Καθώς ακούμε «κρίση», μας έρχεται στο νου το δικαστήριο, η τιμωρία, η δίκη μας. Αίσθηση φόβου και τρόμου!
Έτσι δεν κατηχήθηκαν, αιώνες τώρα, τόσοι χριστιανοί; Μ’ αυτές τις αντιλήψεις δεν ταλαιπωρούνται ακόμα και σήμερα;
Κατ’ αρχήν, είναι ανάγκη να καταλάβουμε πως οι διάφορες διηγήσεις ή
παραβολές του Χριστού έχουν διδακτικό – παιδαγωγικό χαρακτήρα. Η κατά
γράμμα αποδοχή του Ευαγγελίου θυμίζει αιρετικούς που αγνοούν το πνεύμα.
Γι’ αυτό και η Εκκλησία, με τους αγίους Πατέρες που είναι
Πνευματοφόροι, ερμηνεύει τη Γραφή και μας προσφέρει την ουσία του Λόγου
του Θεού.
«Γνώσεσθε την αλήθειαν και η αλήθεια ελευθερώσει υμάς». Ελευθερία από
λανθασμένες ερμηνείες, από προκαταλήψεις και δεισιδαιμονίες, που
ταλαιπωρούν χωρίς να σώζουν – να ολοκληρώνουν τον άνθρωπο.
Ο Θεός της αγάπης, των οικτιρμών και της παρηγοριάς, πώς είναι δυνατό
να έχει τέτοιες μεταλλαγές και να γίνεται δικαστής άτεγκτος και
σκληρός, χωρίς έλεος για τους αμαρτωλούς;
Το Ευαγγέλιο της κρίσεως μιλά για την αγάπη. Όχι του Θεού προς τον
άνθρωπο, όπως στην παραβολή του ασώτου υιού, αλλά του ανθρώπου προς το
Θεό, που εκφράζεται προς τον ταλαίπωρο συνάνθρωπο.
Μια αγάπη συγκεκριμένη και πρακτική.
Όχι γενική και αόριστη, όπως είναι η «αγάπη στην ανθρωπότητα». Αγαπάς
το συγκεκριμένο άνθρωπο που συναντάς στην πορεία της ζωής σου, με το να
του δώσεις αυτό που χρειάζεται: στον πεινασμένο φαί, στο διψασμένο
νερό, στον ξένο φιλοξενία, στο γυμνό ρούχο, στον πονεμένο παρηγοριά, στο
φυλακισμένο συμπαράσταση.
Αλλά η αγάπη πηγάζει από το Θεό της αγάπης. Γι’ αυτό και η συμπόρευση
με το συνάνθρωπο, για να μην κρύβει ιδιοτέλεια – είτε ως ανάγκη μας να
«νιώσουμε ωραία», είτε ως οίκτος που ελλοχεύει ανισότητα – χρειάζεται
σχέση αγάπης με τον ενσαρκωμένο Θεό. Κι αυτό αυθόρμητα, αληθινά, χωρίς
λογική διαδικασία. «Κύριε, πότε σε είδομεν πεινώντα ή διψώντα ή ξένον ή
γυμνόν ή ασθενή …»
Τελικά, κρινόμαστε με βάση την αγάπη μας. Πόσο υπερβήκαμε τον εαυτό
μας για χάρη των «ελαχίστων αδελφών του Κυρίου». Πόσο οι νηστείες, οι
προσευχές και οι όποιες πνευματικές εργασίες μας ελευθέρωσαν από τον
τυραννικό εαυτό μας. Πόσο ο Χριστός είναι ο αγαπημένος της καρδιάς μας,
ώστε οι αδελφοί του να γίνουν αδελφοί μας. Το Ευαγγέλιο της κρίσεως
γίνεται καθρέπτης του έσω εαυτού μας.
Σε μια ατμόσφαιρα που τονίζεται η ανάγκη του ανθρώπου να δείξει άλλον
εαυτόν από αυτόν που είναι, με το να φορέσει μάσκα, η Εκκλησία μάς
καλεί να δείξουμε στον εαυτό μας την πραγματικότητα του εαυτού μας. Μας
δείχνει, ως καθρέφτης, την αλήθεια που ζούμε: αγαπάμε εμπράκτως ή
υποκρινόμαστε τους χριστιανούς; Ζούμε τη ζωή του Χριστού, που συνεχώς
υπηρετούσε και ευεργετούσε θυσιαζόμενος ή ζούμε τη φιλαυτία και τον
εγωκεντρισμό μας; Γιατί, αλήθεια, το πρώτο είναι ο παράδεισος, το
δεύτερο η κόλασή μας.