π. Θεμιστοκλή Μουρτζανού
Πόσο
αισθανόμαστε ότι μέσα μας υπάρχει φως; Πόσο φωτεινοί άνθρωποι θα θέλαμε
να είμαστε; Φωτεινός είναι ο άνθρωπος που εκπέμπει χαρά και ζωή.
Φωτεινός, για την πίστη, είναι αυτός που κοινωνεί τον Θεό και
μεταμορφώνεται εντός του σε άνθρωπο που έχει νόημα ζωής. Φωτεινός είναι
αυτός που δεν νικιέται από τις αμαρτίες και τα πάθη του ή αυτός που,
ακόμη κι αν νικηθεί, μετανοεί, ανορθώνεται, ελπίζει, κάνει καινούργιο
ξεκίνημα. Φωτεινός είναι ο άνθρωπος που οι άλλοι χαίρονται να είναι
κοντά του και εκείνος χαίρεται να μοιράζεται την ζωή του μαζί τους.
Μία
τέτοια θεώρηση της ζωής βέβαια φαντάζει ποιητική. Ονειρική. Εκτός της
πραγματικότητας του κόσμου μας, ο οποίος ζητά από τον άνθρωπο να
ασχολείται με τις δουλειές του, να περνά καλά, να ακολουθεί τα πρότυπα
ζωής. Φωτεινός σήμερα είναι στην καλύτερη περίπτωση ο άνθρωπος που έχει
χιούμορ. Ο διασκεδαστής. Όμως τέτοιοι τύποι δεν είναι απαραίτητο ότι
εκπέμπουν ένα εσωτερικό φως. Μπορεί να είναι μόνο χαρισματικοί. Να
χρειάζονται για λίγο. Ο φωτεινός άνθρωπος δε χορταίνεται. Είναι άνθρωπος
εμπιστοσύνης, αλήθειας, αγάπης. Είναι αυτός που ακολουθεί τη οδό της
αγιότητας, που ακόμη κι αν αισθάνεσαι ότι σε ελέγχει, νιώθεις ότι τα
πάντα σ’ αυτόν ξεκινούνε από την αγάπη.
Το
φως, για την πίστη, είναι πνευματική κατάσταση. Πηγάζει από την ζώσα
σχέση του ανθρώπου με τον Χριστό, ο οποίος είναι το φως του κόσμου. Η
ζώσα σχέση φωτίζει. Και όποιος έχει φωτιστεί, με τη σειρά του μοιράζεται
το φως με τους άλλους, ακόμη κι αν αυτοί ζούνε στο σκοτάδι. Σκοτάδι
δεν είναι κατ’ ανάγκην η άγνοια, η απαιδευσία, η αμαρτωλότητα. Σκοτάδι
είναι κυρίως η ζωή χωρίς τον Θεό. Είναι η επιλογή πορείας στον κόσμο με
γνώμονα τον εαυτό μας, ο οποίος κάποτε μπορεί να γνωρίζει πολλά, να έχει
να δώσει ιδέες και συμβουλές, όμως δεν μπορούν να λυτρώσουν οι λόγοι
και οι γνώσεις. Ο ανθρώπινος λόγος είναι χρήσιμος. Μπορεί να
προβληματίσει και να αφυπνίσει. Όμως δεν είναι αρκετός για να αλλάξει
την ζωή των άλλων, διότι πάντοτε θα φέρνει μία σύγκρουση ανάμεσα στο εγώ
αυτού που εκφέρει τον λόγο και στο εγώ εκείνου που τον ακούει, τον
διαβάζει, τον συζητά. Οι γνώμες είναι σχετικές. Αντίθετα, ο φωτισμένος
από τον Θεό άνθρωπος δεν μεταφέρει το δικό του εγώ, τον δικό του λόγο,
αλλά τον λόγο του Θεού και τελικά την παρουσία του ίδιου του Θεού στην
ζωή των συνανθρώπων του. Γι’ αυτό και η παρουσία του αποκαλύπτει το
σκοτάδι που υπάρχει στην ψυχή του άλλου. Αν όμως δεν είναι αληθινά
φωτισμένος, τότε το φως της γνώσης, του λόγου, της έμπνευσης γίνεται
σκοτάδι. Διότι παγιδεύει στην αυτάρκεια και τον εγωκεντρισμό και δεν
μπορεί να αφήσει τον λυτρωμό να φανερωθεί.
«Ο λύχνος του σώματος εστίν ο οφθαλμός. Εάν ουν ο οφθαλμός απλούς ή, όλον το σώμα σου φωτεινόν έσται. Εάν δε ο οφθαλμός σου πονηρός ή, όλον το σώμα σου σκοτεινόν έσται. Ει ουν το φως το εν σοι σκότος εστί, το σκότος πόσον;» (Ματθ. 6,
22-23). «Το λυχνάρι του σώματος είναι τα μάτια. Αν λοιπόν τα μάτια σου
είναι γερά, όλο σου το σώμα θα είναι στο φως. Αν όμως τα μάτια σου είναι
χαλασμένα, όλο σου το σώμα θα είναι στο σκοτάδι. Κι αν το φως που
έχεις, μεταβληθεί σε σκοτάδι, σκέψου πόσο
θα’ ναι το σκοτάδι!» Ο λόγος του Χριστού μάς δείχνει ότι αν βλέπουμε
μέσα από την σχέση με τον Θεό, τότε όλα επάνω μας είναι φως. Είναι
δεδομένο ότι έχουμε μάτια. Ότι μας δόθηκε η ευλογία να βλέπουμε. Και η
όραση δεν είναι μόνο διά των αισθήσεων. Επειδή πλαστήκαμε κατ’ εικόνα Θεού, μας δόθηκε η δυνατότητα να κοινωνούμε τον Θεό εντός της Εκκλησίας. Και
όχι μόνο διά των μυστηρίων, αλλά και διά της αγάπης, διά της θεάσεως ως
αδελφού μας κάθε ανθρώπου, ακόμη κι αυτού με τον οποίο διαφωνούμε,
ακόμη κι αυτού που είναι εχθρός μας, που μας δυσκολεύει την ζωή, ακόμη
και του ξένου, του αλλόθρησκου, του ψεύτικου, ακόμη και του δημίου μας.
Όταν παλεύουμε να έχουμε ενεργά τα μάτια της αγάπης, τότε ζούμε στο φως
και μοιραζόμαστε, παρά τις πτώσεις μας, αυτό το φως με όσους
προσεγγίζουμε, με όσους μας προσεγγίζουμε.
Το
πρόβλημα των καιρών μας, όπως και κάθε εποχής, είναι το πόσο σκοτάδι
μας περιτριγυρίζει, αλλά και πόσο εύκολα το φως εντός μας μεταμορφώνεται
σε σκοτάδι. Όταν αισθανόμαστε ότι έχουμε το αλάθητο. Όταν ο εαυτός μας
γίνεται το κριτήριο της αυθεντίας. Όταν απουσιάζει η αναφορά στην
Εκκλησία, δηλαδή η συλλογικότητα που έχει πάντοτε ανοιχτό τον δρόμο της
μετανοίας. Όταν νομίζουμε ότι ζούμε επειδή επιβιώνουμε. Όταν τα πάθη μας
μάς κυριεύουν και εμείς τα έχουμε βαφτίσει δικαίωμα. Όταν απουσιάζει η
αυτογνωσία και η αυτοκριτική. Όταν η σχέση μας με τον Χριστό είναι
συμφεροντολογική ή της συνήθειας. Όταν κλειδί είναι οι εμμονές μας.
Σκοτάδι είναι ο τρόπος της εξουσίας. Η επιβολή στους άλλους. Ο
ανταγωνισμός. Όταν οι άλλοι είναι οι εχθροί μας, με τους οποίους δεν
πρέπει να συνεργαστούμε και την γνώμη των οποίων δε θέλουμε να ακούσουμε
και να προβληματιστούμε πάνω σ’ αυτήν. Σκοτάδι είναι ο φόβος του θανάτου, που μας κάνει να θέλουμε να ζήσουμε απολαμβάνοντας, παίρνοντας και όχι και δίδοντας. Η αίσθηση ότι δεν υπάρχει Θεός και επομένως όλα επιτρέπονται.
Η
σχέση μας με τον Χριστό, ο πνευματικός μας αγώνας, η ζωή στην Εκκλησία
μάς κάνουν να κρατάμε το φως. Να είναι η χαρά μας διαρκής και αυθεντική.
Και τα πάντα να αντανακλούν την ελπίδα του Χριστού, διότι δεν μας
κυριεύει το σκοτάδι, διότι τα μάτια και του σώματος και της ψυχής
βλέπουν!