Σε ευχαριστούμε Θεέ μου, για κάθε μητέρα που μας έδωσες. Για κάθε αγκαλιά, φιλί, αγάπη και νοιάξιμο που δεχθήκαμε από αυτές τις γυναίκες, που μας κάλεσαν με τον όνομα μας, μας έδωσαν φωνή, βλέμμα και άγγιγμα. Πού απάντησαν στις κραυγές μας, στην πείνα και την δίψα μας για ζωή.
Σε ευχαριστούμε Κύριε όμως και για κάθε γυναίκα, που είχες ετοιμάσει για μητέρα, αλλά δεν κατάφερε να γίνει. Οι λόγοι πολλοί. Μονάχα εσύ γνωρίζεις το «γιατί» που κάποτε και εμείς, εκεί στην Βασιλεία σου θα μάθουμε, γιατί ξέρουμε ότι τίποτε Κύριε δεν δημιουργείς δίχως σκοπό και τίποτε δεν επιτρέπεις χωρίς νόημα.
Γι αυτές τις τελευταίες μητέρες που δεν αγκάλιασαν παιδιά ενώ το διψούσε η καρδιά και το κορμί τους, περισσότερο σε παρακαλώ. Δώσε Θεέ παρηγοριά στο πόνο τους, αλλά και νόημα στην ψυχή τους, να γίνουν μητέρες για ορφανά και ξεχασμένα παιδιά, για όλα εκείνα που πέταξαν και ξέχασε κάποιος να φωνάξει το όνομα τους, που καμιά αγκαλιά δεν άνοιξε να σκεπάσει το αίτημα τους, και κανένα φιλί δεν σαρκώθηκε στο σώματα τους.
Δώσε εσύ Χριστέ, σε κάθε γυναίκα να γίνει μάνα της ζωής, μάνα του ανθρώπου, που πέρα και πάνω από χρώμα, φυλή και θρησκεία, φανερώνει την δόξα Σου, και με την φωνή του Προφήτη σου Ιεζεκιήλ να φωνάξει σε κάθε πλάσμα ξεχασμένο και πεταμένο από ανθρώπους στην Γη:: «Τη μέρα που γεννήθηκες δεν σού ‘κοψαν τον ομφάλιο λώρο ούτε σε πλύναν με νερό για να σε καθαρίσουν, δεν σ’ έτριψαν με αλάτι ούτε σε σπαργάνωσαν. Κανένα μάτι δεν σε λυπήθηκε [...] αλλά σε πέταξαν στα χωράφια, όταν γεννήθηκες, χωρίς για τη ζωή σου να νοιαστούν. Εγώ πέρασα από κοντά σου, σε είδα να κυλιέσαι μες στο αίμα σου, κι έτσι στην κατάσταση που βρισκόσουνα σου είπα: Ζήσε!» Προφήτης Ιεζεκιήλ, κεφ. 16, 1-6.