Ανήκω σε αυτούς που πρόλαβαν να δουν χωματόδρομους στην Αθήνα, να τρώνε φρούτα απευθείας από τα δέντρα και από το μποστάνι των παππούδων· όλα πιο απλά και —σίγουρα — πολύ πιο νόστιμα.
Ανήκω σε αυτούς που έπαιζαν στα οικόπεδα και στις πλατείες ποδόσφαιρο, κρυφτό, αμπαρίζα, «μακριά γαϊδούρα» και πετροπόλεμο. Στους τυχερούς που πρόλαβαν να ανέβουν στο γαϊδουράκι του παππού στο χωριό.
Προλάβαμε το πολυτονικό. Ζήσαμε με δύο κανάλια ασπρόμαυρης τηλεόρασης, διαβάζαμε κόμικς, δεν ακολουθούσαμε τη μόδα — άλλωστε όλοι φορούσαμε σπορτέξ και σχολικές ποδιές — ακόμα και τα τζιν παντελόνια ήταν Ελληνικής ραφής. Είχαμε στις τσέπες μας δραχμές, το μοναδικό νόμισμα που επέζησε για περισσότερο από 2000 χρόνια, μετά ήρθε το ευρώ.
Δεν υπήρχαν υπολογιστές και κινητά τηλέφωνα· υπήρχαν όμως πειρατικοί ραδιοφωνικοί σταθμοί, κασέτες δίσκοι βινυλίου, και Walkman. Χορεύαμε στις ντίσκο μέχρι το πρωί· υπήρχαν πολλά και διαφορετικά είδη μουσικής: ντίσκο, ροκ, κλασσικό ροκ, hard rock, heavy metal, punk, soul — και μια ποικιλία αντίστοιχου στυλ εμφανίσεων : φλωράδες, καρεκλάδες, μέχρι ροκάδες και χεβιμεταλλάδες.
Στο τραίνο και στο λεωφορείο σηκωνόμασταν για να κάτσουν οι μεγαλύτεροι. Στα αυτοκίνητα δεν υπήρχαν ζώνες ασφαλείας, αερόσακοι, και φρένα ABS. Δεν υπήρχαν βιολογικές τροφές, ούτε personal trainers, και influencers. Μετράγαμε όμως ποιός είχε φάει τα περισσότερα παγωτά, και είχε κάνει τα περισσότερα καλοκαιρινά μπάνια.
Tο χαρτζιλίκι το ξοδεύαμε στα ουφάδικα και στα μπλιμπλίκια. Οι φωτογραφικές μηχανές είχαν φίλμ και φλας· έπρεπε να εμφανίσεις στο φωτογραφείο τις φωτογραφίες, και έπειτα τις χαζεύαμε στα φωτογραφικά άλμπουμ.
Στο χωριό ή στην εξοχή κυκλοφορούσαμε με ποδήλατα ή με τα πόδια. Κάναμε μπάνιο στην θάλασσα χωρίς να βάζουμε αντηλιακό, δεν ξέραμε τότε για την τρύπα του όζοντος, παρά μόνο για το νέφος της Αθήνας.
«Ξένοι» στις πόλεις σπάνια υπήρχαν· ξένες γλώσσες άκουγες μόνο τα καλοκαίρια στα νησιά από τους τουρίστες. Εκεί όπου οι τουρίστριες έκαναν ηλιοθεραπεία γυμνόστηθες.
Και μετά ήρθε το μπάσκετ. Ανήκω σε αυτούς που κάθε Τρίτη βράδυ έβλεπαν την ομάδα μπάσκετ του Άρη με τον Γκάλη και τον Γιαννάκη. Τότε είμαστε όλοι Άρης.
Και τα χρόνια πέρασαν, και εμείς όχι μόνο επιζήσαμε, αλλά προσαρμοστήκαμε. Ζήσαμε τη γέννηση του διαδικτύου και των υπολογιστών, την έκρηξη της καταναλωτικής υστερίας, την παγκοσμιοποίηση και τον πολυπολιτισμό.
Είμαστε η γέφυρα ανάμεσα στον παλιό, κλασικό αναλογικό κόσμο, και σε έναν καινούργιο, αβέβαιο ψηφιακό κόσμο εικονικής πραγματικότητας και τεχνητής νοημοσύνης.
Έχουμε μνήμες από ένα παρελθόν πιο αληθινό, γεμάτο μυρωδιές, ήχους, και ταυτόχρονα ανταπεξήλθαμε σε ριζικές αλλαγές.