Τετάρτη 18 Ιανουαρίου 2017

Η ΕΝΝΟΙΑ ΤΗΣ ΧΡΙΣΤΙΑΝΙΚΗΣ ΑΓΑΠΗΣ


Πρωτ. Μιχαήλ Βοσκού

Η αγάπη του είναι πρωτ᾿ απ᾿ όλα μίμηση της άπειρης αγάπης του Τριαδικού Θεού και μίμηση της αγάπης του σαρκωθέντος Υιού και Λόγου του Θεού. Η του είναι αγάπη χωρίς πέρας, χωρίς όρια.

Κι η αγάπη του Χριστιανού, για να είναι πραγματική χριστιανική αγάπη, πρέπει επίσης να καταστεί άπειρη και απεριόριστη. Δεν μπορεί να ᾿ναι αληθινή αγάπη μια αγάπη που απευθύνεται μόνο προς εκείνους που μας αγαπούν η προς εκείνους, από τους οποίους περιμένουμε ανταπόδοση. Δεν μπορεί να ᾿ναι αληθινή αγάπη μια αγάπη που περιορίζεται στη δική μας οικογένεια, στους δικούς μας φίλους και γνωστούς, στη δική μας κοινωνική ομάδα, στο δικό μας έθνος. Η γνήσια χριστιανική αγάπη απευθύνεται προς όλους χωρίς καμιά διάκριση, προς φίλους και εχθρούς, προς φτωχούς και πλουσίους, προς ισχυρούς και αδυνάτους.
Γι’ αυτό και ο Κύριος νομοθετεί στην Επί του όρους ομιλία Του: “Αγαπάτε τους εχθρούς ημών, ευλογείτε τους καταρωμένους υμάς, καλώς ποιείτε τοις μισούσιν υμάς … όπως γένησθαι υιοί του πατρός υμών του εν ουρανοίς” (Ματθ. ε’ 44-45). Ως “καύσις καρδίας υπέρ πάσης της κτίσεως”, κατά τον Άγιο Ισαάκ τον Σύρο, η χριστιανική αγάπη απευθύνεται ακόμη και προς τους δαίμονες. Είναι αρκετά τα παραδείγματα των Αγίων της Εκκλησίας μας, που προσεύχονταν στον Πανάγαθο Θεό ακόμη και για τον αρχέκακο διάβολο, έστω κι αν γνώριζαν ότι αυτός δεν είναι δεκτικός σωτηρίας.
Η αγάπη του Θεανθρώπου Ιησού Χριστού είναι αγάπη κενωτική και θυσιαστική. Κι η αγάπη του Χριστιανού, για να είναι πραγματική χριστιανική αγάπη, πρέπει να συνοδεύεται από την κένωσή μας από κάθε πάθος και κάθε αμαρτία, ώστε να μείνει χώρος μέσα μας για την απόκτηση της θείας χάριτος. Πρέπει να συνοδεύεται από την κένωσή μας από το ίδιον θέλημα, ώστε να μπορέσουμε να κάνουμε πράξη στην ζωή μας το θέλημα του Θεού. Η γνήσια χριστιανική αγάπη σημαίνει πραγματική κένωση, αλλά σημαίνει και ετοιμότητα για θυσί
Θυσία της καλοπέρασης και του βολέματός μας, θυσία των ποικίλων επιθυμιών μας, θυσία των εγωισμού μας και του δικού μας θελήματος, θυσία ακόμη και της ιδίας μας της ζωής, αν τούτο κάποια στιγμή μας ζητηθεί. Χωρίς αυτήν την ετοιμότητα για θυσία, ούτε τον συνάνθρωπό μας μπορούμε ν᾿αγαπήσουμε αληθινά, ούτε φυσικά και τον Θεό. Γιατί η αγάπη τότε “ζητεί τα εαυτής”, είναι αγάπη όχι χριστιανική, αλλά αγάπη του κόσμου τούτου.
Σίγουρα για έναν άνθρωπο, που επιθυμεί να ζήσει κοσμικά, αυτή η αγάπη είναι ασύμφορη, γιατί ανατρέπει όλα τα δεδομένα μιάς βολεμένης και ευχάριστης ζωής. Για έναν άνθρωπο όμως, για τον οποίο η ζωή δεν τελειώνει με το βιολογικό θάνατο, για έναν άνθρωπο, ο οποίος “προσδοκεί ανάστασιν νεκρών και ζωήν του μέλλοντος αιώνος”, αυτή η αγάπη είναι η μοναδική οδός, που οδηγεί με βεβαιότητα στην αιώνια ζωή.