Ἡ κορυφή τῶν ἀρετῶν εἶναι ἡ προσευχή. Ἡ βάση τῶν ἀρετῶν εἶναι ἡ νηστεία.
Νηστεία εἶναι ὁ διαρκής μετριασμός τῆς τροφῆς μέσύνεση καί διάκριση.
Ὑπερήφανε ἄνθρωπε! Φαντάζεσαι τόσα πολλά
καί τόσα ὑψηλά γιά τόν νοῦ σου, κι αὐτός εἶναι ἀπόλυτα καί ἀδιάσπαστα
ἐξαρτημένος ἀπό τό στομάχι σου.
Ὁ νόμος τῆς νηστείας φαινομενικά ἀφορᾶ
τό σῶμα, καί εἰδικότερα τό στομάχι, στήν πραγματικότητα ὅμως ἀφορά τήν
ψυχή, καί εἰδικότερα τόν νοῦ.
Ὁ νοῦς, αὐτός ὁ βασιλιάς τοῦ ἐσωτερικοῦ
κόσμου τοῦ ἀνθρώπου, γιά νά ἀσκήσει καί νά διατηρήσει τά κυριαρχικά
δικαιώματά του, πρέπει πρῶτα ἀπ᾿ ὅλα νά ὑποταχθεῖ στόν νόμο τῆς
νηστείας. Μόνο ἔτσι θά μπορέσει νά ὑποτάξει τίς ἐπιθυμίες τῆς καρδιᾶς
καί τοῦ σώματος. Καί μόνο μέ τή συνεχή ἐγρήγορση, τή νήψη, θά μπορέσει
νά διδαχθεῖ τίς εὐαγγελικές ἐντολές καί νά τίς ἐφαρμόσει. Τό θεμέλιο,
λοιπόν, τῶν ἀρετῶν εἶναι ἡ νηστεία.
Στόν πρωτόπλαστο ἄνθρωπο, μέσα στόν παράδεισο, δόθηκε μία μόνο ἐντολή, ἡ
ἐντολή τῆς νηστείας. Καί δόθηκε ἀσφαλῶς ἐπειδή αὐτή ἦταν ἀρκετή γιά τή
διαφύλαξη τῆς ἀθωότηταςτοῦ ἀνθρώπου.
Ἡ
ἐντολή δέν ἀφοροῦσε τήν ποσότητα ἀλλά τήν ποιότητα, τό εἶδος τῆς
τροφῆς. Ἄς σωπάσουν, ἑπομένως, ὅλοι ὅσοι δέχονται τή νηστεία ὡς πρός τήν
ποσότητα καί τήν ἀπορρίπτουν ὡς πρός τήν ποιότητα. Ἐμβαθύνοντας
ἐμπειρικά στή γνώση τῆς νηστείας, θά ἀντιληφθοῦν τή σημασία τῆς
ποιότητας τῆς τροφῆς.
Τόσο βαρυσήμαντη ἦταν ἡ ἐντολή τῆς νηστείας πού δόθηκε ἀπό τόν Θεό στόν
ἄνθρωπο μέσα στόν παράδεισο, ὥστε τήν ἴδια ὥρα τοῦ ἀνακοινώθηκε καί ἡ
τιμωρία τήν ὁποία θά συνεπαγόταν ἡ παράβασή της: ὁ αἰώνιος θάνατος.
Μέχρι σήμερα ὁ θάνατος τῆς ἁμαρτίας ἐπισκέπτεται τούς παραβάτες τῆς
ἁγίας ἐντολῆς τής νηστείας.
Ὅποιος
δέν ἔχει μέτρο καί διάκριση στή διατροφή του, δέν μπορεῖ νά διαφυλάξει
τήν ἁγνεία καί τή σωφροσύνη, δέν μπορεῖ νά δαμάσει τήν ὀργή, δέν μπορεῖ
νά νικήσει τήν ὀκνηρία, τήν ἀθυμία καί τή λύπη, γίνεται δούλος τῆς
φιλοδοξίας καί κατοικητήριο τῆς ὑπερηφάνειας. Τήν ὑπερηφάνεια τή γεννᾶ
μέσα στόν ἄνθρωπο ἡ σαρκική του κατάσταση, κι αὐτήν πάλι τή δημιουργεῖ ἡ
τρυφηλή ζωή, γενικά, καί ἡ πλούσια διατροφή, εἰδικότερα.
Τό Εὐαγγέλιο ἀνανέωσε καί ὑπογράμμισε τήν ἐντολή τῆς νηστείας. «Προσέξτε
καλά τόν ἑαυτό σας», εἶπε ὁ Κύριος. «Μήν παραδοθεῖτε στήν κραιπάλη καί
τή μέθη». Τό ἀποτέλεσμα τῆς κραιπάλης καί τῆς μέθης εἶναι ἡ παχύτητα ὄχι
μόνο τοῦ σώματος, ἀλλά καί τοῦ νοῦ καί τῆς καρδιάς. Μέ τόν τρόπο αὐτό,
δηλαδή, ὁ ἄνθρωπος ὁδηγεῖται τόσο σωματικά ὅσο καί ψυχικά σέ κατάσταση
σαρκικότητας.
Ἀπεναντίας, ἡ νηστεία ὁδηγεῖ τόν χριστιανό σέ κατάσταση πνευματικότητας.
Ὅποιος καθαρίζεται μέ τή νηστεία, ἀποκτᾶ ταπεινοφροσύνη, διάκριση,
σεμνότητα, σιωπή, καλούς λογισμούς, ἀγαθά αἰσθήματα, ἀνάλαφρο σῶμα,
ἱκανότητα γιά πνευματική ἄσκηση, δεκτικότητα θείας χαριτώσεως.
Ὁ σαρκικός ἄνθρωπος εἶναι ὁλοκληρωτικά βυθισμένος στίς ἁμαρτωλές
ἀπολαύσεις. Καί ὁ νοῦς καί ἡ καρδιά καί τό σῶμα τοῦ εἶναι παραδομένα
στήν ἡδυπάθεια. Δέν μπορεῖ ὄχι μόνο πνευματικές ἀπολαύσεις νά αἰσθανθεῖ
καί τή θεία χάρη νά ἀποδεχθεῖ, μά οὔτε καί νά μετανοήσει. Γενικά, εἶναι
ἀνίκανος γιά κάθε πνευματική ἐργασία. Εἶναι καρφωμένος στή γῆ,
βυθισμένος στά γήινα, ζωντανός ὡς πρός τό σῶμα καί νεκρός ὡς πρός τήν
ψυχή.
«Ἀλίμονο σ᾿ ἐσᾶς πού τώρα εἶστε
χορτάτοι, γιατί θά πεινάσετε». Ὁ ἀποφθεγματικός αὐτός λόγος τοῦ Κυρίου
ἀφορᾶ τούς παραβάτες τῆς ἁγίας ἐντολής τῆς νηστείας. Μέ τί θά τρέφεστε
στήν αἰωνιότητα, ὅταν ἐδῶ μάθατε νά παραχορταίνετε ἀπό ὑλικές τροφές,
πού δέν ὑπάρχουν στόν οὐρανό; Μέ τί θά τρέφεστε στήν αἰωνιότητα, ὅταν
δέν γευθήκατε κανένα οὐράνιο ἀγαθό; Πῶς θά τραφεῖτε καί θά εὐφρανθεῖτε
μέ τά οὐράνια ἀγαθά, ὅταν γι᾿ αὐτά δέν νιώσατε παρά ἀδιαφορία ἤ καί
ἀποστροφή;
Ὁ «ἐπιούσιος ἄρτος», τό καθημερινό ψωμί, τοῦ χριστιανοῦ εἶναι ὁ Χριστός.
Ὁ ἀχόρταγος χορτασμός μ᾿ αὐτόν τόν Ἄρτο – νά ἡ σωτήρια τροφή καί τρυφή,
στήν ὁποία καλοῦνται ὅλοι οἱ χριστιανοί.
Ἀχόρταγα νά χορταίνεις μέ τόν λόγο τοῦ Θεοῦ, ἀχόρταγα νά χορταίνεις μέ
τήν ἐφαρμογή τῶν ἐντολῶν τοῦ Χριστοῦ, ἀχόρταγα νά χορταίνεις μέ τά
ἐδέσματα τοῦ τραπεζιοῦ, πού ἑτοιμάστηκε μπροστά σου ἀπό τόν Κύριο, καί
νά μεθᾶς μέ τό θεσπέσιο κρασί Του.
«Ἀπό ποῦ ν᾿ ἀρχίσουμε», λέει ὁ ὅσιος Μακάριος ὁ Μέγας, «πού ποτέ δέν
ἀσχοληθήκαμε μέ τήν ἐξέταση τῶν καρδιῶν μας; Ἄς σταθοῦμε ἔξω καί ἄς
χτυπᾶμε μέ τήν προσευχή καί τή νηστεία, ὅπως μᾶς παρακίνησε ὁ Κύριος:
“Χτυπᾶτε τήν πόρτα καί θά σᾶς ἀνοιχθεῖ”.
Τήν ἄσκηση αὐτή τῆς προσευχῆς καί τῆς νηστείας, πού μᾶς συστήνει ἕνας
ἀπό τούς μεγάλους διδασκάλους τοῦ μοναχισμοῦ, τήν ἔκαναν καί οἱ ἅγιοι
Ἀπόστολοι. Ἔτσι ἀξιώνονταν νά ἀκοῦνε τή φωνή τοῦ Ἁγίου Πνεύματος.
Στίς Πράξεις τῶν Ἀποστόλων, γιά
παράδειγμα, διαβάζουμε: «Κάποτε, ἐνῶ αὐτοί βρίσκονταν σέ λειτουργική
σύναξη λατρεύοντας τόν Κύριο καί νηστεύοντας, εἶπε τό Ἅγιο Πνεύμα: «Νά
μοῦ ξεχωρίσετε τόν Βαρνάβα καί τόν Σαῦλο γιά τό ἔργο, γιά τό ὁποῖο τούς
ἔχω καλέσει.» Τότε αὐτοί, ἀφοῦ καί πάλι νήστεψαν καί προσευχήθηκαν,
ἔβαλαν τά χέρια πάνω σ᾿ αὐτούς καί τούς ἀπέστειλαν». Ἐνῶ οἱ Ἀπόστολοι,
λοιπόν, ἀσκοῦνταν μέ νηστεία καί προσευχή, ἀκούστηκε ἐντολή τοῦ Ἁγίου
Πνεύματος γιά τήν κήρυξη τοῦ Χριστοῦ στούς ἐθνικούς.
Θαυμαστή ἡ συνένωση τῆς νηστείας μέ τήν
προσευχή! Ἡ προσευχή εἶναι ἀδύναμη, ἄν δέν εἶναι θεμελιωμένη πάνω στή
νηστεία, καί ἡ νηστεία εἶναι ἄκαρπη, ἄν πάνω της δέν εἶναι οἰκοδομημένη ἡ
προσευχή.
Ἡ νηστεία ἀποξενώνει τόν ἄνθρωπο ἀπό τά σαρκικά πάθη, ἐνῶ ἡ προσευχή
παλεύει μέ τά ψυχικά πάθη καί, ἀφοῦ τά νικήσει, διαποτίζει ὅλη τήν
ὕπαρξη τοῦ ἄνθρώπου, τόν ὁποῖο καθαρίζει ἀπό κάθε ρύπο κακίας. Καί τότε ὁ
Θεός ἔρχεται καί κατοικεῖ στόν καθαρό τοῦτο λογικό ναό.
Ὅποιος σπέρνει σέ γῆ ἀκαλλιέργητη, χάνει
τόν σπόρο καί, ἀντί γιά σιτάρι, θερίζει ἀγκάθια. Ἔτσι κι ἐμεῖς ἄν
σπέρνουμε στήν ψυχή τήν προσευχή ἔχοντας παχιά σάρκα, τότε, ἀντί γιά
καρπό καλό, θά θερίσουμε ἁμαρτία. Ἡ προσευχή θά χάνεται ἤ θά μολύνεται
μέσα σέ μάταιες σκέψεις, ἀκάθαρτες φαντασιώσεις καί ἡδονικά αισθήματα.
Ἡ
σάρκα μας προέρχεται ἀπό τή γῆ καί, ἄν δέν τήν καλλιεργήσουμε ὅπως τῆ
γῆ, ποτέ δέν θά φέρει καρπό καλό, τόν καρπό τῆς ἀλήθειας. Ἄν πάλι
καλλιεργεῖ κανείς τή γῆ μέ πολλή ἐπιμέλεια ἀλλά τήν ἀφήνει ἄσπαρτη, τότε
αὐτή γεμίζει παράσιτα. Ὅμοια, ἄν τό σῶμα ἀδυνατίσει μέ τή νηστεία ἀλλά ἡ
ψυχή δέν καλλιεργηθεῖ μέ τήν προσευχή, τή μελέτη καί τήν
ταπεινοφροσύνη, τότε ἡ νηστεία γεννᾶ πολλά παράσιτα, πάθη ψυχικά, ὅπως
τῆς ὑψηλοφροσύνης, τῆς φιλοδοξίας, τῆς καταφρόνιας.
Τί εἶναι τό πάθος τῆς πολυφαγίας καί τῆς
μέθης; Ἡ ἀπώλεια τοῦ μέτρου στή φυσική ἀνάγκη τῆς βρώσεως καί τῆς
πόσεως, ἡ λήψη, δηλαδή, τροφών πολύ περισσότερων, τόσο σέ ποσότητα ὅσο
καί σέ ποικιλία, ἀπό τίς ἀπαραίτητες γιά τή συντήρηση τῆς ζωῆς καί τῶν
σωματικῶν δυνάμεων. Τό πλεόνασμα αὐτό ἐνεργεῖ ἀντίθετα στόν φυσικό
προορισμό τῆς τροφῆς. Ὄχι μόνο δέν ὠφελεῖ, ἀλλά καί βλάπτει τό σῶμα,
ἐλαττώνει τίς σωματικές δυνάμεις καί ὁδηγεί σέ πρόωρο θάνατο.
Ἡ ἀνάγκη τῆς τροφῆς ἱκανοποιεῖται μέ τά ἁπλά γεύματα, μέ τήν ἀποφυγή τοῦ
κορεσμοῦ, δηλαδή μέ τή διακριτική ἐγκράτεια, καί μέ τήν ἀποφυγή τῆς
ἀπολαύσεως, τῆς ἡδονῆς τοῦ λάρυγγα. Πρῶτα-πρῶτα, λοιπόν, πρέπει νά
βγάλουμε ἀπό τή ζωή μας τόν κορεσμό καί τήν ἀπόλαυση. Μέ τόν τρόπο αὐτό
θά χειραγωγήσουμε τήν ἐπιθυμία μας γιά τροφή ὥσπου νά γίνει φυσιολογική,
ὁπότε θά ἱκανοποιεῖται καί μέ λιτά γεύματα.
Ἡ ἀχαλίνωτη ἐπιθυμία ζητάει πάντα τόν
κορεσμό καί τήν ἀπόλαυση. Κι ἐμεῖς, γιά νά τήν ἱκανοποιήσουμε,
καταφεύγουμε στήν βρώση καί τήν πόση μεγάλης ποσότητας καί ποικιλίας
γευστικῶν τροφῶν καί ποτῶν. Ἔτσι ἡ ἐπιθυμία ἱκανοποιεῖται, ἀλλά μόνο
πρόσκαιρα. Σέ λίγο γίνεται πιό σφοδρή, πιό ἀπαιτητική. Καί μεταβάλλεται
σέ ἀρρώστια, σέ πάθος, πού ἀκατάπαυστα ζητάει ἱκανοποίηση καί πού ὅσο κι
ἄν ἱκανοποιεῖται, παραμένει ἀνικανοποίητο.
Ἄν ἔχουμε τήν πρόθεση ν᾿ ἀφιερώσουμε τόν ἑαυτό μας στή διακονία τοῦ
Θεοῦ, ἄς θέσουμε τή νηστεία ὡς θεμέλιο τῆς ἀσκήσεώς μας, καί μάλιστα
θεμέλιο σταθερό καί ἀσάλευτο. Γιατί κανένα οἰκοδόμημα, ὅσο καλοχτισμένο,
ὅσο γερό κι ἄν εἶναι αὐτό καθεαυτό, δέν μπορεῖ νά στηριχθεῖ σέ θεμέλιο
σαθρό. Ποτέ καί μέ καμιά δικαιολογία, λοιπόν, ἄς μήν ἐπιτρέψουμε στόν
ἑαυτό μας τήν ἀθέτηση τῆς νηστείας καί τῆς ἐγκράτειας μέ τήν πολυφαγία
καί, πολύ περισσότερο μέ τή μέθη.
Οἱ Ἅγιοι Πατέρες συστήνουν τή μονοφαγία,
δηλαδή τή λήψη τροφῆς μιά φορά τήν ἡμέρα καί ὄχι ὥς τόν κορεσμό. Μέ τή
μονοφαγία τό σῶμα οὔτε ἀδυνατίζει λόγω πολυήμερης ἀσιτίας οὔτε
ἐπιβαρύνεται μέ περισσές τροφές, ἀλλά διατηρεῖται ἱκανό γιά κάθε
ψυχοσωτήρια δραστηριότητα.
Ὁ τρόπος αὐτός διατροφής δέν ἔχει κάποια ἐντυπωσιακή ἰδιαιτερότητα, κι
ἔτσι στόν ἄνθρωπο, πού τήν ἀκολουθεῖ, δέν δίνεται ἀφορμή ὑπεροψίας, ἀπό
τήν ὁποία κινδυνεύει ὁ καθένας μας, ὅταν ξεχωρίζει ἐντυπωσιακά σέ
κάποιαν ἀρετή.
Ὅποιος, πάλι, εἶναι σωματικά ἀδύναμος ἤ
ἀσχολείται μέ βαριές χειρονακτικές ἐργασίες, καί γι᾿ αὐτό δέν τοῦ φτάνει
ἕνα γεῦμα τήν ἡμέρα, πρέπει νά τρώει δύο φορές. Ἡ νηστεία ἔγινε γιά τόν
ἄνθρωπο, ὄχι ὁ ἄνθρωπος γιά τή νηστεία.
Σέ κάθε περίπτωση, πάντως, εἴτε μία φορά
τήν ἡμέρα τρώμε εἴτε δύο, δέν πρέπει νά φτάνουμε στόν κορεσμό, γιατί
αὐτός μᾶς ἀφαιρεῖ τήν ἱκανότητα γιά πνευματικές ἀσκήσεις καί ἀνοίγει τήν
πόρτα στά ἄλλα σωματικά πάθη.
Ἡ ἀδιάκριτη ἐγκράτεια, ἡ παρατεταμένη
δηλαδή ἀσιτία, δέν ἐνθαρρύνεται ἀπό τούς Ἁγίους Πατέρες, ἐπειδή, πρῶτον,
προξενεῖ σωματική ἐξασθένηση, δεύτερον, ὅπως ἀκριβῶς καί ὁ ἀντίθετός
της κορεσμός, ἐπιφέρει ἀνικανότητα γιά πνευματικές ἀσκήσεις, τρίτον,
εὐνοεῖ τό πάθος τῆς ὑπερηφάνειας καί τῆς οἰήσεως καί, τέταρτον,
ἀναγκάζει συχνά τόν ἄνθρωπο, ἀπό ἀδυναμία, νά ἐπιστρέψει στήν πολυφαγία.
Μεγάλη σημασία, ἐκτός ἀπό τήν ποσότητα, ἔχει καί ἡ ποιότητα τῆς τροφής. Ὁ
ἀπαγορευμένος καρπός τοῦ παραδείσου, μολονότι ἦταν καί ἐλκυστικός καί
εὐγευστος, ἀποδείχθηκε καταστροφικός γιά τήν ἀνθρώπινη ψυχή, γιατί τήν
ἔκανε νά γνωρίσει τό καλό καί τό κακό, κι ἔτσι νά χάσει τήν ἀθωότητα, μέ
τήν ὁποία εἶχε πλαστεῖ ἀπό τόν Θεό.
Μέχρι σήμερα ἡ διατροφή ἐξακολουθεῖ νά
ἀσκεῖ καθοριστική ἐπίδραση στήν ψυχή, ἰδιαίτερα μάλιστα ἡ χρήση τοῦ
κρασιοῦ καί ὅλων τῶν ἀλκοολούχων ποτῶν. Τά ποτά αὐτά ἐπηρεάζουν
ποικιλότροπα τίς σωματικές λειτουργίες καί τόν ἐγκέφαλο, μέσω τῆς
κυκλοφορίας τοῦ αἵματος, μειώνοντας ἤ καί ἀφαιρώντας πρόσκαιρα τή
διαύγεια τοῦ νοῦ.
Γι᾿
αὐτό κάθε ποτό πού περιέχει οἰνόπνευμα, καί ἰδιαίτερα ρακί, πρέπει νά
τό ἀποφεύγει ὁ ἀσκητής, πού χρειάζεται νά ἔχει τό νοῦ νηφάλιο καί
ἄγρυπνο, γιά νά ἀναδεικνύεται πάντα νικητής στόν πόλεμο τῶν λογισμῶν. Ὁ
νοῦς πού νικιέται ἀπό τούς λογισμούς, καί μάλιστα τούς αἰσχρούς, χάνει
τή χάρη τοῦ Ἁγίου Πνεύματος μέσα σέ λίγες μόνο στιγμές, χάνει τό πιό
ἀνεκτίμητο θεῖο δῶρο, πού ἀπέκτησε μέ πολλούς μακροχρόνιους κόπους.
Εἶπαν κάποτε στόν ἀββά Ποιμένα πώς ἕνας μοναχός δέν ἔπινε ποτέ κρασί.
Καί ὁ Ὅσιοςἀποκρίθηκε: «Τό κρασί ἀποκλείεται γιά τούς μοναχούς». Αὐτόν
τόν κανόνα άκολουθοῦσαν οἱ Ἅγιοι Πατέρες, οἱ ὁποῖοι, κι ἄν δέν μποροῦσαν
ν᾿ ἀποφύγουν ἐντελῶς τό κρασί, ἔπιναν σπάνια καί μέ μεγάλη
αὐτοσυγκράτηση. Τόν ἴδιο κανόνα πρέπει νά ἀκολουθεῖ καί κάθε εὐσεβής
χριστιανός πού θέλει νά διατηρήσει τήν ἁγνεία καί τή σωφροσύνη του.
Στό τραπέζι τοῦ ἀσκητή δέν ἔχουν θέση, ἐπίσης, οἱ διεγερτικές τροφές,
ὅπως εἶναι προπάντων τό πιπέρι, ἡ πιπερόριζα καί τά ἄλλα μπαχαρικά, πού
ξεσηκώνουν τά σωματικά πάθη.
Οἱ πιό ὠφέλιμες τροφές εἶναι ἐκεῖνες πού
ὁρισε ὁ πάνσοφος Θεός γιά τόν ἄνθρωπο ἀμέσως μετά τήν πλάση του, τροφές
δηλαδή που προέρχονται ἀπό τό φυτικό βασίλειο. Διαβάζουμε στή Γένεση:
«Καί εἶπε ὁ Θεός: “Νά, ὅλα τά φυτά πάνω στή γῆ, πού βγάζουν σπόρους, σᾶς
τά δίνω, καθώς καί ὅλα τά δέντρα πού ἔχουν καρπούς γεμάτους σπόρους.
Αὐτά θά εἶναι γιά τροφή σας”». «Τή χρήση τοῦ κρέατος τήν ἐπέτρεψε ὁ
Κύριος μετά τόν κατακλυσμό, ὅταν εἶπε στόν Νῶε καί τά παιδιά του:
«Κάθετι πού ζεῖ καί κινείται πάνω στή γῆ, μπορεῖτε νά τό τρῶτε. Ὅλα αὐτά
σᾶς τά δίνω, ὅπως σᾶς ἔχω δώσει καί τά χλωρά χόρτα».
Οἱ φυτικές τροφές εἶναι οἱ πιό κατάλληλες γιά τούς ἀσκητές, καθώς
λιγότερο παχαίνουν τό σῶμα, λιγότερο θερμαίνουν τό αἷμα, λιγότερο
βαραίνουν καί καταπονοῦν τό στομάχι καί, προπαντός, δέν ἐπηρεάζουν τήν
καθαρότητα καί τή διαύγεια τοῦ νοῦ ὁ ὁποῖος ἐξουσιάζει ὁλόκληρο τόν
ἄνθρωπο. Μέ τίς φυτικές τροφές τά πάθη ἐνεργοῦν πιό ἤπια στό σῶμα καί
τήν ψυχή, κι ἔτσι ὁ ἀσκητής ἐπιδίδεται πιό εὔκολα στόν ἀγώνα τῆς
εὐσεβίας.
Ἀπεναντίας, τά ψάρια, καί προπάντων τά μεγάλα καί λιπαρά τῆς θάλασσας,
ὅταν μάλιστα τρώγονται συχνά, παχαίνουν τό σῶμα, θερμαίνουν τό αἷμα,
βαραίνουν τό στομάχι καί συσκοτίζουν τόν νοῦ. Τίς ἴδιες συνέπειες, σέ
πολύ μεγαλύτερο βαθμό, ἔχει ἡ βρώση τῶν κρεάτων. Γι᾿ αὐτό καί οἱ μοναχοί
δέν τρῶνε ποτέ κρέας. Ἀλλά οὔτε καί οἱ κοσμικοί, ὅσο ἔντονα κι ἄν
κοπιάζουν σωματικά, πρέπει νά τρῶνε πολύ συχνά κρέας, ἐπειδή βλάπτονται
τόσο σωματικά ὅσο καί ψυχικά γιά τούς λόγους πού ἀναφέραμε.
«Μά πῶς!», θά ἀναφωνήσουν κάποιοι «ἔξυπνοι». «Ὁ Θεός μας ἐπιτρέπει νά
τρῶμε κρέας, κι ἐσύ μᾶς ἀποτρέπεις;». Θα τούς ἀπαντήσω μέ τά λόγια τοῦ
Ἀποστόλου: «Ὅλα ἐπιτρέπονται ἀλλά δέν συμφέρουν ὅλα. Ὅλα ἐπιτρέπονται,
ἀλλά δέν οἰκοδομοῦν ὅλα». Ἀποφεύγουμε τό κρέας ὄχι ἐπειδή τό θεωροῦμε
ἀκάθαρτο, μά ἐπειδή δέν εἶναι ὑγιεινό, παχαίνει τό σῶμα καί ἐμποδίζει
τήν πνευματική μας πρόοδο.
Ἡ Ἁγία μας Ἐκκλησία, πού διακριτικά οἰκονομεῖ ὅλα τά ζητήματα καί σοφά
θεσπίζει ὅλους τούς κανόνες τῆς γιά τήν ἐπίγεια ζωή μας καί τήν αἰώνια
σωτηρία μας, ἐπιτρέπει στούς κοσμικούς χριστιανούς νά τρῶνε κρέας, ὄχι
ὅμως ὅλες τίς ἡμέρες τοῦ χρόνου. Καθόρισε περιόδους κρεοφαγίας καί
περιόδους ἀποχής ἀπό τό κρέας, τόσο γιά σωματική ἀποτοξίνωση ὅσο καί γιά
πνευματική ἄσκηση τῶν πιστῶν.
Στούς μοναχούς βέβαια, ὅπως εἶπα, ἀπαγορεύεται ἐντελῶς ἡ χρήση τοῦ
κρέατος, ἐπιτρέπονται ὅμως τά γαλακτοκομικά προϊόντα καί τά αὐγά στίς
ἡμέρες καί τίς περιόδους κρεοφαγίας τῶν κοσμικῶν. Σέ καθορισμένες ἡμέρες
καί περιόδους, ἐπίσης, ἐπιτρέπονται στούς μοναχούς καί τά ψάρια. Τίς
περισσότερες ἡμέρες τοῦ χρόνου, ὡστόσο, μποροῦν νά γεύονται μόνο φυτικές
τροφές.
Ἀπό τούς ἀγωνιστές τῆς εὐσεβείας οἱ πιό
ζηλωτές, ἰδιαίτερα ὄσοι νιώθουν μέσα τους τό Πνεῦμα τοῦ Θεοῦ,
συντηροῦνται σχεδόν ἀποκλειστικά μέ φυτικές τροφές καί δέν πίνουν παρά
μόνο νερό, ἀποφεύγοντας οχι μόνο τά οἰνοπνευματώδη ἀλλά καί τά θρεπτικά
ποτά, ὅπως εἶναι ὅλα ὅσα προέρχονται ἀπό τό σιτάρι.
Τούς κανόνες τῆς νηστείας τούς θέσπισε ἡ Ἐκκλησία γιά νά βοηθήσει τά
παιδιά της, γιά νά χειραγωγήσει ὅλη τή χριστιανική κοινότητα στή
σωτηρία. Γι᾿ αὐτό δίνει στόν καθένα τή δυνατότητα νά ἀκολουθήσει, μέ τήν
καθοδήγηση ἔμπειρου καί διακριτικοῦ πνευματικοῦ πατέρα, αὐστηρότερο ἤ
ἐλαφρότερο πρόγραμμα νηστείας, ἀνάλογα μέ τή σωματική του δύναμη καί
ἀντοχή.
Δέν
πρέπει, βλέπετε, νά νηστεύει κανείς ὑπέρμετρα καί ἀξαντλητικά. Τό
ἐπαναλαμβάνουμε: Ἡ νηστεία ἔγινε γιά τόν ἄνθρωπο, ὄχι ὁ ἄνθρωπος γιά τή
νηστεία. Καί τίς τροφές μᾶς τίς ἔδωσε ὁ Θεός ἀκριβῶς γιά νά συντηροῦμε
τό σῶμα μας. Δέν ἔχουμε, λοιπόν, τό δικαίωμα ν᾿ ἀφήνουμε ἀχρησιμοποίητα
τά δῶρα τοῦ Θεοῦ, προξενώντας ἔτσι στό σῶμα ἐξασθένηση, φθορά ἤ ἀκόμα
καί θάνατο.
«Ἄν συγκρατήσεις τήν κοιλιά», λέει ὁ Μέγας Βασίλειος, «θά μπεῖς στόν
παράδεισο. Ἄν, ὅμως, δέν τήν συγκρατήσεις, θά γίνεις θύμα τοῦ θανάτου».
Με τή λέξη «παράδεισος» πρέπει νά ἐννοήσουμε ἐδῶ τήν εὐλογημένη
κατάσταση τῆς προσευχῆς καί μέ τή λέξη «θάνατος» τήν ὀλέθρια κατάσταση
τῆς ἐμπάθειας.
Ἡ εὐλογημένη κατάσταση τῆς προσευχῆς στό διάστημα τῆς ἐπίγειας ζωῆς τοῦ
ἀνθρώπου, ἀποτελεῖ ἐχέγγυο τῆς αἰώνιας μακαριότητάς του στήν οὐράνια
Ἐδέμ. Ἡ ὑποταγή του στήν ἁμαρτία, ἀπό τό ἄλλο μέρος, καί ἡ κατάσταση τῆς
ἐμπάθειας, πού εἶναι κατάσταση ψυχικοῦ θανάτου, τόν ὁδηγοῦν στά βάραθρα
τοῦ ἅδη καί στά αἰώνια βάσανα.
Ἁγίου Ἰγνατίου Μπριαντσιανίνωφ