Αρχιμ. Αυγουστίνου Κκαρά
Πρωτότυπο Κείμενο
Τῷ καιρῷ ἐκείνῳ, ἐλθόντι τῷ ᾿Ιησοῦ εἰς τὴν χώραν τῶν Γεργεσηνῶν ὑπήντησαν αὐτῷ δύο δαιμονιζόμενοι, ἐκ τῶν μνημείων ἐξερχόμενοι, χαλεποὶ λίαν, ὥστε μὴ ἰσχύειν τινὰ παρελθεῖν διὰ τῆς ὁδοῦ ἐκείνης. Καὶ ἰδοὺ ἔκραξαν, λέγοντες· Τί ἡμῖν καὶ σοί, ᾿Ιησοῦ Υἱὲ τοῦ Θεοῦ; ἦλθες ὧδε πρὸ καιροῦ βασανίσαι ἡμᾶς; Ἦν δὲ μακρὰν ἀπ᾿ αὐτῶν ἀγέλη χοίρων πολλῶν βοσκομένη. Οἱ δὲ δαίμονες παρεκάλουν αὐτὸν λέγοντες· Εἰ ἐκβάλλεις ἡμᾶς, ἐπίτρεψον ἡμῖν ἀπελθεῖν εἰς τὴν ἀγέλην τῶν χοίρων. Καὶ εἶπεν αὐτοῖς· Ὑπάγετε. Οἱ δὲ ἐξελθόντες, ἀπῆλθον εἰς τὴν ἀγέλην τῶν χοίρων. Καὶ ἰδοὺ, ὥρμησε πᾶσα ἡ ἀγέλη τῶν χοίρων κατὰ τοῦ κρημνοῦ εἰς τὴν θάλασσαν, καὶ ἀπέθανον ἐν τοῖς ὕδασιν. Οἱ δὲ βόσκοντες ἔφυγον· καὶ ἀπελθόντες εἰς τὴν πόλιν, ἀπήγγειλαν πάντα καὶ τὰ τῶν δαιμονιζομένων. Καὶ ἰδοὺ πᾶσα ἡ πόλις ἐξῆλθεν εἰς συνάντησιν τῷ ᾿Ιησοῦ· καὶ ἰδόντες αὐτὸν, παρεκάλεσαν ὅπως μεταβῇ ἀπὸ τῶν ὁρίων αὐτῶν. Καὶ ἐμβὰς εἰς πλοῖον, διεπέρασε, καὶ ἦλθεν εἰς τὴν ἰδίαν πόλιν.
Νεοελληνική Απόδοση
Εκείνο
τον καιρό, ήρθε ο Ιησούς στην περιοχή των Γεργεσηνών όπου τον συνάντησαν
δύο δαιμονισμένοι που έρχονταν από τα μνήματα, τόσο φοβεροί, που
κανένας δεν τολμούσε να περάσει από κείνον το δρόμο. Και με κραυγές του
είπαν: «Τι δουλειά έχεις εσύ μ΄εμάς Υιέ του Θεού; Ήλθες εδώ για να μας
βασανίσεις πριν την ώρα μας;» Μακριά απ΄ αυτούς έβοσκε ένα κοπάδι από
πολλούς χοίρους. Και οι δαίμονες τον παρακαλούσαν λέγοντας: «Αν είναι να
μας διώξεις, άφησέ μας να πάμε στο κοπάδι των χοίρων». Και εκείνος τους
είπε: «Πηγαίνετε». Αυτοί βγήκαν και πήγαν στο κοπάδι των χοίρων. Και
όλο το κοπάδι των χοίρων όρμησε και γκρεμίστηκε στη λίμνη και πνίγηκαν
μέσα στα νερά. Τότε οι βοσκοί έφυγαν, πήγαν στην πόλη και ανάγγειλαν όλα
τα συμβάντα και ό,τι έγινε με τους δαιμονισμένους. Βγήκε τότε όλη η
πόλη να συναντήσει τον Ιησού, κι όταν τον είδαν, τον παρακάλεσαν να
φύγει από την περιοχή τους. Ο Ιησούς επιβιβάστηκε στο πλοίο, διέσχισε τη
λίμνη και ήρθε στην πόλη του.