Μέσα άπ' αυτό το κορίτσι, ό Χριστός -το δώρο του Θεού, ή συνάντηση μαζί Του - έρχεται ν' αγκαλιάσει τον κόσμο. Εορτάζοντας , βρισκόμαστε ήδη στον δρόμο προς τη Βηθλεέμ, κινούμενοι προς το χαρμόσυνο μυστήριο της Παναγίας ως Θεοτόκου.
Αγάπη είναι να μην κουράζεσαι. Να μην κουράζεσαι να κάνεις, να μην κουράζεσαι να λες.
Αγάπη είναι να μην ακούς, να μη σκέφτεσαι, να μην αξιολογείς. Αγάπη είναι να συνεχίζεις να βλέπεις την ίδια αγαπημένη σου εικόνα, ακόμα και όταν όλα γύρω σου καταρρέουν. Να βλέπεις το φως πίσω από τα σύννεφα.
Αγάπη είναι να ξετρυπώνεις την πιο απίστευτη λεπτομέρεια και την αγκαλιάζεις. Και να μην την αφήνεις, να την κάνεις ένα με το είναι σου – τόσο πολύ ώστε στο τέλος να μη θυμάσαι καν τη στιγμή που την πρόσεξες. Να είναι σα να υπήρχε από την αρχή του κόσμου.
Η αγάπη δεν είναι βαριά κουβέντα. Δεν υπάρχει ο σωστός χρόνος να την πεις, δεν υπάρχει ο λάθος. Δεν υπάρχει το νωρίς, δεν υπάρχει το αργά. Έχει το δικό της χρονοδιάγραμμα – εσύ μόνο υποκλίνεσαι στο συναίσθημα που σε κατακλύζει και το ακολουθείς.
Μπορεί να αγαπάς έναν άνθρωπο. Κι ας μην τον έχεις γνωρίσει ποτέ από κοντά. Τον αγαπάς γιατί σου άνοιξε την ψυχή του χωρίς να το σκεφτεί, χωρίς να φοβηθεί, χωρίς να περιμένει κάτι – απλά γιατί ξέρει ότι είσαι στην άλλη πλευρά της γραμμής και ότι καταλαβαίνεις.
Μπορεί να αγαπάς έναν άνθρωπο. Γιατί είναι «αλλού», γιατί σε ταξιδεύει, γιατί σε ξενυχτάει, γιατί μπορείτε να χτίζετε μαζί όνειρα με πρώτη ύλη τις ανεξήγητα κοινές σας σκέψεις.
Μπορεί να αγαπάς έναν άνθρωπο. Και αυτός να μην το καταλάβει ποτέ. Να μη νιώσει ποτέ όπως εσύ, να γύρισε την πλάτη του και να χάθηκε μέσα στο πλήθος, να μη γύρισε ποτέ να κοιτάξει πίσω για να δει ότι είσαι ακόμη εκεί.
Η αγάπη δεν είναι απαραίτητα αμφίδρομη. Δε σε ρωτάει, έρχεται, σου δείχνει, φεύγει. Και κάπου εκεί μένεις με ένα χαζό χαμόγελο. Σηκώνεις τα μάτια στον ουρανό – αγαπάς, είσαι ακόμη ζωντανός.
Αγίου Σωφρονίου του Έσσεξ
Το να είναι κάποιος χριστιανός σημαίνει να πιστεύη στην Ανάσταση των νεκρών, να ελπίζη στην υιοθεσία μας από τον ουράνιο Πατέρα, να αποδέχεται τη θεία μορφή της υπάρξεως, να γίνεται με τη δωρεά της Πατρικής αγάπης ό,τι Αυτός ο Ίδιος είναι κατά την ουσίαν Του, δηλαδή Θεός.
Τέτοιες είναι οι υποσχέσεις του Θεού και Πατρός σε μας που πιστεύουμε στον Χριστό Ιησού ως τον Μονογενή και ομοούσιον Υιό του Πατρός.
Είναι μεγάλη αμαρτία να μειώσουμε την εν Πνεύματι Αγίω αποκάλυψη που μας δόθηκε για τον Άνθρωπο, για τον τρόπο με τον οποίο συνελήφθη ο Άνθρωπος στον νου του Θεού, πριν ακόμη δημιουργηθεί ο ορατός αυτός κόσμος.
Η τιμωρία για την αμαρτία αυτή – της απιστίας στην Ανάσταση – έχει ιδιαίτερο χαρακτήρα.
Αποτελεί την ιδία μας την αυτοκαταδίκη: Απορρίπτουμε το δώρο του Δημιουργού μας.
Γιατί όμως το απορρίπτουμε; Κυρίως και προ πάντων, γιατί η Πατρική Δωρεά αποκτάται με μεγάλο κόπο και πολλά παθήματα…
Αγιου Σωφρονίου Σαχάρωφ, Περί Προσευχής, Ι.Μ. Τιμίου Προδρόμου, Έσσεξ Αγγλίας, σελ. 38-39
Την ευχή του αγίου πατέρα και αδερφού να ‘χουμε και τη μνήμη του βίου και του λόγου του
~ Δεν πρέπει να αμελούμε τα πνευματικά μας δίχως σοβαρό λόγο, έλεγε ο Γέροντας. Συγκεκριμένα για το Απόδειπνο έλεγε ότι πάντοτε πρέπει να το κάνουμε. Εάν όμως καμιά φορά δεν έχουμε χρόνο ή είμαστε πολύ κουρασμένοι, συνιστούσε ο Γέροντας να κάνουμε λιγότερο ή τουλάχιστον το τρισάγιο και το «Πάτερ ημών». Κάνουν τον εχθρό πέρα.
Έλεγε δε και κάτι σχετικό από την ζωή του. Όταν για τελευταία φορά, το 1978, έκανε μία περιοδεία στο Άγιον Όρος, για να συναντήσει άγια γεροντάκια, για να συγκεντρώσει υλικό για τους «Αγιορείτες Πατέρες», έφθασε να καταλύσει ένα βράδυ στην Ι. Μονή Σίμωνος Πέτρας. Εκεί τον πλησίασαν σχεδόν όλοι οι πατέρες, για να πάρουν την ευχή του και να ωφεληθούν πνευματικά. Η ώρα είχε προχωρήσει πολύ και ο Γέροντας, κατάκοπος όπως ήταν, σκέφθηκε λίγο να αναπαυθεί και αργότερα σηκώνεται και κάνει τα πνευματικά του. (Δεν έκανε δηλαδή το Απόδειπνο ή έστω ένα μέρος). Μόλις λοιπόν τον πήρε λίγο ο ύπνος, ακούει να κτυπάει η πόρτα:
«Δι ευχών των αγίων πατέρων».
Σηκώνεται ο Γέροντας και δεν βλέπει κανέναν. Κοιμάται και σε λίγο ακούει τα ίδια. Πάλι κανείς. Επαναλαμβάνεται και τρίτη φορά, ώσπου κατάλαβε ότι ήταν ο «έξω από εδώ». Τελικά δεν μπόρεσε να κοιμηθεί. Γι’ αυτό μας έλεγε, όσο και κουρασμένοι να είμαστε, έστω ένα «Πάτερ ημών», να μην το αφήνουμε.
Απόψε κοιμήσου ήσυχα.
Το έκανες το χρέος σου. Πάλεψες πολύ.
Ό,τι καλύτερο μπορούσες να κάνεις σήμερα, το έχεις ήδη κάνει.
Απόψε κοιμήσου ήσυχα.
Και μην στεναχωριέσαι αν τα πράγματα δεν πήγαν όπως τα υπολόγιζες.
Είναι σημαντικό και μόνο το γεγονός ότι προσπάθησες. ‘Ότι το πάλεψες.
Μόνο η προσπάθεια. Μόνο ο αγώνας.
Μόνο αυτά είναι πραγματικά δικά μας…
Απόψε κοιμήσου ήσυχα.
Φτάνουν τα βάσανα για σήμερα.
Άσε την αυριανή μέρα να φέρει τα δικά της.
Ξεκουράσου τώρα. Κλείσε τα μάτια σου. Προσπάθησε να αδειάσεις το μυαλό σου. Είναι αυτή η ώρα της ημέρας πια…
Απόψε κοιμήσου ήσυχα.
Το έκανες το χρέος σου.
Για αύριο έχει ο Θεός. Μη μεριμνάς.
Δείξε Του τη κουρασμένη σου πλάτη και τα γόνατα και Εκείνος θα ευλογήσει το αποτέλεσμα της προσπάθειάς σου…
Π. Επιφάνιος Θεοδωρόπουλος
Έχω την γνώμη ότι, το θέμα της ελεημοσύνης έχει περιορισθή κυρίως στο υλικό της μέρος. Πιστεύω ότι, πρέπει να θίγεται και μία άλλη πλευρά της ελεημοσύνης, την οποία μάλιστα, περιμένει ιδιαιτέρως ο σύγχρονος κόσμος, ο οποίος πάσχει ψυχικώς.
Αυτό σημαίνει, επί παραδείγματι, ότι οφείλομε:
Να παρηγορήσωμε ένα πενθούντα!
Να ενισχύσωμε ένα άνθρωπον, ο οποίος έχει ταλαιπωρηθή στη ζωή του!.
Αυτά ονομάζονται, πνευματική ελεημοσύνη!
Να συμπαρασταθούμε σε κάποιον, όταν αδικήται, προτάσσοντας το στήθος μας γιά να τον υπερασπισθούμε, ενδεχομένως έχοντας κι εμείς συνέπειες!
Αυτό είναι μεγάλη, ελεημοσύνη!
Είναι θυσία, ανώτερη από την υλική!
Τέτοιες ελεημοσύνες, μπορεί να τις κάνη και ο πτωχός.
Μπορεί να συμπαρασταθή σ’ ένα πονεμένο.
Ο πτωχός μπορεί να είναι υγιής και κάποιος άλλος να έχη μεν χρήματα, αλλά να είναι άρρωστος, να είναι κατάκοιτος, να έχη πάθη τετραπληγία ή κάτι άλλο.
Εκεί ο πτωχός προσφέρει ελεημοσύνη. Με το να πάη να καθίση λίγες ώρες, να του κάνη συντροφιά. Να πάη να του ψωνίση. Να τον ταΐση, ενδεχομένως, αν είναι τετραπληγικός και δεν ορίζει τα χέρια του.
Ελεημοσύνη δεν είναι μόνο να δώσωμε χρήματα ή πράγματα σε κάποιον. Ακόμη μεγαλύτερη ελεημοσύνη απ’ όλες, είναι να προσφέρωμε σε κάποιον τον Ίδιο τον Κύριό μας!
Να τον βοηθήσωμε, δηλαδή, να γνωρίση τον Θεόν.
Να γίνωμε αφορμή με τον λόγο μας, αλλά πιο πολύ με το παράδειγμά μας, να πλησιάση κάποιος τον Χριστόν!
Αυτή είναι η υψίστη ελεημοσύνη!
Σε καμμία περίπτωσι, όμως, με την πρόφασι της πνευματικής ελεημοσύνης, να μην αμελούμε την υλική:
«Ο νους του “πρακτικού” μπορεί να ασκεί πολλών ειδών εργασίες.
Να σκέπτεται δηλαδή την αγάπη προς τον Θεό, να ενθυμείται τον Θεό, να ενθυμείται την ουράνια βασιλεία, να ενθυμείται τον ζήλο των Μαρτύρων, να ενθυμείται ότι ο Θεός είναι πανταχού παρών, όπως ο Ψαλμωδός που έλεγε, “προωρώμην τον Κύριον” κλπ. (Ψαλμ. ιε΄ 8).
Να ενθυμείται ακόμη τους αγίους αγγέλους, τον χωρισμό της ψυχής του από το σώμα, τη συνάντηση με τα τελώνια του αέρα, την απόφαση του Κριτού, την κόλαση» (Άγ. Ιωάννης Κλίμακος, λόγ. στ΄ 17).
Ακούς για τις θεωρίες των μεγάλων αγίων και πιθανόν ζηλεύεις. Για τις αρπαγές του νου στα ουράνια, για τα «άρρητα ρήματα» που άκουσε ο απόστολος Παύλος, για «οράσεις» ιδιαίτερα χαρισματικές.
Κλίνε το γόνυ της καρδιάς και δόξασε τον Θεό για το τι επιφυλάσσει στους γνήσιους δούλους Του, τους πλήρως αφιερωμένους σ’ Αυτόν. Μόνο τούτο όμως!
Για να φτάσει κανείς εκεί, αν φτάσει ποτέ, θα περάσει υποχρεωτικά από την πράξη: την καθημερινή άσκηση των αρετών, τον αδιάκοπο αγώνα παραμονής πάνω στις εντολές του Χριστού.
Διότι «πράξίς εστιν θεωρίας επίβασις» (η πράξη είναι το σκαλοπάτι για τη θεωρία).
Υπάρχει όμως ένα πρόβλημα: ο νους από τη φύση του πια μετά την πτώση στην αμαρτία είναι «αλήτης»: ξεφεύγει δηλαδή εύκολα και περιπλανιέται από δω κι από κει.
Απαιτείται μεγάλος αγώνας και ξεχωριστή χάρη από τον Κύριο για να τον κρατάει κανείς εκεί που πρέπει, να τον έχει περιορισμένο στην έδρα του, την καρδιά.
Άκου τι λέει ο Μέγας Βασίλειος επ’ αυτού: «Ο νους που δεν διασκορπίζεται και δεν διαχέεται μέσω των αισθήσεων στα πράγματα του κόσμου, επιστρέφει στον εαυτό του, στην καρδιά του δηλαδή, και διά του εαυτού του οδηγείται στην έννοια του Θεού».
Ο ίδιος ο Κύριος άλλωστε δεν είπε ότι η Βασιλεία του Θεού «εντός υμών εστιν»;
Πώς θα κρατήσεις λοιπόν τον νου στην καρδιά; Βεβαίως, όλοι οι άγιοί μας προτείνουν την προσευχή του Ιησού. Το «Κύριε Ιησού Χριστέ, ελέησόν με»: είναι το βαρύ «πυροβολικό» στην πνευματική ζωή.
Μπορείς όμως να ασκείς και άλλες πολλές εργασίες. Να δίνεις δηλαδή «τροφή» στον νου σου με αυτά που θα τον ωθούν διαρκώς στο κέντρο του, την καρδιά.
Όπως: να σκέπτεσαι τον Θεό και την αγάπη Του, να σχολάζεις πάνω στην ουράνια βασιλεία Του, στον ζήλο των μαρτύρων, στην πανταχού παρουσία Του, στον φύλακα άγγελό σου, στην ώρα του θανάτου σου, στο τι έπειτα θα ακολουθήσει με την κρίση.
Μεγάλες εργασίες που ορθά ασκούμενες από τον νου προστατεύουν από την πτώση στην αμαρτία και εξισορροπούν τον ανθρώπινο ψυχισμό μας!
Γιατί μας κρατούν στη χάρη του Θεού!
π. Αλέξανδρος Σμέμαν
Φαίνεται σαν να έχουν περάσει χιλιάδες χρόνια, αλλά στην ουσία δεν έχει περάσει πολύς καιρός από τότε που οι θρησκευτικές γιορτές σημάδεψαν τη ζωή. Αν και όλοι πήγαιναν στην εκκλησία, δεν γνώριζαν, φυσικά, όλοι το ακριβές περιεχόμενο κάθε γιορτής.
Για πολλούς, ίσως για την πλειοψηφία, η γιορτή ήταν πάνω απ’ όλα μια ευκαιρία να κοιμηθούν καλά, να φάνε καλά, να πιουν και να ξεκουραστούν.
Παρόλο αυτά, νομίζω πώς ο καθένας αισθανόταν, αν όχι εντελώς συνειδητά, πώς με την κάθε γιορτή στη ζωή του εισέβαλε κάτι το υπερβατικό και ακτινοβόλο, φέρνοντάς τον αντιμέτωπο μ’ έναν κόσμο από διαφορετικές πραγματικότητες, με την υπόμνηση κάποιου ξεχασμένου πράγματος, κάποιου πράγματος πού το είχε πνίξει η ρουτίνα, το κενό και η φθορά της καθημερινής ζωής.
Σκεφτείτε τα ονόματα των ίδιων των εορτών: Εισόδια, Χριστούγεννα, Θεοφάνεια, Υπαπαντή, Μεταμόρφωση.
Αυτές οι λέξεις, με την ιεροπρέπειά τους και μόνο, την απόσταση τους από την καθημερινή ζωή, και τη μυστηριακή τους ομορφιά αφύπνιζαν κάποια ξεχασμένη μνήμη, προσκαλούσαν, έδειχναν κάτι, Η γιορτή ήταν ένα είδος νοσταλγικού στεναγμού για μια χαμένη ομορφιά, πού ακόμη μας νεύει, ενός στεναγμού για κάποιον άλλον τρόπο ζωής.
Ο σύγχρονος κόσμος, ωστόσο, έχει γίνει μονότονος και ανεόρταστος.
Ακόμη και οι κοσμικές γιορτές μας αδυνατούν να κρύψουν αυτή τη στάχτη της λύπης και της απελπισίας πού κατακάθεται πάνω μας, επειδή ουσία του εορτασμού είναι η εμπειρία τού να σε συνεπαίρνει μια διαφορετική πραγματικότητα, η εισβολή σ’ έναν κόσμο πνευματικής ομορφιάς και φωτός.
Αν όμως δεν υπάρχει αυτή η πραγματικότητα, αν ουσιαστικά δεν υπάρχει τίποτε για να γιορτάσεις, τότε καμία τελική ανάταση δεν θα μπορέσει να δημιουργήσει μια γιορτή.
Εάν κληρονομήσεις περιουσία, η οποία γνωρίζεις ότι είναι συναγμένη από αδικίες και αρπαγές – κλεψιές, τότε να την επιστρέψεις σε εκείνους που αδικήθηκαν. Αν όμως δεν τους γνωρίζεις, τότε να την διαμοιράσεις σε όσους έχουν ανάγκη. Διαφορετικά, αν δεν πράξεις έτσι, θα υποστείς τις ίδιες τιμωρίες με εκείνους, που συγκέντρωσαν με αδικίες αυτόν τον πλούτο. (Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος)
Για πες μου, ποια δικαιολογία έχεις, όταν όσα κληρονόμησες από τον πατέρα σου, τα τρως χωρίς να κάνεις τίποτε; Σπαταλάς ως τεμπέλης την περιουσία ασυλλόγιστα. (Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος)
Δώσε πρώτη κληρονομιά στα παιδιά σου την αρετή και ύστερα μοίρασέ τους και την περιουσία σου. (Μέγας Βασίλειος)
Οι γονείς δεν πρέπει να ξεθαρρεύουν και να δίνουν στα παιδιά τους όσα έχουν, όλα μαζί, γιατί τα παιδιά είναι άπειρα και μπορεί να ξανοιχτούν στην σύγχρονη ζωή που δεν έχει άκρη. Ύστερα θα πονούν, που δεν θα έχουν να τα βοηθήσουν. Να προσέξουν επίσης, ώστε το πιο αδύνατο παιδί να το ενισχύσουν περισσότερο υλικά και ακόμη περισσότερο ηθικά, για να μην το πάρει σβάρνα ο πανικός της αποτυχίας, αλλά και με διάκριση και αγάπη να τα τακτοποιήσουν όλα τα παιδιά, για να μην ψυχρανθούν μεταξύ τους. (Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης)
Η ευχή των γονέων είναι η μεγαλύτερη κληρονομιά για τα παιδιά. Γι’ αυτό να φροντίζουν να έχουν την ευχή τους. (Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης)
Οι γονείς, δεν αφήνουν στα παιδιά τους κληρονομιά μόνο σπίτια, χωράφια, αλλά αφήνουν κληρονομιά και τα πάθη τους ή τις αρετές τους. Είναι η πνευματική κληρονομιά. Έτσι υπάρχουν παιδιά, που έχουν πλούσια πνευματική κληρονομιά από τους γονείς. Παιδιά με πολλές αρετές. Όπως υπάρχουν και παιδιά που κληρονόμησαν πάθη από τους γονείς τους. Η πνευματική κατάσταση των γονιών δηλαδή επηρεάζει το παιδί. Ο Θεός όμως δεν είναι άδικος. Αυτό που μετράει είναι η εργασία που έκανε κάποιος στον εαυτόν του. Ο αγώνας, ο προσωπικός κόπος που κατέβαλλε ο καθένας, για να τηρήσει τις εντολές του Χριστού, για να ευαρεστήσει τον Θεό, αυτό μετράει ο Θεός και όχι το σημείο που ξεκίνησε… (Άγιος Παΐσιος ο Αγιορείτης)
Με τίποτε άλλο δεν διαφθείρει τους ανθρώπους ο διάβολος ευκολότερα και συντομότερα, παρά με τις μεγάλες κληρονομιές. Δεν υπάρχει πιο επικίνδυνο και πιο ψυχόλεθρο πράγμα, από το να κερδίσει κανείς μεγάλη περιουσία και κληρονομιά. (Άγιος Νικόλαος Βελιμίροβιτς)
Ο λόγος του Χριστού έρχεται από την έρημο. Δεν είναι εκ του κόσμου τούτου, όπως και ο Χριστός δεν είναι εκ του κόσμου τούτου. Όμως είναι ο ίδιος και απαράλλακτος λόγος που δημιούργησε και συγκρατεί όλη τη δημιουργία. Βρίσκεται στην ίδια τη σύσταση του κόσμου. Όταν ο Χριστός λέει κάτι, είναι αυτό που αποκαθιστά τη φύση στην αλήθεια της, την επαναφέρει στις προδιαγραφές της, την ανακαλεί από μια νοσηρή κατάσταση.
Χαρακτηριστικό σύμπτωμα και εκδήλωμα αυτής της νοσηρής κατάστασης είναι η πλεονεξία. Το ένστικτο της αυτοσυντήρησης φαίνεται ότι αποκτά τέτοια δύναμη, ώστε να καλλιεργεί επιμελώς μια εμπαθή σχέση με πρόσωπα και πράγματα, μια ορμή για κτητικότητα και κυριαρχία. Είναι, μια σχέση παράγωγο της ανθρώπινης φιλαυτίας.
Για τους Πατέρες της Εκκλησίας η πλεονεξία είναι αυτή που φέρει τα πάνω κάτω. Επινόησε την ανισότητα, κατέλυσε την αρμονία, καλλιεργεί τη μισανθρωπία, προκαλεί τους πολέμους, τη βία, την καταπίεση, την εκμετάλλευση, γεννά τη χειρότερη μορφή ειδωλολατρίας –τη λατρεία του χρήματος— και όλα τούτα «νόμιμα», αφού κάθε εξουσία έχει τον τρόπο να νομιμοποιεί. Οι Πατέρες μιλούν για άδικους νόμους, αυθαιρεσία της εξουσίας, καπηλεία θεσμών και αξιών, κοινωνική αδικία και αναλγησία, για το θέατρο της υποκρισίας. Η φρενώδης όρεξη για αύξηση του πλεονάσματος οδηγεί σε κατάσταση ψύχωσης και αλλοτρίωσης, όταν γίνεται αυτοσκοπός, όπως στη σημερινή χρηματοοικονομία.
Με αφορμή το πάθος της πλεονεξίας δίνεται από τον Ιησού η παραβολή του άφρονος πλουσίου. «Προσέχετε από την πλεονεξία», λέει, «γιατί τα πλούτη, όσο περίσσεια κι αν είναι, δεν δίνουν την αληθινή ζωή στον άνθρωπο.» Είναι άκρως ενδιαφέρον ότι στη συγκεκριμένη παραβολή η προέλευση του πλούτου δεν παρουσιάζεται ως καρπός φανερής αδικίας και κλοπής. Ο άφρων ήταν γαιοκτήμονας και η γη του έδωσε μεγαλύτερη σοδειά, την οποία έπρεπε να συνάξει. Ταυτόχρονα όμως θα πρέπει να συμπεριλάβουμε στην «περιουσία» του και ανθρώπους που ήταν στη δούλεψή του με άθλιες συνθήκες εργασίας και φυσικά κατακράτηση της παραγωγής. Σύμφωνα με μια καθωσπρέπει ερμηνεία, Ιουδαϊκή στην προέλευσή της, αυτό μπορεί να θεωρηθεί ως ευλογία Θεού. Τα πράγματα όμως δεν είναι έτσι. Οι Πατέρες είναι σαφείς: Το πλεόνασμα προέρχεται από την κλοπή εκείνων που το έχουν πραγματική ανάγκη. Αν ο κατέχων δεν αρπάζει άμεσα, ωστόσο αποστερεί έμμεσα, αφού το ογκούμενο πλεόνασμα παράγει υστέρημα, εξαιτίας της ανισοκατανομής των κοινών αγαθών. Υπάρχει μόνο μια μικρή διαφορά ανάμεσα στον κλέφτη και στον πλεονέκτη, σύμφωνα με τον άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο. Ο πρώτος κλέβει τη νύχτα, ενώ ο δεύτερος την ημέρα.
Η φιλαυτία είναι η στάση ζωής του πλουσίου που έχει χάσει το μυαλό του. Διότι ο άφρων πλούσιος δεν βλέπει τίποτε άλλο παρά την ψευδανάγκη να αυξάνει τις υποδομές του, ζώντας με τη φρεναπάτη της απόλυτης ασφάλειας: «ψυχή, έχεις πολλά αγαθά, κείμενα εις έτη πολλά. Αναπαύου, φάγε, πίε, ευφραίνου.»
Υπάρχει βέβαια και ο σωζόμενος πλούσιος. Εκείνος που ενώ με τίμια μέσα αποκτά ή κληρονομεί πλούτο, θεωρεί τον εαυτό του οικονόμο αυτού του πλούτου για τις ανάγκες του κόσμου. Όμως, με τη λέξη «οικονόμος» δεν εννοούμε αυτόν που κάνει ελεημοσύνες. Η ελεημοσύνη μπορεί να μην είναι έργο αγάπης, ούτε απαραιτήτως «οικονομεί» κάτι. «Οικονομική» είναι η χρήση του πλούτου, όταν δίνει το περίσσευμα στους άλλους, αναπληρώνοντας το υστέρημά τους. Αυτή είναι η αληθινή κοινωνικότητα. Αυτός είναι ο αληθινά φιλάνθρωπος, εκείνος που δεν θεωρεί τίποτε δικό του. Είναι διαχειριστής στη περιουσία του Θεού, που προσφέρει τα μεγάλα –τον ήλιο, τη βροχή, τη γη— σε όλους ανεξαιρέτως. Ας θυμηθούμε την «έμορφη, ευγενική» φράση των Πατέρων, ότι δεν ισχύει για μας «το εμόν ή το σον, το ψυχρόν τούτο ρήμα».
Κάποια στιγμή το θέατρο αυτής της ζωής τελειώνει. Και ο άνθρωπος συνειδητοποιεί ότι από όσα κατείχε και χρησιμοποιούσε στη σκηνή τίποτε δεν του ανήκει. Και αυτό το κορμί του θάβεται στη μητέρα γη. Στο πικρό τέλος της παραβολής ο Θεός λέει στον ανόητο: «άφρων, αυτή τη νύχτα απαιτούν από σένα την ψυχή σου. Κι αυτά που ετοίμασες, σε ποιόν θα ανήκουν;» Ποιοί απαιτούν την ξεμοναχιασμένη ζωή του, αν όχι ο Θεός; Οι δαίμονες θα τον σύρουν πλέον στον τόπο της επιλογής του: στην άβυσσο της ακοινωνησίας, στο σκοτάδι της αφιλίας, στην πραγματική εμπειρία του πραγματικού θανάτου. Αυτός ο πλούσιος δεν έχει ούτε όνομα, ούτε μνήμη, ούτε σωτηρία.
Υπάρχει λοιπόν ανάγκη θεραπείας πριν το τέλος της παράστασης. Είναι η καταπολέμηση της πλεονεξίας και της φιλαυτίας. Ὁ πρακτικός τρόπος για την αντιμετώπιση της πρώτης –της πλεονεξίας– είναι η άσκηση και παραμονή μας στα χρειώδη, τα αναγκαία. Οι αισθήσεις απαιτούν ολοένα και περισσότερα, τρέφουν την ανικανοποίητη βουλιμία μας. Παραιτούμενοι από τις απαιτήσεις αυτές, αρκούμεθα στα αναγκαία του βίου: την απλή τροφή, το απλό ένδυμα, το απλό κατάλυμα, κατά τη συμβουλή του αποστόλου Παύλου. Ο αληθινά αυτάρκης χρησιμοποιεί απλώς όσα καλύπτουν τις ανάγκες του, όπως η μέλισσα παίρνει από τα άνθη μόνον αυτό που της χρειάζεται.
Όσο για τη φιλαυτία, η αγωγή για την καταστολή της είναι η καλλιέργεια της έμπρακτης αγάπης. Η πρωταρχική ευαγγελική εντολή, ο λεγόμενος χρυσός κανόνας, υποδεικνύει όχι τί να μη κάνεις, αλλά τί να κάνεις. Σου λέει όχι απλώς να μη κάνεις στους άλλους αυτό που δεν θέλεις να κάνουν οι άλλοι σε σένα, αλλά κάτι πολύ πιο ουσιαστικό: να κάνεις στους άλλους αυτό που θέλεις να κάνουν οι άλλοι σε σένα. Γι αυτό και ο άγιος Αναστάσιος ο Σιναΐτης καταδικάζει όχι μόνο τον πλούσιο που θησαυρίζει από αδικίες, αλλά και εκείνον που μπορεί να σώσει κάποιον άνθρωπο από λιμό, χρέος ή αιχμαλωσία, κι όμως δεν το κάνει.
Δεν αρκεί να εφησυχάζεις, να λες ότι «εγώ δεν έχω πειράξει κανένα». Αυτό δεν σε σώζει, δεν σε αναδεικνύει άνθρωπο. Αλλά να πλησιάζεις, να σκύβεις στο πρόβλημα του άλλου. Δεν χρειάζεται πάντα χρήματα ο πλησίον, κάποτε χρειάζεται τον καλό λόγο, το ειλικρινές ενδιαφέρον, την ευγενική συμπεριφορά. Αλλά και σε υλικό επίπεδο, αυτό που περισσεύει χάρη στη δική σου άσκηση και εγκράτεια να μη συσσωρεύεται, αλλά να προσφέρεται για τις ανάγκες των δεομένων και αδυνάτων. Τέλος, και το προσωπικό χάρισμα να διατίθεται στη θεραπεία των αναγκών των άλλων. Ώστε χρήματα και χαρίσματα να μη κατέχονται, αλλά να μοιράζονται. Γιατί δεν είναι δικά σου. Κι αν ο Θεός σου τα δίνει, είναι για να σου δώσει την ευκαιρία να γίνεις αληθινός άνθρωπος με τη μετάδοσή τους.
Ο Θεός μιλά στο τέλος της παραβολής, αλλά μέσα από την παραβολή μιλά κάθε στιγμή, αιώνια παρών, στον καθένα μας προσωπικά, ώστε να έχουμε ανοιχτά και άγρυπνα τα μάτια της ψυχής. Η εποχή μας έχει δημιουργήσει ένα άλλο υβρίδιο. Όχι τον άφρονα πλούσιο που συνάζει απλώς τον πλούτο που δίνει η γη, αλλά τον άφρονα επενδυτή, που κάνει το κέρδος αυτοσκοπό και νόημα ζωής σε ένα κυρίαρχο οικονομικό σύστημα. Η αλλοτρίωση είναι ακόμη βαθύτερη. Ο τεχνοκράτης έχει στη θέση της καρδιάς μια μηχανή και στη θέση του μυαλού ένα τυφλό νεόπλασμα, που θερμαίνεται στη χωματερή της φιλοδοξίας. Η αρχή της νόσου είναι η ίδια, ίδια και η κατάληξη.
Όποιος θέλει να είναι άφρων, ας είναι. Διαφορετικά ας παραμείνουμε στα χρειώδη, ας κάνουμε το περίσσευμα ευλογία, ας ζήσουμε σαν άρχοντες από το υστέρημά μας, κι αυτό, αν είναι αγάπη, αν είναι δηλαδή μίμηση του Χριστού, θα μας κάνει αληθινά πλούσιους.
Αρχιμανδρίτης Χριστόδουλος
Καθηγούμενος της Ιεράς Μονής Κουτλουμουσίου
Αρχιμ. Επιφανίου Παπαντωνίου
Πρωτότυπο Kείμενο
Εἶπεν ὁ Κύριος τήν παραβολὴν τάυτην· Ἀνθρώπου τινὸς πλουσίου εὐφόρησεν ἡ χώρα· καὶ διελογίζετο ἐν ἑαυτῷ, λέγων· Τί ποιήσω, ὅτι οὐκ ἔχω ποῦ συνάξω τοὺς καρπούς μου; Καὶ εἶπε· Τοῦτο ποιήσω· καθελῶ μου τὰς ἀποθήκας καὶ μείζονας οἰκοδομήσω, καὶ συνάξω ἐκεῖ πάντα τὰ γενήματά μου καὶ τὰ ἀγαθά μου, καὶ ἐρῶ τῇ ψυχῇ μου· Ψυχή, ἔχεις πολλὰ ἀγαθὰ κείμενα εἰς ἔτη πολλά· ἀναπαύου, φάγε, πίε, εὐφραίνου. Εἶπε δὲ αὐτῷ ὁ Θεός· Ἄφρον, ταύτῃ τῇ νυκτὶ τὴν ψυχήν σου ἀπαιτοῦσιν ἀπὸ σοῦ· ἃ δὲ ἡτοίμασας τίνι ἔσται; Οὕτως ὁ θησαυρίζων ἑαυτῷ, καὶ μὴ εἰς Θεὸν πλουτῶν. Ταῦτα λέγων ἐφώνει· Ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν, ἀκουέτω.
Νεοελληνική Απόδοση
Είπε ο Κύριος την εξής παραβολή «Κάποιου πλούσιου ανθρώπου χωράφια έδωσαν άφθονη σοδειά. Κι εκείνος σκεφτόταν και έλεγε: τι να κάνω; Δεν έχω μέρος να συγκεντρώσω τα γεννήματά μου! Να τι θα κάνω, είπε. Θα γκρεμίσω τις αποθήκες μου και θα χτίσω μεγαλύτερες για να συγκεντρώσω εκεί όλη τη σοδειά μου και τα αγαθά μου. Και τότε θα πω στον εαυτό μου: τώρα, έχεις πολλά αγαθά, που αρκούν για χρόνια πολλά. Ξεκουράσου, τρώγε, πίνε, διασκέδαζε. Τότε του είπε ο Θεός: «ανόητε. Αυτή τη νύχτα θα παραδώσεις τη ζωή σου. Αυτά λοιπόν που ετοίμασες, σε ποιόν θα ανήκουν;». Αυτά, λοιπόν, παθαίνει όποιος μαζεύει πρόσκαιρους θησαυρούς και δεν πλουτίζει τον εαυτό του με ό,τι θέλει ο Θεός». Αφού τα είπε όλα αυτά, πρόσθεσε με έμφαση: «Όποιος έχει αυτιά για ν΄ακούει ας τα ακούει».
Πρεσβ. Χαρίτων Θεοδώρου
Πρωτότυπο Κείμενο
Ἀδελφοί, εἰδότες ὅτι οὐ δικαιοῦται ἄνθρωπος ἐξ ἔργων νόμου ἐὰν μὴ διὰ πίστεως ᾿Ιησοῦ Χριστοῦ, καὶ ἡμεῖς εἰς Χριστὸν ᾿Ιησοῦν ἐπιστεύσαμεν, ἵνα δικαιωθῶμεν ἐκ πίστεως Χριστοῦ καὶ οὐκ ἐξ ἔργων νόμου, διότι οὐ δικαιωθήσεται ἐξ ἔργων νόμου πᾶσα σάρξ. Εἰ δὲ ζητοῦντες δικαιωθῆναι ἐν Χριστῷ εὑρέθημεν καὶ αὐτοὶ ἁμαρτωλοί, ἄρα Χριστὸς ἁμαρτίας διάκονος; Μὴ γένοιτο. Εἰ γὰρ ἃ κατέλυσα ταῦτα πάλιν οἰκοδομῶ, παραβάτην ἐμαυτὸν συνίστημι. Ἐγὼ γὰρ διὰ νόμου νόμῳ ἀπέθανον, ἵνα Θεῷ ζήσω. Χριστῷ συνεσταύρωμαι· ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός· ὃ δὲ νῦν ζῶ ἐν σαρκί, ἐν πίστει ζῶ τῇ τοῦ υἱοῦ τοῦ Θεοῦ τοῦ ἀγαπήσαντός με καὶ παραδόντος ἑαυτὸν ὑπὲρ ἐμοῦ.
Νεοελληνική Απόδοση
Αδελφοί, ξέρουμε πως ο άνθρωπος δεν μπορεί να σωθεί με την τήρηση των διατάξεων του νόμου. Αυτό γίνεται μόνο με την πίστη στον Ιησού Χριστό. Γι’ αυτό κι εμείς πιστέψαμε στον Ιησού Χριστό, για να δικαιωθούμε με την πίστη στο Χριστό κι όχι με την τήρηση του νόμου· γιατί με τα έργα του νόμου δεν θα σωθεί κανένας άνθρωπος. Αν όμως, ζητώντας να σωθούμε από τον Χρίστο, βρεθήκαμε να είμαστε και εμείς αμαρτωλοί όπως οι εθνικοί, σημαίνει τάχα πως ο Χριστός οδηγεί στην αμαρτία; Όχι βέβαια! Γιατί, αν ότι γκρέμισα το ξαναχτίζω, είναι σαν να ομολογώ πως έκανα λάθος όταν το γκρέμιζα. Κι αληθινά, με κριτήριο τον νόμο, έχω πεθάνει για τη θρησκεία του νόμου, για να βρω τη ζωή κοντά στο Θεό. Έχω πεθάνει στον σταυρό μαζί με τον Χριστό. Τώρα πια δεν ζω εγώ, αλλά ζει στο πρόσωπο μου ο Χριστός. Κι η τωρινή σωματική μου ζωή είναι ζωή βασισμένη στην πίστη μου στον Υιό του Θεού, που με αγάπησε και πέθανε εκούσια για χάρη μου.
Θέλω να φανταστείς ότι είσαι μέσα σε ένα λάκκο.
Έξω, έχει αρχίσει να νυχτώνει, το κρύο απλώνεται και ακούς από μακριά τα ουρλιαχτά, από τα τσακάλια που πλησιάζουν.
Μην χάνεις χρόνο, προσπαθώντας να σκεφτείς πως βρέθηκες εκεί. Μην περιμένεις να βρεις το ποιος σε έχει σπρώξει.
Πάλεψε. Πάλεψε με όλες τις δυνάμεις.
Πάλεψε με νύχια και με δόντια, να βγεις από το λάκκο σου και τρέξε. Τρέξε όσο πιο γρήγορα μπορείς μέχρι να βρεις ένα καταφύγιο ασφαλές, όπου θα μπορέσεις πλέον ήρεμος να ζεσταθείς και να ξαποστάσεις…
Έτσι και στη ζωή…
Μην χάνεις χρόνο με το να σκέφτεσαι ποιος η τι φταίει για τις δυσκολίες σου.
Πάλεψε.
Πάλεψε με νύχια και με δόντια μέχρι να βγεις από τον λάκκο σου.
Πάλεψε με νύχια και με δόντια μέχρι να βρεις τη λύση…
Ἅγιος Σιλουανὸς ὁ Ἀθωνίτης
Ὁ Κύριος μᾶς ἔδωσε τήν ἐντολή νά ἀγαπᾶμε ὁ ἕνας τόν ἄλλον. Αὐτή εἶναι ἡ ἀληθινή ἐλευθερία: ἡ ἀγάπη γιά τό Θεό καί τόν πλησίον. Ἐδῶ βρίσκεται καί ἡ ἐλευθερία καί ἡ ἰσότητα.
Στήν κοσμική τάξη εἶναι ἀδύνατο νά ὑπάρξει ἰσότητα – αὐτό ὅμως δέν ἔχει σημασία γιά τήν ψυχή. Δέν μπορεῖ νά εἶναι ὁ καθένας βασιλιάς ἤ ἄρχοντας, πατριάρχης ἤ ἡγούμενος ἤ διοικητής.
Mπορεῖ ὅμως ὁ καθένας, σέ ὅποια τάξη κι ἄν ἀνήκει, ν’ ἀγαπάει τό Θεό καί νά εἶναι εὐάρεστος σ’ Ἐκεῖνον – κι αὐτό εἶναι τό σπουδαῖο.
Καί ὅσοι ἀγαποῦν περισσότερο τό Θεό στή γῆ, θά ἔχουν περισσότερη δόξα στή βασιλεία τῶν οὐρανῶν καί θά εἶναι πιό κοντά στόν Κύριο. Ὁ καθένας θά δοξαστεῖ κατά τό μέτρο τῆς ἀγάπης του.
Ἡ θεία χάρη δέν ἀφαιρεῖ τήν ἐλευθερία, ἀλλά συνεργεῖ μόνο στήν ἐκπλήρωση τῶν ἐντολῶν τοῦ Θεοῦ. Ὁ Ἀδάμ βρισκόταν στήν κατάσταση τῆς χάριτος, ἀλλά δέν τοῦ ἀφαιρέθηκε τό αὐτεξούσιο.
Oἱ ἄγγελοι παραμένουν ἐπίσης στό Ἅγιο Πνεῦμα, ἀλλά δέν τούς ἔχει ἀφαιρεθεῖ ἡ ἐλεύθερη βούληση.
Ὁ Κύριος ἔδωσε στή γῆ τό Ἅγιο Πνεῦμα· καί ὅσοι τό ἔλαβαν, αἰσθάνονται τόν παράδεισο μέσα τους.
Ἴσως πεῖς: “Γιατί λοιπόν δέν ἔχω κι ἐγώ μιά τέτοια χάρη;”. Ἐπειδή ἐσύ δέν παραδόθηκες στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀλλά ζεῖς σύμφωνα μέ τό δικό σου θέλημα.
Παρατηρῆστε ἐκεῖνον πού ἀγαπάει τό θέλημά του: Δέν ἔχει ποτέ εἰρήνη στήν ψυχή του καί δέν εὐχαριστιέται μέ τίποτα. Γι’ αὐτόν ὅλα γίνονται ὅπως δέν θά ἔπρεπε.
Ὅποιος ὅμως δόθηκε ὁλοκληρωτικά στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἔχει τήν καθαρή προσευχή καί ἡ ψυχή του ἀγαπάει τόν Κύριο.
Αυτά είναι αιώνια ερωτήματα της παιδαγωγικής και της συμβουλευτικής προσέγγισης των ανθρώπων. Και επεκτείνονται και στην πνευματική ζωή. Συχνά οι άνθρωποι που πιστεύουμε στον Θεό θα θέλαμε να ακολουθούν και οι άλλοι άνθρωποι, τουλάχιστον του περιβάλλοντός μας, τον δρόμο της πίστης. Λησμονούμε βέβαια τον λόγο του Χριστού: «ει τον λόγον μου ετήρησαν, και τον υμέτερον τηρήσουσι» (Ιωάν. 15,20). Λησμονούμε ότι ούτε εμείς τηρούμε συνήθως τον λόγο του Χριστού και, επομένως, πώς έχουμε την απαίτηση οι άλλοι να κάνουν αυτό που εμείς δεν πράττουμε; Άρα, ο δρόμος της ταπείνωσης είναι η δική μας αρχή. Να μπορούμε εμείς να παλεύουμε να τηρούμε τον λόγο του Χριστού και της Εκκλησίας, για να ζητούμε, και πάλι με διακριτική αγάπη, από τους άλλους να πράξουν το ίδιο. Κι εκεί που νιώθουμε τοίχο, να επιλέγουμε την οδό και τον τρόπο της προσευχής, που ενώνεται με την υπομονή.
Όμως στις σχέσεις γονέων και παιδιών, δασκάλων και μαθητών, επικεφαλής και υφισταμένων, πώς μπορούμε να αντιμετωπίσουμε το ίδιον θέλημα, το οποίο αρνείται να πράξει αυτό που μοιάζει και ίσως και να είναι σωστό; Η μέθοδος της βίας είναι απορριπτέα. Η τιμωρία είναι ένα όριο, που κάποτε είναι απαραίτητο, από την άποψη ότι εάν δεν υπάρχουν συνέπειες, τότε η ασυδοσία φέρνει περαιτέρω κακό. Αν δεν πειστεί όμως ο άλλος για το ότι είναι προς όφελός του και έχει νόημα να πράξει το σωστό, τότε και την τιμωρία θα βρει τρόπο να την ξεπεράσει. Ο διάλογος, η επιμονή, το φιλότιμο μπορούν να βοηθήσουν. Κυρίως όμως η αποφασιστικότητά μας, ότι αυτό που προτείνουμε γνωρίζουμε ότι είναι το σωστό. Έχουμε επιχειρήματα και πειθώ. Και τότε υπάρχει η ελπίδα να βοηθηθεί ο καλοπροαίρετος στο να αντιληφθεί ότι ό,τι προτείνουμε έχει αγάπη και ζητείται από αγάπη.
Στην καθημερινότητα της ζωής, στην πολιτική, στις ανθρώπινες σχέσεις υπάρχει η καχυποψία του συμφέροντος. Δεν είμαστε έτοιμοι να αποδεχτούμε αυτό που μοιάζει σωστό, καθότι υποψιαζόμαστε ότι αυτός ή αυτοί που μας το προτείνουν δεν είναι ειλικρινείς, αλλά έχουν ιδιοτέλεια μέσα τους και μας το ζητούνε. Ή, αποκρύπτουν άλλους στόχους και προβάλλουν αυτό που μοιάζει σωστό, αλλά δεν είναι ολοκληρωμένη η ματιά την οποία καλούμαστε να ρίξουμε. Το ρόδο συνοδεύεται και από αγκάθια. Και ο ιδιοτελής κρύβει ό,τι θα πληγώσει, ωραιοποιώντας τον ανθό, ώστε να πετύχει τον δικό του στόχο. Γι’ αυτό χρειάζεται αλήθεια και αγάπη, όταν θέλουμε να δείξουμε έναν δρόμο που νιώθουμε ότι είναι ο σωστός. Και ας επιμείνουμε. Ο χρόνος αποκαλύπτει ό,τι κρύβεται. Η προσευχή βοηθά στην αντοχή, ακόμη κι αν η λύπη της άρνησης δυσκολεύει.
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
ΛΙΓΑ ΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΜΕΓΑΛΗ ΓΙΟΡΤΗ
Η Εορτή της κατά σάρκα Γεννήσεως του Κυρίου μας Ιησού Χριστού, τα Χριστούγεννα, απότελεί μία από τις μεγαλύτερες ημέρες της χριστιανοσύνης. Ανήκει στις Δεσποτικές εορτές, δηλ. αναφέρεται σε γεγονός της ζωής του Δεσπότη Χριστού. Μαζί με το Πάσχα είναι οι κορυφαίες εορτές της Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Την ημέρα αυτή εορτάζουμε την ενανθρώπηση του Θεού Λόγου, την κάθοδο του δευτέρου Προσώπου της Αγίας Τριάδος στον κόσμο. Ο Θεός γίνεται άνθρωπος για να γίνει ο άνθρωπος θεός κατά χάριν. Ο Θεός έρχεται από τον Ουρανό στη γη, για να ανέβει ο άνθρωπος από τη γη στον Ουρανό. Ο Χριστός ήλθε ανάμεσά μας για να σώσει το ανθρώπινο γένος, να στήσει και πάλι τις γκρεμισμένες γέφυρες επικοινωνίας με τον Θεό, να αποκαταστήσει τον άνθρωπο στην αληθινή του δόξα, να φανερώσει στους ανθρώπους το θέλημα του Θεού. Ο Χριστός ταπεινώθηκε βαθειά για να μας ανυψώσει, γεννήθηκε στο χρόνο για να υπερβούμε εμείς το χρόνο, έλαβε την ανθρώπινη φύση για να τη θεώσει. Γι’ αυτό γιορτάζουμε, χαιρόμαστε και πανηγυρίζουμε.
ΤΟ ΑΓΙΟ ΔΩΔΕΚΑΗΜΕΡΟ
Τους πρώτους αιώνες η Γέννηση και η Βάπτιση του Χριστού συνεο-ρτάζονταν την ίδια ημέρα, και συγκεκριμένα στις 6 Ιανουαρίου, με το κοινό όνομα Επιφάνεια. Από τα μέσα του 4ου αιώνα καθιερώθηκε ως ξεχωριστή η γιορτή των Χριστουγέννων στις 25 Δεκεμβρίου, και παρέμεινε στις 6 Ιανουαρίου μόνο η γιορτή της Βαπτίσεως του Κυρίου. Παράλληλα διαμορφώθηκε και το Άγιο Δωδεκαήμερο, δηλ. μια περίοδος δώδεκα ημερών (25 Δεκεμβρίου έως 6 Ιανουαρίου), από την ημέρα των Χριστουγέννων έως και την ημέρα των Θεοφανείων, που περιλαμβάνει ακόμη την εορτή της Περιτομής του Κυρίου και τη μνήμη του Μεγάλου Βασιλείου (1η Ιανουαρίου).
Η ΠΡΟΕΤΟΙΜΑΣΙΑ
Η μεγάλη σημασία της εορτής των Χριστουγέννων και η ευλάβεια των χριστιανών, υπό την επίδραση μάλιστα και της χρονικά παλαιότερης Μεγάλης Τεσσαρακοστής του Πάσχα, οδήγησαν στην καθιέρωση μιας προπαρασκευαστικής περιόδου, όπου οι πιστοί ετοιμάζονται πνευματικά να «οδεύσουν» μέχρι το σπήλαιο της Βηθλεέμ. Η προπαρασκευαστική αυτή περίοδος έχει διάρκεια 40 ημέρες, ονομάζεται Σαρακοστή των Χριστουγέννων και αρχίζει κάθε χρόνο στις 15 Νοεμβρίου. Οι ύμνοι στη Λατρεία μας θυμίζουν πως έχουμε εισέλθει σε αυτή την Ιερή Περίοδο, πως με τρόπο πνευματικό έχουμε πάρει κι εμείς το δρόμο που οδηγεί στη νοητή Βηθλεέμ, δηλ. την Εκκλησία, στην οποία ο Χριστός γεννιέται για να αναγεννήσει κάθε άνθρωπο που ειλικρινά πιστεύει σ’ Αυτόν. Απο τις 21 Νοεμβρίου (εορτή των Εισοδείων της Θεοτόκου) ψάλλουμε τις Καταβασίες των Χριστουγέννων, η α΄ Ωδή των οποίων έχει ως εξής: «Χριστός γεννάται, δοξάσατε. Χριστός εξ ουρανών, απαντήσατε. Χριστός επί γης, υψώθητε. Άσατε τω Κυρίω πάσα η γη και εν ευφροσύνη ανυμνήσατε λαοί ότι δεδόξασται». Από τις 26 Νοεμβρίου (που είναι η επομένη της αποδόσεως της παραπάνω θεομητορικής εορτής) ψάλλουμε το προεόρτιο Κοντάκιο «Η Παρθένος σήμερον τον προαιώνιον Λόγον εν σπηλαίω έρχεται αποτεκείν απορρήτως. Χόρευε η οικουμένη ακουτισθείσα, δόξασον μετά αγγέλων και των ποιμένων, βουληθέντα εποφθήναι παιδίον νέον, τον προ αιώνων Θεόν».
Η ΝΗΣΤΕΙΑ
Την περίοδο των 40 ημερών, δηλ. από τις 15 Νοεμβρίου έως και την παραμονή των Χριστουγέννων, οι χριστιανοί νηστεύουν. Όλες αυτές τις ημέρες δεν τρώμε κρέας, γαλακτερά και αυγά. Μπορούμε όμως να καταλύουμε ψάρι –εκτός φυσικά την Τετάρτη και την Παρασκευή. Η ιχθυοφαγία διαρκεί έως και την 17η Δεκεμβρίου . Ψάρι καταλύουμε και την εορτή των Εισοδίων της Θεοτόκου (21 Νοεμβρίου), ακόμη και αν η εορτή αυτή πέσει Τετάρτη ή Παρασκευή.
Προσοχή: Και η παραμονή των Χριστουγέννων είναι ημέρα αυστηρής νηστείας και προετοιμασίας των χριστιανών για την ημέρα της Γεννήσεως του Κυρίου και ιδιαίτερα για τη Θεία Λειτουργία, η οποία τελείται πανηγυρικά. Συνεπώς, το βράδυ της παραμονής προσφέρεται μόνο για στιγμές πνευματικής ανάτασης και προετοιμασίας, ενόψει του Μεγάλου Γεγονότος της επόμενης ημέρας.
ΝΗΣΤΕΙΑ ΤΡΟΦΩΝ ΚΑΙ ΠΑΘΩΝ
Πρέπει να έχουμε πάντα υπόψιν μας ότι για την Εκκλησία μας η αληθινή νηστεία δεν είναι μόνο η αποχή από τροφές, αλλά και η αποχή από πάθη και αμαρτίες. Λέγει χαρακτηριστικά ο Μέγας Φώτιος: «Νηστεία δεκτή από τον Θεό είναι αυτή που μαζί με την αποχή των τροφών συνδυάζει και την αποστροφή προς τη φλυαρία, το φθόνο, το μίσος και τα άλλα αμαρτήματα. Αυτός που νηστεύει από τροφές, αλλά δεν εγκρατεύεται από τα πάθη, μοιάζει με εκείνον που έβαλε λαμπρά θεμέλια στο σπίτι, που έκτισε, αλλά αφήνει να συγκατοικούν μαζί του φίδια, σκορπιοί και κάθε φαρμακερό ερπετό». Επιδίωξή μας λοιπόν για τούτη την περίοδο είναι και η πνευματική νηστεία, δηλ. η αποφυγή της αμαρτίας και η τήρηση του θελήματος του Θεού, η εφαρμογή της αγάπης, η συγχωρητικότητα, η ελεημοσύνη και η απόκτηση ακόμη μεγαλύτερης αρετής. Με τον τρόπο αυτό κατανοούμε καλύτερα και πραγματώνουμε το λόγο του Μεγάλου Βασιλείου «Αληθινή νηστεία είναι η αλλοτρίωση από κάθε κακό, από κάθε αμαρτία, από κάθε εμπαθή λογισμό, από κάθε βρώμικη επιθυμία».
Η ΜΕΤΑΝΟΙΑ
Με τη νηστεία και την προετοιμασία μας για τα Χριστούγεννα συνδέεται και η μετάνοια. Η
ειλικρινής εξέταση του εαυτού μας, η παραδοχή των σφαλμάτων μας και η
συμμετοχή μας στο ιερό μυστήριο της Εξομολογήσεως αποτελούν απαραίτητες
προϋποθέσεις για μια πραγματικά άξια συμμετοχή στη Χριστουγεννιάτικη
Θεία Λειτουργία. Μάλιστα, είναι καλό να φροντίσουμε ώστε να προσέλθουμε στο ιερό Μυστήριο εγκαίρως και όχι την τελευταία στιγμή.
Η
προπαρασκευαστική αυτή περίοδος προ των Χριστουγένννων μας παρέχει μια
πολύ καλή δυνατότητα να αντιληφθούμε την αθλιότητα που κρύβουμε στα βάθη
του «είναι» μας, να αποκτήσουμε φρόνημα ταπεινό και ελεγκτικό του
εαυτού μας, να μεταμορφωθούμε ψυχικά, να μετανοήσουμε ειλικρινά και να
τολμήσουμε τη μεγάλη συνάντηση με τον Νεογέννητο Κύριο της Βηθλεέμ.
Η ΛΑΤΡΕΙΑ
Σε μια περίοδο πνευματικής προετοιμασίας και προσμονής, όπως οι Σαράντα ημέρες πριν τα Χριστούγεννα, ουσιαστικό ρόλο διαδραματίζει η προσευχή των πιστών και η συμμετοχή μας στη Λατρεία της Εκκλησίας. Τις ημέρες αυτές έχουμε πλήθος εορτών και μνήμες Αγίων, που μας φέρνουν πιο κοντά στη χάρη του Θεού, με τον Εσπερινό και τη Θεία Λειτουργία, που τελούμε. Παράλληλα, η τέλεση της Θείας Λειτουργίας καθημερινά τις ημέρες αυτές, αποτελεί μία ακόμη ευκαιρία για να μείνει ανύστακτη η διάθεσή μας για κοινωνία και ένωση με τον Θεό. Τελούμε λοιπόν το λεγόμενο «Σαρανταλείτουργο», αληθινά μια μοναδική ευκαιρία μέσα στο χρόνο, που παρασύρει κάθε πιστό σε πνευματική ανανέωση, εγρήγορση, αγιότητα. Στον Ιερό Ναό μας θα τελεσθεί και εφέτος το «Σαρανταλείτουργο», και είναι ωφέλιμο να συμμετέχουμε σε αυτό και να προετοιμαζόμεθα για να προσέλθουμε στη Θεία Κοινωνία. Να λοιπόν, είναι μπροστά μας ο δρόμος προς τη Βηθλεέμ. «Δεύτε ίδωμεν πιστοί, πού εγενήθη ο Χριστός», ψάλλει η Εκκλησία μας. Ας ακολουθήσουμε τις συμβουλές της μητέρας μας Εκκλησίας, ας προετοιμασθούμε κατάλληλα όλες αυτές τις ημέρες και ας αξιωθούμε να προσκυνήσουμε «τον Παλαιό των ημερών που έγινε Βρέφος για χάρη μας, τον καθήμενο σε Ουράνιο Θρόνο ψηλό που τοποθετήθηκε σε Φάτνη, Εκείνον που έσπασε τα δεσμά της αμαρτίας και τώρα τυλίγεται με τα Σπάργανα, επειδή αυτή είναι η θέλησή Του» (Ιερός Χρυσόστομος).
Στην πραγματικότητα ο χριστιανισμός, δρώντας μέσα στον αποτυχημένο κόσμο του ορθολογισμού, που μας έφερε ως εδώ, είναι μία νέα ιδέα που όσοι την ασπάζονται παίρνουν δύναμη. Ποτέ το αφύσικο δεν θα νικήσει το φυσικό
Μανώλης Κοττάκης
Παρατηρώ αυτές τις μέρες όλους αυτούς που προσπαθούν να καταλάβουν γιατί κέρδισε ο Τραμπ. Γιατί ο κόσμος δεν εξελίχθηκε σύμφωνα με τις επιθυμίες τους και με τους σχεδιασμούς τους. Γιατί ο «ανορθολογισμός» κέρδισε τον «ορθολογισμό». ∆εν πρόκειται να καταλάβουν. ∆ιότι δεν θέλουν να καταλάβουν. Εκπροσωπώντας έναν κόσμο που αποτυγχάνει αρνούνται να αναλάβουν και να αναγνωρίσουν το βάρος της ευθύνης τους. Κάθε απόπειρα κατανόησής του είναι μάταιη.
Θα σταθώ σε ένα θέμα που τέμνει οριζόντια τη μεγάλη επιστροφή του συντηρητισμού σε ολόκληρο τον κόσμο. Τη θρησκεία. Τις αξίες του χριστιανισμού. Στην πατρίδα μας υπάρχουν κάποιοι γραφικοί που προσπαθούν να πάρουν αξία επιτιθέμενοι προκλητικότατα στον χριστιανισμό, στους ορθοδόξους και στο φρόνημά τους. Το χριστιανικό ήθος, όμως, πια τους προσπερνά. ∆εν τους δίνει αξία και σημασία, όπως κάποτε. ∆εν σοκάρεται από τις προσβολές τους. Στη θέα τους στρέφει την κεφαλή του αλλού. Τους στέλνει σιωπηρά στα αζήτητα της Ιστορίας. Προσέξτε μερικά διαδοχικά γεγονότα στην Ελλάδα και στον κόσμο αυτό το διάστημα.
Λονδίνο, γήπεδο Wembley, 10 Οκτωβρίου. Η Εθνική ομάδα ποδοσφαίρου της Ελλάδος αντιμετωπίζει την Εθνική ομάδα της Αγγλίας. Μετά το 70ό λεπτό μπαίνουν αλλαγές στον αγώνα ο Μάνταλος, ο Κωνσταντέλιας και ο Πέλκας. Όλοι κάνουν τον σταυρό τους τρέχοντας τα πρώτα μέτρα στον αγωνιστικό χώρο του ιστορικού γηπέδου. Στο τέλος του αγώνα ο σκόρερ του νικητήριου τέρμα- τος για την Ελλάδα, Παυλίδης, κάνει επίσης τον σταυρό του.
Σίριαλ «Φαμαγκούστα», 2 Νοεμβρίου. ∆ύο Κύπριοι που σε ηλικία 12 ετών συνελήφθησαν τον Ιούλιο του 1974 από στρατιώτες του «Αττίλα» στα Κατεχόμενα και θάφτηκαν ζωντανοί σε τάφους που τους διέταξαν να ανοίξουν με τα ίδια τους τα χέρια (μόνο το κεφάλι τους εξείχε) διηγούνται στην κάμερα πώς διασώθηκαν. Άρχισαν και οι δύο να κάνουν δυνατά την προσευχή τους κοιτώντας προς τον ουρανό και να ψάλλουν με όλη τη δύναμη της ψυχής τους το «πάτερ ημών». Λίγο αργότερα, τους εντόπισε μία περίπολος ανδρών του ΟΗΕ.
Το θεώρησαν και ήταν θαύμα. Γιατί στο σημείο όπου τους έθαψαν οι βασανιστές τους δεν περνούσαν συνήθως περίπολα. Ήταν στη μέση του πουθενά. Ένας από τους δύο άνδρες, ηλικίας 70 ετών σήμερα, με τα μαλλιά δεμένα κοτσίδα, όπως ο Τσίπρας στα νιάτα του, είπε στην κάμερα συγκινημένος: «Μη χάνουμε ποτέ την πίστη μας στον Θεό, αυτή την υπέρτατη δύναμη της καλοσύνης. Όσα χρόνια κι αν περάσουν». Και άφησε ένα δάκρυ να κυλήσει από τα μάτια του.
Αμερικανικές προεδρικές εκλογές, 20 Οκτωβρίου: Η υποψήφια πρόεδρος των ∆ημοκρατικών και του ρεύματος του ορθολογισμού Κάμαλα Χάρις, βλέποντας τις δημοσκοπήσεις, αποφασίζει και εορτάζει τα εξηκοστά γενέθλιά της σε δύο εκκλησίες Μεθοδιστών και Ευαγγελικών στην Τζόρτζια, οι χορωδίες των οποίων της ψάλλουν το «happy birthday».
Θεσσαλονίκη, 26 Οκτωβρίου, εορτή αγίου ∆ημητρίου.
Στον περίλαμπρο ναό εκτίθενται τα λείψανα του αγίου, τα οποία επέστρεψαν
στη Θεσσαλονίκη το 1978. Όποιος θέλει να προσκυνήσει στον άγιο γνωρίζει
ότι θα πρέπει να περιμένει στην ουρά υπομονετικά τουλάχιστον μία ώρα.
Οικογένειες σαραντάρηδων με τα παιδιά τους, νεαροί φοιτητές,
υπερήλικες κυρίες, το μωσαϊκό των γενεών, στέκονται και περιμένουν για να προσκυνήσουν τον Άγιο. ∆εν ακούς φωνές. ∆εν βλέπεις σπρωξίματα. ∆εν παρατηρείς θυμωμένα πρόσωπα. Μόνο γαλήνη. Καθένας ξέρει καλά γιατί βρίσκεται εκεί.
Βραδιά αμερικανικών προεδρικών εκλογών, 4 προς 5 Νοεμβρίου: Ο εκλεγείς πλέον πρόεδρος των ΗΠΑ Ντόναλντ Τραμπ απευθύνεται τη βραδιά της νίκης του στους οπαδούς του και κλείνει την ομιλία του με τη φράση «Ο Θεός να σας έχει καλά. Ο Θεός να σας ευλογεί».
Αίγινα, παραλία, εορτή αγίου Νεκταρίου, Σάββατο 9 Νοεμβρίου. Χιλιάδες κόσμου, κυριολεκτικά χιλιάδες, ανάμεσά τους δεκάδες Ρουμάνοι, είναι παρατεταγμένες στις δύο άκρες του δρόμου του λιμανιού και περιμένουν τη λιτανεία, κατά τη διάρκεια της οποίας κατεβαίνει στην πόλη η κάρα του αγίου. Του οικουμενικού αυτού αγίου που στο πέρασμά του από την Αλεξάνδρεια, από τη Ριζάρειο Σχολή, από την Εύβοια, από τη Σκόπελο, από την Αίγινα βοηθούσε αδιακρίτως πολίτες, ανεξαρτήτως θρησκεύματος, με την απέραντη καλοσύνη του. Η πομπή, στην κεφαλή της οποίας είναι η ηλικίας 50 ετών ηγουμένη Τιμοθέη (προγραμματίστρια, που επισκεπτόταν κάποτε το μοναστήρι επιβαίνοντας σε μηχανή χάρλεϊ, φορώντας μπότες), σταματά έξω από το παλαιό δημαρχείο. Και ανάμεσα σε αυτούς που ψάλλουν ακούγεται και η φωνή ενός ιεράρχη από τη Ρουμανία να αναπέμπει ύμνους στη γλώσσα του. Γιατί; Γιατί ο άγιος φανερώθηκε στους κατοίκους αυτής της περιοχής σε δύσκολα χρόνια για να τους βοηθήσει και από τότε χιλιάδες Ρουμάνοι κάνουν κάθε χρόνο 1.200 km και πλέον για να έρθουν στην Αίγινα για να προσκυνήσουν τη χάρη του. Αυτό κάποιοι το βαφτίζουν «ανορθολογισμό».
∆εν ξέρω τι γίνεται στην Αμερική. Αλλά οι δυνάμεις του ορθολογισμού, όλους αυτούς που παίρνουν δύναμη από τις ιδέες του χριστιανισμού εδώ στην πατρίδα μας τους λοιδορούν ως καθυστερημένους και ως ψεκασμένους. Λοιδορούν όσους κοινωνούν των αχράντων μυστηρίων. Λοιδορούν όσους νηστεύουν. Λοιδορούν όσους πιστεύουν στα θαύματα. Παίζουν, διακωμωδούν την πίστη τους.
Την παραμονή της πανηγύρεως του αγίου ο μητροπολίτης Ύδρας, Σπετσών και Αιγίνης Εφραίμ, περιστοιχιζόμενος από τον παναγιότατο μητροπολίτη Θεσσαλονίκης Φιλόθεο και τον σεβασμιότατο μητροπολίτη ∆ράμας ∆ωρόθεο, λέει στους συγκεντρωμένους στο δείπνο που ακολούθησε μετά τον μέγα εσπερινό: «Νηστεία σημαίνει αγαπώ τον Χριστό. Αν κάνεις νηστεία και δεν αγαπάς τον Χριστό, στην πραγματικότητα βασανίζεις τον εαυτό σου. Τον καταπιέζεις να φέρει σε πέρας κάτι που δεν του αρέσει. Αλλά η νηστεία είναι μία πράξη ελευθερίας. Όχι καταπίεσης. Όχι στέρησης».
Στην πραγματικότητα, λοιπόν, ο χριστιανισμός, δρώντας μέσα στον αποτυχημένο κόσμο του ορθολογισμού, που μας έφερε ως εδώ, είναι μία νέα ιδέα. Μία ιδέα που όσοι την ασπάζονται παίρνουν δύναμη. Τους χαρίζεται δύναμη. Και αυτή η νέα ιδέα «ποτίζεται» από τη woke ατζέντα. Όποιος αμφισβητεί τα θεμέλια του κόσμου στην πραγματικότητα είναι ο καλύτερος χορηγός της νέας αυτής ιδέας. Ποτέ το αφύσικο δεν θα νικήσει το φυσικό.
Για εκείνους που θεωρούν ότι ξυπνήσαμε μια ωραία πρωία στο έτος μηδέν και τα φτιάξαμε όλα μόνοι μας οι άνθρωποι χωρίς την παραμικρή βοήθεια από πουθενά, ή ότι τα βρήκαμε όλα έτοιμα ως διά μαγείας, αυτά είναι θέματα ακατανόητα. Αδιανόητα. Απίστευτα. Η δημιουργία του κόσμου για εκείνους είναι μόνο έργο των ανθρώπων.
Και γι’ αυτό όχι απλώς δεν θα καταλάβουν, αλλά θα συνεχίζουν να τα μάχονται και να τα λοιδορούν. Αλλά εκεί βρίσκεται και το μυστικό της μεγάλης επιστροφής του νεοσυντηρητισμού. Στην υποτίμηση. Στη βαθιά υποτίμηση των πεποιθήσεων του άλλου. Και για αυτό η μάχη αυτή, ανεξαρτήτως του χρόνου που θα πάρει μέχρι να ζήσουμε την τελική έκβασή της, δεν μπορεί να είναι τίποτε άλλο εκτός από νικηφόρα. Οι νέες αξίες δοκιμάστηκαν και φέρνουν την καταστροφή. Όλο και περισσότεροι άνθρωποι νιώθουν την ανάγκη να επιστρέψουν στις παραδοσιακές αξίες. Στις κοινότητες και στον άνθρωπο, εγκαταλείποντας την απληστία και το άτομο.
Ο Θεός περνά κάθε μέρα μπροστά από τα μάτια μας. Στο πρόσωπο ενός ποδοσφαιριστή που κάνει τον σταυρό του, ενός αγνοουμένου που σώθηκε λέγοντας το «πάτερ ημών», ενός πολιτικού που τον ευχαριστεί, ενός νέου ζευγαριού που με φούτερ και σακίδιο περιμένει στις 12 η ώρα τη νύχτα στα σκαλιά του αγίου Νεκταρίου να ανέβει για να προσκυνήσει τη Χάρη του, και να ακούσει τον πατέρα ∆αμασκηνό, γέροντα πρωτοψάλτη Καλυβίων, νέας Σκήτης Αγίων Αναργύρων. Άλλοι τον βλέπουμε. Άλλοι δεν τον βλέπουμε.