“Ἐν παντί συνιστῶντες ἑαυτούς ὡς Θεοῦ διάκονοι…διά τῶν ὅπλων τῆς δικαιοσύνης τῶν δεξιῶν καί τῶν ἀριστερῶν” (Β᾽ Κορ. 6, 4 και 7)
“Με κάθε τρόπο συσταίνουμε τους εαυτούς μας ως υπηρέτες του Θεού…με τα όπλα της σωτηρίας τα επιθετικά καί τα αμυντικά”
Οι
άνθρωποι δυσκολευόμαστε αρκετά όταν αισθανόμαστε ότι καλούμαστε να
υπηρετήσουμε άλλους. Αισθανόμαστε ότι ζούμε ένα είδος δουλεία ότι
καλούμαστε να αφήσουμε στην άκρη τον εαυτό μας, τα χαρίσματά μας, το
δικαίωμα της αυτοδιάθεσής μας, για να ευχαριστήσουμε ή για να
ανταμειφθούμε. Και γι᾽ αυτό συνήθως η καρδιά μας δεν είναι πρόθυμη.
Ακόμη κι αν για λόγους επιβίωσης οφείλουμε να μην το δείχνουμε, στην
πράξη η διάθεσή μας είναι σκυθρωπή. “Τι να κάνω;”, λέμε μέσα μας.
Γι᾽
αυτό και η εποχή μας έχει χαρακτηριστεί ως εποχή δικαιωμάτων και
ελευθερίας. Ο πολιτισμός μας οριοθετεί μέχρι πού καλούμαστε να
υπηρετήσουμε τους άλλους και
μας λέει ότι δικαιούμαστε και να μας υπηρετούν ή να ανταμειβόμαστε για
τις υπηρεσίες μας. Και αυτό είναι μέχρις ενός σημείου υγιές. Διότι εντός
μας αναπτύσσεται ένα αίσθημα συμφέροντος, όταν έχουμε άλλους να μας
υπηρετούν, ένα αίσθημα βολέματος, ευχαρίστησης, και είτε εμείς
ασχολούμαστε με άλλα, είτε απολαμβάνουμε τις υπηρεσίες των άλλων
σχηματίζοντας για τον εαυτό μας την ιδέα του κυρίου, του αφεντικού, του
σπουδαίου. Από την άλλη, όταν βλέπουμε τις σχέσεις μας στην προοπτική
κυρίου και δούλου, ή έστω μισθωτού, τότε φεύγει από το προσκήνιο η χαρά της αγάπης, η οποία συνοδεύει την διακονία. Διότι δεν είναι μόνο υπηρεσία η διακονία. Είναι και αγάπη ή κυρίως αγάπη.
Πιστεύουμε
σε έναν Θεό ο Οποίος δεν μας ζητά να Τον διακονήσουμε, αλλά ο Ίδιος μας
διακόνησε και μας διακονεί. Έγινε άνθρωπος για μας και μας υπηρέτησε
καλύπτοντας όλες μας τις ανάγκες:
για νόημα ζωής, για σωτηρία από τον θάνατο, για υπέρβαση της ασθένειας,
για αγάπη, ακόμη και για τροφή. Ταπεινώθηκε πτωχεύοντας ως προς την
φύση Του, αφήνοντας πίσω το να είναι μόνο Θεός. Ταπεινώθηκε πλένοντας
στα πόδια των μαθητών Του τα πόδια όλων των ανθρώπων. Ταπεινώθηκε
ανεχόμενος όλη την αχαριστία που μπορούσε το ανθρώπινο γένος να βγάλει
από τα σωθικά του. Ταπεινώθηκε υφιστάμενος εκούσια τον θάνατο. Μας
διακόνησε δείχνοντας ότι δεν είναι η διακονία καταναγκασμός, αλλά
ελεύθερη εκλογή αγάπης που σώζει και χαροποιεί!
Στην
Εκκλησία λοιπόν καλούμαστε να μιμηθούμε τον Θεό, από αγάπη! Έτσι
γινόμαστε διάκονοι, υπηρέτες του Θεού. Και Τον υπηρετούμε αληθινά
αγαπώντας τον πλησίον μας. Αποκτώντας το γονεϊκό αίσθημα διακονίας για
όσους ανθρώπους μπορούμε. Όπως ο γονιός αφήνει στην άκρη τις δικές του
ανάγκες και προτάσσει την ανάγκη το παιδί του να ζήσει, να μεγαλώσει, να
βρει διεξόδους πορείας και δεν παύει να αγρυπνεί για το παιδί του,
προσευχόμενος, δίνοντας συμβουλές, αφήνοντας την αγάπη να φανεί
διακριτικά όπου δει, αλλά βάζοντας ως στόχο το παιδί να μεγαλώσει και να
αναλάβει ευθύνη για την ζωή του, διότι μόνο έτσι η διακονία έχει νόημα,
έτσι και ο καθένας μας καλείται να διακονήσει τον κάθε πλησίον του όσο
μπορεί. Να καλύψει ανάγκες, κυρίως αυτή για νόημα, αλήθεια και σωτηρία,
χωρίς να περιφρονεί την επιβίωση, και να προσεύχεται, να στηρίζει, να
κοινωνεί με τον άλλον τον Θεό!
Ο
απόστολος Παύλος αναφέρει ότι η διακονία χρειάζεται τα όπλα της
δικαιοσύνης, τα εκ δεξιών και τα εξ αριστερών. Είναι μία ωραία εικόνα
από τους ανθρώπινους πολέμους. Με το δεξί χέρι ο πολεμιστής κρατά το
δόρυ και το ξίφος και επιτίθεται. Με το αριστερό κρατά την ασπίδα και
αμύνεται. Ο απόστολος αναφέρει ότι γινόμαστε υπηρέτες του Θεού όταν
διακονούμε την δικαιοσύνη Του, που είναι η αγάπη για όλους τους
ανθρώπους, που είναι το θέλημα του Θεού όλοι οι άνθρωποι να σωθούν, να
ζήσουν δηλαδή την κοινωνία της ανάστασης και της συνάντησης μαζί Του.
Και η διακονία του Θεού γίνεται με τα εκ δεξιών όπλα, που είναι ο λόγος
για τον Θεό, ο λόγος της αληθείας, η προθυμία για προσφορά στον πλησίον,
χωρίς έγνοια για ανταλλάγματα, ενώ τα εξ αριστερών όπλα δεν είναι άλλα
από την ασπίδα της ταπείνωσης που μας προστατεύει τόσο από την καύχηση,
όσο και από την απογοήτευση! Ιδίως η τελευταία είναι ο πειρασμός όσων
αγαπούνε, όταν διαπιστώνουν την απόρριψη, την αδιαφορία, την αχαριστία!
Η
Εκκλησία δείχνει έναν άλλο δρόμο ως προς τις ανθρώπινες σχέσεις. Μας
καλεί να σμιλέψουμε χαρακτήρα διακονώντας με χαρά τον συνάνθρωπο, να
αναπαύουμε τον άλλο. Όσο αντέχουμε βεβαίως και με το αίσθημα ότι ο Θεός
δεν μας αφήνει. Η εποχή του εγωισμού, της ανταμοιβής, της εκμετάλλευσης,
της απαίτησης θα συναντιέται πάντοτε με την διακονία του Θεού και του
συνανθρώπου που είναι σταυρός. Μαζί όμως με τον σταυρό έρχεται πάντοτε η
ανάσταση!