Πρωτότυπο Κείμενο
Ἐν
ταῖς ἡμέραις ἐκείναις, διὰ τῶν χειρῶν τῶν ἀποστόλων ἐγίνετο σημεῖα καὶ
τέρατα ἐν τῷ λαῷ πολλά· καὶ ἦσαν ὁμοθυμαδὸν ἅπαντες ἐν τῇ στοᾷ
Σολομῶντος· τῶν δὲ λοιπῶν οὐδεὶς ἐτόλμα κολλᾶσθαι αὐτοῖς, ἀλλ᾿
ἐμεγάλυνεν αὐτοὺς ὁ λαός· μᾶλλον δὲ προσετίθεντο πιστεύοντες τῷ Κυρίῳ
πλήθη ἀνδρῶν τε καὶ γυναικῶν, ὥστε κατὰ τὰς πλατείας ἐκφέρειν τοὺς
ἀσθενεῖς καὶ τιθέναι ἐπὶ κλινῶν καὶ κραβάττων, ἵνα ἐρχομένου Πέτρου κἂν ἡ
σκιὰ ἐπισκιάσῃ τινὶ αὐτῶν. Συνήρχετο δὲ καὶ τὸ πλῆθος τῶν πέριξ πόλεων
εἰς Ἱερουσαλὴμ φέροντες ἀσθενεῖς καὶ ὀχλουμένους ὑπὸ πνευμάτων
ἀκαθάρτων, οἵτινες ἐθεραπεύοντο ἅπαντες. Ἀναστὰς δὲ ὁ ἀρχιερεὺς καὶ
πάντες οἱ σὺν αὐτῷ, ἡ οὖσα αἵρεσις τῶν Σαδδουκαίων, ἐπλήσθησαν ζήλου καὶ
ἐπέβαλον τὰς χεῖρας αὐτῶν ἐπὶ τοὺς ἀποστόλους, καὶ ἔθεντο αὐτοὺς ἐν
τηρήσει δημοσίᾳ. Ἄγγελος δὲ Κυρίου διὰ τῆς νυκτὸς ἤνοιξε τὰς θύρας τῆς
φυλακῆς, ἐξαγαγών τε αὐτοὺς εἶπε· πορεύεσθε, καὶ σταθέντες λαλεῖτε ἐν τῷ
ἱερῷ τῷ λαῷ πάντα τὰ ρήματα τῆς ζωῆς ταύτης.
Νεοελληνική Απόδοση
Εκείνες
τις μέρες, μέσω των αποστόλων γίνονταν πολλά εκπληκτικά θαύματα στο
λαό. Οι πιστοί συνήθιζαν να συγκεντρώνονται όλοι μαζί στη Στοά του
Σολομώντα. Από τους άλλους που ήταν στο ναό κανείς δεν τολμούσε να
προσκολληθεί σ’ αυτούς, όμως ο λαός τούς είχε σε μεγάλη υπόληψη. Όλο και
περισσότερα πλήθη από άντρες και γυναίκες πίστευαν στον Κύριο και
γίνονταν μέλη της εκκλησίας. Ακόμη και στις πλατείες έφερναν τους
ασθενείς και τους ξάπλωναν σε κρεβάτια και σε φορεία, για να πέσει πάνω
σε κάποιον απ’ αυτούς έστω και η σκιά του Πέτρου όταν αυτός ερχόταν. Κι
από τις πόλεις που ήταν γύρω στην Ιερουσαλήμ συνέρρεε το πλήθος,
φέρνοντας αρρώστους κι άλλους που τους βασάνιζαν πνεύματα πονηρά· κι
όλοι αυτοί γιατρεύονταν. Τότε ο αρχιερέας και όλοι όσοι ήταν μαζί του,
δηλαδή αυτοί που ανήκαν στο κόμμα των Σαδδουκαίων, γεμάτοι φθόνο έπιασαν
τους αποστόλους και τους έβαλαν στη φυλακή. Αλλά, τη νύχτα, ένας
άγγελος Κυρίου άνοιξε τις πόρτες της φυλακής, τους έβγαλε έξω και τους
είπε. «Πηγαίνετε στο ναό και κηρύξτε στο λαό το μήνυμα γι’ αυτή την
καινούρια ζωή».