Τρίτη 21 Μαΐου 2024

Η ΑΠΟΚΑΤΑΣΤΑΣΗ ΤΟΥ ΠΕΤΡΟΥ

 

 

ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΘΕΙΑ ΧΑΡΗ;ΕΙΝΑΙ ΔΥΝΑΤΟ ΝΑ ΠΕΡΙΓΡΑΦΕΙ;

 

Ό,τι ανήκει στην υπερφυσική θεία ιδιότητα δεν μπορεί ποτέ να περιγραφεί από τα δημιουργήματα. Αμυδρά και σκιωδώς κατανοείται από τον άνθρω­πο, γιατί το θείο είναι ακατάληπτο και απερίγρα­πτο.

Θεία Χάρη ονομάζουμε τη θεία δύναμη και ενέργεια με την οποία ο Θεός κατασκεύασε και συ­ντηρεί το σύμπαν. Χάρη ονομάζεται γιατί ακριβώς παρέχεται από τον Θεό δωρεάν.

Αυτή είναι και για μάς η μόνιμη ελπίδα και παρηγοριά. Αυτή στερηθήκαμε με την πτώση. Την επανέφερε όμως ο Κύριός μας με την παρουσία του στη γη. Αυτή, ανάλογα με την πίστη και την ακρί­βεια της τηρήσεως των θείων εντολών, μας απαλ­λάσσει από την αιχμαλωσία του παλαιού ανθρώ­που, του χοϊκού, και μας μεταμορφώνει κτίζοντας μέσα μας την εικόνα του επουρανίου. Πρέπει όμως, εδώ να τονίσουμε ότι όλα εξαρτώνται από τον Θεό και όχι από την ανθρώπινη δραστηριότητα.

Το ταπεινό φρόνημα και ιδιαίτερα η εκδήλωση συμπάθειας και αγάπης προκαλεί την επέμβαση και παρουσία της Χάριτος.

ΔΕΝ ΛΕΕΙ "ΑΝΑΣΤΑΣΙΝ ΧΡΙΣΤΟΥ ΠΙΣΤΕΥΣΑΝΤΕΣ" ΑΛΛΑ ΑΝΑΣΤΑΣΙΝ ΧΡΙΣΤΟΥ ΘΕΑΣΑΜΕΝΟΙ

 


Δεν λέει «Ανάστασιν Χριστού πιστεύσαντες». Αλλά τι λέει;
«Ανάστασιν Χριστού θεασάμενοι, προσκυνήσωμεν άγιον Κύριον Ιησούν, τον μόνον αναμάρτητον».
Πώς λοιπόν μας προτρέπει τώρα το Άγιο Πνεύμα να λέμε «Ανάστασιν Χριστού θεασάμενοι», σαν να είδαμε την ανάσταση, που δεν είδαμε, παρ’ όλο που ο Χριστός αναστήθηκε μία φορά, πριν από χίλια χρόνια, και ούτε τότε τον είδε κάποιος να ανασταίνεται;
Άραγε, μήπως θέλει η θεία Γραφή να ψευδόμαστε;
Καθόλου!
Απεναντίας, η θεία Γραφή μας παραγγέλλει να λέμε την αλήθεια, ότι δηλαδή η ανάσταση του Χριστού γίνεται μέσα στον καθένα από μας τους πιστούς, και αυτό γίνεται όχι μία φορά αλλά μπορώ να πω κάθε ώρα, με το να ανασταίνεται μέσα μας ο ίδιος ο Δεσπότης Χριστός, λαμπροφορώντας και απαστράπτοντας τις αστραπές της αφθαρσίας και της θεότητας.
Διότι η φωτοφόρα παρουσία του Πνεύματος, σαν να είναι πρωί, υποδηλώνει σ’ εμάς την ανάσταση του Δεσπότη, ή, μάλλον, χαρίζει σ’ εμάς να βλέπουμε εκείνον τον ίδιο τον αναστάντα.
Γι’ αυτό και λέμε: «Θεός είναι ο Κύριος και φανερώθηκε σ’ εμάς»˙ και υποδηλώνοντας τη δευτέρα του παρουσία, προστέθηκε και λέμε έτσι:
«ευλογημένος αυτός που έρχεται στο όνομα του Κυρίου».
Σ’ αυτούς λοιπόν που θα φανερωθεί αναστημένος ο Χριστός, εμφανίζεται οπωσδήποτε πνευματικά, με το να γίνεται ορατός στα πνευματικά τους μάτια.
Διότι, όταν ο Χριστός έρθει μέσα μας με το Πνεύμα, μας ανασταίνει από τους νεκρούς και μας ζωοποιεί και δίνει το χάρισμα να βλέπουμε μέσα μας ολόκληρο ζωντανό τον ίδιο, τον αθάνατο δηλαδή και άφθαρτο˙ και όχι μόνο αυτό, αλλά και χαρίζει να γνωρίσουμε ολοφάνερα ότι μας ανασταίνει και μας δοξάζει μαζί του, όπως βεβαιώνει όλη η θεία Γραφή.
Αυτά λοιπόν είναι τα θεία μυστήρια των Χριστιανών, αυτή είναι η κρυμμένη μέσα τους δύναμη της πίστης μας, που οι άπιστοι ή οι δύσπιστοι, ή, για να πω μάλλον, οι ημίπιστοι, δεν τα βλέπουν, αλλά και δεν μπορούν να τα δουν.
 Αγίου Συμεών του Νέου Θεολόγου

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΙ ΕΛΕΝΗ

 

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΣ ΚΑΙ ΕΛΕΝΗ

 

Τη μνήμη των τιμά σήμερα, , η Εκκλησία μας. Ως γενέτειρα πόλη του Μεγάλου Κωνσταντίνου αναφέρεται τόσο η Ταρσός της Κιλικίας όσο και το Δρέπανο της Βιθυνίας.

Ωστόσο η άποψη που επικρατεί φέρει τον Μέγα Κωνσταντίνο να έχει γεννηθεί στη Ναϊσό της Άνω Μοισίας (σημερινή Νις της Σερβίας). Το ακριβές έτος της γεννήσεώς του δεν είναι γνωστό, θεωρείται όμως ότι γεννήθηκε μεταξύ των ετών 272-288 μ.Χ.
Πατέρας του ήταν ο Κωνστάντιος, που λόγω της χλωμότητος του προσώπου του ονομάσθηκε Χλωρός, και ήταν συγγενής του αυτοκράτορα Κλαυδίου.
Μητέρα του ήταν η Αγία Ελένη, θυγατέρα ενός πανδοχέως από το Δρέπανο της Βιθυνίας.
Το 305 μ.Χ. ο Κωνσταντίνος ευρίσκεται στην αυλή του αυτοκράτορα Διοκλητιανού στη Νικομήδεια με το αξίωμα του χιλίαρχου. Το ίδιο έτος οι δύο Αύγουστοι, Διοκλητιανός και Μαξιμιανός, παραιτούνται από τα αξιώματά τους και αποσύρονται. στο ύπατο αξίωμα του Αυγούστου προάγονται ο Κωνστάντιος ο Χλωρός στη Δύση και ο Γαλέριος στην Ανατολή.
Ο Κωνστάντιος ο Χλωρός πέθανε στις 25 Ιουλίου 306 μ.Χ. και ο στρατός ανακήρυξε Αύγουστο τον Μέγα Κωνσταντίνο, κάτι όμως που δεν αποδέχθηκε ο Γαλέριος. Μετά από μια σειρά διαφόρων ιστορικών γεγονότων ο Μέγας Κωνσταντίνος συγκρούεται με τον Μαξέντιο, υιό του Μαξιμιανού, ο οποίος πλεονεκτούσε στρατηγικά, επειδή διέθετε τετραπλάσιο στράτευμα και ο στρατός του Κωνσταντίνου ήταν ήδη καταπονημένος.
Από την πλευρά του ο Μέγας Κωνσταντίνος είχε κάθε λόγο να αισθάνεται συγκρατημένος. δεν είχε καμία άλλη επιλογή εκτός από την επίκληση της δυνάμεως του Θεού. Ήθελε να προσευχηθεί, να ζητήσει βοήθεια, αλλά καθώς διηγείται ο ιστορικός Ευσέβιος, δεν ήξερε σε ποιόν Θεό να απευθυνθεί. Τότε έφερε νοερά στη σκέψη του όλους αυτούς που μαζί τους συνδιοικούσε την αυτοκρατορία.
Όλοι τους, εκτός από τον πατέρα του, πίστευαν σε πολλούς θεούς και όλοι τους είχαν τραγικό τέλος. Άρχισε, λοιπόν, να προσεύχεται στον Θεό, υψώνοντας το δεξί του χέρι και ικετεύοντάς Τον να του αποκαλυφθεί. Ενώ προσευχόταν, διαγράφεται στον ουρανό μία πρωτόγνωρη θεοσημία. Περί τις μεσημβρινές ώρες του ηλίου, κατά το δειλινό δηλαδή, είδε στον ουρανό το τρόπαιο του Σταυρού, που έγραφε «τούτω νίκα».
Και ενώ προσπαθούσε να κατανοήσει τη σημασία αυτού του μυστηριακού θεάματος, τον κατέλαβε η νύχτα. Τότε εμφανίζεται ο Κύριος στον ύπνο του μαζί με το σύμβολο του Σταυρού και τον προέτρεψε να κατασκευάσει απομίμηση αυτού και να το χρησιμοποιεί ως φυλακτήριο πιο πολέμους.
Έχοντας ως σημαία του το Χριστιανικό λάβαρο, αρχίζει να προελαύνει προς την Ρώμη εκμηδενίζοντας κάθε αντίσταση.
Όταν φθάνει στη Ρώμη ενδιαφέρεται για τους Χριστιανούς της πόλεως. Όμως το ενδιαφέρον του δεν περιορίζεται μόνο σε αυτούς. Πολύ σύντομα πληροφορείται για την πενιχρή κατάσταση της Εκκλησίας της Αφρικής και ενισχύει από το δημόσιο ταμείο τα έργα διακονίας αυτής.
Το Φεβρουάριο του 313 μ.Χ., στα Μεδιόλανα, όπου γίνεται ο γάμος του Λικινίου με την Κωνσταντία, αδελφή του Μεγάλου Κωνσταντίνου, επέρχεται μια ιστορική συμφωνία μεταξύ των δύο ανδρών που καθιερώνει την αρχή της ανεξιθρησκείας.
Τα προβλήματα που είχε να αντιμετωπίσει ο Μέγας Κωνσταντίνος ήσαν πολλά. Η αιρετική διδασκαλία του Αρείου, πρεσβυτέρου της Αλεξανδρινής Εκκλησίας, ήλθε να ταράξει την ενότητα της Εκκλησίας. Η διδασκαλία αυτή, που ονομάσθηκε αρειανισμός, κατέλυε ουσιαστικά το δόγμα της Τριαδικότητας του Θεού.
Μόλις ο Μέγας Κωνσταντίνος πληροφορήθηκε τα όσα θλιβερά συνέβαιναν στην Αλεξάνδρεια, απέστειλε με τον πνευματικό του σύμβουλο Όσιο, Επίσκοπο Κορδούης της Ισπανίας, επιστολή στον Επίσκοπο Αλεξανδρείας Αλέξανδρο (313 – 328 μ.Χ.) και τον Άρειο. Η προσπάθεια επιλύσεως του θέματος δεν ευδοκίμησε. Έτσι αποφασίσθηκε η σύγκλιση της Α’ Οικουμενικής Συνόδου στη Νίκαια της Βιθυνίας το 325 μ.Χ.
Η περιγραφή της εναρκτήριας τελετής από τον ιστορικό Ευσέβιο είναι ομολογουμένως ενδιαφέρουσα. στο μεσαίο οίκο των ανακτόρων είχαν προσέλθει όλοι οι σύνεδροι. Επικρατούσε απόλυτη σιγή και όλοι περίμεναν την είσοδο του αυτοκράτορα, τον οποίο οι περισσότεροι θα έβλεπαν για πρώτη φορά.
Ο Κωνσταντίνος εισήλθε ταπεινά, με σεμνότητα και πραότητα. στην ομιλία του προς τη Σύνοδο χαρακτηρίζει τις ενδοεκκλησιαστικές συγκρούσεις ως το μεγαλύτερο δεινό και από τους πολέμους. Ο λόγος του υπήρξε ευθύς και σαφής. Δεν ήθελε να ασχοληθεί παρά μονάχα με θέματα που αφορούσαν στην ορθοτόμηση της πίστεως. Η κρίσιμη φράση του, «περί τής πίστεως σπουδάσωμεν», διασώζεται σχεδόν από όλους τους ιστορικούς συγγραφείς.
Μετά το πέρας των εργασιών της Συνόδου ο αυτοκράτορας ανέλαβε πρωτοβουλίες για την εδραίωση των αποφάσεών της. Απέστειλε εγκύκλιο επιστολή προς την Εκκλησία της Αιγύπτου, Λιβύης, Πενταπόλεως, Αλεξανδρείας, στην οποία γνωστοποιεί τις αποφάσεις της Συνόδου.
Ο ίδιος γνωστοποιεί προς όλη την επικράτεια της αυτοκρατορίας την καταδίκη του Αρείου και απαγορεύει την απόκτηση και την απόκρυψη των συγγραμμάτων του. Η εντυπωσιακή του όμως ενέργεια είναι η επιστολή του προς τον Άρειο. Επιτιμά τον αιρεσιάρχη και τον καταδικάζει με αυστηρότητα για τις κακοδοξίες του.
Όμως περί τα τέλη του 327 μ.Χ. ο Μέγας Κωνσταντίνος καλεί τον Άρειο στα ανάκτορα. Ο αιρεσιάρχης φυσικά δεν χάνει την ευκαιρία και υποβάλλει μία ομολογία γεμάτη από έντεχνες θεολογικές ανακρίβειες, πείθοντας μάλιστα τον Μέγα Κωνσταντίνο ότι αυτή δεν διαφέρει ουσιαστικά από όσα είχε αποφασίσει η Α’ Οικουμενική Σύνοδος.
Τελικά ο αυτοκράτορας συγκαλεί νέα Σύνοδο, το Νοέμβριο του 327 μ.Χ., η οποία ανακαλεί τον Άρειο από την εξορία και αποκαθιστά τους εξόριστους Επισκόπους Νικομηδείας Ευσέβιο και Νικαίας Θεόγνιο. Η ανάκληση του Αρείου και η αποκατάσταση των περί αυτών πυροδότησε νέες έριδες πιο κόλπους της Εκκλησίας. Ο Επίσκοπος Αλεξανδρείας Αλέξανδρος και στην συνέχεια ο διάδοχός του Μέγας Αθανάσιος αρνούνται να δεχθούν τον Άρειο στην Αλεξάνδρεια.
Ο Μέγας Κωνσταντίνος απειλεί με καθαίρεση τον Μέγα Αθανάσιο, ενώ σε Σύνοδο που συνήλθε στην Αντιόχεια το 330 μ.Χ. καθαιρείται και εξορίζεται από τους αιρετικούς ο Άγιος Ευστάθιος, Επίσκοπος Αντιοχείας. Η Σύνοδος της Τύρου της Συρίας, που συνήλθε το 335 μ.Χ., καταδικάζει ερήμην με την ποινή της καθαιρέσεως τον Μέγα Αθανάσιο, ο οποίος φεύγει, για να συναντήσει τον Μέγα Κωνσταντίνο.
Είναι γεγονός πως ο Μέγας Κωνσταντίνος δεν έδειξε να αποδέχεται το αίτημα του Μεγάλου Αθανασίου για ακρόαση. Πείσθηκε όμως να τον ακούσει, όταν ο Μέγας Αθανάσιος του απηύθυνε την ρήση: «Δικάσει Κύριος ανά μέσον εμού καί σού». Ο Μέγας Κωνσταντίνος κατενόησε την κατάφωρη αδικία και τις άθλιες μεθοδεύσεις σε βάρος του Μεγάλου Αθανασίου και έκανε δεκτό το αίτημά του νά προσκληθούν όλοι οι συνοδικοί της Τύρου και η διαδικασία να λάβει χώρα ενώπιόν του.
Ο Ευσέβιος Νικομηδείας αγνόησε την αυτοκρατορική εντολή. Πήρε μόνο ελάχιστους από τους συνοδικούς και εμφανίσθηκε στον αυτοκράτορα. Ξέχασε όλες τις υπόλοιπες κατηγορίες και για πρώτη φορά έθεσε το θέμα της δήθεν παρακωλύσεως της αποστολής σιταριού προς την Βασιλεύουσα. Ο αυτοκράτορας εξοργίζεται και εξορίζει τον Μέγα Αθανάσιο στα Τρέβιρα της Γαλλίας. Παρά ταύτα δεν επικυρώνει την απόφαση της Συνόδου της Τύρου για καθαίρεση και ούτε διατάσσει την αναπλήρωση του επισκοπικού θρόνου της Αλεξάνδρειας.
Η τελευταία περίοδος της ζωής του Μεγάλου Κωνσταντίνου είναι αυτή που τον καταξιώνει στην εκκλησιαστική συνείδηση και τον οδηγεί στο απόγειο της πνευματικής του πορείας. Ο Άγιος, κατά τον Απρίλιο του 337 μ.Χ., αισθάνεται τα πρώτα σοβαρά συμπτώματα κάποιας ασθένειας.
Οι πηγές μάς πληροφορούν πως ο Μέγας Κωνσταντίνος κατέφυγε σε ιαματικά λουτρά. Βλέποντας όμως την υγεία του να επιδεινώνεται θεώρησε σκόπιμο να μεταβεί στην πόλη Ελενόπολη της Βιθυνίας, που είχε ονομασθεί έτσι λόγω της Αγίας μητέρας του. Εκεί παρέμεινε στο ναό των Μαρτύρων, όπου ανέπεμπε ικετήριες ευχές και λιτανείες προς τον Θεό. Ο Μέγας Κωνσταντίνος αντιλαμβάνεται πως η επίγεια ζωή του πλησιάζει στο τέλος της. Η μνήμη του θανάτου καλλιεργείται στην καρδιά του και τον οδηγεί στο μυστήριο της μετάνοιας και του βαπτίσματος.
Μετά από αυτά καταφεύγει σε κάποιο προάστιο της Νικομήδειας, συγκαλεί τους Επισκόπους και τους απευθύνει τον εξής λόγο: «Αυτός ήταν ο καιρός που προσδοκούσα από παλιά και διψούσα και ευχόμουν να καταξιωθώ της εν Θεώ σωτηρίας. Ήλθε η ώρα να απολαύσουμε και εμείς την αθανατοποιό σφραγίδα, ήλθε η ώρα να συμμετάσχουμε στο σωτήριο σφράγισμα, πράγμα που κάποτε επιθυμούσα να κάνω στα ρείθρα του Ιορδάνου, στα οποία, όπως παραδίδεται, ο Σωτήρας μας έλαβε το βάπτισμα εις ημέτερον τύπον.
Ο Θεός όμως, που γνωρίζει το συμφέρον, μας αξιώνει να λάβουμε το βάπτισμα εδώ. Ας μην υπάρχει λοιπόν καμία αμφιβολία. Γιατί και εάν ακόμη είναι θέλημα του Κυρίου της ζωής και του θανάτου να συνεχισθεί η επίγεια ζωή μας και να συνυπάρχω με το λαό του Θεού, θα πλαισιώσω τη ζωή μου με όλους εκείνους τους κανόνες που αρμόζουν στον Θεό».
Μετά το βάπτισμα ο Άγιος Κωνσταντίνος δεν ξαναφόρεσε τον αυτοκρατορικό χιτώνα, αλλά παρέμεινε ενδεδυμένος με το λευκό ένδυμα του βαπτίσματος, μέχρι την ημέρα της κοιμήσεώς του το 337 μ.Χ. Ήταν η ημέρα εορτασμού της Πεντηκοστής, γράφει ο ιστορικός Ευσέβιος.
Είναι χαρακτηριστικός ο τρόπος με τον οποίο περιγράφει ο Ευσέβιος τα γεγονότα, τα οποία ακολούθησαν την κοίμηση του Αγίου. Όλοι οι σωματοφύλακες του αυτοκράτορα, αφού έσχισαν τα ρούχα τους και έπεσαν στο έδαφος, έκλαιγαν και φώναζαν δυνατά, σαν να μην έχαναν το βασιλέα τους, αλλά τον πατέρα τους. Οι ταξίαρχοι και οι λοχαγοί έκλαιγαν τον ευεργέτη τους. Οι δήμοι ήσαν λυπημένοι και κάθε κάτοικος της Κωνσταντινουπόλεως πενθούσε, σαν να έχανε το κοινό αγαθό.
Αφού οι στρατιωτικοί τοποθέτησαν το σκήνωμα του Αγίου σε χρυσή λάρνακα, το μετέφεραν στην Κωνσταντινούπολη και το εναπέθεσαν σε βάθρο στον βασιλικό οίκο. Το ιερό λείψανό του ενταφιάσθηκε στο ναό των Αγίων Αποστόλων.
Δίκαια η ιστορία τον ονόμασε Μέγα και η Εκκλησία Ισαπόστολο.
Απολυτίκιο:
Ήχος πλ. δ’.
Τού Σταυρού σου τον τύπον εν ουρανώ θεασάμενος, και ως ο Παύλος την κλήσιν ουκ εξ ανθρώπων δεξάμενος, ο εν βασιλεύσιν, Απόστολός σου Κύριε, Βασιλεύουσαν πόλιν τη χειρί σου παρέθετο: ην περίσωζε διά παντός εν ειρήνη, πρεσβείαις της Θεοτόκου, μόνε Φιλάνθρωπε.

Δευτέρα 20 Μαΐου 2024

"ΔΙΔΑΞΟΝ ΜΕ ΤΑ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΑ ΜΟΥ;;;"

 Ποια τα δικαιώματα του Θεού; Τι σημαίνει "δίδαξον με τα δικαιώματα Σου"; -

 Στην Εκκλησία ως αντανάκλαση της κοινωνίας, πήραμε το «Ευλογητός ει Κύριε διδαξον με τα δικαιώματα Σου » ( τις εντολές Σου) και το διαστρεψαμε σε « Διδαξον με τα δικαιώματα ΜΟΥ» ( κατά κυριολεξία). 
Μηδενική διάθεση για πλήρη παραίτηση και ταπείνωση ενώπιον του Θεού. 
Αν δεν παραιτηθείς από τον εαυτό σου και ότι τον συνιστά και τον ορίζει, Θεού πρόσωπο δεν βλέπεις. Είναι το πρώτο καθοριστικό βήμα. Χωρίς μεν και αλλά. Δυστυχώς η Εκκλησία έγινε και αυτή ένα κοινωνικό πεδίο όπως όλα τα άλλα στο οποίο ο καθένας αναζητά την ανάδειξη, την δικαίωση και την αυτοπραγματωση του.

Και έχει και απαιτήσεις και απο την Εκκλησία να έρχεται στα βολικά του μέτρα. Και ψεύτες και θρασιμια! Και είναι και τόσο όμορφη η ψευδοπορφυρα της ευλαβειας. Και πολύ πιο γοητευτικό να χρησιμοποιείς την Εκκλησία απο καθε αλλο χώρο, για να δείχνεις κάποιος, γιατί έχεις στην διάθεση σου το λαμπρο επίχρισμα του Αγίου.

π.Παντελεήμων Κρύσκος

Η ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΕΙΝΑΙ ΤΟΣΟ ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ ΓΙΑ ΤΗΝ ΨΥΧΗ ΤΟΥ ΑΝΘΡΩΠΟΥ ΟΠΩΣ Η ΑΝΑΠΝΟΗ

 

Δεν υπάρχει τίποτα πιο πολύτιμο στη ζωή του ανθρώπου από την προσευχή. Κάνει το αδύνατο, δυνατό! καθιστά το δύσκολο, εύκολο!
Η προσευχή είναι τόσο σημαντική για την ψυχή του ανθρώπου όπως η αναπνοή.
Όποιος δεν προσεύχεται στερείται της συνομιλία με το Θεό και μοιάζει με το δέντρο που δεν αποδίδει καρπούς και κόβεται και ρίχνεται στη φωτιά (Ματθ. 7:19).
Η νύχτα είναι πολύ κατάλληλη στιγμή για μοναχική προσευχή. Είναι μια ώρα που όλα είναι ήσυχα και ήρεμα.

Όλα είναι σιωπηλά και η προσευχή που αναβλύζει από τα βάθη της καρδιάς στη σιωπή της νύχτας ακούγεται, και η χάρη του Θεού εγκαθίσταται στην ψυχή σε ακόμη μεγαλύτερη αφθονία.

Κατά τη στιγμή της προσευχής, οι πειρασμοί αυξάνονται κατά του πρόσωπου που προσεύχεται με μεγάλη σφοδρότητα, με φόβους και περισπασμούς. Ταυτόχρονα η χάρη του Θεού πολλαπλασιάζεται ώστε να μας προστατεύσει και να μας δώσει πνευματική βοήθεια.


Η γενική άποψη των αγίων Πατέρων είναι ότι η προσευχή είναι η κόρη των εντολών του Ευαγγελίου, όπως επίσης η μητέρα όλων των αρετών.

 Μακαριστός Πατριάρχης Σερβίας Παύλος

Ο ΝΟΥΣ ΑΠΟΚΤΑ ΤΗ ΧΑΡΗ ΜΕ ΤΑ ΑΓΙΑ ΜΥΣΤΗΡΙΑ ΚΑΙ ΤΙΣ ΑΓΙΕΣ ΑΡΕΤΕΣ

 


  Ο νους αποκτά τη χάρη με τα άγια μυστήρια και τις άγιες αρετές. Έτσι η προσευχή με την αγία της δύναμη χαριτώνει το νου και ο νους που έλαβε την ποιότητα της προσευχής γεννά και κατευθύνει κάθε λογισμό του στους θείους δρόμους, για να μη συντριβεί ποτέ σε ζοφερά αδιέξοδα. 
  Το ίδιο και η αγάπη με την αγία της δύναμη χαριτώνει το νου και ο άνθρωπος ευαγγελίζεται και πραγματώνει τη χριστοειδή αγάπη σ’ όλους τους ανθρώπους και όλα τα πλάσματα και όλη την κτίση.
  Έτσι και η ταπείνωση, και η πραΰτητα, και η νηστεία και όλες οι άλλες ευαγγελικές αρετές, κάθε μια με την αγία της ενέργεια χαριτώνει το νου, και μ’ αυτό τον τρόπο τον μεταμορφώνει, τον αγιάζει, τον χριστοποιεί, τον θεώνει, τον θεανθρωποποιεί, τον αθανατοποιεί, τον αιωνιοποιεί και έτσι ζει με χαρά και αγαλλίαση για το αιώνιο μέσα στο χρόνο, για το θείο μέσα στο ανθρώπινο, για το θεανθρώπινο ανάμεσα στους ανθρώπους· ζει για τον Κύριο Ιησού Χριστό και μέσα στο χρόνο και στην αιωνιότητα και με όλη την ύπαρξή του δέχεται την αιώνια θεία Σοφία που μας έχει δοθεί με τη Θεία Αποκάλυψη.

Αγίου Ιουστίνου Πόποβιτς

Η ΑΓΙΑ ΛΥΔΙΑ Η ΦΙΛΙΠΠΗΣΙΑ

  

Τη μνήμη της τιμά σήμερα, 20 Μαΐου, η Εκκλησία μας.
 «Διαβάς εις Μακεδονίαν βοήθησαν ημίν» (Πράξ. 16,9), είναι η έκκληση του Μακεδόνα που βλέπει σε όραμα ο Απόστολος Παύλος ενώ βρίσκεται στην Τρωάδα. Τη φωνή αυτή τη θεωρεί ως φωνή Θεού και χωρίς αναβολή αποφασίζει να διαπεραιωθεί στο εκλεκτότερο τμήμα της Ευρώπης, τη Μακεδονία. Μαζί του παίρνει και τους εκλεκτούς του συνεργάτες, Τιμόθεο, Σίλα και Λουκά.
Αποβιβάζονται στη Νεάπολη, σημερινή Καβάλα, κι από κει αναχωρούν για τους Φιλίππους. Έξω από την πόλη των Φιλίππων και κοντά στις όχθες του Ζυγάκτου ποταμού είναι ο τόπος προσευχής των Ιουδαίων. Στις συγκεντρωμένες εκεί γυναίκες ο Απόστολος Παύλος κηρύττει, για πρώτη φορά στην Ευρώπη, το λόγο του Θεού.
Οι θεοφοβούμενες γυναίκες ακούν με προσοχή και ευλάβεια τα λόγια του άγνωστου Ιουδαίου. Αλλά εκείνη που περισσότερο απ’ όλες ενθουσιάζεται είναι η Λυδία, η προσήλυτος πορφυρόπωλις από τα Θυάτειρα. Μέσα της γίνεται ένας σεισμός. Η καρδιά της Λυδίας ήταν πάντα ανήσυχη.
Δεν μπορούσε να λατρεύει θεούς και θεές που οργίαζαν μεταξύ τους. Έτσι οδηγήθηκε στον κήπο προσευχής των Ιουδαίων. Γνώρισε το νόμο του Ισραήλ κι άναψε μέσα της ή δίψα για την αναζήτηση του Μεσσία. Και τώρα ακούει για πρώτη φορά τον Απόστολο Παύλο να μιλάει για το Λυτρωτή του κόσμου.
Η Λυδία αποδέχεται χωρίς καμιά αντίρρηση τη νέα διδασκαλία. Πιστεύει στο Χριστό και δηλώνει κατηγορηματικά πως και αυτή θέλει να γίνει Χριστιανή. Και ο Απόστολος Παύλος ολοκληρώνει το έργο του. Στα γάργαρα νερά του ποταμού Ζυγάκτου βαπτίζει τη Λυδία.
Η πρώτη χριστιανή της Μακεδονίας πολιτογραφείται στη βασιλεία των Ουρανών. Τώρα είναι το πρώτο μέλος της πρώτης Εκκλησίας της Ελλάδος. Η καρδιά της πλημμυρίζει από αισθήματα ευγνωμοσύνης προς αυτούς πού άνοιξαν τα μάτια της ψυχής της και ζήτα να τους φιλοξενήσει στο σπίτι της.
«Και τις γυνή ονόματι Λυδία, πορφυρόπωλις πόλεως Θυατείρων, σεβόμενη τον Θεόν, ήκουεν, ης ο Κύριος διήνοιξε την καρδίαν προσέχειν τοις λαλουμένοις υπό του Παύλου, ως δε έβαπτίσθη και ο οίκος αυτής, παρεκάλεσε λέγουσα• ει κεκρίκατέ με πιστήν τω Κυρίω είναι, εισελθόντες εις τον οίκον μου μείνατε• και παρεβιάσατο ημάς». (Πράξ. 16,14-15).
Απολυτίκιο:
Ήχος α’. Της ερήμου πολίτης.
Τον Θεόν σεβόμενη διανοίας ευθύτητι, το της χάριτος φέγγος διά Παύλου είσδεδεξαι, και πρώτη εν Φιλίπποις τω Χριστώ, έπιστευσας θεόφρον πανοικεί, διά τούτο σε τιμώμεν ασματικώς, Λυδία Φιλιππησία. Δόξα τω εύδοκησαντι εν σοι, δόξα τω σε καταυγάσαντι, δόξα τω χορηγούντι διά σού, ημίν τα κρείττονα.

Κυριακή 19 Μαΐου 2024

Ο ΛΙΘΟΣ

 


Τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Μάνης κ. Χρυσοστόμου Γ’

Ἔλεγαν μεταξύ τους οἱ Μυροφόρες: «Τίς ἀποκυλίσει ἡμῖν τόν λίθον;» (Μάρκ. 16,3). Καί προχωροῦσαν μ’ αὐτό τό σκεπτικό, ἐκεῖνο τό πρωϊνό, «λίαν πρωΐ τῆς μιᾶς σαββάτων» (Μάρκ. 16,2). Ποιός θά μᾶς ἀποκυλίσει τόν μεγάλο λίθο, πού βρίσκεται στήν εἴσοδο τοῦ μνημείου, ἐκεῖ ὅπου εἶχε ταφεῖ ὁ Χριστός μέ τήν μέριμνα τοῦ Ἰωσήφ Ἀριμαθαίας καί τοῦ Νικοδήμου; Ἡ συγκεκριμένη εὐαγγελική περικοπή πληροφορεῖ ὅτι ὁ λίθος «ἦν γάρ μέγας σφόδρα» (Μάρκ. 16,4). Ποιός θά τόν σηκώσει καί θά ἀνοιχθεῖ ἡ θύρα, θά ἀρθεῖ τό ἐμπόδιο αὐτό γιά τήν εἴσοδο στό μνημεῖο, στόν Πανάγιο Τάφο;

*

Ὡστόσο, αὐτό τό ἐρώτημα «τίς ἀποκυλίσει ἡμῖν τόν λίθον;» εἶναι καί τοῦ καθενός μας ἐρώτημα. Ἕνας προβληματισμός. Ποιός καί μέ ποιό τρόπο θά μετακινήσουμε τόν «λίθον» τοῦ ἐσωτερικοῦ μας κόσμου, τόν ὀγκόλιθο τῆς καρδιᾶς μας.

*

Τό ζήτημα σήμερα, εἶναι αὐτός, ἐπακριβῶς, ὁ λίθινος τρόπος ζωῆς, ὁ λίθινος πολιτισμός, τό πέτρινο ἦθος, τό ἀπάνθρωπο χαρακτηριστικό τῆς κοινωνίας μας. Στέρεψε τό δάκρυ τῶν ὀφθαλμῶν. Σβήστηκε ἡ συστολή. Χάθηκε ἡ αἰδώς καί ἡ ἐρυθρίαση τῶν παρειῶν. Ἐξαφανίστηκαν τά συναισθήματα. Σκλήρυνε ἡ καρδιά. Κατέστη «καρδία λιθίνη». Ἀφήσαμε, ἡ μηχανή, ἡ τεχνητή νοημοσύνη, τά κουμπιά νά διαφεντεύουν τήν ζωή μας. Ἀνατράπηκε ἡ ἰσορροπία πνευματικοῦ καί τεχνικοῦ πολιτισμοῦ. Ὁ ἕνας ἄνθρωπος κοιτάζει τόν ἄλλο παράξενα, ὑλιστικά, συμφεροντολογικά, διεκδικητικά, ἀπαξιωτικά. Πώς θά καταγγείλουμε καί θά καταθέσουμε ἔστω καί ἀβάσιμη μήνυση, πώς θά ἐκφράσουμε τήν κακία καί ἀπανθρωπία μας. Ἀλλά κατήντησε ἔτσι ὁ σύγχρονος ἄνθρωπος τοῦ λίθινου πολιτισμοῦ, ἄδικος, ἐμπαθής, φιλάρεσκος, ἀνελεύθερος καί ἐν τέλει ἀσεβής. Μ’ αὐτή τήν ὑπαρξιακή κατάσταση, ὁ ἄνθρωπος γίνεται ἤ ἀπάνθρωπος ἤ ὑπεράνθρωπος. Πάντως παύει νἆναι ἄνθρωπος, «ὡς χαρίεν ἄνθρωπος, ὅταν ἄνθρωπος ᾖ» (Μένανδρος), μέ ὃ,τι αὐτό συνεπάγεται.

*

Ὅμως, ὑπάρχει στήν εὐαγγελική διήγηση καί μία συνέχεια. Στό ἐρώτημα τῶν Μυροφόρων: «Τίς ἀποκυλίσει ὑμῖν τόν λίθον», ἀπαντᾶ ὁ ὑπαρκτός οὐράνιος πνευματικός κόσμος: «Ἄγγελος Κυρίου ἐξ οὐρανοῦ προσελθών ἀπεκύλισε τόν λίθον ἀπό τῆς θύρας» (Ματθ. 28,2). Τό πρόβλημα καί ἡ δυσκολία πού τούς ἐμφανίστηκε, προκειμένου νά ἐκφράσουν τήν ἀφοσίωσή τους στόν Κύριο, ἀντιμετωπίστηκε μέ τήν πανταχοῦ παρουσία τοῦ Θεοῦ, μέ τήν θεϊκή ἄμεση ἐπέμβαση.

Τόν παγερό λίθο, ἔλιωσε ἡ φλογερή ἀγαπῶσα τόν Χριστό, καρδία τους. Καί ὁ προφήτης τοῦ Ὄρθρου τοῦ Μεγ. Σαββάτου θά τό πεῖ διαφορετικά: «Λέγει Κύριος ὁ Θεός… δώσω ὑμῖν καρδίαν καινήν καί πνεῦμα καινόν δώσω ἐν ὑμῖν καί ἀφελῶ τήν καρδίαν τήν λιθίνην ἐκ τῆς σαρκός ὑμῶν καί δώσω ὑμῖν καρδίαν σαρκίνην… καί τό πνεῦμα μου δώσω ἐν ὑμῖν ἵνα ἑαυτοῖς δικαιώμασί μου πορεύησθε» (Ἰεζεκιήλ, 36, 26-27).

Μήπως ἦλθε καιρός ν’ ἀφαιρέσουμε καί μεῖς τόν λίθον ἀπό τήν καρδιά μας; Ὁ Ἀναστημένος Χριστός περιμένει._

TA BΡΑΒΕΙΑ ΤΟΥ ΘΕΟΥ

 

Παραχώρησε κάποτε ο Θεός να δοκιμασθή σκληρά ένας αδελφός στην Σκήτη, γιά να ωφεληθούν οι άλλοι από την υπομονή του.

Χωρίς δική του υπαιτιότητα, τον περιφρόνησαν όλοι οι άλλοι αδελφοί. Τον απέφευγαν. Δεν ήθελαν ούτε να τον χαιρετήσουν. Αν ζητούσε καμμιά φορά ψωμί ή τίποτε άλλο, απολύτως αναγκαίο, δεν ευρισκόταν κανείς να του δώσει. Την Κυριακή δεν τον εφώναζαν ποτέ να φάγει με τους άλλους αδελφούς στην προσφερόμενη «αγάπη».

Μιά φορά εγύρισε κατάκοπος στο κελλί του και δεν ευρήκε ούτε ένα ξεροκόμματο να ήξεγελάσει την πείνα του. Ούτε λίγο νερό να δροσίσει τα φλογισμένα χείλη του. Κανένας από τους γείτονές του δεν τον ελυπήθηκε, γιά να τον ανακουφίσει. Παρ’ όλα αυτά, όμως, δεν εμικροψύχισε, ούτε αγανάκτησε εναντίον των άλλων, ούτε τους εκατηγόρησε γιά μισαδελφία. Υπέφερε με γενναιότητα την δοκιμασία του, λέγοντας στον εαυτό του ότι, γιά τις αμαρτίες του, ήταν άξιος γιά χειρότερα…

Βλέποντας ο Θεός την υπομονή του, τον απάλλαξε απ’ αυτόν τον πειρασμό. Κάποιο βράδυ, εκτύπησε την πόρτα του κελλιού του ένας ξένος, περαστικός από την Σκήτη, και του άφησε ένα φορτίο με άρτους και άλλα φαγώσιμα, που είχε στην καμήλα του. Προτού προφθάσει ο αδελφός να τον ευχαριστήσει, εκείνος εξαφανίσθηκε. Ο μοναχός, τότε, άρχισε να κλαίει και να λέει στην προσευχή του:

«Κύριέ μου, δεν ήμουν άξιος να θλίβομαι λίγο γιά την αγάπη Σου… Γι’ αυτό μου πήρες την δοκιμασία…»!!

Και πράγματι, έκτοτε, έπαψαν να του συμπεριφέρονται με σκληρότητα οι αδελφοί.

ΤΗΝ ΠΑΤΡΙΔΑ Μ' ΕΧΑΣΑ

 


ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΤΟΥ ΠΟΝΤΟΥ ΚΑΙ ΟΙ 200 ΜΑΡΤΥΡΕΣ ΤΗΣ ΣΙΝΩΠΗΣ

 

«Την πατρίδα μας θα την χάσουμε, αλλά πάλι θα την βρούμε…»

Ἀνεῖλεν ἀνδρῶν εἰκάδας δέκα ξίφος,
Οἷς ἀνδρικὸς νοῦς, ἀνδρικὴ καὶ καρδία.

Στις 7 Απριλίου, μας λέει ο Συναξαριστής, γιορτάζουν οι Άγιοι Διακόσιοι Μάρτυρες οι εν Σινώπη. Όλοι τους έγιναν Χριστιανοί από τους Αγίους Ρουφίνο και Ακυλίνη (7 Απριλίου) και μαρτύρησαν δια ξίφους κατά τους χρόνους του αυτοκράτορα Δεκίου (249 – 251 μ.Χ.

Όντας εκείνο τον καιρό ο Άγιος Ρουφίνος διάκονος της Εκκλησίας του Χριστού, δίδασκε πολλούς στο Όνομα του Χριστού. Γι’ αυτό αυτό συνελήφθη και κλείσθηκε στη φυλακή. Η Χριστιανή Ακυλίνα, συνελήφθη επειδή τον επισκέφθηκε! Και οι δύο, αφού παρουσιάσθηκαν στον άρχοντα, ομολόγησαν την πίστη τους στον Χριστό και βασανίσθηκαν σκληρά, όμως με τη Χάρη του Θεού θαυματούργησαν και προετοίμασαν τους παρευρισκόμενους διακόσιους στρατιώτες να πιστέψουν στον Χριστό. Ο άρχοντας οργισμένος διέταξε να θανατωθούν όλοι με μαχαίρι. Και αφού τους έδεσαν οι δήμιοι, τους οδήγησαν στον τόπο της αθλήσεως και τους αποκεφάλισαν όλους. Έτσι οι Άγιοι αυτοί Μάρτυρες έλαβαν από τον δωρεοδότη Κύριο τον στέφανο της δόξας και του μαρτυρίου.
Σύμφωνα με τον Λαυριωτικό Κώδικα οι Άγιοι παρακολούθησαν το μαρτύριο του Αγίου Χριστοφόρου.

Σε ολόκληρο τον Πόντο και όχι μόνο στη Σινώπη, βέβαια, πολλοί αγίασαν. Τώρα πια το γνωρίζουμε… Παλαιότερα, όμως, οι άνθρωποι αναρωτιόντουσαν πώς ήταν αυτό το μέρος…

Μάλιστα, ο κάπως ιδιότυπος χαρακτήρας και η διαφοροποιημένη προφορά του καλοκάγαθου Πόντιου «γέροντα» μοναχού, σ’ ένα μοναστήρι στην κεντρική Ελλάδα, προκαλούσε κάποιους φίλους μοναχούς με αφέλεια και απλότητα να τον πειράξουν καλόκαρδα για την ιδιαίτερη πατρίδα του, πού δεν έλεγε να την ξεχάσει. «Και τι είναι ο Πόντος;», του έλεγαν.

Την τελευταία φορά όμως στενοχωρήθηκε πολύ ο γέροντας…

Αν δεν έχεις πάει σ’ αυτή την πανέμορφη, παράξενη – από τα πανάρχαια χρόνια ελληνική γη – Αν ποτέ δεν την είδες ή έστω δεν διάβασες με προσοχή και καρδιά την ιστορία της και τη γενοκτονία του πληθυσμού της, πώς να νιώσεις ως το βάθος τον πόνο στου Πόντιου την ψυχή; Ο γέροντας αισθανόταν ότι το πείραγμα του σκάλιζε μια βαθιά πληγή.

Αποσύρθηκε πονεμένος στο κελί του για λίγες ήμερες. Τι μυστικό έκρυβε χωρίς καμιά επικοινωνία;

Ένα πρωί κρέμασε την αφοπλιστική απάντηση σ’ ένα κεντρικό μέρος της ιερής Μονής.

Είχε φιλοτεχνήσει ένα ιστορικό χάρτη του Πόντου και είχε σημαδέψει πόλεις και ασκηταριά, πού έζησαν ή πέρασαν ή γεννήθηκαν εκεί ή ασκήθηκαν σε κείνους τους αγιασμένους τόπους πολλοί όσιοι και μάρτυρες. Αντίστοιχα είχε κολλήσει τις εικόνες τους. Πού φύλαγε τόσες στο λιτό κελί του; Μήπως και ζωντάνεψαν από της ψυχής τα βάθη; Και πού να τους έβαζε όλους!

Έκπληκτοι καλόγεροι και προσκυνητές διάβαζαν την επιγραφή: «Αυτός είναι ο Πόντος των Αγίων»! Έτσι είναι αλήθεια. Όταν ανοίξεις ένα Συναξάρι και διαβάσεις προσεκτικά, μένεις άφωνος από το πλήθος των Αγίων του Πόντου. Μεγάλοι Πατέρες της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας, όπως ο Μέγας Βασίλειος που ασκήθηκε σε σπήλαιο του Πόντου, σε κατάφυτη περιοχή κοντά στον Ίρι ποταμό, όπου κάλεσε και τον φίλο του Γρηγόριο Θεολόγο το Ναζιανζηνό, ο Άγιος Γρηγόριος ο Επίσκοπος Νύσσης, ο Όσιος Ναυκράτιος.

Ο Όσιος Θεοδόσιος Μητροπολίτης Τραπεζούντος. Ο Άγιος Ιωάννης ο Τραπεζούντιος. Ο Μεγαλομάρτυρας Θεόδωρος ο Στρατηλάτης, κάτοικος της Ηράκλειας του Πόντου. Ο Μεγαλομάρτυρας Θεόδωρος ο Τηρών από την Αμάσεια. Ο Όσιος Συμεών ο Νέος Θεολόγος γεννήθηκε στην Παφλαγονία. Ο μάρτυρας Κορδάτος στην Νικομήδεια, όπως και οι νεαροί αυτάδελφοι μάρτυρες Ευλάμπιος και Ευλαμπία.

Η Αγία Ελένη, μητέρα του Μ. Κωνσταντίνου στη Βιθυνία. Ο Άγιος Σέργιος ο Μάγιστρος από την Παφλαγονία. Ο Άγιος Ανδριάνας και η Αγία Ναταλία από τη Νικομήδεια. Οι 40 μάρτυρες από τη Σεβάστεια. Η μεγαλομάρτυς Κυριακή από τη Βιθυνία. Ο ιερομάρτυρας Φωκάς ο θαυματουργός και ο μάρτυρας Φωκάς ο Κηπουρός, από τη Σινώπη. Οι 20.000 μάρτυρες από τη Νικομήδεια.

Ο ιερομάρτυρας Βασίλειος ήταν Επίσκοπος Αμασείας. Ο Όσιος Παυσίκακος Επίσκοπος Συνάδων είχε γεννηθεί στην Αμάσεια. Ο Όσιος Νικήτας ο Πατρίκιος προέρχεται από την Παφλαγονία. Ο Όσιος Στυλιανός ήταν Παφλαγόνας. Ο Όσιος Νίκων, ο «Μετανοείτε», καταγόταν από την Τραπεζούντα. Ο Όσιος Φιλέταιρος ήταν γιος του Έπαρχου της Νικομήδειας. Αναρίθμητο νέφος μαρτύρων! Σκαλισμένα ασκηταριά σε πανύψηλους βράχους, σπήλαια δυσπρόσιτα πνευματικών αγώνων και προσευχών. Τι να πεις για τον πολιούχο της Τραπεζούντας τον Άγιο Ευγένιο, τον πρώτο Επίσκοπο της -μετά τον ιδρυτή της Εκκλησίας της Απόστολο Ανδρέα- πού αποκεφαλίστηκε επί Διοκλητιανοϋ; Οι Μεγάλοι Κομνηνοί τον θεωρούσαν προστάτη τους και απεικονίζεται σε πολλά νομίσματα και εμβλήματα της Αυτοκρατορίας της Τραπεζούντας.

Ατέλειωτη η αλυσίδα των παλαιών Αγίων του Πόντου, που οι κρίκοι της συνεχίζονται με τους νεομάρτυρες.

Στό 18ο αιώνα σημειώνεται το μαρτύριο της δεκαπεντάχρονης, Αγίας Ελένης από τη Σινώπη.

Δεν λησμονούν οι Πόντιοι τον προύχοντα της Τραπεζούντας Νεομάρτυρα Παρασκευά, ούτε τον έμπορο από την ίδια πόλη Νεομάρτυρα Ιωάννη της Σουτσιάβας.

Στις αρχές του περασμένου αιώνα προβάλλει η μορφή του Αγίου Γεωργίου Καρσλίδη από τον Πόντο, του οσίου και ομολογητού, στη Δράμα (1901-1959).

Το πλήθος των Αγίων του Πόντου, οι υπέροχες εκκλησίες, τα σκαρφαλωμένα σ’ απόκρημνους βράχους ασκηταριά και τα λαμπρά μοναστήρια, όπως του Αγίου Γεωργίου του Περιστερεώτα, του Αγίου Ιωάννου Βαζελώνα και το περίφημο της Παναγίας του Σουμελά, – έστω κι ερείπια – πλημμυρίζουν με υπερκόσμιο δέος την ψυχή και χαρίζουν απόμακρες ελπίδες πώς δε θα εγκαταλείψει ο Θεός τους πρόσφυγες του Πόντου, ούτε θα παραβλέψει τις πρεσβείες των πονεμένων Αγίων Του!

ΗΜΕΡΑ ΜΝΗΜΗΣ ΤΗΣ ΓΕΝΟΚΤΟΝΙΑΣ ΤΩΝ ΠΟΝΤΙΩΝ

 

Ημέρα μνήμης, τιμής και χρέους για τα 353 000 θύματα μιας απάνθρωπης θηριωδίας.  Ημέρα μνήμης του συγκλονιστικού δράματος ενός λαού, ενός τόπου, της γης του Πόντου,  που για 3000 περίπου χρόνια υπήρξε το θερμοκήπιο μέσα στο οποίο αναπτύχθηκε και διατηρήθηκε το αρχαίο ελληνικό πνεύμα και η Ορθοδοξία.

  Η μνήμη στο μαρτύριο που πέρασε ο Ελληνισμός του Πόντου δεν είναι απλώς μια υποχρέωση. Είναι γνώση και ένδειξη σεβασμού σε όλους εμάς που έχουμε ρίζες «εκεί».

Είναι διδαχή, υπενθύμιση και αγώνας  όλων των πολιτισμένων λαών να μην επιστρέψουμε να ξανασυμβούν παρόμοια τερατουργήματα.

    Οι αγριότητες που διέπραξαν οι Οθωμανοί Τούρκοι εναντίον των Ελλήνων στις περιοχές της Μαύρης Θάλασσας αλλά και όλων των Χριστιανικών πληθυσμών της Μικράς Ασίας είχαν βάση τις ιδεολογίες των Νεοτούρκων, οι οποίοι ανέλαβαν την εξουσία το 1908 και των μετέπειτα νεοτουρκικών κυβερνήσεων .

   Γράφει ο Χρήστος Σαμουηλίδης , στο βιβλίο του ¨Μαύρη θάλασσα». « Κανένας ωστόσο Ρωμιός δεν κατάλαβε σωστά τη βαθύτερη σημασία του κινήματος που ξέσπασε στην Θεσσαλονίκη κι απλώθηκε σ’ όλη την επικράτεια, γιατί η εντύπωση που δημιουργήθηκε ήταν σατανικά απατηλή και παραπλανητική. Οι πρωτεργάτες Εμβέρ, Ταλααάτ, Νιαζί έριξαν ένα φωτεινό προπέτασμα μεθυστικού καπνού που ζάλισε τα μάτια και τα μυαλά του κόσμου με τα πολύχρωμα οράματα. Όλοι (ιδίως οι μειονότητες) πίστεψαν σε μια αναπάντεχη αναμόρφωση του απολυταρχικού κράτους. Αφιονίστηκαν ….»

   Και όμως. Τα «σημάδια» της καταιγίδας που έρχονταν φάνηκαν πολύ νωρίς και από πολλές μεριές.

   Εφημερίδα  ΝΕΑ ΑΛΗΘΕΙΑ Θεσσαλονίκης,13 Ιανουαρίου 1912. « Και οι τρείς αυστριακαί εφημερίδες εξιστορούσαι εν ολίγοις τα υπό της Τουρκικών Κυβερνήσεων διαπραχθέντα εις μίαν καταλήγουσι προτροπήν: Να παύσωσιν οι Νεότουρκοι τας αποπείρας των προς εκτουρκισμόν των άλλων εθνοτήτων, …., τους Αλβανούς, τους Άραβας, του Έλληνας και τους Αρμενίους ως αποτελούντας τα παραγωγικώτερα στοιχεία του οθωμανικού Κράτους… Ούδ’ ετόλμησαν καν να διαψευσωσιν τα εν ταις μυστικαίς συνεδρίαις του Κομιτάτου αυτών εν Θεσσαλονίκη απεφάσισαν και μέχρι κεραίας εφήρμοσαν, αποτελούντα δε την πολιτικήν αυτών καταδίκης ενώπιον του πεπολιτισμένου κόσμου, …»

   Στην  εφημερίδα «Χαδδέμ-ι-Μιλλέτ» της Κερασούντας, τον Μάιο του 1912, διαβάζουμε: «Την εν των κόσμω ζωήν διοικούσι δύο δυνάμεις, η Πολιτική και η Σπάθη, … Ημείς οι Τούρκοι δεν δυνάμεθα να διακρίνωμεν την λεπτότητα της πολιτικής διότι η ανατροφή μας δεν γνωρίζει πολιτική, …. Την μεταχείρησιν όμως της σπάθης γνωρίζωμεν  καλώς,… Από δύο αιώνων η πολιτική αύτη διιμοίρασε την πατρίδα μας παραδίδουσα αυτήν εις τους σκύλους. Ουδένα πλέον διαμελισμόν δυνάμεθα να υποφέρωμεν,.. Αι κυβερνήσεις των πιστευόντων εις τον Σταυρόν, συνεννοηθείσαι διαβολικώς απέναντι του αθώου Ισλαμικού κόσμου, απέδειξαν ότι έλαβον το θάρρος τούτο και την αυθάδειαν πάντοτε από την ημετέραν υπομονήν και σιγήν ως και εκ της αδιαφορίας μας…. Είναι καιρός πλέον να τοις δοθεί εν μάθημα.  Δια να δυνηθώμεν να αποκτήσωμεν πατρίδα ευτυχή, να ζήσωμεν εις ισχυράν Τουρκικήν Αυτοκρατορίαν, μια μόνη οδός υπάρχει, η σπάθη. Η σπάθη εις χείρας μεν των εχόντων την ημισέλινον είνε όργανον φωτός δυνάμενον να αμβλύνει την όρασιν των σταυροπιστευόντων, ..» (ΝΕΑ ΑΛΗΘΕΙΑ, 25 Μάιου 1912)

  Το πρόγραμμα τίθεται σε εφαρμογή. Εφημερίδα ΜΑΚΕΔΟΝΊΑ 15 Απριλίου 1914.

« Ενεργούντες προπαγάνδαν εις την Μακεδονίαν προσελκύουσι του μουσουλμάνους ( της Μακεδονίας) εις την Θράκην, εκδιώκουσι και διαρπάζουσι τα περιουσίας των (Ελλήνων της Θράκης) δια να τας διανείμουν εις τους Μουσουλμάνους. Η σύλληψις του Τούρκου πράκτορος αφ ενός , αφ ετέρου δε το αποκαλυφθέν έγγραφον διαγράφουν σαφή την δράσιν των Νεοτούρκων, ήτις συνίσταται εις την εξόντωσιν των Ελλήνων και τον εκτουρκισμόν της Θράκης….»

   Στην ίδια εφημερίδα και με τίτλο «Η εξόντωσις του Ελληνισμού της Τουρκίας» , 19 Μαϊου 1914, διαβάζουμε: « Η συνάδελφος «Λιμπερτέ» υπό τον τίτλον η «Τουρκική τρέλλα» δημοσιεύει την ακόλουθον  συνομιλίαν ανωτέρου τούρκου αξιωματικού μεθ’ ενός μέλους της πατριαρχικής αποστολής. .. -Η κυβέρνησις μας (των Νεοτούρκων) όχι μόνον συμμετέχει εις την εξόντωσιν του εν τη Τουρκία Ελληνισμού, αλλά διοργανώνει και υποβοηθά αυτήν. …Εις όλα τα χωρία θα εγκαταστήσωμεν τούρκους πρόσφυγας εκ Βουλγαρίας, Σερβίας και Ελλάδος. Μην εκπλήττεσθε. Είνε το πρόγραμμα μας και θα ιδήτε ότι θα εφαρμοσθή πριν ακόμη παρέλθη μην. … ,  »

  Αμέσως μετά σειρά έχει η Μ. Ασία. «Επειδή δε ο σκοπός της νεοτουρκικής Κυβερνήσεως επετεύχθη καθ’ όλην την γραμμήν της ατυχούς Θράκης, έστρεψε τώρα την προσοχήν της και εις την Μικρά Ασίαν. … Ούτω εις τα πέριξ χωρία της περιοχής Αδραμυτίου εγκαταστάθησαν Πομάκοι οι οποίοι φροντίζουσι να δημιουργώσι ζητήματα εις βάρος των Ελλήνων. Πανταχόθεν αγγέλονται κακκώσεις, βεβηλώσεις, παρανομίαι και πλείστα όσα, τα οποία δυνάμεθα να συνοψίσωμεν εις μίαν λέξιν ήτοι νεοτουρκισμοί. …» (ΜΑΚΕΔΟΝΊΑ, 21 Μαΐου 1914,  ανταπόκριση από Σμύρνη)

   Αλλά και στον Πόντο. Με τίτλο «ο  διωγμός εις Αμισσόν», εφημ ΜΑΚΕΔΟΝΙΑ-24 Μαϊου 1914,  διαβάζουμε: «Περί του διωγμού των Ελλήνων επί τη επαρχία Αμισσού…. Ο αρχηγός χωροφυλακής ηπείλησε τους Χριστιανούς κατοίκους του Καραλή ότι θα καύση το χωρίον των εάν δεν δεχθώσι μουσουλμάνους πρόσφυγας. Ο Χριστιανοί ηρνηθησαν.  …»

   Σύμβουλοι στις σατανικές μεθοδεύσεις οι Γερμανοί.  Στο βιβλίο «Berlin – Bagdad» του Gerhard Albert Ritter (1929 – 2015), διαβάζουμε: «Αδειάστε την Μικρά Ασία από τα ιθαγενή στοιχεία που σας στέκονται εμπόδιο, έλεγε εκείνο τον καιρό η Πρωσσική κυβέρνηση στους Ταλαάτ και Εμβέρ. Είσαστε δάσκαλοι στην τέχνη της εκκένωσης. Και εμείς θα αντικαταστήσουμε τους σκύλους τους Έλληνες, τους ταραχοποιούς και άχρηστους με καλούς και τίμιους Γερμανούς, υποταγμένους και υπάκουους, οι οποίοι θα σας αποδώσουν στο εκατονταπλάσιο αυτό που η εξαφάνιση των Ελλήνων θα σας έχει στερήσει. Και τα οφέλη από την επιχείρηση θα είναι για σας σημαντικότερα απ΄ ότι όλοι οι θησαυροί του χαλίφη».

   Να και ο «στρατηγός « Λίμαν πασάς», καθοδηγητής και συμβουλάτορας των μέτρων εξόντωσης του Χριστιανικού πληθυσμού.: « .. Ο Γερμανός στρατηγός Λίμαν πασάς ευρισκόμενος από ημερών εν Σμύρνη επιβλέπει αυτοπροσώπως εις την κατασκευήν έργων. .. ο Λίμαν πασάς εξέφρασε την γνώμην ότι εν περιπτώσει ελληνοτουρκικού πολέμου, τα ελληνικά στρατεύματα θα θελήσουν να δράσουν εις την Μικράν Ασίαν αποβιβαζόμενοι στον κόλπον του Γέροντα.»

  1. Η εξόντωση ενός λαού, των Αρμενίων,. Ο Αρμενικός λαός έζησε την πιο ακραία μορφή εθνικιστικού φανατισμού με σκοπό τον αφανισμό ενός ολοκλήρου Έθνους.

   Αμέσως μετά η σειρά των Ελλήνων. «Αμποτε και ς’ σού Ρωμανίων! Ατουνούς πα’ αέτς’ θα ‘φτάμε!» (Κάποτε και στων Ελλήνων! Και αυτούς έτσι θα κάνουμε). Μετά την κατακραυγή για την βιαιότητα της Γενοκτονία των Αρμενίων εφευρίσκονται νέοι τρόποι εξόντωσης για να μην προκληθεί ο «πολιτισμένος» κόσμος.   Φωτιές, λεηλασίες, σκοτωμοί, ακολασίες, τα διαβόητα “Αμελέ Ταμπουρού”. Ατέλειωτες πορείες  «λευκού θανάτου» για τους γέροντες και τα γυναικόπαιδα, στο κρύο και στην παγωνιά, σχεδόν γυμνοί,  κάτω από βροχή αλλά και την τρομερή ζέστη του καλοκαιριάτικου ήλιου, χωρίς νερό και τροφή.   Δικαστήρια παρωδίες στήνονται για να δικαστούν και να καταλήξουν στην κρεμάλα, με συνοπτικές διαδικασίες, η θρησκευτική, πολιτική και πνευματική ηγεσία της Αμισού, της Πάφρας, αλλά και άλλων περιοχών.   Κακουχίες, σκοτωμοί,  βιασμοί ήταν το αποκορύφωμα της θηριωδίας που κράτησε χρόνια.

  Οι Έλληνες του Πόντου θυσιάστηκαν. Και την θυσία αυτή θρήνησε και θρηνεί όλη η Ελλάδα. Πέθαναν αλλά η μνήμη τους είναι αθάνατος. Μνήμη που την σηκώνουμε στους ώμους μας.

   Οι διώξεις, οι βιαιότητες, οι θηριωδίες, οι εκτοπισμοί εις βάρος των προγόνων μας αναγκάζουν τους Έλληνες του Πόντου να ανέβουν στα βουνά οργανώνοντας αντάρτικο. Τα θύματα της γενοκτονίας θα ήταν πολύ περισσότερα, αν δεν υπήρχε το επικό και ακατάβλητο ποντιακό αντάρτικο που έσωσε άμαχο πληθυσμό.

   Αντών πασάς (Χατζηελευθερίου Αντώνης), Ιστίλ Αγάς (Στυλιανός Κοσμίδης), Κισά Μπατσάκ (Κυριάκος Παπαδόπουλος), Πίτς Βασίλ (Βασίλειος Τσαουσίδης), Βασίλ Ουστά (Βασίλειος Ανθόπουλος),  Πελαγία ΕξούζογλουΚαπετάν Ευκλείδης (Κουρτίδης Ευκλείδης),  Κοτζά Αναστάς (Παπαδόπουλος Αναστάσιος) και άλλοι πολλοί.  Ονόματα ηρώων, απόντα από τα βιβλία της Ιστορίας μας, άγνωστα στους περισσότερους.   Άνθρωποι απλοί.  Άντρες και γυναίκες. Ξεχώρισαν για το θάρρος, την δύναμη, την μαχητικότητα και την ανδρεία τους

  Τα αντάρτικα σώματα του Πόντου ήταν μια από τις μορφές αντίστασης του ποντιακού ελληνισμού και μάλιστα η κορυφαία.  Η μοναδική οργανωμένη αντίσταση στον Ελληνισμό της Ανατολής. Με κύριο χαρακτηριστικό τους την αυτοθυσία και το πείσμα. Χωρίς βοήθεια από πουθενά, από καμιά μεγάλη δύναμη, ούτε καν από τη μητροπολιτική Ελλάδα.

    Από την αρχαιότητα κατάγονταν οι παλιοί κάτοικοι που ρίζωσαν στη γη Πόντου, μεγαλούργησαν ως άποικοι μακριά από τον τόπο τους και ίδρυσαν πόλεις όπως  η Σινώπη , η Αμισός, η Αμάσεια , η Τραπεζούντα, η Κερασούντα  η Κοτυώρα , κ.α. Που γαλούχησαν τους προπάτορες μας και δίδαξαν Ελληνισμό μέσα στο βαθύ σκοτάδι του μουσουλμανικού χάους με τα 1400 σχολεία και ανέδειξαν πνευματικές μορφές όπως ο Διογένης ο(Κυνικός από την Σινώπη, ο Διονυσόδωρος από την Αμισό, ο Στράβων από την Αμάσεια κ.α.

  Που οικοδόμησαν Ορθοδοξία με τις 1890 εκκλησιές, τους δεκάδες Αγίους και οσιομάρτυρες όπως ο Μέγας Βασίλειος, ο Άγιος Γρηγόριος  ο Νύσσης , ο Μεγαλομάρτυς Θεόδωρος ο Στρατηλάτης και ο Μεγαλομάρτυς Θεόδωρος ο Τήρων, ο Μεγαλομάτρυς Θεόδωρος Γαβράς, η Μεγαλομάρτυς Κυριακή κ.π.α

 Είναι αυτοί που έστησαν το βασίλειο των Κομνηνών στην Τραπεζούντα, αυτοί που οικοδόμησαν το μεγαλείο της σκέψης μας με τα φροντιστήριο και τα ευαγή ιδρύματα του νεότερου Πόντου. Που πρωτοστάτησαν στην Ανάσταση του γένους με την Φιλική Εταιρεία, οι Υψηλάντηδες και Μουρούζηδες.

  Κάποτε ήρθε το τέλος. Οι ελληνικοί πληθυσμοί πήραν τον δρόμο της προσφυγιάς.  Στις νέες πατρίδες, με τα νοσταλγικά δάκρυα πόνου και αγάπης για την πατρίδα που άφησαν και τους νεκρούς που μείναν σ’ εκείνα τα Άγια χώματα, μόχθησαν, δημιούργησαν και ρίζωσαν.

   Η «φωνές» των αθώων θυμάτων μας καλούν. Ήρθε η ώρα να διεκδικήσουμε το δικαίωμα στην μνήμη. Οι ένοχοι να αναγνωρίσουν το έγκλημα τους.

 Ο αγώνας της διεκδίκησης δεν έχει τα χαρακτηριστικά του μίσους και της αντεκδίκησης. Μοναδικός στόχος είναι η δικαίωση και η ήττα των πολιτικών νοοτροπιών.

   «Η έλλειψη αναγνώρισης και η αδιαφορία της Διεθνούς Κοινότητας επιτρέπει την αναβίωση αντιδημοκρατικών και νεοναζιστικών συμπεριφορών και κινημάτων στο διεθνές προσκήνιο, ευτελίζοντας έτσι τους δημοκρατικούς θεσμούς, τα ανθρώπινα δικαιώματα και τις θεμελιώδεις αξίες της ανθρωπότητας.

  Israel W. Charny, Ισραηλινός ψυχολόγος και μελετητής γενοκτονίας

   Όλοι εμείς, απόγονοι εκείνων οφείλουμε να παραδειγματιστούμε από τα έργα και την θυσία τους. Όλοι εμείς που κουβαλάμε μέσα μας την νοσταλγία για τις χαμένες πατρίδες. Και μαζί με αυτό τον πόνο, την αναγκαιότητα να μην υπάρξει ξανά ούτε Αρμενικό ’15, ούτε ελληνικό ’22. Πουθενά και για κανέναν στον κόσμο.

  

Και στα χνάρια των λόγων του Αρμένικής καταγωγής Ουίλιαμ Σαραγιάν, να πούμε:

 «Ορίστε, νομίσατε ότι εξολοθρεύσατε έναν λαό.

Νομίσατε ότι μπορείτε να το κάνετε.

Τους στείλατε από τα σπίτια τους στις ερήμους

Τους αφήσατε δίχως ψωμί και δίχως νερό

Κάψατε τα σπίτια και τις εκκλησιές τους

Αλλά δέστε. Γελούν και πάλι

Δέστε τους πως τραγουδούν και πως προσεύχονται ξανά

Είμαστε εδώ. Είμαστε αυτοί που επέζησαν από την Γενοκτονίας σας.

Και είμαστε πολλοί.

Διεκδικούμε την δικαίωση της μνήμης τους…και δεν θα πάψουμε να αγωνιζόμαστε για αυτήν.»

ΕΚΕΙ ΑΥΤΟΝ ΟΨΕΣΘΕ, ΚΑΘΩΣ ΕΙΠΕΝ ΥΜΙΝ

 «Ἀλλ᾿ ὑπάγετε εἴπατε τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ καὶ τῷ Πέτρῳ ὅτι προάγει ὑμᾶς εἰς τὴν Γαλιλαίαν· ἐκεῖ αὐτὸν ὄψεσθε, καθὼς εἶπεν ὑμῖν» (Μάρκ. 16,7)

Πηγαίνετε τώρα καὶ πεῖτε στοὺς μαθητές του καὶ στὸν Πέτρο· “πηγαίνει πρὶν ἀπὸ σᾶς στὴν Γαλιλαία καὶ σᾶς περιμένει· ἐκεῖ θὰ τὸν δεῖτε, ὅπως σᾶς τὸ εἶπε”». 

            Είναι συγκλονιστική η σκηνή της συνάντησης των Μυροφόρων γυναικών με τον άγγελο στο κενό μνήμα. Τρεις γυναίκες, κατά τον ευαγγελιστή Μάρκο, πηγαίνουν πολύ πρωί στον τάφο του Ιησού, έχοντας αγοράσει αρώματα, για να αλείψουν το νεκρό σώμα Του. Κίνηση που υπερβαίνει κάθε λογική. Από την μία ο νεκρός που βρίσκεται στον τάφο, κάτι που σημαίνει ότι θα έπρεπε να αποκυλίσουν την πέτρα που σφράγιζε την είσοδο του μνήματος, υπόθεση αδύνατη για τη σωματική τους δύναμη. Όμως ήλπιζαν ότι όλο και κάποιος θα βρίσκονταν στην περιοχή έξω από τα Ιεροσόλυμα, πηγαίνοντας ίσως στον αγρό του και θα τους βοηθούσε. Από την άλλη, οι στρατιώτες που φυλούσαν σκοπιά στον τάφο. Θα τις επέτρεπαν άραγε να εισέλθουν; Υπόθεση κι αυτή αδύνατη, καθότι δεν ήταν πρόσωπα που είχαν εξουσία και ήταν και γυναίκες, αμελητέα ποσότητα για τα δεδομένα της εποχής. Μάλλον το γέλιο θα προκαλούσαν. Ήταν όμως κι ένα τρίτο στοιχείο, το οποίο υπερέβαινε, έτσι κι αλλιώς, τη λογική. Να αλείψουν έναν νεκρό, για ποιον λόγο; Για να καθυστερήσεις την αποσύνθεση; Για να την καλύψεις με τα μύρα; Για να τον τιμήσεις; Θα παραμέριζαν τα εντάφια σπάργανα; Θα έριχναν τα αρώματα από πάνω;

            Οι ορθολογιστές κάθε εποχής, ιδίως των καιρών μας, θα έλεγαν ότι οι μυροφόρες είχαν αρνηθεί ψυχολογικά το γεγονός του θανάτου. Βρίσκονταν σε κατάσταση πένθους. Στην πραγματικότητα, ήθελαν να πειστούν ότι ο Διδάσκαλός τους ήταν νεκρός, αλλά μέσα τους δεν το είχαν αποδεχτεί. Από την άλλη, ακόμη κι αν δεν ίσχυε αυτό, κάνουν ό,τι γίνεται συνήθως με όσους αγαπάνε πολύ ένα πρόσωπο που φεύγει. Πηγαίνουν στον τάφο του για να κλάψουν, για να αισθανθούνε βλέποντας το μνήμα ότι ο άνθρωπός τους μπορεί να έφυγε ψυχικά, αλλά είναι ακόμα εκεί. Και να του μιλήσουν. Να του πούνε τον καημό τους. Να του δείξουν την αγάπη τους. Συναισθηματική παρηγοριά και εκτόνωση, έως ότου έρθει ο καιρός που το γεγονός του θανάτου, το οποίο μοιάζει πάντοτε απίστευτο, γίνει αποδεκτό από όσους αισθάνονται οικείοι με τον κεκοιμημένο.

            Υπάρχει όμως και μια άλλη ερμηνεία, που ξεκινά, αλλά υπερβαίνει αυτά τα δεδομένα. Είναι ο λόγος της αγάπης που γίνεται ελπίδα. Οι μυροφόρες αγαπούσαν πολύ τον Χριστό και ήξεραν τη διδαχή της Ανάστασης. Μέσα τους μια κρυφή ελπίδα τις έσπρωχνε, λίαν πρωί, να πάνε στον τάφο. Ήταν το γεγονός ότι στην καρδιά τους είχαν πίστη, εμπιστοσύνη δηλαδή στον Κύριο. Και ένιωθαν ότι αυτές θα έκαναν το χρέος προς έναν κεκοιμημένο, αλλά, κατά βάθος, πίστευαν ότι μπορεί και να είχε αναστηθεί. Και η πίστη τους δικαιώνεται.

            Ο Άγγελος, τον οποίο συναντούν στο κενό μνημείο, τις υποδέχεται με την επιβεβαίωση ότι η αγάπη τους δεν είναι προς έναν κεκοιμημένο, αλλά προς τον εγηγερμένο εκ νεκρών. Προς τον Θεάνθρωπο Λυτρωτή μας από τον θάνατο. Ότι δεν πίστευαν σε έναν άνθρωπο που συνάρπασε με τον λόγο και το παράδειγμά του τον κόσμο και πλήρωσε το τίμημα να μην είναι ευχάριστος στην κάθε εξουσία, αλλά πίστευαν στον Θεάνθρωπο Κύριο, ο Οποίος ήρθε για να πεθάνει και να αναστηθεί, για να μας δείξει ότι τελικά δεν είναι ο θάνατος ο κυβερνήτης του κόσμου και της ζωής, αλλά ο Χριστός και η Ανάσταση. Και ότι η αγάπη τελικά μάς κάνει μάρτυρες της Ανάστασης, όπως οι μυροφόρες γυναίκες έζησαν το μεγάλο γεγονός. Αποκεκυλισμένος ο λίθος. Άφαντοι οι στρατιώτες. Τα εντάφια σπάργανα και το σουδάριο, η πετσέτα με την οποία οι Ιουδαίοι κάλυπταν την κεφαλή, δεν είχαν σώμα μέσα. Το θαύμα ανεξήγητο για τους ορθολογιστές. Δωρεά όμως για όσους και όσες αγαπάνε τον Χριστό, όχι μόνο τότε, αλλά για πάντα.

            Ο άγγελος θα προτρέψει τις μυροφόρες να πούνε στους μαθητές του Χριστού και στον Πέτρο, ο οποίος είχε προδώσει τον Κύριο, αρνούμενός Τον τρεις φορές, ότι τους περιμένει στη Γαλιλαία, όπως τους είχε προείπει. Σ’ αυτή τη Γαλιλαία του κόσμου περιμένει κι εμάς ο Αναστάς Χριστός. Στη Γαλιλαία των εθνών και των λαών. Στη Γαλιλαία των αμαρτωλών. Στη Γαλιλαία εκείνων που αναζητούν την αλήθεια. Στη Γαλιλαία των οικείων και των ξένων. Στη Γαλιλαία των ειδωλολατρών, αλλά και των λίγων που διψούνε για αλήθεια. Στη Γαλιλαία του τότε και κάθε εποχής. Στη Γαλιλαία που αγκαλιάζει η Εκκλησία του Χριστού μας. Στα πρόσωπα των ανθρώπων συναντούμε τον Αναστάντα Χριστό. Στις δομές του κόσμου καλούμαστε να μπολιάσουμε τη ζωή με την αγάπη που Εκείνος μάς έμαθε και μας μαθαίνει. Να κάνουμε ένα μικρό ή μεγάλο ταξίδι από τα Ιεροσόλυμα του ορθολογισμού και της ατομοκεντρικής διαχείρισης της ζωής με βάση το πού πορεύεται ο κόσμος και ο πολιτισμός και να πάμε με τα βήματά μας εκεί που κληθήκαμε να παλέψουμε. Και οι μαθητές ξεκίνησαν τη σχέση τους με τον Χριστό στη Γαλιλαία. Εκεί κλήθηκαν από τον Κύριο. Και από κει θα δώσουν την μεγάλη μαρτυρία, αφού Τον αποχαιρετίσουν. Θα μιλήσουν και θα δείξουν την Ανάσταση, όχι βολεμένοι, αλλά αναζητώντας τον κάθε άνθρωπο που διψά για την Αλήθεια.

            Εκεί, στη Γαλιλαία του κόσμου βλέπουμε τον Χριστό και σήμερα. Μπορεί αυτή η Γαλιλαία να είναι το σπίτι μας. Να είναι η εργασία μας. Να είναι ο κόσμος μας. Να είναι η ζωή, κοντά ή μακριά. Ας βγούμε από τις ορθολογιστικές μας βεβαιότητες όπως οι μυροφόρες και ας πάμε, χωρίς να ξεχνάμε ότι πρώτα πρέπει να περάσουμε από τον τάφο της εξόδου από το εγώ, που υπερβαίνει κάθε λογική, αλλά συντάσσεται μόνο με την αγάπη. Και ο Χριστός θα μας πει το «Χαίρετε», όπως στις μυροφόρες λίγο αργότερα, για να ζήσουμε στην Εκκλησία τη χαρά της παρουσίας Του στο διηνεκές. Η απόφαση είναι δική μας και ανανεώνεται κάθε στιγμή!

            Χριστός Ανέστη!   

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΜΥΡΟΦΟΡΩΝ



«Τολμήσας εἰσῆλθε πρός Πιλᾶτον καί ᾐτήσατο τό σῶμα τοῦ Ἰησοῦ» (Μαρκ. 15.43).
Τρίτη Κυριακή μετά τήν Κυριακή τῆς λαμπροφόρου Ἀναστάσεως τοῦ Κυρίου καί ἡ ἑορτή τῶν ἁγίων μυροφόρων γυναι­κῶν καί τῶν εὐσχημόνων βουλευτῶν Ἰω­σήφ καί Νικο­δήμου, τήν ὁποία ὅρισε ἡ Ἐκκλησία μας νά ἑορτά­ζεται αὐτή τήν Κυριακή, μᾶς ξαναφέρνει στή μνήμη τίς συγκλονι­στι­κές στιγμές ἐκείνης τῆς ἡμέ­ρας, «τῆς μιᾶς τῶν σαββά­των». Καί μαζί μέ αὐτές μᾶς φέρνει στή μνήμη τίς συγκλο­νι­στικές πρά­ξεις ἐκεί­νων τῶν ἀνθρώπων, γυναι­κῶν καί ἀνδρῶν, πού περιέβαλλαν μέ ὑπέρ­­τατο σεβασμό καί ἀνυπόκριτη ἀγάπη τόν διδάσκαλό τους.
Ἄνθρωποι τόσο διαφο­ρε­τικοί καί ὅμως οἱ πράξεις τους συνδέονται μέ ἕνα κοινό χα­ρακτηριστικό γνώρισμα, τήν τόλμη. Τολ­μᾶ ὁ Ἰωσήφ καί ζητᾶ ἀπό τόν Πιλάτο τό σῶμα τοῦ Ἰησοῦ. Τολμᾶ ὁ Ἰωσήφ, καί μα­­ζί μέ τόν Νικόδημο ἐνταφιάζουν εὐλα­βι­κά τόν νε­κρό διδάσκαλο. Τολμοῦν οἱ μυ­ροφόρες γυναῖκες καί μόνες αὐτές βα­δί­ζουν ἐκεῖ­νο τό ξημέρωμα «ἐπί τό μνη­μεῖο», στόν τάφο τοῦ Ἰησοῦ, γιά νά ἀλεί­ψουν τό πανακήρατο σῶμα του ὄχι μόνο μέ ἀρώματα ἀλλά κυρίως μέ τά μύρα τῆς εὐσεβείας τους.
Ποιός θά μποροῦσε νά μή θαυμάσει αὐ­τούς τούς ἀνθρώπους, διερωτᾶται ὁ ἅγιος Θεόληπτος Φιλαδελφείας; Ποιός θά μπο­ροῦ­σε νά μή θαυμάσει αὐτούς τῶν ὁποίων ἡ εὐ­σέβεια καί ἡ ἀγάπη στόν Θεό τούς ἔδωσε τή δύναμη νά ξεπεράσουν κάθε ἀν­θρώπινο φόβο, τούς ἔδωσε τή δύναμη νά ξεπεράσουν ὅλα τά ἐμπόδια πού ἡ ἀνθρώ­πινη φύση τους μπο­­ροῦσε νά προβάλλει. Καί ἀκριβῶς ἐπειδή δέν ἦταν δέσμιοι τῆς ἀγάπης τοῦ ἑαυτοῦ τους, δέν ἦταν δέσμιοι τῆς ἀγάπης τῆς δόξης, τοῦ πλούτου, τῆς γνώμης τῶν ἀνθρώπων, γι’ αὐτό καί ἀξι­ώ­θηκαν νά ἀποκτήσουν αὐτό πού ζητοῦ­σαν· διότι, ὅπως μᾶς διαβεβαιώνει καί ὁ ἴδι­ος ὁ Χριστός, «πᾶς ὀ αἰτῶν λαμβάνει καί ὁ ζητῶν εὐρίσκει».
Ζήτησε, ἀδελφοί μου, ὁ Ἰωσήφ τό σῶμα τοῦ Ἰησοῦ καί τό ἔλαβε· ἔλαβε ὅ,τι πολυ­τι­­μό­­τε­ρο ὑπῆρξε ποτέ ἐπάνω στή γῆ, τό θεανθρώπινο σῶμα τοῦ Κυρίου. Καί δέν τό ἔλαβε μόνο ἀλλά καί τό ἀγκάλιασε, τό κατέβασε ἀπό τόν Σταυρό καί μαζί μέ τόν Νικό­δημο τό τύλιξαν στά ὀθόνια καί τό ἐνεταφίασαν μέ σεβασμό. Ζήτησαν οἱ δύο μαθητές τό σῶμα τοῦ Ἰησοῦ ὄχι γιά νά ἱκανοποιήσουν κάποια δική τους φιλοδο­ξία ἤ ματαιοδοξία, ἀλλά γιά νά τοῦ προσ­φέ­ρουν τίς νεκρικές τιμές. Καί αὐτή ἡ ἀνι­διοτελής τους ἀγάπη καί τόλμη ἦταν πού τούς χάρισαν τή μεγάλη, τήν ὕψιστη εὐ­λο­γία, νά κρατήσουν στά χέρια τους καί νά διακονήσουν τόν Ἰησοῦ.
Ζήτησαν οἱ μυροφόρες γυναῖκες νά δια­κονήσουν τόν νεκρό τους διδάσκαλο, προσ­φέ­ροντάς του τά βαρύτιμα ἀρώματα καί δέν ὑπολόγισαν οὔτε τήν ὥρα, οὔτε τούς κινδύνους, οὔτε τίς δυσκολίες τοῦ ἐγ­χειρήματός τους. Ζήτησαν τόν Χριστό, γιατί αἰσθανόταν ὅτι οἱ ψυχές τους δέν μποροῦσαν νά ζήσουν χωρίς τήν παρου­σία του. Καί ἐπειδή τόν ζήτησαν καί αὐτές κι­νούμενες ἀπό ἀγάπη, γι’ αὐτό καί ἀξι­ώ­θηκαν νά τόν βροῦν τόσο ἀνέλπιστα καί τόσο ἀπροσδόκητα, νά τόν συναντή­σουν ἀνα­στημένο καί νά γίνουν αὐτές οἱ πρῶ­τοι κήρυκες τῆς ἀναστάσεώς του.
«Τολμήσας εἰσῆλθε πρός Πιλᾶτον καί ᾐτήσατο».
Μαθητές τοῦ Χριστοῦ καί ἐμεῖς, ἀδελ­φοί μου, ὡς μέλη τῆς Ἐκκλησίας, ἐπιδει­κνύ­ουμε ἀλήθεια στή ζωή μας καί στή σχέ­ση μας μέ τόν Χριστό τήν τόλμη πού ἐπέδειξαν ὁ Ἰωσήφ καί ὁ Νικόδημος, τήν τόλμη πού ἐπέδειξαν οἱ μυροφόρες γυναῖ­κες; Ἤ ἐπιλέ­γου­με τήν εὔκολη πίστη, πού ὑποχωρεῖ, ὅταν χρειάζεται νά τήν ὁμολο­γήσουμε, καί τήν ἄκο­πη χριστιανική ζωή πού δέν προϋποθέτει καμιά θυσία, πού δέν προϋποθέ­τει ἀγώ­­να, μετάνοια, ἀπελευθέ­ρω­ση ἀπό πάθη καί ἐπιθυμίες κοσμικές; Καί ἀκόμη, ἀδελφοί μου, ζητοῦμε ἀπό τόν Θεό ἤ ζητοῦμε τόν Θεό; Μήπως ζητοῦμε ἀπό τόν Θεό ὅ,τι νομί­ζουμε ὅτι χρειαζό­μα­στε γιά μᾶς ἤ γιά τούς οἰκείους μας, ἀλλά ξε­χνοῦμε ὅτι ὅλα αὐτά εἶναι πρόσκαιρα καί δευτερεύοντα καί ὅτι τό πρώτιστο καί ση­μαντικότερο εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Θεός, ἡ πα­ρουσία του στή ζωή μας, ἡ αἰώνια ζωή καί σω­τηρία μας· «ζη­τεῖτε πρῶτον τήν βασι­λεί­αν τοῦ Θεοῦ καί τήν δικαιοσύνην αὐ­τοῦ καί ταῦτα πάντα προστε­θήσεται ὑ­μῖν», εἶχε διδάξει ὁ Χριστός τούς μαθητές του.
Ἀδελφοί μου, ἡ σημερινή Κυριακή τῶν Μυροφόρων ἄς ὑπενθυμίσει σέ ὅλους μας πό­σο σημαντικό εἶναι νά προσθέσουμε στήν πίστη μας τόλμη καί στά αἰτήματά μας πρός τόν Θεό τό αἴτημα νά τόν συναν­τήσουμε. Καί νά εἴμαστε βέβαιοι ὅτι, ἄν τοῦ τό ζητοῦμε μέ ἀγάπη καί εἰλικρινῆ διά­­θεση, θά μᾶς ἀξιώσει καί ἐμᾶς νά συν­αν­­τηθοῦμε μαζί του ὅποτε καί ὅπου ἐκεῖ­νος κρίνει, ὅπως συνέβη καί μέ τίς μυ­ρο­φόρες γυναῖκες, ὅπως συνέβη καί μέ τόν Ἰωσήφ καί τόν Νικόδημο.
Μητροπολίτης Βεροίας κ. Παντελεήμων,

Ο ΑΓΙΟΣ ΠΑΤΡΙΚΙΟΣ

 

Τη μνήμη του Αγίου Πατρικίου και των συν αυτώ Μαρτυρησάντων τιμά σήμερα, , η Εκκλησία μας.
 Οι άριστες θεολογικές του γνώσεις, αλλά και η θερμή του πίστη, ανέδειξαν τον Πατρίκιο επίσκοπο Προύσσης. Η θέση αυτή για τον Πατρίκιο υπήρξε πνευματικό φρούριο για την υπεράσπιση του Ευαγγελίου και ορμητήριο για την πάταξη της ειδωλολατρικής πλάνης.
Στην αποστολική του αυτή εργασία δε θέλησε να είναι μόνος. Είχε μαζί του και τρεις πρόθυμους συνεργάτες, τον Ακάκιο, το Μένανδρο και τον Πολύαινο. Μαζί τους ο Πατρίκιος έφερε στη χριστιανική πίστη πολλούς ειδωλολάτρες.
Αυτό, όμως, καταγγέλθηκε στον άρχοντα Ιουλιανό τον Υπατικό, και αμέσως συνελήφθησαν.
Ο άρχοντας με φιλοσοφικές συζητήσεις προσπάθησε να πείσει τον Πατρίκιο ότι ο Χριστός δεν είναι Θεός. Ο Πατρίκιος, με τη ρητορική δεινότητα και την άριστη θεολογική κατάρτιση που διέθετε, ανέτρεψε το ένα μετά το άλλο τα επιχειρήματα του Ιουλιανού.
Αυτός, βλέποντας την ιδεολογική συντριβή του από το χριστιανό διδάσκαλο, διέταξε και αποκεφάλισαν τον Πατρίκιο με τους τρεις συνεργάτες του.
Απολυτίκιο:
Ήχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.
Τετράς θεοφόρητος, Ιεραρχών ιερών, Τριάδα την άκτιστον, κατ’ εναντίον εχθρών, πανσόφως εκήρυξε, Πατρίκιος ο της Προύσης, θεηγόρος ποιμάντωρ, Ακάκιος συν Μενάνδρω, και Πολύαινος άμα, διό και ως αθλήσαντες, δόξης ηξιώθησαν.

Σάββατο 18 Μαΐου 2024

ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 19/05/24-ΚΑΤΑ ΜΑΡΚΟΝ ΙΕ' 43-ΙΣΤ' 8

 Κυριακὴ τῶν Μυροφόρων - Εὐαγγελικὸ Ἀνάγνωσμα Κυριακῆς 19 Μαΐου 2024


Πρωτ. Φιλίππου Φιλίππου

Πρωτότυπο Κείμενο

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἐλθὼν Ἰωσὴφ ὁ ἀπὸ Ἀριμαθαίας, εὐσχήμων βουλευτής, ὃς καὶ αὐτὸς ἦν προσδεχόμενος τὴν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ, τολμήσας εἰσῆλθε πρὸς Πιλᾶτον καὶ ᾐτήσατο τὸ σῶμα τοῦ Ἰησοῦ. Ὁ δὲ Πιλᾶτος ἐθαύμασεν εἰ ἤδη τέθνηκε, καὶ προσκαλεσάμενος τὸν κεντυρίωνα ἐπηρώτησεν αὐτὸν εἰ πάλαι ἀπέθανε· καὶ γνοὺς ἀπὸ τοῦ κεντυρίωνος ἐδωρήσατο τὸ σῶμα τῷ Ἰωσήφ. Καὶ ἀγοράσας σινδόνα καὶ καθελὼν αὐτὸν ἐνείλησε τῇ σινδόνι καὶ κατέθηκεν αὐτὸν ἐν μνημείῳ, ὃ ἦν λελατομημένον ἐκ πέτρας, καὶ προσεκύλισε λίθον ἐπὶ τὴν θύραν τοῦ μνημείου. Ἡ δὲ Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ καὶ Μαρία Ἰωσῆ ἐθεώρουν ποῦ τίθεται. Καὶ διαγενομένου τοῦ σαββάτου Μαρία ἡ Μαγδαληνὴ καὶ Μαρία ἡ τοῦ Ἰακώβου καὶ Σαλώμη ἠγόρασαν ἀρώματα ἵνα ἐλθοῦσαι ἀλείψωσιν αὐτόν. Καὶ λίαν πρωῒ τῆς μιᾶς σαββάτων ἔρχονται ἐπὶ τὸ μνημεῖον, ἀνατείλαντος τοῦ ἡλίου. Καὶ ἔλεγον πρὸς ἑαυτάς· τίς ἀποκυλίσει ἡμῖν τὸν λίθον ἐκ τῆς θύρας τοῦ μνημείου; Καὶ ἀναβλέψασαι θεωροῦσιν ὅτι ἀποκεκύλισται ὁ λίθος· ἦν γὰρ μέγας σφόδρα. Καὶ εἰσελθοῦσαι εἰς τὸ μνημεῖον εἶδον νεανίσκον καθήμενον ἐν τοῖς δεξιοῖς, περιβεβλημένον στολὴν λευκήν, καὶ ἐξεθαμβήθησαν. Ὁ δὲ λέγει αὐταῖς· μὴ ἐκθαμβεῖσθε· Ἰησοῦν ζητεῖτε τὸν Ναζαρηνὸν τὸν ἐσταυρωμένον· ἠγέρθη, οὐκ ἔστιν ὧδε· ἴδε ὁ τόπος ὅπου ἔθηκαν αὐτόν. Ἀλλ᾿ ὑπάγετε εἴπατε τοῖς μαθηταῖς αὐτοῦ καὶ τῷ Πέτρῳ ὅτι προάγει ὑμᾶς εἰς τὴν Γαλιλαίαν· ἐκεῖ αὐτὸν ὄψεσθε, καθὼς εἶπεν ὑμῖν. Καὶ ἐξελθοῦσαι ἔφυγον ἀπὸ τοῦ μνημείου· εἶχε δὲ αὐτὰς τρόμος καὶ ἔκστασις, καὶ οὐδενὶ οὐδὲν εἶπον· ἐφοβοῦντο γάρ.

Νεοελληνική Απόδοση

Εκείνο τον καιρό, ο Ιωσήφ, ένα αξιοσέβαστο μέλος του συνεδρίου, που καταγόταν από την Αριμαθαία, και περίμενε κι αυτός τη βασιλεία του Θεού, τόλμησε να πάει στον Πιλάτο και να του ζητήσει το σώμα του Ιησού. Ο Πιλάτος απόρησε που ο Ιησούς είχε κιόλας πεθάνει. Κάλεσε τον εκατόνταρχο και τον ρώτησε αν είχε πεθάνει από ώρα. Όταν πήρε την απάντηση από τον εκατόνταρχο, χάρισε το σώμα στον Ιωσήφ. Εκείνος αγόρασε ένα σεντόνι, κατέβασε τον Ιησού, τον τύλιξε μ’ αυτό και τον τοποθέτησε σ’ ένα μνήμα που ήταν λαξεμένο σε βράχο· μετά κύλησε ένα λιθάρι κι έκλεισε την είσοδο του μνήματος. Η Μαρία η Μαγδαληνή και η Μαρία η μητέρα του Ιωσήφ παρακολουθούσαν που τον έβαλαν. Όταν πέρασε το Σάββατο, η Μαρία η Μαγδαληνή και η Μαρία η μητέρα του Ιακώβου, και η Σαλώμη, αγόρασαν αρώματα, για να πάνε ν’ αλείψουν το σώμα του Ιησού. Ήρθαν στο μνήμα πολύ πρωί την επομένη του Σαββάτου, μόλις ανέτειλε ο ήλιος. Κι έλεγαν μεταξύ τους: «Ποιος θα μας κυλήσει την πέτρα από την είσοδο του μνήματος;» Γιατί ήταν πάρα πολύ μεγάλη. Μόλις όμως κοίταξαν προς τα κει, παρατήρησαν ότι η πέτρα είχε κυλήσει από τον τόπο της. Μόλις μπήκαν στο μνήμα, είδαν ένα νεαρό με λευκή στολή να κάθεται στα δεξιά, και τρόμαξαν. Αυτός όμως τους είπε: «Μην τρομάζετε. Ψάχνετε για τον Ιησού από τη Ναζαρέτ, το σταυρωμένο. Αναστήθηκε. Δεν είναι εδώ. Να και το μέρος όπου τον είχαν βάλει. Πηγαίνετε τώρα και πείτε στους μαθητές του και στον Πέτρο: πηγαίνει πριν από σας στην Γαλιλαία και σας περιμένει· εκεί θα τον δείτε, όπως σας το είπε». Οι γυναίκες βγήκαν κι έφυγαν από το μνήμα γεμάτες τρόμο και δέος· δεν είπαν όμως τίποτα σε κανέναν, γιατί ήταν φοβισμένες.

Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 19/05/24-ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΣΤ' 1-7

 Απόστολος Παύλος, Το θαύμα κατά τον αποκεφαλισμό του | Πεμπτουσία

Πρωτότυπο Κείμενο

Ἐν ταῖς ἡμεραῖς ἐκείναις, πληθυνόντων τῶν μαθητῶν ἐγένετο γογγυσμὸς τῶν Ἑλληνιστῶν πρὸς τοὺς Ἑβραίους͵ ὅτι παρεθεωροῦντο ἐν τῇ διακονίᾳ τῇ καθημερινῇ αἱ χῆραι αὐτῶν. Προσκαλεσάμενοι δὲ οἱ δώδεκα τὸ πλῆθος τῶν μαθητῶν εἶπαν͵ Οὐκ ἀρεστόν ἐστιν ἡμᾶς καταλείψαντας τὸν λόγον τοῦ Θεοῦ διακονεῖν τραπέζαις· ἐπισκέψασθε δέ͵ ἀδελφοί͵ ἄνδρας ἐξ ὑμῶν μαρτυρουμένους ἑπτὰ πλήρεις πνεύματος καὶ σοφίας͵ οὓς καταστήσομεν ἐπὶ τῆς χρείας ταύτης· ἡμεῖς δὲ τῇ προσευχῇ καὶ τῇ διακονίᾳ τοῦ λόγου προσκαρτερήσομεν. Καὶ ἤρεσεν ὁ λόγος ἐνώπιον παντὸς τοῦ πλήθους͵ καὶ ἐξελέξαντο Στέφανον͵ ἄνδρα πλήρη πίστεως καὶ πνεύματος ἁγίου͵ καὶ Φίλιππον καὶ Πρόχορον καὶ Νικάνορα καὶ Τίμωνα καὶ Παρμενᾶν καὶ Νικόλαον προσήλυτον Ἀντιοχέα͵ οὓς ἔστησαν ἐνώπιον τῶν ἀποστόλων͵ καὶ προσευξάμενοι ἐπέθηκαν αὐτοῖς τὰς χεῖρας. Καὶ ὁ λόγος τοῦ θεοῦ ηὔξανεν͵ καὶ ἐπληθύνετο ὁ ἀριθμὸς τῶν μαθητῶν ἐν Ἰερουσαλὴμ σφόδρα͵ πολύς τε ὄχλος τῶν ἱερέων ὑπήκουον τῇ πίστει.

Νεοελληνική Απόδοση

Εκείνες τις μέρες, καθώς μεγάλωνε ο αριθμός των μαθητών, άρχισαν να παραπονιούνται οι ελληνόφωνοι πιστοί εναντίον των εβραιοφώνων, ότι στην καθημερινή διανομή των τροφίμων δεν φρόντιζαν τις ελληνόφωνες χήρες όσο έπρεπε. Τότε οι δώδεκα απόστολοι σύναξαν όλους τους μαθητές και είπαν: « Δεν είναι σωστό εμείς ν΄ αφήσουμε το κήρυγμα του λόγου του Θεού και να ασχολούμαστε με διανομές τροφίμων. Φροντίστε λοιπόν, αδελφοί, να εκλέξετε απ’ ανάμεσά σας εφτά άντρες με καλή φήμη, γεμάτους από τη σοφία του Αγίου Πνεύματος. Αυτούς θα ορίσουμε να κάνουν αυτό το έργο, κι εμείς θα αφιερωθούμε αποκλειστικά στην προσευχή και στο έργο του κηρύγματος». Μ’ αυτά τα λόγια συμφώνησε όλη η κοινότητα.  Έτσι διάλεξαν το Στέφανο, άνθρωπο γεμάτον πίστη και Άγιο Πνεύμα∙  επίσης το Φίλιππο, τον Πρόχορο, το Νικάνορα, τον Τίμωνα, τον Παρμενά και το Νικόλαο από την Αντιόχεια, που προηγουμένως είχε προχωρήσει στον Ιουδαϊσμό. Αυτούς τους έφεραν μπροστά στους αποστόλους, που προσευχήθηκαν κι έβαλαν τα χέρια τους στα κεφάλια των εφτά. Στο μεταξύ ο λόγος του Θεού διαδινόταν. Ο αριθμός των μαθητών στην Ιερουσαλήμ μεγάλωνε πολύ. Ακόμη και ιερείς πάρα πολλοί αποδέχονταν την πίστη.

Η ΜΙΚΡΟΨΥΧΙΑ


«Όταν θελήσει ο Θεός να δοκιμάσει τον άνθρωπο ακόμη περισσότερο, παραχωρεί να πέσει στα χέρια  της μικροψυχίας»
(Άγιος Ισαάκ ο Σύρος)

Από τα φαινόμενα της εποχής μας η φανερή μικροψυχία. Ό,τι μου χρωστάνε, θα πρέπει, ασχέτως αν όντως είναι έτσι, θα πρέπει να μου το ξεπληρώσουν. Κι ακόμη κι αν γίνει αυτό, ουδέποτε θα τους συγχωρήσω, διότι τόλμησαν να θίξουν εμένα, την μοναδικότητά μου, την ανεπανάληπτη προσωπικότητά μου, που δεν επιτρέπω σε κανέναν να αμφισβητήσει το δίκιο και την αξία μου.

Αν αυτή η στάση είχε να κάνει όμως μόνο με σοβαρά ζητήματα, θα την καταλαβαίναμε κάπως. Η μικροψυχία έχει να κάνει με την επιθετικότητα του ανθρώπου σε πράγματα ασήμαντα, της στιγμής. Δεν βλέπει ποτέ την κατάσταση του άλλου. Την κούραση ίσως. Την απογοήτευση. Την πρόθεση των όσων θέλει να πει και δεν τα καταφέρνει, διότι δεν πρόσεξε τα λόγια του. Την αδυναμία του να προβλέψει ότι μπορεί η κίνησή του να παρεξηγηθεί, διότι δεν έλαβε υπόψιν ότι ο άλλος βλέπει κι αλλιώς τα πράγματα. Όχι, δεν μπορούμε να αφήσουμε να πέσει τίποτα κάτω. Πρέπει να έχουμε εμείς τον τελευταίο λόγο. Κι έτσι, η μικροψυχία γίνεται μνησικακία. Η μικροψυχία γίνεται η αφορμή να παγώνουν οι καρδιές και οι σχέσεις. Να διαλύονται φιλίες. Ακόμη και η συντροφικότητα δοκιμάζεται. Ιδίως σε ανταγωνιστικές σχέσεις, όπως της πεθεράς με τη νύφη. Τα αδέρφια μεταξύ τους μετράνε τις κουβέντες, τα πειράγματα, την έλλειψη προνοητικότητας. Και φέρνουν τους γονείς σε δύσκολη θέση να γίνουν δικαστές.

Η μικροψυχία είναι κατάσταση δύσκολη. Φθείρει σταδιακά τον χαρακτήρα και την ψυχή, διότι δεν γίνεται αντιληπτή, ότι κρύβει κακία, εμπάθεια, υπερηφάνεια. Προτάσσεται το δίκιο έναντι του άλλου και όποιος τη βιώνει, αισθάνεται ότι φταίνε οι άλλοι. Έτσι, περιμένει από τους άλλους τη διόρθωση της συμπεριφοράς, ενώ καλλιεργεί εντός του σενάρια λογισμών, τα οποία δεν του επιτρέπουν να λύσει παρεξηγήσεις, να κάνει αυτοκριτική, να προσπαθήσει να ερμηνεύσει τη συμπεριφορά του άλλου μέσα από καλή διάθεση, να προχωρήσει μπροστά. Ο διάβολος έχει την μέθοδο να προσθέτει λογισμούς σε κάθε νέα ευκαιρία αρνητικής συμπεριφοράς, ενίοτε και τρόπου κοιτάγματος, κάποτε βάζει λογισμό για το ότι αυτός προς τον οποίο υπάρχει η μικροψυχία μπορεί να μη μας πρόσεξε σε μία μεγάλη παρέα. Έτσι, τα σενάρια καλλιεργούνται, ενώ το συμπέρασμα γίνεται καταδικαστικό. Πώς να ηρεμήσεις λοιπόν έναντι του άλλου; Πώς η καρδιά σου να αγκαλιάσει την αδυναμία του ή να ανοιχτεί, να μιλήσει, να δείξει την ενόχληση για την συμπεριφορά του, δίδοντάς του την ευκαιρία να τη διορθώσει;

Ο ασκητικός λόγος επισημαίνει ότι η μικροψυχία είναι παραχώρηση Θεού σε εκείνους που νομίζουν ότι έχουν προχωρήσει πνευματικά, αλλά η καρδιά τους δεν έχει άπλα αγάπης. Δεν είναι ευρύχωρη, αλλά στενάχωρη. Κι έτσι, θεωρούν ότι επειδή η πνευματική τους πορεία μετριέται με την σαρκική καθαρότητα, τις πολλές προσευχές, την μελέτη, την εξωτερική συμπεριφορά, κάποτε όμως και με την υπερήφανη χαρά ότι προχωρούνε μπροστά, όμως η καρδιά τους δεν είναι ταπεινή, δεν είναι έτοιμη να μιλήσει με τον άλλον, να μιλήσει στον Θεό για τον άλλον, να αγαπήσει και τον εχθρό, πραγματικό ή φαινομενικό, τότε πέφτει στην μικροψυχία.

Στον σύγχρονο κόσμο η μικροψυχία φαίνεται στα σχόλια στο Διαδίκτυο. Η αδυναμία να αναγνωρίσουμε κάτι θετικό ή να δώσουμε μία ευκαιρία διόρθωσης στον σφάλλοντα, γίνεται κακία, εμπάθεια και σκληροκαρδία. Δεν έχει όμως νόημα μια τέτοια ζωή αυτοδικαίωσης, διότι δεν ησυχάζει η ψυχή. 

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός