Τετάρτη 26 Μαρτίου 2025

ΤΟ ΘΕΜΕΛΙΟ ΚΑΙ Ο ΠΛΗΣΙΟΝ



 «Έλεγε ο αββάς Ιωάννης ο Κολοβός: Δεν γίνεται κάποιος να χτίσει σπίτι αρχίζοντας από τα επάνω και καταλήγοντας στα κάτω. Θα αρχίσει από τα θεμέλια και θα συνεχίσει προς τα πάνω. Τα θεμέλια  είναι ο πλησίον και πώς θα τον κερδίσεις. Και ωφελείσαι πρώτος. Γιατί σ’ αυτόν κρέμονται όλες οι εντολές του Χριστού» (Από το «Γεροντικό)

                Πόσο δύσκολο είναι να θεωρήσουμε ως πλησίον μας εκείνον που δεν συμφωνεί μαζί μας, εκείνον που μας έχει πληγώσει, εκείνον που αδιαφορεί για μας! Συνήθως έχουμε μάθει να αντιμετωπίζουμε ως πλησίον μας τον ανήμπορο, τον φτωχό, αυτόν που έχει την ανάγκη μας και λησμονούμε ότι για τον Θεό ο κάθε άνθρωπος είναι ο πλησίον μας και ιδιαίτερα αυτός που μας δυσκολεύει. Γιατί θέλει κόπο η αγάπη τότε. Θέλει υπέρβαση του εαυτού. Θέλει να αφήσουμε κατά μέρος τα συναισθήματά μας, ώστε να μπορέσουμε να βρούμε εκείνο τον κάποτε ελάχιστο χώρο στην καρδιά μας που να μπορεί να βγάλει ένα δάκρυ, λίγη καλοσύνη, ακόμη και την άρνηση της χαιρεκακίας ή του «καλά να πάθει», που αυθόρμητα έρχεται στα χείλη μας όταν μαθαίνουμε ότι αυτός που νιώθουμε εχθρό μας έχει νικηθεί.

                Αυτό γίνεται ακόμη πιο έντονο σε μια εποχή στην οποία ως πιστοί, κάποτε και ως Εκκλησία, δυσκολευόμαστε να επιλύσουμε διαφορές. Μένουμε στα όποια δίκια μας και περιμένουμε από τους άλλους να κάνουν τα βήματα, τα οποία δεν είναι αναμενόμενο ότι θα γίνουν. Γι’ αυτό και η ασκητική μας παράδοση θεωρεί ως θεμέλιο της πνευματικής οικοδομής τον πλησίον. Να κερδίσουμε τον πλησίον, για να ωφεληθούμε κι εμείς, και μάλιστα, πρώτοι.  

                Αυτό το «πρώτοι» ίσως μοιάζει χρησιμοθηρικό. Ότι βλέπουμε τη σχέση με τον Θεό ως σχέση ανταγωνισμού με τους άλλους. Όμως αυτό το «πρώτοι» είναι σημάδι βαθιάς αγάπης, ταπείνωσης και συγχωρητικότητας. Είναι νίκη κατά του εαυτού μας που θέλει τους άλλους να υποτάσσονται στις ιδέες μας, στον τρόπο θέασης του κόσμου από εμάς, ακόμη και στην πίστη μας. Μοιάζει να θέλουμε να υποχρεώσουμε με τον τρόπο μας όλους να σκέφτονται όπως εμείς, κι αυτό μας φέρνει σε ρήξη με τον συνάνθρωπο. Κάποτε μπορεί να τον σκανδαλίζουμε κιόλας, διότι εύκολα θα αναρωτηθεί για το ποια είναι η αγάπη των χριστιανών. Αν μάλιστα η σκέψη του είναι αντίθεη, θα αισθανθεί τις αντιλήψεις του δικαιωμένες. Γι’ αυτό και χρειάζεται αλήθεια, αποφασιστικότητα, αλλά και μέτρο. Να φαίνεται η αγάπη, χωρίς όμως να συντρίβει.

                Καλούμαστε πρώτοι να κάνουμε το βήμα προς τον πλησίον. Πρώτοι να σπάμε τον πάγο, να ρίχνουμε γέφυρες, να αφήνουμε πίσω ό,τι μας χωρίζει. Να νιώθουμε ότι ο άλλος είναι κι αυτός εικόνα Θεού, ανάλογα τραυματισμένη με μας. Και να δίνουμε μαρτυρία που φέρνει προς τον Θεό, ένα παράδειγμα αγώνα που μπορεί να μοιάζει άγονος για το πνεύμα και το ήθος των καιρών, αλλά είναι η μαρτυρία μας. Και μπορεί ο πολιτισμός μας να έχει χάσει τις συντεταγμένες της ιερότητας, της αιωνιότητας, της έγνοιας που μας βγάζει από την απολυτότητα του εγώ, όμως κληθήκαμε να παλεύουμε σ’  αυτόν τον κόσμο και σ’  αυτόν τον χρόνο. Κι εδώ η πίστη μας βοηθά να βλέπουμε το θεμέλιο που είναι ο πλησίον,  για τον οποίο, όπως και για μας, ο Χριστός σταυρώθηκε, αναστήθηκε και μας καλεί μαζί να προχωρήσουμε στην οδό της βασιλείας. 

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός