Γέννηση του Χριστού αναιρεί το χρόνο, γιατί παρεμβάλλει στο χρόνο την αιωνιότητα της «φυσικής» κοινωνίας ανθρώπου και Θεού.
Η αιωνιότητα δεν είναι ο υλικός χρόνος σε μίαν ατέλειωτη προέκταση,
αλλά το παρόν της προσωπικής σχέσης, το αδιάστατο γεγονός της αγαπητικής
κοινωνίας.
Δηλαδή εκείνος ο τρόπος της υπάρξεως, που αποκαθιστά τον άνθρωπο στην
πληρότητα της προσωπικής του αλήθειας, πέρα από κάθε περιορισμό χρόνου,
χώρου και φυσικής φθοράς, τη γεύση αυτού του αφθαρτοποιημένου χρόνου της
προσωπικής κοινωνίας την προσεγγίζουν οι πιστοί μέσα στο λειτουργικό
χρόνο της Εκκλησίας.
Κάθε λειτουργική-ευχαριστιακή σύναξη δεν είναι επανάληψη, μίμηση ή
συμβολισμός, αλλά η δυναμική μετοχή μας στο Σώμα του Χριστού, στο
γεγονός της «φυσικής» ένωσης ανθρώπου και Θεού. Και στα όρια αυτού του γεγονότος, το παρελθόν, το παρόν και το μέλλον συναιρούνται στην αμεσότητα της παρουσίας: προσφέρουμε
στην Ευχαριστία όλοι μαζί, ζώντες και τεθνεώτες, προφήτες και μάρτυρες,
όσιοι και ομολογητές, προπάτορες και απόστολοι, μαζί με μας τους
σημερινούς τελώνες, ληστές και πόρνες, παρόντες όλοι «ενώπιον» του
Χριστού, στην αμεσότητα της προσωπικής σχέσης μαζί Του.
Η αιωνιότητα της Εκκλησιάς δεν ερμηνεύεται (παρά μόνο
σχετικά και εικονικά) με την «αθανασία της ψυχής» των φιλοσόφων, η
Εκκλησία δεν σώζει τα «πνεύματα», αλλά τον άνθρωπο ολόκληρον, έτσι όπως
τον προσέλαβε ο Χριστός στη θεανδρική του σάρκα, η αιωνιότητα της
Εκκλησίας είναι η άμεση εμπειρία της μεταμόρφωσης του χρόνου στις
διαστάσεις του Γεγονότος της σωτηρίας, της Σάρκωσης του Χριστού, της
διαχρονικής παρουσίας του Σώματος που λειτουργεί την Ευχαριστία.
Η Γέννηση του Χριστού αναιρεί το χρόνο, γιατί μεταβάλλει τη χρονική
διαδοχή σε γιορταστική μαρτυρία του παρόντος της σωτηρίας. Παράλληλα
και, ουσιαστικά, έξω και πέρα από τον αστρονομικό χρόνο της μετρητής
φθοράς, η Εκκλησία έχει το δικό της κύκλο του χρόνου, τον εορτολογικό
κύκλο της χαράς της, τη χαρά του Ευαγγελίου της διαρθρωμένη σε
καθημερινή γιορτή.
Ο Θεός παρεμβαίνει στο χρόνο για να ελευθερώση τον άνθρωπο από το χρόνο. Η ελευθερία, ωστόσο, είναι πάντοτε μία προσωπική δυνατότητα,
μια ενεργοποιημένη- δυναμική κατάφαση στην αλήθεια. Γι’ αυτό και η
γέννηση του Χριστού παραμένει Μυστήριο ξένο και παράδοξο, ενδεχόμενο
προσωπικής ανακάλυψης–όχι αντικειμενικότητα γιορτής, αλλά δυνατότητα
μετοχής στη Γιορτή και στην πολυσήμαντη «ευδοκία».