Δευτέρα 31 Μαΐου 2021

ΠΕΡΙ ΤΡΙΩΝ ΠΡΑΓΜΑΤΩΝ ΜΗΝ ΒΙΑΖΕΣΑΙ ΝΑ ΜΙΛΑΣ

 

Περί τριών πραγμάτων μην βιάζεσαι να μιλάς:

Περί του Θεού – μέχρι να στερεώσεις την πίστη σ’ Αυτόν.
Περί της αμαρτίας του άλλου – μέχρι να θυμηθείς τη δική σου.
Περί της επόμενης ημέρας – μέχρι την αυγή της.

 Αγ. Νικολάου Βελιμίροβιτς

AΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΤΗΣ ΚΡΟΣΤΑΝΔΗΣ:ΚΑΘΕ ΑΝΘΡΩΠΟΣ ΕΧΕΙ ΤΟΝ ΠΥΡΕΤΟ ΤΗΣ ΑΜΑΡΤΙΑΣ

 

Κάθε άνθρωπος σ’ αυτή τη γη είναι άρρωστος.

Έχει τον πυρετό της αμαρτίας, την τύφλωση της αμαρτίας.

Η μανία της αμαρτίας τον καταβάλλει. Η αμαρτία όμως έχει σαν στοιχείο της την κακία και την υπερηφάνεια.

Γι’ αυτό και τον άνθρωπο που υποφέρει, που είναι άρρωστος από την αμαρτία, πρέπει να τον αντιμετωπίζουμε με καλοσύνη και αγάπη.

ΚΑΝΕΝΑΣ ΠΕΙΡΑΣΜΟΣ ΠΑΝΩ ΑΠΟ ΤΙΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ ΜΑΣ

 

"Οι πειρασμοί που αντιμετωπίσατε ως τώρα δεν ήταν παρά στα ανθρώπινα μέτρα σας. Κι ο Θεός, που κρατάει τις υποσχέσεις του, 
δε θα επιτρέψει σε κανέναν πειρασμό να ξεπεράσει τις δυνάμεις σας· αλλά, όταν έρθει ο πειρασμός, θα δώσει μαζί και τη διέξοδο, ώστε να μπορέσετε να τον αντέξετε." (Α' Κορ. ι' 13)
Όταν ο ίδιος ο Θεός σου δίνει μια τέτοια υπόσχεση, όταν μέσα στο Λόγο Του ,υπάρχει αυτή η συμφωνία, τότε δεν πρέπει να απογοητευόμαστε. Βέβαια ως άνθρωποι λυγίζουμε, τα χάνουμε και ραγίζουν οι αντοχές μας. Ναι, απόλυτα ανθρώπινο, εάν δεν ήταν έτσι θα σήμαινε ότι δεν είμαστε άνθρωποι αλλά θεοί. Άνθρωποι είμαστε και πέφτουμε κι όλας. Όμως κρατώντας την ελπίδα μας στον Χριστό μπορούμε χίλιες φορές να πέσουμε και χίλιες να σηκωθούμε. Όταν μάλιστα ακούς την φωνή Του να σε διαβεβαιώνει "δεν θα σε αφήσω να πονέσεις πάνω από τις δυνάμεις σου" τότε τι κάνεις; Αναθαρύνεις, γλυκαίνεται η πίκρα της καρδιάς σου, γεμίζεις δύναμη και κουράγιο και ας είσαι ακόμη στο σταυρό, εσύ ήδη μιλάς για την Ανάσταση.
Οσες φορές νιώσαμε ότι δεν αντέχαμε άλλο ήταν γιατί δεν γνωρίζαμε που μπορούμε να φτάσουμε. Είμαστε πλασμένοι για τον ουρανό και δεν μας χώρα ο θάνατος.

Ο ΑΓΙΟΣ ΕΡΜΕΙΑΣ

 

Τη μνήμη του Αγίου Ερμεία τιμά σήμερα, , η Εκκλησία μας. Ο Άγιος Μάρτυς Ερμείας, ζούσε στα Κόμανα της Καππαδοκίας την εποχή του αυτοκράτορα των Ρωμαίων Αντωνίνου Πίου.
 Είχε από νεαρή ηλικία ενταχθεί στα στρατεύματα του Καίσαρα και γρήγορα ξεχώρισε για την γενναιότητα, την ανδρεία και το αγωνιστικό του φρόνημα, τα οποία αντλούσε από την πίστη του στον Ιησού Χριστό.
Την περίοδο της βασιλείας του Μάρκου Αυρήλιου (138 – 161 μ.Χ.) ξέσπασε μεγάλος διωγμός κατά των χριστιανών, μεταξύ δε των πρώτων που συνέλαβαν, ήταν και ο Ερμείας, αγνοώντας και τις μεγάλες του υπηρεσίες στην πατρίδα αλλά και τα σεβάσμια γηρατειά του.
Οδηγήθηκε μπροστά στο Δούκα Σεβαστιανό, ο οποίος τον διέταξε να θυσιάσει τα είδωλα.
Ο Άγιος όμως ακλόνητος και ακατάβλητος, αρνήθηκε να προδώσει τον Κύριό του και να θυσιάσει στα μιαρά ειδωλολατρικά ξόανα.
Με τη γλυκύτητα δε πού τον διέκρινε, απάντησε στις προτροπές των τυράννων «Θα ήταν πολύ ανόητο σεβαστέ άρχοντά μου να αφήσω το φως και να προτιμήσω το σκοτάδι, να εγκαταλείψω την αλήθεια και να ασπασθώ το ψέμα, να παραιτηθώ από τη ζωή και να προτιμήσω το θάνατο. Θα ήταν λοιπόν παράλογο στο τέλος της ζωής μου να χάσω αυτά τα πολύτιμα αγαθά».
Τότε εξοργισμένος ο άρχοντας, διέταξε αφού τον βασανίσουν σκληρά, να τον ρίξουν στην πυρά. Με την επέμβαση όμως και τη χάρη του Θεού, ο Άγιος εξήλθε σώος και αβλαβής από όλα τα φρικτά βασανιστήρια. Τελικά αποκεφάλισαν χαρίζοντας του το στέφανο της δόξας το 160 μ.Χ.
Απολυτίκιο:
Ήχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.
Χριστώ στρατευσάμενος, τω Βασιλεί του παντός, γενναίως διέκοψας, τας παρατάξεις εχθρών. Ερμεία πανένδοξε συ γαρ εγκαρτερήσας, πολυτρόποις αικίαις, ήθλησας εν τω γήρα, ως του Λόγου οπλίτης, ω πρέσβευε Αθλοφόρε, σώζεσθαι άπαντας.

Κυριακή 30 Μαΐου 2021

"ΑΠΟ ΤΗΝ ΠΛΑΤΕΙΑ ΕΞΑΡΧΕΙΩΝ ΣΤΗΝ ΠΛΑΤΕΙΑ ΤΟΥ ΟΥΡΑΝΟΥ"

 

 Δεν είναι εύκολο να γράψεις για τον π. Ανανία Κουστένη, διότι δεν ήταν μια εύκολη περίπτωση. Ήταν «σημείον αντιλεγόμενον…» όπως άλλωστε και ο Χριστός μας, το οποίο ο Γέροντας Ανανίας αγάπησε και αφιέρωσε την ζωή του. Ο Χριστός και πάντες οι άγιοι υπήρξαν στην εποχή τους σημεία αντιλεγόμενα, ώστε να φανερώνεται η άλλη διαφορετική ματιά του Θεού από εκείνη του κόσμου. Ο Θεός είναι τελείως άλλο από τις αντιλήψεις και πεποιθήσεις του κόσμου, δρα ελεύθερα και αγαπητικά, και κυρίως δίδει την Χάρι Του, σε εκείνους που ο κόσμος  απορρίπτει, δεν υπολογίζει, αδικεί και περιφρονεί, σταυρώνει και τρελαίνει. Ο Θεός πάντα θα εκπλήσσει τον ορθολογισμό μας και θα ακυρώνει τον νομικισμό μας, τον δε ηθικισμό μας θα περιγελά, διαλέγοντας ως παιδιά του πόρνες, τελώνες και ληστές. 

 

Γι’ αυτό και στο πρόσωπο του Γέροντα Ανανία διχάστηκαν πάντες, γιατί ήταν ένα τέτοιο αγαπημένο παιδί του Χριστού. Οι ηθικιστές δεν μπορούσαν να χωνέψουν τις πτώσεις και αδυναμίες του, οι νομικιστές δεν άντεχαν την ελευθερία του, καρπό του Αγίου Πνεύματος, και οι προοδευτικοί τις εθνικές και πατριωτικές αναφορές του. Όμως ο Γέροντας ήταν κάτι πέρα και πάνω από όλα αυτά. Ήταν άνθρωπος του Θεού, φίλος του Χριστού, δοχείο του Αγίου Πνεύματος. Δεν ήταν ανάγκη να τον ερμηνεύσεις ή εξηγήσεις, αλλά τον ζήσεις. 

 

Με κουράζουν απίστευτα οι άνθρωποι της θρησκείας που θέλουν για όλα απαντήσεις και δεν μπορούν τίποτα να ερωτευθούν, σε τίποτε να αφεθούν. Τον Θεό όμως ποτέ δεν θα καταφέρουν να τον ελέγξουν. Γιατί ο Θεός δεν χωράει στην μεζούρα τους. Το ίδιο και οι άγιοι του. Τον παπά Ανανία δε μπορούσες να τον ελέγξεις, να τον ορίσει και κατατάξεις. Εκεί που νόμιζες ότι τον έχεις καταλάβει μια σαλότητα του έφερνε την ανατροπή. Εκεί που έλεγες είναι άγιος ως άλλος καυσοκαλιβίτης έκαιγε την φήμη του, ως γνήσιος Εξαρχειώτης έσπαγε την βιτρίνα του και έφευγε. Εκεί που έλεγες είναι σαλός τα μάτια και η μορφή του, η πλουσία Χάρις πάνω του, σε πληροφορούσαν εδώ κάτι άλλο συμβαίνει. Άντε να βγάλεις άκρη. Μα αυτό ήθελε και εκείνος, να μην βγάζουν άκρη μαζί του, για να πέσουν όλοι στην αγκαλιά του Χριστού. 

 

Θυμάμαι η πρώτη φορά που τον συνάντησα ήταν γύρω στο 1996 στην Αθήνα. Εγώ πνιγμένος μέσα στις θρησκευτικές ενοχές και φοβίες, που είχαν φροντίσει εντέχνως να καλλιεργήσουν στην ψυχή μου όλοι εκείνοι που ο όπως αναφέραμε αισθάνονται ότι κατέχουν και δεν μετέχουν του Θεού. Μου άνοιξε ο ίδιος την πόρτα του μικρού διαμερίσματος του. Δεν θα ξεχάσω ποτέ το φως του προσώπου του. Με τύφλωσε στην κυριολεξία. Έπαθα σοκ, εκεί στην πόρτα, είχα παραλύσει μπροστά στην Χάρη που είχε πάνω του. Φως παντού, φως γεμάτος φως. Το ίδιο φως συνάντησα δυο φορές ακόμη στην ζωή μου, στο πρόσωπο του Οσίου Γέροντος Ευμενίου Σαριδάκη, την ημέρα της κηδεία του, και σε ένα ησυχαστή γέροντα, ανώνυμο και άγνωστο στο Άγιον Όρος. Περάσαμε στο μικρό δωματιάκι του. Παντού βιβλία πεταμένα, εικόνες ασύμμετρα βαλμένες στο τοίχο, άγιοι και αμαρτωλοί, ήρωες του '21, κλεφτουριά και ποιητές, κεριά και λιβάνια, όλοι και όλα μαζί, σε ένα πάζλ αναστάσιμης αντίστασης και ρήξης με τον θάνατο. Ακαταστασία μέγιστη, ώστε να θυμίζει ότι οφείλουμε διαρκώς να φροντίζουμε την εσωτερική μας τακτοποίηση. 

 

Τότε όπως ανέφερα ήταν η εποχή που ο θρησκευτικός χώρος με είχε πνίξει στις ενοχές και μεταφυσικές απειλές. Φοβόμουν και την σκιά μου. Παντού έβλεπα την κόλαση, διαβόλους και αμαρτίες. Δεν μπορούσα να χαρώ με τίποτα. Μου είχαν μεταφέρει μια βαθιά ενοχή για τα πάντα, που ήμουν άνθρωπος, νέος, που ζούσα και αγαπούσα την ζωή. Όχι έπρεπε να την μισήσω χάριν κάποιας άλλης. Πέρασα και έπαθα πολλά για να καταλάβω με την βοήθεια του Αγίου Πορφυρίου, ότι την ζωή την χαιρόμαστε, δεν την καταστρέφουμε αλλά την μεταμορφώνουμε εν Χριστώ σε χαρά και δοξολογία, σε πρόγευση της αιώνια ουράνιας λιακάδας. 

 

Ο παπά Ανανίας μου έδωσε πίσω την ζωή. Με πήρε από το χέρι και μου έδειξε έναν άλλον Θεό, μια άλλη εκκλησία, ένα Χριστό φίλο κι αδελφό, ζωή, χαρά και φως. Ποτέ δεν θα ξεχάσω τα λόγια του, που με σημάδεψαν και με λύτρωσαν όσο τίποτε άλλο στην ζωή μου, « το ύφασμα σου ήταν από μετάξι, στο τράβηξαν και σκίστηκε, εγώ θα στα ξαναράψω αλλά θα φαίνεται για πάντα η ουλή». Όχι δεν θέλησε να γίνει γέροντας ή πνευματικός μου. Τίποτε από αυτά. Απλά με άκουγε επι χρόνια στο τηλέφωνο. Εγώ Κρήτη αυτός Αθήνα. Αλλά ερχόταν τόσο κοντά στην ψυχή μου. Όταν πάτησα κάπως στα πόδια μου, ως ελεύθερος άνθρωπος που ήταν, τραβήχτηκε. Χάθηκα κι εγώ, μα πάντα τον κουβαλούσα μέσα μου. Τον είδα ξανά πριν τέσσερα χρόνια και πάλι στο κελί του. Είχα πάει αυτή την φορά να τον ρωτήσω εάν θα πρέπει να συνεχίσω να μιλάω και να γράφω ή να κάτσω σε μια άκρη. 

 

Ο Ανανίας με ελευθέρωσε. Μου έδωσε το δικαίωμα να είμαι ο εαυτός μου. Ξερίζωσε τις ενοχές και τους φόβους μου, μου είπε ΖΗΣΕ, ελευθέρωσε την συνείδηση μου εν Χριστώ. Σε μια δύσκολη στιγμή της ζωής μου ήταν εκεί με αγάπη και αποδοχή, γι αυτό και εγω τώρα είμαι εδώ και γράφω αυτές τις γραμμές, ως ελάχιστο αντίδωρο στην μεγάλη αγκαλιά του. Γιατί αυτό ήταν ο παπά Ανανίας μια μεγάλη αγκαλιά για όλους και όλα.

« Όλοι μια αγκαλιά θέλουμε....! 

Ο αιώνας αυτός που διανύουμε είναι αιώνας του Θεού.

Ο αιώνας της Εκκλησίας.

Ο αιώνας της μετανοίας!

Ο αιώνας της προκλητικής αγάπης του Θεού.

Ο αιώνας της επιστροφής των ασώτων και παραστρατημένων στον μεγάλο μας Πατέρα. Στην Αγία μας Εκκλησία που είναι η αγκαλιά του Χριστού. Όλοι μια αγκαλιά θέλουμε. Όλοι μια αγκαλιά γυρεύουμε. Ε, αυτή είναι του Χριστού η αγκαλιά, Ο Οποίος τη στήνει στα τρίστρατα της ζωής μας.» 

ΑΛΛΟΥ ΕΙΝΑΙ Η ΠΗΓΗ...ΑΛΛΟΣ ΕΙΝΑΙ ΤΟ ΥΔΩΡ ΤΟ ΖΩΝ!

 

Αύριο Κυριακή της Σαμαρείτιδος….
Πόσα ‘’χιλιόμετρα’’θα περπατήσουν οι ματωμένοι πόδες Σου Χριστέ μου για να μας συναντήσεις κάτω από τον καυτό ήλιο των παθών μας....
Δείξε μου Χριστέ,τι βλέπεις εις εμέ,κι ακόμα τρέχεις προς εμέ,κι ακόμα αγωνιάς για εμέ,
κι ακόμα υποφέρεις από εμέ,κι ακόμα Αγαπάς με….
Και τούτος ο λόγος Σου:«Ἐάν τις διψᾷ,ἐρχέσθω πρός με καὶ πινέτω» …..
Τόσο απλός και ξεκάθαρος….
Πόσο διψά η ψυχούλας μας και μεις την σέρνουμε δεξιά κι αριστερά σε πηγές με λιμνάζοντα νερά….
Αλλού είναι η Πηγή…..Άλλος είναι το Ύδωρ το Ζων! 

Η ΑΓΑΠΗ ΠΡΟΣ ΤΟΝ ΧΡΙΣΤΟΝ ΕΙΝΑΙ Η ΠΙΟ ΑΞΙΟΠΙΣΤΗ ΒΕΒΑΙΩΣΗ ΤΗΣ ΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ ΜΑΣ

 

Η ακηδία, η λύπη, η καταπόνηση οπωσδήποτε θα σε επισκέπτονται, όπως και κάθε άνθρωπο. Το κυριότερο θέμα είναι πώς εμείς τις αντιλαμβανόμαστε.

Σου έγραψα ήδη, μου φαίνεται, ότι αν ζούμε τις καταστάσεις μας ως «ατομικές» μας μόνο, τότε η ψυχή στο τέλος όλων πτωχεύει και γίνεται άκαρπη, ενώ η ζωή χάνει το νόημά της και γίνεται αφόρητα οχληρή. Ο σκοπός μας, τον οποίο έχει θέσει μπροστά μας το Ευαγγέλιο, είναι να γίνουμε παγκόσμιες υποστάσεις, να φέρουμε μέσα μας όλο τον κόσμο, να ζήσουμε όλο το βάθος της ιστορίας του κόσμου, και επάνω απ’ όλα του Ανθρώπου. Όλη δηλαδή η ανθρωπότητα είναι αυτό το «Εγώ», και όλη η ιστορία είναι η ζωή μου.

Κάθε οδύνη, κάθε χαρά, κάθε άλλο βίωμα αγάπης, δυσαρέσκειας, χαράς, λύπης, ελπίδας, απογνώσεως, κάθε εμπειρία πλούτου, φτώχιας, πείνας, κορεσμού, φόβου, εξουσίας, εκβιασμού, ταπεινώσεως, πάλης, μη αντιστάσεως… και όλων των λοιπών είναι για μάς αποκάλυψη αυτού που διαδραματίζεται στον Ανθρώπινο Κόσμο. Μέσα λοιπόν από την προσωπική μας πείρα, που φαίνεται τόσο μικρή και εφήμερη, θα γνωρίσουμε το Είναι στο πλήρωμα του, όσο μας είναι εφικτό. Ακολουθώντας τον δρόμο αυτό, αντιδρώντας με τον τρόπο αυτό, ετοιμαζόμαστε για την πρόσληψη του Πνεύματος του Χριστού, ο οποίος μάς φανέρωσε την εικόνα της τελειότητας των υιών του Θεού. Και όταν γινόμαστε οι ίδιοι «κατ’ εικόνα Του», νικούμε τον κόσμο, γινόμαστε υπερκόσμιοι, παγκόσμιοι και εξωκόσμιοι κατά το μέτρο της εξομοιώσεως μας προς τον Χριστό.

Δεν είμαστε σε θέση να επιζητούμε πόνο, παθήματα. Είναι φυσικό για κάθε ζωντανό ον να επιθυμεί τη χαρά, την αγάπη, το φως. Έχοντας όμως διδαχθεί από τον Θεό, δεν δειλιάζουμε μπροστά στα παθήματα, γιατί με αυτά και εμείς πλουτίζουμε με τη γνώση της αιωνιότητας, κερδίζουμε τη ζωή που αγκαλιάζει τα πάντα. Με τον ίδιο λοιπόν τρόπο ετοιμαζόμαστε και για την εμπειρία του θανάτου, για να γίνουμε ικανοί να προσλάβουμε την «κρείττονα ανάστασιν» (Εβρ. 11,35).

Βέβαια στο κέντρο όλων βρίσκεται για μάς ο Χριστός, Θεός και Άνθρωπος. Χωρίς Αυτόν παραμένουμε στο σκοτάδι. Χωρίς Αυτόν είμαστε ανίκανοι να διακρίνουμε πού εμφανίζεται η «αμαρτία», δηλαδή η έκπτωση από τη Θεία Αγάπη του Πατρός. Ήδη προ πολλού πρέπει να έχουμε εγκαταλείψει την αφελή αντίληψη της αμαρτίας. Η αμαρτία είναι ρήξη της σχέσεώς μας με τον Θεό, ο οποίος είναι το απόλυτο Φως, η απόλυτη Γνώση, η απόλυτη Αγάπη. Με Αυτόν δεν μπορεί να συνδεθεί τίποτε αταίριαστο. Αν θέλουμε να είμαστε μαζί του και εν Αυτώ, πιστά τέκνα Του, τότε πρέπει και εμείς να είμαστε Άγιοι, όπως και Αυτός είναι Άγιος.

Αν εμείς δεν είμαστε τέτοιοι, τότε λυπούμαστε για τον ίδιο τον εαυτό μας, στεκόμαστε στα όρια της απογνώσεως, με τον φόβο μήπως χάσουμε για πάντα την υιοθεσία και τη διαμονή στο απέραντο Φως. Εμείς όμως δεν πηγαίνουμε πέρα από το όριο αυτό. Απορρίπτουμε την πλήρη απόγνωση. Έτσι, η ζωή του Θεού, αν και όχι στο πλήρωμά της, διαφυλάσσεται μέσα μας, και εμείς με τον ένα ή τον άλλον τρόπο θα φτάσουμε στην τέλεια νίκη. Η αγάπη προς τον Χριστό είναι η πιο αξιόπιστη βεβαίωση της Αναστάσεώς μας. Και εσύ Τον αγαπάς, και δεν υπάρχει για σένα οδός ακηδίας. Τα τελευταία λόγια τα είπε κατά κάποιο τρόπο ο όσιος Σεραφείμ πριν από ενάμιση αιώνα…

Ο ΟΣΙΟΣ ΙΣΑΑΚΙΟΣ Ο ΟΜΟΛΟΓΗΤΗΣ ΚΑΙ ΗΓΟΥΜΕΝΟΣ ΤΗΣ ΜΟΝΗΣ ΔΑΛΜΑΤΩΝ

 


Τη μνήμη του τιμά σήμερα, 30 Μαΐου, η Εκκλησία μας. Ο Όσιος Ισαάκιος καταγόταν από την Συρία και έζησε στα χρόνια του βασιλιά Ουάλη (364 μ. Χ.), που ήταν υποστηρικτής των Αρειανών.
Κάποτε οι Οστρογότθοι, παρά την απαγόρευση της κυβέρνησης, κατασκήνωσαν στη Θράκη και απειλούσαν την Κωνσταντινούπολη. Τότε ο Ουάλης αναγκάσθηκε να βαδίσει εναντίον τους. Ο Ισαάκιος, που ήταν ηγούμενος στη Μονή Δαλμάτων, βγήκε και συνάντησε τον πολέμιο των ορθοδόξων Ουάλη, και αφού έπιασε από τα χαλινάρια το άλογο του, του είπε: «Άπόδος ταις ποίμναις τους αρίστους νομέας και λήψη την νίκην άπονητί ει δε τούτων μηδέν δεδρακώς παρατάξαιο, μαθήσει τη πείρα ότι σκληρόν το προς κέντρα λακτίζειν ούτε γαρ έπανήξεις και προσαπολέσεις την στρατιάν» (Πράξεις των Αποστόλων, κστ’ 14).
Δηλαδή, δώσε στά ποίμνια τους άριστους ποιμένες και χωρίς κόπους θα πάρεις τη νίκη. Αν, όμως, δεν αποδεχθείς αυτά που σου λέω και δε συμφωνήσεις μαζί τους, θα μάθεις από την πείρα ότι είναι σκληρό πράγμα να κλωτσάς στα καρφιά. Διότι ούτε εσύ πρόκειται να γυρίσεις από τον πόλεμο, και σύντομα θα χάσεις και το στράτευμα.
Ο Ουάλης όχι μόνο δεν πείσθηκε από τα λόγια του ηγουμένου, αλλά αφού τον ειρωνεύθηκε, τον έριξε μέσα σε ένα κρημνώδες φαράγγι. Ο Ισαάκιος από θαύμα δεν έπαθε απολύτως τίποτα. Ο δε Ουάλης έπαθε αυτά που προφήτευσε ο Άγιος ηγούμενος.
Στις 9 Αυγούστου του 378 μ.Χ., διεξήχθη γύρω από την Αδριανούπολη σφοδρή μάχη, κατά την οποία ο αυτοκρατορικός στρατός κατατροπώθηκε, αφού φονεύθηκαν πολλοί από τους άριστους στρατηγούς του. Ο Ουάλης, καταφεύγοντας εντός αχυρώνος, για να σωθεί, κάηκε ζωντανός, μαζί με τον αρχιστράτηγό του.
Ως ηγούμενος παρευρέθηκε στη Β’ Οικουμενική Σύνοδο, που συνήλθε στην Κωνσταντινούπολη το 381 μ.Χ., συντελώντας τα μέγιστα στην επιτυχία αυτής.
Προαισθανόμενος το τέλος του, αφού διόρισε διάδοχό του τον Όσιο Δαλμάτιο (τιμάται 3 Αυγούστου), κοιμήθηκε με ειρήνη σε βαθύ γήρας το 396 μ.Χ.
Η μνήμη του Οσίου Ισαάκιου επαναλαμβάνεται και στις 3 Αυγούστου.
Απολυτίκιο:
Ήχος γ’. Θείας πίστεως.
Τύπος πέφηνας, τής εγκρατείας, καί εδραίωμα, τής Εκκλησίας, Ισαάκιε Πατέρων αγλάϊσμα εν αρεταίς γάρ φαιδρύνας τόν βίον σου, Ορθοδοξίας τόν λόγον ετράνωσας. Πάτερ Όσιε, Χριστόν τόν Θεόν ικέτευε, δωρήσασθαο ημίν τό μέγα έλεος.

Σάββατο 29 Μαΐου 2021

ΣΧΟΛΙΟ ΣΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ(ΤΗΣ ΣΑΜΑΡΕΙΤΙΔΟΣ)

 

Ο Χριστός συνομιλεί με την Σαμαρείτιδα. Από πίνακα του δανού ζωγράφου Carl Bloch (1834-1890).Το σημερινό Ευαγγέλιο μας μεταφέρει στη Σαμάρεια της Παλαιστίνης και συγκεκριμένα στο «φρέαρ τοΰ Ιακώβ». Εδώ θα δούμε τον Κύριο να οδοιπορεί, να κουράζεται και να διψά «τήν των πλανεμένων επιστροφήν». Η σωτηρία του ανθρωπου ήταν η πείνα και η δίψα Του. «Βρώμα Του και πόμα Του» (=τροφή και ποτό Του) είναι να εκπληρώσει το θέλημα τοϋ Πατέρα Του, να σώσει τον άνθρωπο. Κάθεται στο πηγάδι, όχι για δική Του άνεση, αλλά για να «ζητήση και σώση» ένα άπολωλός πρόβατο Του, τη γνωστή Σαμαρείτιδα, από το Βάρος της αμαρτίας και να την ποτίσει άπό την πηγή του «ζώντος ύδατος».

1. Συνάντηση με τη Σαμαρείτιδα

Ή Σαμαρείτιδα ήρθε άπό το σπίτι της να πάρει νερό άπό το πηγάδι να δροσίσει το σώμα της και συνάντησε τον Χριστό, ό όποιος συνωμίλησε μαζί της. Όλη ή ζωή της και ή ελαχίστη λεπτομέρεια, ήταν μπροστά Του γυμνή, ολοφάνερη. Δεν την εκθέτει όμως. Δεν την προσβάλλει. Δεν της είπε πώς είναι πολύγαμη, ουτε πώς ζεϊ παράνομα. Ή αγάπη δεν τα επιτρέπει αυτά, γιατί «πάντα στέγει» (=όλα τα σκεπάζει). Την βλέπει πώς είναι διψασμένη στο σώμα, αλλά και η ψυχή της διψά τον Θεό. Βρίσκεται στον άδη των παθών της αμαρτίας. Είχε ανάγκη, όχι μόνο άπό τη δροσιά του πηγαδιού, αλλά και από το «ζών ύδωρ» του Αγίου Πνεύματος, για να δώσει ζωοποιό κίνηση στη νεκρωμένη ψυχή της, την ξηρή και άγονη για το καλό, όπως την έκανε η κακουργία του διαβόλου.

Την πλανούσε ό μισάνθρωπος να νομίζει, πώς θα γεμίσει την ψυχή της και θα βρει πλήρωμα ζωής στις πρόσκαιρες σαρκικές απολαύσεις και ηδονές. Ήταν δούλη και λάτρις στα πάθη αυτά, αλλά πάντα στερημένη άπό την εσωτερική ανάπαυση, γιατί αυτή μόνο ό Θεός τη δωρίζει. Δοκίμασε όλα τα αισθητά και τα γήϊνα, πού δίνουν τρυφή στη σάρκα. Γνώρισε πέντε άνδρες, τους άφησε, ζουσε με έκτο, χωρίς να βρει το πλήρωμα της ζωής, γιατί της έλειπε το πνευματικό και ουράνιο. Τώρα λοιπόν συναντιέται με τον μοναδικό Νυμφίο, ό όποιος θα την καλέσει σε γάμο άφθαρτο και αμίαντο, σε αγαπητική σχέση και κοινωνία μαζί Του, πού είναι πηγή ζωής αιωνίας και παντός αγαθού.

Ο διάλογος πού αρχίζει ό Χριστός μαζί της, φανερώνει πώς, έκτος από τα αισθητά και τα γήϊνα πού την ενδιέφεραν, είχε και άλλες αναζητήσεις. Ζήτησε άπό τον Χριστό το «ύδωρ το ζών», πού γι’ αυτήν ήταν νερό φυσικό, ενώ για τον Χριστό ήταν η Χάρις του Αγίου Πνεύματος. και όταν αντιλήφθηκε πώς ο συνομιλητής της δεν ήταν απλός άνθρωπος, αλλά κάποιος Προφήτης, ζήτησε να πληροφορηθεί για τη λατρεία του Θεου. τον αληθινό Θεό βέβαια δεν τον γνώριζε και τη θέση Του στη ζωή της την πήραν τα αμαρτωλά πάθη, τα οποία την κυβερνούσαν. Γνώριζε μόνο μια τυπική λατρεία του Θεου, την «έν τόπω», σύμφωνη με τον Νόμο και ζητά άπό τον Χριστό να της πε, ποιος είναι ό αληθινός τόπος της λατρείας του Θεου. Ασφαλώς η Σαμαρείτιδα δεν μπορουσε να καταλάβει, πώς η ακόλαστη ζωή και η λατρεία του σώματος της, απέκλειαν τη λατρεία του Θεου. Νόμιζε πώς μπορουν και τα δυο να συνυπάρχουν, φτάνει να μάθει τον τόπο. Αν είναι το όρος Γαριζείν η ό Ναός του Σολομώντος.

2. Η νομική λατρεία

Η λατρεία αυτή δεν προέρχεται άπό τα μυστικά Βάθη της ανθρώπινης ψυχής. Είναι η φαινόμενη λατρεία, η εξωτερική, η «κατά Νόμον». Οπωσδήποτε όμως αυτό πού ζήτησε η Σαμαρείτιδα, δεν είναι κάτι για το σώμα, για το κάλλος, για την υγεία η για χρήματα, αλλά κάτι διαφορετικό, για την πίστη. Φαίνεται πώς κάτι καινούργιο ξεκινά μέσα της. Κάτι αναμένει να της αποκαλύψει ό Χριστός. Ξέρει κάτι και επείγεται να δεχθεί την τελειότερη γνώση, παρατηρούν οι Πατέρες.

Ο Χριστός δεν της άπαντα για τον τόπο της λατρείας, γιατί μ’ αυτή τη λατρεία δεν εύαρεστείται ό Θεός, άφου δεν σώζει τον άνθρωπο. Θα την οδηγήσει «θεοπρεπέστατα» να αντιληφθεί, πώς ό άνθρωπος είναι ό αληθινός «τόπος» λατρείας, στον όποιο ευαρεστείται ό Θεός. και σ’ αυτό πρέπει να στοχεύει. Λατρεία πού ασχολείται με «τόπους», με προσφορές θυσιών ζώων η καρπών της γης και δεν ελευθερώνει τον άνθρωπο άπό τη δουλεία των παθών, δεν αρέσει στον Θεό.

Ο λαός του Ισραήλ είχε πολλούς γειτονικούς λαούς, πού λάτρευαν τα είδωλα και ήταν δυνατό να παρασυρθεί στη λατρεία των ειδώλων. Ο Θεός λοιπόν «διά την των Ιουδαίων παχύτητα και ασθένειαν», πού δεν ήταν σε θέση να καταλάβουν, ότι ό «Θεός είναι πνεύμα», κατά παραχώρηση, δέχθηκε τις διάφορες θυσίες του Ισραήλ για να συντηρήσει την πίστη του σε ένα Θεό, καθώς και για να τον προετοιμάσει να δεχθεί τη μόνη θυσία πού σώζει, του «Αμνού του Θεού, του αίροντος την άμαρτίαν του κόσμου». η νομική λατρεία ήταν παιδαγωγική, με προοπτική τον ερχόμενο Χριστό.

Παρόλη τη συγκατάβαση του Θεου σ’ αυτού του είδους τη λατρεία, με τους Προφήτες Του καλουσε τον Λαό Του στην πνευματική λατρεία, τη συμμετοχή της καρδίας και όχι μόνο του σώματος, πού πρόσφερε την τυπική θυσία. Ό Θεός με τους Προφήτες εκφράζει το παράπονο, ότι ό Λαός Του τον τιμά μόνο «τοις χείλεσι» (=μέ λόγια) «ή δε καρδία αυτού πόρρω απέχει» (=βρίσκεται πολύ μακρυά) άπ’ Αυτόν.

Η νομική λατρεία, χωρίς την εσωτερική συμμετοχή, δεν είναι τίποτε. Δεν βοηθεϊ τον άνθρωπο να αποφύγει την αμαρτία και να συνδεθεί με τον Θεό. η Σαμαρείτιδα π.χ. ζούσε στον βυθό της αμαρτίας και αυτό δεν την προβλημάτιζε. και θεωρούσε κακό να δώσει λίγο νερό στον συνομιλητή της. Ακόμη και να ήταν Ιουδαίος, όχι μόνο δεν θα τη μόλυνε, αλλά θα την βοηθούσε να αφήσει τη σκληρότητα της και να επιδείξει αγάπη στον συνάνθρωπο της, ανεξάρτητα από την εθνικότητα του. Ο Θεός δηλαδή δεχόταν τις θυσίες και τους «τόπους» της λατρείας, με την προυπόθεση ότι ο Λαός θα επιδιώκει την αγιότητα στη ζωή του, όπως άγιος είναι και ο Θεός.

Όταν ο άνθρωπος δουλεύει στα πάθη του, δεν μπορεί να δουλεύει και να λατρεύει και τον Θεό. Γι΄ αυτό δεν απαντα στην απορία της Σαμαρείτιδας, γιατί ο τόπος πού αναζητά δεν την ξεδιψά, δεν έχει σχέση με τη σωτηρία της. Τόπος θα γίνει η ίδια. Αυτό πρέπει να επιδιώξει. Όχι τόπον θυσίας, αλλά να γίνει η ίδια θυσία ζώσα, ευάρεστος τώ Θεώ».

3. Λατρεία «εν πνεύματι και αληθεία»

Ο Χριστός θα βοηθήσει τη Σαμαρείτιδα να υπερβεί τον τύπο και να δεχθεί την ουσία, την «δωρεάν του Θεού». Να αφήσει την προσκόλληση στα επίγεια, πού μοιάζουν με το νερό του πηγαδιού, πού το πίνει και πάλι διψά και να δεχθεί τα ουράνια, τη Χάρη του Αγίου Πνεύματος, πού είναι «ύδωρ ζωής», πληρότητα ζωής, ύδωρ αφθαρσίας και αθανασίας. Με την αναφορά του αυτή ο Κύριος θα την οδηγήσει σε Μετάνοια και θα την προσανατολίσει στον Θεό και το θέλημα Του.

Αφήνει λοιπόν τον τόπο, πού ζητά η Σαμαρείτιδα, τόσο το όρος Γαριζείν όσο και τον Ναό του Σολομώντος και για να την κάνει να δώσει ιδιαίτερη προσοχή σ΄αυτά πού θα της αναφέρει, πού είναι η ουσία της σωτηρίας, της λέγει: «Γύναι, πίστευσόν μοι…». Με αυτές τις λέξεις «καταρτίζει την πίστιν της γυναικός και την οδηγεί επί την πνευματικωτέραν λατρείαν», σχολιάζει Ο ιερός Χρυσόστομος. και συνεχίζει: «Προσέξετε, πώς λίγο-λίγο ανεβάζει ανάλαφρα την ψυχή της στον ουρανό. Χωρίς να λογαριάζει την ιδιότητα της πόρνης, γίνεται διάκονος της σωτηρίας της ψυχής της». και συνεχίζει ο Κύριος: «Έρχεται ώρα ότε, ούτε έν τώ όρει τούτω, ούτε έν Ίεροσολύμοις προσκυνήσετε τώ πατρί… έρχεται ώρα και νύν έστί, ότε οι αληθινοί προσκυνηταί προσκυνήσουσι τώ πατρί έν πνεύματι και αληθεία· και γάρ Ο πατήρ τοιούτους ζητεί τους προσκυνουντας αυτόν. Πνεύμα Ο Θεός, και τους προσκυνουντας αυτόν έν πνεύματι και άληθεία δεϊ προσκυνεΐν». Δεν περιορίζεται δηλαδή σε λόγια και σε τόπους και νομικές διατάξεις η αληθινή λατρεία του Θεου.

Ο Χριστός με τη θυσία Του ξεπέρασε τη λατρεία του Νόμου. Η «ώρα» για την οποία μιλά ο Χριστός, ότι ήλθεν, είναι Ο καιρός της ενανθρωπήσεως, της θυσίας Του και της Αναστάσεως Του. Ο νέος Ναός, στον όποιο λατρεύεται ο Θεός, είναι το «σταυρωθέν και ταφέν και άναστάν» Σώμα Του. το εξηγεί ο Ευαγγελιστής Ιωάννης: «Ο Ιησους έλεγε περί του ναου του σώματος αυτού», όταν είπε: «λύσατε τον ναόν τούτον και έν τρισίν ημέραις εγερώ αυτόν».

Τώρα λοιπόν, τόσο το Γαριζείν όσο και ο Ιουδαϊκός Ναός των Ιεροσολύμων, καταργουνται ως τόποι λατρείας και μαζί τους οι νομικές διατάξεις για Σάββατα, για θυσίες, για μόσχους και αμνούς και περιτομήν. «Τα αρχαία παρήλθεν, ιδού γέγονε καινά πάντα». η «σκιά του Νόμου» μεταποιείται τώρα σε λατρεία πνευ ματική, «έν πνεύματι και αληθεία». η πνευματική λατρεία είναι θεοπρεπής. Ο πνευματικός άνθρωπος λατρεύει τον Θεό και αποβλέπει στην «οικειότητα Θεού», στη σχέση και κοινωνία μαζί Του και διαλάμπει πνευματικά με τα έργα της αρετής του.

Ο Χριστός λοιπόν με «σοφίαν αρίστην» (ιερός Χρυσόστομος) εισάγει τη Σαμαρείτιδα στον νέο τρόπο λατρείας, πού ταυτίζεται με τον πνεύμα τικό τρόπο ζωης. η Σαμαρείτιδα τώρα καλείται σε αλλαγή, σε Μετάνοια, σε εγκατάλειψη του παλιού τρόπου ζωής, στη νέκρωση των παθών, του σαρκικου φρονήματος, πού είναι η περιτομή της καρδίας, στην υπέρβαση των γήινων απολαύσεων. Όλα αυτά μοιάζουν με το νερό του πηγαδιού, πού σταματά την αισθητή δίψα προσωρινά. Τώρα χρειάζεται η καθαρότητα του νου, της ψυχής ολόκληρης για να δεχθεί το ανώτερο νερό, το «υδωρ το ζών», μια άλλη απόλαυση διαρκείας, αθανάτου ζωής, πού είναι η Χάρις του Αγίου Πνεύματος.

Ο πνευματικός άνθρωπος, πού παλαίει να νεκρωθεί από τα πάθη του, συμμετέχει στα πάθη και τον Σταυρό του Κυρίου και ανίσταται και ζωοποιείται με τη συμμετοχή στο Σώμα και το Αίμα του Κυρίου. Γίνεται «έκ νεκρών ζών», γιατί η Ανάσταση πάντοτε ανατέλλει «έκ του τάφου». Αυτή πλέον είναι εισαγωγή σε ένα άλλο τρόπο ζωής, πού υπερβαίνει τη φυσική ζωή, τα αισθητά πράγματα και προχωρεί από την προσωρινότητα στην αιωνιότητα. Γι’ αυτό και η Εκκλησία από την ίδρυσή της, στα κοινά δείπνα πού ωργάνωνε γά τους πιστούς, δεν αρκείτο μόνο στην τροφή πού προσφερόταν και έδινε πρόσκαιρη ζωή, αλλά έπεσφράγιζε τις «αγάπες» (=τά κοινά δείπνα) με την «Κλάσιν του Άρτου», δηλαδή με τη θεία Ευχαριστία, πού δίνει «ζωήν αίώνιον».

Με άλλα λόγια, το έν «πνεύματι και άληθεία» είναι η άρχή, αλλά και Ο τελικός σκοπός της Λατρείας του «καινου αιώνος», πού αρχίζει με τον Χριστό. το «πνεύματι» αναφέρεται στο Αγιο Πνεύμα και το «άληθεία» στον Χριστό. Επομένως για να λατρεύσει η Σαμαρείτιδα τον Θεό, αλλά και ο κάθε άνθρωπος, προυποθέτει ζωήν «έν Χριστώ και Αγίω Πνεύματι». Αυτό όμως αποτελεί και τον σκοπό, στον όποίο αποβλέπει η λατρεία.

4. Η μεταστροφή

Η Σαμαρείτιδα «εστράφη εις τα οπίσω», στην επανάκτηση του αρχαίου κάλλους, στην οδό της θεώσεως, όπου την κάλεσε θεο-πρεπέστατα, Ο «καλέσας αμαρτωλούς εις μετάνοιαν». Πήγε να καλέσει τους συμπατριώτες της να δούν τον Χριστό και «άφηκε την υδρίαν αυτής» στο πηγάδι, δηλαδή τη στάμνα πού περιείχε το φυσικό νερό. Δεν τη μετέφερε στο σπίτι της. Αυτό δεν σημαίνει, πώς δεν θα ξαναέπινε νερό. Είναι κάτι συμβολικό. το σημειώνει όμως ο Ευαγγελιστής, για να δείξει τη μεταστροφή της. Προτίμησε δηλαδή τη ζωή του Χρίστου από τη ζωή των παθών και τις ηδονές του σώματος, πού ήταν το καθημερινό «νερό» της. η ψυχή της γεμίζει πλέον με Χριστό. Αφήνει τα άχυρα και πιάνει το σιτάρι. Παίρνει διαζύγιο από τους πέντε άνδρες, για να συζευχθεί και να συναφθεί με τον Χριστό σε μόνιμο γάμο, «άφθαρτον και άμίαντον».

5. Η «χώρα» των αγιαζομένων

Τόπος των αγιαζομένων είναι το Άγιο Πνεύμα, λέγει ο Μέγας Βασίλειος. Και συνεχίζει: Στο όρος Σινά ο Θεός είπε στον Μωυσή: «Ιδού τόπος, παρ’ έμοί και στήθι επί της πέτρας». Τί άλλο εννοεί με τον «τόπον», παρά το Άγιο Πνεύμα, με του οποίου τον φωτισμό μπορούμε να δουμε τον Θεό και να τον γνωρίσουμε; Το Άγιο Πνεύμα είναι ο «τόπος» της αληθινής λατρείας. η Αγία Γραφή λέγει: «Πρόσεχε να μή προσφέρεις σε οποιονδήποτε τόπο τη θυσία σου, αλλά στον τόπο, πού θα διαλέξει Κύριος ο Θεός σου». Ποιά είναι αυτή η θυσία; Η θυσία των παθών, πού είναι δοξολογία στον Θεό (θυσία αίνέσεως). Σε пою δε άλλο τόπο προσφέρουμε αυτήν, παρά στον «τόπο», πού λέγεται Άγιο Πνεύμα; Και που το μάθαμε αυτό; Από τον ίδιο τον Κύριο πού λέγει: «οί αληθινοί προσκυνηταί προσκυνήσουσι τω πατρί έν πνεύματι και άληθεία». Ώστε το Άγιο Πνεύμα είναι πράγματι ο «τόπος» των Αγίων, γιατί το έχουν στην ψυχή τους. Όπως δε το Πνεύμα είναι ο «τόπος» των Αγίων, έτσι και οι Άγιοι είναι «τόπος» του Αγίου Πνεύματος, γιατί προσφέρουν τους εαυτούς τους καθαρούς για να κατοικήσει το Άγιο Πνεύμα και γίνονται ναός Του, «τόπος» της αληθινής λατρείας. Έτσι έγινε και η Σαμαρείτιδα: Ισαπόστολος, αγία και μάρτυς του Χριστού. Λάτρευε τον Θεό «έν πνεύματι και άληθεία», γιατί έγινε κατοικη-τήριο της Αγίας Τριάδος. Τώρα μπορεί να λατρεύει τον Θεό «έν παντί τόπω της δεσποτείας Αυτού».

Είθε με τις πρεσβείες της να γευθούμε κι’ έμείς, έστω και λίγο, την εμπειρία του «ζώντος ύδατος».

ΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΟ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 30/05/21-ΚΑΤΑ ΙΩΑΝΝΗ Δ' 5-42

 

Αρχιμ. Αυγουστίνου Κκαρά

Πρωτότυπο Κείμενο

Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἕρχεται ὁ Κύριος εἰς πόλιν τῆς Σαμαρείας λεγομένην Συχάρ, πλησίον τοῦ χωρίου ὃ ἔδωκεν Ἰακὼβ Ἰωσὴφ τῷ υἱῷ αὐτοῦ· ἦν δὲ ἐκεῖ πηγὴ τοῦ Ἰακώβ. Ὁ οὖν Ἰησοῦς κεκοπιακὼς ἐκ τῆς ὁδοιπορίας ἐκαθέζετο οὕτως ἐπὶ τῇ πηγῇ· ὥρα ἦν ὡσεὶ ἕκτη. Ἔρχεται γυνὴ ἐκ τῆς Σαμαρείας ἀντλῆσαι ὕδωρ. Λέγει αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· δός μοι πιεῖν. Οἱ γὰρ μαθηταὶ αὐτοῦ ἀπεληλύθεισαν εἰς τὴν πόλιν ἵνα τροφὰς ἀγοράσωσι. Λέγει οὖν αὐτῷ ἡ γυνὴ ἡ Σαμαρεῖτις· πῶς σὺ Ἰουδαῖος ὢν παρ’ ἐμοῦ πιεῖν αἰτεῖς, οὔσης γυναικὸς Σαμαρείτιδος; οὐ γὰρ συγχρῶνται Ἰουδαῖοι Σαμαρείταις. Ἀπεκρίθη Ἰησοῦς καὶ εἶπεν αὐτῇ· εἰ ᾔδεις τὴν δωρεὰν τοῦ Θεοῦ, καὶ τίς ἐστιν ὁ λέγων σοι, δός μοι πιεῖν, σὺ ἂν ᾔτησας αὐτόν, καὶ ἔδωκεν ἄν σοι ὕδωρ ζῶν. Λέγει αὐτῷ ἡ γυνή· Κύριε, οὔτε ἄντλημα ἔχεις, καὶ τὸ φρέαρ ἐστὶ βαθύ· πόθεν οὖν ἔχεις τὸ ὕδωρ τὸ ζῶν; Μὴ σὺ μείζων εἶ τοῦ πατρὸς ἡμῶν Ἰακώβ, ὃς ἔδωκεν ἡμῖν τὸ φρέαρ, καὶ αὐτὸς ἐξ αὐτοῦ ἔπιε καὶ οἱ υἱοὶ αὐτοῦ καὶ τὰ θρέμματα αὐτοῦ; Ἀπεκρίθη Ἰησοῦς καὶ εἶπεν αὐτῇ· πᾶς ὁ πίνων ἐκ τοῦ ὕδατος τούτου διψήσει πάλιν· ὃς δι’ ἂν πίῃ ἐκ τοῦ ὕδατος οὗ ἐγὼ δώσω αὐτῷ, οὐ μὴ διψήσῃ εἰς τὸν αἰῶνα, ἀλλὰ τὸ ὕδωρ ὃ δώσω αὐτῷ, γενήσεται ἐν αὐτῷ πηγὴ ὕδατος ἁλλομένου εἰς ζωὴν αἰώνιον. Λέγει πρὸς αὐτὸν ἡ γυνή· Κύριε, δός μοι τοῦτο τὸ ὕδωρ, ἵνα μὴ διψῶ μηδὲ ἔρχωμαι ἐνθάδε ἀντλεῖν. Λέγει αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· ὕπαγε φώνησον τὸν ἄνδρα σου καὶ ἐλθὲ ἐνθάδε. Ἀπεκρίθη ἡ γυνὴ καὶ εἶπεν· οὐκ ἔχω ἄνδρα. Λέγει αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· καλῶς εἶπας ὅτι ἄνδρα οὐκ ἔχω· πέντε γὰρ ἄνδρας ἔσχες, καὶ νῦν ὃν ἔχεις οὐκ ἔστι σου ἀνήρ· τοῦτο ἀληθὲς εἴρηκας. Λέγει αὐτῷ ἡ γυνή· Κύριε, θεωρῶ ὅτι προφήτης εἶ σύ. Οἱ πατέρες ἡμῶν ἐν τῷ ὄρει τούτῳ προσεκύνησαν· καὶ ὑμεῖς λέγετε ὅτι ἐν Ἱεροσολύμοις ἐστὶν ὁ τόπος ὅπου δεῖ προσκυνεῖν. Λέγει αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· γύναι, πίστευσόν μοι ὅτι ἔρχεται ὥρα ὅτε οὔτε ἐν τῷ ὄρει τούτῳ οὔτε ἐν Ἱεροσολύμοις προσκυνήσετε τῷ πατρί. Ὑμεῖς προσκυνεῖτε ὃ οὐκ οἴδατε, ἡμεῖς προσκυνοῦμεν ὃ οἴδαμεν· ὅτι ἡ σωτηρία ἐκ τῶν Ἰουδαίων ἐστίν. Ἀλλ’ ἔρχεται ὥρα, καὶ νῦν ἐστιν, ὅτε οἱ ἀληθινοὶ προσκυνηταὶ προσκυνήσουσι τῷ πατρὶ ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ· καὶ γὰρ ὁ πατὴρ τοιούτους ζητεῖ τοὺς προσκυνοῦντας αὐτόν. Πνεῦμα ὁ Θεός, καὶ τοὺς προσκυνοῦντας αὐτὸν ἐν πνεύματι καὶ ἀληθείᾳ δεῖ προσκυνεῖν. Λέγει αὐτῷ ἡ γυνή· οἶδα ὅτι Μεσσίας ἔρχεται ὁ λεγόμενος Χριστός· ὅταν ἔλθῃ ἐκεῖνος, ἀναγγελεῖ ἡμῖν πάντα. Λέγει αὐτῇ ὁ Ἰησοῦς· ἐγώ εἰμι ὁ λαλῶν σοι. Καὶ ἐπὶ τούτῳ ἦλθον οἱ μαθηταὶ αὐτοῦ, καὶ ἐθαύμασαν ὅτι μετὰ γυναικὸς ἐλάλει· οὐδεὶς μέντοι εἶπε, τί ζητεῖς ἢ τί λαλεῖς μετ’ αὐτῆς; Ἀφῆκεν οὖν τὴν ὑδρίαν αὐτῆς ἡ γυνὴ καὶ ἀπῆλθεν εἰς τὴν πόλιν, καὶ λέγει τοῖς ἀνθρώποις· δεῦτε ἴδετε ἄνθρωπον ὃς εἶπέ μοι πάντα ὅσα ἐποίησα· μήτι οὗτός ἐστιν ὁ Χριστός; Ἐξῆλθον οὖν ἐκ τῆς πόλεως καὶ ἤρχοντο πρὸς αὐτόν. Ἐν δὲ τῷ μεταξὺ ἠρώτων αὐτὸν οἱ μαθηταὶ λέγοντες· ραββί, φάγε. Ὁ δὲ εἶπεν αὐτοῖς· ἐγὼ βρῶσιν ἔχω φαγεῖν, ἣν ὑμεῖς οὐκ οἴδατε. Ἔλεγον οὖν οἱ μαθηταὶ πρὸς ἀλλήλους· μή τις ἤνεγκεν αὐτῷ φαγεῖν; Λέγει αὐτοῖς ὁ Ἰησοῦς· ἐμὸν βρῶμά ἐστιν ἵνα ποιῶ τὸ θέλημα τοῦ πέμψαντός με καὶ τελειώσω αὐτοῦ τὸ ἔργον. Οὐχ ὑμεῖς λέγετε ὅτι ἔτι τετράμηνός ἐστι καὶ ὁ θερισμὸς ἔρχεται; Ἰδοὺ λέγω ὑμῖν, ἐπάρατε τοὺς ὀφθαλμοὺς ὑμῶν καὶ θεάσασθε τὰς χώρας, ὅτι λευκαί εἰσι πρὸς θερισμὸν ἤδη. Καὶ ὁ θερίζων μισθὸν λαμβάνει καὶ συνάγει καρπὸν εἰς ζωὴν αἰώνιον, ἵνα καὶ ὁ σπείρων ὁμοῦ χαίρῃ καὶ ὁ θερίζων. Ἐν γὰρ τούτῳ ὁ λόγος ἐστὶν ὁ ἀληθινός, ὅτι ἄλλος ἐστὶν ὁ σπείρων καὶ ἄλλος ὁ θερίζων. Ἐγὼ ἀπέστειλα ὑμᾶς θερίζειν ὃ οὐχ ὑμεῖς κεκοπιάκατε· ἄλλοι κεκοπιάκασι, καὶ ὑμεῖς εἰς τὸν κόπον αὐτῶν εἰσεληλύθατε. Ἐκ δὲ τῆς πόλεως ἐκείνης πολλοὶ ἐπίστευσαν εἰς αὐτὸν τῶν Σαμαρειτῶν διὰ τὸν λόγον τῆς γυναικός, μαρτυρούσης ὅτι εἶπέ μοι πάντα ὅσα ἐποίησα. Ὡς οὖν ἦλθον πρὸς αὐτὸν οἱ Σαμαρεῖται, ἠρώτων αὐτὸν μεῖναι παρ’ αὐτοῖς· καὶ ἔμεινεν ἐκεῖ δύο ἡμέρας. Καὶ πολλῷ πλείους ἐπίστευσαν διὰ τὸν λόγον αὐτοῦ, τῇ τε γυναικὶ ἔλεγον ὅτι οὐκέτι διὰ τὴν σὴν λαλιὰν πιστεύομεν· αὐτοὶ γὰρ ἀκηκόαμεν, καὶ οἴδαμεν ὅτι οὗτός ἐστιν ἀληθῶς ὁ σωτὴρ τοῦ κόσμου ὁ Χριστός.

Νεοελληνική Απόδοση

Εκείνο τον καιρό, έφτασε ο Κύριος σε μια πόλη της Σαμάρειας που λεγόταν Συχάρ, κοντά στο χωράφι που είχε δώσει ο Ιακώβ στο γιο του τον Ιωσήφ. Εκεί βρισκόταν το πηγάδι του Ιακώβ. Ο Ιησούς, κουρασμένος από την πεζοπορία, κάθισε κοντά στο πηγάδι· ήταν γύρω στο μεσημέρι. Έρχεται τότε μια γυναίκα από τη Σαμάρεια να βγάλει νερό. Ο Ιησούς της λέει: «Δωσ΄ μου να πιώ». Οι μαθητές του είχαν πάει στην πόλη ν΄ αγοράσουν τρόφιμα. Εκείνη του απάντησε: «Εσύ είσαι Ιουδαίος κι εγώ Σαμαρείτισσα. Πως μπορείς να μου ζητάς να σου δώσω νερό να πιεις;» – επειδή οι Ιουδαίοι αποφεύγουν κάθε επικοινωνία με τους Σαμαρείτες. Ο Ιησούς της απάντησε: «Αν ήξερες τη δωρεά του Θεού και ποιος είν΄ αυτός που σου λέει «δωσ΄ μου να πιώ», τότε εσύ θα του ζητούσες κι εκείνος θα σου έδινε ζωντανό νερό». Του λέει η γυναίκα: «Κύριε, εσύ δεν έχεις ούτε καν κουβά, και το πηγάδι είναι βαθύ· από πού, λοιπόν, το ΄χεις το τρεχούμενο νερό; Αυτό το πηγάδι μας το χάρισε ο προπάτοράς μας ο Ιακώβ· ήπιε απ΄ αυτό ο ίδιος και οι γιοι του και τα ζωντανά του. Μήπως εσύ είσαι ανώτερος απ΄ αυτόν;» Ο Ιησούς της απάντησε: «Όποιος πίνει απ΄ αυτό το νερό θα διψάσει πάλι· όποιος όμως πιει από το νερό που θα του δώσω εγώ δε θα διψάσει ποτέ, αλλά το νερό που θα του δώσω θα γίνει μέσα του μια πηγή που θ΄ αναβλύζει νερό ζωής αιώνιας». Του λέει η γυναίκα: «Κύριε, δώσ΄ μου αυτό το νερό για να μη διψάω, κι ούτε να έρχομαι ως εδώ για να το παίρνω». Τότε ο Ιησούς της είπε: «Πήγαινε να φωνάξεις τον άντρα σου κι έλα εδώ». «Δεν έχω άντρα», απάντησε η γυναίκα. Ο Ιησούς της λέει: «Σωστά είπες, δεν έχω άντρα· γιατί πέντε άντρες πήρες κι αυτός που μαζί του τώρα ζεις δεν είναι άντρας σου· αυτό που είπες είναι αλήθεια». Του λέει η γυναίκα: «Κύριε, βλέπω ότι εσύ είσαι προφήτης· οι προπάτορές μας λάτρεψαν το Θεό σ΄ αυτό το βουνό· εσείς όμως λέτε ότι στα Ιεροσόλυμα βρίσκεται ο τόπος όπου πρέπει κανείς να τον λατρεύει». «Πίστεψέ με, γυναίκα», της λέει τότε ο Ιησούς, «είναι κοντά ο καιρός που δε θα λατρεύετε τον Πατέρα ούτε σ΄ αυτό το βουνό ούτε στα Ιεροσόλυμα. Εσείς οι Σαμαρείτες λατρεύετε αυτό που δεν ξέρετε· εμείς όμως λατρεύουμε αυτό που ξέρουμε, γιατί η σωτηρία έρχεται στον κόσμο από τους Ιουδαίους. Είναι όμως κοντά ο καιρός, ήλθε κιόλας, που οι πραγματικοί λατρευτές θα λατρεύσουν τον Πατέρα με τη δύναμη του Πνεύματος, που αποκαλύπτει την αλήθεια γιατί έτσι τους θέλει ο Πατέρας αυτούς που τον λατρεύουν. Ο Θεός είναι πνεύμα. Κι αυτοί που τον λατρεύουν πρέπει να τον λατρεύουν με τη δύναμη του Πνεύματος, που φανερώνει την αλήθεια». Του λέει τότε η γυναίκα: «Ξέρω ότι θα έρθει ο Μεσσίας, δηλαδή ο Χριστός· όταν έρθει εκείνος, θα μας τα εξηγήσει όλα». «Εγώ είμαι», της λέει ο Ιησούς, «εγώ, που σου μιλάω αυτή τη στιγμή». Εκείνη την ώρα ήρθαν οι μαθητές του κι απορούσαν που συνομιλούσε με γυναίκα. Βέβαια, κανείς δεν του είπε «τι συζητάς;» ή «γιατί μιλάς μαζί της;» Τότε η γυναίκα άφησε τη στάμνα της, πήγε στην πόλη κι άρχισε να λέει στον κόσμο: «Ελάτε να δείτε έναν άνθρωπο που μου είπε όλα όσα έχω κάνει στη ζωή μου· μήπως αυτός είναι ο Μεσσίας;» Βγήκαν, λοιπόν, από την πόλη κι έρχονταν σ΄ αυτόν. Στο μεταξύ οι μαθητές τον παρακολουθούσαν και του έλεγαν: «Διδάσκαλε, φάε κάτι». Αυτός όμως τους είπε: «Εγώ έχω να φάω τροφή που εσείς δεν την ξέρετε». Οι μαθητές έλεγαν μεταξύ τους: «Μήπως του ΄φερε κανείς να φάει;» Αλλά ο Ιησούς τους είπε: «Δικιά μου τροφή είναι να εκτελώ το θέλημα εκείνου που με έστειλε, και να φέρω σε πέρας το έργο του. Εσείς συνηθίζετε να λέτε «τέσσερις μήνες ακόμη, κι έφτασε ο θερισμός». Εγώ σας λέω: σηκώστε τα μάτια σας και κοιτάξτε τα χωράφια. Ασπροκοπούν από τα στάχυα τα ώριμα, έτοιμα κιόλας για το θερισμό. Ο θεριστής αμείβεται για τη δουλειά του και συνάζει καρπό για την αιώνια ζωή, έτσι ώστε μαζί να χαίρονται κι αυτός που σπέρνει κι αυτός που θερίζει. Γιατί εδώ αληθεύει η παροιμία «άλλος είναι που σπέρνει κι άλλος που θερίζει». Εγώ σας έστειλα να θερίσετε καρπό που γι΄ αυτόν εσείς δεν κοπιάσατε· άλλοι μόχθησαν, κι εσείς μπήκατε εκεί να θερίσετε το δικό τους κόπο». Πολλοί από τους Σαμαρείτες εκείνης της πόλης πίστεψαν σ΄ αυτόν, εξαιτίας της μαρτυρίας της γυναίκας που έλεγε: «Μου είπε όλα όσα έχω κάνει». Όταν λοιπόν οι Σαμαρείτες ήρθαν κοντά του, τον παρακαλούσαν να μείνει μαζί τους· κι έμεινε εκεί δύο μέρες. Έτσι, πίστεψαν πολύ περισσότερο ακούγοντας τα λόγια του κι έλεγαν στη γυναίκα: «Η πίστη μας δε στηρίζεται πια στα δικά σου λόγια· γιατί εμείς οι ίδιοι τον έχουμε τώρα ακούσει και ξέρουμε πως πραγματικά αυτός είναι ο σωτήρας του κόσμου, ο Χριστός».

Ο ΑΠΟΣΤΟΛΟΣ ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΚΗΣ 30/05/21-ΠΡΑΞΕΙΣ ΤΩΝ ΑΠΟΣΤΟΛΩΝ ΙΑ' 19-30

 Ο Απόστολος Παύλος: Ο αληθινά Μεγάλος

Πρωτότυπο Κείμενο

Ἐν ταῖς ημέραις ἐκείναις, διασπαρέντες οἱ ἀπόστολοι ἀπὸ τῆς θλίψεως τῆς γενομένης ἐπὶ Στεφάνῳ διῆλθον ἕως Φοινίκης καὶ Κύπρου καὶ Ἀντιοχείας, μηδενὶ λαλοῦντες τὸν λόγον εἰ μὴ μόνον Ἰουδαίοις.Ἦσαν δέ τινες ἐξ αὐτῶν ἄνδρες Κύπριοι καὶ Κυρηναῖοι, οἵτινες εἰσελθόντες εἰς Ἀντιόχειαν ἐλάλουν πρὸς τοὺς Ἑλληνιστάς, εὐαγγελιζόμενοι τὸν Κύριον Ἰησοῦν. Καὶ ἦν χεὶρ Κυρίου μετ᾿ αὐτῶν, πολύς τε ἀριθμὸς πιστεύσας ἐπέστρεψεν ἐπὶ τὸν Κύριον. Ἠκούσθη δὲ ὁ λόγος εἰς τὰ ὦτα τῆς ἐκκλησίας τῆς ἐν Ἱεροσολύμοις περὶ αὐτῶν, καὶ ἐξαπέστειλαν Βαρνάβαν διελθεῖν ἕως Ἀντιοχείας· ὃς παραγενόμενος καὶ ἰδὼν τὴν χάριν τοῦ Θεοῦ ἐχάρη, καὶ παρεκάλει πάντας τῇ προθέσει τῆς καρδίας προσμένειν τῷ Κυρίῳ, ὅτι ἦν ἀνὴρ ἀγαθὸς καὶ πλήρης Πνεύματος Ἁγίου καὶ πίστεως καὶ προσετέθη ὄχλος ἱκανὸς τῷ Κυρίῳ. Ἐξῆλθε δὲ εἰς Ταρσὸν ὁ Βαρνάβας ἀναζητῆσαι Σαῦλον, καὶ εὑρὼν αὐτὸν ἤγαγεν αὐτὸν εἰς Ἀντιόχειαν. Ἐγένετο δὲ αὐτοὺς ἐνιαυτὸν ὅλον συναχθῆναι ἐν τῇ ἐκκλησίᾳ καὶ διδάξαι ὄχλον ἱκανόν, χρηματίσαι τε πρῶτον ἐν Ἀντιοχείᾳ τοὺς μαθητὰς Χριστιανούς. Ἐν ταύταις δὲ ταῖς ἡμέραις κατῆλθον ἀπὸ Ἱεροσολύμων προφῆται εἰς Ἀντιόχειαν· ἀναστὰς δὲ εἷς ἐξ αὐτῶν ὀνόματι Ἄγαβος ἐσήμανε διὰ τοῦ Πνεύματος λιμὸν μέγαν μέλλειν ἔσεσθαι ἐφ᾿ ὅλην τὴν οἰκουμένην· ὅστις καὶ ἐγένετο ἐπὶ Κλαυδίου Καίσαρος. Τῶν δὲ μαθητῶν καθὼς ηὐπορεῖτό τις, ὥρισαν ἕκαστος αὐτῶν εἰς διακονίαν πέμψαι τοῖς κατοικοῦσιν ἐν τῇ Ἰουδαίᾳ ἀδελφοῖς· ὃ καὶ ἐποίησαν ἀποστείλαντες πρὸς τοὺς πρεσβυτέρους διὰ χειρὸς Βαρνάβα καὶ Σαύλου.

Νεοελληνική Απόδοση

Εκείνες τις μέρες, οι απόστολοι που είχαν διασκορπιστεί από τα Ιεροσόλυμα, μετά το διωγμό που ακολούθησε το λιθοβολισμό του Στεφάνου, έφτασαν ως τη Φοινίκη, την Κύπρο και την Αντιόχεια. Σε κανέναν δεν κήρυτταν για το Χριστό παρά μόνο στους Ιουδαίους. Ανάμεσά τους ήταν και μερικοί Κύπριοι και Κυρηναίοι, που είχαν έρθει στην Αντιόχεια και κήρυτταν στους ελληνόφωνους Ιουδαίους το χαρμόσυνο μήνυμα, ότι ο Ιησούς είναι ο Κύριος. Η δύναμη του Κυρίου ήταν μαζί τους, και πολλοί ήταν εκείνοι που πίστεψαν και δέχτηκαν τον Ιησού για Κύριό τους. Οι ειδήσεις γι’ αυτά έφτασαν και στην εκκλησία των Ιεροσολύμων∙ έτσι έστειλαν το Βαρνάβα να πάει στην Αντιόχεια. Αυτός, όταν έφτασε εκεί και είδε το έργο της χάριτος του Θεού, χάρηκε και τους συμβούλευε όλους να μένουν αφοσιωμένοι στον Κύριο με όλη τους την καρδιά. Ο Βαρνάβας ήταν άνθρωπος αγαθός και γεμάτος Άγιο Πνεύμα και πίστη. Έτσι, πολύς κόσμος προστέθηκε στους πιστούς του Κυρίου. Ύστερα ο Βαρνάβας πήγε στην Ταρσό για να αναζητήσει το Σαύλο. Όταν τον βρήκε τον έφερε στην Αντιόχεια. Εκεί συμμετείχαν στις συνάξεις της εκκλησίας για έναν ολόκληρο χρόνο και δίδαξαν πολύν κόσμο. Επίσης στην Αντιόχεια για πρώτη φορά ονομάστηκαν οι μαθητές του Ιησού «Χριστιανοί». Εκείνες τις μέρες κατέβηκαν από τα Ιεροσόλυμα προφήτες στην Αντιόχεια. Ένας απ’ αυτούς, που τον έλεγαν Άγαβο, προανάγγειλε με το φωτισμό του Αγίου Πνεύματος ότι θα πέσει σ’ όλη την οικουμένη μεγάλη πείνα, πράγμα που έγινε όταν αυτοκράτορας ήταν ο Κλαύδιος. Οι χριστιανοί στην Αντιόχεια αποφάσισαν να στείλουν βοήθεια στους αδελφούς που κατοικούσαν στην Ιουδαία, ό,τι μπορούσε ο καθένας. Αυτό κι έκαναν: έστειλαν τη βοήθειά τους με το Βαρνάβα και το Σαύλο στους πρεσβυτέρους των Ιεροσολύμων.

ΦΟΝΤΑΣ ΕΘΕΜΕΛΙΩΝΑΝΕ ΟΙ ΑΡΧΑΓΓΕΛΟΙ ΤΗΝ ΠΟΛΗ

 

ΠΟΡΤΡΑΙΤΑ ΣΑΡΑΚΑΤΣΑΝΑΙΩΝ

Φόντας θεμελιώνανε οι Αρχάγγελοι την Πόλη
Αγγέλοι την εχτίζανε και αγγέλοι κουβαλάνε
Απ΄τ΄ Άγιον Όρος το νερό κι απ΄την Αθήνα χώμα
κι από τα Ιεροσόλυμα πέτρες και κεραμίδια
Σαν χτίσαν κι αποχτίσανε και κάτσανε στην άκρη
Θρονιάσανε την Δέσποινα Κυρά να διαφεντεύει
Θαμένονταν ξαστέκονταν και πώς να την επούνε
Πόλη Κωνσταντινούπολη του Κωνσταντίνου η Πόλη


 

H TEΛΕΥΤΑΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΣΤΗΝ ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑ

 29 ΜΑΙΟΥ 1453+ « Ι. Ν. «ΜΕΓΑΛΗΣ» ΠΑΝΑΓΙΑΣ - ΑΓΙΟΥ ΔΗΜΗΤΡΙΟΥ ΘΗΒΩΝ

«…Οι εποχές που προηγήθηκαν από την άλωση της Θεσσαλονίκης και από την Άλωση της Πόλης έχουν πολλές ομοιότητες με την δική μας σήμερα. Τότε μεγάλοι και σοφοί πατέρες της Εκκλησίας και του Γένους προείδαν τον κίνδυνο, μίλησαν προφητικά, ζήτησαν από τους άρχοντες και τον λαό να ανανήψουν, να μετανοήσουν… Και σήμερα, παρά την ζοφερή εικόνα που διαγράφεται στον ορίζοντα, η ελπίδα του Γένους δεν εξέλιπε. Επειδή υπάρχει η ανάμνηση και η αυτοκριτική». (Αρχιμανδρίτου Γεωργίου Καψάνη)

Όταν έπεσε η Κωνσταντινούπολη στους Τούρκους, ένα πουλί ανέλαβε να πάει ένα γραπτό μήνυμα στην Τραπεζούντα στην Χριστιανική Αυτοκρατορία του Πόντου για την Άλωση της Πόλης.

Μόλις έφτασε εκεί πήγε κατευθείαν στη Μητρόπολη που λειτουργούσε ο Πατριάρχης και άφησε το χαρτί με το μήνυμα πάνω στην Άγια Τράπεζα. Κανείς δεν τολμούσε να πάει να διαβάσει το μήνυμα. Τότε πήγε ένα παλικάρι, γιός μιας χήρας, και διάβασε το άσχημο μαντάτο «Πάρθεν η Πόλη, Πάρθεν η Ρωμανία».

Το εκκλησίασμα και ο Πατριάρχης άρχισαν τον θρήνο, αλλά ο νέος τους απάντησε «Κι αν η Πόλη έπεσε, κι αν πάρθεν η Ρωμανία, πάλι με χρόνους και καιρούς, πάλι δικά μας θα’ ναι»…

«Η ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ ΣΤΗΝ ΑΓΙΑ ΣΟΦΙΑ»

Όταν οι Τούρκοι μπήκαν στη Βασιλική Εκκλησία, ένας ιερέας τελούσε τη Θεία Λειτουργία. Βλέποντας τους άπιστους να μπαίνουν, δε σκεπτόταν παρά πώς να σώσει από τη βεβήλωση τον ιερό άρτο και το πολύτιμο Αίμα του Χριστού. Ανέβηκε, λοιπόν, βιαστικός στον Άμβωνα, κρατώντας τ’ Άγιο Δισκοπότηρο κι εξαφανίστηκε σε μια μικρή πόρτα. Την έκλεισε πίσω του, μα δυστυχώς οι Τούρκοι τον είχαν δει κι έτρεξαν να τον προφτάσουν. Όταν όμως έφθασαν στο σημείο που θα έπρεπε να βρίσκεται η πόρτα, ξαφνιάστηκαν γιατί δεν είδαν παρά μόνο μια γυμνή, λεία επιφάνεια χωρίς το παραμικρό σημάδι ανοίγματος. Αγριεμένοι, προσπάθησαν να γκρεμίσουν τον τοίχο, αλλά έσπασαν τα όπλα τους, χωρίς να καταφέρουν τίποτε!

– Ας φέρουν τους χτίστες του στρατού μας, αποφάσισε ο Σουλτάνος. Έτσι θα δούμε τι είναι πίσω απ’ αυτόν τον τοίχο.

Οι χτίστες ήρθαν με τα εργαλεία τους κι άρχισαν να χτυπούν τον τοίχο. Παρ’ όλες τους τις προσπάθειες όμως, δεν μπόρεσαν ούτε να τον τρυπήσουν κι ομολόγησαν πως σίγουρα υπήρχε κάποιο τεχνικό μέσο, που τους ήταν άγνωστο.

-Είστε ανίκανοι, φώναξε καταθυμωμένος ο Σουλτάνος και θα τιμωρηθείτε! Να φέρουν βυζαντινούς χτίστες!

Τότε έφεραν βιαστικά όσους μπόρεσαν και απειλώντας τους με θάνατο, τους πρόσταζαν να ρίξουν αυτόν τον τοίχο! Μα, ούτε κι αυτοί δεν τα κατάφεραν!

Γιατί, το θέλημα του Θεού, πιο δυνατό από κάθε ανθρώπινη δύναμη, κρατούσε αυτές τις πέτρες δεμένες γερά, για να προστατεύει τον ιερέα. Όλους αυτούς τους αιώνες, ο ιερέας αγρυπνεί, σφίγγοντας το δισκοπότηρο, που προστάτευσε από τους άπιστους! Μα, όταν θα ξαναπάρουμε την Πόλη, η πόρτα θα ξανανοίξει μόνη της, ο ιερέας θα βγει, θα ξαναμπεί στο ιερό και θα συνεχίσει τα λόγια της λειτουργίας, από κει ακριβώς που είχε σταματήσει!

ΑΥΤΟΙ ΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ ΤΗΣ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ ΜΑΣ ΔΙΝΟΥΝ ΕΛΠΙΔΑ

 

 Σύγχυση μεγάλη ὑπάρχει. Μύλος γίνεται· εἶναι ζαλισμένοι οἱ ἄνθρωποι. Ὁ κόσμος εἶναι ὅπως οἱ μέλισσες. Ἂν χτυπήσεις τὴν κυψέλη, οἱ μέλισσες βγαίνουν ἔξω καὶ ἀρχίζουν «βούου...» καὶ γυρίζουν γύρω ἀπὸ τὴν κυψέλη ἀναστατωμένες. Ὕστερα ἡ κατεύθυνσή τους θὰ ἐξαρτηθεῖ ἀπὸ τὸν ἄνεμο ποὺ θὰ φυσήξει. Ἂν φυσήξει βοριάς, θὰ πᾶνε μέσα. Ἂν φυσήξει νοτιάς, θὰ φύγουν. Ἔτσι καὶ τὸν κόσμο τὸν φυσάει... «Ἐθνικὸς Βοριάς», «Ἐθνικὸς Νοτιάς», καὶ εἶναι ὁ καημένος ζαλισμένος. Ὅμως, ἂν καὶ γίνεται τέτοιο βράσιμο, νιώθω μέσα μου μία παρηγοριά, μία σιγουριά. Μπορεῖ νὰ ξεράθηκε ἡ ἐλιά, ἀλλὰ θὰ πετάξει νέα βλαστάρια.
Ὑπάρχει μιὰ μερίδα Χριστιανῶν, στοὺς ὁποίους ἀναπαύεται ὁ Θεός. Ὑπάρχουν ἀκόμη οἱ ἄνθρωποι τοῦ Θεοῦ, οἱ ἄνθρωποι τῆς προσευχῆς, καὶ ὁ Καλὸς Θεός μας ἀνέχεται, καὶ πάλι θὰ οἰκονομήση τὰ πράγματα. Αὐτοὶ οἱ ἄνθρωποι τῆς προσευχῆς μᾶς δίνουν ἐλπίδα. Μὴ φοβάσθε.
Αγίου Παϊσίου Ἁγιορείτου

Η ΑΓΙΑ ΘΕΟΔΟΣΙΑ Η ΠΑΡΘΕΝΟΣ

 

Τη μνήμη της Αγίας Θεοδοσίας της Παρθένου τιμά σήμερα, , η Εκκλησία μας. Η Αγία Θεοδοσία καταγόταν από την Τύρο της Φοινίκης και δεν είχε μόνο παρθενικό σώμα, αλλά και παρθενική ψυχή.

Από ηλικία 18 χρονών, έλαμπε για το ζήλο και τη θερμή της πίστη, ανάμεσα στις νεαρές ειδωλολάτρισσες γυναίκες. Αυτό καταγγέλθηκε στον άρχοντα Ουρβανό, που με κάθε δελεαστικό τρόπο προσπάθησε να την πείσει να αρνηθεί το Χριστό. Όμως η παρθένος Θεοδοσία έμεινε αμετακίνητη στο Ιερό της πιστεύω.

Ο Ουρβανός, βλέποντας την αδάμαστη επιμονή της, εξοργίστηκε και με θηριώδη τρόπο έσπασε τα κόκκαλά της και πριόνισε τις σάρκες της. Έπειτα, την πλησίασε και της πρότεινε να αλλαξοπιστήσει, έστω και την τελευταία στιγμή, και αυτός θα θεράπευε αμέσως τις πληγές της. Η Θεοδοσία μισοπεθαμένη απάντησε: «Είμαι χριστιανή». Τότε ο τύραννος διέταξε και την έριξαν στη θάλασσα, οπού και παρέδωσε το πνεύμα της.
Ἀπολυτίκιον
Ηχος δ’. Ταχὺ προκατάλαβε.

Ως δόσιν θεόσδοτον, την παρθενίαν την σην, αγώσιν αθλήσεως, Θεοδοσία σεμνή, τω Λόγω προσήγαγες· όθεν προς αθανάτους, μεταστάσα νυμφώνας, πρέσβευε Αθληφόρε, τω Δεσπότη των όλων, ρυσθήναι εκ πολυτρόπων, ημάς συμπτώσεων.

Παρασκευή 28 Μαΐου 2021

O ANΘΡΩΠΟΣ ΑΚΟΥΕΙ ΤΗΝ ΑΠΑΝΤΗΣΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΣΤΗΝ ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΤΟΥ

 

«Το Πνεύμα όπου θέλει πνει και την φωνήν αυτού ακούεις, αλλ’ ουκ οίδας πόθεν έρχεται και που υπάγει˙ ούτως εστί πας ο γεννημένος εκ του Πνεύματος» (Ιω. 3,8).

Να βάλουμε καλά στο νου μας αυτό τον λόγο του Χριστού! Ποιοι είναι αυτοί οι άνθρωποι, οι οποίοι έχουν γεννηθεί από το νερό και το Πνεύμα;

Είναι αυτοί που στην καινούρια τους γέννηση έλαβαν πνευματική δύναμη, την δύναμη να ακολουθήσουν την οδό του Χριστού.

Αυτοί που απέκτησαν την ικανότητα να γίνουν φίλοι του Κυρίου.

Αυτοί οι άνθρωποι, οι άγιοι του Θεού, κατανοούσαν πολύ καλά αυτό τον λόγο του Χριστού διότι συχνά, πολύ συχνά, αισθάνονταν στην καρδιά τους την πνοή του Πανάγιου Πνεύματος. Αισθάνονταν πως λειτουργούσε μέσα τους η χάρη του Θεού. Και άκουγαν την φωνή του Θεού. Ναι, την άκουγαν πραγματικά, πιστέψτε με.

Πιστέψτε ότι μπορούν οι άνθρωποι να ακούνε τη φωνή του Θεού, όχι όπως ακούμε εμείς τους γύρω ανθρώπους, αλλά με έναν τρόπο διαφορετικό, εντελώς διαφορετικό. Ξαφνικά, χωρίς να το περιμένουν η φωνή του Θεού ακούγεται μέσα στην καρδιά των αγίων, σα να γεννιέται, σχηματίζονται λέξεις και από τις λέξεις ολόκληρες φράσεις. Και έτσι ο άνθρωπος ακούει την απάντηση του Θεού στην προσευχή του.

Το γνωρίζουν καλά οι άγιοι. Αυτοί ακούνε το Άγιον Πνεύμα χωρίς να ξέρουν από που έρχεται και που πηγαίνει, διότι Αυτό έρχεται και μετά φεύγει. Έτσι συμβαίνει με τον καθένα που γεννιέται από το Άγιο Πνεύμα, έτσι συμβαίνει με όλους τους αγίους.

ΓΙΑΤΙ ΤΑΡΑΖΟΜΑΣΤΕ;

 


«Αρχή της ησυχίας είναι το να αποκρούει κανείς τους χτύπους των δαιμόνων, διότι του ταράζουν τον βυθό της καρδιάς. Τέλος της ησυχίας είναι το να μην φοβάται τους θορύβους, αλλά να είναι απαθής έναντί τους»
(άγιος Ιωάννης της Κλίμακος)

Η ταραχή είναι σύνηθες φαινόμενο στην ζωή μας. Ο ατάραχος άνθρωπος άλλωστε  αντιμετωπίζεται ως αναίσθητος, αδιάφορος, κλεισμένος στον εαυτό του. Αντίθετα, αυτός που ταράζεται, δείχνει ότι έχει συναισθήματα. Είναι άνθρωπος που ζει και παλεύει, ακόμη κι αν η ταραχή τον δυσκολεύει. Υπάρχει όμως ένα εύλογο ερώτημα: από τι ταραζόμαστε;

Για την ασκητική παράδοση της πίστης αιτία της ταραχής είναι οι λογισμοί μας. Αυτοί πηγάζουν από την στάση των άλλων έναντί μας, από την αμφιβολία  και το άγχος μας για το μέλλον, από τους φόβους και τις φοβίες, από το ότι ζητάμε το δίκιο μας και δεν το βρίσκουμε, από την αμφισβήτηση που βιώνουμε, όπως επίσης και από το γεγονός ότι δεν μπορούμε να βρούμε χαρά και νόημα στην ζωή μας. Ο διάβολος βρίσκει αφορμές να μας ταράξει. Μας υπενθυμίζει τι δεν έχουμε ή τι θα θέλαμε να πετύχουμε και δεν μπορούμε. Μας κάνει να βλέπουμε τον κόσμο μας και να αγωνιούμε. Μας κάνει να θέλουμε να έχουμε ως κριτήριο τον εαυτό μας και την προσωπική μας γνώμη. Να μην στηριζόμαστε σε εκείνους που μας αγαπούνε, ιδίως στην Εκκλησία, αλλά να βλέπουμε τα πράγματα με βάση το τι ο νους μας μάς υποδεικνύει, με αποτέλεσμα να μην μπορούμε να βρούμε ησυχία.

Ο λογισμός μάς κάνει να λειτουργούμε με προκατάληψη. Κατασκευάζουμε σενάρια στο μυαλό μας. Θέλουμε τον χρόνο μας γεμάτο και δεν μπορούμε να φανταστούμε τον εαυτό μας να πορεύεται με την ησυχία της εμπιστοσύνης στον Θεό και το θέλημά Του. Την ησυχία της προσευχής και του νοιαξίματος για τους άλλους που γίνεται «συγγνώμη». Όταν το κλειδί είναι το «εγώ» μας, εμείς πώς αισθανόμαστε, εμείς τι πιστεύουμε, πώς να ακούσουμε τους άλλους; Πώς να διακρίνουμε τι μας λένε και τι θα ήθελαν να μας πούνε; Πώς να λειτουργήσει η αγάπη; Ποια στοιχεία από όσα βλέπουμε και ακούμε είναι αληθινά και ποια μας παγιδεύουν σε ατέλειωτα παιχνίδια γκρίνιας, φόβου, τελικά ταραχής; Γιατί να είμαστε μονίμως σε άμυνα, αντιμετωπίζοντας τους άλλους ως εχθρούς; Ακόμη κι αν εκείνοι έτσι νιώθουν, μήπως θα άξιζε ένα χαμόγελο, μια καλή κουβέντα, μια ήρεμη προσέγγιση, ένα ερώτημα «τι σε στενοχωρεί σε μένα;», διατυπωμένο με υπομονή, μία ερώτηση στον πνευματικό μας, πολλή προσευχή ως αντίδοτο σε κάθε ταραχή;  

Η εποχή μας είναι γεμάτη από θορύβους. Όποιος φωνάξει περισσότερο, όποιος κινδυνολογήσει περισσότερο, όποιος βρει περισσότερο κακό σε κάθε περίσταση, αισθάνεται ευχαριστημένος διότι δήθεν δεν είναι αφελής ούτε υποταγμένος στα συμφέροντα που κυβερνούν τον κόσμο. Ο αληθινά πνευματικός άνθρωπος όμως εμπιστεύεται τον Χριστό, που αφέθηκε στην κακία του κόσμου, αλλά την νίκησε με την αγάπη και την ανάσταση. Ο αληθινά πνευματικός άνθρωπος κρίνει, αλλά δεν κατακρίνει. Μένει απαθής στους θορύβους, διότι γνωρίζει πως τον τελευταίο λόγο τον έχει ο Θεός. Εμπιστεύεται την Εκκλησία, ακόμη και στα λάθη και στις ολιγωρίες των ανθρώπων της, γνωρίζοντας πως η υπακοή σώζει. Και παλεύει πνευματικά ώστε και στις σχέσεις του με τους άλλους να επικρατήσει η αλήθεια που δίνει ησυχία στην καρδιά, ότι του Κυρίου εσμέν.

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός

Ο ΘΕΟΣ ΑΝΕΧΕΤΑΙ,ΥΠΟΜΕΝΕΙ,ΚΑΤΑΝΟΕΙ...ΕΜΕΙΣ;

 

πατήρ Ευμένιος Σαριδάκης

Πολλοί από μας ζητάμε οι κλέφτες να πάνε φυλακή, οι φονιάδες να εκτελεστούν, οι παραβάτες να τιμωρηθούν…

Όταν με το κακό χτυπάς το κακό, το κακό πολλαπλασιαζεται. Όταν βλέπεις κάποιον να τιμωρείται δίκαια κι εσύ χαίρεσαι, αυτό δείχνει σκληρό άνθρωπο… Όταν κρίνεις τους άλλους με καθαρά εξωτερικά κριτήρια δεν είσαι δίκαιος. Όταν δεν τους ανέχεσαι, δυσκολεύεις τη ζωή σου στο όνομα της Δικαιοσύνης σου και θα έχεις την ίδια αντιμετώπιση για τα δικά σου εγκλήματα.

Ο Θεός ανέχεται, περιμένει, κατανοεί, συμπονάει, σταυρώνεται για κάθε άνθρωπο. Ξέρει μόνο να αγαπά, να μιλάει στη συνείδησή μας διακριτικά, να εμποδίζει με ευγένεια. «Μακάριοι οι πράοι, οι ήρεμοι, οι ταπεινοί κι αυτοί που κλαίνε για τις δικές τους αμαρτίες, γιατί αυτοί θα κληρονομήσουν τη γη…» είπε ο Χριστός. Αγάπησε, συγχώρησε, δικαιολόγησε, υπόμεινε για να αγαπηθείς, να συγχωρηθείς, να γίνεις αποδεκτός, να γαληνεύσεις βαθιά από αυτή τη ζωή. Ζήσε σαν τελευταίος απ’ όλους, σαν τη γη που την πατάμε, αλλά μας βαστάει όλους.

Ένας Άγιος των ημερών μας έλεγε:

«Μην κατηγορήσεις ποτέ κανένα ιερωμένο ή αφιερωμένο στον Θεό, αλλά ούτε τους κοσμικούς, ούτε τους μεγαλύτερους αμαρτωλούς, και αν ακόμα τους βλέπεις να αμαρτάνουν. Όλους τους ανθρώπους, που κατοικούν στη γη και τους κοιμηθέντας από κτίσεως κόσμου να τους βλέπουμε αγίους και δικαίους και μόνο τον εαυτό μας να βλέπομε αμαρτωλό, τελευταίο όλου του κόσμου και άξιο κατακρίσεως και πολλών τιμωριών. Είναι καλό και θεάρεστο να πεθάνουμε για τον κόσμο και να ζήσουμε αιωνίως με το Θεό»

ΟΛΟΙ ΜΕ ΤΗ ΔΥΝΑΜΗ ΤΗΣ ΠΡΟΣΕΥΧΗΣ,ΜΠΟΡΟΥΜΕ ΝΑ ΚΑΝΟΥΜΕ ΘΑΥΜΑΤΑ

 

Τι χρειάζεται για να γίνει ένα Θαύμα; - ΒΗΜΑ ΟΡΘΟΔΟΞΙΑΣ

Μας αφηγείται ο Γέροντας Δανιήλ Κατουνακιώτης: Στην Αλεξανδρούπολη, στην κεντρική λεωφόρο, βάδιζε μια οικογένεια, οι γονείς και το παιδί τους τεσσάρων ετών.

Κάποια στιγμή που χρειάσθηκε να τη διασχίσουν -από το ένα πεζοδρόμιο στο άλλο- το παιδάκι ξέφυγε από το χέρι τους και προπορεύθηκε. Δεν άργησε να γίνει το κακό. Ενα αυτοκίνητο το πήρε στις ρόδες…

Οι γονείς έντρομοι, δίχως να έχουν προλάβει να δουν το αυτοκίνητο λόγω της ταχύτητός του, πίστεψαν προς στιγμήν ότι το παιδί θα ανεσύρετο λιώμα από τους τροχούς. Ο οδηγός, σαστισμένος κι αυτός, κοκάλωσε το αυτοκίνητο, κάνοντας τα λάστιχα να ουρλιάξουν στην άσφαλτο.

Τις πρώτες στιγμές της φρικτής αγωνίας διαδέχθηκαν στιγμές ευφροσύνης, καθώς το παιδί σηκώθηκε μόνο του από τους τροχούς και κατευθύνθηκε προς τους γονείς του, οι οποίοι σταυροκοπιόνταν όπως και οι επιβάτες των διερχομένων αυτοκινήτων που είχαν εν τω μεταξύ σταματήσει.

Οι γονείς «φόρτωσαν» αμέσως μ’ ερωτήσεις το παιδί, αν πονάει, αν είναι κτυπημένο κ.λπ.

Κοιτάζοντάς τους εκείνο κατάματα, τους είπε ότι εκείνη την ώρα το πήρε στην αγκαλιά του ένας παππούλης και δεν το άφησε να κτυπήσει! «Θαύμα! Θαύμα!» φώναξαν πολλοί κι έκαναν μ’ ευλάβεια το σημείο του σταυρού.

Ο καλός πατέρας πήρε το παιδί και το έφερε στο Αγιον Ορος ν’ αποτίσουν φόρον ευγνωμοσύνης στην Παναγία που το γλίτωσε. Το πήγε από μοναστήρι σε μοναστήρι, από κελλί σε κελλί, το γύριζε αρκετές ημέρες. Οταν έφτασαν σ’ ένα ασκητήριο, το παιδάκι άρχισε να κλαίει και να γελάει βλέποντας τον Γέροντα εκεί.

«Μπαμπά», φώναζε χαρούμενο κτυπώντας τα χεράκια του, «αυτός είναι ο παππούλης που με πήρε στην αγκαλιά του και δεν έπαθα κακό!» Αποσβολωμένος ο πατέρας, έσκυψε με λαχτάρα και φίλησε το χέρι του ασκητού, ο οποίος ξαφνιάσθηκε. Με δάκρυα τον ρώτησε:

– Γέροντα, πες μου τι προσευχή και τι διακόνημα ακριβώς κάνεις;

– Εγώ τίποτε, παιδί μου. Ενας ράθυμος και οκνός είμαι. Ο Θεός να μ’ ελεήσει!

– Γέροντα, για τον Θεό, πες μου γιατί σ’ αυτό το παιδί έχει γίνει θαύμα μεγάλο. Θέλω να μάθω γιατί λέει ότι εσύ το πήρες στην αγκαλιά σου τη στιγμή που οι ρόδες ενός αυτοκινήτου πέρασαν από πάνω του! Πες μου, Γέροντα. Κάνε αγάπη και πες μου, σε παρακαλώ.

– Παιδί μου, αφού είν’ έτσι, θα σου πω, αλλά όσο ζω δεν θέλω να το μάθει κανείς. Μετά την κοίμησή μου πες το, δίχως όμως ν’ αποκαλύψεις τ’ όνομά μου και τούτο το μέρος όπου με βρήκες.

Ας το μάθει ανώνυμα ο κόσμος, για να δοξάζει τον Κύριον ο οποίος μας εδίδαξε την προσευχή που έχει μεγάλη δύναμη. Εγώ λοιπόν με τη χάρη του Θεού έχω αφιερώσει δύο ώρες καθημερινώς στην προσευχή μετά δακρύων για τους οδηγούς τροχοφόρων, για τους επιβαίνοντες, αλλά και τους πεζούς που βαδίζουν εις την άσφαλτο!

Κάνω τη συγκεκριμένη προσευχή, αδελφέ μου, αυτές τις δύο ώρες…

Ηταν ο χρόνος κατά τον οποίον έγινε το ατύχημα! Είδατε, αγαπητέ μου κ. Μελινέ, τη δύναμη της προσευχής πώς εσκέπασε το παιδάκι από τόσα χιλιόμετρα μακριά…

Ο αββάς Ισαάκ λέγει χαρακτηριστικά: «Προσευχή ταπεινού, νεφέλαις διήλθεν»! Δηλαδή η προσευχή του οιουδήποτε ταπεινού ανθρώπου τρυπάει τα σύννεφα και φθάνει στον θρόνο του Θεού.

Γι’ αυτό λοιπόν όλοι μας, με τη δύναμη της προσευχής, μπορούμε να κάνουμε πολλά θαύματα! Ομως τι μας κρατά και δεν κάνουμε προσευχή; Η βιοτική μέριμνα· έχουμε δοθεί πολύ σ’ αυτήν.

– Αγαπητοί μου αδελφοί, αργά δεν είναι. Ας κάνουμε λίγο κράτει σε όλα, για ν’ αφήσουμε χρόνο για τη φροντίδα της ψυχής μας. Διότι, όπως βλέπουμε, βαδίζουμε προς δύσκολους καιρούς…

Πρέπει να πάρουμε δύναμη για ν’ αντιμετωπίσουμε τις αντίξοες καταστάσεις που θα έλθουν. Τη δύναμη αυτή θα μας τη δώσει μόνον ο πανάγαθος Θεός. Ας τη ζητήσουμε με θερμή προσευχή.

Ενθυμείσθε που προηγουμένως κάναμε λόγο για την ισχυρά νοερά προσευχή του αγίου Μαξίμου του Καυσοκαλύβη, του αγίου Γρηγορίου του Σιναΐτου κ.ά. Προσπαθήσαμε ν’ αρθρώσουμε λόγο γενικότερα περί της νοεράς προσευχής.

Πρέπει ασφαλώς να τονίσουμε ότι χρειάζεται μεγάλη προσοχή και στην απλούστερη ακόμη μορφή προσευχής, διότι ανά πάσαν στιγμήν και παντού ελλοχεύει ο εκ δεξιών πειρασμός για να μας πλήξει.

Αναφερθήκαμε ήδη στη δεξιά πλάνη, στον εκ δεξιών πειρασμό. Ας δούμε τώρα παραστατικά κάποια από τις εκφράσεις του:

~ Κάποτε, αδελφός της Μονής Ξενοφώντος έπεσε σε πλάνη, πιστεύοντας ότι η προσευχή του είχε τόσο μεγάλη δύναμη, που κυριολεκτικά προκαλούσε σεισμό! Κάποιο βράδυ, καθώς προσευχόταν στο κελλί του, άκουσε την κλειδαριά να τρίζει.

Αμέσως είπε: «Διάβολε, δεν πρόκειται να με πτοήσεις! Εγώ θα συνεχίσω απρόσκοπτα την προσευχή μου, η οποία, ως φαίνεται, σε καίει, γι’ αυτό αντιδράς!»

Δυστυχώς ο μοναχός έπεσε στο θανάσιμο αμάρτημα του εγωισμού και μάλιστα της δεξιάς πλάνης. Πατώντας στο πλατύσκαλο του εγωισμού, ο Σατανάς τού υπέβαλε τον λογισμόν ότι η προσευχή του είν’ ευπρόσδεκτη από τον Θεό, γι’ αυτό και συνταράσσει.

Οταν λοιπόν έκανε κομποσχοίνι ο μοναχός, ο διάβολος προκαλούσε τοπική σεισμική δόνηση μόνο στον συγκεκριμένο χώρο, με αποτέλεσμα ν’ αυξάνεται η έπαρση του προσευχόμενου μοναχού.

Το πρώτο κιόλας βράδυ που πήγε στο καθολικό για την ακολουθία, μόλις άρχισε με το κομποσχοίνι του να λέει την ευχή, συνταράχθηκε ο ναός! Οι πατέρες τα έχασαν. Ομως σιγά σιγά τα πράγματα άρχισαν να ξεκαθαρίζουν.

Ο ηγούμενος του μοναστηριού -έμπειρος Γέροντας- κατάλαβε αμέσως τη φοβερή πλάνη και σκέφθηκε να στείλει τον ταλαίπωρο μοναχό εδώ στα Κατουνάκια, για να τον απαλλάξει από την πλάνη του ο Γέροντάς μας -ιδρυτής της αδελφότητος και του ησυχαστηρίου μας- Δανιήλ.

Ξεκίνησαν λοιπόν από την Ξενοφώντος με τα πόδια -μια και τότε δεν υπήρχαν συγκοινωνίες-, για να φθάσουν εδώ στην έρημον, ο πλανεμένος μοναχός κι ο εντεταλμένος από τον ηγούμενο συνοδός του.

Βραδιάστηκαν στη Μονή Σίμωνος Πέτρας, όπου και κατέλυσαν. Μόλις σήμαναν τα τάλαντα και οι καμπάνες τη νύχτα, σηκώθηκε ο πλανεμένος αδελφός και ο συμμοναστής του να πάνε στην ακολουθία. Καθώς πήγαιναν προς το καθολικό, ο συνοδός τού είπε:

– Κοίταξε μην κάνεις κομποσχοίνι μέσα στον ναό κι αρχίσουν να τρέμουν οι τοίχοι και φοβηθούν οι πατέρες εδώ πάνω στον πελώριο βράχο…

– Οχι, δεν θα κάνω, αδελφέ· ευλογημένο.

Αφού προσκύνησαν λοιπόν, κάθισαν στα στασίδια κι ο πλανεμένος αδελφός έβγαλε ασυναίσθητα το κομποσχοινάκι του κι άρχισε να λέει την ευχή. Αμέσως σείστηκε όλη η εκκλησία! «Πατέρες, τι συμβαίνει;» έλεγε ο ένας στον άλλο κι έκαναν τον σταυρό τους οι Σιμωνοπετρίτες μοναχοί. Ο συνοδός τούς εξήγησε τι συνέβαινε.

Εν τω μεταξύ, ξημέρωσε ο Θεός την ημέρα. Υστερ’ από αρκετή πορεία, έφθασαν εδώ στον Γέροντά μας Δανιήλ. Τον συνάντησαν στο αγιογραφείο. Φίλησαν το χέρι του και ο συνοδός εξήγησε τον σκοπόν της επισκέψεώς τους.

Ο Γέροντας εζήτησε από τον μοναχό να πει την ευχή. Μόλις ο ταλαίπωρος άρχισε, σείστηκαν οι τοίχοι.

Τον πήρε αμέσως ο Γέρων Δανιήλ στον ναό και του ζήτησε να εξαγορευθεί τους λογισμούς του. Ετσι του απεκάλυψε τη φοβερή δεξιά πλάνη.

Αφού τον νουθέτησε, του συνέστησε να εξομολογηθεί στον Γέροντά του, μεταφέροντάς του συγχρόνως και τι του είπε ο Γέρων Δανιήλ. Ετσι λοιπόν, αφού ο παππούς μας τον τακτοποίησε πνευματικά, του είπε: «Τώρα πες την ευχή».

Ο μέχρι πρότινος πλανεμένος μοναχός είπε: «Κύριε ημών Ιησού Χριστέ, ελέησόν με τον αμαρτωλό». Και για πρώτη φορά δεν συνέβη τίποτε περίεργο, ούτε σεισμός ούτε τριξίματα, τίποτε!

Κάθε στιγμή καραδοκεί ο διάβολος να μας πλήξει με τη δεξιά πλάνη, γι’ αυτό πρέπει να προσευχόμαστε όπως ο τελώνης. Να είμαστε πάντοτε προσεκτικοί. Οπου υπάρχει «απρόσεκτη» προσευχή, υπάρχει και πειρασμός. Ο διάβολος καίγεται από την ταπεινή προσευχή. Η προσευχή σημαίνει έλλειψη, απουσία διαβόλου!

Ο ΑΓΙΟΣ ΑΝΔΡΕΑΣ Ο ΔΙΑ ΧΡΙΣΤΟΝ ΣΑΛΟΣ

 


Τη μνήμη του Αγίου Ανδρέα του δια Χριστόν Σαλού τιμά σήμερα, , η Εκκλησία μας. Ο βίος του Αγίου Ανδρέου συντάχθηκε από τον πρεσβύτερο Νικηφόρο της Αγίας Σοφίας Κωνσταντινουπόλεως, περί τα μέσα του 10ου αιώνος μ.Χ. (956 – 959 μ.Χ.), επί βασιλείας του Κωνσταντίνου Ζ’ Πορφυρογέννητου.
 Ο Άγιος Ανδρέας, ο διά Χριστόν σαλός, καταγόταν από την Σκυθία και έζησε κατά τους χρόνους του αυτοκράτορα Λέοντος ΣΤ’ του Σοφού (886 – 912 μ.Χ.). Από παιδική ηλικία είχε πουληθεί ως δούλος σε κάποιον πρωτοσπαθάριο και στρατηλάτη της Ανατολής, ονομαζόμενο Θεόγνωστο, άνδρα ενάρετο και ευσεβή ο οποίος τόσο αγάπησε τον μικρό Ανδρέα, ώστε τον μεταχειρίστηκε ως υιό του, φροντίζοντας για την επιμελή και θεοσεβή μόρφωση αυτού.
Τον Ανδρέα είλκυαν περισσότερο από κάθε άλλο τα ιερά γράμματα και ιδιαίτερα οι Βίοι και τα Μαρτύρια των αγωνιστών της Χριστιανικής πίστεως. Τέτοιος δε υπήρξε ο ζήλος του προς αυτά, ώστε αποκλήθηκε «σαλός» (μωρός), διότι ο ζήλος του αυτός τον ωθούσε πολλές φορές στο να υπομένει εμπαιγμούς, ταπεινώσεις και βαριές ύβρεις και να προβαίνει σε διαβήματα που κρίνονται ως ανισόρροπα και εκκεντρικά. Αλλά εκείνος υπέμενε τους εξευτελισμούς, παρηγορούμενος από το ότι πολλές φορές πετύχαινε να επαναφέρει στην ευθεία οδό παραστρατημένες υπάρξεις.
Αλλά ο Άγιος Ανδρέας διακρινόταν και για την φιλανθρωπία και την αγαθοποιία του. Όχι μόνο μοιραζόταν τα υπάρχοντά του με τους φτωχούς, αλλά προσέφερε ότι είχε και ο ίδιος έμενε νηστικός και γυμνός. σε εκείνους που τον παρατηρούσαν για τις υπερβολικές αγαθοεργίες του, υπενθύμιζε τους λόγους του Κυρίου «εφ’ όσον εποιήσατε ενί τούτων τών αδελφών μου τών ελαχίστων, εμοί εποιήσατε», και τους έλεγε ότι στο πρόσωπο κάθε ανθρώπου, και μάλιστα του πάσχοντος αδελφού, έβλεπε τον Χριστό.
Ο Άγιος, σε μία ολονύκτια Ακολουθία στο ναό των Βλαχερνών είδε τη Θεοτόκο στον ουρανό προσευχόμενη και σκέπουσα το λαό με το τίμιο ωμοφόριό της (1 και 28 Οκτωβρίου).
Κάποια ημέρα συνέβη κάτι παράδοξο στο θεράποντα του Κυρίου. Κατά την συνήθειά του, για να μην γνωρίζει κανείς την εργασία του στους προθάλαμους των εκκλησιών, όπου προσευχόταν, πορευόταν κρυφά προς το ναό της Πανυμνήτου Θεοτόκου, στην αριστερά στοά της αγοράς του Μεγάλου Κωνσταντίνου. Έτυχε, τότε, κάποιο παιδί να διέρχεται τη λεωφόρο, εκτελώντας διαταγή του κυρίου του. Ο Όσιος πήγαινε προς το ναό για να προσευχηθεί• το παιδί τάχυνε το βήμα του και τον πρόφθασε, χωρίς ο Όσιος να το αντιληφθεί. Όταν έφθασε προ των πυλών του ναού ο Ανδρέας, Θεού θέλοντος, εξέτεινε τη δεξιά του χείρα και αφού σφράγισε με το σημείο του τιμίου Σταυρού τις πύλες, αυτές ευθύς υποχώρησαν.
Εισήλθε στο ναό και άρχισε τις προσευχές, μη γνωρίζοντας ότι κάποιος τον παρακολουθούσε. Το παιδί, το οποίο ακολουθούσε τον Όσιο, γνώριζε ότι ο άνθρωπος ήταν σαλός. Όταν τον είδε να ανοίγει αυτομάτως τις πύλες του ναού, έφριξε και κυριεύθηκε από τρόμο• έλεγε, λοιπόν, στον εαυτό του: «Ποιόν δούλο του Θεού οι κατά αλήθειαν μωροί σαλό ονομάζουν! Πόσο μεγάλος άγιος είναι, και εμείς οι ανόητοι αγνοούμε! Πόσους κρυφούς δούλους έχει ο Θεός και ουδείς γνωρίζει τα περί αυτών!».
Αυτά λογιζόταν το παιδί και πλησίασε, για να μάθει τί κάνει ο Άγιος εντός του ναού• βλέπει, λοιπόν, αυτόν προ του άμβωνος να κρέμεται στον αέρα και να προσεύχεται. Κατεπλάγη από το παράδοξο τούτο θέαμα και αναχώρησε, για να εκτελέσει την διαταγή του κυρίου του. Ο Όσιος τελείωσε την προσευχή του και έφυγε.
Εξερχόμενος από το ναό, ασφάλισε πάλι τις θύρες με το σημείο του Σταυρού. Τότε αντιλήφθηκε την παρουσία του παιδιού και λυπήθηκε, επειδή κάποιος οικέτης έγινε θεατής των συμβάντων• ανέμενε την επιστροφή του παιδιού, για να του παραγγείλει να μην αποκαλύψει τα περί του Οσίου. Συνάντησε το παιδί και είπε: «Φύλαξε, τέκνον, όλα όσα είδες στον τόπο τούτο και θα έχεις το έλεος του Κυρίου του Θεού».
Μία ημέρα, προς το τέλος της αγίας Τεσσαρακοστής, ο λαός της βασιλευούσης των πόλεων, της Κωνσταντινουπόλεως, επευφημούσε τον Δεσπότη Χριστό μετά βαΐων και ύμνων. Βλέπει, τότε, ο μακάριος Ανδρέας, κάποιον γέροντα, ωραίο κατά την εξωτερική εμφάνιση, να εισέρχεται στο ναό της του Θεού Σοφίας. Πλήθος λαού τον ακολουθούσε, με βάια και σταυρούς, οι οποίοι έλαμπαν ως αστραπή• μελωδούσαν μέλος τερπνό, ηδύ και σωτήριο.
Ο ένας στον άλλο παραχωρούσε το προβάδισμα και όλοι κατευθύνονταν προς τον άμβωνα. Ο γέροντας εκείνος κατείχε κινύρα και έκρουε τις χορδές συνοδεύοντας τους ψάλτες. Ο μακάριος ετέρπετο από το θέαμα και την ψαλμωδία• σκίρτησε και είπε: «Μνήσθητι Κύριε τού Δαβίδ καί πάσης τής πραότητος αυτού. Ιδού, ακούσαμε τήν Κυρία τήν Κυριοπρεσβεύτρια καί τήν ευρήκαμε όμοια πρός τή Σοφίαν τήν τερπνή».
Αυτά έλεγε ο Άγιος. Κάποιοι από τους παρευρισκόμενους σοφούς έλεγαν: «Πώς, σαλέ; Αναφέρεται στο στίχο αυτό του ψαλμού η Παναγία; Τί είναι αυτά τα οποία λέγεις;». και εξ αιτίας της άγνοιάς τους γέλασαν και αναχώρησαν. Ο μακάριος τα έλεγε αυτά επειδή είδε τον Δαβίδ με άλλους Προφήτες να έχουν έλθει εκεί.
Έτσι θεοφιλώς έζησε ο διά Χριστόν σαλός Άγιος Ανδρέας και κοιμήθηκε με ειρήνη σε ηλικία εξήντα έξι ετών. Ευθύς ευωδίασαν μύρα και θυμιάματα στον τόπο εκείνο, όπου άφησε το πνεύμα του ο Άγιος. Μία γυναίκα φτωχή, η οποία διέμενε πλησίον οσφράνθηκε την ηδύπνοο και ασύγκριτη ευωδία. την ακολούθησε, λοιπόν, αυτή και έφθασε στον τόπο εκείνο όπου έκειτο ο Άγιος. Βρήκε τον μακάριο νεκρό• ήδη δε ανέβλυζε μύρο από το τίμιο λείψανό του. Έτραξε, λοιπόν, και ανήγγειλε το θαύμα, επικαλούμενη με όρκο ως μάρτυρα τον Θεό. Πολλοί συγκεντρώθηκαν τότε, αλλά δεν βρήκαν το τίμιο λείψανο του Αγίου. Τους προκαλούσε κατάπληξη, όμως, η ευοσμία του μύρου και των θυμιαμάτων. Ο Κύριος, ο Οποίος γνωρίζει τα κρίματα εκάστου και τα απόκρυφα κατορθώματα του Αγίου, μετέθεσε το λείψανο του Αγίου.
Ο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης αναφέρει ότι ο Άγιος Ανδρέας έγραψε πολλές προφητείες οι οποίες δεν εκδόθηκαν ποτέ και βρίσκονται στην Μονή Iβήρων.
Προσευχή του Αγίου Ανδρέου προ της μακαρίας κοιμήσεώς του
«Ο Πατέρας, ο Υιός καί τό Άγιο Πνεύμα, Τριάς η ζωοποιός καί ομοούσιος, σύνθρονος καί αμέριστος, παρακαλούμέν Σε οι πένητες, οι ξένοι, οι πτωχοί καί γυμνοί: οι μή έχοντες πού τήν κεφαλήν κλίναι: ένεκεν τού ονόματός Σου κλίνομεν τό γόνυ τής ψυχής καί τού σώματος, τής καρδίας καί τού πνεύματος καί δεόμεθά Σου καί ικετεύομέν Σε, τόν Θεόν, τό φοβερόν όνομα Σαβαώθ: αγαθέ καί άγιε Δέσποτα, πλαστουργέ, ποιητά, παντοκράτωρ κλίνον τό ούς σου καί πρόσδεξε ευμενώς τήν ικετήριον δέησιν ημών τών ταπεινών καί αξίωσόν μας νά αγιασθώμεν, εν τή δυνάμει καί τώ ονόματί Σου, Κύριε, οικτίρμον, ελεήμον, μακρόθυμε καί πολυέλεε.
Ελθέ, Πατέρα, Υιέ καί Πνεύμα Άγιο: ελθέ, τό όνομα τού Πατρός τού Υιού καί τού Αγίου Πνεύματος, μετά συμπαθείας διά τά παραπτώματά μας, τά εν λόγω ή έργω ή εν ενθυμήσει ή διανοία. Πάριδε καί άφες ταύτα αγαθέ, εύσπλαχνε, ελεήμον, πολυέλεε. Καί μή μάς καταισχύνης: μή μάς απορρίψης από τού προσώπου Σου: Σύ, ο Οποίος από αγάπην υπερβολικήν καί γλυκυτάτην φιλανθρωπίαν, κάμπτεσαι από τάς προσευχάς τών φίλων Σου».
Απολυτίκιο:
Ήχος δ’. Ταχύ προκατάλαβε.
Μωρίαν εκούσιον διά Χριστόν τόν Θεόν, επόθησας Όσιε, τόν σοφιστήν αληθώς, μωράνας καί ήνυσας, μέσον πολλών θορύβων, τόν αγώνα Ανδρέα: όθεν σε ο Δεσπότης, Παραδείσου πρός πλάτος, εσκήνωσε πρεσβεύειν υπέρ τών τιμώντων σε.

Πέμπτη 27 Μαΐου 2021

EΝΩΠΙΟΝ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΑΝΩΤΕΡΟΣ ΕΙΝΑΙ ΕΚΕΙΝΟΣ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ Ο ΠΙΟ ΤΑΠΕΙΝΟΣ

Ο Στέφανος Νεμάνια ήταν Σέρβος αυτοκράτορας μεταξύ 1166 – 1196 και είχε ένα γιό. Ο γιός του όμως αντί να παραμείνει στα βασιλικά ανάκτορα, καθότι φυσικός διάδοχος του θρόνου, προτίμησε να γίνει μοναχός στη μονή Χιλανδαρίου με το όνομα Σάββας.

Μάλιστα αργότερα έγινε ηγούμενος της Μονής. Μετά από μερικά χρόνια έγινε μοναχός και ο Στέφανος Νεμάνια με το όνομα Συμεών και από αυτοκράτορσς έγινε υποτακτικός του υιού του!

Ένας αυτοκράτορας να γίνεται απλός μοναχός και μάλιστα υποτακτικός του υιού του. Μεγάλη ταπείνωση!
Μια μέρα οι μοναχοί πήγαν να μαζέψουν ελιές στο περιβόλι της μονής. Πήγε να μαζέψει και ο 80χρονος Συμεών, ο πρώην αυτοκράτορας.

Το μεσημέρι έκατσαν οι μοναχοί όπως ήταν κουρασμένοι να φάνε. Ο παππούς ο Συμεών έστρωσε ένα χαλάκι από κάτω και πάνω έβγαλε μια ωραία πετσέτα καλής ποιότητας για μοναχό και έβαλε λίγο ψωμί, ελιές και κρεμμύδι, ένα λιτό γεύμα…

Εκείνη τη στιγμή περνούσε από εκεί ο ηγούμενος της μονής ο π. Σάββας ο γιός του. Πηγαίνει στον πατέρα του και του λέει:

– Ε, πάτερ Συμεών που νομίζεις πως βρίσκεσαι, στα βασιλικά ανάκτορα; Και παίρνει την πετσέτα με τις ελιές και τις πέταξε κάτω…

– Μάζεψέ τες τώρα…

– Να είναι ευλογημένο γέροντα! Να είναι ευλογημένο γέροντα!

Οι υπόλοιποι μοναχοί που είδαν το σκηνικό αυτό ντράπηκαν, γιατί ο π. Σάββας ούτε την ηλικία του π. Συμεών δεν σεβάστηκε.

Το βράδυ μάζεψε ο ηγούμενος τους μοναχούς και τους είπε:

– Είδατε την ταπείνωση του πατέρα μου; Επειδή είναι αγιότατος ήθελα να του δώσω περισσότερες ευκαιρίες αγιότητας. Μπροστά σε αυτά τα μαθήματα και εγώ παίρνω Χάρη. Βασιλικός είναι ο Συμεών εγώ είμαι γλάστρα! Γι’ αυτό και ο πατέρας μου θα αγιάσει!

Και πραγματικά όταν ο μπαμπάς του κοιμήθηκε έμεινε άφθαρτος και μυροβλύτης! Και αγίασε. Η μνήμη του τιμάται κάθε χρόνο στις 13 Φεβρουαρίου.

Ενώπιον των ανθρώπων, ανώτερος είναι εκείνος, που έχει το υψηλότερο αξίωμα ή τα περισσότερα χρήματα, ενώπιος όμως του Κυρίου, ανώτερος είναι εκείνος, που είναι ο πιο ταπεινός. Διότι ο ίδιος ο Κύριος είναι ταπεινός.

Γέροντας Εφραίμ της Σκήτης του Αγίου Ανδρέα