Παρασκευή 30 Απριλίου 2021

Ο ΛΗΣΤΗΣ

 



          Το δυσκολότερο σημείο στις ανθρώπινες σχέσεις είναι όταν διαπιστώνουμε πως ο άλλος δεν είναι όπως τον θέλουμε, όπως τον έχουμε φανταστεί. Όταν διαπιστώνουμε πως ενώ καταβάλλουμε κόπο μεγάλο για τα παιδιά μας, αυτά ακολουθούν δρόμους διαφορετικούς από ό,τι ελπίζουμε. Όταν ο άλλος δεν δείχνει να υπολογίζει την αγάπη μας, αλλά πορεύεται με βάση το εγώ και μας οδηγεί να σκεφτόμαστε κι εμείς έτσι. Όταν όλα εντάσσονται στην προοπτική του δικαιώματος. Όταν τα όνειρά μας συναντούν ανθρώπους που όχι μόνο δεν τα ενστερνίζονται, αλλά δεν κάνουν ούτε καν εκείνο το μικρό βήμα ανοχής, ώστε να μας αφήσουν τουλάχιστον ελεύθερους να προσπαθήσουμε να τα εκπληρώσουμε. Κι όταν πρέπει να είμαστε δίπλα σε ανθρώπους που δεν μας ταιριάζουν, χωρίς να μπορούμε να τους αποφύγουμε, τι να σκεφτόμαστε στ’  αλήθεια; 

          Πώς να σκέφτηκαν άραγε οι σταυρωτές του Χριστού όταν μαζί Του έβαλαν δύο ληστές;  Όταν Τον αντιμετώπισαν σαν έναν συνηθισμένο κακούργο και εγκληματία, Τον βασάνισαν, Τον εξευτέλισαν, Τον έκαναν να πονέσει, Τον οδήγησαν στον Γολγοθά Του και ως τελευταία κίνηση πριν ανεβεί στον σταυρό Τον έκαναν να δει δύο πραγματικούς κακούργους, τους οποίους θεώρησαν σκόπιμο να εκτελέσουν μαζί Του, αφού βρήκαν ευκαιρία; «Μετά ανόμων ελογίσθη», λέει η Γραφή.  Κι όμως, για τον Χριστό κι αυτοί ήταν ο λαός Του. Αυτοί που έπρεπε να λάβουν την ευκαιρία της σωτηρίας. Κι αυτή περνούσε μέσα από τη σιωπή Του. Μέσα από την καρτερία στον πόνο και την εκ βάθους προσευχή Του επάνω στον Σταυρό. Για τον Χριστό οι ληστές δεν ήταν οι κακούργοι που η ανθρωπότητα έλυνε τους λογαριασμούς της μ’  αυτούς στέλνοντας τους στο σκοτάδι της λήθης. Ήταν ψυχές που στάθηκαν μαζί Του την ώρα του σβησίματος της ύπαρξης και η επόμενη ώρα τους μετά τον θάνατο κρίνονταν από την σιωπή της αγάπης του Κυρίου.

            Δεν ήταν όμως μόνο η σιωπή που αντέταξε ο Χριστός σε δύο αταίριαστους ανθρώπους. Ήταν και η ελευθερία που, όπως σε όλη τη ανθρωπότητα, παρείχε. Διότι δεν τους ανάγκασε να Τον αποδεχτούν. Δεν έκανε ούτε γι’  αυτούς ένα σημείο απόδειξης δύναμης. Περίμενε, όπως περιμένει όλους τους ανθρώπους να πούνε το «Ναι»  στην πρόσκλησή Του. Και ακόμη και στην άρνηση του δεν θα πει κάτι. Δεν θα διεκδικήσει το κάθε δίκιο Του. Καρτερικά θα περιμένει την μετάνοια, παρότι ο σκληρόκαρδος ληστής θα μπήξει ένα ακόμη καρφί πόνου στο καταπληγωμένο σώμα Του.

         Μένουμε συνήθως στο πρόσωπο του ευγνώμονος ληστού. Κι έχουμε ανάγκη από ένα καλό παράδειγμα αγιότητας, μετάνοιας, ελπίδας, Παραδείσου και αυτό ο εκ δεξιών ληστής μας το δίνει. Ο εξ ευωνύμων έχασε την τελευταία ελπίδα όχι να αλλάξει την εν χρόνω ζωή του, αλλά να κερδίσει την αιώνια. Κι αυτό διότι αποφάσισε να πάει μαζί με όσους σταύρωναν και τον Χριστό και τον ίδιο. Να μην ακούσει την σιωπή. Να μη νιώσει την αγάπη. Να συνεχίσει μέχρι το τέλος να πορεύεται με τους όρους της δύναμης, της εκδίκησης απέναντι στην ανθρωπότητα, της αναζήτησης ενός παντοδύναμου και όχι ενός Θεού που συγχωρεί.

Ας ακολουθήσουμε την σιωπή, την υπομονή, την ελευθερία, την συγχώρηση του Χριστού για να Τον συναντήσουμε και να αντέξουμε κι αυτούς που δεν μας ταιριάζουν. Άλλωστε, στον κάθε σταυρό ο τελευταίος λόγος ήταν και είναι του Χριστού.

 

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός

ΟΜΙΛΙΑ ΕΙΣ ΤΗΝ ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ-ΦΟΒΕΡΑ ΚΑΤΑΔΙΚΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

 

 Ποτέ, ἀγαπητοί μου ἀδελφοί, δέν εἶχε λιγώτερο Θεό μέσα του ὁ ἄνθρωπος ἀπό σήμερα. Ποτέ λιγώτερος Θεός ἀπό σήμερα. Σήμερα ὁ διάβολος “σαρκώθηκε” μέσα στόν ἄνθρωπο, γιά νά ἀποσαρκώσῃ τόν Θεάνθρωπο. Σήμερα ὅλο τό κακό μπῆκε στό σῶμα τοῦ ἀνθρώπου, γιά νά ἀποδιώξῃ τόν Θεό ἀπό τό σῶμα. Σήμερα ὅλος ὁ Ἅδης μεταφέρθηκε στήν γῆ. Ποιός νά θυμᾶται ὅτι ἡ γῆ κάποτε ἦταν παράδεισος; Ἡ σημερινή πτῶσις τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἀσυγκρίτως μεγαλύτερη ἀπό τήν πρώτη πτῶσι [τοῦ Ἀδάμ]. Τότε ὁ ἄνθρωπος ἀποστάτησε ἀπό τόν Θεό, ἀλλά σήμερα ἐσταύρωσε τόν Θεό, σκότωσε τόν Θεό. Ἄνθρωπε, πῶς ἀλλοιῶς νά σέ ὀνομάσω παρά διάβολο; Μά καί αὐτό εἶναι ὕβρις γιά τόν διάβολο. Ὁ διάβολος ποτέ δέν ὑπῆρξε τόσο κακός, τόσο ἔντεχνα κακός ὅπως ὁ ἄνθρωπος. Ὁ Κύριος κατέβηκε καί στόν Ἅδη, μά ἐκεῖ δέν τόν ἐσταύρωσαν. Ἐμεῖς ὅμως τόν ἐσταυρώσαμε! Δέν εἶναι λοιπόν οἱ ἄνθρωποι χειρότεροι ἀπό τόν διάβολο; Δέν εἶναι ἡ γῆ χειρότερος Ἅδης ἀπό τόν Ἅδη; Ἀπό τόν Ἅδη δέν ἔδιωξαν τόν Χριστό, ἐνῶ οἱ ἄνθρωποι σήμερα τόν ἔδιωξαν ἀπό τήν γῆ, τόν ἔδιωξαν ἀπό τό σῶμα τους, ἀπό τήν ψυχή, ἀπό τήν πόλι τους…
Στά κατάβαθα τῆς ψυχῆς μου, ἀδελφοί, κουλουριάσθηκε σάν φίδι ἕνα πονηρό ἐρώτημα καί χαιρέκακα μέ ἐρωτᾶ: Ὑπῆρξε ἄραγε ποτέ καλός ὁ ἄνθρωπος, ἀφοῦ μπόρεσε νά...σταυρώσῃ τόν Χριστό;

 Ἐσύ [ὁ οὐμανιστής] πιστεύεις στόν ἄνθρωπο. Καυχιέσαι γι’ αὐτόν. Τοῦ δίνεις μεγάλη ἀξία; Ὤ…! κοίταξε τόν ἄνθρωπο, κοίταξέ τον τήν Μεγάλη Παρασκευή, κοίταξέ τον πῶς σκοτώνει τόν Θεάνθρωπο καί πές μου, ἀκόμη τοῦ δίνεις μεγάλη ἀξία; Δέν αἰσθάνεσαι ντροπή πού εἶσαι ἄνθρωπος; Δέν βλέπεις ὅτι ὁ ἄνθρωπος εἶναι χειρότερος ἀπό τόν διάβολο;

 Ξεχᾶστε ὅλες τίς ἡμέρες πρίν καί μετά τήν Μεγάλη Παρασκευή, δεῖτε τόν ἄνθρωπο στό πλαίσιο τῆς Μεγάλης Παρασκευῆς. Δέν σᾶς φαίνεται ὁ ἄνθρωπος ἡ συμπύκνωσις ὅλων τῶν κακῶν, ὅλων τῶν πειρασμῶν, ὄλων τῶν ἀθλιοτήτων; Δέν δείχνει σήμερα ὁ ἄνθρωπος ὅτι ἡ γῆ ἀποτρελάθηκε; Δέν ἀπέδειξε σήμερα ὁ ἄνθρωπος ὅτι, σκοτώνοντας τόν Θεάνθρωπο εἶναι στ’ ἀλήθεια ἡ παραφροσύνη τῆς γῆς;

  Καί ἡ Μέλλουσα Κρίσις δέν θά εἶναι, ἀδελφοί, φοβερώτερη ἀπό τήν Μεγάλη Παρασκευή· δέν θά εἶναι. Ἀναμφίβολα θά εἶναι λιγώτερο φοβερή, διότι τότε ὁ Θεός θά κρίνῃ τόν ἄνθρωπο, ἐνῶ σήμερα ὁ ἄνθρωπος κρίνει τόν Θεό. Σήμερα εἶναι ἡ Φοβερά Καταδίκη τοῦ Θεοῦ· Τόν καταδικάζει ὁ ἄνθρωπος. Σήμερα ὁ ἄνθρωπος ὁρίζει ὅτι ὁ Θεός ἀξίζει τριάκοντα ἀργύρια. Ὁ Χριστός τριάκοντα ἀργύρια! Καί εἶναι τάχα ἡ τελευταία φορά; Μήπως ὁ Ἰούδας εἶναι ὁ τελευταῖος ἀπό ἐμᾶς πού ἀποτίμησε τόν Χριστό τριάκοντα ἀργύρια;

  Σήμερα ὁ ἄνθρωπος κατεδίκασε τόν Θεό σέ θάνατο. Αὐτή εἶναι ἡ μεγαλύτερη ἀνταρσία στόν οὐρανό καί στήν γῆ. Αὐτή εἶναι ἡ μεγαλύτερη ἁμαρτία στόν οὐρανό καί στήν γῆ. Οὔτε οἱ πεπτωκότες ἄγγελοι δέν τό ἔκαναν αὐτό. Σήμερα ὡλοκληρώθηκε ἡ Φοβερά Δίκη κατά τοῦ Θεοῦ. Ποτέ δέν ὑπῆρξε πιό ἀθῶος κατάδικος. Ποτέ ὁ κόσμος δέν εἶδε πιό παράλογο δικαστή.

  Περιγελᾶται σήμερα ὁ Θεός χειρότερα ἀπό κάθε ἄλλη φορά. Ὁ «παγγέλαστος Ἅδης» μπῆκε σήμερα στόν ἄνθρωπο καί περιγέλασε τόν Θεό καί κάθε τι τό θεϊκό. Περιγελᾶται σήμερα Ἐκεῖνος πού δέν ἐγέλασε ποτέ. Λένε πώς ὁ Κύριος ποτέ δέν ἐγέλασε, ἐνῶ συχνά τόν ἔβλεπαν νά κλαίει. Ὀνειδίζεται σήμερα Ἐκεῖνος πού ἦρθε νά μᾶς δοξάσῃ. Βασανίζεται σήμερα Ἐκεῖνος πού ἦρθε νά μᾶς λυτρώσῃ ἀπό τά βάσανα. Παραδίδεται σήμερα σέ θάνατο Ἐκεῖνος πού ἔφερε τήν Αἰώνιο Ζωή. Ἄνθρωπε! ὑπάρχει τέλος στόν παραλογισμό σου; τέρμα στήν πτώση σου;

  Σέ Ἐκεῖνον πού μᾶς ἐδώρισε τήν αἰώνια δόξα, ἀντιπροσφέραμε τόν Σταυρό, τό πιό εἰδεχθές ἀντίδωρο. Ἐσύ ὁ λεπρός, γι’ αὐτό τοῦ δωρίζεις τόν Σταυρό, ἐπειδή σέ ἐκαθάρισε ἀπό τήν λέπρα; Ἐσύ ὁ τυφλός, γι’ αὐτό σοῦ ἄνοιξε τούς ὀφθαλμούς, γιά νἄχεις μάτια νά φτιάξῃς τόν Σταυρό καί νά Τόν σταυρώσῃς ἐπάνω σ’ Αὐτόν. Ἐσύ ὁ νεκρός, γι’ αὐτό σέ ἀνέστησε ἐκ νεκρῶν, γιά νά τόν στείλῃς στόν τάφο; Μέ χαρᾶς εὐαγγέλια ἐγλύκανε ὁ Γλυκύτατος Ἰησοῦς τό πικρό μυστήριο τῆς ζωῆς μας, ἀδελφοί, καί ἐμεῖς ἀντί αὐτῶν τοῦ προσφέρουμε τέτοια πίκρα;

 «Λαέ μου, τί ἐποίησά σοι, καί τί μοι ἀνταπέδωκας;»
Ἡ Μεγάλη Παρασκευή εἶναι ἡ ντροπή μας, ἀδελφοί, τό ὄνειδος καί ἡ ἀποτυχία μας. Κατά κάποιον τρόπο στόν Ἰούδα τόν Ἰσκαριώτη ἔχει μερίδιο ἡ ψυχή ὅλων μας. Ἄν δέν ἦταν ἔτσι, θά ἤμασταν ἀναμάρτητοι. Διά τοῦ Ἰούδα ὅλοι μας πέσαμε, ὅλοι μας προδώσαμε τόν Χριστό, ὅλοι μας καταλιμπάνουμε τόν Χριστό καί παραλαμβάνουμε τόν διάβολο, ἐναγκαλιζόμεθα τόν σατανᾶ. Ναί, τόν σατανᾶ. Γιατί στό ἱερό Εὐαγγέλιο γράφει: «καί μετά τό ψωμίον τότε εἰσῆλθεν εἰς ἐκεῖνον [τόν Ἰούδα] ὁ σατανᾶς» (Ἰω. ιγ΄ 27). Μετά ἀπό ποιό ψωμί; Μετά ἀπό ἐκεῖνο πού τοῦ ἔδωσε ὁ Χριστός· μετά πού Κοινώνησε· μετά πού πῆρε τόν Χριστό. Ἄχ, ὑπάρχει μεγαλύτερη πτῶσις, μεγαλύτερη φρίκη;

 Ὤ φιλαργυρία, ἐσύ πρόδωσες τόν Χριστό! Ἐσύ καί σήμερα τόν προδίδεις. Τόν Ἰούδα, πού ἦταν μαθητής τοῦ Χριστοῦ, πού ἐπί τρία χρόνια ἦταν μαζί Του, πού ἦταν παρών σέ ὅλα τά θαύματα τοῦ Χριστοῦ, πού στό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ καθάριζε λεπρούς, θεράπευε ἀρρώστους, ἀνάσταινε νεκρούς, ἔδιωχνε ἀκάθαρτα πνεύματα, αὐτόν τόν Ἰούδα ἡ φιλαργυρία τόν ἔκανε προδότη καί Χριστοκτόνο.
 Πῶς λοιπόν νά μή κάνῃ καί μένα καί σένα προδότη καί Χιστοκτόνο, ἐμένα πού δέν εἶδα ἐπί τρία χρόνια τόν Θεό ἐν σαρκί, πού δέν λεπρούς ἐκαθάρισα στό ὄνομα τοῦ Ἰησοῦ, οὔτε ἀσθενεῖς ἐθεράπευσα οὔτε νεκρούς ἀνέστησα; Ὁ Ἰούδας τόσον καιρό ἦταν μαζί μέ Ἐκεῖνον πού δέν εἶχε ποῦ τήν κεφαλήν κλίνῃ, μαζί μέ Ἐκεῖνον πού καί μέ ἔργα καί μέ λόγια ἐδίδαξε πώς δέν πρέπει νά ἔχουμε πάνω μας οὔτε ἄργυρο οὔτε χρυσό. Ἐνῶ ἐγώ; Ἐνῶ ἐσύ; Δέν ξέρεις νά χαίρεσαι μέ τήν φτώχεια, ἀδελφέ, νά εἶσαι χαρούμενος μέ τήν φτώχεια; 
Ἔχε ὑπ’ ὄψιν σου πώς εἶσαι ὑποψήφιος Ἰούδας. Μή ρωτᾶς: «μή τι ἐγώ Κύριε;», διότι ἀναμφίβολα θά ἀκούσῃς τήν ἀπάντησι: ναί, «σύ εἶπας». Λαχταρᾶς τά πλούτη; Ἄναψε μέσα σου ἐπιθυμία γιά χρήματα; Νά ξέρεις ὅτι μέσα σου κυοφορεῖται ὁ Ἰούδας. Φίλε μου καί ἀδελφέ μου, μή ξεχνᾶς σέ ὅλη σου τήν ζωή: ἡ φιλαργυρία σταύρωσε τόν Χριστό, σκότωσε τόν Θεό· ἡ φιλαργυρία ἔκανε τόν μαθητή τοῦ Χριστοῦ ἐχθρό τοῦ Χριστοῦ, φονιά τοῦ Χριστοῦ. Καί ὄχι μόνο αὐτό: ἡ ἴδια σκότωσε καί τόν Ἰούδα. Ἡ φιλαργυρία ἔχει ἐκεῖνο τό καταραμένο ἰδίωμα, νά κάνει τόν ἄνθρωπο ὄχι μόνο Χριστοκτόνο ἀλλά καί αὐτο-κτόνο. Αὐτή σκοτώνει πρῶτα μέσα στήν ἀνθρώπινη ψυχή τόν Θεό καί ὕστερα σκοτώνει τόν ἴδιο τόν ἄνθρωπο.

  Ὁ θάνατος εἶναι φοβερό μυστήριο, ἀδελφοί. Πιό φοβερό ὅμως εἶναι νά παραδίδουν οἱ ἄνθρωποι τόν Θεό σέ θάνατο καί νά ἐπιθυμοῦν νά τόν ἐξαφανίσουν ἐντελῶς. Σήμερα οἱ ἄνθρωποι ἔγιναν φοβεροί γιά τόν Θεό, γιατί βασανίζουν τόν Θεό ὅπως κανείς ποτέ δέν Τόν βασάνισε· φτύνουν τόν Θεό ὅπως κανείς ποτέ δέν τόν ἔφτυσε· σκοτώνουν τόν Θεό ὅπως κανείς ποτέ δέν τόν ἐσκότωσε. «Σιγησάτω πᾶσα σάρξ βροτεία»! Κανείς νά μή καυχιέται γιά τόν ἄνθρωπο, κανείς νά μή καυχιέται γιά τήν ἀνθρωπότητα, διότι ἰδού! ἡ ἀνθρωπότης δέν ἀνέχεται τόν Θεό ἀνάμεσά της· τόν παραδίδει σέ θάνατο. Τί νά καυχηθῇς γιά μιά τέτοια ἀνθρωπότητα; Κανείς νά μή καυχιέται γιά τόν οὐμανισμό, γιατί εἶναι μόνο σατανισμός, σατανισμός, σατανισμός…


  Σήμερα ὄχι δαίμονες, ὄχι θηρία, ὄχι τσακάλια, ἀλλά ἄνθρωποι ἔπλεξαν ἀκάνθινο στεφάνι καί τό φόρεσαν στήν κεφαλή τοῦ Χριστοῦ. Μέ ἀκάνθινο στεφάνι στολίζουν Ἐκεῖνον πού ἐστόλισε τόν ἄνθρωπο μέ ἀθανασία. Ἀκάνθινο στεφάνι πλέκει ἡ ἀνθρωπότης γύρω ἀπό τήν κεφαλή Ἐκείνου πού περιέβαλλε τήν γῆ μέ στεφάνι ἀπό ἀστέρια! Ἀκάνθινο στεφάνι πλέκουμε γιά τόν Χριστό, καί ἐγώ καί ἐσύ φίλε, ἄν εἶμαι φιλάργυρος, ἄν εἶμαι πόρνος, ἄν εἶμαι μοιχός, ἄν εἶμαι βλάσφημος, ἄν εἶμαι συκοφάντης, ἄν εἶμαι κατάλαλος, ἄν εἶμαι μέθυσος, ἄν εἶμαι ἀνελεήμων, ἄν εἶμαι θυμώδης, ἄν κάνω ἁμαρτωλές σκέψεις, ἄν ἔχω ἀκάθαρτα αἰσθήματα, ἄν δέν ἔχω πίστι, ἄν δέν ἔχω ἀγάπη. Κάθε μου ἁμαρτία, κάθε μας ἁμαρτία, εἶναι ἀγκάθι στό καταραμένο στεφάνι πού ἡ παραλογιασμένη ἀνθρωπότητα πλέκει ἀδιάκοπα γύρω ἀπό τήν κεφαλή τοῦ Χριστοῦ.

  Ὁ ἄνθρωπος βασανίζει τόν Θεό πιό ἀνοικτίρμονα καί ἀπό τόν διάβολο. Δέν τό πιστεύετε; Ἀκοῦστε τί λέει ἕνας αὐτόπτης: «τότε ἐνέπτυσαν εἰς τό πρόσωπον αὐτοῦ» (Ματθ. κστ΄ 67), στό ἐξαίσιο καί ὡραιότατο Πρόσωπό Του… Κύριε, πῶς τά χείλη τους δέν γέμισαν λέπρα καί πληγές; Ἀσφαλῶς, γιά νά διδαχθοῦμε ἐμεῖς τήν ὑπομονή καί τήν πραότητα. Ἔφτυσαν σ’ ἐκεῖνο τό θαυμαστό, τό γλυκύ Πρόσωπο, τό ὁποῖο ἀξίζει πιό πολύ ἀπ’ ὅλους τούς γαλαξίες, ἀπ’ ὅλες τίς μακαριότητες. Τί λέγω; Μάλιστα! περισσότερο ἀπό ὅλες τίς μακαριότητες, διότι σ’ αὐτό τό πρᾶο Πρόσωπο ὑπάρχει ὅλη ἡ αἰωνία θεότης, ὅλη ἡ αἰωνία χαρά… Ἔφτυσαν σ’ ἐκεῖνο τό φωτεινό Πρόσωπο, μπροστά στό ὁποῖο ἡ θάλασσα γαλήνεψε· σ’ ἐκεῖνο τό Πρόσωπο πού εἰρήνευσε ταραγμένες ψυχές καί χορήγησε σέ ὅλους τήν ἀνάπαυσι.

   Καί σεῖς πλέκετε ἐγκώμια στόν ἄνθρωπο; Ὤ, χαμηλῶστε τούς τόνους οὐτιδανοί… σκουλήκια! Κανείς καί τίποτα δέν πρέπει νά ντρέπεται τόσο, ὅσο ὁ ἄνθρωπος, οὔτε οἱ δαίμονες, οὔτε τά θηρία, οὔτε τά κτήνη… Οἱ ἄνθρωποι φτύνουν τόν Θεό! Ὑπάρχει πιό φοβερό ἀπό αὐτό; Οἱ ἄνθρωποι σκοτώνουν τόν Θεό. Ὑπάρχει πιό σατανικό ἀπό αὐτό; Ἀδελφοί, ἄν δέν ὑπάρχει κόλασις, ἔπρεπε νά ἐπινοήσουμε μία γιά τούς ἀνθρώπους, ναί γιά τούς ἀνθρώπους…

   Ἐκεῖνον, τόν Δημιουργό καί Σωτῆρα, τόν φτύνουν καί τόν φονεύουν, ἐνῶ Ἐκεῖνος ταπεινά καί σιωπηλά τά ὑπομένει ὅλα. Ποιά δικαιολογία ἔχεις ἐσύ πού σέ κάθε ὕβρι ἀνταποδίδεις ὕβρι, σέ κάθε κακό κακό, στό μίσος μίσος; Ὅταν ἀνταποκρίνεσαι μέ κακία στήν κακία, φτύνεις τόν Δεσπότη Χριστό· ὅταν μισῇς αὐτούς πού σέ μισοῦν, φονεύεις τόν Χριστό καί τόν βασανίζεις· ὅταν ὑβρίζῃς αὐτούς πού σέ ὑβρίζουν, ἐξευτελίζεις τόν Χριστό, ἀφοῦ Ἐκεῖνος δέν ἔκανε τό ἴδιο.
Παρέδωκε ὁ Πιλᾶτος τόν πρᾶο Κύριο, ἵνα σταυρωθῇ (Ἰω. ιθ΄ 16). Οἱ ἄνθρωποι τόν ὁδηγοῦν ἀπό τελώνιο σέ τελώνιο, ἀπό βάσανο σέ βάσανο, ἀπό χλεύη σέ χλεύη. Καί τόν ἐχλευασμένο Θεό τόν σταυρώνουν, τόν καρφώνουν στόν Σταυρό.

  Καρφιά ἐμπήγετε στά χέρια τοῦ Χριστοῦ, στά χέρια πού τόσους ἀρρώστους ἐθεράπευσαν, τόσους λεπρούς ἐκαθάρισαν, τόσους νεκρούς ἀνέστησαν; Πῶς νά σιωπήσουν τά χείλη πού μίλησαν ὅπως κανείς ποτέ ἄλλος ἄνθρωπος; Ἰάειρε, ποῦ εἶσαι; Λάζαρε, ποῦ εἶσαι; Χήρα τῆς Ναΐν, ποῦ εἶσαι νά ὑπερασπισθῇς τόν δικό σου καί δικό μου Κύριο; Σταυρώνετε [ἄνθρωποι] Ἐκεῖνον, τήν ἐλπίδα τῶν ἀπηλπισμένων, τήν παρηγορία τῶν ἀπαρακλήτων, τόν ὀφθαλμό τῶν τυφλῶν, τό οὖς τῶν κωφῶν, τήν ἀνάστασι τῶν νεκρῶν; Καρφιά ἐμπήγετε σέ ἐκεῖνα τά ἅγια πόδια, πού ἔφεραν τήν εἰρήνη, πού ἔφεραν τό εὐαγγέλιο, πού περιεπάτησαν στήν θάλασσα σάν νἆταν ξηρά, πού ἔτρεξαν σέ ὅλους τούς ἀρρώστους, στόν νεκρό Λάζαρο, στόν δαιμονισμένο τῶν Γαδαρηνῶν;

   Σταυρωμένος Θεός. Ἱκανοποιηθήκατε θεομάχοι; χαρήκατε θεοκτόνοι; Τί νομίζετε πώς εἶναι ὁ Χριστός πάνω στόν Σταυρό; Ἀπατεώνας; ἀδύναμος; σκανδαλοποιός; «Ὁ καταλύων τόν ναόν καί ἐν τρισίν ἡμέραις οἰκοδομῶν, σῶσον σεαυτόν, εἰ υἱός εἶ τοῦ Θεοῦ, καί κατάβηθι ἀπό τοῦ σταυροῦ» (Ματθ. κζ΄ 40).
Τί ὅμως σκέπτεται ὁ Κύριος ἐπί τοῦ Σταυροῦ γιά τούς ἀνθρώπους πού εἶναι κάτω ἀπό τόν Σταυρό; Ἐκεῖνο πού μόνο ὁ Θεός τῆς ἀγάπης καί τῆς πραότητος μπορεῖ νά σκέπτεται: «Πάτερ, ἄφες αὐτοῖς, οὐ γάρ οἴδασι τί ποιοῦσι!» (Μάρκ. κγ΄ 34).
Πραγματικά, δέν ξέρουν τί κάνουν στόν σεσαρκωμένο Θεό.
 Ἁγίου Ἰουστίνου Πόποβιτς

ΠΑΝΤΑ ΤΗ ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ ΝΑ ΄ΣΑΙ ΜΟΝΟΣ

 Tη Μεγάλη Παρασκευή... | Ορθόδοξοι Ιεραπόστολοι

Γέροντας Μωυσής Αγιορείτης

«Πάντα τη Μεγάλη Παρασκευή, να ‘σαι μόνος σαν το Χριστό προσμένοντας το τελευταίο καρφί, το ξύδι, τη λόγχη.

Τις ζαριές ν’ ακούς ατάραχα στο μοίρασμα των υπαρχόντων σου, τις βλαστήμιες, τις προκλήσεις, την αδιαφορία.

Πριν την Παρασκευή δεν έρχεται η Κυριακή, τότε λησμονάς τα μαρτύρια των δρόμων της Μεγάλης Παρασκευής της ζωής μας. Μην ξαφνιαστείς, μη φοβηθείς στ’ απρόσμενο σουρούπωμα. Οι μπόρες του ουρανού δε στερεύουν. Η ξαστεριά θα ’ρθεί το Σαββατόβραδο. Τότε λησμονάς τα μαρτύρια των δρόμων της μεγάλης Παρασκευής της ζωής μας»

ΣΤΑΥΡΩΘΗΚΕ ΓΙΑΤΙ ΗΤΑΝ ΑΛΗΘΙΝΟΣ.ΠΕΘΑΝΕ ΓΙΑΤΙ ΗΤΑΝ ΘΝΗΤΟΣ.ΑΝΑΣΤΗΘΗΚΕ ΓΙΑΤΙ ΤΕΛΙΚΑ ΕΙΝΑΙ ΘΕΟΣ

 



Ας πουμε οτι δεν θεραπευσε τον λεπρο.
Ας πουμε οτι δεν γεμισε με ψαρια τα διχτυα των ψαραδων.
Ας πουμε οτι δεν εκανε το νερο κρασι.
Ας πουμε οτι δεν εδωσε φως στον τυφλο.
Ας πουμε οτι δεν ανεστησε τον Λαζαρο.
Ας πουμε οτι δεν περπατησε πανω στο νερο.
Ας πουμε οτι δεν ηταν καν ο γιος του Ανθρωπου.
Ας πουμε οτι ηταν απλα ο Ιησους, ο γιος της Μαριας και του Ιωσηφ του ξυλουργου.
Χλευαστηκε γιατι ειπε αληθειες που δεν συμφερε να ακουστουν.
Χτυπηθηκε γιατι διδαξε αγαπη σε εναν κοσμο ματαιο.
Πονεσε γιατι προδωθηκε απο τον ανθρωπο.
Ματωσε γιατι ηταν ανθρωπος.Σταυρωθηκε γιατι ηταν αληθινος.Πεθανε γιατι ηταν θνητος.Αναστηθηκε γιατι τελικα ειναι και Θεος.
Το αιμα Του χυθηκε για να ξεπλυνει τις αμαρτιες του ανθρωπου.
Μα οι αμαρτιες του ανθρωπου συνεχως γεννοβολουν αμαρτια.
Ολα τα μαρτυρια που περασε ηταν φρικιαστικα.Ηταν ασηκωτα ακομα και για εναν Θεο.Κι ομως, Εκεινος την ιδια στιγμη συγχωρουσε.
Ο Χριστος ηταν ο μεγαλυτερος επαναστατης που περπατησε πανω σ' αυτη τη γη.
Διδαξε εννοιες επαναστατικες.
Η αγαπη ειναι επανασταση.
Η αληθεια ειναι επανασταση.
Η ανιδιοτελεια ειναι επανασταση.
Δεν Τον αφησαμε να ζησει.
Δεν ημασταν αξιοι να Τον πιστεψουμε.
Γιατι ηταν ο τελειος εχθρος της πραγματικοτητας.
Εαν ξαναρχοταν θα παθαινε τα ιδια και χειροτερα.
Ισως να τον πιστευαμε μονο οσοι τον εχουμε αισθανθει να περπαταει στους διαδρομους και τους θαλαμους ογκολογικων ή αλλων κλινικων καποιο βραδυ ως προσκεκλημενος απο προσευχες μαναδων, αδερφων, φιλων.
Ο Χριστος θα αναστηθει ξανα.
Φροντιζουμε γι' αυτο, οσοι πιστευουμε σ' Αυτον.
Σήμερον κρεμᾶται ἐπί ξύλου, ὁ ἐν ὕδασι τήν γῆν κρεμάσας.

ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΧΙΤΩΝΕΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ

 

Μὲ ῥωτᾶς, σεβαστὴ ἀδελφή, γιά τοὺς τρεῖς χιτῶνες μὲ τοὺς ὁποίους ἦταν ντυμένος καὶ σκεπασμένος ὁ Κύριος κατά τὸ διάστημα ἀρκετῶν ὡρῶν τή Μεγάλη Παρασκευή. Γιατὶ ὁ Πιλᾶτος τὸν ἔντυσε μὲ πορφυρὸ χρῶμα; Γιατὶ ὁ Ἡρώδης τὸν ἔντυσε μὲ λευκὸ χρῶμα; Καὶ γιατὶ οἱ ἐκτελεστὲς ἐπίσης λίγο πρὶν Τὸν θανατώσουν Τὸν ἔντυσαν πάλι μὲ τὸν δικὸ Του χιτῶνα;
.....Δέν βλέπεις σ’ ὅλα αὐτὰ ἕνα μεγάλο δίδαγμα γιά μᾶς; Οἱ ἄνθρωποι συχνὰ ἀποφαίνονται γιά τὸ ἂν εἴμαστε καλοὶ ἢ κακοί. Ἀνάλογα μὲ τὴν ἀπόφασή τους μᾶς ἐκτιμοῦν, μᾶς θαυμάζουν ἢ μᾶς κατακρίνουν. Οἱ διάφορες κρίσεις τῶν ἀνθρώπων δέν μοιάζουν γιά μᾶς μὲ χιτῶνες; τή μία μᾶς ντύνουν μὲ τὸν χιτῶνα τοῦ σοφοῦ, τὴν ἄλλη μὲ τὸν μανδύα τοῦ τρελλοῦ.
Τή μία μᾶς περιβάλλουν μὲ τὸν μανδύα τῆς ἀνδρείας, τὴν ἄλλη μᾶς σκεπάζουν μὲ τὰ κουρέλια τῆς ἀπαξίωσης. Ἀλλὰ ὅλοι οἱ χιτῶνες γρήγορα βγαίνουν κι ἀλλάζουν, ἀνάλογα μὲ τὶς ἀσταθεῖς καί συχνὰ ἐναλλασσόμενες κρίσεις τῶν ἀνθρώπων. Ὅμως, ἐν τέλει, τὴν ὥρα τοῦ θανάτου ὁ καθένας ἀπὸ μᾶς θὰ φανεῖ μὲ τὸ δικὸ του χρῶμα, μὲ τὸν δικὸ του χιτῶνα.
 Ἅγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς

ΟΙ ΕΠΤΑ ΦΡΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ ΣΤΟΝ ΣΤΑΥΡΟ

 Μεγάλη Πέμπτη: Σήμερον κρεμάται επί ξύλου - Ποιά η σημασία της ημέρας

Θέλετε νὰ µάθετε τὴ σηµασία ἐκείνων τῶν ἑπτὰ φράσεων τὶς ὁποῖες εἶπε ὁ Κύριος πάνω στὸν σταυρό. Δὲν εἶναι σαφεῖς;

Πρώτη φράση: «Πάτερ, ἄφες αὐτοῖς˙ οὐ γὰρ οἴδασι τί ποιοῦσι» (Λούκ. 23,34). Μὲ αὐτὰ τὰ λόγια ὁ Χριστὸς ἔδειξε τὸ ἔλεός του ἀπέναντι στοὺς ἐκτελεστές Του,τῶν ὁποίων ἡ µοχθηρία δὲν ὑποχώρησε οὔτε ὅταν ὑπέφερε στὸν σταυρό. Τὸ δεύτερο εἶναι ὅτι βροντοφώναξε ἀπὸ τὴν κορυφὴ τοῦ βράχου τοῦ Γολγοθᾶ µία ἀποδεδειγµένη ἀλλά ποτὲ καλὰ συνειδητοποιηµένη ἀλήθεια, δηλαδὴ ὅτι αὐτοὶ ποὺ πράττουν τὸ κακὸ ποτὲ δὲν ξέρουν τί κάνουν. Σκοτώνοντας τὸν Δίκαιο στὴν πραγµατικότητα σκοτώνουν τὸν ἑαυτό τους καὶ ταυτόχρονα δοξάζουν τὸν Δίκαιο. Καταπατώντας τὸν νόµο τοῦ Θεοῦ δὲν βλέπουν τὴ µυλόπετρα, ἡ ὁποία ἀόρατα κατεβαίνει πρὸς αὐτοὺς γιὰ νὰ τοὺς συνθλίψει. Ἐµπαίζοντας τὸν Θεὸ δὲν βλέπουν τὰ πρόσωπά τους νὰ µεταµορφώνονται σὲ θηριώδη ρύγχη. Διαποτισµένοι ἀπὸ τὸ κακὸ ποτὲ δὲν ξέρουν τί κάνουν.

Δεύτερη φράση: «Ἀµὴν λέγω σοι, σήµερον µετ’ ἐµοῦ ἔση ἐν τῷ παραδείσῳ» (Λουκ. 23,43). Αὐτὸς ὁ λόγος ἀπευθύνεται στὸν µετανιωµένο ληστὴ στὸν σταυρό. Πολὺ παρήγορος λόγος γιὰ τοὺς ἁµαρτωλούς, οἱ ὁποῖοι τουλάχιστον τὴν τελευταία στιγµὴ µετανοοῦν. Τὸ ἔλεος τοῦ Θεοῦ εἶναι ἀπερίγραπτα µεγάλο. Ὁ Κύριος ἐκπληρώνει τὴν ἀποστολὴ Του ἀκόµα καὶ στὸν σταυρό. Ἕως τὴν τελευταία του πνοὴ ὁ Κύριος σώζει ἐκείνους ποὺ δείχνουν καὶ τὴν παραµικρὴ ἐπιθυµία νὰ σωθοῦν.

Τρίτη φράση: «Γύναι, ἴδε ὁ υἱός σου» (Ἰωαν. 19,26). Ἔτσι εἶπε ὁ Κύριος στὴν Ἁγία Μητέρα Του ποὺ στεκόταν κάτω ἀπὸ τὸν σταυρὸ µὲ τὴν ψυχὴ σταυρωµένη. Καὶ στὸν ἀπόστολο Ἰωάννη λέγει: «Ἰδοὺ ἡ µήτηρ σου» (Ἰωαν. 19,27). Αὐτὸς ὁ λόγος δείχνει τὴ φροντίδα, ποὺ ὁ καθένας χρωστᾶ στοὺς γονεῖς του. Γιὰ δές, Ἐκεῖνος ποὺ ἔδωσε ἐντολὴ στοὺς ἀνθρώπους: «Τίµα τὸν πατέρα σου καὶ τὴν µητέρα σου» (Ἐξ. 20,12) ἐκπληρώνει τὴν ἐντολὴ Του τὴν ὕστατη στιγµή.

Τέταρτη φράση: «Θεέ µου, Θεέ µου, ἱνατί µὲ ἐγκατέλιπες;» (Ματθ. 27,46). Αὐτὲς οἱ λέξεις δείχνουν, τόσο τὴν ἀδύναµη ἀνθρώπινη φύση, ὅσο καὶ τὴν προορατικότητα τοῦ Κυρίου. Ὁ ἄνθρωπος πάσχει, ἀλλά κάτω ἀπὸ τὸν ἀνθρώπινο πόνο ὑπάρχει ἕνα µυστήριο. Δές, µόνον αὐτὲς οἱ λέξεις µποροῦσαν νὰ διαλύσουν τὴν αἵρεση, ἡ ὁποία ἀργότερα τράνταζε τὴν ἐκκλησία καὶ ἡ ὁποία λανθασµένα κήρυττε ὅτι ἡ Θεία φύση ὑπέφερε στὸν σταυρό. Ὅµως, ἐν τῷ µεταξύ, ὁ αἰώνιος Υἱος τοῦ Θεοῦ γι’ αὐτὸ καὶ ἐνσαρκώθηκε ὡς ἄνθρωπος, γιὰ νὰ εἶναι ὡς ἄνθρωπος στὸ σῶµα καὶ τὴν ψυχή, γιὰ νὰ µπορέσει ὅταν ἔλθει ἡ στιγµὴ νὰ πάσχει γιὰ τοὺς ἀνθρώπους καὶ νὰ πεθάνει γιὰ τοὺς ἀνθρώπους. Γιατί ἂν ἡ Θεία φύση τοῦ Χριστοῦ ἔπασχε στὸν σταυρό, θὰ σήµαινε ὅτι ἡ Θεία φύση τοῦ Χριστοῦ θὰ πέθαινε. Καὶ αὐτὸ οὔτε κἄν ἐπιτρέπεται νὰ διανοηθοῦµε. Ἐντρυφῆστε ὅσο πιὸ πολὺ µπορεῖτε σ’ αὐτὲς τὶς µεγάλες καὶ φοβερὲς λέξεις: «Θεέ µου, Θεέ µου, ἱνατί µὲ ἐγκατέλιπες;».

Ἡ πέµπτη φράση: «Διψῶ» (Ἰωαν 19,28). Τὸ αἷµα Του ἔρρεε. Γι’ αὐτὸ καὶ διψοῦσε. Ὁ ἥλιος ἦταν κατὰ τὴ δύση του, ἤδη Τοῦ χτυποῦσε τὸ πρόσωπο καὶ µαζὶ µὲ τὰ ἄλλα βασανιστήρια καιγόταν πολύ. Φυσικὸ ἦταν νὰ διψᾶ. Ἀλλά, Κύριε, διψοῦσες ὄντως γιὰ νερὸ ἤ γιὰ ἀγάπη; Μήπως διψοῦσες ὡς ἄνθρωπος ἤ ὡς Θεός, ἤ καὶ τὸ ἕνα καὶ τὸ ἄλλο; Ἰδοὺ ὁ Ρωµαῖος λεγεωνάριος Σοῦ πρόσφερε ἕνα σπόγγο βρεγµένο στὸ ξύδι. Μιά σταγόνα ἐλέους, τὴν ὁποία δὲν αἰσθάνθηκες ἀπό τούς ἀνθρώπους γιὰ τρεῖς ὁλόκληρες ὧρες κρεµασµένος στὸν σταυρό! Αὐτὸς ὁ Ρωµαῖος στρατιώτης ἁπαλύνει κάπως τὴν ἁµαρτία τοῦ Πιλάτου -τὴν ἁµαρτία τῆς Ρωµαϊκῆς αὐτοκρατορίας- ἀπέναντί Σου, ἔστω καὶ µὲ ξύδι. Γι’ αὐτὸ θὰ ἀφανίσεις τὴ Ρωµαϊκὴ αὐτοκρατορία, ἀλλά στὴ θέση της θὰ οἰκοδοµήσεις νέα.

Ἡ ἕκτη φράση: «Πάτερ, εἰς χεῖρας σου παρατίθεµαι τὸ πνεῦµά µου» (Λουκ. 23,46). Πού σηµαίνει ὅτι ὁ Υἱός παραδίδει τὸ πνεῦµα Του στὰ χέρια τοῦ Πατρός Του. Γιὰ νὰ γίνει γνωστό, ὅτι ἀπὸ τὸν Πατέρα ἦρθε καὶ ὄχι αὐτεξουσίως, ὅπως Τὸν κατηγοροῦσαν οἱ Ἑβραῖοι. Ἀλλά ἀκόµα οἱ λέξεις αὐτὲς ἐλέχθησαν γιὰ νὰ τὶς ἀκούσουν οἱ βουδιστές, οἱ πυθαγόρειοι, οἱ ἀποκρυφιστές, καὶ ὅλοι ἐκεῖνοι οἱ φιλόσοφοι, οἱ ὁποῖοι φλυαροῦσαν περὶ µετοίκισης τῆς ψυχῆς τῶν νεκρῶν ἀνθρώπων σὲ ἄλλους ἀνθρώπους, ἤ ζῶα, ἤ φυτά, ἤ ἀστέρια, ἤ µεταλλικὰ στοιχεῖα. Πετάξετε ὅλες αὐτὲς τὶς φαντασίες καὶ δεῖτε ποῦ κατευθύνεται τὸ πνεῦµα τοῦ νεκροῦ Δικαίου: «Πάτερ, εἰς χεῖράς σου παρατίθεµαι τὸ πνεῦµά µου»!

Ἡ ἕβδοµη φράση: «Τετέλεσται» (Ἰωαν.19,30). Αὐτὸ δὲν σηµαίνει ὅτι τελειώνει ἡ ζωή. Ὄχι! Ἀλλά ὅτι τελειώνει ἡ ἀποστολὴ ἡ ἐπικεντρωµένη στὴ σωτηρία τοῦ ἀνθρωπίνου γένους. Τελείωσε, καὶ ἐπισφραγίσθηκε µὲ τὸ αἷµα καὶ τὸν ἐπίγειο θάνατο, τὸ θεῖο ἔργο τοῦ µοναδικοῦ ἀληθινοῦ Μεσσία τῶν ἀνθρώπων. Τελείωσαν τὰ βασανιστήρια, ἀλλά ἡ ζωὴ µόλις ἀρχίζει. Τελείωσε ἡ τραγωδία ἀλλά ὄχι καὶ τὸ δράµα. Στὴ σειρὰ ἕπεται, τὸ µεγαλειῶδες ἀξίωµα: νίκη πάνω στὸν θάνατο, ἀνάσταση, δόξα.

Αγ. Νικόλαος Βελιμίροβιτς

Ο ΑΓΙΟΣ ΙΑΚΩΒΟΣ Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΑΔΕΛΦΟΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΛΟΓΟΥ

 


Τη μνήμη του Αγίου Ιακώβου του Αποστόλου και αδελφού του Αγίου Ιωάννου του Θεολόγου τιμά σήμερα, 30 Απριλίου, η Εκκλησία μας.
Ο Απόστολος Ιάκωβος ήταν υιός του Ζεβεδαίου και της Σαλώμης και πρεσβύτερος αδελφός του Ευαγγελιστού Ιωάννου. Καταγόταν κι αυτός από την Βησθαϊδά της Γαλιλαίας. Ασχολούνταν με την αλιεία μαζί με τον Ιωάννη, έχοντας και οι δύο μαζί τους και τον πατέρα τους, καθώς και πολλούς εργάτες.
Είχαν δικό τους πλοίο και συνεργάτης τους ήταν και ο Απόστολος Πέτρος. Παρ’ όλα αυτά όταν άκουσαν το κήρυγμα του Ιησού «αφέντες τον πατέρα αυτών Ζεβεδαίον εν τω πλοίω μετά των μισθωτών απήλθον οπίσω αυτού» ( Μαρκ. 1, 20).
Ο Ιάκωβος μαζί με τον Ιωάννη επέδειξαν μεγάλο ζήλο ως Μαθητές του Κυρίου. Γι’ αυτό και εκλήθησαν υιοί βροντής και έγιναν μάρτυρες πολλών μεγάλων γεγονότων, που δεν τα εβίωσαν οι άλλοι Απόστολοι. Έγιναν αποκλειστικοί μάρτυρες της Μεταμορφώσεως του Κυρίου.
Είδαν την θαυμαστή ανάσταση της θυγατέρας του αρχισυνάγωγου Ιάρειου και είχαν την ευλογία να προσκληθούν από τον Ιησού κοντά Του κατά τις ώρες της προσευχής και της αγωνίας Του στο κήπο της Γεσθημανή.
Η οικειότητα αυτή οδήγησε προφανώς τον Ιάκωβο με τον αδελφό του Ιωάννη να ζητήσουν μέσω της μητέρας τους από τον Κύριο πρωτοκαθεδρία στην εγκόσμια βασιλεία Του, παρανοώντας την αποστολή του Μεσσία. Οι δύο Μαθητές εζητούσαν από τον Χριστό δόξα με ανθρώπινα κριτήρια, έχοντας κατά νου ότι η Βασιλεία Του είναι αισθητή.
Ο Χριστός όμως, διορθώνοντας την εσφαλμένη δοξασία τους, υποδεικνύει την πραγματική και αιώνια δόξα, η οποία διέρχεται μέσα από το «ποτήριον», που είναι τα Πάθη και ο Σταυρός. Γι’ αυτό τους λέγει: «Ουκ οίδατε τι αιτείσθε. Δύνασθε πιείν το ποτήριον ο εγώ πίνω, και το βάπτισμα ο εγώ βαπτίζομαι;».
Μετά την Πεντηκοστή ο Απόστολος Ιάκωβος εκήρυξε το Ευαγγέλιο στην ευρύτερη περιοχή της Παλαιστίνης. Μεγάλο πλήθος ανθρώπων μεταστρεφόταν στη νέα πίστη και άλλαζε τρόπο ζωής χάρη στο έργο του Ιακώβου. Αυτό εθορύβησε ιδιαίτερα τους άρχοντες των Ιουδαίων, οι οποίοι, το έτος 44 μ.Χ. τον συνέλαβαν και τον αποκεφάλισαν, ως αμνό, με διαταγή του Ηρώδου του Αγρίππα.
Απολυτίκιο:
Ήχος γ’. Θείας πίστεως.
Γόνος άγιος, βροντής υπάρχων, κατεβρόντησας, τη οικουμένη, την του Σωτήρος Ιάκωβε κένωσιν, και το ποτήριον τούτου εξέπιες, μαρτυρικώς εναθλήσας Απόστολε, όθεν πάντοτε, εξαίτει τοις σε γεραίρουσι, πταισμάτων ιλασμόν και μέγα έλεος.

ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ-ΤΑ ΠΑΘΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ


Την Μεγάλη Παρασκευή, στέλνεται ο Ιησούς δέσμιος από τον Καϊάφα στον τότε ηγεμόνα της Ιουδαίας Πόντιο Πιλάτο. Αυτός, αφού Τον ανέκρινε με πολλούς τρόπους και αφού ομολόγησε δυο φορές ότι ο Ιησούς είναι αθώος, έπειτα, για να ευχαριστηθούν οι Ιουδαίοι, τον καταδικάζει σε θάνατο• και αφού τον μαστίγωσε σαν δραπέτη δούλο τον Δεσπότη των όλων, Τον παρέδωσε για να σταυρωθεί.

Από ’κει και πέρα ο Ιησούς, αφού παραδόθηκε στους στρατιώτες, γυμνώνεται, φοράει κόκκινη χλαμύδα, στεφανώνεται με ακάνθινο στεφάνι, κρατάει κάλαμο σα σκήπτρο, προσκυνείται χλευαστικά, φτύνεται και χτυπιέται στο πρόσωπο και στο κεφάλι. Μετά, φορώντας πάλι τα ρούχα του και βαστάζοντας το Σταυρό, πηγαίνει προς τον Γολγοθά, τον τόπο της καταδίκης και εκεί, γύρω στην Τρίτη ώρα της ημέρας, σταυρώνεται μεταξύ δυο ληστών, βλασφημείται από αυτούς που είχαν πάει στον Γολγοθά μαζί του, μυκτηρίζεται από τους αρχιερείς, ποτίζεται από τους στρατιώτες με ξύδι ανακατεμένο με χολή.
Γύρω στην ενάτη ώρα, αφού βγάζει πρώτα φωνή μεγάλη, και λέει: «Τετέλεσται», εκπνέει «ο αμνός του Θεού, ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου», την ώρα κατά την οποία σφάζονταν, σύμφωνα με τον νόμο, ο πασχαλινός αμνός, ο οποίος καθιερώθηκε ως έθιμο στους Ιουδαίους, προτυπώνοντας τον Εσταυρωμένο Χριστό, πρίν από 1043 χρόνια.
Το δεσποτικό αυτό θάνατο και η άψυχη κτίση, πενθώντας, τον τρέμει και αλλοιώνεται από το φόβο αλλά ο Δημιουργός της κτίσεως ακόμα και όταν είναι νεκρός, λογχίζεται την ακήρατη πλευρά Του και ρέει απ’ αυτή αίμα και νερό. Τέλος, κατά τη δύση του ηλίου, έρχεται ο Ιωσήφ από Αριμαθείας και ο Νικόδημος μαζί με αυτόν, και οι δυο κρυφοί μαθητές του Ιησού, αποκαθηλώνουν από το Σταυρό το πανάγιο του διδασκάλου σώμα, το αρωματίζουν, το τυλίγουν με καθαρό σεντόνι και αφού το έθαψαν σε καινούργιο τάφο, κυλούν στο στόμιο του μεγάλο λίθο.
Αυτά τα φρικτά και σωτήρια πάθη του Κυρίου μας Ιησού Χριστού επιτελούμε σήμερα και εις ανάμνηση αυτών παραλάβαμε από αποστολική διαταγή, τη νηστεία της Παρασκευής.
Απολυτίκιο:
Ήχος πλ. δ’.
Ότε οι ένδοξοι Μαθηταί, εν τω νιπτήρι του Δείπνου εφωτίζοντο, τότε Ιούδας ο δυσσεβής, φιλαργυρίαν νοσήσας εσκοτίζετο, και ανόμοις κριταίς, σε τον δίκαιον Κριτήν παραδίδωσι. Βλέπε χρημάτων εραστά, τον διά ταύτα αγχόνη χρησάμενον, φεύγε ακόρεστον ψυχήν την Διδασκάλω τοιαύτα τολμήσασαν. Ο περί πάντας αγαθός, Κύριε δόξα σοι.

Πέμπτη 29 Απριλίου 2021

ΜΗΝ ΚΛΑΙΣ ΓΙΑ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟ!

 



Μην κλαις για τον Χριστό. Αυτός είναι Άρχοντας, Αθάνατος, Υπέροχος, Αιώνιος, Ανεξίκακος, Αληθινός, Αγαπών.
Καθώς Τον βλέπεις να ανεβαίνει τον Γολγοθά, καθώς Τον βλέπεις να απλώνει τα Πανάχραντα χέρια Του πάνω στον Σταυρό, καθώς Τον βλέπεις να υψώνεται πάνω στο Ξύλο ως κακούργος…μην Τον κλάψεις.

Κλάψε για σένα και για μένα που αρνούμαστε να αλλάξουμε, που προδίδουμε την Αγάπη Του, που εμμένουμε στην αμαρτία μας και στον εγωισμό μας.
Μην κλαις για τον Χριστό, διότι ο Χριστός δεν θέλει να Τον λυπηθείς, αλλά θέλει να Τον δεις κατάματα και να μετανοήσεις. Ο Χριστός δεν θέλει την συμπάθειά μας για τα πάθη Του αλλά τα δάκρυα της προσωπικής μας μετάνοιας.

Όσο κι αν συγκινούμαστε από τον Σταυρό Του εάν δεν μετανοήσουμε, εάν δεν ταπεινωθούμε, εάν δεν μπούμε στην διαδικασία να ζήσουμε πλέον με υπακοή στην Εκκλησία Του τότε μάταια είναι η συγκίνησή μας, στείρο το δάκρυ μας, κούφια η κατάνυξή μας.

Ο Χριστός δεν θέλει την λύπησή μας. Ανεβαίνει στον Σταυρό όχι επειδή θέλει να τραβήξει τα βλέμματα, αλλά επειδή αγαπά ό,τι κι αν Του στοιχίσει.
Και πεθαίνει ο Θεός. Ο Θεός νεκρός πάνω σε Σταυρό.
Τί φοβερό;
Τόσο είναι η αγάπη Του που παραδίνεται στην κακία μας, στην αποστασία μας, στο μίσος μας. Παραδίνεται στον θάνατο και δίνει πλέον σωτηρία στους νεκρούς, δίνει ζωή στον Άδη, δίνει φως στο σκοτάδι, δίνει ελπίδα στο αδιέξοδο της αμαρτίας.

Μην κλαις για τον Χριστό.
Κλάψε για σένα και για μένα. Δάκρυσε και συντρίψου που προσεγγίζεις την πίστη σου στον Χριστό επιπόλαια, ρηχά και έκτακτα.

Μην κλαις για τον Χριστό που ανεβαίνει στον Σταυρό.
Αυτό που κάνει είναι το καμάρι μας. Αυτός, ο Εσταυρωμένος είναι το καύχημά μας, μα και το παράδειγμα ζωής μας.

Καθώς προσκυνάς τον Εσταυρωμένο δάκρυσε για σένα, δάκρυσε στα πόδια Του και άσε εκεί τα λάθη και τις αμαρτίες σου, ζήτησε έλεος και φωτισμό και βάλε αρχή μετανοίας και μυστηριακής ζωής. Πάρε δύναμη να πας σε κάποιον πνευματικό και εκεί να καταθέσεις το σκοτάδι σου ώστε να γεμίσεις πλέον φως Χριστού.

Καθώς προσκυνάς τον Εσταυρωμένο φίλα Τον όχι όπως ο Ιούδας αλλά όπως θα Τον φιλούσε ο Άγιος Ληστής, με μετάνοια και συντριβή, με ελπίδα και πίστη, με απλότητα καρδιάς και αγάπη. 

Η ΕΚΠΛΗΡΩΣΗ ΤΗΣ ΜΕΓΑΛΗΣ ΠΡΟΦΗΤΕΙΑΣ

 ΘΡΑΚΙΚΗ ΑΓΟΡΑ - ΤΟ ΕΣΦΑΓΜΕΝΟΝ ΑΡΝΙΟΝ ΕΠΙ ΣΦΑΓΗΝ ΗΧΘΗΣ ΚΑΙ ΑΓΕΣΑΙ

«ως πρόβατον επί σφαγήν ήχθη» (Ησαΐας 53: 7).

Αγίου Νικολάου Βελιμίροβιτς

Ο διακριτικός προφήτης Ησαΐας προέβλεψε πολλούς αιώνες νωρίτερα, την φρικτή θυσία του Κυρίου στον Γολγοθά. Τηλαυγως προείδε τον Κύριο Ιησού Χριστό να οδηγείται ώς πρόβατον επί σφαγήν.

Ένα πρόβατο επιτρέπει σε άλλους να το οδηγήσουν στη σφαγή, όπως οδηγείται και στο λιβάδι: ανυπεράσπιστο, χωρίς φόβο και χωρίς κακία. Έτσι και ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός οδηγήθηκε στη σφαγή χωρίς άμυνα, χωρίς φόβο και χωρίς κακία. Ούτε είπε: «Άνθρωποι, μην το κάνετε αυτό!» Ούτε ρώτησε: «Γιατί το κάνετε αυτό σ’ Εμένα;» Ούτε καταδίκασε κανέναν. Ούτε διαμαρτυρήθηκε. Ούτε εξαγριώθηκε. Ούτε σκέφτηκε πονηρά για τους κριτές Του. Όταν το αίμα Του ανάβλυζε από το ακάνθινο στεφάνι , ήταν σιωπηλός. Όταν το πρόσωπό Του λερώθηκε από τους εμπτυσμούς, ήταν σιωπηλός. Όταν ο Σταυρός Του έγινε βαρύς στην πορεία, υπέμεινε. Όταν ο πόνος Του έγινε αφόρητος στον Σταυρό, δεν διαμαρτυρήθηκε προς τους ανθρώπους αλλά απευθύνθηκε στον Πατέρα Του. Όταν έπνεε την τελευταία του πνοή, έστρεψε το βλέμμα Του και τον αναστεναγμό του προς τον ουρανό και όχι προς τη γη. Γιατί πηγή της δύναμής Του είναι ο παράδεισος και όχι η γη. Πηγή της παρηγοριάς του είναι ο Θεός και όχι οι άνθρωποι. Η αληθινή πατρίδα Του είναι η Βασιλεία των Ουράνων και όχι τα επίγεια βασίλεια.

«Ιδε, ο αμνός του Θεού, ο αίρων την αμαρτίαν του κόσμου» ( Ιωάννης 1:29). Αυτή ήταν η πρώτη κραυγή του Αγίου Ιωάννη του Βαπτιστή όταν είδε τον Κύριο. Και, ιδού, τώρα στον Γολγοθά, εκπληρώνεται αυτή η προφητεία. Ιδού, ο αίρων το βαρος των αμαρτιών ολόκληρου του κόσμου, ο αμνός του Θεού ήταν σφαγμένος και άψυχος.

Ω αδελφοί μου, η πολυτίμητη αυτή θυσία προσφέρθηκε και για τις δικές μας αμαρτίες. Το αίμα αυτού του αναμάρτητου και πράου Αμνού προορίστηκε για όλους τους χρόνους και όλες τις γενιές, από τον πρώτο έως τον τελευταίο άνθρωπο στη γη.

Ο Χριστός ένιωσε τον πόνο στον Σταυρό για τις αμαρτίες μας, ακόμη και της σημερινής εποχής. Επίσης έκλαψε στον Κήπο της Γεθσημανή για την κακία μας, τις αδυναμίες μας και την αμαρτωλότητά μας. Προόριζε το αίμα Του για εμάς. Αδελφοί μου, ας μην περιφρονουμε αυτήν την απροσμέτρητα ακριβή τιμή με την οποία έχουμε εξαγοραστεί. Χάριν αυτής της θυσίας του Χριστού, πράγματι, έχουμε αξία ως άνθρωποι! Χωρίς αυτή τη θυσία, ή εαν απορρίψουμε αυτή τη θυσία, η αξία μας, από μόνη της, δεν είναι τίποτα. Είναι σαν τον καπνό χωρίς φλόγα ή σαν σύννεφο χωρίς φως.

Ω Κύριε, ασύγκριτε κατά το μέγα έλεος Σου, ελέησον και ημάς! Αμήν.

Ότι Σοι πρέπει πάσα δόξα, τιμή και προσκύνησις εις τους αιώνας των αιώνων! Αμήν.

ΓΙΑΤΙ Ο ΧΡΙΣΤΟΣ ΔΕΝ ΑΛΛΑΞΕ ΤΟΝ ΙΟΥΔΑ;

 

Αποτέλεσμα εικόνας για tinere minte raul

Αγίου Ιωάννη του Χρυσοστόμου

«Τότε, αφού πήγε στους αρχιερείς ένας από τους δώδεκα, ο Ιούδας ο Ισκαριώτης, είπε, τι θέλετε να μου δώσετε για να σας τον παραδώσω;»[…]

Και ακριβώς όταν η πόρνη μετανοούσε, όταν καταφιλούσε τα πόδια του Κυρίου, τότε πρόδινε το Δάσκαλο ο μαθητής. Γι’ αυτό είπε «τότε», για να μην κατηγορήσεις για αδυναμία το Δάσκαλο, όταν βλέπεις τον μαθητή του να τον προδίνει. Γιατί τόσο μεγάλη ήταν η δύναμη του Δασκάλου, ώστε να πείθει να Τον ακολουθούν ακόμη και οι πόρνες.

Θα αναρωτιόταν όμως κανείς, Εκείνος που είχε τη δύναμη να μεταστρέφει τις πόρνες και να τις κάνει να Τον ακολουθούν, δεν κατάφερε να κερδίσει την αγάπη του μαθητή του; Είχε τη δύναμη να κερδίσει το μαθητή, αλλά δεν επιθυμούσε να τον μεταβάλει αναγκαστικά στο καλό, ούτε με τη βία να τον προσελκύσει κοντά Του. «Τότε, αφού πήγε». Και το «αφού πήγε» αυτό δεν στερείται κάποιας σημασίας. Γιατί δεν κάλεσαν οι αρχιερείς τον Ιούδα, ούτε αναγκάστηκε, ούτε υποχρεώθηκε, αλλά ο ίδιος μόνος του κι ελεύθερα γέννησε την πονηρή αυτή σκέψη κι έβγαλε αυτή την απόφαση, χωρίς να έχει κανέναν σύμβουλο σ’ αυτό το πονηρό του έργο. «Τότε, αφού πήγε… ένας από τους δώδεκα». Τι σημαίνει το «ένας από τους δώδεκα»;

Και αυτός ο λόγος «ένας από τους δώδεκα» δείχνει πως η κατηγορία του Ιούδα είναι πολύ μεγάλη. Γιατί ο Ιησούς είχε και άλλους μαθητές, εβδομήντα συνολικά. Αλλά εκείνοι βρίσκονταν σε δεύτερη θέση και δεν απολάμβαναν τόση τιμή, ούτε είχαν τόση οικειότητα με τον Διδάσκαλο, ούτε γνώριζαν τόσο τα μυστικά Του όσο οι δώδεκα. Αυτοί προπάντων ήταν οι εκλεκτοί, αυτοί αποτελούσαν τον στενό κύκλο του Βασιλιά, αυτοί αποτελούσαν την ομάδα που ήταν κοντά στο Δάσκαλο, και από αυτήν ξεπήδησε ο Ιούδας. Για να μάθεις, λοιπόν, ότι δεν Τον πρόδωσε απλώς κάποιος από τους μαθητές Του, αλλά ένας από τους εκλεκτούς Του, γι’ αυτό αναφέρει ο Ευαγγελιστής το «ένας από τους δώδεκα». Και δε ντρέπεται ο Ματθαίος να το αναφέρει. Αλλά για ποιο λόγο να ντραπεί; Το αναφέρει για να μάθεις πως παντού και πάντα λένε οι Ευαγγελιστές την αλήθεια και δεν αποκρύπτουν τίποτα, ακόμη και αυτά που θεωρούνται αξιοκατάκριτα. Γιατί αυτά που φαίνονται πως είναι αξιοκατάκριτα, αυτά αποδεικνύουν τη φιλανθρωπία του Κυρίου. Ότι δηλαδή προσέφερε τόσα πολλά αγαθά στον προδότη, το ληστή, τον κλέφτη (τον Ιούδα) και συνέχιζε μέχρι την τελευταία στιγμή να τον έχει κοντά Του. Και μάλιστα τον νουθετούσε και τον συμβούλευε και τον φρόντιζε με κάθε τρόπο. Αν εκείνος δεν έδινε σημασία, δεν φταίει ο Κύριος. Και μάρτυρας είναι η πόρνη, και μη πολυπαίρνεις θάρρος προσέχοντας τον Ιούδα. Γιατί και τα δύο αυτά είναι ολέθρια, και το υπέρμετρο θάρρος και η απελπισία (απόγνωση). Γιατί το υπέρμετρο θάρρος κάνει να πέσει κάτω αυτός που στέκεται όρθιος, και η απελπισία εμποδίζει να σηκωθεί αυτός που έχει πέσει. Γι’ αυτό και ο Παύλος συμβούλευε λέγοντας: «Αυτός που νομίζει πως στέκεται, ας προσέχει μην πέσει».

Έχεις τα παραδείγματα και των δύο πως έπεσε δηλαδή ο μαθητής, που νόμιζε πως στεκόταν όρθιος, και πως σηκώθηκε η πόρνη που είχε πέσει. Η σκέψη μας εύκολα παρασύρεται και η θέλησή μας είναι ευμετάβλητη. Γι’ αυτό πρέπει να διαφυλάσσουμε και να οχυρώνουμε τον εαυτό μας από παντού.[…]

«Τι θέλετε να μου δώσετε, κι εγώ θα σας Τον παραδώσω». Πες μου Ιούδα, αυτά σου έμαθε ο Χριστός; Γι’ αυτό το λόγο δεν έλεγε, «μην αποκτήσετε χρυσά νομίσματα, ούτε ασημένια, ούτε χάλκινα που να τα φυλάγετε στις ζώνες σας», θέλοντας να περιορίσει από πιο μπροστά τη φιλαργυρία σου;[…]

«Τι θέλετε να μου δώσετε, κι εγώ θα σας Τον παραδώσω». Πολύ σκληρά είναι τα λόγια αυτά. Πες μου, μπορείς εσύ να παραδώσεις Εκείνον που συγκρατεί τα πάντα, που εξουσιάζει τους δαίμονες, που διατάσσει τη θάλασσα και είναι ο Κύριος όλων όσων υπάρχουν στη φύση; Για να περιορίσει λοιπόν τη παραφροσύνη του και για να δείξει πως αν δεν ήθελε, δεν θα προδιδόταν, άκουσε τι κάνει. Κατά την ώρα ακριβώς της προδοσίας, όταν ήρθαν εναντίον Του κρατώντας ξύλα, λαμπάδες και πυρσούς, τους λέει: «Ποιον ζητάτε;» και δεν γνώριζαν Εκείνον που επρόκειτο να συλλάβουν. Τόσο πολύ έλειπε η δύναμη από τον Ιούδα στο να παραδώσει τον Κύριο, ώστε δεν Τον έβλεπε τη στιγμή που επρόκειτο να Τον παραδώσει, ενώ ήταν παρών, και όλα αυτά τη στιγμή που υπήρχαν τόσες λαμπάδες και τόση φωτοχυσία. Αυτό βέβαια υπαινίχθηκε και ο Ευαγγελιστής λέγοντας ότι είχαν λαμπάδες και πυρσούς και δεν τον έβλεπαν. Και κάθε ημέρα του το υπενθύμιζε και με λόγια και με έργα, ότι δηλαδή δεν θα μπορέσει να Τον προδώσει στα κρυφά. Και μάλιστα δεν του έκανε (ο Κύριος) παρατηρήσεις φανερά μπροστά σε άλλους, για να μην τον κάνει πιο αδιάντροπο, ούτε πάλι αποσιωπούσε τα σφάλματά του, για να μην νομίζει ότι περνούν απαρατήρητα και επιχειρήσει άφοβα την προδοσία, αλλά διαρκώς έλεγε: «Ένας από εσάς θα με παραδώσει», δεν τον φανέρωσε όμως.

Είπε πολλά (ο Κύριος) και για την κόλαση, πολλά και για τη Βασιλεία των ουρανών και απέδειξε τη δύναμη που είχε και για τα δύο, και για να τιμωρεί τους αμαρτωλούς και για να ανταμείβει τους δικαίους. Αλλά εκείνος (ο Ιούδας) όλα αυτά τα περιφρόνησε, ο Θεός όμως δεν τον ανακάλεσε με τη βία από αυτό που αποφάσισε. Επειδή λοιπόν μάς δημιούργησε ελεύθερους να διαλέγουμε τις κακές ή τις ενάρετες πράξεις, επιθυμεί να είμαστε καλοί με τη θέλησή μας. Γι’ αυτό αν εμείς δεν θέλουμε, ούτε μας πιέζει ούτε μας αναγκάζει. Επειδή αυτός που γίνεται με τη βία ενάρετος, δεν είναι δυνατόν να είναι ενάρετος. Αφού λοιπόν κι εκείνος ήταν ελεύθερος να διαλέξει και ήταν σε θέση να μην υποστεί βία για να κλίνει προς τη φιλαργυρία, γι’ αυτό τυφλώθηκε η σκέψη του, πρόδωσε τη σωτηρία του και είπε: «Τι θέλετε να μου δώσετε, κι εγώ θα σας Τον παραδώσω». Επικρίνοντας τη διανοητική του τύφλωση και την αναισθησία, ο Ευαγγελιστής λέει ότι την ώρα που πήγαν να συλλάβουν τον Κύριο, βρισκόταν μαζί τους και ο Ιούδας, εκείνος που είπε «τι θέλετε να μου δώσετε, κι εγώ θα σας Τον παραδώσω». Και όχι μόνο από αυτό είναι δυνατόν να δούμε τη δύναμη του Χριστού, αλλά και απ’ ότι μόλις Εκείνος απλώς μίλησε, απομακρύνθηκαν κι έπεσαν κάτω. Επειδή όμως ούτε μ’ αυτόν τον τρόπο δεν σταμάτησαν το επαίσχυντο έργο τους, παραδίνεται αμέσως σαν να έλεγε: Εγώ έκανα το καθήκον μου, αποκάλυψα τη δύναμή μου και απέδειξα ότι επιχειρείτε πράγματα ακατόρθωτα. Θέλησα να περιορίσω την κακία σας, αλλά επειδή εσείς δεν θελήσατε και επιμένετε στην παραφροσύνη σας, να, σας παραδίνομαι.

Τα ανέφερα όλα αυτά, για να μην κατηγορήσουν μερικοί τον Χριστό, και πουν: γιατί δεν μετέστρεψε τον Ιούδα;

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΙΑΣΩΝΑΣ ΚΑΙ ΣΩΣΙΠΑΤΡΟΣ ΟΙ ΑΠΟΣΤΟΛΟΙ

 



Τη μνήμη των Αγίων Ιάσωνος και Σωσιπάτρου των Αποστόλων τιμά σήμερα, 29 Απεριλίου, η Εκκλησία μας.
Οι Άγιοι Απόστολοι Ιάσων και Σωσίπατρος ανήκουν στη χορεία των Αποστόλων του Κυρίου και κατάγονταν ο μεν Ιάσων από την Ταρσό ή τη Θεσσαλονίκη, κατά το παλαιό χειρόγραφο, όπως σημειώνει ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης, ο δε Σωσίπατρος από την Αχαΐα.
Το όνομα του Ιάσων απαντά σε δύο από τα βιβλία της Καινής Διαθήκης. Στις Πράξεις των Αποστόλων και στην προς Ρωμαίους Επιστολή του Παύλου.
Ο Απόστολος Παύλος, μετά τους Φιλίππους, ήλθε στην Θεσσαλονίκη, όπου δίδαξε επί τρεις εβδομάδες. Η διδασκαλία του επέσυρε το μίσος των Ιουδαίων, οι οποίοι στράφηκαν εναντίον του, παρακινώντας και τους αγοραίους της πόλεως. Επειδή φιλοξενούνταν στο σπίτι του Ιάσονος, οι Ιουδαίοι τον αναζήτησαν εκεί. Δεν τον βρήκαν όμως, γι’ αυτό έσυραν τον Ιάσονα και τους άλλους αδελφούς στους πολιτάρχες, δηλαδή στους δημοτικούς άρχοντες. Στην αφήγηση αυτή των Πράξεων των Αποστόλων αναφέρεται για πρώτη φορά το όνομα του Ιάσονα. Στην προς Ρωμαίους Επιστολή ο Παύλος αναφέρει τον Ιάσονα με εκείνους που απηύθυναν χαιρετισμούς στους παραλήπτες της Επιστολής.
Από την Αγία Γραφή, από την οποία έχουμε τις πρώτες πληροφορίες και συγκεκριμένα στην προς Ρωμαίους Επιστολή, ο Ιάσων και ο Σωσίπατρος χαρακτηρίζονται «συγγενείς» του Αποστόλου Παύλου. Ο χαρακτηρισμός αυτός δημιούργησε ορισμένα ερωτήματα. Κατά πάσα πιθανότητα σημαίνει ότι ο Παύλος και ο Ιάσων ήταν ομότεχνοι, πάντως όχι συγγενείς εξ αίματος. Εν τούτοις, όπως δέχονται οι ερευνητές, ο αναφερόμενος στις Πράξεις των Αποστόλων και στην Επιστολή είναι ένα και το αυτό πρόσωπο.
«Τούτου τού Ιάσονος», λέγει ο ιερός Χρυσόστομος, «καί Λουκάς μέμνηται. Ου γάρ απλώς συγγενήν μέμνηται, ει μή καί τήν ευσέβειαν είεν εοικότως αυτώ». Με το ίδιο πνεύμα ομιλεί και ο Θεοφύλακτος: «Ει μή γάρ τοιούτοι ήσαν, ουκ άν αυτών εμνήσθη». Στο ίδιο συμπέρασμα καταλήγουν ο Θεοδώρητος Κύρου, ο Οικουμένιος και όλοι οι νεότεροι ερμηνευτές. Δέχονται δηλαδή ταυτισμό του Ιάσονος των Πράξεων και της Επιστολής.
Ο Ιάσων φαίνεται ότι διατηρούσε μικρό εργαστήριο υφαντουργίας, στο οποίο ο Παύλος βρήκε εργασία. Αυτό σημαίνει ότι ο συνεργάτης του Αποστόλου ήταν εγκατεστημένος στη Θεσσαλονίκη και ίσως μονίμως. Το Μηναίον της Εκκλησίας φέρει τον Ιάσονα Ταρσέα ως προς την καταγωγή. «Τούτων ο μέν Ιάσων Ταρσεύς ήν, ός καί πρώτος εκείθεν ζωγρείται πρός τήν ευσέβειαν».
Ίσως η άποψη αυτή σχηματίσθηκε από την φράση του Παύλου «οι συγγενείς μου» και κυρίως από παρερμηνεία σχετικής φράσεως των λεγομένων «Πράξεων τών Αγίων», έργο κατά πάσα πιθανότητα του 9ου αιώνα μ.Χ. Οι «Πράξεις τών Αγίων» αναφέρουν ότι ο Ιάσων καταστάθηκε από τον Παύλο, Επίσκοπος Ταρσού. «Εξ αρχής», λέγει το κείμενο των «Πράξεων τών Αγίων», «ομού Ιάσων τής Ταρσού μητρόπολιν κυβερνών εμπεπίστευτο παρά Παύλου ως οικείαν πατρίδα». Αλλά το «οικείαν πατρίδα» δεν αναφέρεται στον Ιάσονα, αλλά στον Ταρσέα Παύλο, που εμπιστεύθηκε την πατρίδα του στον Ιάσονα. Αλλά και αν ακόμη ο Ιάσων καταγόταν από την Ταρσό, δεν θα ήταν Χριστιανός πριν από την εγκατάστασή του στη Θεσσαλονίκη.
Τούτο είναι εύκολο να το ισχυρισθούμε, διότι εάν είχε γνωρίσει την χριστιανική πίστη στην Ταρσό, βρισκόμενος στην Θεσσαλονίκη έπρεπε τουλάχιστον να είχε προλειάνει το έδαφος. Το μόνο βέβαιο είναι ότι ο Ιάσων ζούσε στην Θεσσαλονίκη και ότι έγινε μαθητής του Αποστόλου Παύλου.
Η γνώμη του Holzner ότι ο Απόστολος Παύλος ήλθε από τους Φιλίππους στη Θεσσαλονίκη κομίζοντας Επιστολές προς τον Ιάσονα, συνηγορεί υπέρ της απόψεως εκείνης ότι ο Παύλος δεν γνώριζε τον Ιάσονα και ότι ο Ιάσων γνώρισε τον Χριστιανισμό από τον Παύλο. Ο Απόστολος Παύλος στα πρώτα χρόνια της ιεραποστολικής δράσεώς του, επισκεπτόταν καταρχήν τους Ιουδαίους και έπειτα απευθυνόταν στους Εθνικούς.
Έτσι και στη Θεσσαλονίκη, όπως είναι γνωστό, πρώτα επισκέφθηκε τη συναγωγή, όπου και μίλησε. Πολλοί από τους ερμηνευτές ισχυρίζονται ότι ο Ιάσων ήταν Ιουδαίος. Το όνομα Ιάσων ήταν συνηθισμένο στους Έλληνες, το έπαιρναν όμως και πολλοί Ελληνιστές Ιουδαίοι. Η πληροφορία του Δωροθέου Τύρου, ότι ο Ιάσων ήταν ένας από τους Εβδομήκοντα Μαθητές του Κυρίου έχει αποκρουσθεί.
Η δράση του Ιάσονος, αρχίζει αμέσως μετά την μεταστροφή του στον Χριστό. Φιλοξενεί τον Παύλο στο σπίτι του, προσφέρει στον δάσκαλο και στους πρώτους Χριστιανούς τη βοήθειά του, διαθέτει το ίδιο του το σπίτι για τις συνάξεις και υφίσταται διώξεις χάρη του Ευαγγελίου. Η αναζήτηση του Παύλου από τους Ιουδαίους και η σύλληψη του Ιάσονος στη Θεσσαλονίκη ήταν πράξη ανεύθυνη.
Αν πράγματι οι κατηγορίες ότι ενεργούσε κατά του Καίσαρος ήταν επιβεβαιωμένες, τότε έπρεπε να γίνει έρευνα όχι από τον όχλο, αλλά από τις αρχές. Οι πολιτάρχες, ύστερα από εξέταση στην οποία υπέβαλαν τον Ιάσονα και τους αδελφούς, τους άφησαν ελεύθερους και τους διαβεβαίωσαν ότι δεν επρόκειτο να ενοχληθούν. Παρόλα αυτά, η θέση του Ιάσονος δεν έπαυσε να είναι επισφαλής.
Όλα αυτά αποτελούν προοίμιο άλλων διώξεων που επρόκειτο να υποστεί ο Ιάσων. Ο ιερός Χρυσόστομος, επαινώντας τον Απόστολο Ιάσονα, τον χαρακτηρίζει θαυμαστό: «Θαυμαστός ο ανήρ εις κινδύνους εαυτόν εκδούς καί εκπέμψας αυτούς».
Μετά τα συμβάντα στη Θεσσαλονίκη, ο Παύλος αναχωρεί γρήγορα για την Βέροια. «Οι δέ αδελφοί διά νυκτός εξέπεμψαν τόν τε Παύλον καί Σίλαν εις Βέροιαν». Πρωτοστάτης για τη φυγάδευση του διδασκάλου τους ήταν ο Ιάσων, ο οποίος έμεινε στη Θεσσαλονίκη διοργανώνοντας την πρώτη Εκκλησία.
Όταν οι Απόστολοι Τιμόθεος και Σίλας πήγαν στην Κόρινθο, ο Ιάσων τους έδωσε χρήματα για τον Παύλο. Και όταν ο Απόστολος Παύλος έγραφε την προς Ρωμαίους Επιστολή, ο Ιάσων ήταν στην Κόρινθο και απηύθυνε χαιρετισμούς στους Χριστιανούς της κοινότητος της Ρώμης.
Μια παράδοση φέρει τον Απόστολο Ιάσονα Επίσκοπο της γενέτειρας του διδασκάλου του, τον δε Απόστολο Σωσίπατρο Επίσκοπο Ικονίου. Άλλη πάλι παράδοση, την οποία όμως αποκρούουν οι ερμηνευτές, θέλει τον Ιάσονα Επίσκοπο Ικονίου. Τόσο ο Ιάσων όσο και ο Σωσίπατρος ήλθαν στην Κέρκυρα, όπου ανέπτυξαν πλούσια δράση.
Και οι δύο συνεργάτες του Αποστόλου Παύλου, εξαιτίας της ιεραποστολικής τους δραστηριότητας, συκοφαντήθηκαν, συνελήφθησαν και ρίχθηκαν στη φυλακή από τον ηγεμόνα Κερκυλλίνο. Στην φυλακή μετέστρεψαν επτά ληστές στον Χριστό, οι οποίοι αργότερα μαρτύρησαν για την πίστη τους και το δεσμοφύλακα Αντώνιο. Οι δύο Απόστολοι παραδόθηκαν από τον ηγεμόνα στον έπαρχο Καπριανό, ο οποίος μην μπορώντας να τους μεταπείσει, τους έριξε στην φυλακή.
Τα βασανιστήρια που υπέστησαν από τον έπαρχο οι δύο Απόστολοι, συγκίνησαν την θυγατέρα του ηγεμόνος, Κέρκυρα, η οποία ασπάσθηκε τον Χριστιανισμό. Οι δύο Απόστολοι ρίχθηκαν σε ένα σιδερένιο καζάνι, όπου υπήρχε πίσσα και ρητίνη. Ο Ιάσων εξήλθε αβλαβής, ενώ ο Σωσίπατρος πέθανε. Από τη δοκιμασία αυτή των δύο Αποστόλων, ο ηγεμόνας μετανόησε, κατηχήθηκε, βαπτίσθηκε και μετονομάσθηκε Σεβαστιανός.
Ο Απόστολος Ιάσων, όπως αναφέρουν οι «Πράξεις τών Αγίων», έζησε μέχρι τα βαθειά γεράματα, διακονώντας την Εκκλησία της Κέρκυρας και χτίζοντας ναούς. Οι Κερκυραίοι για την προσφορά των δύο Αποστόλων, τους ευλαβούνται και προς τιμήν τους υπάρχει περικαλλής ναός, που θεωρείται ο αρχαιότερος στην πόλη.
Οι τίμιες κάρες των Αγίων Αποστόλων Ιάσονος και Σωσιπάτρου φυλάσσονται με ευλάβεια στην ιερά μονή Οσίου Λουκά Βοιωτίας.
Απολυτίκιο:
Ήχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.
Δυάς η ομότροπος, των Αποστόλων Χριστού, Ιάσων ο ένδοξος, Σωσίπατρος ο κλεινός, συμφώνως τιμάσθωσαν ούτοι γαρ δεδειγμένοι, τον της χάριτος λόγον, ηύγασαν εν Κερκύρα, ευσεβείας το φέγγος, πρεσβεύοντες τω Κυρίω, υπέρ των ψυχών ημών.

ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΜΠΤΗ-Ο ΜΥΣΤΙΚΟΣ ΔΕΙΠΝΟΣ

 


: Κατά τη επιτελούμε ανάμνηση: Της νίψεως των ποδών των Αποστόλων υπό του Κυρίου, Του Μυστικού Δείπνου, δηλαδή της παραδόσεως σ’ εμάς υπό του Κυρίου του Μυστηρίου της θείας Ευχαριστίας, της θαυμαστής προσευχής του Κυρίου προς τον Πατέρα Του και της προδοσίας του Κυρίου υπό του Ιούδα.
 Εκείνο το βράδυ της Πέμπτης, πριν ν’ αρχίσει το δείπνο ο Ιησούς σηκώνεται από το τραπέζι, αφήνει κάτω τα ιμάτιά του, βάζει νερό στο νιπτήρα και τα κάνει όλα μόνος Του, πλένοντας τα πόδια των Μαθητών Του. Με τον τρόπο αυτό θέλει να δείξει σ’ όλους ότι δεν πρέπει να επιζητούμε τα πρωτεία. Μετά τη νίψη των ποδιών λέγει: «όποιος θέλει να είναι πρώτος, να είναι τελευταίος απ’ όλους».
Πρώτα πήγε στον Ιούδα και μετά στό Πέτρο, ο οποίος ήταν ο πιο ορμητικός απ’ όλους και στην αρχή σταματάει το Διδάσκαλο, αλλά ύστερα όταν τον έλεγξε, υποχωρεί με τη καρδιά του. Αφού έπλυνε τα πόδια όλων, πήρε τα ιμάτιά Του και ξανακάθησε.
Άρχισε κατόπιν να τους νουθετεί να αγαπούν ο ένας τον άλλον και να μη επιζητούν το ποιός θα είναι πρώτος. Στη συνέχεια τους μίλησε για την προδοσία και επειδή θορυβήθηκαν, στρέφεται με ήρεμο τρόπο στον Ιωάννη και τον υπέδειξε.
Κατόπιν πήρε ψωμί στα χέρια Του και είπε: «Λάβετε φάγετε». Το ίδιο έκανε και με το ποτήρι του κρασιού λέγοντας: «Πιέστε απ’ αυτό όλοι, γιατί αυτό είναι το αίμα Μου, της νέας Συμφωνίας. Αυτό να κάνετε για να Με θυμάστε». Μετά από αυτή τη στιγμή ο Ιούδας, μόλις έφαγε τον άρτο έφυγε και συμφώνησε με τους αρχιερείς να τους Τον παραδώσει.
Μετά το δείπνο βγήκαν όλοι στο όρος των Ελαιών, όπου ο Χριστός τους δίδαξε τα ανήκουστα και τελευταία μαθήματα και αρχίζει να λυπάται και να ανυπομονεί. Αναχωρεό μόνος Του και, γονατίζοντας, προσεύχεται εκτενώς. Από την πολλή αγωνία γίνεται ο ιδρώτας Του σαν σταγόνες πηχτού αίματος, οι οποίες έπεφταν στη γη. Μόλις συμπληρώνει την εναγώνια εκείνη προσευχή, φθάνει ο Ιούδας με ένοπλους στρατιώτες και πολύ όχλο και αφού χαιρετάει και φιλάει πονηρά το δάσκαλό Του, Τον παραδίδει.
Συλλαμβάνεται λοιπόν ο Ιησούς και τον φέρνουν δέσμιο στους Αρχιερείς Άννα και Καϊάφα. Οι μαθητές σκορπίζονται και ο θερμότερος των άλλων ο Πέτρος τον ακολούθησε ως την αρχιερατική αυλή και αρνείται και αυτός ότι είναι μαθητής Του.
Εν τω μεταξύ ο θείος διδάσκαλος παρουσιάζεται μπροστά στο παράνομο συνέδριο, εξετάζεται για τους μαθητές και τη διδασκαλία Του, εξορκίζεται στο Θεό για να πεί εάν Αυτός είναι πράγματι ο Χριστός και αφού είπε την αλήθεια, κρίνεται ως ένοχος θανάτου, επειδή τάχα βλασφήμησε. Από ‘κει και πέρα τον φτύνουν στο πρόσωπο, τον χτυπάνε, τον εμπαίζουν με κάθε τρόπο κατά τη διάρκεια όλης της νύχτας, ως το πρωϊ.
Απολυτίκιον:
Ήχος πλ. δ’.
Ότε οι ένδοξοι Μαθηταί, εν τω νιπτήρι του Δείπνου εφωτίζοντο, τότε Ιούδας ο δυσσεβής, φιλαργυρίαν νοσήσας εσκοτίζετο, και ανόμοις κριταίς, σε τον δίκαιον Κριτήν παραδίδωσι. Βλέπε χρημάτων εραστά, τον διά ταύτα αγχόνη χρησάμενον, φεύγε ακόρεστον ψυχήν την Διδασκάλω τοιαύτα τολμήσασαν. Ο περί πάντας αγαθός, Κύριε δόξα σοι.

Τετάρτη 28 Απριλίου 2021

ΑΠΟΔΕΙΞΗ ΤΗΣ ΑΓΑΠΗΣ ΣΟΥ ΠΡΟΣ ΑΥΤΟΝ ΕΙΝΑΙ Η ΤΗΡΗΣΗ ΤΩΝ ΕΝΤΟΛΩΝ ΤΟΥ

 Αγάπη προς τον Κύριο (Αγ. Δημήτριος του Ροστώφ)

Άγιος Δημήτριος του Ροστώφ

«Ωσαννά, ευλογημένος ο ερχόμενος» (Ιω. 12. 13) κράζει, πληγωμένη από θείο πόθο και θεία αγάπη, κάθε ψυχή που ποθεί την ένωσή της με τον Νυμφίο Χριστό.

Και Τον καλεί ακατάπαυστα, στολίζοντας τη λαμπάδα της με τις αρετές. Καμμιά προκοπή δεν θα κάνει η ψυχή που αγωνίζεται στο πνευματικό στάδιο, αν δεν φλέγεται από αγάπη στον Κύριο Ιησού.

Για να μπορείς νύχτα και μέρα ν’ ακολουθείς με ζήλο τα ίχνη του Ιησού, για να ενωθείς μυστικά μαζί Του, πρέπει και η δική σου καρδιά να είναι πληγωμένη από τη θεία αγάπη. Προσκολλήσου στον Κύριο με πάθος, για ν’ απελευθερωθείς από τα πάθη, να λυτρωθείς από τις πτώσεις, να βρεις έλεος για τις αμαρτίες σου, όπως βρήκε και η αμαρτωλή εκείνη γυναίκα του Ευαγγελίου: «ότι ηγάπησε πολύ» (Λουκ. 7, 47). Πρέπει όμως να φλέγεσαι και να λιώνεις από θείο πόθο και να προσθέτεις κάθε μέρα αγάπη στην αγάπη, ζήλο στον ζήλο, φλόγα στη φλόγα.

Τα ξύλα που προσθέτεις στη φωτιά αυξάνουν τη φλόγα της. Έτσι και η συχνή προσευχή αυξάνει τη φλόγα της αγάπης στον Θεό και διεγείρει στην καρδιά τον θείο έρωτα. Και όταν η καρδιά φλογισθεί, θερμαίνει και φωτίζει όλο τον έσω άνθρωπο· τον διδάσκει τα μυστικά της σοφίας και τα άγνωστα μυστήρια του Θεού τον μετατρέπει σε πύρινο Σεραφείμ. Και τότε, παρίσταται πλέον διαρκώς εν πνεύματι ενώπιον του Θεού.

Αναζήτησε λοιπόν τον Κύριο ακατάπαυστα και επίμονα. «Ο ζητών ευρίσκει και τω κρούοντι ανοιγήσεται» (Ματθ. 7. 8). Όταν Τον βρεις και Τον ενθρονίσεις στην καρδιά σου, θα πληρωθείς απ’ όλα τα αγαθά. «Οι εκζητώντες τον Κύριον ουκ ελαττωθήσονται παντός αγαθού».

Κάθε πλούτος του παρόντος κόσμου είναι μάταιος. Κάθε ηδονή ανούσια. Κάθε δόξα, ψέμμα και απάτη. Ένα μόνο πράγμα δεν έχει ούτε σκιά ματαιότητος ή απάτης ή ψεύδους: η αγάπη και η ένωσις της νύμφης ψυχής με τον Νυμφίο Χριστό. Μόνο αυτή παραμένει στον αιώνα. Ας είναι για σένα παντοτεινή χαρά και αδιάκοπο πανηγύρι η θεία αγάπη Του και η παρουσία Του στη ζωή σου και στο βασίλειο της καρδιάς σου. Τίποτε καλύτερο και τιμιότερο και ενδοξότερο απ’ αυτό δεν θα βρεις ούτε στη γη ούτε στον ουρανό. Καμμιά γήινη απόλαυσις και κανένας ανθρώπινος έρωτας δεν δίνουν στην ψυχή τόσο απόλυτη και ατελεύτητη παρηγοριά, ευφροσύνη και χαρά, όσο ο έρωτας του Θεού, η αγάπη προς τον Κύριο.
Αγάπησε, αγάπησε τον Κύριο!
Και μην ξεχνάς ποτέ:

Απόδειξις της αγάπης σου προς Αυτόν είναι η τήρησις των εντολών Του.

Αρχή της αγάπης σου είναι η τελωνική ταπείνωσις.

Πλήρωμα της αγάπης σου είναι η νίκη κατά των δαιμονικών παθών και η κάθαρσις της καρδιάς σου.
    
Αποτέλεσμα της αγάπης σου είναι η κατοίκησις στην καρδιά σου Εκείνου που είπε· «Μακάριοι οι καθαροί τη καρδία, ότι αυτοί τον Θεόν όψονται» (Ματθ. 5. 8).

Αυτώ η δόξα εις τους αιώνας. Αμήν.


ΤΟ ΑΓΙΟ ΕΥΧΕΛΑΙΟ

 Î£Ï‡ÎµÏ„ική εικόνα

Το απόγευμα της Μεγάλης Τετάρτης τελείται το μυστήριο του Μεγάλου Ευχελαίου.Κατά τη διάρκεια του, διαβάζονται επτά Ευαγγέλια και επτά Ευχές. Με αυτό τον τρόπο ευλογείται το λάδι με το οποίο ο ιερέας «σταυρώνει» τους πιστούς στο μέτωπο, στο πιγούνι, στα μάγουλα και στις παλάμες.
Η θεία σύσταση του Μυστηρίου αυτού αναφέρεται από τον Αδελφόθεο Ιάκωβο: «Εάν κάποιος από σας είναι άρρωστος, ας προσκαλέσει τους πρεσβυτέρους της Εκκλησίας και ας προσευχηθούν γι’ αυτόν, αφού τον αλείψουν με έλαιο στο όνομα του Κυρίου. Και η προσευχή που γίνεται με πίστη, θα θεραπεύσει τον ασθενή. Ο Κύριος θα τον σηκώσει από το κρεβάτι της αρρώστιας, και αν έχει κάνει αμαρτίες θα του συγχωρηθούν».
Ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης αναφερόμενος στους λόγους του Αδελφόθεου, γράφει ότι «η αποστολική διδασκαλία, αποδεικνύεται δια των πραγμάτων αληθινή. Επειδή όταν μαζευτούν οι άγιοι ιερείς… και τελέσουν το ιεροπρεπέστατο μυστήριο του θείου Ευχελαίου, βλέπουμε φανερά πολλούς ασθενείς ή να μεταβάλλονται προς το καλύτερο ή και τελείως να θεραπεύονται. Πρώτον μεν δια της επικλήσεως του ονόματος του Κυρίου και της θείας του Χρίστου και παντοδυνάμου Χάριτος. Δεύτερον δια της χρίσεως του πνευματικού ελαίου και τρίτον δια της θερμής και πιστής προσευχής των ιερωτάτων ανδρών. Ώστε από τούτο κινούμεθα να στοχαστούμε ως αληθές και εκείνο όπου λέγει ακολούθως ο μέγας Αδελφόθεος, ότι και αι αμαρτίαι όπου έπραξεν ο ασθενών συγχωρούνται παρά Κυρίου δια της δεήσεως των αγίων ιερέων και αρχιερέων Του».
Η πρωταρχική σημασία του αγίου Ευχελαίου είναι η προσευχή των ιερέων για τους ασθενείς αδελφούς μας.
Μαζί με τη θεραπεία του σώματος δίνεται από την Εκκλησία και η άφεση των αμαρτιών.
Αυτό δεν σημαίνει βέβαια ότι το Ευχέλαιο αντικαθιστά την ιερά Εξομολόγηση. Αλλά επειδή πολλές φορές μία σωματική ασθένεια είναι συνέπεια μιας αμαρτίας, ο Χριστός συνέδεσε την άφεση των αμαρτιών με τη θεραπεία του σώματος. Το βλέπουμε αυτό και στη περίπτωση των Μαθητών του Χριστού. Όταν τους εξέλεξε ο Κύριος και τους έστειλε στο κήρυγμα, κήρυτταν ότι πρέπει να μετανοήσουν οι άνθρωποι· έβγαζαν δαιμόνια και άλειφαν τους αρρώστους με λάδι και τους θεράπευαν.
Η άφεση των αμαρτιών που λαμβάνουμε με το ιερό Ευχέλαιο προϋποθέτει τη μετάνοια μας και την τέλεση του μυστηρίου της Εξομολογήσεως. Αυτός είναι ο λόγος που γίνεται το μυστήριο του Ευχελαίου στο Ναό για όλους τους πιστούς κατά τη Μεγάλη Τετάρτη και τη παραμονή των Χριστουγέννων, ημέρες κατά τις οποίες οι πιστοί έχουν προετοιμαστεί με την Εξομολόγηση για τη συμμετοχή τους στην θεία Κοινωνία.
Κατά την τέλεση του μυστηρίου του Ευχελαίου διαβάζεται ένας Κανόνας, ψάλλονται αρκετά τροπάρια διαφόρων Αγίων και κατόπιν διαβάζονται επτά Αποστολικές και επτά Ευαγγελικές περικοπές. Ακολουθεί η ανάγνωση επτά Ευχών. Όλη αυτή η θαυμάσια ιερολογία εκφράζει την φιλανθρωπία και το έλεος του Κυρίου που προσφέρεται αφθονοπάροχα στους ασθενείς αδελφούς μας.
Στην πρώτη από τις Ευχές ο λειτουργός παρακαλεί τον Κύριο: «Ας γίνει, Κύριε, το έλαιο τούτο έλαιο αγαλλιάσεως, έλαιο αγιασμού, ένδυμα βασιλικό, θώρακας δυνάμεως, αγαλλίαμα καρδίας, ευφροσύνη αιώνια». Σε άλλη πάλι Ευχή παρακαλούμε το Κύριο να ενώσει το έλεός Του με το άγιο έλαιο, και σε όσους χρίονται από αυτό, να είναι για τη θεραπεία της ψυχής και του σώματός τους. Λέει ο λειτουργός: «Κύριε, στείλε από τον ουρανό την ιατρική σου δύναμη. Ακούμπησε το άρρωστο σώμα, σβήσε τον πυρετό. Γίνε γιατρός του δούλου Σου. Σήκωσε τον από το κρεβάτι του πόνου και χάρισε τον στην Εκκλησία σου σώο και υγιή».
Όπως είπαμε, η συμμετοχή του πιστοί στο Ευχέλαιο γίνεται με την προσευχή του και με τη χρίση που του κάνει ο ιερέας με το άγιο έλαιο. Καθώς τον χρίει, παρακαλεί το Θεό: «Πάτερ άγιε, ιατρέ των ψυχών και των σωμάτων, Σι που έστειλες το Μονογενή σου Υιό, για να θεραπεύσει κάθε αρρώστια και να λυτρώσει από το θάνατο, θεράπευσε και αυτόν το δούλο Σου από την ψυχική και σωματική αρρώστια που τον κατέχει και ζωοποίησέ τον με τη χάρη του Χριστού».
Πρέπει βέβαια να γνωρίζουμε ότι μετά από την τέλεση του Ευχελαίου δεν ακολουθεί πάντοτε η θεραπεία του ασθενούντος. Εάν θα δοθεί η θεραπεία από το Χριστό, αυτό θα το κρίνει ο Ίδιος. Ασφαλώς όμως το Μυστήριο, με τη χάρη του Κυρίου, δίνει ουράνια παρηγοριά στον ασθενή, για να μπορέσει αυτός να δεχτεί την αρρώστια με υπομονή.
Κάθε φορά που αντιμετωπίζουμε μία αρρώστια ψυχική ή πνευματική, ο Χριστός μας καλεί να προσέλθουμε σ’ Αυτόν, που είναι ο φιλάνθρωπος ιατρός των ψυχών και των σωμάτων, να ζητήσουμε το έλεος Του για τη θεραπεία μας και να εμπιστευθούμε στην αγάπη Του ότι θα μας δώσει τα καλά και συμφέροντα για τη ψυχή μας.
Εάν προσερχόμαστε στο Κύριο μ’ αυτή τη πίστη, τότε το ιερό Ευχέλαιο, θα γίνει η σωτηρία μας. Ο Κύριος θα μας αναστήσει και θα μας κροτήσει κοντά Του για πάντα. Αμήν.
Ιερομ. Γρηγορίου

ΜΕ ΑΝΥΠΟΛΟΓΙΣΤΗ ΑΞΙΑ ΤΙΜΗΣΕ Ο ΘΕΟΣ ΤΟΝ ΑΝΘΡΩΠΟ

 

π. Συμεών Κραγιόπουλος (†)

Ακόμη μία φορά, καθώς υπάρχουμε σ’ αυτόν τον κόσμο, έχουμε την ευκαιρία να εισέλθουμε στην αγία και Μεγάλη Εβδομάδα και να αξιωθούμε να ακούσουμε όλα αυτά τα οποία ψάλλει η Εκκλησία μας όλες αυτές τις ημέρες και να ζήσουμε ό,τι μπορέσουμε περισσότερο απ’ όλα αυτά.

Θαυμάζουμε από το ένα μέρος αυτό το οποίο κάνει ο Θεός, αυτό το οποίο είναι ο Θεός, αυτό το οποίο προβάλλεται αυτές τις ημέρες μπροστά μας και μέσα μας. Αλλά θαυμάζει κανείς επίσης την μεγάλη αξία που έχει ο άνθρωπος, πόση αξία έδωσε ο Θεός στον άνθρωπο. Μπορούμε νομίζω να δούμε όσο γίνεται καλύτερα την αξία αυτή που έχει ο άνθρωπος, όχι τόσο βλέποντας αυτόν καθεαυτόν τον άνθρωπο, όσο βλέποντας και παρατηρώντας αυτό το οποίο έκανε και κάνει ο Θεός για τον άνθρωπο.

Αν δεν είχε αξία ο άνθρωπος, αν δεν άξιζε να σωθεί ο άνθρωπος, αν δεν άξιζε να υπάρχει αιώνια ο άνθρωπος και να είναι αυτό που θέλει ο Θεός, θα τα έκανε όλα αυτά ο Θεός για τον άνθρωπο; Μεγάλη, μεγάλη, πολύ μεγάλη η αξία του! Και όπως είπαμε, θαυμάζει κανείς το ένα, θαυμάζει και το άλλο, θαυμάζοντας το ένα βλέπει το άλλο· κατανοεί το άλλο, μυείται στο όλο μυστήριο.

Όπως είναι ενδεχόμενο μέσα σ’ έναν βούρκο να διακρίνει κανείς κομμάτια χρυσού και, όσο και αν ο βούρκος, η ακαθαρσία σκεπάζει τον χρυσό και, ας πούμε, τον καλύπτει, αλλά και επιπλέον κάνει τον χρυσό να αναδίδει και κακοσμία, λίγο να σκύψεις εκεί, να σκαλίσεις, όπως και αν έχει το πράγμα, θα διακρίνεις ότι υπάρχει χρυσός, ο οποίος χρυσός απλώς είναι μέσα στην ακαθαρσία, απλώς είναι μέσα στον βούρκο. Είναι χρυσός όμως, όπως και να έχει.

Έτσι, λοιπόν, αυτόν τον καιρό τον τελευταίο, όλες τις προηγούμενες ημέρες, καθώς ερχόταν η κάθε μια ψυχή, όλες οι ψυχές που έστειλε ο Θεός, διέκρινε κανείς στην κάθε μια ψυχή αυτό το χρυσάφι, με το οποίο, βέβαια, δεν μπορεί να συγκριθεί το γνωστό και συνηθισμένο, ας πούμε, χρυσάφι, το γνωστό μέταλλο. Είναι τέτοιας ποιότητος το χρυσάφι, η ψυχή, που όπως είπε ο Κύριος: «Τι ωφελήσει τον άνθρωπον, εάν κερδήση τον κόσμον όλον και ζημιωθή την ψυχήν αυτού; ή τι δώσει άνθρωπος αντάλλαγμα της ψυχής αυτού;» (Μαρκ. 8:36-37) Μεγάλη αξία έχει ο άνθρωπος και την βλέπει κανείς αυτή την αξία, καθώς προσπαθεί να βοηθήσει την κάθε μια ψυχή να βγει από την αμαρτία, να βγει από τον βούρκο, να λυτρωθεί, να ελευθερωθεί.

Αυτόν τον άνθρωπο, αυτή την ψυχή έρχεται ο Κύριος –που τη γνωρίζει καλύτερα από τον καθένα μας, γνωρίζει ο Κύριος τι είναι ο άνθρωπος, τι αξία έχει ο άνθρωπος, τι αξία έχει η ψυχή, τι σημαίνει να σωθεί κανείς– έρχεται να κάνει και έκανε ο Κύριος όλα αυτά που γνωρίζουμε και που τα έχουμε τώρα την Μεγάλη Εβδομάδα έτσι συμπυκνωμένα.

Τι άλλο θέλει κανείς αυτές τις ημέρες παρά με όλη του την καρδιά και με όλη του τη διάθεση, συνειδητά και αγαπητικά, διότι εξακολουθεί να έχει λογική και να έχει αισθήματα, με όλη του την καρδιά κανείς, με όλη του την ψυχή να ακολουθήσει τον Κύριο.

Ο Κύριος είναι η οδός, ο Κύριος είναι η ζωή, ο Κύριος είναι η αλήθεια· (Ιω. 14:6) ο Κύριος είναι το παν. Ο Κύριος σώζει τον άνθρωπο από την καταστροφή που φέρνει η αμαρτία και τελικά διασώζεται ο άνθρωπος θεούμενος. Και συνειδητοποιεί ο άνθρωπος όχι μόνο την μεγάλη αξία που έχει, που είναι κατ’ εικόνα Θεού, αλλά και γίνεται όμοιος με τον Θεό.

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΕΝΝΕΑ ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΕΝ ΚΥΖΙΚΩ

 



Τη μνήμη των Αγίων Εννέα Μαρτύρων εν Κυζίκω τιμά σήμερα, 28 Απριλίου, η Εκκλησία μας.
Οι Άγιοι εννέα μάρτυρες της Κυζίκου δηλ. ο Θεόγνις, ο Ρούφος, ο Αντίπατρος, ο Θεόστιχος, ο Αρτεμάς, ο Μάγνος, ο Θεόδουλος, ο Θαυμάσιος και ο Φιλήμονας καταγόταν από διάφορους τόπους.
Συνελήφθησαν όμως όλοι μαζί στη Κύζικο την περίοδο των διωγμών. Όταν οδηγήθηκαν μπροστά στον τοπικό άρχοντα επέδειξαν θαυμαστή γενναιότητα και υπερασπίσθηκαν με παρρησία και θάρρος την πίστη τους.
Για το λόγο αυτό και για να καμφθεί το σθένος τους ρίχθηκαν στη φυλακή.
Εκεί χωρίς νερό και ψωμί προσευχόταν και δοξολογούσαν τον Κύριό τους ο οποίος τούς αξίωσε να υποφέρουν για Εκείνον και ο ένας έδινε θάρρος στον άλλον.
Όταν ο άρχοντας από τη φυλακή και τούς ρώτησε για τελευταία φορά αν επιμένουν να πιστεύουν στο Χριστό όλοι «εν ενί στόματι και μία καρδία» του απάντησαν ότι προτιμούν το μαρτύριο από το να αρνηθούν τον Πλάστη και Δημιουργό και Σωτήρα του κόσμου.
Έξαλλος από οργή ο άρχοντας διέταξε αμέσως τον αποκεφαλισμό τους χαρίζοντάς τους την ουράνια δόξα.
Απολυτίκιο:
Ήχος γ’. Θείας πίστεως.
Θείας πίστεως, τη συμφωνία, εννεάριθμος, Μαρτύρων δήμος, εν Κυζίκω ιερώς ηνδραγάθησε, τον γαρ Υπέρθεον Λόγον κηρύξαντες, υπέρ αυτού ως αμνοί σφαγιάζονται, όθεν άφεσιν, αιτούνται ημίν και έλεος, τοις μέλπουσιν αυτών την θείαν άθλησιν.

MEΓΑΛΗ ΤΕΤΑΡΤΗ-ΤΗΣ ΑΛΕΙΨΑΣΗΣ ΤΟΝ ΚΥΡΙΟΝ ΜΥΡΩ

 



– Γυνή, βαλούσα σώματι Χριστού μύρον, Την Νικοδήμου προύλαβε σμυρναλόην.

Κατά την Μεγάλη Τετάρτη επιτελούμε ανάμνηση του γεγονότος της αλείψεως του Κυρίου με μύρο από μια πόρνη γυναίκα. Επίσης φέρεται στη μνήμη μας, η σύγκλιση του Συνεδρίου των Ιουδαίων, του ανωτάτου δηλαδή Δικαστηρίου τους, προς λήψη καταδικαστικής αποφάσεως του Κυρίου, καθώς και τα σχέδια του Ιούδα για προδοσία του Διδασκάλου του.

 Δύο μέρες πριν το Πάσχα, καθώς ο Κύριος ανέβαινε προς τα Ιεροσόλυμα, κι ενώ βρισκόταν στο σπίτι στου λεπρού Σίμωνα, τον πλησίασε μια πόρνη γυναίκα κι άλειψε το κεφάλι Του με πολύτιμο μύρο. Η τιμή του ήταν γύρω στα τριακόσια δηνάρια, πολύτιμο άρωμα και γι’ αυτό οι μαθητές την επέκριναν και περισσότερο απ’ όλους ο Ιούδας.
Γνώριζαν οι μαθητές καλά πόσο μεγάλο ζήλο έδειχνε πάντοτε ο Χριστός για την ελεημοσύνη προς τους φτωχούς. Ο Χριστός όμως την υπερασπίσθηκε, για να μην αποτραπεί απ’ το καλό της σκοπό. Ανέφερε μάλιστα και τον ενταφιασμό Του, προσπαθώντας να αποτρέψει τον Ιούδα από τη προδοσία, αλλά μάταια. Τότε απέδωσε στη γυναίκα την μεγάλη τιμή να διακηρύσσεται το ενάρετο έργο της σε ολόκληρο την οικουμένη.
Ο Ιερός Χρυσόστομος υποστηρίζει ότι δύο ήταν οι γυναίκες που άλειψαν με μύρο τον Κύριο. Οι τρεις πρώτοι Ευαγγελιστές αναφέρουν μια και την ίδια γυναίκα, που πήρε την ονομασία πόρνη. Ο Ευαγγελιστής Ιωάννης όμως κάνει λόγο για άλλη γυναίκα, αξιοθαύμαστη και σεμνή, τη Μαρία την αδελφή του Λαζάρου, που άλειψε τα άχραντα πόδια Του σκουπίζοντας τα με τις τρίχες των μαλλιών της.
Απολυτίκιον:
Ήχος πλ. δ’.
Ιδού ο Νυμφίος έρχεται εν τω μέσω της νυκτός, και μακάριος ο δούλος, ον ευρήσει γρηγορούντα, ανάξιος δε πάλιν, ον ευρήσει ραθυμούντα. Βλέπε ούν ψυχή μου, μη τω ύπνω κατενεχθής, ίνα μη τω θανάτω παραδοθής, και της βασιλείας έξω κλεισθής, αλλά ανάνηψον κράζουσα· Άγιος, Άγιος, Άγιος ει ο Θεός, διά της Θεοτόκου ελέησον ημάς.

Τρίτη 27 Απριλίου 2021

ΜΗ ΜΕΙΝΩΜΕΝ ΕΞΩ ΤΟΥ ΝΥΜΦΩΝΟΣ ΧΡΙΣΤΟΥ!

 



«Τήν ὥραν, ψυχή, τοῦ τέλους ἐννοήσασα, καί τήν ἐκκοπήν τῆς συκῆς δειλιάσασα, τό δοθέν σοι τάλαντον φιλοπόνως ἔργασαι, ταλαίπωρε, γρηγοροῦσα καί κράζουσα. Μή μείνωμεν ἔξω τοῦ νυμφῶνος Χριστοῦ».

1. Τό παραπάνω κοντάκιο τῆς Μ. Τρίτης σέ λίγες γραμμές μᾶς θέτει στήν πορεία τῆς ἀληθινῆς ἐν Χριστῷ ζωῆς. «Μή μείνωμεν ἔξω τοῦ νυμφῶνος Χριστοῦ»: μᾶς καλεῖ ὁ ὑμνογράφος, δηλαδή ἡ ᾽Εκκλησία μας, νά μή μείνουμε ἔξω ἀπό τό νυμφώνα τοῦ Χριστοῦ. Ποιός εἶναι ὁ νυμφώνας; Μά ὁ ἴδιος ὁ Χριστός καί ἡ σχέση μας μαζί Του. ᾽Εκεῖνος εἶναι ὁ νυμφίος καί ὁ κάθε πιστός ἡ νύμφη ψυχή. Σκοπός μας εἶναι ἀκριβῶς νά παραμένουμε πάντοτε ἑνωμένοι μαζί Του, ὅπως συμβαίνει στή σχέση τοῦ νυμφίου μέ τή νύμφη. Αὐτό συνιστᾶ καί τόν Παράδεισο καί τή Βασιλεία τοῦ Θεοῦ. Γι᾽ αὐτό ἄλλωστε καί ἦλθε καί ἔγινε ἄνθρωπος: νά μᾶς παραλάβει καί νά μᾶς ἐνσωματώσει στό ἅγιο Σῶμα Του, τήν ᾽Εκκλησία. Νά μᾶς κάνει κλαδιά στό δέντρο πού εἶναι ᾽Εκεῖνος. «᾽Εγώ εἰμι ἡ ἄμπελος, ὑμεῖς τά κλήματα». Ὁ κάθε πιστός συνιστᾶ, μετά τό ἅγιο βάπτισμά Του, μέ τό ὁποῖο ἐνδύθηκε τόν Χριστό, μιά προέκταση ᾽Εκείνου, μιά ἄλλη παρουσία Του μέσα στόν κόσμο.

  Ποιά εἶναι ἡ ἀγωνία λοιπόν τοῦ πιστοῦ, γιά νά μή μένει ἐκτός νυμφῶνος; Νά διακρατεῖ τό ἔνδυμα πού ἐνδύθηκε στό βάπτισμα, τόν ἴδιο τόν Χριστό, καθαρό καί ἀρρύπωτο. «Ὅσοι εἰς Χριστόν ἐβαπτίσθητε, Χριστόν ἐνεδύσασθε». Αὐτός εἶναι καί ὁ σκοπός ὅλης τῆς χριστιανικῆς ζωῆς: «Νά κρατήσουμε τήν καθαρότητα τοῦ ἁγίου βαπτίσματος» (ἀββᾶς Μάρκος ὁ ἀσκητής), δηλαδή «νά κρατήσουμε τό ἅγιον Πνεῦμα στή ζωή μας, μέ τό ὁποῖο γίναμε χριστιανοί» (ἅγιος Σεραφείμ τοῦ Σάρωφ).   Ἡ πραγματικότητα ὅμως τῆς ζωῆς ἔρχεται πολύ συχνά καί ἀναιρεῖ αὐτήν τήν ἐπιθυμία. Ἡ ἀγωνία μή καί ρυπωθεῖ τό ἔνδυμα, μή δηλαδή καί χάσουμε τόν Χριστό, γίνεται πράξη. Κι αὐτό ἐκφράζει καί ὁ ὑμνωδός στό γνωστό ἐξαποστειλάριο τῶν ἡμερῶν: «Τόν νυμφῶνα σου βλέπω, Σωτήρ μου, κεκοσμημένον, καί ἔνδυμα οὐκ ἔχω, ἵνα εἰσέλθω εἰς αὐτόν»! Δυστυχῶς, ἡ καθημερινότητα μᾶς ὁδηγεῖ συχνά σέ λήθη, σέ λησμονιά τῶν ὑποσχέσεών μας κατά τό βάπτισμα, καί «ξεσκίζουμε» κυριολεκτικά τό ἔνδυμα πού ἐλάβαμε, μέ τίς πολυποίκιλες ἁμαρτίες μας. Πότε ἡ φιληδονία μας, πότε ἡ φιλαργυρία μας, πότε ἡ φιλοδοξία μας, τά κεντρικά αὐτά πάθη πού πηγάζουν ἀπό τή ρίζα ὅλων τῶν κακῶν, τή φιλαυτία, μᾶς κάνουν νά χάνουμε αὐτό πού θά᾽πρεπε νά εἶναι ἡ προτεραιότητα τῆς ζωῆς μας. «Ζητεῖτε πρῶτον τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ᾽»(ὁ Κύριος). «Ἡγοῦμαι πάντα σκύβαλα εἶναι, ἵνα Χριστόν κερδήσω» (ἀπ. Παῦλος).

 2. Τί εἶναι ἐκεῖνο πού θά μποροῦσε νά μᾶς βοηθήσει νά μή ξεφεύγουμε ἀπό τήν προτεραιότητά μας αὐτή; 
Οἱ ἅγιοί μας βεβαίως, στηριγμένοι στά εὐαγγελικά λόγια, μᾶς ὑπενθυμίζουν: νά μήν ἐκπίπτουμε ἀπό τήν ἀγάπη μας πρός τόν Κύριο. Νά ὑποκαίουμε πάντοτε τήν καρδιά μας πρός Αὐτόν πού εἶναι ὁ Δημιουργός μας, ὁ συντηρητής μας, ὁ κριτής μας, κυρίως ὅμως ὁ νυμφίος ἀκριβῶς τῆς ζωῆς μας. 
Εκεῖνος μᾶς τό ζητᾶ διαρκῶς: «Μείνατε ἐν τῇ ἀγάπῃ τῇ ἐμῇ»! «Ἐάν τις ἀγαπᾷ με, τόν λόγον μου τηρήσει». Ἡ ἀγάπη μας λοιπόν πρός τόν Κύριο εἶναι ἐκεῖνο πού φυσιολογικά θά ἔπρεπε νά μᾶς κρατᾶ σ᾽ αὐτήν τή χαρισματική κατάσταση. Ὅμως, ἐπειδή δέν συμβαίνει συχνά αὐτό, οἱ ἅγιοί μας μᾶς ὑπενθυμίζουν ὅτι μποροῦμε νά βρισκόμαστε σ᾽αὐτήν τήν ἐγρήγορση πού ζητᾶ ὁ Κύριος, καί μέ χαμηλότερα μέσα καί μέ λιγότερο χαρισματικούς λογισμούς, πάντοτε ὅμως μέ τήν ἐπίγνωση ὅτι δέν βρισκόμαστε στήν κανονική κατάσταση: δηλαδή μέ τήν αἴσθηση τοῦ θανάτου καί μέ τό φόβο τῆς κολάσεως.
 Εἶναι αὐτό ἀκριβῶς πού μᾶς ὑπενθυμίζει καί ὁ ὑμνογράφος τοῦ κοντακίου: «τήν ὥραν, ψυχή, τοῦ τέλους ἐννοήσασα καί τήν ἐκκοπήν τῆς συκῆς δειλιάσασα». Εἶναι τό ἴδιο πού μᾶς καλεῖ καί ὁ ἅγιος ᾽Ανδρέας Κρήτης στό Μεγάλο Κανόνα: «Ψυχή μου, ψυχή μου, ἀνάστα, τί καθεύδεις; Τό τέλος ἐγγίζει καί μέλλεις θορυβεῖσθαι»! Οἱ ἅγιοι Πατέρες μᾶς θυμίζουν γενικότερα ὅτι μέ τρεῖς τρόπους μπορεῖ ἕνας πιστός νά διακρατεῖται στό θέλημα τοῦ Θεοῦ: μέ τό φόβο (ἡ κατάσταση τοῦ δούλου), μέ τήν προσμονή τῶν δωρεῶν τοῦ Θεοῦ (ἡ κατάσταση τοῦ μισθωτοῦ) καί μέ τήν ἀγάπη (ἡ κατάσταση τοῦ υἱοῦ). Ἡ τελευταία, ὅπως εἴπαμε, εἶναι ἡ φυσιολογική, ἀλλά καί τούς ἄλλους δέν τούς ἀπορρίπτει ὁ ἀγαθός Πατέρας μας.

 3. Σέ ὅποια κατάσταση λοιπόν καί ἄν βρισκόμαστε, τό ζητούμενο εἶναι νά εἴμαστε σέ ἐγρήγορση γιά νά μή χάνουμε τή ζωντανή σχέση μας μέ τόν Χριστό, τό νυμφίο τῆς ψυχῆς μας. Κι αὐτό πού καλούμαστε συγκεκριμένα νά κάνουμε εἶναι νά ἐργαζόμαστε τό τάλαντο πού μᾶς δόθηκε, δηλαδή νά ἐνεργοποιοῦμε τά χαρίσματα πού λάβαμε κατά τό ἅγιο βάπτισμα καί τό χρίσμα μας. Ἡ ἐνεργοποίηση αὐτή – πορεία στήν πραγματικότητα πάνω στίς ἐντολές τοῦ Χριστοῦ - φέρνει μέ τή χάρη τοῦ Θεοῦ τούς καρπούς πού πρέπει νά ἔχουμε ὡς κλήματα στό ἀμπέλι τοῦ Χριστοῦ. Κι αὐτοί οἱ καρποί δέν εἶναι ἄλλοι ἀπό αὐτούς πού μᾶς ἀναφέρει ὁ ἀπόστολος Παῦλος στήν πρός Γαλάτας ἐπιστολή: «Ὁ δέ καρπός τοῦ πνεύματός ἐστιν ἀγάπη, χαρά, εἰρήνη, μακροθυμία, ἀγαθωσύνη, χρηστότης, πίστις, πραότης, ἐγκράτεια». Ὅπου ἐπισημαίνουμε τήν παρουσία αὐτῶν τῶν καρπῶν, σημαίνει ὅτι ψηλαφοῦμε τήν παρουσία τοῦ ἁγίου Πνεύματος, ἄρα τή ζωντανή σχέση μας μέ τόν ᾽Ιησοῦ Χριστό. Ὅπου ἀπουσιάζουν, σημαίνει ὅτι ἐκεῖ δέν ὑπάρχει παρουσία Χριστοῦ, ἔστω κι ἄν ὑπάρχει ἐπίκληση τοῦ ὀνόματός Του. Βρισκόμαστε ἐκτός νυμφῶνος! «Οὐ πᾶς ὁ λέγων μοι Κύριε, Κύριε, εἰσελεύσεται εἰς τήν βασιλείαν τῶν Οὐρανῶν, ἀλλ᾽ ὁ ποιῶν τό θέλημα τοῦ πέμψαντός με Πατρός»!

 Αὐτή ἡ ἐργασία εἶναι ἡ προτεραιότητα τῆς ζωῆς ἑνός χριστιανοῦ καί γι᾽ αὐτό ἀπαιτεῖται φιλοπονία. Ἡ ἐπίγνωση τῆς δωρεᾶς πού μᾶς δόθηκε - νά εἴμαστε πιά μέλη Χριστοῦ, νά φανερώνουμε τόν Χριστό - κατά φυσικό τρόπο κάνει ἕναν ἐν ἐπιγνώσει Χριστιανό νά «ἐργάζεται» ὄχι ράθυμα καί χαλαρά, ἀλλά μέ φιλοπονία. Ὅσο συνειδητοποιεῖ ἕνας πιστός τήν πραγματικότητα αὐτή, τόσο καί θά ἐπεκτείνεται πρός τόν Χριστό, πού σημαίνει θά ἀνοίγεται πρός τό συνάνθρωπό του ἐν ἀγάπη, καί ἄρα ἀπό ἐδῶ θά βιώνει τή βασιλεία τοῦ Θεοῦ!