Παρασκευή 1 Αυγούστου 2025
ΑΦΙΕΡΩΜΑ ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ:ΠΑΝΑΓΙΑ Η ΑΓΗΤΡΙΑ:ΤΟ ΑΓΝΩΣΤΟ ΕΚΚΛΗΣΑΚΙ ΤΗΣ ΜΑΝΗΣ
ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ ΠΡΟΜΗΝΥΜΑΤΑ
Οι Έλληνες, στην πλειονοψηφία μας, έχουμε χάσει αυτόν τον καθημερινό αυγουστιάτικο σύνδεσμο. Ιδίως οι νεώτεροι είναι πιο μακριά, διότι δεν μπορούν να συμμεριστούν το περιεχόμενο των παρακλητικών κανόνων, όχι μόνο λόγω της γλώσσας, αλλά κυρίως διότι περιγράφουν έναν άνθρωπο που νιώθει την ήττα του από την ισχύ του κοσμικού πνεύματος, της βιοτικής παραζάλης, η οποία τον κυκλώνει όπως οι μέλισσες το κερί, της θλίψης που γίνεται βέλος που τρώει την καρδιά, και οι νεώτεροι το καλοκαίρι δεν θέλουν έγνοιες, θέλουν τη ζωή τους να χαρακτηρίζεται από τη ραστώνη της ανίας, της διασκέδασης, της θάλασσας και των διακοπών, να πηγαίνουν σε συναυλίες, σε εκδρομές, να μην αισθάνονται ότι τους κυνηγούνε βάσανα. Και μοιάζει εύλογη αυτή η προτίμηση.
Όμως ο χρόνος δεν αφήνει τον άνθρωπο να λησμονήσει αυτό που του λείπει. Μπορεί να θέλουμε να αφήσουμε στην άκρη τις ταραχές και το κενό μας, να μπούμε στη θάλασσα για να ελευθερωθούμε από τις εντάσεις μας, να βρούμε φως, να ξεσκάσουμε, να φλερτάρουμε, να απολαύσουμε, να συναντηθούμε με τα παιδιά μας που δεν προλαβαίνουμε να τα δούμε στον ρυθμό του υπόλοιπου χρόνου, όμως το “έτι έν σοι λείπει” και η εύρεση του “ενός ού έστι χρεία” αγγίζει την ψυχή μας και τον Αύγουστο. Κι εδώ η Παναγία είναι και παραμένει η απάντηση.
Στην εικόνα της μπροστά, την ώρα που ανάβουμε κερί και προσκυνούμε, νιώθουμε ότι εκείνη παραμένει η μάνα όλων των ανθρώπων και η δική μας. Και κάνοντας μια προσευχή σ’ αυτήν, δεν μένουμε μόνο στον δικό μας τρόπο. Αφηνόμαστε στη δική της αγκαλιά, για να μας δείξει με τη σιωπή της, το αδιόρατο χαμόγελο που απευθύνεται προς τον καθέναν μας, ότι ο Υιός που κρατά είναι ο Θεός μας. Και όπως Εκείνος μας κοιτάζει, έχοντας την αγάπη της δικής της αγκαλιάς, είναι έτοιμος να μας δώσει, στην παντοδυναμία Του, την απάντηση, που είναι ο Ίδιος. Ο Θεός που μας ενισχύει και μας σώζει. Που μας αγαπά, περιμένοντας από εμάς να μη νιώσουμε οι μεγάλοι που πρέπει να απαντήσουμε στα πάντα με τον τρόπο μας, αλλά τα παιδιά, οι φίλοι Του, που θέλουμε να κουρνιάσουμε κι εμείς στην αγκαλιά της Παναγίας, της μάνας μας που μας δείχνει το φως το χαρμόσυνο.
Ας πάρουμε μέρος στις παρακλήσεις του Αυγούστου. Δεν είναι μόνο θέμα παράδοσης. Είναι και η ανάγκη να βρούμε την δική μας απάντηση στην αγάπη της Παναγίας.
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
Τι ωραία που τα λέτε!
παπα Γιώργης Δορμπαράκης
Θυμίζει η φράση αυτό που συχνά έχουν δεχτεί ως «έπαινο» αρκετοί κήρυκες του λόγου του Θεού.
Μετά τη Θεία Λειτουργία να σπεύδουν κάποιοι χριστιανοί να επικροτούν το κήρυγμα με την παραπάνω φράση: «Τι ωραία που τα λέτε!»ˑ ή ακόμη πιο «επαινετικά»: «τι καλά που τους τα είπατε!!!»
Κι είναι βεβαίως το στοιχείο που κάνει τον κήρυκα του λόγου του Θεού να κατανοεί αυτό που ο Κύριος και οι απόστολοι έχουν πει: εσύ να σπέρνεις τον λόγο του Θεού αλλά να μη προσβλέπεις στα αποτελέσματα.
Το αποτέλεσμα είναι θέμα της χάρης του Θεού – Εκείνος που βλέπει τις καρδιές των ανθρώπων γνωρίζει πώς και πότε θα ενεργοποιηθεί ο σπόρος του Ευαγγελίου.
Διότι τέτοιες αντιδράσεις, όπως οι παραπάνω, των αποδεκτών του κηρύγματος φανερώνουν ότι πολλοί «χαμπάρι» δεν παίρνουν με ό,τι άκουσαν παραμένοντας «αδιάβροχοι» από τη δωρεά της χάρης του λόγου.
Όμως με την παραπάνω φράση έχουμε υπ’ όψιν κάτι διαφορετικό ή κάτι τέλος πάντων παρεμφερές, όπως μας το εκμυστηρεύτηκε προ καιρού αδελφός κληρικός εν Χριστώ.
Δέχτηκε την εξομολόγηση μίας κυρίας από άλλην ενορία, παντρεμένης και με παιδιά καθώς πληροφορήθηκε, η οποία κατά καιρούς εκκλησιαζόταν και στη δική του ενορία.
Έδειχνε μεγάλο ενδιαφέρον και προσήλωση ιδίως στο κήρυγμά του, ώσπου κάποια φορά ήρθε η ώρα να ζητήσει και την εξομολόγηση, κάτι που όπως είπαμε δέχτηκε ο ιερέας. Η κυρία φαινόταν πολύ συνεσταλμένη, κόμπιαζε υπερβολικά, αργούσε να μιλήσει.
Ο ιερέας με σεμνό και συνετό τρόπο της μίλησε για το μυστήριο, για την αγάπη του Χριστού, ο Οποίος ήρε την αμαρτία σύμπαντος του κόσμου, ότι δεν υπάρχει γι’ αυτό αμαρτία ασυγχώρητη, ότι το μεγαλείο του ανθρώπου είναι ότι παίρνει την απόφαση να φανερώσει τα τραύματα της ψυχής του όχι σ’ εκείνον, έναν άνθρωπο, αλλά στον ίδιο τον Χριστό που παρευρίσκεται αοράτως και προσδοκά ακριβώς τη μετάνοια του ανθρώπου.
Η κυρία έδειχνε να τον ακούει με συναίσθηση, ώσπου βρήκε το θάρρος και ψέλλισε αυτό που την «μπλόκαρε» όλη την ώρα. «Πάτερ, είμαι ερωτευμένη με σας».
Δεν φάνηκε να ξαφνιάζεται ο ιερέας – δεν θέλησε να φανεί ότι προσβάλλει την κυρία με κάποια αποτομία. Κούνησε λίγο το κεφάλι συγκαταβατικά και μετά από λίγο με πολύ ήρεμο τρόπο σχολίασε.
«Καταλαβαίνω, κ. Ηλέκτρα» – είχε μάθει το όνομά της.
«Και δεν πρέπει να σας ανησυχεί ιδιαιτέρως αυτό, γιατί συμβαίνει κάποιες φορές με εμάς τους κληρικούς.
Είναι η θέση μας, που μας θέτουν πολλοί πιστοί, κυρίως γυναίκες, σαν σε κάδρο στη συνείδησή τους, είναι η πνευματική ίσως εξουσία που μας έχει δώσει ο Χριστός και η Εκκλησία και που τις κάνουν να μπερδεύουν τα συναισθήματά τους και να νομίζουν πως είναι ακόμη και «ερωτευμένες» με τον παπά. Δεν ισχύει αυτό, κ. Ηλέκτρα.
Απλώς χρειάζεστε μία μικρή βοήθεια για να το ξεδιαλύνετε».
Η κυρία άκουγε με κατεβασμένο το κεφάλι και φαινόταν να στοχάζεται τα λόγια του ιερέα. «Όμως σας σκέφτομαι συνέχεια» συνέχισε μετά από λίγο. «Σας αγαπώ».
«Ακούστε, κ. Ηλέκτρα» – κι ο ιερέας προσανατόλισε με πόνο το βλέμμα του στην εικόνα του Χριστού που είχε ενώπιόν Του.
«Όλα είναι θέμα λογισμών. Το μυστικό της πνευματικής ζωής είναι να μπορούμε με τη χάρη του Θεού να ελέγχουμε τους λογισμούς μας, τις σκέψεις μας και τα ενεργήματα της καρδιάς μας. Μην αφεθείτε σε ό,τι απλώς έρχεται στον νου σας.
Στραφείτε σ’ αυτό που είναι το θέλημα του Θεού, που θα πει για την περίπτωσή σας, περίπτωση δηλαδή κάθε γυναίκας ιδίως παντρεμένης, στραφείτε προς τον άνδρα σας και τα παιδιά σας. Ο άνδρας σας είναι κατά τον λόγο του Κυρίου ένα μαζί σας.
“Δεν είναι δύο αλλά ένας άνθρωπος”, σημείωσε ο ίδιος ο Ιησούς Χριστός για το παντρεμένο ζευγάρι, οπότε για σας τα πράγματα είναι μονόδρομος: τον άνδρα σας να έχετε πάντοτε κατενώπιόν σας, κ. Ηλέκτρα, κι αυτό είναι εκείνο που ευλογεί ο Θεός. Αν δεν κάνετε διαρκώς και καθημερινώς τούτο φεύγετε από τη χάρη του Θεού».
Ο ιερέας προσευχόταν να φωτίσει ο Κύριος την Ηλέκτρα, να μη γίνει η δική του «εικόνα» – «εικόνα» πλασματική – πρόσκομμα και εμπόδιο για τη σχέση της με τον Θεό και την Εκκλησία. Η γυναίκα φαινόταν ωστόσο πολύ κουμπωμένη και πιεσμένη.
Ο Πονηρός μάλλον είχε βρει πατήματα στην καρδιά της και της έπαιζε φοβερό και τρομερό παιχνίδι – την αποπροσανατόλιζε με κίνδυνο όχι μόνο η ίδια να μην αισθάνεται καλά αλλά και να δημιουργεί ταραχή σε όλη την οικογένειά της.
«Κυρία Ηλέκτρα», θέλησε να συνεχίσει ο ιερέας βλέποντας τη δύσκολη κατάσταση, «θα πρέπει να μην ξανάρθετε σε μένα. Το καλύτερο θα ήταν να βρείτε έναν άλλον ιερέα, από την ενορία σας ή οπουδήποτε αλλού, όχι πάντως εδώ, γιατί φαίνεται ότι αυτό δεν σας βοηθάει.
Κι ίσως αν δεν βρείτε άκρη, να απευθυνθείτε και σε κάποιον ψυχολόγο ή σύμβουλο γάμου, γιατί έτσι θα γίνει αφορμή αυτό το μπλεγμένο συναίσθημά σας να σας οδηγήσει στη φανέρωση αθέατων πλευρών της ψυχής σας. Πάντως καταλαβαίνετε ότι τα πράγματα δεν λειτουργούν με τον ορθό τρόπο, δηλαδή με τον τρόπο του Θεού.
Και το ζητούμενο πάντοτε είναι πώς καθημερινά και αδιάλειπτα να βρισκόμαστε εκεί που είμαστε συντονισμένοι με τον Κύριο, εκεί δηλαδή που αρχίζουμε και νιώθουμε αυτό που μας έδωσε ο Κύριος ως τη μεγαλύτερη δωρεά: να είμαστε μέλη Του, κομμάτι δικό Του, μία δική Του φανέρωση μέσα στον κόσμο».
Ακολούθησε σιωπή κάποιων στιγμών ή λεπτών. Ο παπάς προσευχόταν, η κυρία δεν μιλούσε κοιτώντας πάντοτε προς τα κάτω, το έδαφος. Ξαφνικά, σήκωσε και πάλι το κεφάλι της και στρεφόμενη προς τον παπά είπε: «Εγώ πάντως είμαι ερωτευμένη μαζί σας!»
Ο παπάς σκέφτηκε πως ίσως πρέπει να γίνει ακόμη πιο «καθαρός» απέναντι στην ταλαίπωρη γυναίκα. Με τρόπο κοφτό, χωρίς περιστροφές, απάντησε:
«κ. Ηλέκτρα! Αυτό που σας συμβαίνει είναι εκ του Πονηρού! Καταλαβαίνετε; Είναι δαιμονικό αυτό που λέτε και επαναλαμβάνετε! Δεν το θέλει ο Θεός! Μη γίνεστε παιχνίδι στα χέρια του Διαβόλου! Ζητείστε από τον Θεό τη βοήθειά Του. Μη χάσετε την ψυχή σας!»
Η απάντηση της κυρίας μετά από λίγο ήταν απρόσμενη για τον ιερέα και σήμανε τη λήξη της εξομολόγησης. Χωρίς από ό,τι φάνηκε επίγνωση, με χαριτωμένο τρόπο αυτήν τη φορά και στρεφόμενη πάλι προς αυτόν είπε: «Τι ωραία που τα λέτε!»
Ο ιερέας σηκώθηκε, έβγαλε το πετραχήλι του, χαιρέτισε την κυρία. «Στο καλό να πάτε, κ. Ηλέκτρα. Νομίζω δεν έχουμε κάτι άλλο να πούμε. Κάντε παρακαλώ αυτό που σας πρότεινα κι εύχομαι ο Κύριος να σας ευλογεί. Και σας και την οικογένειά σας!»
Πρόοδος του Τιμίου και Ζωοποιού Σταυρού
Την Πρόοδο του Τιμίου Σταυρού εορτάζουμε σήμερα, 1η Αυγούστου. Πρόκειται για την περιφορά του από το Παλάτι στις συνοικίες της Κωνσταντινουπόλεως προς ευλογία των πιστών και τη βεβαιότητα ότι μάς απαλλάσσει από επιδημίες και ασθένειες.
«Σήμερον Σταυρός υψούται και κόσμος εκ πλάνης ελευθερούται. Σήμερον του Χριστού η Ανάστασις εγκαινιάζεται, και τα πέρατα της γης αγάλλονται».
Ο Σταυρός αναδεικνύεται δια του Εσταυρωμένου μέτρο αγάπης και συγχώρεσης.
«Σταυρὸς ἁπάντων τῶν καλῶν, παρεκτικὸς καθορᾶται, προσκυνούμενος· καὶ πᾶσα ἡ κτίσις, ἑορτάζει ἐν χαρᾷ, φωτιζομένη χάριτι, τοῦ ἐν αὐτῷ βουλήσει, ἀνυψωθέντος Θεοῦ ἡμῶν». (Κανών α’, ᾨδὴ γ’, τοῦ τιμίου Σταυροῦ Ἦχος πλ. δ’. Ὁ στερεώσας)
Λιτανεύεται από τους πιστούς ο Τίμιος Σταυρός και στην πατρίδα μας σήμερα, όπως στο Όμοδος, την Ανώγυρα και τον Πεδουλά.
Επίσης, τιμούμε τη μνήμη των Επτά Μαρτύρων Παίδων, των Μακκαβαίων (Αβείμ, Αντωνίου, Αχείμ, Γουρίου, Ελεαζάρου, Ευσεβωνά και Μαρκέλλου), της μητρός αυτών Σολομονής και Ελεαζάρου (†166 π.Χ.) του διδασκάλου αυτών, καθώς και των εν Πέργη Εννέα Μαρτύρων (Αλεξάνδρου, Άττου, Ευκλέους, Κατούνου, Κινδέου, Κυριακού, Λεοντίου, Μηναίου και Μνησιθέου), οι οποίοι έζησαν επί Διοκλητιανού. Ο Χριστιανισμός είχε στερεωθεί στις καρδιές τους από μικρή ηλικία θρεφόμενοι με τη μελέτη των ιερών κειμένων.
Η μετάβαση της ανθρωπότητας από την εποχή του μύθου στην εποχή της χάριτος και της αληθινής πίστης δεν ήταν εύκολη πορεία. Ακόμη και σήμερα πολλοί άνθρωποι, συνειδητά ή ασυνείδητα, καθησυχάζουν τη συνείδησή τους με εύκολες θρησκευτικές τυπολατρικές διατάξεις, ενώ, η αλήθεια θέλει κόπο και θυσίες, καθώς και βαθιά αγάπη για την αλήθεια, για τα οποία θυσιάστηκε ο Εσταυρωμένος Ιησούς Χριστός.
Να αναφέρουμε ότι από σήμερα έως τις 14 Αυγούστου, προτρέπονται οι πιστοί να νηστέψουν χάριν ασκήσεως και προετοιμασίας για τη μεγάλη εορτή της κοιμήσεως της Υπεραγίας Θεοτόκου.
Το απόγευμα των ημερών αυτών τελείται, εναλλάξ ο Μικρός και ο Μεγάλος Παρακλητικός Κανόνας στη Θεοτόκο.
«… τῶν θλιβομένων ἡ χαρά, χριστιανῶν ἡ προστάτις …».
Του Επισκόπου Μεσαορίας Γρηγορίου
Η αγάπη αντέχει στο χρόνο
Πόσες φορές μιλάμε όλοι για την αγάπη! Την θεωρούμε ως έννοια καθημερινή και εύκολα εφαρμόσιμη, όμως τα πράγματα δεν είναι πάντα έτσι. Η δυσκολία όλων μας έγκειται στην εφαρμογή της. Ορισμένες φορές η καρδιά μας άλλα σκέφτεται, ενώ το στόμα μας άλλα λέει.
Μέσα από την παρακάτω διδακτική ιστορία θα φανερωθεί και πάλι η υπεροχή της αγάπης, η οποία αντέχει στο χρόνο όσες δύσκολες στιγμές κι αν περάσουν, επαληθεύοντας αυτό που λέει ο Απόστολος Παύλος στον περίφημο ύμνο της αγάπης, που είναι τεθησαυρισμένος στην Α΄ προς Κορινθίους επιστολή, στο 13ο κεφάλαιο και στους στίχους 6 και 7: «Η αγάπη πάντα στέγει, πάντα πιστεύει, πάντα ελπίζει, πάντα υπομένει. Η αγάπη ουδέποτε εκπίπτει».
Κάποτε, λοιπόν, σε ένα νησί ζούσαν άνθρωποι που τα ονόματα τους είχαν τις λέξεις των συναισθημάτων. Έτσι, στο νησί είχαν μαζευτεί η ευτυχία, η γνώση, η λύπη, ο πλούτος, η ευγνωμοσύνη, η αγάπη και άλλες πολλές. Μία μέρα μαθεύτηκε η είδηση ότι το νησί θα βούλιαζε. Επισκεύασαν τις βάρκες λοιπόν και άρχισαν να φεύγουν. Η μόνη που έμεινε πίσω ήταν η αγάπη. Ήθελε να αντέξει μέχρι την τελευταία στιγμή και να δοκιμάσει τις δυνάμεις της. Όταν όμως το νησί άρχισε να βυθίζεται, ζήτησε βοήθεια. Βλέποντας τον πλούτο να περνάει από δίπλα της με μία λαμπερή θαλαμηγό τον ρωτάει: «Πλούτε, μπορείς να με πάρεις μαζί σου»; «Όχι, δεν μπορώ», της απαντάει. «Έχω ασήμι και χρυσάφι στο σκάφος μου και δεν έχω χώρο να σε βάλω». Η αγάπη λυπήθηκε προς στιγμήν, αλλά δεν έχασε το θάρρος της.
Θέλησε να ζητήσει βοήθεια από αλλού. Από δίπλα της πέρασε η αλαζονεία. Ήταν και αυτή μέσα σε ένα πανέμορφο σκάφος. Την παρακάλεσε να βοηθήσει να μπει μέσα για να σωθεί, αλλά και πάλι η απάντηση ήταν αρνητική: «Δεν μπορώ να σε βοηθήσω», της είπε η αλαζονεία. «Είσαι βρεγμένη και θα μου χαλάσεις το όμορφο σκάφος μου». Και πάλι λυπήθηκε η αγάπη αλλά ούτε τώρα έχασε το θάρρος της.
Θέλοντας να κάνει και τρίτη προσπάθεια, απευθύνθηκε στη λύπη. «Σε παρακαλώ» της είπε, «άφησε με να έλθω μαζί σου». Η λύπη όμως που ήθελε την μοναξιά της, είπε με παράπονο: «Ω, αγάπη είμαι τόσο λυπημένη! Θέλω να μείνω μόνη μου»! Σε λίγο πέρασε από δίπλα της και η ευτυχία αλλά ούτε καν έδωσε σημασία στην παράκληση της αγάπης. Ήταν τόσο χαρούμενη και ευτυχισμένη, που ούτε καν γύρισε να δει τι συμβαίνει γύρω της.
Εκεί που ήταν στην αναμονή και περίμενε τι θα γίνει, τελικά άκουσε μία δυνατή φωνή από έναν ηλικιωμένο άνθρωπο να της λέει: «Αγάπη, έλα σε εμένα. Εγώ θα σε πάρω μαζί μου»! Ήταν τόση η συγκίνησή της που από την χαρά της ξέχασε να ρωτήσει το όνομα αυτού του ανθρώπου που ήθελε να την σώσει. Όταν έφτασαν στη στεριά, ο μεγάλος αυτός κύριος, ευχαριστημένος γιατί εκπλήρωσε τον σκοπό του, έφυγε και πήρε τον δρόμο της επιστροφής. Η αγάπη νιώθοντας την ευγνωμοσύνη γι’ αυτό που της έκανε ο κύριος αυτός, όταν όλοι είχαν αρνηθεί να την βοηθήσουν, ρώτησε την γνώση να της πει, ποιο ήταν το όνομά του. «Ο χρόνος», της είπε η γνώση. «Και γιατί με βοήθησε ο χρόνος»; ρώτησε με έκπληξη η αγάπη. Η απάντηση ήταν και η επισφράγιση όλης της ταλαιπωρίας, αλλά και της ευγνωμοσύνης που αισθάνθηκε γιατί σώθηκε: «Γιατί μόνο ο χρόνος μπορεί να καταλάβει πόσο μεγάλη σημασία έχει η αγάπη»!
Ας το κρατήσουμε αυτό. Τελικά μόνο ο χρόνος μπορεί να μας δώσει να καταλάβουμε ότι, και αν όλα τα χάσουμε, η αγάπη θα μας συνοδεύει πάντα. Ας μην είναι λοιπόν η αγάπη μας κάλπικη και επιδερμική, αλλά γνήσια και χριστοκεντρική.
Ας εμπιστευτούμε τον Θεό που μας αγαπάει όλους ειλικρινά και ας αγαπήσουμε χωρίς κρατούμενα, χωρίς όρους και χωρίς όρια τον καθένα, γιατί τελικά στη ζωή μας το άλφα και το ωμέγα πρέπει να είναι το ρήμα «αγαπώ»!
Του Αρχιμ. Νεκτάριου Πόκκια, Ηγούμενου της Ι.Μονής Θάρρι Ρόδου
ΟΙ ΑΓΙΟΙ ΕΠΤΑ ΜΑΚΚΑΒΑΙΟΙ
Οι επτά άγιοι μάρτυρες Μακκαβαίοι, η μητέρα τους Σολομονή και ο δάσκαλός τους Ελεάζαρος ζούσαν κατά την εποχή του βασιλιά Αντιόχου Δ’ του Επιφανούς (175-163 π.Χ.), αδελφού του Σελεύκου Δ’ του Φιλοπάτορος. Ο Αντίοχος, αφού εξόντωσε και αιχμαλώτισε όλο το έθνος των Εβραίων περί το 168 π.Χ., ανάγκαζε με κάθε τρόπο το λαό αυτό να αρνηθεί την πάτρια θρησκεία του και να ασπαστεί την ειδωλολατρεία. Ειδικά μάλιστα πρόσταζε να τρώνε χοιρινό κρέας, κατά παράβαση του Μωσαϊκού Νόμου. Στην προσταγή όμως αυτή του τυράννου απείθησαν οι επτά Παίδες, η μητέρα τους Σολομονή και ο δάσκαλός τους Ελεάζαρος μένοντας σταθεροί και ακλόνητοι στην πάτρια πίστη τους.
Επειδή λοιπόν αυτοί δεν πειθάρχησαν στην προσταγή του βασιλιά, εκείνος εξαγριώθηκε και πρόσταξε την τιμωρία τους. Έτσι, τον μεν πρεσβύτη Ελεάζαρο, αφού του έδεσαν τα χέρια πίσω, τον χτύπησαν βάναυσα και ανελέητα. Έπειτα του έριξαν μέσα στη μύτη δυσώδεις και καυστικούς χυλούς και στη συνέχεια τον έβαλαν πάνω σε μεγάλη φωτιά. Εκεί ο σεπτός πρεσβύτης, αφού ευχήθηκε το αίμα του και ο θάνατός του να γίνουν λύτρωση και ελευθερία του έθνους του, παρέδωσε το πνεύμα του στα χέρια του Θεού.
Τους δε αγίους επτά Παίδες ο τύραννος πρόσταζε και τους οδήγησαν ενώπιόν του και τους τιμώρησε καθέναν κατά την τάξη της ηλικίας του. Για το βασανισμό και τη θανάτωσή τους χρησιμοποίησε αρθρέμβολα (στρεβλωτικά όργανα), τροχούς με περόνες, ακόντια και πυρ. Οι μακαριστοί επτά Παίδες υπέμειναν καρτερικότατα τα βασανιστήρια και, έτσι, ούτε τα πάτρια έθη αρνήθηκαν ούτε το νομοθέτη Θεό αντάλλαξαν με την πρόσκαιρη ζωή. Με τον τρόπο δε αυτό απέδειξαν ότι ο κυρίαρχος λογισμός δεν νικιέται από παθήματα και βασανιστήρια. Έτσι λοιπόν οι άγιοι αυτοί Μακκαβαίοι Παίδες έλαβαν από το Θεό τους αμάραντους στεφάνους της καρτερίας τους.
Ύστερα από αυτά η μητέρα τους Σολομονή, αφού είδε ότι και τα επτά της παιδιά «ετελειώθησαν» και μη ανεχόμενη να την πιάσει ανθρώπινο χέρι να τη ρίξει στο πυρ, έπεσε μόνη της στις φλόγες. Έτσι λοιπόν η ηρωίδα αυτή της πίστεως παρέδωσε το πνεύμα της στο Θεό.
Ἀπολυτίκιον
Ἦχος δ’. Ὁ ὑψωθεῖς ἐν τῷ Σταυρῷ.
Τῶν
Μακκαβαίων τὸν ἐπτάριθμον δῆμον, σὺν τὴ μητρὶ Σολομονὴ τὴ ἁγία, καὶ
Ἐλεάζαρ ἅμα εὐφημήσωμεν οὗτοι γὰρ ἠρίστευσαν, δι' ἀγώνων νομίμων, ὡς
φρουροὶ καὶ φύλακες, τῶν τοῦ Νόμου δογμάτων καὶ νῦν ὡς καλλιμάρτυρες
Χριστοῦ, ὑπὲρ τοῦ κόσμου, ἀπαύστως πρεσβεύουσι.