Πέμπτη 10 Απριλίου 2025

Ποια είναι η καλύτερη συγγνώμη;

 

Πόσες φορές δεν έχουμε πληγώσει ή δεν έχουμε πληγωθεί από κάποιον; Κι αφού περνάει η πρώτη αντάρα το επόμενο στάδιο συνήθως είναι το αίτημα συγνώμης. Βέβαια όχι πάντα δυστυχώς!

Χρειάζεται πολλή αγάπη και ταπείνωση για να συγχωρήσεις αυτόν που σε έβλαψε, σε πόνεσε, σε αδίκησε ή σε πρόδωσε. Χρειάζεται ευσπλαχνία για να νιώσεις ότι αυτός που προκαλεί τον πόνο είναι σε πιο δύσκολη θέση από σένα γιατί τον χειραγωγεί ο διάβολος. Χρειάζεται κατανόηση και συμπάθεια αυτός ο άνθρωπος και όχι την οργή μας και την αδιαλλαξία μας. Και σίγουρα χρειάζεται τη συγχώρεση μας. Αυτό όμως που περισσότερο έχει ανάγκη είναι η δική του μετάνοια!

Ένας άνθρωπος που πληγώνει είναι ένας άνθρωπος πληγωμένος. Και τις δικές του πληγές μόνο ο Χριστός μπορεί να τις θεραπεύσει. Αληθινή μετάνοια χωρίς Χριστό δε νοείται. Μια ειλικρινής και από καρδιάς εξομολόγηση είναι το σωτήριο φάρμακο του ιατρού Χριστού. Έτσι όταν ο άνθρωπος αυτός έρθει εις εαυτόν θα αγωνίζεται στο εξής να συμπεριφέρεται κατά Χριστόν και αυτή η αλλαγή της συμπεριφοράς του θα αποτελεί για τους άλλους την καλύτερη συγνώμη. Πολλές φορές οι άνθρωποι ζητάμε συγνώμη αλλά δεν είναι παρά μια ξερή λέξη. Σε λίγο καιρό θα έρθουμε αντιμέτωποι με τις ίδιες εκφάνσεις του εαυτού μας ή των άλλων για τις οποίες είχε ζητηθεί η συγνώμη. Μπορεί και να μη φταίμε… να την εννοούμε εκείνη την ώρα που τη λέμε. Αλλά δεν έχει τη δύναμη, δεν έχει τα όπλα να παλέψει αυτή η συγνώμη για να γίνει ρεαλιστική. Κι αυτό γιατί απουσιάζει η θεία Χάρη! Κι έτσι ο διάβολος μας ξαναρίχνει και απογοητευόμαστε.

Μόνο όταν αγαπάμε, μετανοούμε, συγχωρούμε εν Χριστώ έχουμε και τις πιθανότητες να μείνουμε πιστοί στις υποσχέσεις μας γιατί Τον βάλαμε εγγυητή και θεματοφύλακα της ζωής μας. Χωρίς Εκείνον καμία μάχη δεν μπορούμε να κερδίσουμε με κυριότερη αυτή με τον εαυτό μας! Αν θέλουμε λοιπόν να μας συγχωρέσουν οι άλλοι και να μας ξαναβάλουν στη ζωή τους με την καρδιά τους ας αλλάξουμε συμπεριφορά. Και το πρώτο βήμα γι’ αυτό είναι να καλωσορίσουμε επιτέλους το Χριστό στη ζωή μας. Γιατί Αυτός είναι η Αγάπη, η Χαρά, η Ειρήνη, η Ταπείνωση και φυσικά η Συγχώρεση! Είναι ο μόνος που μπορεί να μας βοηθήσει να συγχωρήσουμε τον εαυτό μας, τους άλλους αλλά και να συγχωρεθούμε από αυτούς… γιατί τελικά η καλύτερη συγνώμη είναι η βαθιά μετάνοια και η αλλαγή συμπεριφοράς!

Γέροντα, πολλοί, όταν επιστρέφουν στο σπίτι από την δουλειά, είναι εκνευρισμένοι

 

-Γέροντα, πολλοί, όταν επιστρέφουν στο σπίτι από την δουλειά, είναι εκνευρισμένοι.

-Εγώ συνιστώ στους άνδρες, μετά την δουλειά τους, αν βρίσκουν καμμιά εκκλησία ανοιχτή, να μπαίνουν να ανάβουν ένα κερί, να μένουν μέσα δέκα- δεκαπέντε λεπτά ή να κάθονται σε κάποιο πάρκο να διαβάζουν ένα κομματάκι από το Ευαγγέλιο, για να γαληνεύουν λίγο, και ύστερα να πηγαίνουν στα σπίτια τους ήρεμοι και χαμογελαστοί, και όχι να πηγαίνουν εκνευρισμένοι και να στήνουν τον καβγά.

Να μη μεταφέρουν τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν στην δουλειά τους μέσα στο σπίτι, να τα αφήνουν έξω από την πόρτα.

-Γέροντα, μερικοί όμως είναι και κάπως δικαιολογημένοι, γιατί η ευθύνη που έχουν στην δουλειά τους γεμίζει άγχος.

-Τους γεμίζει άγχος, γιατί δεν βάζουν και τον Θεό στις υποθέσεις τους.

Ο τεμπέλης που λέει «έ, έχει ο Θεός…», είναι καλύτερος από αυτούς.

Εγώ προτιμώ να είναι κανείς υπάλληλος, να κάνει σωστά και με φιλότιμο την δουλειά του, αλλά να απλοποιεί την ζωή του, να περιορίζεται στα απαραίτητα και να έχει ήσυχο το κεφάλι του, παρά να είναι εργοστασιάρχης και να είναι συνέχεια «άχ και βάχ», γιατί συνήθως είναι χρεωμένος.

Μπαίνει και η υπερηφάνεια, «θα πάρω τόσο δάνειο, να παρουσιάσω κι αυτό και το άλλο, για να τακτοποιηθώ καλύτερα…», και μετά πέφτει έξω, χρεωκοπεί, οπότε μετά πλειστηριασμός κ.λπ.

Ύστερα πολλοί στην εργασία τους δεν δουλεύουν το μυαλό τους, κουράζονται άσκοπα, και δουλειά δεν βγάζουν. Δεν μπορούν μετά να ανταποκριθούν και τους πιάνει άγχος.

Κάποιος λ.χ. θέλει να μάθη μια τέχνη καί, επειδή δεν προσέχει, χρόνια πάει-έρχεται, χωρίς να κάνει προκοπή, γιατί δεν δουλεύει το μυαλό του. Πρέπει να δει τί του χρειάζεται στην δουλειά του και να το προσθέσει.

Νά, όταν δούλευα στον κόσμο σαν μαραγκός, είδα πώς για τα έπιπλα που έκανα μου χρειαζόταν και ένας τόρνος. Τί; να πήγαινα σε άλλον να μου τα φτιάξει; Πήρα έναν τόρνο και έμαθα να τον δουλεύω. Στην συνέχεια είδα ότι χρειαζόταν να φτιάξω κυκλικές σκάλες. Κάθησα, θυμήθηκα και την γεωμετρία και την αριθμητική και έμαθα να τις φτιάχνω.

Αν δεν δουλεύεις το μυαλό, θα παιδεύεσαι. Θέλω δηλαδή να τονίσω πως πρέπει κανείς να δουλεύει το μυαλό του, γιατί επάνω στην δουλειά παρουσιάζονται ένα σωρό περιπτώσεις. Έτσι θα γίνει κανείς καλός τεχνίτης και από εκεί και πέρα θα ξέρει τι να κάνη και θα προχωράει.

Όλη η βάση εκεί είναι. Το μυαλό να γεννάη σε όλα. Αλλιώς ο άνθρωπος μένει υπανάπτυκτος και χάνει τον χρόνο του.

O AΓΙΟΣ ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Ο Ε',ΠΑΤΡΙΑΡΧΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΕΩΣ



Ο Άγιος Γρηγόριος, κατά κόσμο Γεώργιος Αγγελόπουλος, γεννήθηκε στη Δημητσάνα το έτος 1745 μ.Χ., από ευσεβείς και ενάρετους γονείς, τον Ιωάννη και την Ασημίνα. Το 1767 μ.Χ. μετέβη στη Σμύρνη, κοντά στον θείο του εκκλησιάρχη Μελέτιο, παρακολουθώντας μαθήματα στην Ευαγγελική Σχολή. Στη συνέχεια παρακολούθησε μαθήματα φιλοσοφίας στην Πάτμο από τον Δανιήλ Κεραμέα.
Μετά τις σπουδές του ήλθε στην αυτοκρατορική μονή της Μεταμορφώσεως των Στροφάδων νήσων, όπου εκάρη μοναχός λαμβάνοντας το όνομα Γρηγόριος.
Από εκεί τον κάλεσε ο Μητροπολίτης Σμύρνης Προκόπιος και τον χειροτόνησε αρχιδιάκονό του. Όταν αργότερα χειροτονήθηκε πρεσβύτερος, επέστρεψε στη Δημητσάνα και έδωσε 1.500 γρόσια για την στέγαση των απόρων φοιτητών.
Ο Άγιος Γρηγόριος μυήθηκε στην Φιλική εταιρεία από τον Ιωάννη Φαρμάκη περί τα μέσα του έτους 1818 μ.Χ. στο Άγιον Όρος. «Έδειξεν ευθύς ζωηρότατον ενθουσιασμόν υπέρ τού πνεύματος αυτής» και «ηυχήθη από καρδίας», για την επιτυχία του σκοπού της.
Στις 19 Αυγούστου 1785 μ.Χ. εκλέγεται οικουμενικός Πατριάρχης και παραμένει στον πατριαρχικό θρόνο μέχρι τον Δεκέμβριο του 1798 μ.Χ.. Κατά το έτος αυτό καθαιρείται από την Πύλη, διότι θεωρήθηκε ανίκανος να διατηρήσει την υποταγή των Χριστιανικών λαών κάτω από τον Τουρκικό ζυγό και εξορίζεται στο Άγιον Όρος. Το 1818 μ.Χ. κλήθηκε για τρίτη φορά στον Οικουμενικό θρόνο, στον οποίο και παρέμεινε μέχρι την ημέρα του μαρτυρικού του θανάτου.
Ο Κωνσταντίνος Κούμας αναφέρει ότι ο Άγιος Γρηγόριος δεν ήταν μόνο «σεμνός τό ήθος, λιτός τήν δίαιταν, ταπεινός τήν στολήν, ζηλωτής τής πίστεως, δραστηριότατος εις όλα τά έργα του», αλλά ήταν και «άκαμπτος εις τάς ιδέας του καί δέν τόν έμελε διά κανέν εναντίων, όταν απεφάσιζε τίποτε». Και ο Γρηγόριος αποφάσισε. Έταξε ως σκοπό στην ζωή του να υπηρετήσει πιστά το δούλο Γένος και να βοηθήσει με όλες τις δυνάμεις του και με την ζωή του στην απελευθέρωση από τον Τουρκικό ζυγό. Για την πραγματοποίηση του σκοπού του χρησιμοποιούσε όλη του τη διπλωματική δεξιοτεχνία.
Στην προσπάθειά του ο Εθνομάρτυρας να διασώσει τον Ελληνικό πληθυσμό από την σφαγή και συγχρόνως να παραπλανήσει τον Σουλτάνο και να δώσει την ευκαιρία στους αγωνιστές να εργάζονται ανενόχλητοι, αναγκάσθηκε να αφορίσει τους επαναστάτες.
Συντριπτική απάντηση στους κατήγορους του Γρηγορίου θα δώσει ο Αλέξανδρος Υψηλάντης με τις οδηγίες που έστειλε από το Κισνόβιο της Βεσσαραβίας στους αρχηγούς της Πελοποννήσου:
«Ο μέν Πατριάρχης βιαζόμενος παρά τής Πόρτας σάς στέλλει αφοριστικό καί εξάρχους, παρακινώντας σας νά ενωθήτε μέ τήν Πόρταν. Εσείς όμως νά θεωρήτε ταύτα ως άκυρα καθόσον γίνοντα μέ βίαν καί δυναστείαν καί άνευ θελήσεως τού Πατριάρχου».
«Άς μήν λησμονήσωμεν ότι υπάρχουν περιστάσεις καθ’ άς απαιτούνται θυσίαι μεγαλύτεραι καί αυτής τής θυσίας τής ζωής καί ότι ενίοτε η μαρτυρική ζωή είναι πικρότερον αλλά πλέον επιβεβλημένον καθήκον καί αυτού τού μαρτυρικού θανάτου. Καί αυτήν τήν υπέρτατην θυσίαν προσέφερεν ο αοίδιμος Πατριάρχης, όστις συνησθάνθη συναίσθημα πικρότερον καί αυτού τού θανάτου, όταν θυσιάζων πάντα εγωισμόν καί αποβλέπων εις τό αληθινόν συμφέρον, ηναγκάσθη νά θέση τήν υπογραφήν του κάτωθι εγγράφου καταδικάζοντας τό κίνημα, υπέρ τής επιτυχίας τού οποίου ολοψύχως ηύχετο καί ειργάζετο.
Υπογράφων, απεμάκρυνε τάς υπονοίας τής Πύλης περί συμμετοχής εις τό κίνημα επισήμων κύκλων, μή υπογράφων, θά επεβεβαίου τάς υπονοίας, ότε δεινή επιπίπτουσα η τιμωρία τού τυράννου κατά τών βυσσοδομούντων, θά ενέκρου τό κίνημα πρίν ή εκραγή. Άλλως ο αοίδιμος Πατριάρχης μετά θαυμαστής εγκαρτερήσεως υπέστη τό μαρτύριον, όταν επέστη τό μαρτύριον, όταν επέστη η ώρα, καίτοι ηδύνατο νά σωθή διά τής φυγής».
Είναι χαρακτηριστική η επιστολή που έστειλε ο Άγιος Γρηγόριος στις 26 Δεκεμβρίου 1820 μ.Χ. στον Επίσκοπο Σαλώνων Ησαΐα και πολύτιμη από ιστορική άποψη, γιατί αποδεικνύει πως ο Εθνομάρτυς παρακολουθούσε όλα όσα συνέβαιναν στην Ελλάδα, σε όλες του τις λεπτομέρειες και τις προετοιμασίες για την επανάσταση:
«Αμφοτέρα τάς τιμίας επιστολάς, διά τού αγαθού Φούντα Γαλαξειδιώτου, ασφαλώς εδεξάμην καί τούς εν αυταίς τιμίους λόγους έγνων. Εχεμυθείας, αδελφέ, μεγίστη χρεία καί προφύλαξις περί πάν διάβημα, οι γάρ χρόνοι πονηροί εισι καί εν ταίς φιλοπατριώταις εστι καί μοχθηρών ζύμη, αφ’ ής ως από ψωραλέου προβάτου φυλάττεσθε. Κακόν γάρ πολλοί μηχανώνται διά τό τής φιλοπλουτίας έγκλημα. Διό τήν αγαθήν μερίδα εξελέξω κοινολογών μοι εμπιστευομένοις πατριώταις, τά εχεμυθείας δεόμενα.
Οι Γαλαξειδιώται, ούς επιστέλλεις μοι συνεχώς, πεφροντισμένως ενεργούσι, καί αφ’ ών έγνω αδύνατον αντί παντός τιμίου ουδ’ ελάχιστον λόγον έρκος οδόντων φυγείν. Ου μόνον τά σά, αλλά καί τά τών εν Μορέα αδελφών γράμματα κομίζουσι μοι. Η τού Παπανδρέα πράξις πατριωτική μέν τοίς γινώσκουσι τά μύχια, κατακρίνουσι δέ οι μή ειδότες τόν άνδρα. Κρυφά υπερασπίζου αυτόν, εν φανερώ δέ άγνοιαν υποκρίνου, έστι δ’ ότε καί επίκρινε τοίς θεοσεβέσιν αδελφοίς καί αλλοφύλοις. Ιδία πράυνον τόν Βεζύρην λόγοις καί υπόσχεσιν, αλλά μή παραδοθήτω εις λέοντος στόμα.
Άσπασον ούν ταίς εμαίς ευχαίς τούς ανδρείους αδελφούς, προτρέπων εις κρυψίνοιαν διά τόν φόβον τών Ιουδαίων. Ανδρωθήτωσαν ώσπερ λέοντες καί η ευλογία τού Κυρίου κρατύνει αυτούς, εγγύς δ’ έστι τού Σωτήρος τό Πάσχα. Αί ευχαί τής εμής μετριότητος επί τής κεφαλής σου, αδελφέ μου Ηασαΐα. Γεωργοί ακαμάτως καί όλβια γεώργια δώσοι σοι ο Πανύψιστος».
Ο Άγιος Γρηγόριος συνιστούσε τον αγώνα για την ελευθερία και τον ενίσχυε με κάθε μέσο. Ήταν αποφασισμένος να θυσιασθεί για την Πατρίδα. «Χρεωστούμεν», έλεγε, «νά ποιμαίνωμεν καλώς τά ποίμνιά μας καί χρείας τυχούσης νά κάμωμεν, όπως έκαμεν ο Ιησούς δι’ ημάς διά νά μάς σώση….».
Σε επιστολή που έστειλε προς τον Παλαιών Πατρών Γερμανό, έγραφε: «Συλλειτουργέ εν Χριστώ καί λίαν αγαπητέ αδελφέ. Έλαβον τήν από 20 Απριλίου επιστολήν σου. Η απόφασίς μου περί μελετωμένης ανορθώσεως «σχολής» τής φιλτάτης πατρίδος είναι τοιαύτη, ως η ιδική σας. Όπως θέλης μάθει καί παρά τού ιδίου. Τό κιβώτιον τού ελέους πρέπει νά εμψυχωθή. Καί τήν βουλήν τού Κυρίου ανθρώπιναι δυνάμεις δέν δύνανται νά τήν μεταβάλουν. Γενηθήτω τό θέλημά Του».
Κάτω από την λέξη «σχολήν» υπονοούσαν την Ελληνική Επανάσταση. Οι Φιλικοί μάλιστα ονόμασαν επιστάτες της σχολής τον Οικουμενικό Πατριάρχη Γρηγόριο και τον Πατριάρχη Ιεροσολύμων Πολύκαρπο.
Όταν σε μια συνεδρίαση της Ιεράς Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου, ο Μητροπολίτης Δέρκων Γρηγόριος προέτρεψε τον Πατριάρχη να μεταβούν στην Πελοπόννησο για να τεθούν επικεφαλής της Επαναστάσεως, ο Γρηγόριος ο Ε’ απάντησε: «Καί εγώ ως κεφαλή τού Έθνους καί υμείς ως Σύνοδος οφείλομεν νά αποθάνωμεν διά τήν κοινήν σωτηρίαν.
Ο θάνατος ημών θά δώση δικαίωμα εις τήν Χριστιανοσύνην νά υπερασπίση τό Έθνος εναντίων τού τυράννου. Αλλ’ άν υπάγωμεν ημείς νά θαρρύνωμεν τήν Επανάστασιν, τότε θά δικαιώσωμεν τόν Σουλτάνον αποφασίσαντα νά εξολοθρεύση όλον τό Έθνος».
Όταν μερικοί προσπάθησαν να τον πείσουν να φύγει από την Κωνσταντινούπολη και να σώσει τον εαυτό του, ο καλός ποιμένας απάντησε: «Μέ προτρέπετε εις φυγήν. Μάχαιρα θά διέλθη τάς ρύμας τής Κωνσταντινουπόλεως καί λοιπών πόλεων τών χριστιανικών επαρχιών. Υμείς επιθυμείτε όπως εγώ μεταμφιεζόμενος καταφύγω εις πλοίον ή κλεισθώ εν οικία οιουδήποτε ευεργετικού υμών Πρεσβευτού, ν’ ακούω δέ εκείθεν πώς οι δήμιοι κατακρεουργούσι τόν χηρεύοντα λαόν. Ουχί! Εγώ διά τούτο είμαι Πατριάρχης, όπως σώσω τό Έθνος μου, ουχί δέ όπως θά θεωρήσωσιν αδιαφόρως πώς η πίστις αυτών εξυβρίσθη εν τώ προσώπω μου.
Οι Έλληνες, οι άνδρες τής μάχης, θά μάχωνται μετά μεγαλυτέρας μανίας, όπερ συχνάκις δωρείται τήν νίκην. Εις τούτο είμαι πεπεισμένος. Βλέπετε μεθ’ υπομονής εις ότι καί άν μού συμβή. Σήμερον (Κυριακή τών Βαΐων) θά φάγωμεν ιχθείς, αλλά μετά τίνας ημέρας καί ίσως καί ταύτην τήν εβδομάδα οι ιχθείς θά μάς φάγωσιν… Ναί, άς μή γίνω χλεύασμα τών ζώντων. Δέν θά ανεχθώ ώστε εις τάς οδούς τής Οδησσού, τής Κερκύρας καί τής Αγκώνος διερχόμενον εν μέσω τών αγυιών νά μέ δακτυλοδείκτωσι λέγοντες:
“Ιδού έρχεται ο φονεύς Πατριάρχης”. Άν τό Έθνος μου σωθή καί θριαμβεύση, τότε πέποιθα θά μού αποδώση θυμίαμα επαίνου καί τιμών, διότι εξεπλήρωσα τό χρέος μου… Υπάγω όπου μέ καλεί ο νούς μου, ο μέγας κλήρος τού Έθνους καί ο Πατήρ ο ουράνιος, ο μάρτυς τών ανθρωπίνων πράξεων».
Ο Γρηγόριος ο Ε’, ο φλογερός αυτός Ιεράρχης, ακολούθησε τον δρόμο του. Σάρκωσε ολόκληρο το υπόδουλο Γένος. Επωμίσθηκε το σταυρό του. Ανέβηκε το Γολγοθά του. Δέχθηκε ραπίσματα, χλευασμούς, εμπτυσμούς και τέλος τον θάνατο με απαγχονισμό. Μπροστά στο Πατριαρχείο, την ημέρα του Πάσχα του 1821, οι Τούρκοι κρέμασαν τον Πατριάρχη.
Στο έγγραφο της καταδίκης του (τουρκιστί «γιαφτάς»), αναφέρεται η αιτία του απαγχονισμού του: «.…Αλλ’ ο άπιστος πατριάρχης τών Ελλήνων… εξ αιτίας τής διαφθοράς τής καρδίας του, όχι μόνον δέν ειδοποίησεν ουδ’ επαίδευσε τούς απατηθέντας, αλλά καθ’ όλα τά φαινόμενα ήτο καί αυτός, ως αρχηγός, μυστικός συμμέτοχος τής Επαναστάσεως… αντί νά δαμάση τούς αποστάτας καί δώση πρώτος τό παράδειγμα τής εις τά καθήκοντα επιστροφής τών, ο άπιστος ούτος έγινεν ο πρωταίτιος όλων τών ανεφυεισών ταραχών.
Είμεθα πληροφορημένοι ότι εγεννήθη εν Πελοποννήσω καί ότι είναι συνένοχος όλως τών αταξιών, όσας οι αποπλανηθέντες ραγιάδες έπραξαν κατά τήν επαρχίαν Καλαβρύτων…
Επειδή πανταχόθεν εβεβαιώθημεν περί τής προδοσίας του όχι μόνος εις βλάβην τής υψηλής Πύλης, αλλά καί εις όλεθρον αυτού τού έθνους του, ανάγκη ήτο νά λείψη ο άνθρωπος ούτος από τού προσώπου τής γής καί διά τούτο εκρεμάσθη πρός σωφρονισμό τών άλλων».
Ένα χρόνο μετά τον απαγχονισμό και την μεταφορά του τιμίου λειψάνου του από τον πλοίαρχο Μ. Σκλάβο στην Οδησσό της Ρωσίας, ο Ζακυνθινός ιερωμένος Οικονόμος Νικόλαος Κοκκίνης, μετέπειτα Αρχιεπίσκοπος Ζακύνθου, εφημέριος τότε του παλαίφατου ναού της Οδηγήτριας και φλογερότατος Φιλικός, ευαισθητοποιημένος από την θυσία του Πατριάρχη, συνθέτει Ακολουθία προς τιμήν του νέου Ιερομάρτυρα, κάτι που αποδεικνύει περίτρανα ότι ο Άγιος Γρηγόριος στη συνείδηση του Γένους κατέκτησε αμέσως με το τίμιο αίμα του θέση Αγίου.
Το 1871 μ.Χ. η Εκκλησία της Ελλάδος θεώρησε επιβεβλημένο να μετακομίσει το τίμιο λείψανό του από την Οδησσό στην απελεύθερη Αθήνα. Για τον σκοπό αυτό συστάθηκε Επιτροπή, στην οποία συμμετείχαν ο Αρχιεπίσκοπος Ζακύνθου Νικόλαος Β’ ο Κατραμής και Αρχιμανδρίτης Αβέρκιος Λ. Λαμπίρης, Α’ γραμματεύς της Ιεράς Συνόδου. Στην Οδησσό απεδόθησαν από τα μέλη της Επιτροπής και τους εκεί ομόδοξους τιμές Αγίου στο ιερό λείψανο του Αγίου Γρηγορίου.
Κατά την Πανυχίδα μάλιστα, που τελέσθηκε εκεί κατά την ημέρα της μνήμης του, «εξεφώνισεν απ’ άμβωνος, κατ’ επίμονον τών ομογενών απαίτησιν, λογύδριον ο Σεβασμιώτατος Αρχιεπίσκοπος Ζακύνθου». Το ιερό λείψανο έφθασε στην Αθήνα την 25η Απριλίου 1871 μ.Χ., όπου οι Αθηναίοι του επεφύλαξαν πάνδημη υποδοχή. Με κατάνυξη και αγαλλίαση εναπετέθη στον Καθεδρικό Ναό του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου, όπου φυλάσσεται μέχρι σήμερα σε περίβλεπτη λάρνακα.
Στις 10 Απριλίου 1921 μ.Χ. ανακηρύχθηκε Άγιος από την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος.
Στους εορτάζοντες και στις εορτάζουσες, χρόνια πολλά και ευάρεστα στο Θεό !!!
Απολυτίκιο:
Ήχος α’. Της ερήμου πολίτης.
Δημητσάνης τον γόνον βυζαντίου τον πρόεδρον, και της Εκκλησίας απάσης, γέρας θείον και καύχημα. Γρηγόριον τιμήσωμεν πιστοί, ως Μάρτυρα Χριστού πανευκλεή, ίνα λάβωμεν πταισμάτων τον ιλασμόν, παρά Θεού κραυγάζοντες. Δόξα τω δεδωκότι σου ισχύν, δόξα τω σε στεφανώσαντι, δόξα τω εν ευκλεία ουρανών, δοξασαντά σε Άγιε.

Τετάρτη 9 Απριλίου 2025

Μπορεί η μάχη με τον χρόνο να είναι άνιση αλλά η ελπίδα θα είναι για πάντα εκεί.

 

π. Σπυρίδων Σκουτής

Όσο μεγαλώνεις δυσκολεύουν τα πράγματα. . .

Κάθε μέρα είναι μία πραγματικότητα στην οποία καλείσαι να προσαρμοστείς. Το σώμα σου οφείλεις να αρχίζεις να το ακούς διότι θα σου λέει πλέον ότι δεν μπορεί να ανταποκριθεί.

Θα σου χτυπάει καμπανάκια τα οποία και θα είναι σφραγίδες και σημάδια του χρόνου και της φθοράς.

Πολλές φορές θα σε κυνηγάει το παρελθόν και ακόμα κι όταν περνάς όμορφα θα υπάρχει εκείνη η στιγμή που θα παγώνει το βλέμμα σου και ενοχικές σκέψεις του παρελθόντος θα σε πυροβολούν με ερωτήματα:

«Γιατί έκανα εκείνη την επιλογή;», «Γιατί δεν είπα όχι σε εκείνο το θέμα ή ναι σε κάποιο άλλο;».

Θα υπάρχουν στιγμές μέσα στην καθημερινότητα που θα σε πιάνει θλίψη. Μια θλίψη και ένα άγχος διαφορετικό.

Είναι οι στιγμές που είσαι πίσω από τις κλειστές πόρτες στα έγκατα της καρδιάς σου και βρίσκεσαι σε δίλλημα αν είσαι τελικά έτοιμος να τις ανοίξεις και να δεις τι έχει εκεί μέσα.

Πολλές φορές ακόμα και στην εξομολόγηση δεν έχεις ανοίξει αυτές τις πόρτες διότι φοβάσαι. Φοβάσαι όχι με αυτά που θα αντικρίσεις αλλά διστάζεις για το εάν είσαι έτοιμος να εγκαταλείψεις ή ακόμα και να παλέψεις με τους δαίμονές σου.

Πάντα θα υπάρχει η σκέψη του πονηρού να σε ζητάει σε αιώνιο γάμο και σε μια γωνιά ο Νυμφίος να σε κοιτά με βλέμμα υπομονής και αγάπης.

Κοιτάς πίσω τον χρόνο και στεναχωριέσαι, αλλά δυστυχώς δεν γυρνάει. Πάρε από το παρελθόν μαθήματα, κάνε τις αδυναμίες δυνάμεις ώστε το μέλλον να γίνει πιο φωτεινό.

Όσο μεγαλώνεις η καθημερινότητα είναι μια πάλη, ένας πόλεμος. Ένας αγώνας με τον παλαιό σου εαυτό. Μια μάχη να ξεχάσεις και να θεραπεύεις το παρελθόν σου. Σε όλη αυτή τη παραζάλη, ξέρεις ότι έχεις έναν Θεό ενσαρκωμένο, σταυρωμένο και αναστημένο.

Έναν Θεό που σε όλες αυτές τις αγωνίες και τα ερωτήματα σου λέει ότι σε αγαπά μέχρι εσχάτων. Ένας Θεός που δεν σε δικάζει, αλλά σε αγκαλιάζει για να σου θεραπεύσει τις πληγές.

Κοίτα όσο μεγαλώνεις να επιστρέφεις στην παιδική σου αθωότητα. Κάθε χρόνος είναι ένα βήμα κοντά στη μεγάλη συνάντηση. Σε αυτή που επιθυμείς αλλά στην ουσία φοβάσαι.

Δεν φοβάσαι τον Θεό αλλά τον εαυτό σου και αυτό σε τρελαίνει περισσότερο. Ευτυχώς που με την συγχώρεση και την εξομολόγηση όλα θεραπεύονται και αγιάζονται.

Ας τρέξουμε με μια κραυγή και έναν πόθο. Με μια παιδική χαρά και με μια ελπίδα αγκαλιά. Ο χρόνος προχωρά και θα μας προσπεράσει.

Εμείς όμως ας μείνουμε κοντά σε Εκείνον που νίκησε τον διάβολο και τον θάνατο. Είναι η μόνη μας ελπίδα, ό,τι μας έχει απομείνει . . .

Η Βουβή Εβδομάδα και η Παραβολή του Πλουσίου και του Λαζάρου: Μια Σιωπηλή Πρόσκληση σε Μετάνοια

 

Αγαπητοί Αναγνώστες, στην Ορθόδοξη Εκκλησία, η εβδομάδα πριν από τη Μεγάλη Εβδομάδα είναι γνωστή ως «Βουβή» Εβδομάδα.

Είναι η τελευταία εβδομάδα της Μεγάλης Τεσσαρακοστής και αποτελεί μια περίοδο ιδιαίτερης κατανύξεως, περισυλλογής και πνευματικής σιωπής. Η Εκκλησία αυτή την εβδομάδα δεν τελεί πλέον τους Χαιρετισμούς της Θεοτόκου, καθώς αυτοί ολοκληρώνονται την προηγούμενη Παρασκευή με τον Ακάθιστο Ύμνο. Οι Προηγιασμένες Θείες Λειτουργίες τελούνται κανονικά, όμως το πνεύμα της εβδομάδας είναι ιδιαίτερα κατανυκτικό και σιωπηλό, καθώς οδηγούμαστε στα γεγονότα της Μεγάλης Εβδομάδος, σταδιακά στο μυστήριο του Σταυρού και της Αναστάσεως δηλαδή.

   Το ιδιαίτερο θέμα που κινείται όλη η υμνολογία αυτής της εβδομάδος αντλείται και εμπνέεται από το ανάγνωσμα μιας κατεξοχήν δυνατής και συγκλονιστικής ευαγγελικής περικοπής: την Παραβολή του Πλουσίου και του Λαζάρου (Λουκ. 16, 19-31). Η Εκκλησία την προβάλλει προς το τέλος της νηστείας για να ταρακουνήσει τη συνείδησή μας, να μας αφυπνίσει και να μας προετοιμάσει ουσιαστικά για τη συνάντησή μας με τον Εσταυρωμένο και Αναστημένο Χριστό.

   Η Βουβή Εβδομάδα είναι «βουβή», όχι επειδή δεν υπάρχει προσευχή ή λατρεία, αλλά διότι καλούμαστε να σιωπήσουμε τα εξωτερικά και εσωτερικά μας πάθη. Να πάψουμε την πολυλογία, την αργολογία, την κατάκριση και τον θόρυβο της καθημερινότητάς μας. Είναι η σιωπή που προετοιμάζει την καρδιά να ακούσει τη φωνή του Θεού. Μέσα σε αυτή τη σιωπή ακούγεται πιο καθαρά η κραυγή του Λαζάρου. Ένας φτωχός, άρρωστος, περιφρονημένος άνθρωπος, που «επεθύμει χορτασθήναι από των ψιχίων των πιπτόντων από της τραπέζης του πλουσίου» (Λουκ. 16,21). Όμως δεν ακουγόταν, γιατί ο πλούσιος είχε βουλώσει τα αυτιά του με τον ήχο της πολυτέλειας και της φιληδονίας. Από την άλλη ποτέ ο Λάζαρος δεν βαρυγκώμησε με την κατάστασή του, ούτε ακόμη όταν τα σκυλιά του έγλυφαν τις πληγές και γι αυτό στο τέλος σώθηκε και βρισκόταν στην ασφαλή  αγκαλιά του Αβραάμ.

   Ο πλούσιος της παραβολής είναι ο άνθρωπος που δεν έμαθε να σταματά. Να κάνει παύση και να ακούσει. Ο Λάζαρος ήταν καθημερινά μπροστά του, όμως παρέμενε αόρατος. Ο πλούσιος, βυθισμένος στη φαντασίωση της αυτάρκειας, δεν σιώπησε ποτέ για να ακούσει τη φωνή της ανάγκης του αδελφού και να συνδράμει και να απαλύνει τον ανθρώπινο πόνο. Γι’ αυτό και στην αιωνιότητα, ο ρόλος αντιστρέφεται: ο πλούσιος γίνεται εκείνος που φωνάζει — «πάτερ Αβραάμ, ελέησόν με!» — όμως η φωνή του δεν εισακούεται πια. Είναι μια φωνή που έρχεται καθυστερημένα, μετά τον θάνατο, όταν η ζωή είχε ήδη τελειώσει και ως γνωστόν  «στον Άδη δεν υπάρχει μετάνοια…»!

Η Εκκλησία κατά τη Βουβή Εβδομάδα, γίνεται η φωνή του Λαζάρου, του ταπεινού, του πονεμένου, του αγνοημένου. Καλεί κάθε πιστό να δει τον «Λάζαρο» που υπάρχει γύρω του — στην οικογένεια, στην ενορία, στη γειτονιά του, ακόμα και μέσα στην ίδια του την ψυχή. Γιατί ο πνευματικός «Λάζαρος» μπορεί να είναι και η πληγωμένη μας συνείδηση, η πείνα για Θεό, η φτώχεια της καρδιάς μας. Η Εκκλησία δεν μας καλεί μόνο να θρηνήσουμε, αλλά να μετανοήσουμε. Μας καλεί να ανοίξουμε τα μάτια μας, να δούμε τον άλλο, να δούμε τον Χριστό στο πρόσωπο του κάθε πονεμένου.

   Επίσης μας καλεί να βγάλουμε και τον «πλούσιο» από μέσα μας! Γιατί μη νομίζει κανείς ότι μόνο η διαχείριση του πλούτου μας ταυτίζει μαζί του και άρα αν δεν διαθέτουμε δεν μας αφορά! Το φρόνημα του πλουσίου στην πολυτέλεια και στην προσκόλληση στις ηδονές αφορούν και τα απλά και καθημερινά πράγματα που πολλές φορές δεν το φανταζόμαστε! Κάποτε ένας μοναχός στο Άγιο Όρος ενώ ψυχορραγούσε ο θάνατος δεν ερχόταν! Τελικά αποδείχθηκε ότι είχε προσκολληθεί σε κάτι φασολάκια που είχε φυτέψει και η έννοια του ήταν όλη εκεί! Το ίδιο νόημα είχε και η σκηνή στο Σινά του Αγίου Παϊσίου που έσπασε το ξυπνητήρι! Δεν μας απομακρύνει μόνο ο πλούτος λοιπόν αλλά κάθε τι που βάζουμε στη θέση του Θεού στη ζωή μας ακόμη και αν είναι ευτελές.  

   Η Βουβή Εβδομάδα είναι η είσοδος στο μυστήριο του Σταυρού. Είναι η εβδομάδα όπου η Εκκλησία μας «κρατά την ανάσα της» πριν μπει στο Άγιο Πάθος. Μέσα από τη σιωπή, μέσα από τη μετάνοια, μέσα από την παραβολή του Πλουσίου και του Λαζάρου, καλούμαστε να κάνουμε μία επιλογή: να ζήσουμε με κλειστά μάτια και αυτιά, σαν τον πλούσιο, ή να ζήσουμε με καρδιά ταπεινή και ανοιχτή, σαν τον Λάζαρο.

   Αγαπητοί Αναγνώστες, ας προσευχηθούμε, λοιπόν, αυτή την εβδομάδα, όχι με λόγια πολλά, αλλά με καρδιά σιωπηλή και μετανοημένη. Για να μπορέσουμε, τη νύχτα της Αναστάσεως, να αναφωνήσουμε με καθαρή φωνή: Χριστός Ανέστη! – όχι σαν τύποι, αλλά σαν άνθρωποι που ξύπνησαν από τον λήθαργο του εγώ και του πλούτου αυτού του κόσμου.

π. Αντώνιος Χρήστου

Μπροστά στο θάνατο...

 


O ΑΓΙΟΣ ΕΥΨΥΧΙΟΣ



Τη μνήμη του που μαρτύρησε στην Καισαρεία τιμά σήμερα, , η Εκκλησία μας.
Ο Άγιος Ευψύχιος έζησε στα χρόνια του Ιουλιανού του Παραβάτη. Αν και νιόπαντρος, αυτό δεν τον εμπόδισε να δείξει έμπρακτα τη μεγάλη αγάπη του στο Χριστό. Στην Καισαρεία της Καππαδοκίας, ο Ιουλιανός είχε κτίσει ένα είδωλο της θεάς Τύχης, που προσκυνούσαν κάθε μέρα επιδεικτικά οι ειδωλολάτρες.
Ο Ευψύχιος, αφού πήρε μαζί του και μερικούς άλλους τολμηρούς νέους, πήγε και γκρέμισε το είδωλο. Όταν συνελήφθη, είπε στον αξιωματούχο ότι ο Ιουλιανός δεν έχει κανένα δικαίωμα να ενεργεί ειδωλολατρικά πράγματα στη χριστιανική Καισαρεία. Βέβαια, ο Ευψύχιος εκ των προτέρων γνώριζε ότι η απόφαση θα ήταν καταδικαστική.
Πράγματι, οι συνεργάτες του καταδικάστηκαν σε βασανισμούς και εξορία. Ενώ ο ίδιος, σαν αρχηγός της πράξης, καταδικάστηκε σε θάνατο με αποκεφαλισμό. Έτσι, ο Ευψύχιος κατατάχθηκε σ’ εκείνη τη μερίδα των ανθρώπων, για την οποία ο Κύριος είπε: «Ό άπολέσας την ψυχήν αυτού ένεκεν εμού εϋρήσει αυτήν» ( Ευαγγέλιο Ματθαίου, ι’ 39).
Εκείνος, δηλαδή, που θα χάσει τη ζωή του για την πίστη του σε ‘μένα, θα κερδίσει τη μακάρια και υψηλότερη ζωή.
Απολυτίκιο:
Ήχος γ’. Την ωραιότητα.
Ευψύχως ήνυσας, δρόμον τον ένθεον, και καταβέβληκας, εχθρόν τον δόλιον, την πανοπλίαν του Σταυρού, παμμάκαρ ενδεδυμένος όθεν συνηρίθμησαι, των Μαρτύρων ταίς τάξεσι, δόξαν αιωνίζουσαν, κεκτημένος Ευψύχιε. Αλλά μη διαλείπης πρεσβεύων, σώσαι ημάς τους σε τιμώντας.

Τρίτη 8 Απριλίου 2025

Ό,τι νιώθουμε για τον άλλον του το μεταδίδουμε. Είναι ένα μυστήριο!

 

Ξέρετε κάτι; είναι ένα μυστήριο!

Όσο εμείς είμαστε πικραμένοι και θυμωμένοι με τον άλλο, τότε μεταδίδουμε και του άλλου αυτήν την κατάστασή μας και γίνεται χειρότερη η κατάσταση η δαιμονική.

Εάν εμείς σβήσουμε τη φωτιά
της μνησικακίας και αγαπήσουμε τον αδερφό
και προσευχόμεθα για τον αδερφό
τότε νικά η Χάρις και σιγά-σιγά κερδίζουμε την ψυχή εκείνη και μαλακώνει και η ψυχή του άλλου.

Ωσάν να το καταλαβαίνει.

Ωσάν να γίνονται συγκοινωνούντα δοχεία
οι ψυχές μας και αφού εμείς έχουμε αγάπη, διοχετεύουμε αυτήν την αγάπη σιγά-σιγά
και στην άλλη ψυχή, την ψυχή που μας ταλαιπώρησε και έρχεται η ώρα που μαλακώνει και αναπαύεται και γίνεται κι εκείνη καλύτερη.

Εμείς να είμαστε «βουβοί» και «κουφοί» αυτήν την Εβδομάδα!

 

Λέγεται «βουβή» η «κουφή» η έκτη και τελευταία εβδομάδα της Σαρακοστής, η προ των Βαίων, όχι από πλευράς Λατρευτικής αφού όλες οι ακολουθίες τελούνται κανονικά αλλά από πλευράς πνευματικής.

Να μην μιλάμε και να μην ακούμε αυτές τις ημέρες που ετοιμαζόμαστε να εισέλθουμε εις τα Άγια των Αγίων της Μεγάλης Εβδομάδος των Παθών και της Αναστάσεως.

Νά ἡσυχάσουμε .Ἡ ἡσυχία θά δημιουργήσει τό πιό κατάλληλο κλῖμα, μέσα στό ὁποῖο θά βιώσουμε τό Πάσχα. Νά προσευχηθοῦμε περισσότερο, μέ ἐπιμονή, μέ ἔνταση, μέ εἰλικρίνεια καί μέ ἁπλότητα. Νά μιλήσουμε στό Θεό μας. Νά Τόν εὐχαριστήσουμε γιά ὅ,τι κάνει γιά μᾶς καί γιά ὅ,τι πρόκειται νά ὑποστεῖ γιά τό χατίρι μας. Νά Τόν εὐχαριστήσουμε ἀκόμη καί γιά τούς πειρασμούς καί τίς δυσκολίες πού περνᾶμε, διότι μέσα ἀπ’ αὐτές τίς συνθῆκες γινόμαστε καλύτεροι. Νά Τόν ἱκετέψουμε, νά μᾶς χαρίσει τόν ἑαυτό Του, πού εἶναι ὁ Παράδεισός μας.

Μήν ἀνησυχήσουμε, ὅλα τά ὑπόλοιπα τῆς ζωῆς καί τῆς καθημερινότητας θά μᾶς τά χαρίσει ἀπό μόνος Του, διότι Ἐκεῖνος ξέρει καλύτερα ἀπό ἐμᾶς τί μᾶς χρειάζεται. Τέλος νά κοινωνήσουμε, πρῶτα τό Σῶμα καί τό Αἷμα τοῦ Ἐσταυρωμένου Ἰησοῦ καί ἔπειτα μέ τά πρόσωπα τῶν ἀδελφῶν μας. Νά κοινωνήσουμε μέσα ἀπό τήν ἄδολη ἀγάπη, ἀπό τή φιλανθρωπία, ἀπό τή φιλαλληλία. Μόνο μέσα ἀπό τή διαδικασία τῆς κοινωνίας μέ τό Θεό καί τό συνάνθρωπο μποροῦμε νά συμπορευτοῦμε μαζί μέ τό Χριστό στήν ἀνηφόρα γιά τά ἀληθινά Ἱεροσόλυμα τῆς ὕπαρξής μας.

Όλοι χρωστάμε κάπου, ένα σ’ αγαπώ και μια συγγνώμη..

 

Να ανεβαίνουμε στην κορυφή, όχι για να μας δει ο κόσμος, αλλά για να δούμε τον κόσμο.

Όταν αγαπάμε, τα εμπόδια είναι λεπτομέρειες.

Πιο δύσκολο ποιό είναι; Να μην αισθανόμαστε ο,τι λέμε ή να μην λέμε ο,τι αισθανόμαστε;

Ο,τι είναι πολύτιμο στην ψυχή μας,ποτέ να μην το δώσουμε.

Μακάρι να ξέραμε τότε, ο,τι ξέρουμε τώρα.

Ο άνθρωπος συγχωρεί, ανάλογα με το πόσο αγαπά.

Τα μάτια που αγαπούν, τα ξεχωρίζουμε ανάμεσα σε χίλια μάτια.

Είναι τραγικό να συγκρίνουμε γονείς,συζύγους,παιδιά και αγαθά.

Ο διάβολος είναι δυνατός, αλλά ο Θεός μας Παντοδύναμος.

Όλοι χρωστάμε κάπου, ένα σ’αγαπώ και μια συγγνώμη.

ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΑΓΑΒΟΣ,ΡΟΥΦΟΣ,ΦΛΕΓΩΝ ΚΑΙ ΑΣΥΓΚΡΙΤΟΣ



Τη μνήμη των Αγ. Αγάβου, Ρούφου, Φλέγων και Ασύγκριτου από τους 70 Αποστόλους τιμά σήμερα, , η μας.
Από αυτούς τους ιερούς Αποστόλους, ο μεν Άγαβος ήταν εκείνος που αναφέρει ο ευαγγελιστής Λουκάς στις Πράξεις των Αποστόλων, ο όποιος αφού πήρε τη ζώνη του Αποστόλου Παύλου, του έδεσε τα χέρια και τα πόδια και προφήτευσε γι’ αυτόν αυτά:
«Τάδε λέγει το Πνεύμα το Άγιον. Τον άνδρα, ου εστίν ή ζώνη αυτή, ούτω δήσουσιν εις Ιερουσαλήμ οι Ιουδαίοι και παραδώσουσιν εις χείρας εθνών» (Πράξεις των Αποστόλων, κα’11). Πράγματι, έτσι και έγινε. Διότι όχι μόνο έδεσαν τον Παύλο οι Ιουδαίοι, αλλά και προσπάθησαν να τον σκοτώσουν. Ο Άγαβος, αφού κήρυξε το Ευαγγέλιο στο μέρος όπου ζούσε, αποδήμησε ειρηνικά στον Κύριο.
Τον δε Ρούφο αναφέρει ο Παύλος στην προς Ρωμαίους επιστολή: «Άσπάσασθε Ρούφον τον έκλεκτόν εν Κυρίω και την μητέρα αυτού και έμοϋ» (Προς Ρωμαίους, ιστ’ 13). Αυτός αργότερα έγινε επίσκοπος Θηβών στην Ελλάδα.
Οι δε Φλέγων (που έγινε Επίσκοπος Μαραθώνος) και Ασύγκριτος, αφού κήρυξαν το Ευαγγέλιο σε διάφορα μέρη του κόσμου, έφεραν πολλούς απίστους στην αληθινή πίστη. Τελικά βασανίστηκαν με διάφορους τρόπους από Ιουδαίους και Έλληνες, με αποτέλεσμα να πεθάνουν και οι δύο την ίδια μέρα. Έτσι, πήραν από τον Κύριο τα ουράνια αγαθά, που προορίζονται για τους αληθινούς εργάτες του Ευαγγελίου.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ:
Σε αρκετά συναξάρια, μαζί με τους παραπάνω αποστόλους εορτάζονται και οι Απόστολοι από τους Εβδομήκοντα Ερμής και Ηρωδίων.
Ο Απόστολος Ερμής έγινε Επίσκοπος Δαλματίας (τιμάται 5 Nοεμβρίου και 8 Mαρτίου) και κοιμήθηκε με ειρήνη.
Ο Απόστολος Ηρωδίων (τιμάται 10 Nοεμβρίου και 28 Mαρτίου) ανήκε στον κύκλο των Εβδομήκοντα Αποστόλων του Κυρίου. Ακολουθώντας τους Αγίους Αποστόλους βοηθούσε αυτούς στο κήρυγμα του Χριστού, προσφέροντας υπηρεσίες σε όλους και υποτασσόμενος ως μαθητής του Χριστού, που έλεγε ότι αυτός που θέλει να είναι πρώτος σε όλους, ας είναι υπηρέτης όλων και διάκονος αυτών. Στην συνέχεια χειροτονήθηκε από αυτούς Επίσκοπος της πόλεως των Νέων Πατρών και οδήγησε στην αλήθεια του Ευαγγελίου πολλούς Εθνικούς. Επειδή όμως οι Ιουδαίοι τον φθόνησαν, συναθροίστηκαν εναντίων του μαζί με τους ειδωλολάτρες, τον συνέλαβαν και τον βασάνισαν ανηλεώς. Του συνέτριψαν το στόμα με πέτρες και του κτύπησαν την κεφαλή πάνω σε ξύλα. Στην συνέχεια οι παράνομοι, ως άγριοι και αιμοβόροι κυνηγοί, τον κατάσφαξαν με μαχαίρι. Έτσι παρέδωσε την μακάρια ψυχή του στον Κύριο, για την αγάπη του Οποίου υπέστη μαρτυρικό θάνατο.
Απολυτίκιον
Ήχος γ’.

Απόστολοι άγιοι, πρεσβεύσατε τω ελεήμονι Θεώ ίνα πταισμάτων άφεσιν, παράσχη ταίς ψυχαίς ημών.

Δευτέρα 7 Απριλίου 2025

Γιατί;

«Τίς γάρ ἔγνω νοῦν Κυρίου ἤ τίς σύμβουλος αὐτοῦ ἐγένετο;» (Ρωμ. ια’ 34)

Ποιός γνώρισε τήν σκέψη καί τίς βουλές τοῦ Κυρίου; Ἤ ποιός ἔγινε σύμβουλός Του; Εἶναι κάποιες φορές στή ζωή μας πού τά λόγια σταματοῦν καί ἀρχίζει νά μιλᾶ ἡ καρδιά…

Ἡ ἱστορία κάθε ἀνθρώπου, κάθε ἔθνους, ἔχει διάφορες φάσεις, εὐχάριστες, ὡραῖες, ἀλλά καί δυσάρεστες, ἄσχημες, τρομερές.

Ἀναπολῶντας τες, ἐνδεχομένως νά θέλαμε κάποιες νά μήν ὑπῆρχαν, κι ἄν μπορούσαμε θά τίς τροποποιούσαμε. Ὅμως δέν εἶναι στό χέρι μας.

Μέσα στήν ὀρθόδοξη πίστη μας, ζοῦμε ὡς πραγματικότητα πώς ὅλα τά γεγονότα τῆς ζωῆς μας, ἀκόμα καί τά πιό ἀπρόσμενα καί δυσάρεστα, συμβάλλουν στήν πνευματική μας ὡριμότητα καί τελείωση.

Ὅλα συμβαίνουν γιά νά μᾶς ὁδηγήσουν στόν Θεό.

Δέν μποροῦμε νά ἐξηγήσουμε μέ τή δική μας, στενή λογική καί μικρή ὁρατότητα τά δεινά καί τά φοβερά αὐτῆς τῆς ζωῆς (θανάτους νέων ἀνθρώπων, φυσικές καταστροφές), διότι δέν μποροῦμε νά γνωρίζουμε τό σχέδιο τοῦ Θεοῦ γιά τή σωτηρία τοῦ κάθε παιδιοῦ Του, γιά τό ὁποῖο σταυρώθηκε καί μέ τή θυσία Του, τοῦ ἐξασφάλισε τή σωτηρία.

Λέχθηκε πώς ἡ ζωή μας μοιάζει μέ κέντημα πού οἱ ἀνακατεμένες κλωστές του ἀπό κάτω ἑτοιμάζουν τό ὡραῖο σχέδιο ἀπό πάνω.

Τώρα, δηλαδή στήν παροῦσα ζωή, δέν μποροῦμε νά ἐξηγήσουμε τά διάφορα συμβαίνοντα, πού μοιάζουν πιό πολύ μέ «ἀνακατεμένες κλωστές», χωρίς λογική καί ἐξήγηση.

Στό τέλος, ὅμως, θά φανεῖ πώς «τίποτα δέν εἶναι τυχαῖο» πώς ὅλα ἔχουν ἕναν καί μοναδικό σκοπό, τή σωτηρία μας καί τήν ἐξασφάλιση τῆς αἰώνιας ζωῆς.

Ἀλήθεια, δέν εἴμαστε πεταμένοι σ’ ἕνα ἀχανές σύμπαν, μόνοι κι ἀβοήθητοι.

Ἔχουμε ἕναν Θεό – Πατέρα, πού νοιάζεται γιά μᾶς, πού μᾶς ἀγαπᾶ καί μᾶς φροντίζει, ὄχι κατευθύνοντας τή ζωή μας, ἀλλά συμπορευόμενος μαζί μας.

Ἡ ἐμπειρία αὐτή γίνεται προσωπική μέσα στήν Ἐκκλησία μας, στό σημεῖο πού βιώσαμε τήν παρουσία Του, πού νιώσαμε τήν ἀγάπη Του, πού εἴδαμε τήν ἀθόρυβη ἐπέμβασή Του.

Τί νά πεῖς γιά τή σιωπή Του στήν κραυγή τοῦ ἀνθρώπου;

Πῶς νά ἐξηγήσεις τίς σκανδαλώδεις εὐεργεσίες Του σέ κάποιους καί τή φαινομενική ἀδιαφορία Του σέ ἄλλους; «Τίς ἔγνω νοῦν Κυρίου;». Ποιός μπορεῖ νά γίνει σύμβουλος ἤ δικηγόρος Του;

Ἔτσι, κοιτάζοντας τό πρίν τῆς ζωῆς μας (μεγάλο ἤ μικρό) ἤ καί τό τώρα, μέ αὐτά πού συμβαίνουν γύρω μας, μποροῦμε νά βεβαιώσουμε τίς στιγμές τῆς ζωντανῆς παρουσίας Του, ὅπως καί τίς σκληρές στιγμές τῆς σιωπῆς Του.

Μποροῦμε νά διακρίνουμε τήν ὀμορφιά τῆς ἐπίσκεψης τῆς Χάριτος τοῦ Θεοῦ, ὅπως καί τή δυσκολία τῆς ἀπουσίας της.

Ὅλα αὐτά μπορεῖ καί νά μᾶς ἐπηρεάσουν θετικά, νά μᾶς βοηθήσουν νά ἀρχίσουμε μία νέα ζωή παραδομένοι στήν ἀγάπη καί στήν πρόνοια τοῦ Θεοῦ Πατέρα, μέ ἀγώνα νά ἀλλάζουμε ζωή.

Αὐτό, δηλαδή, πού ἡ Ἐκκλησία ὀνομάζει μετάνοια, δυναμική πορεία πρός τά ἐμπρός, πρός τήν αἰώνια μέρα, πού ὅλα ἀνακαινίζονται κι ὀμορφαίνουν, μέσα στό φῶς τοῦ Χριστοῦ.

Η χριστιανική αγάπη και η αγαπολογία των ημερών μας

 

Του Πρωτοπρ. Σωτηρίου Αθανασούλια

Μιά ματιά στή σύγχρονη πραγματικότητα

Στίς μέρες μας γίνεται πολύς λόγος περί ἀγάπης, πολύ περισσότερο ἴσως ἀπό κάθε ἄλλη ἐποχή. Ὅλοι σχεδόν μιλοῦν γιά ἀγάπη. Ὡστόσο, ἡ ἔντονη ἀγαπολογία τῶν ἡμερῶν μας, οὔτε μέ τήν αὐθεντική ἀγάπη ἔχει κάποια σχέση, ὅπως θά δοῦμε, οὔτε μέ τά δεδομένα τῆς πραγματικότητας συνάδει. Γιά τήν ἀκρίβεια, ἡ ἐποχή μας χαρακτηρίζεται ἀπό παντελῆ σχεδόν ἔλλειψη αὐτῆς τῆς ἀρετῆς. Τό βεβαιώνουν οἱ συνεχιζόμενοι μέ ἀμείωτη ἔνταση πόλεμοι, ἡ συστηματική ἐκμετάλλευση καί ἐξαθλίωση τῶν λαῶν, ἡ μαζοποίηση τῶν κοινωνιῶν, ἡ ἔξαρση τῶν κοινωνικῶν προβλημάτων, ἡ ψυχρότητα τῶν ἀνθρωπίνων σχέσεων, ἡ ἀπομόνωση τῶν ἀνθρώπων, ἡ ἀδιαφορία γιά τόν πλησίον καί πολλά ἄλλα. Ποιοῖ, ὅμως, ὁμιλοῦν σήμερα περί ἀγάπης καί μέ ποιόν τρόπο;

Ὁπωσδήποτε, ὁμιλεῖ ἡ Ἐκκλησία, ἡ ὁποία, ὅπως πάντα, ἐπιχειρεῖ νά μεταφέρει τό μήνυμα τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ στόν σύγχρονο κόσμο. Ὁ Κύριος μίλησε γιά τήν «καινή (νέα) ἐντολή», πού ἔδωσε στόν κόσμο, τήν ἐντολή τῆς ἀγάπης (τό «ἀγαπᾶτε ἀλλήλους», Ἰω. 13,34). Σέ ἄλλη περίπτωση, ὅταν τόν ρώτησαν γιά τή μεγαλύτερη ἐντολή, εἷπε ὅτι πρώτη καί μεγάλη ἐντολή εἶναι τό νά ἀγαπήσεις τόν Θεό μέ ὅλη σου τήν ὕπαρξη. Καί δεύτερη, ὅμοια μέ τήν πρώτη, εἶναι τό νά ἀγαπήσεις τόν πλησίον σου, ὅπως τόν ἑαυτό σου. Ἀπό αὐτές τίς δύο ἐντολές ἐξαρτῶνται «ὅλος ὁ Νόμος καί οἱ Προφῆται» (Ματθ. 22, 35-40), δηλ. ὅλες οἱ ἄλλες ἐντολές ἤ ἀρετές. Σέ ὁλόκληρη τήν Καινή Διαθήκη καί σέ ἄλλα ἱερά κείμενα τῆς Ἐκκλησίας συνεχῶς προβάλλεται ἡ ἀγάπη, ὡς κορυφαία χριστιανική ἀρετή.

Ὅμως, τό μήνυμα τῆς Ἐκκλησίας, στήν αὐθεντικότητά του τουλάχιστον, ἐλάχιστη ἀπήχηση φαίνεται νά ἔχει στήν τρέχουσα καθημερινότητα. Στίς περισσότερες περιπτώσεις, συγχέεται καί διαστρέφεται. Ἡ πλειονότητα τῶν ἀνθρώπων, ὅταν ὁμιλεῖ περί ἀγάπης, ἐννοεῖ σχεδόν ἀποκλειστικά τίς σεξουαλικές σχέσεις, σέ ὅλες μάλιστα τίς μορφές τους, ἤ τουλάχιστον ἐννοεῖ τίς ἐρωτικές σχέσεις. Πολλοί πιστεύουν ὅτι ὁ περί ἀγάπης λόγος τοῦ Χριστοῦ, συμπεριλαμβάνει ὅλες αὐτές τίς περιπτώσεις! Ὅταν ἡ Ἐκκλησία προβάλλει τήν πάγια θέση της, ὅτι ἡ πορνεία, ἡ μοιχεία, ἡ ὁμοφυλοφιλία κ.λπ. ἀποτελοῦν μεγάλα ἁμαρτήματα, κατηγορεῖται γιά «ἔλλειψη ἀγάπης»(!), γιά σκοταδισμό, γιά ἀναλγησία κ.ἄ. Ἔτσι, κατά τήν τρέχουσα ἀντίληψη, οἱ λεγόμενες «ἐλεύθερες σχέσεις» ἀποτελοῦν πράξη ἀγάπης, ἡ πορνεία ἀποτελεῖ πράξη ἀγάπης, ἡ μοιχεία ἀποτελεῖ ἐκδήλωση ἀγάπης, ἡ ἐγκατάλειψη τῆς οἰκογένειας γιά ἕνα τρίτο πρόσωπο ἀποτελεῖ ἐκδήλωση ἀγάπης πρός αὐτό, ἡ ὁμοφυλοφιλία ἀποτελεῖ πράξη ἀγάπης, οἱ παράλληλες σχέσεις ἐντός τοῦ Γάμου μέ τή γνώση καί μέ τήν ἀνοχή τῶν συζύγων (συμβαίνουν, δυστυχῶς, καί αὐτά!) συνιστοῦν «ὑπερεκχύλιση» ἀγάπης, ἡ πολυγαμία συνιστᾶ ἐπίσης «ἔξαρση» ἀγάπης, πού διαμοιράζεται σέ πολλά πρόσωπα κ.ο.κ. 

Στίς σύγχρονες αἱρέσεις (προφανῶς καί στίς παλαιότερες) παρατηρεῖται τό γνωστό φαινόμενο τοῦ «βομβαρδισμοῦ ἀγάπης» στή διαδικασία προσέγγισης καί προσηλυτισμοῦ νέων μελῶν. Ἐδῶ ἀνακάλυψες τήν ἰδανική κοινωνία, ἐδῶ ὅλοι σέ ἀγαποῦν, ὅλοι εἶναι πρόθυμοι νά σέ ἀγκαλιάσουν καί νά σέ στηρίξουν, ἐδῶ θά βρεῖς τήν ἀληθινή ζεστασιά, στοργή καί καλοσύνη, ἐπαγγέλονται οἱ νέες αὐτές ὀργανώσεις. Μέ διάφορους τρόπους (κολακεῖες, ἐναγκαλισμούς, ἀγγίγματα, τραγούδια, παιχνίδια κ.ἄ.), ἐπιχειροῦν νά δημιουργήσουν τήν ψευδαίσθηση οἰκείου καί φιλικοῦ περιβάλλοντος. Ὡστόσο, ὁ «βομβαρδισμός ἀγάπης» ἀποτελεῖ «μορφή χειραγώγησης», πού ὁδηγεῖ σέ ψυχολογική ἐξάρτηση, ὅπως μᾶς διαβεβαιώνουν οἱ ψυχολόγοι. Μέσω αὐτοῦ ἐνισχύεται ἡ ἀνάγκη τοῦ προσηλύτου νά παραδοθεῖ ὁλοκληρωτικά στήν ὁμάδα. Καί ὅταν συμβεῖ αὐτό, τά πράγματα ἀντιστρέφονται καί ἡ «ἀγάπη» μετατρέπεται σέ ψυχολογική τρομοκρατία καί ἐξαναγκασμό γιά πλήρη ὑποταγή!

Οἱ ἀρχαιολατρικές ὁμάδες, εἰδικότερα, ὅσες ἀπεργάζονται τήν κατάργηση τοῦ Χριστιανισμοῦ καί τήν ἐπιστροφή στήν «πατρῶα» πολυθεϊστική καί εἰδωλολατρική θρησκεία, προβάλλουν τούς ἀνυπόστατους ἰσχυρισμούς ὅτι ὁ Χριστιανισμός κατέστρεψε τόν ἰδανικό κόσμο τῆς ζωῆς, τοῦ φωτός καί τοῦ ἔρωτα, πού δῆθεν ὑπῆρχε στήν ἀρχαία Ἑλλάδα, ἐπέβαλε τή στέρηση καί τό σκοτάδι, μετέβαλε κάθε ἀξία σέ ἀπαξία, ἀποτελεῖ μεγάλη κατάρα καί διαστροφή, ἐπέβαλε τή σεξουαλική καταπίεση, εἶναι θρησκεία ἀνέραστων σκοταδιστῶν κ.ἄ.

Σέ περιβάλλοντα ἔξω ἀπό τόν παραδοσιακό Ὀρθόδοξο χῶρο, ὅπως γιά παράδειγμα στόν λεγόμενο Δυτικό πολιτισμό, συναντᾶμε μιά ἐπίφαση ἀγάπης, ἕνα προσωπεῖο εὐγένειας καί καλοσύνης, πού ἐνυπωσιάζει. Συναναστρεφόμενος ὁ Ὀρθοδοξος μέ Εὐρωπαίους ἤ Ἀμερικανούς, σχηματίζει πολλές φορές τήν ἐντύπωση ὅτι ξεπερνοῦν στήν ἀρετή αὐτή τούς μεγάλους Πατέρες ἤ τούς μεγάλους Ἀσκητές τῆς Ἐκκλησίας! Ὅμως, τά ἔργα τους ἔρχονται σέ πλήρη ἀντίθεση μέ τούς λόγους τους καί μέ τή συμπεριφορά τους. Πίσω ἀπό τό προσωπεῖο τῶν καλῶν τρόπων καί τῆς ἐπιτηδευμένης συμπεριφορᾶς ἀκμάζουν ἡ ψυχρότητα, ἡ ἰδιοτέλεια καί ἡ ἀδιαφορία.


Μορφές καί βαθμίδες ἀγάπης

Ὅσοι ταυτίζουν ὅλες τίς παραπάνω περιπτώσεις μέ τή χριστιανική ἀγάπη, ἀγνοοῦν τό ἁπλό δεδομένο, ὅτι ὑπάρχουν πολλές μορφές καί πολλές βαθμίδες ἀγάπης. «Πολλαχῶς ἡ ἀγάπη νοεῖται» (Κλήμης Ἀλεξανδρεύς), δηλ. ἡ ἀγάπη ἐκλαμβάνεται μέ πολλούς καί διάφορους τρόπους! Ὑπό τό ὄνομά της στεγάζονται ἐντελῶς διαφορετικές περιπτώσεις. Ἔτσι, οὔτε ὅλες οἱ μορφές ἀγάπης ἔχουν τήν ἴδια ἀξία, οὔτε ὅλες ἀποτελοῦν ἀρετές. Ὑπάρχουν βαθμίδες, δηλ. ἀνώτερες καί κατώτερες μορφές ἀγάπης καί καμμία ἀπ’ ὅσες εἴδαμε δέν ταυτίζεται μέ τή χριστιανική ἀγάπη, μέ τήν ἀγάπη, ὅπως τή δίδαξε καί τή θέλει ὁ Χριστός.

Γιά παράδειγμα, ἡ ἀποκλειστική ἀγάπη πρός τόν ἑαυτό μας («φιλαυτία»), οὔτε ἀρέτη εἶναι, οὔτε ταυτίζεται μέ τή χριστιανική ἀγάπη. Ἀντίθετα, οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας τήν ἐντάσσουν στούς «γίγαντες τῶν παθῶν».

Ἡ ἀγάπη πρός τά χρήματα («φιλαργυρία»), πρός τίς κάθε εἴδους ἀπολαύσεις («φιληδονία») καί πρός τή δόξα («φιλοδοξία»), ἀποτελεῖ ἐπίσης γιγαντιαῖο πάθος καί οὔτε ἀρέτη εἶναι, οὔτε ταυτίζεται μέ τή χριστιανική ἀγάπη.

Ἡ ἀγάπη πρός τό κακό καί τήν ἁμαρτία, οὔτε ἀρέτη εἶναι, οὔτε ταυτίζεται μέ τή χριστιανική ἀγάπη.

Ἡ ἀγάπη πού διατηρεῖ ἑνωμένη μιά ὁμάδα ληστῶν, γιά τήν ἐπίτευξη τοῦ κοινοῦ στόχου τῆς ληστείας, οὔτε ἀρέτη εἶναι, οὔτε ταυτίζεται μέ τή χριστιανική ἀγάπη. Τό ἴδιο ἰσχύει γιά κάθε ἄλλη μορφή ἀγάπης, πού ὑπαγορεύεται ἀπό τό κοινό συμφέρον.

Ἡ ἀγάπη μεταξύ φίλων εἶναι μέν ἀρετή, ἀλλά δέν ταυτίζεται μέ τή χριστιανική ἀγάπη. Τό ἴδιο ἰσχύει καί γιά τήν ἀγάπη μεταξύ συζύγων ἐντός τοῦ Γάμου. Ὁ ἀνθρώπινος ἔρωτας ἐπίσης, δέν ταυτίζεται μέ τή χριστιανική ἀγάπη (στό θέμα αὐτό ἔχουμε ἀναφερθεῖ εἰδικότερα σέ ἄλλη περίπτωση: τεῦχ. 72 τοῦ ἐντύπου μας). Ἡ ἀγάπη μεταξύ γονέων καί τέκνων εἶναι μιά φυσική κατάσταση, ἀλλά δέν ταυτίζεται μέ τή χριστιανική ἀγάπη.

Ἡ φιλανθρωπία καί ἡ ἐπίδοση σέ «καλά ἔργα» ἤ αὐτό πού σήμερα ἀποκαλεῖται «ἀκτιβισμός» (ἐθελοντισμός, ἀτομικές ἤ συλλογικές δράσεις γιά τά ἀνθρώπινα δικαιώματα, γιά τή βελτίωση τῶν συνθηκῶν τῆς ζωῆς, γιά τήν προστασία τοῦ περιβάλλοντος κ.ἄ.) εἶναι συνήθως ἀρετές, ἀλλά δέν ταυτίζονται μέ τή χριστιανική ἀγάπη. Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ὑπονοεῖ σαφῶς ὅτι, ὑπάρχει περίπτωση νά προσφέρει κάποιος ὅλα τά ὑπάρχοντά του ἤ ἀκόμη νά παραδώσει τό σῶμα του στή φωτιά (νά θυσιάσει τόν ἑαυτό του!) ὑπέρ τῶν συνανθρώπων, χωρίς νά ἔχει ἀγάπη: «ἐάν ψωμίσω πάντα τά ὑπάρχοντά μου, καί ἐάν παραδῶ τό σῶμά μου ἵνα καυθήσωμαι, ἀγάπην δέ μή ἔχω, οὐδέν ὠφελοῦμαι» (Α΄ Κορ. 13,3)!

Ποιά εἶναι, ὅμως, ἡ χριστιανική ἀγάπη καί ποιά τά χαρακτηριστικά της; Τό θέμα, βέβαια, εἶναι τόσο μεγάλο, πού μόνο κάποιες πλευρές του μποροῦμε ἐδῶ νά θίξουμε. Ἀπό τούς λόγους τοῦ Κυρίου στά Εὐαγγέλια προκύπτει ὅτι, ἡ γνήσια ἀγάπη, ἡ χριστιανική, περιλαμβάνει τούς πάντες καί τά πάντα, ἀκόμη καί τούς ἐχθρούς μας. Τό στοιχεῖο αὐτό εἰδικότερα, ἡ ἀγάπη πρός τούς ἐχθρούς, δέν συναντᾶται σέ καμμία ἄλλη μορφή ἀγάπης. Ὡστόσο, δέν εἶναι τό μόνο στοιχεῖο αὐθεντικότητας. Ὁ ἀπ. Παῦλος μᾶς διαβεβαιώνει ὅτι ἡ γνήσια ἀγάπη «οὐ ζητεῖ τά ἑαυτῆς» (Α΄ Κορ. 13,5), δηλ. δέν ζητᾶ ἀνταπόδοση καί δέν ἀναμένει ἀνταπόκριση. Ἀντίθετα, ὅπως διαπιστώνουμε στήν πράξη, πολλές φορές ἡ «ἀνταπόδοση» τῆς ἀγάπης εἶναι ἡ ἀχαριστία καί ἡ ἐχθρότητα ἐκ μέρους τῶν εὐεργετημένων. 

Ἕνα ἀπό τά λαμπρότερα κείμενα τῆς Πατερικῆς Παράδοσης εἶναι τό ἐκτενές ἔργο τοῦ ἁγίου Μαξίμου τοῦ Ὁμολογητοῦ (580-662 μ.Χ.) μέ τίτλο «Κεφάλαια περί ἀγάπης». Ἐκεῖ ὁ Ἅγιος διαπραγματεύεται ἀναλυτικά τό ζήτημα τῆς αὐθεντικῆς ἀγάπης. Ἀπό τήν ἀρχή σχεδόν τοῦ ἔργου διευκρινίζονται τά ἑξῆς: α) Δέν μπορεῖ νά ἔχει κάποιος ἀγάπη πρός τόν συνάνθρωπο καί πρός τόν κόσμο, ἄν δέν ἔχει πρῶτα ἀποκτήσει τήν ἀγάπη πρός τόν Θεό. β) Ἡ ἀπόκτηση τῆς ἀγάπης πρός τόν Θεό ἐμποδίζεται ἀπό τήν παρουσία τῶν παθῶν ἐντός τῆς ψυχῆς καί τοῦ σώματος τοῦ ἀνθρώπου. γ) Ἡ θεραπεία τῶν παθῶν εἶναι ἀπαραίτητη προϋπόθεση γιά τήν ἀπόκτηση τῆς ἀγάπη πρός τόν Θεό καί τῆς ἀγάπης πρός τόν ἄνθρωπο καί τόν κόσμο. Στό μεγαλύτερο μέρος τοῦ ἔργου ὁ ἅγιος Μάξιμος ἀσχολεῖται μέ τή διαδικασία τῆς θεραπείας τῶν παθῶν, δηλαδή ἐκθέτει τή θεραπευτική μέθοδο τῆς Ἐκκλησίας, μέ σκοπό τήν ἀπόκτηση τῆς αὐθεντικῆς ἀγάπης.

Προπτωτική καί πτωτική μορφή τῆς ἀγάπης

Σύμφωνα μέ τά παραπάνω, ὅλες οἱ γνωστές μορφές ἀγάπης, πού συναντᾶμε στόν κόσμο, ἀποτελοῦν ἔκπτωση ἀπό τή γνήσια καί αὐθεντική μορφή αὐτῆς τῆς ἀρετῆς ἤ εἶναι ὑποκατάστατα τῆς χριστιανικῆς ἀγάπης. Ὡστόσο, ἡ ὕπαρξή τους μᾶς διαβεβαιώνει ὅτι, ἡ ἀγάπη, ἀκόμη καί στίς κατώτατες μορφές της, εἶναι καθολικό φαινόμενο στήν ἀνθρωπότητα καί φυσική κατάσταση ἤ ἰδιότητα τοῦ ἀνθρώπου. Ὅλοι τήν ἀναζητοῦν, ὅλοι ἔχουν ἀνάγκη νά ἀγαποῦν κάτι καί ὅλοι ἐπιδιώκουν νά ἀγαπῶνται.

Πῶς, ὅμως, συμβαίνει ἡ ἔκπτωση ἀπό τήν αὐθεντική ἀγάπη; Γιά νά κατανοηθεῖ αὐτό, ἀπαιτοῦνται οἱ ἑξῆς θεολογικές καί ἀνθρωπολογικές προϋποθέσεις.

«Ὁ Θεός ἀγάπη ἐστί», κατά τήν Ἁγία Γραφή (Α΄ Ἰω. 4,16). Ὁ Θεός εἶναι ἀγάπη! Καί ὁ ἄνθρωπος, ἀφοῦ εἶναι δημιούργημα τοῦ Θεοῦ καί ἀφοῦ ἔχει δημιουργηθεῖ «κατ’ εἰκόνα» Θεοῦ (Γεν. 1,27), εἶναι κι αὐτός ἀγάπη. Εἶναι μικρογραφία ἤ ἀπεικόνισμα τῆς ἀγάπης τοῦ Θεοῦ. Πράγματι, οἱ Πατέρες τῆς Ἐκκλησίας διδάσκουν ὅτι ὁ ἄνθρωπος ἔχει ἀπό τήν κατασκευή του μιά φυσική δύναμη, τόσο χαρακτηριστική, ὥστε ταυτίζεται σχεδόν μέ τήν οὐσία του. Ἄλλοι τήν ὀνομάζουν «ἀγάπη», ἄλλοι «ἔρωτα», ἄλλοι «ἔφεση», ἄλλοι «βούληση», ἄλλοι «θέληση» κ.ἄ., ἐννοῶντας περίπου τό ἴδιο πράγμα. Εἶναι χαρακτηριστικό, ὅτι καί οἱ ἀρχαῖοι Ἕλληνες σοφοί εἶχαν ἀνακαλύψει τήν ὕπαρξη αὐτῆς τῆς δύναμης ἐντός τοῦ ἀνθρώπου (βλ., γιά παράδειγμα, τήν περί ἔρωτος θεωρία τοῦ Πλάτωνα). 

Ὡστόσο, αὐτή ἡ δύναμη διαφορετικά λειτουργοῦσε στήν αὐθεντική – προπτωτική κατάσταση τοῦ ἀνθρωπου, δηλ. ὅσο ὁ ἄνθρωπος ζοῦσε στόν Παράδεισο, καί διαφορετικά λειτουργεῖ μετά τήν ἀνθρώπινη πτώση. Πῶς γνωρίζουμε, ὅμως, τί συνέβαινε στήν προπτωτική κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου; Τό γνωρίζουμε, βέβαια, ἀπό τίς ἀποκαλύψεις τοῦ ἴδιου τοῦ Θεοῦ, ὅπως καταγράφονται στήν Ἁγία Γραφή καί σέ ἄλλα ἱερά κείμενα, ἀλλά τό γνωρίζουμε πολύ περισσότερο ἀπό τήν προσωπική ἐμπειρία τῶν Ἁγίων. Οἱ Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας, διαχρονικά καί μέχρι σήμερα, φτάνουν στήν προπτωτική κατάσταση τῶν Πρωτοπλάστων (ἄρα τήν γνωρίζουν πολύ καλά), ἀλλά καί ξεπερνοῦν τήν κατάσταση τῶν Πρωτοπλάστων (ἔχουν ἐνεργοποιήσει τό «καθ’ ὁμοίωσιν»).

Στήν προπτωτική, λοιπόν, κατάσταση τοῦ ἀνθρώπου ὅλη δύναμη τῆς ἀγάπης ἦταν στραμμένη πρός τόν Θεό. Ὁ Θεός ἦταν τό πρῶτο καί κατ’ ἐξοχήν «ἀγαπώμενον», «ἐρώμενον», «ἐφετόν», «βούλημα», «θέλημα» κ.λπ. Στήν κατάσταση αὐτή, ἀφοῦ ὁ ἄνθρωπος ἀγαπᾶ πρῶτα τόν Θεό, ἀγαπᾶ στή συνέχεια διά τοῦ Θεοῦ ὅλα τά δημιουργήματά Του, πρόσωπα καί πράγματα, χωρίς καμμία διάκριση, ἀπαθῶς καί ἀνιδιοτελῶς. Κατά τούς Πατέρες, ἡ οὐσία τῆς ἀνθρώπινης πτώσης ἔγκειται στό γεγονός ὅτι ἡ ἐντός τοῦ ἀνθρώπου δύναμη τῆς ἀγάπης δέν ἐξέλειψε μέ τήν πτώση τῶν Πρωτοπλάστων, ἀλλά ἐξετράπη, δηλ. ἄλλαξε κατεύθυνση καί προορισμό: ἀντί νά εἶναι στραμμένη πρός τόν Θεό, στρέφεται πλέον πρός τόν ἴδιο τόν ἄνθρωπο. Ἔτσι, ὁ πτωτικός ἤ μεταπτωτικός ἄνθρωπος ἀγαπᾶ πρῶτα καί κατ’ ἐξοχήν τόν ἑαυτό του, καί διά τοῦ ἑαυτοῦ του ἀγαπᾶ ὅσα τόν περιβάλλουν, πρόσωπα ἤ πράγματα, ἀκόμη καί τόν Θεό! Τί σημαίνει, ὅμως, αὐτό; Σημαίνει ὅτι, δέν ἀγαπᾶ πλέον ὅλα τά δημιουργήματα ἀδιακρίτως, οὔτε ἀπαθῶς, οὔτε ἀνιδιοτελῶς, ὅπως πρῶτα, ἀλλά διακρίνει μεταξύ «φίλων» καί «ἐχθρῶν», «καλῶν» καί «κακῶν» πραγμάτων: ὅσους ἀπό τά πρόσωπα πού τόν περιβάλλουν τόν ἱκανοποιοῦν, τούς θεωρεῖ «φίλους», καί ὅσους δέν τόν ἱκανοποιοῦν ἤ τόν ἐνοχλοῦν, τούς θεωρεῖ «ἐχθρούς»· ὅσα πράγματα τοῦ προκαλοῦν εὐχαρίστηση, τά ἀποκαλεῖ «καλά», καί ὅσα δέν τοῦ προκαλοῦν ἡδονή ἤ τόν βλάπτουν, τά ἀποκαλεῖ «κακά». Νά γιατί ὁ Κύριος ἐπέμενε ὅτι, ἡ γνήσια ἀγάπη ἀπευθύνεται καί στούς ἐχθρούς: «ἀγαπᾶτε τούς ἐχθρούς ὑμῶν» (Ματθ. 5,44 κ.ἄ.)!

Ἔτσι ὁ ἄνθρωπος συνδέεται μέ τό περιβάλλον, ἀποκλειστικά σχεδόν, μέ ἐμπαθεῖς σχέσεις. Αὐτή εἶναι περίπου ἡ διαδικασία, μέ τήν ὁποία γεννῶνται τά πάθη, κατά τήν Ὀρθόδοξη Παράδοση. Ὁ ἄνθρωπος στήν κατάσταση αὐτή ἐμπαθῶς ἀγαπᾶ ὅσους καί ὅσα ἀγαπᾶ, καί ἐμπαθῶς μισεῖ ὅσους καί ὅσα μισεῖ. Ἡ ἀγάπη σ’ αὐτή τήν περίπτωση δέν εἶναι αὐθεντική κατάσταση, ἀλλά ἀρρωστημένη, ἀφοῦ τήν χαρακτηρίζουν τά στοιχεῖα τῆς ἰδιοτέλειας καί τοῦ συμφέροντος. Ὅλοι πλέον εἴμαστε φορεῖς αὐτῆς τῆς ἀρρωστημένης ἀγάπης. Ὅλοι, ἄν ἐρευνήσουμε βαθύτερα τόν ἑαυτό μας, θά διαπιστώσουμε ὅτι ἀγαπᾶμε ἰδιοτελῶς καί συμφεροντολογικῶς, δηλ. ἐμπαθῶς. Ἡ ἀγάπη μας ζητεῖ ἄμεσα ἀνταπόδοση καί ἀνταπόκριση, δηλ. «ζητεῖ τά ἑαυτῆς», κατά τόν ἀπόστολο Παῦλο.

Γιά νά κατανοήσουμε καλύτερα τά παραπάνω, ἀς ἔχουμε ὑπ’ ὄψιν τόν ὁρισμό, πού δίνει ὁ ἅγιος Μάξιμος ὁ Ὁμολογητής στό πάθος. Ἀναφέρει χαρακτηριστικά: «Πάθος ἐστί κίνησις ψυχῆς παρά φύσιν, ἤ ἐπί φιλίαν ἄλογον, ἤ ἐπί μῖσος ἄκριτον, ἤ τινος, ἤ διά τι τῶν αἰσθητῶν» (πάθος εἶναι ἡ παρά φύση κίνηση τῆς ψυχῆς, εἴτε μέ τή μορφή μιᾶς παράλογης ἀγάπης, εἴτε μέ τή μορφή ἑνός ἄκριτου μίσους γιά κάποιο πρόσωπο ἤ γιά κάποιο πράγμα ἀπό τά αἰσθητά). Τό πάθος εἶναι ἀσθένεια τῆς ψυχῆς καί ἐμπόδιο μεταξύ Θεοῦ καί ἀνθρώπου. Ὅσο ὁ ἄνθρωπος δένεται μέ ἰσχυρές ἐμπαθεῖς σχέσεις μέ πρόσωπα ἤ πράγματα τοῦ κόσμου τούτου, τόσο ἀποξενώνεται ἀπό τόν Θεό, καί ὅσο χαλαρώνουν οἱ ἐμπαθεῖς σχέσεις του μέ πρόσωπα ἤ πράγματα τοῦ κόσμου, τόσο ἐνισχύεται ἡ σχέση του μέ τόν Θεό. Γι’ αὐτό οἱ ἅγιοι Πατέρες τονίζουν ὅτι, γιά νά ἀγαπήσει ὁ ἄνθρωπος πραγματικά τόν Θεό, πρέπει νά «μισήσει» τόν κόσμο. 

Πρός τήν αὐθεντικότητα τῆς ἀγάπης

Εἶναι φανερό ὅτι, ἡ γνήσια ἀγάπη ἀπέχει πολύ ἀπό τό νά εἶναι μιά ἁπλή συναισθηματική κατάσταση, ἕνα ἀνθρώπινο συναίσθημα. Εἶναι κάτι πολύ βαθύτερο καί οὐσιαστικότερο. Ἐνδέχεται κάποιος νά ἀγαπᾶ συναισθηματικά καί μέ ἐνθουσιασμό, χωρίς νά ἔχει πραγματική ἀγάπη, ἁπλούστατα ἐπειδή ἀγαπᾶ μέ τήν ἀρρωστημένη μεταπτωτική ἀγάπη. Ἡ ἀγάπη αὐτή χρήζει ὁπωσδήποτε θεραπείας. Ἡ οὐσία τῆς πνευματικῆς ζωῆς, ὁ ἴδιος ὁ προορισμός τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἀπό μιά ἄποψη ἡ μεταβολή τῆς ἐμπαθοῦς καί ἰδιοτελοῦς ἀγάπης, ἡ ὁποία «ζητεῖ τά ἑαυτῆς», σέ ἀπαθή καί ἀνιδιοτελή ἀγάπη, ἡ ὁποία «οὐ ζητεῖ τά ἑαυτῆς» (Α΄ Κορ. 13,5). Αὐτό προϋποθέτει, ὅπως εἴδαμε, τήν κάθαρση ἀπό τά πάθη, τή θεραπεία τῶν παθῶν.

Πῶς ἐπιτυγχάνεται αὐτή ἡ θεραπεία; Ἐπιτυγχάνεται μόνο διά τοῦ Χριστοῦ (ὁ Χριστός εἶναι «ὁ Ἰατρός τῶν ψυχῶν καί τῶν σωμάτων ἡμῶν»), μέ τή θέληση, βέβαια, καί μέ τή συμβολή τοῦ ἀνθρώπου. Ἐκτός τοῦ Χριστοῦ, οὔτε θεραπεία παθῶν μπορεῖ νά ὑπάρξει, οὔτε γνήσια ἀγάπη! Ὁ Χριστός, ὅμως, ἐνεργεῖ μέσα στήν Ἐκκλησία καί ἀπό τά ἱερά Μυστήριά της. Ἡ Ἐκκλησία καί τά Μυστήρια εἶναι ὁ χῶρος καί ὁ τρόπος γιά τήν ἀπόκτηση τῆς αὐθεντικῆς ἀγάπης. Οἱ Πατέρες τονίζουν ἰδιαίτερα τή θεραπευτική ἐνέργεια τῶν Μυστηρίων τοῦ Βαπτίσματος, τῆς Ἐξομολογήσεως καί τῆς Θείας Εὐχαριστίας: βαπτιζόμεθα «εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν» (Σύμβολο τῆς Πίστεως), ἐξομολογούμεθα γιά τή λύση τῶν ἁμαρτημάτων μας καί κοινωνοῦμε «εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν καί εἰς ζωήν αἰώνιον». Ὡστόσο, τά Μυστήρια ἀπαλλάσσουν μέν ἀπό τήν ἁμαρτία, ἀλλά δέν θεραπεύουν αὐτόματα τά πάθη. Ἡ θεραπεία τῶν παθῶν ἀπαιτεῖ χρόνο, μέ τήν ἀσκητική συμβολή τοῦ ἴδιου τοῦ ἀνθρώπου. Ὅμως, κάθε συμμετοχή στά Μυστήρια εἶναι ἕνα ἰσχυρό πλῆγμα γιά τά πάθη, μέχρι τήν τελική θεραπεία τους. 

Ὅσο ὁ ἄνθρωπος προοδεύει στή διαδικασία γιά τήν κάθαρση τῶν παθῶν καί γιά τήν ἀποκατάσταση τῆς ὑγειοῦς καί ἀνιδιοτελοῦς ἀγάπης, τόσο ὁμοιάζει στόν Θεό, ὁ Ὁποῖος «ἀγάπη ἐστί» (Α΄ Ἰω. 4,16). Τί σημαίνει, ὅμως, ἡ ἔκφραση «ὁ Θεός ἀγάπη ἐστί»; Σημαίνει ὅτι ὁ Θεός εἶναι ἀγάπη κατά τήν Οὐσία Του; Γνωρίζουμε ὅτι ἡ Οὐσία τοῦ Θεοῦ εἶναι παντελῶς ἀπρόσιτη καί ἀκατάληπτη γιά τούς ἀνθρώπους, ἀλλά καί γιά τούς Ἀγγέλους, καί βρίσκεται πάνω  ἀπό κάθε χαρακτηρισμό καί ἀπό κάθε ὄνομα. Ὅμως, ἡ ἄκτιστη Ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ ἀποκαλύπτεται σέ ἐμᾶς ὡς Ἀγάπη: Ἀγάπη εἶναι ἡ ἄκτιστη Ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, μέ τήν ὁποία Ἐκεῖνος δημιουργεῖ, συντηρεῖ καί σώζει τόν ἄνθρωπο καί τόν κόσμο. Ὅσο, λοιπόν, ὁ ἄνθρωπος ἀγωνίζεται γιά τήν ἀπόκτηση τῆς αὐθεντικῆς ἀγάπης, ἐντός τῆς Ἐκκλησίας καί μέ τόν τρόπο πού εἴδαμε, τόσο μετέχει στήν ἄκτιστη Ἐνέργεια τοῦ Θεοῦ, καί ὅσο μετέχει σ’ Αὐτήν, τόσο θεώνεται, δηλ. γίνεται «ὅμοιος τῷ Θεῷ» καί «θεός κατά χάριν». Ἄν ἡ Ἀγάπη ἀπό τήν πλευρά τοῦ Θεοῦ εἶναι ἡ ἄκτιστη Ἐνέργειά Του, ἡ (αὐθεντική) ἀγάπη ἀπό τήν πλευρά τοῦ ἀνθρώπου εἶναι ἡ θέωση τοῦ ἀνθρώπου. Καί ἄν στήν κατάσταση τῆς θέωσης βρίσκονται οἱ Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας, τότε οἱ Ἅγιοι εἶναι οἱ μόνοι, πού μποροῦν νά ἀγαποῦν γνήσια καί αὐθεντικά, ὅπως ἀκριβῶς θέλει καί ὅπως μᾶς ἀγαπᾶ ὁ Χριστός!

Ο ΑΓΙΟΣ ΚΑΛΛΙΟΠΙΟΣ

 ΑΓΙΟΣ ΚΑΛΛΙΟΠΙΟΣ Ο ΜΑΡΤΥΡΑΣ


Τη μνήμη του τιμά σήμερα, 7 Απριλίου, η μας.
Ο Άγιος Καλλιόπιος καταγόταν από την Πέργη της Παμφυλίας και έζησε στο χρόνια του μεγάλου διώκτου της Ορθοδοξίας Διοκλητιανού. Σε πολύ μικρή ηλικία έμεινε ορφανός από πατέρα η ενάρετη όμως μητέρα του Θεόκλεια τον μεγάλωσε και τον γαλούχησε με τα αθάνατα ρήματα της χριστιανικής πίστης.
Έτσι στην περίοδο των διωγμών ο νεαρός Καλλιόπιος όχι μόνο δε φοβήθηκε αλλά αντιθέτως εμψύχωνε και παρηγορούσε τους ολιγόψυχους.
Όταν έφθασε στην περιοχή ο έπαρχος Μάξιμος και άρχισε να βασανίζει και να σκοτώνει πολλούς χριστιανούς ο Καλλιόπιος χωρίς κανένα δισταγμό αλλά με την τόλμη και παρρησία που τον διέκριναν παρουσιάσθηκε αυτοβούλως στον έπαρχο να τον προειδοποιήσει ότι θα λογοδοτήσει στο Θεό για τα εγκλήματά τα οποία διαπράττει εναντίον πιστών ανθρώπων.
Έξαλλος ο έπαρχος διέταξε να τον συλλάβουν, να τον βασανίσουν και να τον κλείσουν στη φυλακή. Όταν μετά από λίγες ημέρες τον οδήγησαν και πάλι μπροστά στον έπαρχο και ο Καλλιόπιος παρά τις κακουχίες και τα βασανιστήρια με στεντόρεια φωνή ομολόγησε με θάρρος την πίστη του ο έπαρχος διέταξε την θανάτωσή του. Μαρτύρησε με σταυρικό θάνατο κατά σύμπτωση την Μεγάλη Παρασκευή και έλαβε κατ’ αυτό το τρόπο το αμαράντινο στεφάνι του μαρτυρίου.
Η δε μητέρα του Θεόκλεια – κατά την παράδοση – αφού αγκάλιασε το σώμα του γιου της, επί τόπου ξεψύχησε και αυτή.
Απολυτίκιο:
Ήχος πλ. α’. Τον συνάναρχον Λόγον.
Εκβλαστήσας ως ρόδον Μάρτυς αμάραντον, αθλητικώς κατευφραίνεις την Εκκλησίαν Χριστού, τη ευπνοία των λαμπρών κατορθωμάτων σου, ου γαρ παθών ζωοποιών, ανεδείχθης κοινωνός, νομίμως ανδραγαθήσας, ω Καλλιόπιε μάκαρ, υπέρ της δόξης του Σωτήρος ημών.

Κυριακή 6 Απριλίου 2025

Η Μετάνοια της Οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας και η Αμετανοησία της Εποχής μας

 

Αγαπητοί Αναγνώστες την Κυριακή Ε΄ Εβδομάδος των Νηστειών και λίγο πριν την είσοδο της Μεγάλη Εβδομάδος, η Ορθόδοξη Εκκλησία μας και η θεοπνευστία των Αγίων Θεοφόρων Πατέρων, προβάλλει την ιερή μορφή της Οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας, ως υπόδειγμα ειλικρινούς και βαθιάς μετάνοιας.

Αυτό είναι άλλωστε και το ζητούμενο όλης της περιόδου της Αγίας και Μεγάλης Τεσσαρακοστής, όχι μόνο η νηστεία αλλά και η απαλλαγή και ουσιαστική  αλλαγή του ευατού μας από πάθη και αμαρτίες και ότι μας κρατάει δεμένους με τον «παλαιό» άνθρωπο.

   Ας θυμηθούμε συνοπτικά ποια ήταν Αγία για να καταλάβουμε το μεγαλείο της Οσιακής της Μορφής, Η Οσία Μαρία έζησε στα χρόνια του 5ου αιώνα μ.Χ. στην Αίγυπτο. Σε νεαρή ηλικία εγκατέλειψε την οικογένειά της και ακολούθησε έναν έκλυτο βίο στην Αλεξάνδρεια, παραδίδοντας τον εαυτό της στην ηδονή και στην αμαρτία. Είχε ξεπέσει και ξεφύγει τόσο πολύ που ασκούσε την πορνεία όχι για τα χρήματα αλλά καθαρά από την υποδούλωση στην ηδονή των σαρκικών της επιθυμιών. Ωστόσο, η θεία πρόνοια του Φιλάνθρωπου Θεού είχε διαφορετικά σχέδια για εκείνη. Όταν αποφάσισε να ταξιδέψει στα Ιεροσόλυμα, με σκοπό να συνεχίσει τον αμαρτωλό βίο της, εμποδίστηκε θαυματουργικά από μια αόρατη δύναμη να εισέλθει στον Ναό της Αναστάσεως. Συνειδητοποιώντας την αμαρτωλότητά της, ζήτησε την πρεσβεία της Παναγίας και υποσχέθηκε να αλλάξει ζωή.

   Πράγματι η μεταστροφή της ήταν ριζική και αμετάκλητη. Αποσύρθηκε στην έρημο του Ιορδάνη και έζησε επί σαράντα επτά έτη με νηστεία, προσευχή και μετάνοια, αποκομμένη από τον κόσμο αλλά ενωμένη με τον Θεό. Η πορεία της δεν ήταν εύκολη· η πάλη με τα πάθη και τους πειρασμούς υπήρξε διαρκής, όμως με τη χάρη του Θεού κατόρθωσε να φτάσει στην τελειότητα της αγιότητας. Η συνάντησή της με τον αββά Ζωσιμά και το θαυμαστό τέλος της, κοινωνώντας των Αχράντων Μυστηρίων, αποκαλύπτουν την αποδοχή της από τον Θεό και την ουσιαστική αλλαγή που επιφέρει η γνήσια μετάνοια.

   Σε αντίθεση με την Οσία Μαρία και τόσο άλλων Αγίων, η εποχή μας δυστυχώς χαρακτηρίζεται από μια γενικευμένη εκκοσμίκευση και κυρίως αμετανοησία. Να θυμίσουμε ότι η αμετανοησία είναι το κύριο χαρακτηριστικό του Διαβόλου, σε όλα τα άλλα υπερέχει από εμάς (Στην νηστεία δεν τρώει ποτέ, στην αγρυπνία δεν κοιμάται ποτέ, στην Θεολογία γνωρίζει τα πάντα, στην προσευχή μιλάει με τον Θεό κτλ) Ο σύγχρονος άνθρωπος δεν αναγνωρίζει την ανάγκη της μετάνοιας, γιατί δεν αποδέχεται καν την ύπαρξη της αμαρτίας και τον χριστιανικό τρόπο ζωής. Σε μια κοινωνία όπου κυριαρχεί η σχετικοποίηση των διαχρονικών ηθικών αξιών, η αμαρτία έχει μετατραπεί σε δικαίωμα, η ακολασία σε τρόπο ζωής και η αυτοδικαίωση σε ύψιστο αγαθό, με ότι αυτό συνεπάγεται! .

   Τα χαρακτηριστικά της Δυτικής κοινωνίας όπως η τεχνολογική εξέλιξη, η υπερκατανάλωση και η λατρεία του ατομικισμού έχουν δημιουργήσει έναν κόσμο που αποστρέφεται τον Θεό και την έννοια της πνευματικής ένωσης. Ο άνθρωπος σήμερα προσπαθεί να αυτονομηθεί από τον Δημιουργό του, ακολουθώντας μια ζωή κενή από πνευματικότητα και γεμάτη από προσωρινές και εφήμερες απολαύσεις. Το αποτέλεσμα αυτής της στάσης είναι η υπαρξιακή κενότητα, η έλλειψη νοήματος και η βαθιά δυστυχία που πλήττει τον σύγχρονο κόσμο, αφού δεν ενώνεται με την πηγή όλων αυτών που είναι ο Θεός.

   Η απομάκρυνση από την αληθινή μετάνοια έχει σοβαρές συνέπειες τόσο σε προσωπικό όσο και σε μαζικό κοινωνικό επίπεδο. Η αμετανοησία οδηγεί στην πνευματική νέκρωση, στην αδιαφορία για την ψυχοσωματική σωτηρία και στην ψυχική δυσφορία και αλλοίωση του ανθρώπου. Ο άνθρωπος που δεν μετανοεί χάνει την αίσθηση της πραγματικής χαράς, καθώς μόνο η συμφιλίωση με τον Θεό μπορεί να γεμίσει την καρδιά του με εσωτερική ειρήνη.

Σε κοινωνικό επίπεδο, η αμετανοησία γεννά φαινόμενα όπως η διαφθορά, η εγκληματικότητα, η διάλυση της οικογένειας και η αποξένωση μεταξύ των ανθρώπων. Χωρίς τη μετάνοια, ο κόσμος βυθίζεται σε μια συνεχή κρίση, όχι μόνο οικονομική ή πολιτική, αλλά κυρίως ηθική και πνευματική. Γι’ αυτό ενώ ευημερούν οι αριθμοί οι άνθρωποι και οι κοινωνίες αδειάζουν και καταρρακώνονται  ως υπάρξεις!

Γι’ αυτό η ζωή της Οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας αποτελεί ένα αιώνιο παράδειγμα για όσους αναζητούν την οδό της σωτηρίας. Μας διδάσκει και εμπνέει ότι η μετάνοια δεν είναι μια απλή μεταμέλεια, αλλά μια ολοκληρωτική αλλαγή ζωής. Δεν υπάρχει αμαρτία που να μην μπορεί να συγχωρηθεί, αν ο άνθρωπος προστρέξει στον Θεό με συντριβή καρδίας και ειλικρινή διάθεση μεταστροφής και διόρθωσης.

Το μήνυμα της Οσίας Μαρίας είναι εξαιρετικά επίκαιρο σήμερα, καθώς η ανθρωπότητα έχει περισσότερο από ποτέ ανάγκη να επιστρέψει στην αγκαλιά του Θεού. Η Εκκλησία συνεχίζει να καλεί κάθε άνθρωπο, μέσω της Ιεραποστολής, στην οδό της μετάνοιας, δείχνοντας ότι η πραγματική ελευθερία και η ευτυχία δεν βρίσκονται στη συνεχή ικανοποίηση των υλικών επιθυμιών, έστω και των αναγκαίων, αλλά στην αποδέσμευση από την αμαρτία και την ένωση με τον Θεό.

   Συμπερασματικά κλείνοντας το άρθρο μας, η αντίθεση μεταξύ της μετάνοιας της Οσίας Μαρίας της Αιγυπτίας και της αμετανοησίας της εποχής μας είναι καταφανής. Σήμερα, περισσότερο από ποτέ, ο άνθρωπος χρειάζεται να ξαναβρεί το θάρρος να αντικρίσει τον εαυτό του, να αναγνωρίσει τις πτώσεις του και να στραφεί προς τον Θεό. Η Εκκλησία προσφέρει τα μέσα για τη σωτηρία – τη μετάνοια, την εξομολόγηση και τη Θεία Κοινωνία – καλώντας μας να ζήσουμε σύμφωνα με το θέλημα του Θεού και να βρούμε την αληθινή ευτυχία στην αγιότητα.

Η Οσία Μαρία της Αιγυπτίας μας δείχνει τον δρόμο· το ερώτημα είναι αν είμαστε διατεθειμένοι να τον ακολουθήσουμε. Η ζωή της, από την αμαρτωλή πτώση έως τη θεία ανύψωση, αποδεικνύει ότι κανένα ανθρώπινο ολίσθημα δεν είναι αθεράπευτο όταν υπάρχει ειλικρινής επιστροφή στον Θεό. Αντιπαραβάλλοντας τον βίο της με την αμετανοησία της σύγχρονης εποχής, γίνεται σαφές πόσο μακριά έχουμε απομακρυνθεί από την αυθεντική χριστιανική στάση απέναντι στην αμαρτία και τη σωτηρία. Υπάρχει όμως ελπίδα αρκεί να την μιμηθούμε έστω στο ελάχιστο! Αμήν!

π. Αντώνιος Χρήστου

Κανένα νά μήν κατηγορεῖς, νά μήν περιγελᾶς, νά μήν πικραίνεις


 Κανένα νά μήν κατηγορεῖς, νά μήν περιγελᾶς, νά μήν πικραίνεις. Να μήν ὀργίζεσαι. Μή σκεφτείς ποτέ πώς ἔχεις κάποια ἀρετή. Φυλάξου νά μή λές, “ὁ τάδε ζεῖ καλά, ὁ δεῖνα ζεῖ ἄσωτα”, γιατί αὐτό ἀκριβῶς σημαίνει τό «μή κρίνετε» (Ματθ. 7:1. Λουκ. 6:37). 
 Ὅλους νά τούς βλέπεις μέ τό ἴδιο μάτι, μέ τήν ἴδια διάθεση, μέ τήν ἴδια σκέψη, μέ ἁπλή καρδιά. Ολους να τούς δέχεσαι σάν τό Χριστό. 
 Μήν ἀνοίξεις τ' αυτιά σου σέ ἄνθρωπο πού κατακρίνει, οὔτε, πολύ περισσότερο, νά εὐχαριστιέσαι μ' αυτά που λέει. Εσύ νά κρατᾶς τό στόμα σου κλειστό. Λίγο να μιλᾶς καί πολύ νά προσεύχεσαι. 
 Μά οὔτε κι αὐτόν πού κατακρίνει ἤ κάνει ὁποιαδήποτε ἄλλη ἁμαρτία να καταδικάσεις μέ τό λογισμό σου.
 Τά δικά σου σφάλματα να βλέπεις πάντα καί τόν ἑαυτό σου μόνο να καταδικάζεις καί νά ἐξουθενώνεις. Νά, ἔτσι θα κερδίσεις τη βασιλεία τῶν οὐρανῶν.

Ἁγίου Νήφωνος Κωνσταντιανῆς

ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΑΚΟΛΟΥΘΙΩΝ ΜΕΓΑΛΗΣ ΕΒΔΟΜΑΔΑΣ & ΑΓΙΟΥ ΠΑΣΧΑ 2025

 Μεγάλη Εβδομάδα ως ένας άλλος καθρέφτης του βαθύτερου εαυτού μας" -  Ορθοδοξία News Agency

«Χριστός Ανέστη εκ νεκρών, ο Σωτήρ του Κόσμου,
και επλήρωσε τα σύμπαντα ευωδίας.
Χαίρετε λαοί και αγαλλιάσθε»

 

ΣΑΒΒΑΤΟ ΤΟΥ ΛΑΖΑΡΟΥ (12 ΑΠΡΙΛΙΟΥ)

Η ΑΝΑΣΤΑΣΙΣ ΤΟΥ ΛΑΖΑΡΟΥ, ΑΝΘΟΥΣΗΣ ΟΣΙΑΣ

07:00 π.μ. Όρθρος και Θεία Λειτουργία
18:00 μ.μ. Εσπερινός Βαΐων

 

ΚΥΡΙΑΚΗ ΤΩΝ ΒΑΪΩΝ (13 ΑΠΡΙΛΙΟΥ)

Η ΕΙΣ ΙΕΡΟΥΣΑΛΗΜ ΕΙΣΟΔΟΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ, ΜΑΡΤΙΝΟΥ ΡΩΜΗΣ

07:00 π.μ. Όρθρος και Θεία Λειτουργία
19:00 μ.μ. Ακολουθία του Νυμφίου

 

ΜΕΓΑΛΗ ΔΕΥΤΕΡΑ (14 ΑΠΡΙΛΙΟΥ)

ΙΩΣΗΦ ΠΑΓΚΑΛΟΥ, ΘΩΜΑΪΔΟΣ ΜΑΡΤΥΡΟΣ

07:00 π.μ. Θεία Λειτουργία Προηγιασμένων Τιμίων Δώρων
19:00 μ.μ. Ακολουθία του Νυμφίου

 

ΜΕΓΑΛΗ ΤΡΙΤΗ (15 ΑΠΡΙΛΙΟΥ)

ΔΕΚΑ ΠΑΡΘΕΝΩΝ, ΛΕΩΝΙΔΟΥ ΑΘΗΝΩΝ

07:00 π.μ. Θεία Λειτουργία Προηγιασμένων Τιμίων Δώρων
19:00 μ.μ. Ακολουθία του Νυμφίου

 

ΜΕΓΑΛΗ ΤΕΤΑΡΤΗ (16 ΑΠΡΙΛΙΟΥ)

ΤΗΣ ΑΛΕΙΨΑΣΗΣ ΤΟΝ ΚΥΡΙΟ ΜΥΡΑ, ΑΓΑΠΗΣ, ΕΙΡΗΝΗΣ ΧΙΟΝΙΑΣ ΜΑΡΤΥΡΩΝ

07:00 π.μ. Θεία Λειτουργία Προηγιασμένων Τιμίων Δώρων
16:00 μ.μ. Ακολουθία Ιερού Ευχελαίου
19:00 μ.μ. Ακολουθία του Ιερού Νιπτήρος

 

ΜΕΓΑΛΗ ΠΕΜΠΤΗ (17 ΑΠΡΙΛΙΟΥ)

ΜΥΣΤΙΚΟΣ ΔΕΙΠΝΟΣ, ΜΑΚΑΡΙΟΥ ΚΟΡΙΝΘΟΥ

08:00 π.μ. Εσπερινός και Θ. Λειτουργία Μεγ. Βασιλείου
19:00 μ.μ. Ακολουθία Αγίων Παθών του Κυρίου

 

ΜΕΓΑΛΗ ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ (18 ΑΠΡΙΛΙΟΥ)

ΑΓΙΑ ΠΑΘΗ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ, ΚΥΡΙΛΛΟΥ ΚΩΝ/ΠΟΛΕΩΣ

08:00 π.μ. Ακολουθία των Μεγάλων Ωρών
10:00 π.μ. Ακολουθία Αποκαθηλώσεως
19:00 μ.μ. Ακολουθία Ιερού Επιταφίου
20:45 μ.μ. Έξοδος και Λιτάνευσις Επιταφίου

 

ΜΕΓΑ ΣΑΒΒΑΤΟ (19 ΑΠΡΙΛΙΟΥ)

Η ΘΕΟΣΩΜΟΣ ΤΑΦΗ & Η ΕΙΣ ΑΔΟΥ ΚΑΘΟΔΟΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ, ΠΑΦΝΟΥΤΙΟΥ ΙΕΡΟΜ.

07:30 π.μ. Εσπερινός και Θ. Λειτουργία Μεγ. Βασιλείου
23:00 νυκτ. Τελετή Αναστάσεως, Όρθρος Αναστάσεως και Θεία Λειτουργία Αγίου Ιωάννου Χρυσοστόμου.

 

ΚΥΡΙΑΚΗ ΑΓΙΟΥ ΠΑΣΧΑ (20 ΑΠΡΙΛΙΟΥ)

ΖΩΗΦΟΡΟΣ ΑΝΑΣΤΑΣΙΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ, ΘΕΟΔΩΡΟΥ ΟΣΙΟΥ ΤΡΙΧΙΝΑ

18:00 μ.μ. Εσπερινός της Αγάπης, Ανάγνωσις του Ευαγγελίου εις ξένες γλώσσες Διανομή των Πασχαλινών Αυγών

 

ΧΡΙΣΤΟΣ ΠΑΡΑΓΕΝΟΜΕΝΟΣ ΑΡΧΙΕΡΕΥΣ ΤΩΝ ΜΕΛΛΟΝΤΩΝ ΑΓΑΘΩΝ

 


«Χριστὸς παραγενόμενος ἀρχιερεὺς τῶν μελλόντων ἀγαθῶν διὰ τῆς μείζονος καὶ τελειοτέρας σκηνῆς, οὐ χειροποιήτου, τοῦτ᾿ ἔστιν οὐ ταύτης τῆς κτίσεως, οὐδὲ δι᾿ αἵματος τράγων καὶ μόσχων, διὰ δὲ τοῦ ἰδίου αἵματος εἰσῆλθεν ἐφάπαξ εἰς τὰ ῞Αγια, αἰωνίαν λύτρωσιν εὑράμενος» (Ἑβρ. 9. 11-13) 

«Ὁ Χριστὸς ἦρθε ὡς ἀρχιερέας τῶν ἀγαθῶν πραγμάτων ποὺ προσμένουμε. ῾Η σκηνὴ στὴν ὁποία μπῆκε εἶναι ἀνώτερη καὶ τελειότερη. Δὲν εἶναι ἀνθρώπινο κατασκεύασμα, μέρος δηλαδὴ αὐτῆς τῆς δημιουργίας. ῾Ο Χριστὸς μπῆκε μιὰ γιὰ πάντα στὰ ἅγια τῶν ἁγίων, γιὰ νὰ προσφέρει αἷμα ὄχι ταύρων καὶ μοσχαριῶν, ἀλλὰ τὸ δικό του αἷμα· κι ἔτσι μᾶς ἐξασφάλισε τὴν αἰώνια σωτηρία».  

            Όλη η ζωή της Εκκλησίας είναι μία συνεχής υπενθύμιση των μελλόντων αγαθών. Δεν είναι μόνο η σωτηρία, η νίκη δηλαδή κατά του θανάτου. Είναι και η υπέρβαση της  μοναξιάς, η δυνατότητα δηλαδή ο άνθρωπος να πορεύεται πάντοτε εν σχέσει τόσο με τον Θεό στο πρόσωπο του Χριστού, όσο και με τους συνανθρώπους του, στα πρόσωπα των αγίων και όσων βιώνουν τη ζωή και τον τρόπο της βασιλείας του Θεού. Και αυτό ξεκινά από την παρούσα ζωή, εάν γνωρίζουμε και βιώνουμε τι αληθινά είναι η Εκκλησία.

 Όχι ένας χώρος ή ένας θεσμός ικανοποίησης των θρησκευτικών μας αναγκών, δηλαδή μιας αναζήτησης του υπερβατικού, της διατήρησης εθίμων και παραδόσεων, της αίσθησης ότι πρέπει με κάποιον τρόπο να συνεχίσουμε να υπάρχουμε μετά τον θάνατο και αυτό μπορεί να γίνει με την ανταμοιβή για τις καλές μας πράξεις, για την τήρηση των εντολών της ανώτερης δύναμης που ονομάζεται Θεός, με μία φιλοσοφική ενατένιση, ώστε η ζωή μας να εμπνέεται από θετική ενέργεια.  

Η Εκκλησία είναι σχέση με τον Θεό και τον συνάνθρωπο. Αυτή η σχέση ξεκινά από το μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, στο οποίο συνεχώς η πίστη μάς υπενθυμίζει τη θυσία του Χριστού επάνω στον Σταυρό, όχι για να ικανοποιήσει τη δικαιοσύνη του Θεού, όπως άλλα δόγματα υποστηρίζουν, αλλά για να ζήσει τον έσχατο εχθρό του ανθρώπου, τον θάνατο, να συναντήσει τις ψυχές των ανθρώπων που Τον περίμεναν στην κατάσταση του Άδη και να κηρύξει την ανάσταση, την έξοδο δηλαδή από το σκοτάδι του θανάτου και την καινούργια ζωή, μέσα στην κατάσταση της κοινωνίας με τον Θεό, που τώρα είναι ένας από εμάς. Διά του Χριστού γινώσκουμε τον Πατέρα. Διά της Εκκλησίας ζούμε την καινή κτίση που μας προσφέρει το Άγιο Πνεύμα με τους καρπούς Του. Και νιώθουμε αυτόν τον συγκλονιστικό λόγο που ο απόστολος Παύλος μοιράζεται με τους Εβραίους αδελφούς του και ως δικό μας βίωμα: «ο Χριστός ήρθε στον κόσμο αυτό ως Αρχιερέας των μελλόντων αγαθών». Ήρθε για μας, για να μας προσφέρει τα μελλοντικά αγαθά στο παρόν. Να μας προσφέρει την αγάπη και την αλήθεια. Τη συγχώρεση διά της μετανοίας. Τη συνάντηση μαζί Του και τη συνάντηση με τον συνάνθρωπο όχι με κριτήρια υστεροβουλίας και συμφέροντος ή εκμετάλλευσης ή χρήσης του άλλου, αλλά με κριτήριο αυτοπροσφοράς, υπέρβασης του εαυτού και του ιδίου θελήματος.

Αυτός είναι ο δρόμος και ο τρόπος της Εκκλησίας, που καθιστά τα μέλλοντα παρόντα. Μόνο που αυτός ο δρόμος και αυτός ο τρόπος προϋποθέτει την πίστη και την απόφασή μας να δούμε την Εκκλησία όπως πραγματικά είναι και να τη ζήσουμε στην πράξη. Να τηρούμε τις εντολές ναι. Όχι όμως προς δόξα μας, αλλά για να ετοιμάζουμε την ύπαρξή μας να βρει τον Θεό. Και να είναι η έκβαση του πνευματικού μας αγώνα έκβαση εμπειρίας του Χριστού στο μυστήριο της Θείας Ευχαριστίας, στο μυστήριο της αγάπης, στο μυστήριο της ελπίδας ότι ο θάνατος κάθε μορφής, σωματικός, ψυχικός, του νου, της καρδιάς, της μοναξιάς, της απόρριψης, της συντριβής από τους άλλους δεν είναι αυτός που κυβερνά, αλλά η ανάσταση και η ζωή διά του Χριστού.

Πορευόμενοι προς το Πάσχα, ας κάνουμε το μέλλον παρόν. Στο πρόσωπο του Χριστού, στην εκζήτηση της παρουσίας Του, στη ζωή της Εκκλησίας.  

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός