Σάββατο 2 Φεβρουαρίου 2019

ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 03/02/2019-ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ ΚΕ'



Κυριακή ιστ Ματθαίου
Πρωτότυπο Κείμενο
Εἶπεν ὁ Κύριος τὴν παραβολὴν ταύτην· Ἄνθρωπος τις ἀποδημῶν ἐκάλεσε τοὺς ἰδίους δούλους, καὶ παρέδωκεν αὐτοῖς τὰ ὑπάρχοντα αὐτοῦ· καὶ ᾧ μὲν ἔδωκε πέντε τάλαντα, ᾧ δὲ δύο, ᾧ δὲ ἕν·ἑκάστῳ κατὰ τὴν ἰδίαν δύναμιν· καὶ ἀπεδήμησεν εὐθέως. Πορευθεὶς δὲ ὁ τὰ πέντε τάλαντα λαβὼν, εἰργάσατο ἐν αὐτοῖς, καὶ ἐποίησεν ἄλλα πέντε τάλαντα. Ὡσαύτως καὶ ὁ τὰ δύο, ἐκέρδησε καὶ αὐτὸς ἄλλα δύο. Ὁ δὲ τὸ ἓν λαβὼν, ἀπελθὼν ὤρυξεν ἐν τῇ γῇ, καὶ ἀπέκρυψε τὸ ἀργύριον τοῦ κυρίου αὐτοῦ. Μετὰ δὲ χρόνον πολὺν ἔρχεταιὁ κύριος τῶν δούλων ἐκείνων, καὶ συναίρει μετ᾿ αὐτῶν λόγον. Καὶ προσελθὼν ὁ τὰ πέντε τάλαντα λαβὼν, προσήνεγκεν ἄλλα πέντε τάλαντα λέγων· Κύριε, πέντε τάλαντά μοι παρέδωκας· ἴδε, ἄλλα πέντε τάλαντα ἐκέρδησα ἐπ᾿ αὐτοῖς. Ἔφη δὲ αὐτῷ ὁ κύριος αὐτοῦ· Εὖ, δοῦλε ἀγαθὲ καὶ πιστέ· ἐπὶ ὀλίγα ἦς πιστός, ἐπὶ πολλῶν σε καταστήσω· εἴσελθε εἰς τὴν χαρὰν τοῦ κυρίου σου. Προσελθὼν δὲ καὶ ὁ τὰ δύο τάλαντα λαβὼν εἶπε· Κύ ριε, δύο τάλαντά μοι παρέδωκας· ἴδε ἄλλα δύο τάλαντα ἐκέρδησα ἐπ᾿ αὐτοῖς. Ἔφη αὐτῷ ὁ Κύριος αὐτοῦ· Εὖ, δοῦλε ἀγαθὲ καὶ πιστέ· ἐπὶ ὀλίγα ἦς πιστός, ἐπὶ πολλῶν σε καταστήσω· εἴσελθε εἰς τὴν χαρὰν τοῦ κυρίου σου. Προσελθὼν δὲ καὶ ὁ τὸ ἓν τάλαντον εἰληφὼς εἶπε· Κύριε, ἔγνων σε, ὅτι σκληρὸς εἶ ἀνθρωπος, θερίζων ὅπου οὐκ ἔσπειρας καὶ συνάγων ὅθεν οὐ διεσκόρπισας· καὶ φοβηθεὶς, ἀπελθὼν ἔκρυψα τὸ τάλαντόν σου ἐν τῇ γῇ· ἴδε, ἔχεις τὸ σόν. Ἀποκριθεὶς δὲ ὁ κύριος αὐτοῦ εἶπεν αὐτῷ· Πονηρὲ δοῦλε καὶ ὀκνηρέ, ᾔδεις ὅτι θερίζω ὅπου οὐκ ἔσπειρα, καὶ συνάγω ὅθεν οὐ διεσκόρπισα, ἔδει οὖν σε βαλεῖν τὸ ἀργύριόν μου τοῖς τραπεζίταις·καὶ ἐλθὼν ἐγὼ, ἐκομισάμην ἂν τὸ ἐμὸν σὺν τόκῳ. Ἄρατε οὖν ἀπ᾿ αὐτοῦ τὸ τάλαντον, καὶ δότε τῷ ἔχοντι τὰ δέκα τάλαντα. (Τῷ γὰρ ἔχοντι παντὶ δοθήσεται καὶ περισσευθήσεται, ἀπὸ δὲ τοῦ μὴ ἔχοντος, καὶ ὃ ἔχει ἀρθήσεται ἀπ᾿ αὐτοῦ). Καὶ τὸν ἀχρεῖον δοῦλον ἐκβάλλετε εἰς τὸ σκότος τὸ ἐξώτερον· ἐκεῖ ἔσται ὁ κλαυθμὸς καὶ ὁ βρυγμὸς τῶν ὀδόντων. Ταῦτα λέγων, ἐφώνει· Ὁ ἔχων ὦτα ἀκούειν, ἀκουέτω.
Νεοελληνική Απόδοση
Είπεν ο Κύριος την εξής παραβολή: η Βασιλεία του Θεού μοιάζει μ΄έναν άνθρωπο ο οποίος φεύγοντας για ταξίδι , κάλεσε τους δούλους του και τους εμπιστεύτηκε τα υπάρχοντα του. Σ΄άλλον έδωσε πέντε τάλαντα , σ΄άλλον δύο, σ΄άλλον ένα , στον καθένα ανάλογα με την ικανότητα του, κι έφυγε αμέσως ταξίδι. Αυτός που έλαβε τα πέντε τάλαντα, πήγε τα εκμεταλλεύτηκε και κέρδισε άλλα πέντε. Κι εκείνος πουν έλαβε τα δυο τάλαντα κέρδισε επίσης άλλα δυο.Εκείνος όμως που έλαβε το ένα τάλαντο πήγε και έσκαψε στη γη και έκρυψε τα χρήματα του Κυρίου του .Ύστερα από ένα  μεγάλο χρονικό διάστημα, γύρισε ο Κύριος  εκείνων των δούλων και έκανε λογαριασμό μαζί τους. Παρουσιάστηκε  τότε εκείνος  που είχε λάβει τα πέντε τάλαντα και του έφερε άλλα πέντε , λέγοντας: «Κύριε εμπιστεύτηκες πέντε τάλαντα ˙ κοίτα κέρδισα με αυτά άλλα πέντε . Του είπε ο Κύριος του: εύγε , καλέ και έμπιστε δούλε ! Αποδείχτηκες αξιόπιστος σε μικρές υποθέσεις , γι αυτό θα σου εμπιστευτώ μεγαλύτερες. Έλα να γιορτάσεις μαζί μου. Παρουσιάστηκε κι ο άλλος με τα δυο τάλαντα και του είπε : « Κύριε , μου εμπιστεύτηκες  δυο τάλαντα ˙ κοίτα , κέρδισα άλλα δυο». Του είπε ο Κύριος του : « εύγε , καλέ έμπιστε δούλε! Αποδείχτηκες αξιόπιστός σε μικρές υποθέσεις , γι αυτό θα σου εμπιστευτώ μεγαλύτερες . Έλα  να γιορτάσεις μαζί μου». Παρουσιάστηκε κι εκείνος που είχε λάβει το ένα τάλαντο και είπε: « Κύριε , ήξερα πως είσαι σκληρός άνθρωπος .Θερίζεις εκεί όπου δεν έσπειρες και συνάζεις καρπούς εκεί που δε φύτεψες. Γι αυτό φοβήθηκα και πήγα και έκρυψα το τάλαντο σου στη γη. Να τα λεφτά σου». Και του αποκρίθηκε ο Κύριος του: «δούλε κακέ και οκνηρέ , ήξερες πως θερίζω όπου δεν έσπειρα , και συνάζω  καρπούς απ όπου δεν φύτεψα! Τότε έπρεπε να βάλεις τα χρήματα μου στην τράπεζα , κι εγώ όταν θα γυρνούσα πίσω θα τα  έπαιρνα με τόκο. Πάρτε του λοιπόν , το τάλαντο και δώστε το σ ΄ αυτόν που έχει τα δέκα τάλαντα. Γιατί σε καθέναν που έχει θα του δοθεί  με το παραπάνω  και θα ΄ χει περίσσευμα ενώ απ ΄ όποιον δεν έχει , θα του πάρουν και τα λίγα που έχει . Κι αυτόν τον άχρηστο δούλο πέταξε τον έξω στο σκοτάδι. Εκεί θα κλαίνε , και θα τρίζουν τα δόντια του.
Σχολιασμός