«Αν πεις, γιατί ετούτο, δεν ειρηνεύεις»
ΓΕΡΩΝ ΕΦΡΑΙΜ ΚΑΤΟΥΝΑΚΙΩΤΗΣ
Γι᾿ αὐτὸ πολλὲς φορές, νὰ σᾶς πῶ, πατέρες, ἐφοβήθηκα τὴν κρίση τοῦ Θεοῦ. Εἶναι σύμφωνος ὁ Θεὸς μὲ μένανε ἢ μήπως ἀλλάζει ὁ Θεός; «Ἐμνήσθην τῶν κριμάτων Σου καὶ παρεκλήθην» (Ψαλμ. 118,12* 52). Ἔτσι εἶναι.
Ὁ Σταυρὸς δὲν λείπει. Γιατί; Γιατὶ ἐφ᾿ ὅσον κι ὁ ἀρχηγός μας ἀνέβηκε στὸ Σταυρό, κι ἐμεῖς θ᾿ ἀνεβοῦμε, νὰ ποῦμε. Ἀλλὰ ἀπ᾿ τὴ μία πλευρὰ εἶναι γλυκὺς καὶ ἐλαφρός, ἀπ᾿ τὴν ἄλλη μεριὰ εἶναι πικρὸς καὶ βαρύς. Κατὰ τὴν προαίρεσή μας. Ἂν πάρεις μὲ ἀγάπη τὸν Σταυρὸ τοῦ Χριστοῦ, εἶναι πολὺ ἐλαφρός, εἶναι σφουγγάρι, φελλός. Ἂν τὸ πάρεις, δηλαδή, ἀπ᾿ τὴν ἄλλη πλευρά, τότες εἶναι βαρὺς καὶ ἀσήκωτος.
Γι᾿ αὐτό, καὶ μένα ἡ πείρα αὐτὸ μὲ δίδαξε. Τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ νὰ γίνει. Ἦταν ἀπ᾿ τὸ Θεὸ ἔτσι. Καὶ εἰρηνεύεις, νὰ ποῦμε. Ἂν πεῖς μὰ γιατί ἐτοῦτο, ἐκεῖνο, δὲν εἰρηνεύεις, δὲν εἰρηνεύεις.
Δὲν ἦταν τὸ θέλημα τοῦ Θεοῦ νὰ φύγω τὴν Κυριακή, ἦταν τὴ Δευτέρα· δὲν ἤθελε ὁ Θεὸς τὴν Τρίτη, ἤθελε νὰ φύγω τὴν Τετάρτη· ἔ, ὁ Θεὸς ἔτσι τά ῾φερε. Ἂν τὰ πάρεις ἀπ᾿ τὴν ἄλλη πλευρὰ μὲ τὴν κρίση τὴ δική σου, θὰ σφάλεις καὶ μισθὸν δὲν ἔχεις. Μισθὸν δὲν ἔχεις!