷ οὖν μᾶλλον δικαιωθέντες νῦν ἐν τῷ αἵματι αὐτοῦ σωθησόμεθα δι᾿ αὐτοῦ ἀπὸ τῆς ὀργῆς. Εἰ γὰρ ἐχθροὶ ὄντες κατηλλάγημεν τῷ Θεῷ διὰ τοῦ θανάτου τοῦ υἱοῦ αὐτοῦ, πολλῷ μᾶλλον καταλλαγέντες σωθησόμεθα ἐν τῇ ζωῇ αὐτοῦ.
Νεοελληνική Απόδοση
Αδελφοί, αφού ο Θεός μας έσωσε επειδή πιστέψαμε, οι σχέσεις μας μ’ αυτόν αποκαταστάθηκαν με τη μεσολάβηση του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Αυτός μας οδήγησε με την πίστη στο χώρο αυτής της χάρης του Θεού, στην οποία είμαστε στερεωμένοι, και καυχόμαστε για την ελπίδα της συμμετοχής μας στη δόξα του Θεού. Μα δε σταματά εκεί η καύχησή μας· καυχόμαστε ακόμα και στις δοκιμασίες, γιατί ξέρουμε καλά πως οι δοκιμασίες οδηγούν στην υπομονή, η υπομονή στο δοκιμασμένο χαρακτήρα, κι ο δοκιμασμένος χαρακτήρας στην ελπίδα. Κι η ελπίδα τελικά δεν απογοητεύει. Μαρτυρεί γι’ αυτό η αγάπη του Θεού, με την οποία το Άγιο Πνεύμα που μας δόθηκε, γέμισε και ξεχείλισε τις καρδιές μας. Γιατί ο Χριστός, παρ’ όλο που ήμασταν ακόμη ανίκανοι να κάνουμε το καλό, πέθανε για μας, τους ασεβείς ανθρώπους, στον προκαθορισμένο καιρό. Δύσκολα θα ‘δινε κανείς τη ζωή του ακόμα και για ένα δίκαιο άνθρωπο. Ίσως αποφάσιζε κανείς να πεθάνει για κάποιον καλό άνθρωπο. Ο Θεός όμως ξεπερνώντας αυτά τα όρια έδειξε την αγάπη του για μας, γιατί ενώ εμείς ζούσαμε ακόμα στην αμαρτία, ο Χριστός έδωσε τη ζωή του για μας. Τώρα, λοιπόν, αφού ο Θεός μας απάλλαξε από την καταδίκη, με τη μεσολάβηση του σταυρικού θανάτου του Χριστού, πολύ περισσότερο ο ίδιος θα μας σώσει κι από τη μέλλουσα οργή. Παρ’ ότι ήμασταν εχθροί με το Θεό, μας συμφιλίωσε μαζί του ο σταυρικός θάνατος του Υιού του· πολύ περισσότερο τώρα που συμφιλιωθήκαμε, η ζωή του θα μας χαρίσει τη σωτηρία.

ΜΑΘΕ ΝΑ ΠΡΟΣΕΥΧΕΣΑΙ


Πρωινό στο πευκοδάσος. Εργο του Ivan Shishkin (1889).
Αν η απελπισία μας πηγάζει από πολύ βαθιά μέσα μας, αν αυτό που ζητάμε, αυτό για το οποίο κραυγάζουμε, είναι τόσο ουσιαστικό ώστε να καλύπτει όλες τις ανάγκες τις ζωής μας, τότε βρίσκουμε κατάλληλα λόγια να προσευχηθούμε και μπορούμε να φτάσουμε στην κορυφαία στιγμή της προσευχής μας, τη συνάντηση με το Θεό.
Θα ήθελα να πω κάτι ακόμα για την «κραυγή» της προσευχής. Φώναζε δυνατά ο τυφλός Βαρτίμαιος. Τι λέει όμως το Ευαγγέλιο για τους ανθρώπους γύρω του; Προσπαθούσαν, λέει, να τον κάνουν να σιωπήσει. Μπορούμε να φανταστούμε όλους εκείνους τους ευσεβείς ανθρώπους με την καλή όραση, τα γερά πόδια, την καλή υγεία που περικύκλωναν το Χριστό και μιλούσαν για υψηλά θέματα, για τη Βασιλεία του Θεού που έρχεται, για τα μυστήρια των Γραφών, να γυρίζουν προς το Βαρτίμαιο και να του λένε: «επί τέλους, δεν μπορείς να ησυχάσεις; Τα μάτια σου, τα μάτια σου, και τι σημασία έχουν αυτά ενώ μιλούμε για το Θεό;»
Ο Βαρτίμαιος φαινόταν σαν κάτι ξένο που ξαφνικά έμπαινε στη μέση και, αδιαφορώντας τελείως για τα συμβαίνοντα, ζητούσε από το Θεό κάτι που απελπιστικά το είχε ανάγκη. Και όλα αυτά τα έκανε παρά το γεγονός ότι με τις φωνές του κατέστρεψε την αρμονία των εθιμοτυπικών συζητήσεων γύρω του. Οι ενοχλημένοι θα μπορούσαν να τον απομακρύνουν και να τον κάνουν να σιωπήσει. Το Ευαγγέλιο όμως λέει πως, ενώ όλοι αυτοί οι άνθρωποι ήθελαν να τον ησυχάσουν, αυτός επέμενε, γιατί αυτό που ζητούσε είχε πολύ μεγάλη σημασία για τον ίδιο. Όσο περισσότερο προσπαθούσαν να του κλείσουν το στόμα, τόσο πιο πολύ εκείνος φώναζε.
Εδώ βρίσκεται το μήνυμά μου. Υπάρχει στην Ελλάδα ένας άγιος, ονομάζεται Μάξιμος. Ήταν νέος όταν μια μέρα πήγε στην Εκκλησία και άκουσε το ανάγνωσμα του Αποστόλου που λέει ότι πρέπει να προσευχόμαστε «αδιαλείπτως». Αυτό έκανε τόση εντύπωση στο Μάξιμο ώστε σκέφτηκε πως δεν θα μπορούσε να κάνει τίποτα άλλο παρά να προσπαθήσει να τηρήσει αυτή την εντολή.
Όταν βγήκε από το ναό σκέφτηκε να πάει στο κοντινότερο βουνό και εκεί ήσυχος να αρχίσει να προσεύχεται όπως άκουσε στο Ευαγγέλιο. Σαν Έλληνας χωρικός του τετάρτου αιώνα, ήξερε το «Πάτερ ημών» και μερικές άλλες προσευχές. Έτσι, όπως μάς λέει ο ίδιος, άρχισε να τις λέει τη μία ύστερα από την άλλη, και πάλι από την αρχή, ασταμάτητα. Αισθάνθηκε, πραγματικά, πολύ όμορφα. Προσευχόταν, ήταν συντροφιά με το Θεό, ήταν χαρούμενος. Το καθετί του φαινόταν τόσο τέλειο! Μόνο που σιγά- σιγά ο ήλιος άρχισε να πέφτει, άρχισε να κάνει κρύο και να σκοτεινιάζει.
Η νύχτα είχε πέσει για τα καλά όταν άρχισε ν’ ακούει γύρω του θορύβους, πολλούς και παράξενους θορύβους. Άκουγε το σπάσιμο των κλαδιών κάτω από τα πόδια των ζώων, έβλεπε τα λαμπερά μάτια των άγριων θηρίων, άκουγε τις κραυγές των μικρών ζώων που τα έτρωγαν τα μεγαλύτερα. Άκουγε όλων των ειδών τους γνωστούς νυχτερινούς θορύβους του δάσους.
Τότε αισθάνθηκε πως ήταν μόνος. Πραγματικά μόνος, ένα μικρό απροστάτευτο πλάσμα μέσα στον κόσμο του κινδύνου, του θανάτου, του σπαραγμού. Ένιωσε ότι δεν είχε καμιά άλλη βοήθεια αν ο Θεός δεν του έδινε τη δική Του. Δεν συνέχισε πια να λέει το «Πάτερ ημών» και το «Πιστεύω». Έκανε ό,τι έκανε και ο Βαρτιμαίος. Άρχισε να φωνάζει δυνατά: «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με». Το φώναζε αυτό όλη τη νύχτα γιατί τα ζωντανά του δάσους και τα λαμπερά τους μάτια δεν του έδιναν ευκαιρία για ύπνο.
Τέλος ξημέρωσε. Σκέφτηκε, λοιπόν, αφού όλα τα ζώα έχουν φύγει πια και πήγαν να κοιμηθούν «τώρα μπορώ και εγώ να προσευχηθώ». Αλλά τότε ένιωσε ότι πεινούσε. Σκέφτηκε ότι θα μπορούσε να μαζέψει μερικά βατόμουρα, για να φάει. Πλησίασε ένα θάμνο, αλλά ξαφνικά του ήρθε η σκέψη ότι όλα τα αστραφτερά μάτια και άγρια νύχια θα πρέπει να είναι κρυμμένα κάπου εκεί στους θάμνους. Έτσι άρχισε να προχωρεί πολύ προσεκτικά και σε κάθε του βήμα έλεγε: «Κύριε Ιησού Χριστέ, σώσε με, βοήθησέ με, βοήθησέ με, σώσε με. Ω Θεέ μου, βοήθησέ με, προστάτεψέ με». Για κάθε βατόμουρο που μάζεψε, σίγουρα, είχε προσευχηθεί πολλές φορές.
Πέρασε ο καιρός και ύστερα από πολλά χρόνια συνάντησε ένα γέροντα και έμπειρο ασκητή, ο οποίος τον ρώτησε πώς είχε μάθει να προσεύχεται αδιάλειπτα. Ο Μάξιμος είπε: «Νομίζω πως ο διάβολος με δίδαξε να προσεύχομαι αδιάλειπτα». Ο γέροντας απάντησε: «Καταλαβαίνω τι θέλεις να πεις. Αλλά θα ήθελα να είμαι βέβαιος ότι σε καταλαβαίνω σωστά». Ο Μάξιμος τότε του εξήγησε πώς είχε σιγά- σιγά συνηθίσει όλους τους θορύβους και τους κινδύνους της μέρας και της νύχτας. Ύστερα όμως του ήρθαν πειρασμοί σαρκικοί, πειρασμοί του νου, των αισθημάτων και αργότερα πιο ισχυρές επιθέσεις του διαβόλου. Ύστερα απ’ όλα αυτά δεν υπήρχε στιγμή της μέρας και της νύχτας που να μην κραυγάζει στο Θεό: «Ελέησον, ελέησον, βοήθησε, βοήθησε, βοήθησε».
Μια μέρα, ύστερα από δεκατέσσερα χρόνια αδιάλειπτης προσευχής ο Κύριος του αποκαλύφτηκε. Από τη στιγμή εκείνη ησυχία, ειρήνη και γαλήνη τον πλημμύρισαν. Δεν υπήρχε πια φόβος – φόβος από το σκοτάδι, από τους θάμνους, ούτε από το διάβολο- ο Κύριος είχε επικρατήσει. «Τότε», είπε ο Μάξιμος, «έμαθα ότι αν δεν έλθει ο Κύριος, είμαι απελπιστικά αβοήθητος. Έτσι, και όταν ακόμα ήμουνα γαλήνιος, ειρηνικός και ευτυχισμένος, συνέχισα να προσεύχομαι λέγοντας: «Κύριε Ιησού Χριστέ, Υιέ του Θεού, ελέησόν με, γιατί μόνο στο θείο έλεος υπάρχει η ειρήνη της καρδιάς και του νου, η γαλήνη του σώματος και η δύναμη της θέλησης».
Έτσι δεν μπορούμε να πούμε πως ο Μάξιμος έμαθε να προσεύχεται παρά την ταραχή που τον κατείχε, αλλά ακριβώς εξ αιτίας της ταραχής. Γιατί η ταραχή του ήταν ένας πραγματικός κίνδυνος. Αν μπορούσαμε να αντιληφθούμε ότι και μεις βρισκόμαστε σε πολύ μεγάλη ταράχη, σε κίνδυνο, ότι ο διάβολος παραφυλάει προσπαθώντας να μάς πιάσει και να μάς καταστρέψει, τότε θα προσευχόμαστε συνέχεια, ασταμάτητα.
Από το Βιβλίο
Μάθε να προσεύχεσαι
Αρχιεπισκόπου Anthony Bloom

Ο ΑΓΙΟΣ ΣΑΜΨΩΝ Ο ΞΕΝΟΔΟΧΟΣ




 Τη μνήμη του του ξενοδόχου τιμά σήμερα, 27 Ιουνίου, η Εκκλησία μας. Ο Άγιος Σαμψών, γεννήθηκε στη Ρώμη από πλουσίους αλλά ευσεβείς και ενάρετους γονείς. Ευφυής ως ήτο, σπούδασε φιλολογία, φιλοσοφία και ιατρική.
Επιθυμώντας από τη μικρή του ηλικία να ζήσει κατά το χριστιανικό πρότυπο ζωής, μεταχειρίσθηκε την ιατρική όχι ως επικερδές επάγγελμα αλλά για καθαρά φιλανθρωπικούς και ευεργετικούς σκοπούς.
Προσέτρεχε χωρίς διακρίσεις σε οποιονδήποτε είχε την ανάγκη του βοηθώντας τον, παρηγορώντας τον και στηρίζοντάς τον στην πίστη.
Όταν εκοιμήθησαν οι γονείς του, μοίρασε την μεγάλη περιουσία την οποία κληρονόμησε και πήγε στην Κωνσταντινούπολη.
Εκεί επισκέφθηκε όλα τα μοναστήρια. Εκεί έβρισκε ουσιαστικά καταφύγιο για να ηρεμεί και να μελετά τις Θείες Γραφές. Η φήμη του, η οποία γρήγορα εξαπλώθηκε προσέλκυσε την εύνοια και αυτού του μεγάλου αυτοκράτορα Ιουστινιανού.
Συγχρόνως η μεγάλη θεολογική του κατάρτιση και οι άλλες του αρετές, κίνησαν το ενδιαφέρον του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Μηνά, ο οποίος τον χειροτόνησε πρεσβύτερο.
Κάποτε ο Ιουστινιανός προσβλήθηκε από βαρεία ασθένεια και ζήτησε τη βοήθεια του Αγίου. Ο Όσιος προσευχήθηκε θερμά και κατόρθωσε να σώσει τη ζωή του αυτοκράτορα.
Εκείνος θέλοντας να τον ευχαριστήσει και να εκφράσει την ευγνωμοσύνη του στον Άγιο, έκτισε ένα νοσοκομείο το οποίο γρήγορα αναδείχθηκε σε μεγάλο φιλανθρωπικό ίδρυμα όπου κατέφευγαν οι άποροι και οι αδύναμοι για να θεραπευθούν και να εύρουν παρηγοριά και στήριγμα.
Έχοντας επιτελέσει ένα τεράστιο και θεάρεστο έργο, κοιμήθηκε ειρηνικά σε βαθιά γεράματα.
Απολυτίκιο:
Ήχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.
Ο φέρων την μίμησιν, των του Θεού οικτιρμών, ενθέου χρηστότητας, αναβλυστάνεις κρουνούς, Σαμψών Ιερώτατε, συ γαρ θεομιμήτω, ελλαμφθείς συμπάθεια, ώφθης των τεθλιμμένων, και πασχόντων ακέστωρ, παρέχων ενί εκάστω, ρώσιν και έλεος.

Παρασκευή 26 Ιουνίου 2020

Σ' "ΑΓΑΠΩ" Η' ΣΕ "ΧΡΗΣΙΜΟΠΟΙΩ";


Πολλές φορές παραπονιόμαστε ότι ενώ εμείς δώσαμε αγάπη δεν πήραμε.
Όμως ξεχνάμε κάτι. Ότι οι ανθρώπινες ενέργειες ακόμη κι εκείνες που φαίνονται εξαιρετικά σπουδαίες δεν είναι πάντα σε απόλυτο βαθμό καθαρές και ανιδιοτελείς.
Αυτή την ιδιοτέλεια, την σκοπιμότητα της «αγάπης» που δώσαμε, την αισθάνεται η ψυχή του άλλου ανθρώπου. Νιώθει ότι δεν υπάρχει καθαρή ενέργεια αγάπης στις πράξεις μας.
Πολλές φορές μιλάμε για αγάπη και εννοούμε «ανάγκη», λέμε σ αγαπώ και βαθύτερα σημαίνει σε «χρησιμοποιώ». Λένε οι γονείς «παιδάκι μου που θα πας φοβόμαστε ότι δεν θα τα καταφέρεις μόνη σου».. μα στην ουσία εννοούν μην φεύγεις γιατί μόνοι μας νιώθουμε κενοί.
Όλα αυτά δεν χρειάζεται να τα καταλάβει μονάχα το μυαλό ενός παιδιού ή ενήλικα, αλλά κυρίως τα αισθάνεται η ψυχή του. Αυτή δεν μπορεί κανείς να την ξεγελάσει γιατί βιώνει και αισθάνεται με άλλους τρόπους και ποιότητες.
Οπότε πριν διαμαρτυρηθείς ότι δεν σ’ αγάπησε κανείς, ότι εσύ δόθηκες και έδωσες μα οι άλλοι σε εκμεταλλεύτηκαν, ότι πρόσφερες πολλά στα παιδιά σου μα εκείνα τίποτα δεν αναγνώρισαν, σκέψου σε παρακαλώ τα βαθύτερα κίνητρα σου.
Θυμάμαι μια μητέρα που μου έλεγε ότι έκανε τα πάντα για την κόρη της. Δούλεψε σκληρά για να την μεγαλώσει, της πλήρωσε ακριβές σπουδές και της έφτιαξε δυο σπίτια. Όμως ποτέ δεν τα πήγαν καλά οι δυο τους. Πάντα κόντρες, αντιπαλότητες και διαμάχες. Την έτρωγε το «γιατί» μια ζωή. Μιλούσε με θυμό για την αχάριστη κόρη της που τίποτε δεν αναγνώρισε.
Όταν όμως μέσα από πολλές προσωπικές δοκιμασίες ήρθε η Χάρις του Θεού στην ψυχή της, είδε και αισθάνθηκε για πρώτη φορά ότι τελικά τα κίνητρα της αγάπης της δεν ήταν και τόσο ξεκάθαρα.
Πίσω από τις πλούσιες παροχές προς την κόρη της υπήρχε ιδιοτέλεια και σκοπιμότητα. Η αλήθεια ήταν ότι ήθελε πάντα να την ελέγχει και να την έχει κοντά της. Της έδωσε για να την δεσμεύσει, περιμένοντας να πάρει πολλά περισσότερα πίσω.
Αυτό όμως το ένιωθε η ψυχή της κόρης με αποτέλεσμα ποτέ να μην υπάρξει μια σχέση αγάπης και συμπάθειας. Αντιθέτως αναπτύχθηκε σκληρός ανταγωνισμός και ένταση.
Μόνο όταν η μητέρα της μετανόησε, δηλαδή είδε την αλήθεια των πραγμάτων, τότε μαλάκωσε και η κόρη της. Ο «δικός μας» αγιασμός μαλακώνει και τους άλλους.
Ας δούμε τέλος τι έλεγε ο Άγιος Πορφύριος πάνω στο θέμα αυτό, «Επιδίωξη μας είναι να αγαπάμε και να προσευχόμαστε με όλη μας την ψυχή για εκείνους. Τότε θα προσέξουμε ότι όλοι θα μας αγαπάνε χωρίς να το επιδιώκουμε, χωρίς καθόλου να ζητιανεύουμε την αγάπη του. Θα μας αγαπάνε ελεύθερα και ειλικρινά, από τα βάθη της καρδιάς τους, χωρίς να τους εκβιάζουμε. Όταν αγαπάμε χωρίς να επιδιώκουμε να μας αγαπάνε, θα μαζεύονται όλοι κοντά μας σαν τις μέλισσες. Αυτό ισχύει για όλους μας….»

ΧΑΜΟΓΕΛΑ ΜΕ ΕΥΓΝΩΜΟΣΥΝΗ


 αρχιμ. Παύλος Παπαδόπουλος
Να έχεις ευγνωμοσύνη για το πιάτο φαγητού που έχεις, για τον άνθρωπο που σε νοιάζεται, για την δουλειά που έχεις.
Να έχεις ευγνωμοσύνη για όλα αυτά που ίσως είναι «μικρά» αλλά τα έχεις. Φαντάσου να μην τα είχες κι αυτά…
Είναι μεγάλη αρετή το να έχεις ευγνωμοσύνη κι ας μην σου πάνε όλα καλά και ιδανικά. Σίγουρα υπάρχουν και καλύτερα, σίγουρα όμως υπάρχουν και χειρότερα.
Μην πέσεις στην παγίδα να συγκρίνεις την ζωή σου με άλλες ζωές ανθρώπων (που θεωρείς πετυχημένους) πέφτοντας στην αχαριστία για αυτά που ήδη έχεις στην ζωή σου.
Να προσπαθείς για το καλύτερο, όμως με πνεύμα ταπείνωσης και απλότητας, χωρίς εμμονές και υστερίες.
Χαμογέλα με ευγνωμοσύνη στον Θεό που επέτρεψε να έχεις αυτά που έχεις ή στερείσαι αυτά που ποθείς. Ξέρει ο Θεός τι επιτρέπει στην ζωή μας. Σίγουρα παίζει ρόλο και η δίκη μας προσπάθεια και ικανότητα αλλά σίγουρα παίζει ρόλο και η Θεία Πρόνοια.
Δια της ευγνωμοσύνης θα βρούμε και την ειρήνη, διότι η ειρήνη θανατώνεται με την αχαριστία μας που γεννά την γκρίνια και τα παράπονα κι έτσι δυστυχώς επικρατεί στην ψυχή μας ταραχή.
Ο εγωιστής άνθρωπος πάντα λέγει «γιατί», παραπονιέται. Θεωρεί ότι αξίζει πάντα περισσότερα. Δεν ησυχάζει ποτέ. Έχει απαιτήσεις από τους άλλους, αναζητά την αναγνώριση και την επίγεια δόξα.
Από την άλλη, ο άνθρωπος του Θεού λέγει εύκολα «ευχαριστώ». Ευχαριστώ στις χαρές, ευχαριστώ στις λύπες. Ησυχάζει, ειρηνεύει και στα ευχάριστα και στα δυσάρεστα και στην επιτυχία και στην αποτυχία.
Όχι γιατί είναι αναίσθητος αλλά γιατί η καρδιά του είναι στραμμένη στα έσχατά του. Έτσι οι προτεραιότητες της ζωής του τοποθετούνται ορθά. Ξέρει ποια είναι τα σημαντικά και ποια τα ασήμαντα, ποια είναι τα μεγάλα και ποια τα μικρά.

Ο ΟΣΙΟΣ ΔΑΥΙΔ ΑΠΟ ΤΗΝ ΘΕΣΣΑΛΟΝΙΚΗ


Ο Άγιος Νεομάρτυς και Οσιομάρτυς Δαβίδ καταγόταν από τις Κυδωνιές ( Αϊβαλί) ,πόλη της Μ. Ασίας . Σε νεαρή ηλικία ήλθε στο Άγιον Όρος και εκάρη μοναχός στη Σκήτη της Αγίας Άννης. Ζούσε κοντά στον γέροντά του την θεάρεστη ζωή των μοναχών. Πρωτοστάτησε για την εκ βάθρων ανακαίνιση των ναών της Μεταμορφώσεως στην κορυφή του Άθω και της Παναγίας πιο κάτω , καθώς και την κατασκευή δεξαμενών για τη συγκέντρωση πόσιμου νερού, για την εξυπηρέτηση των μοναχών και των προσκυνητών. Για τον λόγο αυτό είχε πάει στη Σμύρνη της Μ. Ασίας ,όπου συγκέντρωσε χρήματα από τους ευσεβείς χριστιανούς και με τα χρήματα αυτά έγινε η ανακατασκευή των ναών.
Ο ενάρετος αυτός μοναχός έχοντας φλογερό πόθο να μαρτυρήσει για τον Χριστό, πήγε στη Μαγνησία της Μ. Ασίας, όπου προκάλεσε συζήτηση με κάποιους Τούρκους για θέματα πίστεως. Αυτοί τον μαστίγωσαν ,τον πλήγωσαν στο κεφάλι και τον έδιωξαν κακήν κακώς, δεν τον θανάτωσαν όμως, προς μεγάλη του λύπη. Επέστρεψε στο Άγιο Όρος, στον γέροντά του , ο οποίος προσπαθούσε, αναλογιζόμενος τους κινδύνους μιας τέτοιας απόφασης, να τον αποτρέψει από την επιθυμία του. Ο Δαβίδ όμως έφυγε για τις Καρυές, όπου βρισκόταν ο επίσκοπος Παγκράτιος, πρώην Χριστουπόλεως , τον οποίο συμβουλεύτηκε και, αφού έλαβε ευλογία και συγχώρηση, ήλθε στη Θεσσαλονίκη.
Τον ίδιο καιρό στη Βατοπεδινή σκήτη του Αγίου Δημητρίου ζούσε κάποιος μοναχός, ο οποίος εξαιτίας υπερηφάνειας πλανήθηκε σε σημείο να δεχθεί οράματα δαιμόνων, οι οποίοι τον παρότρυναν να ασπασθεί τη δυσσεβή πλάνη του Μωάμεθ , για να περάσει καλά και σ’ αυτή τη ζωή και στην άλλη. Όταν το έμαθαν οι άλλοι πατέρες τον έκλεισαν στην καλύβη του για να μη διαφύγει και γίνει παίγνιο των δαιμόνων. Αυτός όμως ,σκοτισμένος από τις σατανικές συμβουλές, πήδηξε τη νύχτα από ένα παραθυράκι χωρίς να πάθει μάλιστα τίποτα και έφυγε για τη Θεσσαλονίκη. Λίγο έξω απ’ αυτήν βρήκε κάποιο Τούρκο να κοιμάται στο ύπαιθρο και το άλογό του δίπλα δεμένο. Πήρε το άλογο και έφτασε έφιππος στην πόλη. Οι φρουροί της πύλης τον ρώτησαν τι θέλει και τους είπε πως είναι αγιορείτης μοναχός, πως έμαθε για τη θρησκεία τους και θέλει να γίνει μουσουλμάνος. Αυτοί με πολλή χαρά τον οδήγησαν στον Κριτή. Στο μεταξύ τον ρώτησαν που βρήκε το άλογο καθώς απαγορευόταν οι υπόδουλοι να έχουν άλογα και τους απάντησε πως του το χάρισε ο Μωάμεθ. Το πουλάει μάλιστα είπε τριάντα γρόσια, εκείνοι του έδωσαν τριάντα αργύρια. Ήρθε όμως ύστερα ο κάτοχος του αλόγου και αποδείχτηκε η πλάνη του. Όλα αυτά προξένησαν μεγάλη λύπη στους χριστιανούς και αντίθετα αγαλλίαση και χαρά στους αγαρηνούς και τους εβραίους.
Ο Δαβίδ, όταν έμαθε τα γεγονότα με τον μοναχό ,αποφάσισε να τον συναντήσει κρυφά και να προσπαθήσει να τον συμβουλεύσει μήπως και ανανήψει . Αν δε γινόταν αντιληπτός, ήταν έτοιμος να ομολογήσει και έτσι να επιτύχει τον σκοπό για τον οποίο είχε έλθει. Οι Τούρκοι πρόσεχαν μήπως πάει κανένας χριστιανός και τον μεταστρέψει . Ο μοναχός Δαβίδ προσποιήθηκε πως έχει κάποια υπόθεση μαζί του και πρέπει να μιλήσουν. Έτσι τον άφησαν. Εκείνος τότε άρχισε να τον νουθετεί, ώστε να τον φέρει σε επίγνωση και μετάνοια. Τον άκουσε όμως κάποιος Τουρκαλβανός που ήξερε ελληνικά και αμέσως τον συνέλαβαν , τον έδεσαν, και τον πήγαν στον κριτή. Όταν τ’ άκουσε ο κριτής έδωσε διαταγή ν’ απαγχονιστεί αμέσως, μήπως και γίνει αιτία ν’ αλλάξει γνώμη ο άλλος . Πράγματι ,χωρίς αργοπορία, αν και είχε νυχτώσει, τον απαγχόνισαν.
Ο μαρτυρικός του θάνατος προξένησε μεγάλη χαρά στους Χριστιανούς, αντίβαρο της λύπης που γεύτηκαν με την άρνηση του άλλου ψευδομοναχού, τον οποίο τελικά οι ασεβείς οδήγησαν να περιτμηθεί και τον συνέζευξαν και με μια άσεμνη Οθωμανίδα και δυστυχώς πολύ γρήγορα είχε άσχημο θάνατο , τελειώνοντας τη ζωή του μέσα στην πλάνη.
Ο δε μακάριος Δαβίδ με τον διπλό στέφανο της ασκήσεως και του μαρτυρίου συναγάλλεται μετά των αγίων Οσιομαρτύρων , πρεσβεύοντας για μας.
 Απολυτίκιο:
Ήχος πλ. α’. Τον συνάναρχον Λόγον.
Τη αγάπη του Λόγου πάτερ πτερούμενος, επι του δένδρου διήλθες αγγελικήν βιοτήν, και εξήνεγκας ημίν καρπούς της χάριτος, εξ’ ων τρυφώντες, νοητώς εκβοώμεν σοι πιστώς, Δαυίδ οσίων ακρότης. Μη διαλίπης πρεσβεύων, ελεηθήναι τας ψυχάς ημών.

Πέμπτη 25 Ιουνίου 2020

ΒΙΒΛΙΑ ΚΑΙ ΠΟΙΗΣΗ ΣΤΟΥΣ ΚΑΙΡΟΥΣ ΜΑΣ


Στις Πανελλαδικές εξετάσεις το θέμα που ζητήθηκε από τους υποψηφίους να αναπτύξουν είχε να κάνει με την αξία του βιβλίου στην ζωή των νέων ανθρώπων, όπως και την σημασία της ποίησης. Θέματα παράδοξα στους καιρούς μας. Στην πρόσφατη καραντίνα η πλειονοψηφία των νέων, εφήβων και μεγαλυτέρων, πέρασε τον καιρό της βλέποντας συνδρομητικά κανάλια και παίζοντας διαδικτυακά παιχνίδια. Ελάχιστοι διάβασαν κάποιο βιβλίο. Ανάλογη ήταν και η στάση των μεγαλυτέρων. Άλλωστε, η απαξίωση της μελέτης στην καθημερινότητά μας είναι συνήθης κατάσταση. Το YouTube, το Spotify και τα άλλα κανάλια που είναι εύκολα προσβάσιμα από τα smartphones έχουν οδηγήσει την ανάγνωση βιβλίων στο περιθώριο του ελεύθερου χρόνου.
Αυτό που δυσκολεύει την διαμόρφωση μιας αλλιώτικης στάσης νεώτερων και μεγαλύτερων έναντι του βιβλίου είναι ο κόπος και η συγκέντρωση που απαιτούνται, για να ξεφυλλίσεις και να μελετήσεις. Ο πολιτισμός μας διδάσκει την απόλυτη ευκολία. Η ψυχαγωγία της εικόνας είναι όχι μόνο προσιτή, αλλά και μας οδηγεί σε κατάργηση του χρόνου. Δεν καταλαβαίνουμε πώς περνά η ώρα. Γι’ αυτό και η μαζική ψυχαγωγία είναι υπόθεση των πολλών. Σου αρκεί μια συσκευή, ένα γραφείο ή ένα κρεβάτι ή, ακόμη, και το πάτωμα. Δεν χρειάζεται να κλείσεις την συσκευή την ώρα που σε παίρνει ο ύπνος. Κάποτε η τηλεόραση ήταν παρέα και νανούρισμα, ιδίως για τους ηλικιωμένους. Τώρα το smartphone είναι η παρέα για όλους και δεν έχει συγκεκριμένο χρόνο για να το κρατήσεις ανοιχτό. Παίζει όλη νύχτα αν χρειαστεί.
Και γιατί να χρειάζεται να αλλάξουμε νοοτροπία; 
Εύλογο το ερώτημα, καθώς στην εποχή μας ο προσανατολισμός του ανθρώπου έγκειται σ’ αυτό το διογκωμένο “εγώ”, γύρω από το οποίο σχηματίζεται το νόημα της ζωής. Ό,τι κι αν μου πούνε, η γνώμη μου είναι που μετρά. Γιατί να κοπιάσω να την βελτιώσω, να επιχειρηματολογήσω πάνω σ’ αυτήν, να την συγκρίνω με τη γνώμη των άλλων, να ψάξω το δίκαιο και το άδικο. Τι μπορεί να μου προσφέρει ένα βιβλίο, όταν θα είμαι ο μόνος που το έχει διαβάσει και δεν θα μπορώ να το συζητήσω με κανέναν του περιβάλλοντός μου; Όταν η αλαλία ή η έλλειψη επικοινωνίας θριαμβεύει, μπροστά στον θρίαμβο της εικόνας;
Το μάταιο υποχωρεί μπροστά στην αξία του μυαλού, αλλά και την δύναμη της καρδιάς που χαρακτηρίζουν την ανθρώπινη διαφορετικότητα. Το βιβλίο, όπως και η ποίηση, κάνουν τον άνθρωπο να συνειδητοποιεί την ετερότητά του. Να νιώθει ότι ακόμη κι αν είναι ο μόνος, αυτό είναι που του δίδει προσωπικότητα. Ότι η μάζα  καταπίνει την ύπαρξη, ενώ η άποψη που συναντιέται με τον κόσμο χτίζει ταυτότητα. Όχι κατ’ ανάγκην εγωκεντρισμό, αλλά διάθεση μοιράσματος, εύρεση νοήματος στην αγάπη, ενσυναίσθηση, όνειρο για μια ζωή αλλιώτικη, που να αξίζει να την ζήσεις! Κι εδώ έρχεται το κάλλος της ποίησης, η οποία είναι ένας τρόπος να βλέπεις τον κόσμο από την αρχή. Να παλεύεις με την ομορφιά όχι μόνο της όψης αλλά και της ψυχής. Να νιώθεις τον Δημιουργό του κόσμου, αλλά και το πόσο απέχεις από Αυτόν και από την εικόνα Του που είναι ο άνθρωπος. Και να αρνείσαι την ασχήμια, είτε λέγεται πάθη, είτε κακοί λογισμοί, είτε μίσος, είτε θέωση του εγώ.
Καιρός οι μεγαλύτεροι να παλέψουμε για έναν τέτοιο κόσμο, αγαπώντας τον κόπο που απαιτεί!

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός

Ο ΑΓΩΝΑΣ Ο ΠΝΕΥΜΑΤΙΚΟΣ ΕΙΝΑΙ


πνευματικός αγώνας | Διακόνημα
π. Συμεών Κραγιόπουλος: Ο αγώνας ο πνευματικός είναι:
Να φεύγεις από τη «σκιά» και να τρέχεις στον «ήλιο». Ας πούμε, θίχτηκες, γιατί δεν σου μίλησαν καλά, έχεις αθυμία και κακή διάθεση απέναντι στον αδελφό που δεν φέρθηκε σωστά.
Όλα αυτά είναι πάθη που βλέπεις να ξυπνούν. Ναι, αλλά τι στάση παίρνεις εσύ; Γιατί τα καλοδέχεσαι, τα αγκαλιάζεις και πιάνεις φιλία; Σήκω και φύγε από την αρνητική, τη θολή, τη σκοτεινή κατάσταση που σου δημιουργούν, όπως κάνεις για τον πυρετό, για την όποια σωματική ασθένεια.
Αν τα νιώσεις αυτά ως πάθη, θα τα διώξεις. Αλλά αν συμφωνείς πως είναι σωστό να νιώθεις έτσι όπως σου ‘ρχεται από μέσα, δεν θα φύγουν με τίποτε.
Σήκω και πήγαινε στον Ήλιο τον Χριστό. Στην πράξη αυτό σημαίνει: Αντί να χολωθείς για την όποια μη καλή κατάσταση σου, να πεις: «Καλά που προκλήθηκε το πάθος μου και το είδα. Καλά που συνέβη αυτό που συνέβη και ένιωσα ότι ένιωσα και βλέπω ότι είναι ζωντανός ακόμη ο εαυτός μου, το εγώ, και διεκδικεί τα δίκαια του, τα συμφέροντα του». Κάνοντας έτσι, αμέσως ταπεινώνεσαι και ωφελείσαι πολύ περισσότερο από το να μην είχε συμβεί αυτό πού συνέβη.

ΝΑ ΤΟ ΘΥΜΑΣΑΙ ΚΑΘΕ ΜΕΡΑ


Αρχ. Αιμιλιανός Σιμωνοπετρίτης
Στον κόσμο οι Εκκλησίες γεμίζουν από ανθρώπους, οι οποίοι όμως δεν πιστεύουν στην καθημερινή τους ζωή. Στον κόσμο οι άνθρωποι επαγγέλλονται Χριστόν, και όμως δεν θυμούνται τον Χριστόν.
Πρέπει κάτι να γίνει, κάποιος θάνατος, κάποιο αυτοκίνητο να τους χτυπήσει, κάποια αρρώστια να τους έλθει, κάποια αποτυχία ή κάτι άλλο, για να θυμηθούν τον Χριστόν…
Αυτοί οι άνθρωποι δεν είναι χριστιανοί; Είναι. Τα του κόσμου μεν μεριμνώσιν, αλλά είναι χριστιανοί, τέκνα του Θεού.
Αυτοί οι χαμένοι, οι απολωλότες, οι κοσμικοί, οι αμαρτωλοί, που δεν θυμούνται τον Χριστόν, που δεν αγαπούν την Εκκλησία, που την αρνούνται ενίοτε, αυτοί που κάνουν τους φόνους, τα εγκλήματα, τις πορνείες, όλοι αυτοί είναι τέκνα του Θεού.
Ό,τι αξία έχομε εμείς ενώπιον του Θεού, έχουν και αυτοί. Ό,τι δικαιώματα έχομε εμείς, έχουν και αυτοί. Ό,τι πόθους έχομε εμείς, έχουν και αυτοί.
Ο λόγος για τον οποίο μια κοπέλλα πιθανόν ακολούθησε τον δρόμο της αμαρτίας και της πορνείας, ο ίδιος ο λόγος κάνει εμένα να πάω στο μοναστήρι. Η ανθρώπινη ψυχή είναι ίδια.
Επομένως, όλοι αυτοί είναι τέκνα του Θεού. Είναι ο κόσμος που τον έπλασε ο Θεός, και αυτοί είναι πλάσματα του ουρανίου Πατρός. Εμείς δεν διαφέρομε σε τίποτε από τους κοσμικούς ανθρώπους.
Αν μάλιστα το σκεφτούμε σωστά, εμείς που γνωρίσαμε περισσότερα, μπορεί να είμαστε πολύ πιο αμαρτωλοί και τιποτένιοι και εφθαρμένοι και υποκριτές. Τουλάχιστον αυτοί δεν είναι υποκριτές.

Η ΑΓΙΑ ΦΕΒΡΩΝΙΑ

Τη μνήμη της τιμά σήμερα, 25 Ιουνίου, η Εκκλησία μας. Η Αγία Φεβρωνία, ήταν περιζήτητη νύμφη για την σωματική της ομορφιά. Το ίδιο όμως έλαμπε και η αγνή ψυχή της.
 Για το λόγο αυτό σε ηλικία 17 ετών, επέλεξε το δρόμο της άσκησης και της εγκράτειας στο μοναστήρι όπου ηγουμένη ήταν η θεία της Βρυένη και βρισκόταν στην Μεσοποταμία (στην πόλη της Νισίβεως, που λέγεται Αντιόχεια της Μυγδονίας και βρισκόταν στα σύνορα του Βυζαντινού και Περσικού κράτους).
Γρήγορα, παρά το νεαρό της ηλικίας της, προσαρμόσθηκε στους δύσκολους κανόνες της μοναχικής ζωής βρίσκοντας παράλληλα και χρόνο για να μελετά και να εμβαθύνει στις Θείες Γραφές. Έγινε δε υπόδειγμα ανάμεσα στις άλλες μοναχές για τη σύνεσή της το ζήλο της, την προθυμία της και το ταπεινό της φρόνημα.
Κάποια ημέρα όμως, ένα στρατιωτικό σώμα το οποίο κατεδίωκε χριστιανούς, με επικεφαλής το Σεληνο (288 μ.Χ.) έφθασε και στο μοναστήρι της Φεβρωνίας. Οι άλλες μοναχές κατόρθωσαν να διαφύγουν, η Αγία όμως η οποία ήταν άρρωστη δεν κατόρθωσε να μετακινηθεί. Κοντά της παρέμειναν η ηγουμένη Βρυένη και η αδελφή Θωμαΐς.
Οι στρατιώτες, μόλις αντίκρυσαν τη Φεβρωνία, έμειναν έκπληκτοι από την ομορφιά της. Άφησαν, λοιπόν, τρεις άνδρες να τη φρουρούν και οι υπόλοιποι γύρισαν και το ανέφεραν στον αρχηγό τους Σελήνο. Αυτός αμέσως διέταξε και την έφεραν μπροστά του, και με κάθε τρόπο την πίεσε να άλλαξοπιστήσει.
Πρότεινε στη Φεβρωνία να τη δώσει σύζυγο στον ανεψιό του Λυσίμαχο, που κοντά του θα γνώριζε μεγάλη δόξα. Η Φεβρωνία, όμως, προτίμησε να γίνει «της μελλούσης αποκαλύπτεσθαι δόξης κοινωνός» (Α’ Έπιστολή Πέτρου, ε’ 1). Προτίμησε, δηλαδή, να είναι συμμέτοχος της δόξας που θα αποκαλυφθεί κατά τη δευτέρα παρουσία, και με περίσσιο θάρρος περιφρόνησε τις προτάσεις του Σελήνου, ο όποιος, αφού τη βασάνισε, τελικά τη σκότωσε με ξίφος.
Απολυτίκιο:
Ήχος γ’. Την ωραιότητα.
Ως της ασκήσεως ρόδον ηδύπνευστον, οσμήν αθλήσεως τω κόσμω έπνευσας, εις οσμήν μύρων του Χριστού δραμούσα ασχέτω πόθω, όθεν ως παρθένον σε και οσίαν και μάρτυρα, θαυμαστώς εδόξασε Φεβρωνία ο Κύριος, ω πρέσβευε υπέρ των βοώντων, χαίρε σεμνή οσιομάρτυς.