Σάββατο 21 Δεκεμβρίου 2019

Η ΠΙΣΤΗ ΩΣ ΕΥΛΟΓΙΑ,ΩΣ ΔΩΡΕΑ,ΩΣ ΑΠΟΦΑΣΗ



«Πίστει Ἀβραάμ παρώκησεν εἰς τήν γῆν τῆς ἐπαγγελίας ὡς ἀλλοτρίαν, ἐν σκηναῖς κατοικήσας μετά Ἰσαάκ καί Ἰακώβ τῶν συγκληρονόμων τῆς ἐπαγγελίας τῆς αὐτῆς» (Ἑβρ. 11, 9)
Με την πίστη ο Αβραάμ εγκαταστάθηκε στη γη που του είχε υποσχεθεί ο Θεός, ξένος σε άγνωστη χώρα, ζώντας σε σκηνές  με τον Ισαάκ και τον Ιακώβ, που κι αυτοί ήταν κληρονόμοι της ίδιας υποσχέσεως».

           Τα Χριστούγεννα, όπως και κάθε χριστιανική γιορτή, προϋποθέτουν την ευλογία, την δωρεά και την απόφαση της πίστης. Οι άνθρωποι γιορτάζουμε επειδή έτσι έχουμε μεγαλώσει και επειδή ο πολιτισμός μας έχει συνδέσει την θρησκευτικότητα με τον δικό του χρόνο. Κερδίζουν άλλωστε όλοι. Ακόμη και όσοι καταστρέφουν τα σύμβολα της γιορτής, καίνε τα χριστουγεννιάτικα δέντρα, για να δηλώσουν ότι είναι παρόντες, έχουν ενσωματώσει την θρησκευτικότητα στην ταυτότητά του, κι ας μην την αποδέχονται. Έτσι η γιορτή γίνεται μία στάση στον ρυθμό της ζωής, μόνο που δεν ενδιαφέρει τους πολλούς το νόημά της. Αρκεί ότι υπάρχει!
      Όσοι ενδιαφερόμαστε όμως για το τι δείχνει και σε τι μας καλεί μία γιορτή, χρειάζεται να ξαναδούμε τι είναι πίστη. Και εδώ η Εκκλησία μας, την Κυριακή προ της Χριστού γεννήσεως, κάνει μία αναφορά σε πρόσωπα τα οποία ξεχώρισαν ως προς την πίστη, ξεκινώντας από τον πρώτο στον οποίο αποκαλύφθηκε ο Θεός: τον γενάρχη της Παλαιάς Διαθήκης, τον Αβραάμ. Ο απόστολος Παύλος, γράφοντας στους κληρονόμους μέχρι τα χρόνια του Χριστού της πίστης του Αβραάμ, τους Εβραίους, διότι μετά η κληρονομιά πέρασε σε όλη την ανθρωπότητα, σε κάθε άνθρωπο και λαό που αποδέχτηκε την διαθήκη, την συμφωνία πίστης που ο Θεός έκανε με τον Αβραάμ, μας δείχνει ότι η πίστη δεν είναι τόσο μία δογματική αλήθεια την οποία αποδέχεται ο πιστεύων στο μυαλό και την σκέψη του, όσο «παρώκηση», παροικία,  «εις γην αλλοτρίαν»!
            Αυτός που πιστεύει είναι αποφασισμένος να εγκαταλείψει τον τόπο του, τις συνήθειές του, τα πρόσωπα με τα οποία συνυπάρχει, να κάνει ένα ταξίδι, μικρότερο ή μεγαλύτερο δεν έχει σημασία, και να εγκατασταθεί σε έναν καινούργιο τόπο που δεν είναι ο δικός του, που δεν είναι το βόλεμά του, που δεν είναι όπως έχει συνηθίσει. Η αλλότρια γη προϋποθέτει απόφαση για σύγκρουση. Κανείς δεν δέχεται αβρόχοις ποσί έναν ξένο που έρχεται όχι ως φιλοξενούμενος αλλά για να πάρει την γη του. Και ο «εισβολέας» χρειάζεται να είναι αποφασισμένος ότι θα έρθει σε ρήξεις, όχι μόνο με τον εαυτό του, αλλά και με όσους γνωρίσει. Άλλοι θα τον αποδεχτούν. Άλλοι όχι. Δεν είναι γλυκανάλατη η ζωή. Δεν είναι όλα ρόδινα στην οδό και τον τρόπο της πίστης. Χρειάζεται κατοικία σε σκηνές, δηλαδή ένα αίσθημα μη αυτάρκειας, μη μονιμότητας, ένα αίσθημα ότι τα πάντα στην ζωή μεταβάλλονται και ότι πρέπει να είμαστε έτοιμοι να αποδεχτούμε κάθε στιγμή κάθε καινούργιο. Το μόνο σταθερό είναι η πίστη, η εμπιστοσύνη δηλαδή στο Πρόσωπο του Θεού, ο Οποίος γνωρίζει τι μας χρειάζεται, τι αν μας συμβεί θα μας οδηγήσει σε πρόοδο, η οποία είναι και εξωτερική και εντός της καρδιάς μας, είτε είναι γεγονότα ζωής είτε θανάτου.
            Ο Αβραάμ έζησε σε άλλες εποχές. Εμείς;
            Δεν είναι απαραίτητα ο τόπος που χρειάζεται να αλλάξουμε. Είναι ο τρόπος και η ταυτότητά μας που συνδιαμορφώνονται με την πίστη μας. Η Εκκλησία μας καλεί να είμαστε έτοιμοι να αλλάζουμε εντός μας. Να παραιτούμαστε από την αυτάρκεια των δικαιωμάτων μας. Από την θεοποίηση των παθών και των επιθυμιών  μας. Από «έτσι είμαι, κι ας μη σας αρέσει και δεν αλλάζω». Από την εμμονή να μην θέλουμε να δούμε τα γεγονότα της ζωής μέσα από την προοπτική της πρόνοιας του Θεού και την παραμονή μας στο να θέλουμε να τα εξηγήσουμε με βάση το εγώ και τον ορθολογισμό μας, όπως επίσης και με βάση το Ποιος νομίζουμε εμείς ότι είναι ο Θεός, δηλαδή  Κάποιος που μας τα δίνει όλα στο χέρι, επειδή μας αγαπά. Η αλήθεια είναι ότι η αγάπη θέλει εμπιστοσύνη, κάποτε πάλη και περιπέτεια και σίγουρα σύγκρουση και με τον εαυτό μας και με την νοοτροπία του κόσμου.
            Η πίστη είναι μία συνεχής επανα-ανακάλυψη της ταυτότητας μας. Κάθε γεγονός, κάθε άνθρωπος, κάθε στιγμή δεν μπορούν να αφήνουν ανέγγιχτο τον τρόπο που βλέπουμε τον Θεό και την ζωή μας. Το ίδιο και κάθε γιορτή. Είναι μία ευλογία, στην οποία καλούμαστε να αφεθούμε. Όχι μόνο να φιλοσοφήσουμε το νόημά της, αλλά να ζήσουμε την παρουσία του Θεού. Διότι αυτό είναι το νόημα της γιορτής. Να αφεθούμε στην αγάπη του Θεού. Στην πίστη ως ευλογία Του. Στο ότι δηλαδή μας καλεί να Τον εμπιστευθούμε διότι είναι παρών στη ζωή μας. Στις φανερές και αφανείς ευεργεσίες που έχουν γίνει για μας. Είναι δωρεά όμως η πίστη, διότι δεν την κατακτούμε ως μία γνώση που διαβάσαμε, αλλά ως μία αποκάλυψη, ως μία φανέρωση της Αλήθειας. Και γίνεται μεταμόρφωση της ύπαρξής μας η Αλήθεια που είναι ο Θεός, διότι το δώρο είναι χαρά, είναι ελπίδα, είναι ζωή. Τίποτε δεν είναι το ίδιο, αν περάσουμε από την συνήθεια της πίστης στην αποδοχή της δωρεάς της. Ότι είναι το σπουδαιότερο που μας δόθηκε: να συνειδητοποιήσουμε ότι είμαστε παιδιά του Θεού! Και είναι απόφαση η πίστη. Ότι θα αναζητούμε τον Θεό και το θέλημά Του πίσω από κάθε τι,  νικώντας τον εαυτό μας, κυρίως με την εμπιστοσύνη σε όποιον δρόμο κι αν μας καλεί να ακολουθήσουμε, ερχόμενοι σε ρήξη και αφήνοντας τελικά κατά μέρος ό,τι ο κόσμος και ο εαυτός μας μάς κάνουν να επιθυμούμε.
            Δεν είναι ησυχία η πίστη! Είναι μία συνεχής ανακαίνιση της ύπαρξής μας. Γι’ αυτό και η γιορτή είναι άδεια χωρίς την Εκκλησία!