Παρασκευή 21 Ιουνίου 2024

ΜΕ ΑΦΟΡΜΗ ΔΥΟ ΣΥΝΑΥΛΙΕΣ

                 

Πρόσφατα, ένα συγκρότημα έδωσε δύο συναυλίες στην πρωτεύουσα της χώρας ελκύοντας χιλιάδες, κυρίως  νέους, ανθρώπους, οι οποίοι έσπευσαν να συμμετάσχουν και να ζήσουν εξαιρετικές στιγμές, με μηνύματα που ξεπερνούσαν τα όρια μιας ευχάριστης διασκέδασης. Η συναυλία είχε χαρακτηριστικά οικολογικής ευαισθητοποίησης, όσο αυτό είναι εφικτό, με την άρνηση χρήσης πλαστικών συσκευασιών, με την παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας μέσα από ποδήλατα στα οποία αθλούνταν οι θεατές, ενώ έκλεισε με έναν χαρακτηριστικό τίτλο: “believe in love”, «να πιστέψουμε στην αγάπη».

                Ανεξαρτήτως της όποιας πραγματικής συνέπειας λόγων και έργων και της όποιας μόδας, το συγκρότημα συγκλόνισε χιλιάδες ανθρώπους, οι οποίοι τραγούδησαν και κράτησαν, ακόμη και ως μήνυμα που δεν κάνει θόρυβο, αυτό το «να πιστέψουμε στην αγάπη». Και γεννιέται ένας βαθύς προβληματισμός σε όσους από εμάς διαβάσαμε και είδαμε τις εικόνες από αυτή τη συναυλία, η οποία έλαβε μεγάλη δημοσιότητα. Τι είναι αυτό που κάνει ανθρώπους από διάφορα μέρη του κόσμου να ελκύονται από τέτοια συγκροτήματα; Να συγκεντρώνονται, να νοιάζονται, να αγαπούνε τους πρωταγωνιστές, τη μουσική τους, τα τραγούδια τους, να δακρύζουν, να αισθάνονται σε καιρούς ατομοκεντρικούς, σε καιρούς στους οποίους η συλλογικότητα δείχνει μια υπόθεση μάλλον χαμένη, σε καιρούς απομόνωσης μπροστά στα κινητά; Μπορεί όλο αυτό να κρατά για όσο διαρκεί μια συναυλία. Δεν παύει όμως να εκφράζει κάτι βαθύτερο. Ας προχωρήσουμε, μάλιστα, ένα βήμα παραπέρα. Γιατί, ενώ η χριστιανική μας πίστη και παράδοση είναι «believe in Love», όχι απλά στην αγάπη, αλλά στον Χριστό που είναι η Αγάπη, δεν μοιάζει να συγκινεί έναν κόσμο, που έχει κενό νοήματος στη ζωή του και αισθάνεται αυτή την ερήμωση της αν-εστιότητας;

                Είναι αρκετός ο χαρακτηρισμός ότι ο κόσμος κείται εν τω πονηρώ, όταν διψά για αγάπη και αλήθεια; Όταν, κατά τα άλλα, εκκοσμικευμένοι άνθρωποι μπορούν να συγκινούν πλήθη μιλώντας και δείχνοντας ότι υπάρχει η οδός της πίστης στην αγάπη, ασχέτως της όποιας εμπορευματοποίησης, η οποία δεν αναιρεί τη δίψα; Είναι απλώς μια παγίδα του διαβόλου και μόνο ή μήπως η δική μας γλώσσα, η εκκλησιαστική, το δικό μας παράδειγμα, των ανθρώπων της Εκκλησίας, η δική μας έλλειψη έμπρακτης πίστης στην Αγάπη μάς κάνει να θέλουμε να παρηγοριόμαστε με την αυταπάτη ότι όλα τα υπόλοιπα είναι αμαρτωλά και ότι εμείς και μόνο είμαστε στη σωστή πλευρά της ιστορίας;

                Δεν είναι εύκολες οι απαντήσεις. Η παρουσία του Χριστού  και η εμπειρία Του είναι πάντοτε νέος οίνος, ο οποίος δεν χωρά στους παλαιούς ασκούς. Η γλώσσα που κατανοούμε τον κόσμο σήμερα δεν βοηθά με τις σχηματοποιήσεις της, που έρχονται από το χτες, να δώσουμε αυτόν τον καινούργιο οίνο, ο οποίος είναι ο Χριστός «χθες και σήμερον ο αυτός και εις τους αιώνας». Πορευόμαστε ολοένα και περισσότερο σε μια μοναξιά θρησκευτικότητας, η οποία μας εγκλωβίζει σε μια αίσθηση αυτοδικαίωσης, ενώ η κλήση μας από τον Θεό ως χριστιανών και από την Εκκλησία ως μάνας μας είναι να απλώσουμε τα χέρια και την καρδιάς μας αγαπώντας. Χρειάζεται όμως μεγαλύτερη τόλμη, μια άλλη σπουδή του σύγχρονου κόσμου, παραίτηση από προνόμια αυτάρκειας, έξοδος από τους τοίχους των σχημάτων που θεωρούμε ότι είναι η ουσία της παράδοσής μας, ενώ είναι το κέλυφός της, και η φανέρωση με τη ζωή και την πίστη του καθενός και της καθεμιάς της «καινής κτίσης».                 

π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός