Σάββατο 17 Αυγούστου 2024

ΣΧΟΛΙΟ ΣΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ:ΚΑΤΑ ΜΑΤΘΑΙΟΝ Η'

 


Ὅταν ὁ Χριστὸς χόρτασε μὲ πέντε ἄρτους πέντε χιλιάδες ἄνδρες (καὶ ἴσως τριπλάσιο ἀριθμὸ γυναικῶν καὶ παιδιῶν), δὲν ἔδειξε καμμιὰ τσιγκουνιά, ἀλλὰ ἔδωσε καὶ περίσσευμα τροφῆς ἁπλόχερα. Ὅμως μετὰ τὸν χορτασμό τους δὲν ἐπέτρεψε καὶ καμμιὰ σπατάλη. Οἱ δώδεκα μαθητές του ἔτρεξαν ἀμέσως νὰ μαζέψουν τὰ περισσεύματα καὶ γέμισαν ἀπὸ ἕνα μεγάλο κοφίνι ὁ καθένας (Κυριακὴ Η΄ Ματθαίου).

Ὁ Χριστὸς ἔδειξε ὅτι μπορεῖ νὰ εἶναι ἁπλοχέρης καὶ νὰ σκορπάει χωρὶς τσιγκουνιὰ τὰ ἀγαθά του σὲ ὅλο τὸν κόσμο. Γέμισε τὴ γῆ μὲ ὅλα τὰ καλὰ γιὰ τὸν ἄνθρωπο. «Τὸν ἥλιον αὐτοῦ ἀνατέλλει ἐπὶ πονηροὺς καὶ ἀγαθοὺς καὶ βρέχει ἐπὶ δικαίους καὶ ἀδίκους» (Ματθ. 5, 45). Ἡ ἄνιση κατανομὴ τῶν ἀγαθῶν αὐτῶν μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων, ἡ φτώχεια καὶ ἡ δυστυχία τῶν πολλῶν καὶ ἡ σκανδαλώδης εὐημερία τῶν ὀλίγων, εἶναι ἀποτέλεσμα τῆς δικῆς μας ἁμαρτίας καὶ μόνο.

Καὶ εἶναι γεγονὸς βέβαια, ὅτι ὁ ἁπλοχέρης δὲν εἶναι πάντα εὔκολο νὰ μὴν εἶναι καὶ σπάταλος. Ἡ ἀφθονία εἶναι πειρασμὸς γιὰ σπατάλη. Ὁ Χριστὸς ὅμως ὑπέδειξε ὅτι δὲν ἐγκρίνει καθόλου κάτι τέτοιο. Ἡ ἄσκοπη σπατάλη καὶ κατάχρηση τοῦ πλούτου ποὺ μᾶς ἔδωσε, ἡ χωρὶς λόγο καταστροφή του, ἡ ὑποβάθμιση τοῦ φυσικοῦ περιβάλλοντος, εἶναι εὐθέως ἁμαρτία. Ἡ τακτικὴ αὐτὴ μακροχρόνια ἐπιφέρει, σὲ προσωπικὸ ἢ συλλογικὸ ἐπίπεδο, ἀναπότρεπτες συμφορές. Οἱ συνέπειές της ἀργὰ ἢ γρήγορα ἐπιπίπτουν μὲ σφοδρότητα στὰ κεφάλια μας. Ὁ κόσμος ὅλος, ἀλλὰ καὶ ἡ χώρα μας ἰδιαίτερα, ἔγινε ἤδη θέατρο τῶν χειρότερων φυσικῶν καταστροφῶν, φωτιᾶς καὶ πλημμύρας.

Ἀλλὰ ἐνῶ ἡ ἁπλοχεριὰ καὶ ἡ σπατάλη μποροῦν νὰ πᾶνε εὔκολα μαζί, ἡ τσιγκουνιὰ καὶ ἡ σπατάλη δὲν συγκατοικοῦν συνήθως στὸν ἴδιο ἄνθρωπο. Ὁ τσιγκούνης δὲν εἶναι εὔκολο νὰ εἶναι καὶ σπάταλος. Ὁ ἄνθρωπος ὅμως εἶναι παράξενο πλάσμα. Καὶ μπορεῖ νὰ συνδυάσει μέσα του τὰ πιὸ ἀπίθανα, ἀκόμα καὶ διαμετρικὰ ἀντίθετα, πράγματα.

Λέει λοιπόν κάποια ἱστορία γιὰ μιὰ πλούσια κυρία ποὺ πῆγε νὰ ἀγοράσει αὐγά. «Πόσο κάνουν;» ρώτησε τὸν φτωχὸ γέρο ποὺ τὰ πωλοῦσε. «30 λεπτὰ τὸ ἕνα», ἀπάντησε ἐκεῖνος. «Θὰ πάρω 10 αὐγὰ μὲ 2,50 εὐρώ», εἶπε ἐμφαντικὰ ἡ κυρία. «Ἀλλιῶς φεύγω». «Ἐντάξει, πάρτε τα στὴν τιμὴ ποὺ θέλετε», εἶπε τὸ φτωχὸ γεροντάκι. Ἡ κυρία, ἱκανοποιημένη ποὺ κέρδισε μισὸ εὐρώ, πῆγε στὸ ἀπέναντι ἑστιατόριο μὲ τὴ φίλη της. Ἐκεῖ παράγγειλαν ὅ,τι τοὺς ἄρεσε. Πῆραν πολλὰ πιάτα, τσίμπησαν λίγο ἀπ’ τὸ καθένα, μὰ τὸ πολὺ φαγητὸ ἔμεινε γιὰ πέταμα. Ζήτησε τὸν λογαριασμό. Ἦταν 37,30 εὐρώ. Ἔδωσε 40 εὐρὼ στὸν σερβιτόρο, λέγοντάς του νὰ κρατήσει τὰ ρέστα. Ἀδίκησε, τυράννησε τὸν ἀδύναμο γεροντάκο μὲ τὴν τσιγκουνιά της, ἀλλὰ στὸ ἑστιατόριο φάνηκε τόσο ἄνετη, ἀνοιχτοχέρα καὶ σπάταλη. Τί εἴμαστε τελικὰ οἱ ἄνθρωποι;

Ὁ Χριστὸς ἔδειξε τὸ τέλειο παράδειγμα. Ἔδωσε ἄφθονη τροφὴ νὰ χορτάσουν οἱ ἄνθρωποι, ἀλλὰ δὲν ἐπέτρεψε νὰ πεταχτεῖ κανένα περίσσευμα. Καὶ λέει στὸ Εὐαγγέλιό του, ὅτι δίκαιος ἄνθρωπος εἶναι αὐτὸς ποὺ σκορπάει μὲ ἀφθονία στοὺς πένητες (Ψαλμ. 111, 9).
Ὅταν ὅμως ἐμεῖς, ἀντὶ νὰ σκορπᾶμε στοὺς φτωχούς, πετᾶμε τὰ περισσεύματά μας στὰ σκουπίδια, ἀρνούμενοι νὰ φᾶμε γιὰ δεύτερη μέρα φαγητὸ ποὺ περίσσεψε, πῶς θὰ ἀντικρύσουμε τὰ ἑκατομμύρια ποὺ πεθαίνουν, ἐπειδὴ τοὺς λείπει ἀκριβῶς τὸ φαγητὸ ποὺ σπαταλάμε;
π. Δημητρίου Μπόκου