Ενώ εισήλθαμε πλέον στην Μεγάλη Εβδομάδα, ολόκληρος ο πλανήτης μας εδώ
και πολλές εβδομάδες βιώνει μια παρατεταμένη Μεγάλη Παρασκευή. Ο
πλανήτης της χαράς, της ελευθερίας, της ευμάρειας, αλλά και πλανήτης της
πείνας, της προσφυγιάς, του ξεριζωμού και της αβάσταχτης θλίψης, έχει
μεταμορφωθεί για όλους μας αδιακρίτως σε έναν γιγαντιαίο Επιτάφιο. Επάνω
του τα καμιόνια ξεφορτώνουν κάθε μέρα νεκρούς που δεν τους χωρούν τα
κοιμητήρια. Αναρίθμητοι άνθρωποι στις εντατικές παλεύουν να πάρουν ανάσα
και πολλοί απ’ αυούς δεν το καταφέρνουν.
Όσοι είμαστε ακόμα ζωντανοί παραμένουμε κλεισμένοι στα σπίτια μας όπως οι ερημίτες στα κελιά τους, κι ο κόσμος γίνεται έρημος δίχως αμμόλοφους και ανελέητο λιοπύρι. Η Άνοιξη προβάλλει και δεν μπορούμε να βγούμε σαν πρώτα στους δρόμους με ξεκούμπωτο πουκάμισο και ξεκλείδωτη καρδιά για να τη συναντήσουμε. Μας λείπουν οι συγγενείς, μας λείπουν οι φίλοι, οι γείτονες, η δουλειά μας, ακόμη και τα βασανιστικά της ωράρια και τα ασφυκτικά γεμάτα λεωφορεία. Μας λείπει η πάλλουσα ζωή των δρόμων, τα χρήματα, η άνεση, οι πολυάριθμες επιλογές μας. Μας λείπουν τα «ανυπόφορα» κουδούνια των σχολείων, οι «τσιρίδες» των παιδιών, και οι εκκωφαντικά «ηχηρές» καμπάνες των ναών, οι «κουραστικές» ακολουθίες. Μας λείπει κυρίως η ποθητή μετοχή μας στα Άχραντα Μυστήρια.
Όλα μας λείπουν και παλεύουμε για να μη λείψουμε κι εμείς από όσα μας λείπουν. Κι όσο αφαιρείται κάθε σημείο αναφοράς μιας σε μια πραγματικότητα που χρόνια τώρα συνηθίσαμε, τόσο αξιολογούμε από την αρχή σε πόσα λάθος πράγματα, πρόσωπα και ενέργειες σπαταλήσαμε το ασύλληπτο δώρο της ζωής, και άλλο τόσο αναρωτιόμαστε τι την κάναμε μέχρι τώρα τη ζωή μας.
Πόσο στ’ αλήθεια χριστιανοί ήμασταν, πόσο παρόντες εντός της Θείας Λειτουργίας και πόσο απόντες από την αγάπη στον Χριστό και στον κάθε άνθρωπο.
Τα λόγια του εκ δεξιών ληστή που απαντά στα ερωτήματά μας όπως απάντησε κι
εκείνος στον εξ αριστερών του Κυρίου: και ημεις μεν δικαιως αξια γαρ ων επραξαμεν απολαμβανομεν ...
Βαριά κουβέντα και πώς να την πούμε μαζί του εμείς που εξαντλήσαμε το είναι μας στην αδιάκοπη ικανοποίηση της υπερηφάνειας μας, την απαιτητική εκζήτηση των δικαιωμάτων μας, και την αλόγιστη κατανάλωση των αγαθών; Εμείς που όλα τα θέλαμε δικά μας, χωρίς να δώσουμε τίποτα με ανιδιοτελή αγάπη; Είδωλα του εαυτού μας σαν τον Νέρωνα κι εμείς απαιτούσαμε οι άλλοι να μας θαυμάζουν και να μας προσκυνούν.
Και αίφνης εμφανίζεται ένας ιός που δεν θαυμάζει και δεν προσκυνά κανέναν μας αδιακρίτως. Και μπροστά στον γιγάντιο πλανητικό Επιτάφιο, τα είδωλα μας συντρίβονται και γίνονται σκόνη. Γυμνοί κι ανήμποροι θρηνούμε τους νεκρούς μας, σχίζονται τα σπλάχνα μας για όσους παλεύουν στις εντατικές, σχοινοβατούμε στο κοφτερό λεπίδι της ζωής τρέμοντας πως ανά πάσα στιγμή μπορεί να γλιστρήσουμε κι εμείς στον Άδη. Και ενώ άλλων θρυμματίζεται η πέτρινη καρδιά, κάποιων άλλων γίνεται πιο πέτρα κι απ’ την πέτρα. Και καταρρέουν οι κοσμοθεωρίες, οι φιλοσοφίες και οι πλάνες μας και άλλες ξεπηδούν σαν αδηφάγες Λερναίες Ύδρες. Αναδύονται και φωνασκούν οι φανατισμένοι, αναδύονται όμως και κρυφίως σιωπηλά και οι άγιοι. Μα για όλους ισχύει το ίδιο: «και ημεις μεν δικαιως αξια γαρ ων επραξαμεν απολαμβανομεν», απλώς οι άγιοι το γνωρίζουν ήδη.
Αν όλον αυτόν τον ζόφο δεν τον ζήσουμε σε συνάρτηση με τον άνθρωπο που αγαπάμε και τον Μεγαλομάρτυρα του Γολγοθά που πιστεύουμε, θα έχουμε πεθάνει προτού πεθάνουμε και μαλιστα με έναν θάνατο που αδυνατεί να ελπίσει στην Ανάσταση και γι’ αυτό και δεν θα αναστηθεί.
Οι ερμηνείες μας αποβαίνουν σφαλερές, οι υποθέσεις μας ριψοκίνδυνες, οι δικαιολογίες μας υπερφύαλες. Η μοναδική σωτήρια επιλογή που έχουμε εν ελευθερία, ταπεινώσει και μετανοία είναι να ακολουθήσουμε το παράδειγμα των αγίων μας. Να αποδεχθούμε, όπως εκείνοι, το μαρτύριο του εγκλεισμού μας και της αποχής μας από τα Μυστήρια, αντλώντας ελπίδα και δύναμη, φως ανέσπερο από Εκείνον που είναι το Μέλλον μας. Αυτός που πάντα φώτιζε το παρόν μας, το οδηγούσε και με τρόπο που μόνο Εκείνος μπορεί και γνωρίζει «έθρεψε» για αιώνες αγίους έγκλειστους σε φυλακές, εξορίες, ερημιές.
Αν εμείς το θέλουμε με όλη μας την καρδιά, τίποτα δεν μπορεί να μας χωρίσει από την αγάπη του Χριστού. Αν εμείς Τον ποθούμε και δεν μπορούμε να Τον πλησιάσουμε, αδιαμφισβήτητα μπορεί Εκείνος να έρθει σ’ εμάς. Χωρίς τη Βασιλεία του Θεού στο σήμερα, το σήμερα είναι ανύπαρκτο, δεν έχει νόημα, δεν αξίζει τίποτα. Με τη Βασιλεία του Θεού να λούζει την κάθε μας στιγμή, ο πόνος γίνεται χαρά, η μοναξιά συντροφιά, η καρδιά μας ναός, ο θάνατος αιώνια ζωή πλημμυτισμένη αγάπη. Αγάπη κραταιά ως θάνατος. Αγάπη ανιδιοτελή που έχει μόνο μία πηγή. Η πηγή του ουράνιου Θεού Πατέρα, ενσαρκωμένη από τον Υιό Του και εκχεόμενη στον κόσμο διά του Αγίου Πνεύματος. Αγάπη επώδυνη και αιμοτοκυλισμένη, μοναδική ως ο αποκλειστικός κινητήριος μοχλός όλου του σύμπαντος. Ο Εσταυρωμένος υψώνεται μπροστά μας. Αγάπη που δεν σταυρώνεται δεν είναι αγάπη.
Κι εμείς για πρώτη ίσως φορά στη ζωή μας, έχουμε τη μοναδική ευκαιρία να σταυρωθούμε από αγάπη για τον άλλον και να μην ικανοποιήσουμε κανένα από τα θελήματά μας προκειμένου να μην διακινδυνεύσουμε την ζωή του άλλου. Μετά από τόσες Μεγάλες Πέμπτες της ζωής μας που σταυρώναμε και ξανασταυρώναμε τους συνανθρώπους μας, τον πλανήτη μας, τον Θεό, ήρθε η και Μεγάλη Παρασκευή για να θρηνήσουμε πρώτα τις αμαρτίες μας και μετά τους απανταχού πονεμένους. Κάποτε θα ερχόταν...
Πιστεύουμε και ελπίζουμε όμως πως ο μόνος αδίκως Σταυρούμενος, δε θα μας στερήσει ούτε την δύναμη να διανύσουμε τον ανηφορικό Γολγοθά μας ούτε το Φως της Αναστάσεώς του. Ας βουβαθούν οι καμπάνες, ας παύσουν τα κουδούνια των σχολείων, ας μην ψηλαφήσουν τα χέρια μας την Άνοιξη. Πέρα από όλα, μέσα σ’ όλα και πάνω απ’ όλα, ζει Κύριος ο Θεός. Ακόμα και νεκρός στον Άδη, θα αναστηθεί και θα μας αναστήσει με τον τρόπο που μόνο Εκείνος ξέρει και μπορεί.
Καλή Ανάσταση!
Όσοι είμαστε ακόμα ζωντανοί παραμένουμε κλεισμένοι στα σπίτια μας όπως οι ερημίτες στα κελιά τους, κι ο κόσμος γίνεται έρημος δίχως αμμόλοφους και ανελέητο λιοπύρι. Η Άνοιξη προβάλλει και δεν μπορούμε να βγούμε σαν πρώτα στους δρόμους με ξεκούμπωτο πουκάμισο και ξεκλείδωτη καρδιά για να τη συναντήσουμε. Μας λείπουν οι συγγενείς, μας λείπουν οι φίλοι, οι γείτονες, η δουλειά μας, ακόμη και τα βασανιστικά της ωράρια και τα ασφυκτικά γεμάτα λεωφορεία. Μας λείπει η πάλλουσα ζωή των δρόμων, τα χρήματα, η άνεση, οι πολυάριθμες επιλογές μας. Μας λείπουν τα «ανυπόφορα» κουδούνια των σχολείων, οι «τσιρίδες» των παιδιών, και οι εκκωφαντικά «ηχηρές» καμπάνες των ναών, οι «κουραστικές» ακολουθίες. Μας λείπει κυρίως η ποθητή μετοχή μας στα Άχραντα Μυστήρια.
Όλα μας λείπουν και παλεύουμε για να μη λείψουμε κι εμείς από όσα μας λείπουν. Κι όσο αφαιρείται κάθε σημείο αναφοράς μιας σε μια πραγματικότητα που χρόνια τώρα συνηθίσαμε, τόσο αξιολογούμε από την αρχή σε πόσα λάθος πράγματα, πρόσωπα και ενέργειες σπαταλήσαμε το ασύλληπτο δώρο της ζωής, και άλλο τόσο αναρωτιόμαστε τι την κάναμε μέχρι τώρα τη ζωή μας.
Πόσο στ’ αλήθεια χριστιανοί ήμασταν, πόσο παρόντες εντός της Θείας Λειτουργίας και πόσο απόντες από την αγάπη στον Χριστό και στον κάθε άνθρωπο.
Τα λόγια του εκ δεξιών ληστή που απαντά στα ερωτήματά μας όπως απάντησε κι
εκείνος στον εξ αριστερών του Κυρίου: και ημεις μεν δικαιως αξια γαρ ων επραξαμεν απολαμβανομεν ...
Βαριά κουβέντα και πώς να την πούμε μαζί του εμείς που εξαντλήσαμε το είναι μας στην αδιάκοπη ικανοποίηση της υπερηφάνειας μας, την απαιτητική εκζήτηση των δικαιωμάτων μας, και την αλόγιστη κατανάλωση των αγαθών; Εμείς που όλα τα θέλαμε δικά μας, χωρίς να δώσουμε τίποτα με ανιδιοτελή αγάπη; Είδωλα του εαυτού μας σαν τον Νέρωνα κι εμείς απαιτούσαμε οι άλλοι να μας θαυμάζουν και να μας προσκυνούν.
Και αίφνης εμφανίζεται ένας ιός που δεν θαυμάζει και δεν προσκυνά κανέναν μας αδιακρίτως. Και μπροστά στον γιγάντιο πλανητικό Επιτάφιο, τα είδωλα μας συντρίβονται και γίνονται σκόνη. Γυμνοί κι ανήμποροι θρηνούμε τους νεκρούς μας, σχίζονται τα σπλάχνα μας για όσους παλεύουν στις εντατικές, σχοινοβατούμε στο κοφτερό λεπίδι της ζωής τρέμοντας πως ανά πάσα στιγμή μπορεί να γλιστρήσουμε κι εμείς στον Άδη. Και ενώ άλλων θρυμματίζεται η πέτρινη καρδιά, κάποιων άλλων γίνεται πιο πέτρα κι απ’ την πέτρα. Και καταρρέουν οι κοσμοθεωρίες, οι φιλοσοφίες και οι πλάνες μας και άλλες ξεπηδούν σαν αδηφάγες Λερναίες Ύδρες. Αναδύονται και φωνασκούν οι φανατισμένοι, αναδύονται όμως και κρυφίως σιωπηλά και οι άγιοι. Μα για όλους ισχύει το ίδιο: «και ημεις μεν δικαιως αξια γαρ ων επραξαμεν απολαμβανομεν», απλώς οι άγιοι το γνωρίζουν ήδη.
Αν όλον αυτόν τον ζόφο δεν τον ζήσουμε σε συνάρτηση με τον άνθρωπο που αγαπάμε και τον Μεγαλομάρτυρα του Γολγοθά που πιστεύουμε, θα έχουμε πεθάνει προτού πεθάνουμε και μαλιστα με έναν θάνατο που αδυνατεί να ελπίσει στην Ανάσταση και γι’ αυτό και δεν θα αναστηθεί.
Οι ερμηνείες μας αποβαίνουν σφαλερές, οι υποθέσεις μας ριψοκίνδυνες, οι δικαιολογίες μας υπερφύαλες. Η μοναδική σωτήρια επιλογή που έχουμε εν ελευθερία, ταπεινώσει και μετανοία είναι να ακολουθήσουμε το παράδειγμα των αγίων μας. Να αποδεχθούμε, όπως εκείνοι, το μαρτύριο του εγκλεισμού μας και της αποχής μας από τα Μυστήρια, αντλώντας ελπίδα και δύναμη, φως ανέσπερο από Εκείνον που είναι το Μέλλον μας. Αυτός που πάντα φώτιζε το παρόν μας, το οδηγούσε και με τρόπο που μόνο Εκείνος μπορεί και γνωρίζει «έθρεψε» για αιώνες αγίους έγκλειστους σε φυλακές, εξορίες, ερημιές.
Αν εμείς το θέλουμε με όλη μας την καρδιά, τίποτα δεν μπορεί να μας χωρίσει από την αγάπη του Χριστού. Αν εμείς Τον ποθούμε και δεν μπορούμε να Τον πλησιάσουμε, αδιαμφισβήτητα μπορεί Εκείνος να έρθει σ’ εμάς. Χωρίς τη Βασιλεία του Θεού στο σήμερα, το σήμερα είναι ανύπαρκτο, δεν έχει νόημα, δεν αξίζει τίποτα. Με τη Βασιλεία του Θεού να λούζει την κάθε μας στιγμή, ο πόνος γίνεται χαρά, η μοναξιά συντροφιά, η καρδιά μας ναός, ο θάνατος αιώνια ζωή πλημμυτισμένη αγάπη. Αγάπη κραταιά ως θάνατος. Αγάπη ανιδιοτελή που έχει μόνο μία πηγή. Η πηγή του ουράνιου Θεού Πατέρα, ενσαρκωμένη από τον Υιό Του και εκχεόμενη στον κόσμο διά του Αγίου Πνεύματος. Αγάπη επώδυνη και αιμοτοκυλισμένη, μοναδική ως ο αποκλειστικός κινητήριος μοχλός όλου του σύμπαντος. Ο Εσταυρωμένος υψώνεται μπροστά μας. Αγάπη που δεν σταυρώνεται δεν είναι αγάπη.
Κι εμείς για πρώτη ίσως φορά στη ζωή μας, έχουμε τη μοναδική ευκαιρία να σταυρωθούμε από αγάπη για τον άλλον και να μην ικανοποιήσουμε κανένα από τα θελήματά μας προκειμένου να μην διακινδυνεύσουμε την ζωή του άλλου. Μετά από τόσες Μεγάλες Πέμπτες της ζωής μας που σταυρώναμε και ξανασταυρώναμε τους συνανθρώπους μας, τον πλανήτη μας, τον Θεό, ήρθε η και Μεγάλη Παρασκευή για να θρηνήσουμε πρώτα τις αμαρτίες μας και μετά τους απανταχού πονεμένους. Κάποτε θα ερχόταν...
Πιστεύουμε και ελπίζουμε όμως πως ο μόνος αδίκως Σταυρούμενος, δε θα μας στερήσει ούτε την δύναμη να διανύσουμε τον ανηφορικό Γολγοθά μας ούτε το Φως της Αναστάσεώς του. Ας βουβαθούν οι καμπάνες, ας παύσουν τα κουδούνια των σχολείων, ας μην ψηλαφήσουν τα χέρια μας την Άνοιξη. Πέρα από όλα, μέσα σ’ όλα και πάνω απ’ όλα, ζει Κύριος ο Θεός. Ακόμα και νεκρός στον Άδη, θα αναστηθεί και θα μας αναστήσει με τον τρόπο που μόνο Εκείνος ξέρει και μπορεί.
Καλή Ανάσταση!